ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1999) 1 ΑΑΔ 1760

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 10095

ΕΝΩΠΙΟΝ: ΠΙΚΗ, Π., ΗΛΙΑΔΗ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗ, Δ/στών

Μεταξύ

Μιχαήλ Χριστοδούλου Φανή,

από το Νέον Χωρίον Πάφου,

Εφεσείοντος-Αιτητή

- και -

1. Διευθυντή του Κτηματολογικού και Χωρομετρικού

Τμήματος Λευκωσίας,

2. (α) Ανδρέα Σάββα Κυτάλα, από Λεμεσό, και άλλων,

3. (1) Ανδρέα Παναγή Σάββα, από την Πόλη Χρυσοχούς,

και άλλων,

Εφεσιβλήτων-Καθ' ων η Αίτηση

------------------------

20 Οκτωβρίου, 1999

Για τον Εφεσείοντα: Ε. Κορακίδης.

Για τον Εφεσίβλητο 1: Χρ. Ιωαννίδης, Ανώτερος Δικηγόρος της

Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα.

Για τους Εφεσίβλητους 2 και 3: Ε. Νικολαΐδου (κα) για Χ. Ζόππο.

------------------------

Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Γ.Μ. Πικής, Π.

------------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΠΙΚΗΣ, Π.: Ο εφεσείων και οι εφεσίβλητοι 2 και 3 διεκδικούν την ιδιοκτησία τεμαχίου γης στο χωριό Προδρόμι της Πάφου. ΄Οπως φαίνεται, το κτήμα ήταν «καταχωρημένο» (όχι εγγεγραμμένο) στο όνομα προγόνου των εφεσιβλήτων 2 και 3, το οποίο οι ίδιοι διεκδικούν κληρονομικώ δικαιώματι και λόγω χρησικτησίας. Ο εφεσείων διεκδικεί το κτήμα, με έρεισμα την αγορά του το 1954, και, έκτοτε, την εχθρική κατοχή του. Κατοχή κτήματος, μετά την αγορά του, μπορεί, όπως αναγνωρίζει η νομολογία, να στοιχειοθετήσει, εφόσον συντρέχουν οι διαγραφόμενες προϋποθέσεις, εχθρική κατοχή του ακινήτου από τον αγοραστή - (Christofis Yianni Diplaros v. Photou Nicola (1974) 1 C.L.R. 198. Ευσταθίου ν. Παναγή (1992) 1 Α.Α.Δ. 1297).

Το διαφιλονικούμενο αποτέλεσε διαδοχικά το αντικείμενο αιτήσεων του εφεσείοντος και των εφεσιβλήτων 2 και 3 στις κτηματολογικές αρχές, για την εγγραφή του κτήματος, αντίστοιχα, επ' ονόματί τους. ΄Ερεισμα, και στις δύο περιπτώσεις, αποτέλεσαν πιστοποιητικά της χωριτικής αρχής, στα οποία γίνονται διαπιστώσεις και πιστοποιήσεις για την ιδιοκτησία του κτήματος.

Τελικά, είναι στο αίτημα των εφεσιβλήτων 2 και 3 και στο πλαίσιο της διαδικασίας, η οποία ακολούθησε, που εκδόθηκε απόφαση από το Διευθυντή του Κτηματολογίου, σύμφωνα με την οποία αναγνωρίζονται ως ιδιοκτήτες οι εφεσίβλητοι 2 και 3. Στο αίτημα των αντιδίκων του, ο εφεσείων είχε προβάλει ένσταση, η οποία απορρίφθηκε με την απόφαση του εφεσίβλητου 1, σύμφωνα με την οποία οι εφεσίβλητοι 2 και 3 δικαιούνται να εγγραφούν ως ιδιοκτήτες.

Ο εφεσείων πρόσβαλε την απόφαση με έφεση στο Επαρχιακό Δικαστήριο, βάσει των προνοιών του ΄Αρθρου 80 του περί Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Νόμου, ΚΕΦ. 224.

Ο Γενικός Εισαγγελέας, ο οποίος εκπροσώπησε το Διευθυντή του Κτηματολογίου, υποστήριξε ότι η απόφασή του είναι εκτός τάξης. Υπέβαλε ότι επιχειρείται με αυτή η λύση διαφοράς για την ιδιοκτησία του κτήματος, θέμα το οποίο κείται εκτός των αρμοδιοτήτων του Διευθυντή του Κτηματολογίου. Εισηγήθηκε ότι η απόφαση του Διευθυντή έπρεπε, για το λόγο αυτό, να παραμερισθεί.

Ο εφεσείων προώθησε την έφεσή του ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου, με αίτημα, όπως φαίνεται, την ανατροπή της απόφασης του εφεσίβλητου 1 και δικαίωση των δικών του θέσεων.

Η έφεση, η οποία αποτελεί το αντικείμενο της διαδικασίας ενώπιόν μας, στρέφεται εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου και έχει ως βάση τη θέση που προβλήθηκε εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, για το ανυπόστατο της απόφασης του Διευθυντή, λόγω υπέρβασης των αρμοδιοτήτων του. Η επικύρωσή της από το πρωτόδικο Δικαστήριο αποτελεί σφάλμα, το οποίο καθιστά την απόφαση τρωτή, υποκείμενη σε παραμερισμό.

