ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1999) 1 ΑΑΔ 772
14 Μαΐου, 1999
[ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΗ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗ (AΡ. 1) ΓΙΑ ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΑΔΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΩΝ CERTIORARI ΚΑΙ PROHIBITION ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΑΡΙΘΜΟ
ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΑΝ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΟΥ ΣΕ ΑΓΩΓΕΣ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΚΑΙ ΣΤΗΝ
ΑΙΤΗΣΗ Ε 99/95 ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ ΕΝΟΙΚΙΑΣΕΩΝ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ-ΛΑΡΝΑΚΑΣ-ΑΜΜΟΧΩΣΤΟΥ ΚΑΙ ΑΡΙΘΜΟ
ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΩΝ ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΑΝ ΣΤΙΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΑΥΤΕΣ.
(Aίτηση Aρ. 38/99)
Προνομιακά εντάλματα — Certiorari και Prohibition — Αίτηση για άδεια καταχώρησης αίτησης certiorari προς ακύρωση (α) αποφάσεων για χρηματικά ποσά (β) διαταγμάτων πληρωμής των εξ αποφάσεως οφειλών με μηνιαίες δόσεις ή διαταγμάτων φυλάκισης για καθυστέρηση πληρωμής των δόσεων και (γ) της απόφασης του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων για εκκένωση και παράδοση καταστήματος, καθυστερημένα ενοίκια και ενδιάμεσα κέρδη — Ισχυρισμός για δόλια παραπλάνηση δικαστηρίου στην έκδοση των αποφάσεων — Πρέπει να τεκμηριωθεί από το ίδιο το πρακτικό της διαδικασίας — Καθυστέρηση στην υποβολή της αίτησης για άδεια — Ύπαρξη εναλλακτικού ένδικου μέσου — Δεν εδικαιολογείτο η παραχώρηση της αιτούμενης άδειας.
Οι αποφάσεις και τα διατάγματα, αναφορικά με τα οποία ο αιτητής ζητά άδεια για καταχώρηση αίτησης Certiorari, προέκυψαν από αγωγές που καταχωρήθηκαν εναντίον του από την Ν. Μαυραντώνη, που φαίνεται να είναι η αιτήτρια στη διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων. Ο αιτητής ο οποίος παρουσιάστηκε αυτοπροσώπως υποστήριξε ότι χρωστούσε συνολικά £910. Ωστόσο η ενάγουσα για την ίδια απαίτηση άσκησε πολλές αγωγές εναντίον του με αποτέλεσμα να επιβαρυνθεί με επιπλέον ποσό περίπου £1.033 το οποίο δεν χρωστά. Η ενάγουσα κατάφερε να εξαπατήσει το δικαστήριο και να εξασφαλίσει αποφάσεις για τα αχρεωστήτως επιδικασθέντα εναντίον τoy ποσά.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Η δόλια παραπλάνηση δικαστηρίου στην έκδοση απόφασης συνιστά ένα από τους λόγους για τους οποίους το πρόσωπο που υφίσταται τις συνέπειες μπορεί να ζητήσει ακύρωση της με certiorari. Πρέπει όμως η απάτη να είναι φανερή από το ίδιο το πρακτικό της διαδικασίας, πράγμα που δεν συμβαίνει στην παρούσα περίπτωση.
2. Η αίτηση για παραχώρηση άδειας δεν μπορεί να επιτύχει όταν υπάρχει σημαντική καθυστέρηση στην υποβολή της όπως στην παρούσα περίπτωση.
3. Δεν δικαιολογείται η παραχώρηση άδειας δεδομένου ότι ο αιτητής είχε προσφορότερα ένδικα μέσα για να επιδιώξει θεραπεία.
Η αίτηση απορρίφθηκε.
Αναφερόμενη υπόθεση:
Aνθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41.
Aίτηση.
Aίτηση με την οποία ο αιτητής ζητά άδεια για καταχώρηση αίτησης για την έκδοση διατάγματος τύπου Certiorari και Prohibition αναφορικά με αριθμό αποφάσεων που εκδόθηκαν εναντίον του σε αγωγές του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας και στην αίτηση E99/95 του Δικαστηρίου Eλέγχου Eνοικιάσεων Λευκωσίας-Λάρνακας-Aμμοχώστου καθώς και αριθμό διαταγμάτων που εκδόθηκαν στις διαδικασίες αυτές.
Ο αιτητής παρουσιάζεται αυτοπροσώπως.
Cur. adv. vult.
NIKHTAΣ, Δ.: Ούτε λίγο ούτε πολύ, με τη διαδικασία αυτή στην οποία εμφανίστηκε χωρίς συνήγορο, ο αιτητής στοχεύει τελικά να ζητήσει ακύρωση: (α) τριών αποφάσεων που εκδόθηκαν κατά καιρούς εναντίον του για διάφορα χρηματικά ποσά, τόκους και έξοδα σε ισάριθμες αγωγές του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας· (β) αριθμού διαταγμάτων πληρωμής των εξ αποφάσεως οφειλών με μηνιαίες δόσεις ή διαταγμάτων φυλάκισης που δόθηκαν στα πλαίσια των αγωγών αυτών και της παρακάτω αίτησης· και (γ) της απόφασης στην αίτηση Ε99/95 του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων Λευκωσίας-Λάρνακας-Αμμοχώστου για εκκένωση και παράδοση καταστήματος, καθυστερημένα ενοίκια και ενδιάμεσα κέρδη από ορισμένη ημερομηνία. Ας σημειωθεί ότι η αίτηση για χορήγηση άδειας δεν περιορίζεται μόνο σε διάταγμα certiorari, αλλά περιλαμβάνει και διάταγμα prohibition. Χωρίς όμως να εξειδικεύεται οποιαδήποτε δικαστική εκκρεμότητα προς την κατεύθυνση της οποίας θα λειτουργήσει αποτρεπτικά το τελευταίο αυτό διάταγμα.
Ομολογουμένως ξαφνιάζει η μαζικότητα των αιτημάτων θεραπείας σε αυτής της μορφής την προκριματική διαδικασία, που τη διακρίνει η αυστηρότητα προσέγγισης. Την αίτηση υπογράφει ο αιτητής, αλλά αναφέρεται σ' αυτήν ότι συντάκτης της είναι ο νομικός του σύμβουλος, που κατονομάζει. Παρόλα αυτά δεν είναι πάντοτε καθαρό ποιά ακριβώς είναι η πραγματική και νομική βάση της αίτησης. Επικρατεί κάποια σύγχιση χωρίς να αποφεύγεται εκτροπή από τα καθιερωμένα πλαίσια. Θα αρκεσθώ σε ένα μόνο παράδειγμα. Γίνεται επίκληση του άρθρ. 12(2) του Συντάγματος. Είναι άσχετο. Η διάταξη ορίζει ότι δε δικάζεται ο απαλλαγείς ή καταδικασθείς δεύτερη φορά για το ίδιο ποινικό αδίκημα.
Υπενθύμισα στον αιτητή το δικαίωμα του να διορίσει δικηγόρο, αλλά πρόβαλε οικονομική ανέχεια που δεν του επιτρέπει να προσλάβει δικηγόρο. Θα επιχειρήσω όμως εκλογίκευση του υλικού της αίτησης και της ένορκης δήλωσης που τη συνοδεύει, στηριζόμενος περισσότερο στα απτά στοιχεία που προσκομίστηκαν και αφορούν τις διάφορες υποθέσεις, δηλαδή, τα αντίγραφα αποφάσεων και διαταγμάτων.
Τον αιτητή ενήγαγε και στις τρεις περιπτώσεις η Νόρα Γ. Μαυραντώνη από τη Λευκωσία, που φαίνεται πως είναι και η αιτήτρια στη διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων. Χρονικά η πρώτη αγωγή είναι η υπ' αρ. 10412/94. Εκδόθηκε απόφαση εναντίον του αιτητή στις 19/12/94 για ποσό £225. Στις 21/2/97, αφού το δικαστήριο άκουσε και τον αιτητή, τον διέταξε να πληρώσει το εξ αποφάσεως χρέος με μηνιαίες δόσεις £30 η καθεμιά από την καθορισθείσα ημερομηνία. Στη συνέχεια στις 6/11/97 και 14/9/98 εκδόθηκαν διατάγματα φυλάκισης του αιτητή γιατί καθυστερούσε την πληρωμή δόσεων.
Δεν προσκομίστηκε αντίγραφο της απόφασης στις άλλες δύο αγωγές που φέρουν αριθμό 7924/94 και 1280/95. Επισυνάφθηκε όμως στην κρινόμενη αίτηση διάταγμα, ημερ. 12/2/96, για αποπληρωμή του εξ αποφάσεως χρέους στην πρώτη υπόθεση και διάταγμα φυλάκισης ημερ. 16/10/96 σχετικά με την ίδια υπόθεση. Παρατηρώ ότι το διάταγμα, ημερ. 12/2/96, δόθηκε εκ συμφώνου. Στην 1280/95 έχει προσαχθεί διάταγμα μηνιαίων δόσεων ημερ. 12/2/96 και διάταγμα φυλάκισης για καθυστερήσεις ημερ. 16/10/96.
Αναφέρθηκα ήδη στο περιεχόμενο της απόφασης στην Ε99/95. Πρόσθετα, σε σχέση με την υπόθεση αυτή, ο αιτητής έχει επισυνάψει αντίγραφο διατάγματος πληρωμής του χρέους με μηνιαίες δόσεις, ημερ. 27/11/96 και διάταγμα φυλάκισης ημερ. 12/5/97, για παράλειψη του αιτητή να συμμορφωθεί προς το προηγούμενο διάταγμα. Παρεμπιπτόντως, με επιστολή του ημερ. 28/4/97, ο αιτητής ζήτησε από την αιτήτρια στην Ε99/95 "να κάνει υπομονή" μέχρις ότου εξεύρει εργασία για να ξοφλήσει το εξ αποφάσεως χρέος. Με την ίδια ευκαιρία την πληροφόρησε ότι έχει παιδί που σπουδάζει, αλλά για το σκοπό αυτό έκαμε δάνεια η γυναίκα του.
Είναι βέβαιο - προκύπτει από το κείμενο των επισυναφθέντων - ότι ο αιτητής είτε ήταν παρών κατά την έκδοση των αποφάσεων ή διαταγμάτων και ακούστηκε από το δικαστήριο είτε ειδοποιήθηκε αλλά αδιαφόρησε και δεν παρουσιάστηκε.
Ο αιτητής ισχυρίζεται πως οφείλει συνολικά μόνο £910. Ωστόσο η ενάγουσα για την ίδια απαίτηση άσκησε πολλές αγωγές εναντίον του με αποτέλεσμα να επιβαρυνθεί με επιπλέον ποσό περίπου £1,033, το οποίο δεν χρωστά. Η ενάγουσα κατάφερε να εξαπατήσει το δικαστήριο και να εξασφαλίσει αποφάσεις για τα αχρεωστήτως επιδικασθέντα εναντίον του ποσά. Θέτει ως εξής το ζήτημα στην ένορκη δήλωση:
"Δ.2 - Χρονολογικά όλες οι αποφάσεις, διατάγματα, εντάλματα εκτέλεσης διά φυλακίσεως στην αγωγή αρ. 7294/94, 10412/94 και 1280/95 αφορούν καθυστερημένα ενοίκια τα οποία με την αίτηση Ε99/95 έχουν πλήρως καλυφθεί και οι οποίες (αποφάσεις) έχουν εκμαιευτεί με δόλια μέσα μετά την απόφαση Ε99/95 παρουσιάζοντας παραπλανητικά ως εξ αποφάσεως χρέος και το Σεβαστό Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας έχει εκδώσει σε πλήρη άγνοια της πραγματικότητος και της σχετικότητος των ως άνω υποθέσεων με την Ε99/95 του Δικαστηρίου Ενοικιάσεων και αναγκαίοι η έκδοση οδηγιών για το ποιό είναι το αρμόδιο Δικαστήριο, ποιό το ακριβές ποσό και τον τρόπο εκτέλεσης διά την τάξη. Βλέπε Τεκμήριο αρ. 1."
Η δόλια παραπλάνηση δικαστηρίου στην έκδοση απόφασης συνιστά ένα από τους λόγους για τους οποίους το πρόσωπο που υφίσταται τις συνέπειες μπορεί να ζητήσει ακύρωση της με το ένδικο μέσο του διατάγματος certiorari. Πρέπει όμως η απάτη να είναι φανερή από το ίδιο το πρακτικό της διαδικασίας. Αναφέρει στο προκείμενο ο Basu "Commentary on the Constitution of India" 5η έκδοση, τόμος 3, στη σελ. 683:
"Since fraud vitiates the most solemn of transactions and a superior court possesses an inherent jurisdiction to set aside orders of inferior courts vitiated by fraud and collusion, the superior court would issue certiorari in such cases, even where a statute precludes judicial review, provided the fraud is manifest on the record."
Kατά ελεύθερη μετάφραση το απόσπασμα έχει ως εξής:
"Εφόσον η απάτη επιφέρει ακύρωση και των πλέον επίσημων δικαιοπραξιών και ένα ανώτερο δικαστήριο έχει σύμφυτη εξουσία να παραμερίζει διάταγμα κατώτερου δικαστηρίου που λήφθηκε εξαιτίας απάτης ή συμπαιγνίας, το ανώτερο δικαστήριο μπορεί σε τέτοιες περιπτώσεις να εκδώσει certiorari, ακόμη και σε περιπτώσεις που ο νόμος αποκλείει δικαστική αναθεώρηση, νοουμένου ότι η απάτη είναι έκδηλη στο φάκελο της διαδικασίας."
Στην περίπτωση μας δεν υπάρχει το παραμικρό στο φάκελο της διαδικασίας που να δείχνει προς την κατεύθυνση αυτή. Ο αιτητής δεν ήγειρε ποτέ το ζήτημα που προβάλλει τώρα παρά τις πολλές ευκαιρίες που είχε. Περαιτέρω, όπως προσπάθησα να εξηγήσω στον αιτητή, το certiorari είναι το κατάλληλο μέσο ελέγχου στην περίπτωση που ένα δικαστήριο αναλαμβάνει δικαιοδοσία χωρίς να του την έχει απονείμει ο νόμος. Δε φαίνεται εδώ να έχουμε περίπτωση έλλειψης ή υπέρβασης δικαιοδοσίας.
Πρέπει ακόμη να λεχθεί ότι ο αιτητής αναφέρεται σε εξ πάρτε αίτηση του ημερ. 20/4/99 στο Επαρχιακό Δικαστήριο "για σύνταξη Μνημονίου και παραπομπής του εγερθέντος Αντισυνταγματικού Ζητήματος στο Ανώτατο Δικαστήριο.......... σύμφωνα με το Σύνταγμα άρθρ. 136, 144". Δεν αποκαλύπτονται οι συνθήκες υποβολής τέτοιας αίτησης. Όχι μόνο αυτό. Ούτε η απόφαση, που ο αιτητής υπαινίσσεται πως εξέδωσε το δικαστήριο, τέθηκε ενώπιον μας. Η προσκομιδή της αποτελεί, κατά τη νομολογία, προϋπόθεση για να τύχει αναθεώρησης από το Ανώτατο Δικαστήριο.
Θα μπορούσα ίσως να προσθέσω ότι οποιαδήποτε συζήτηση, κατά πόσον προσφερόταν τέτοια διαδικασία για εξέταση θεμάτων συνταγματικότητας, θα ήταν θεωρητική και ανεπίτρεπτη. Αλλά και να μπορούσαν να υπερπηδηθούν οι δυσκολίες του αιτητή - που θεωρώ ανυπέρβλητες - δε θα παρείχα άδεια λόγω της σημαντικής καθυστέρησης (παρέλευση ετών) να αποταθεί για θεραπεία. Δικαστική προστασία μέσω των προνομιακών διαταγμάτων παρέχεται μόνο σε όποιον επαγρυπνεί και διεκδικεί το ταχύτερο δυνατό τα δικαιώματα του. Ασφαλώς η παρούσα δε συνιστά τέτοια περίπτωση. Τέλος, με βάση την αρχή που επικύρωσε η Ολομέλεια με την απόφαση της στην αίτηση Aνθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41, δε δικαιολογείται η παραχώρηση άδειας δεδομένου ότι ο αιτητής είχε προσφορότερα ένδικα μέσα για να επιδιώξει θεραπεία.
Κανένας από τους προβληθέντες λόγους δε δικαιολογεί την παραχώρηση άδειας. Η αίτηση απορρίπτεται.
H αίτηση απορρίπτεται.