Ο Γενικός Εισαγγελέας, εκ μέρους του εφεσίβλητου 1 - του Διευθυντή του Κτηματολογικού και Χωρομετρικού Τμήματος - συναινεί στο αίτημα, για τους ίδιους λόγους που πρόβαλε στο πρωτόδικο Δικαστήριο.

Η θέση των εφεσιβλήτων 2 και 3, όπως διατυπώνεται στο περίγραμμα αγόρευσής τους, είναι διφορούμενη. Αφενός, υποστηρίζεται ότι η έφεση ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου δεν μπορούσε να λύσει κανένα από τα εγειρόμενα θέματα και, αφετέρου, ότι η απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου είναι ορθή, παρόλο ότι η απόφαση του εφεσίβλητου 1, που επικύρωσε, απέβλεπε στην επίλυση θεμάτων ιδιοκτησίας. Η δικηγόρος των εφεσιβλήτων 2 και 3 διευκρίνισε ενώπιόν μας ότι γίνεται δεκτό ότι η απόφαση του Κτηματολογίου απέβλεπε στον καθορισμό της ιδιοκτησίας του διαφιλονικούμενου κτήματος, διαφορά, η επίλυση της οποίας δεν ενέπιπτε στις αρμοδιότητες των κτηματολογικών αρχών. Αρμόδιο να επιληφθεί διαφορών, αναγόμενων στην ιδιοκτησία ακινήτου, είναι το επαρχιακό δικαστήριο, στη δικαιοδοσία του οποίου ανάγεται η επίλυσή τους. Συμπίπτουν, τελικά, οι θέσεις και των τριών μερών, ως προς την έκβαση της έφεσης.

Στη Φιλίππου ν. Στυλιανού (1992) 1 Α.Α.Δ. 448, υποδείξαμε ότι η επίλυση κτηματικών διαφορών ουσίας κείται εκτός του πλαισίου του ΄Αρθρου 61 του ΚΕΦ. 224. ΄Οπως και πρόσφατα εξηγήσαμε, στην Ιωάννου ν. Κωνσταντίνου κ.ά., Πολιτική ΄Εφεση 10078, 12/5/99, η εξουσία του Διευθυντή του Κτηματολογίου, βάσει του ΄Αρθρου 61, περιορίζεται σε διορθώσεις «(α) λαθών και (β) παραλείψεων, οι οποίες διαπιστώνονται σε (ι) βιβλία, ή (ιι) σχέδια του Επαρχιακού Κτηματολογικού Γραφείου, και (ιιι) στο πιστοποιητικό εγγραφής ακινήτου (τίτλος ιδιοκτησίας). ΄Ο,τι υπόκειται σε διόρθωση είναι το λάθος ή η παράλειψη. Η διόρθωση σκοπεί στην αποκατάσταση της αυθεντικότητας των κτηματολογικών σχεδίων βιβλίων και εγγραφών.».

Στην Abraham Hassidoff v. Paul Antoine-Aristide Santi and Others (1970) 1 C.L.R. 220 και σε σειρά μεταγενέστερων αποφάσεων, υπογραμμίζεται ότι η επίλυση διαφορών, αναγόμενων στην ιδιοκτησία ακινήτου ως εκ της φύσεώς τους, αποτελεί αρμοδιότητα των Δικαστικών Αρχών και υπάγονται στη δικαιοδοσία πολιτικού δικαστηρίου - (βλ., μεταξύ άλλων, Λιασίδης ν. Γενικού Εισαγγελέα (1989) 1 Α.Α.Δ. (Ε) 185. Φιλίππου ν. Στυλιανού, (ανωτέρω). Χ"Ιωάννου ν. Κωνσταντίνου κ.ά. (1993) 1 Α.Α.Δ. 844. Νεοφύτου ν. Δ/ντή Κτηματολογίου (1995) 1 Α.Α.Δ. 842).

Τα περιουσιακά δικαιώματα αποτελούν μέρος των αστικών δικαιωμάτων του ατόμου, η διάγνωση των οποίων ανάγεται αποκλειστικά στη δικαιοδοσία αρμόδιου δικαστηρίου - (βλ. ΄Αρθρο 30.2 του Συντάγματος).

Αποδεχόμαστε, επομένως, την ορθότητα της κοινής, όπως τελικά διαμορφώθηκε, θέσης των διαδίκων - ότι η πρωτόδικη απόφαση πρέπει να παραμεριστεί και η απόφαση (διαταγή) του Διευθυντή του Κτηματολογίου να ακυρωθεί.

Η έφεση επιτρέπεται. Εκδίδονται διαταγές ως ανωτέρω.

Ακούονται τα μέρη ως προς τα έξοδα.

Δικαστήριο:-

Λαμβανομένων υπόψη των ιδιαιτεροτήτων της υπόθεσης, του ιστορικού και της πορείας που ακολούθησε, δε θα προβούμε στην έκδοση οποιασδήποτε διαταγής για τα έξοδα.

 

 

Π.

 

 

 

Δ.

 

 

 

Δ.

/ΜΠ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο