ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1999) 1 ΑΑΔ 1549
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 9269.
ΕΝΩΠΙΟΝ
: ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗ, ΚΑΛΛΗ, Δ.Δ.Μεταξύ:
Μόδεστου Πίτσιλλου,
Εφεσείοντα-Αιτητή< /P>
και
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
του Γενικού Εισαγγελέως,
Εφεσίβλητης-Απαλλο τριούσης Αρχής.
__________________
30 Σεπτεμβρίου, 1999
.Ο εφεσείων εμφανίζεται αυτοπροσώπως.
Για την εφεσίβλητη: Ε. Ζαχαριάδου (κα.), Δικηγόρος της Δημοκρατίας
εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέως.
__________________
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.
: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θαδώσει ο Δικαστής Π. Καλλής.
____________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΑΛΛΗΣ, Δ.
: Με διάταγμα απαλλοτρίωσης το οποίο δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ημερ. 14.8.87 η Κυπριακή Δημοκρατία απαλλοτρίωσε μέρος του κτήματος του εφεσείοντα στο χωριό Κάτω Μονή, απαλλοτριώνοντας αρχικά έκταση 356 τ.μ. από μια συνολική έκταση 0-2-676 τ.μ. Με διάταγμα ανάκλησης το οποίο δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, ημερ. 11.11.88 η πιο πάνω έκταση των 356 τ.μ. μειώθηκε κατά 5 τ.μ.. ΄Ετσι το σύνολο του απαλλοτριωθέντος μέρους του κτήματος του εφεσείοντα ήταν 351 τ.μ..Σαν αποτέλεσμα της απαλλοτρίωσης το κτήμα του εφεσείοντα διαμερίστηκε σε δύο ίσα περίπου μέρη. Στην έκθεση εκτίμησης (Τεκμ. Β) του εμπειρογνώμονα της απαλλοτριούσας αρχής Μιχάλη Κατσιολούδη, περιγράφονται με πράσινο χρώμα ως Α και Β με το Α μέρος να έχει έκταση
0-1-200 τ.μ. και το μέρος Β 0-1-125 τ.μ.. Ο εφεσείων κίνησε τη σχετική διαδικασία για καθορισμό αποζημίωσης. Ισχυρίστηκε ότι υπέστη σοβαρή ζημιά την οποία είχε εκτιμήσει σε £3.007.
Ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου δόθηκε μαρτυρία από τον ίδιο τον εφεσείοντα και από δύο άλλους μάρτυρες. Ο ένας από αυτούς, ο Γιώργος Σαρρής (Μ.Υ.1), ήταν εμπειρογνώμονας μάρτυρας. Εκ μέρους της απαλλοτριούσας αρχής δόθηκε μαρτυρία από ένα μόνο μάρτυρα, τον Μιχάλη Κατσιολούδη. Ο τελευταίος είναι Κτηματολογικός Λειτουργός στον Κλάδο Εκτιμήσεων του Κτηματολογίου Λευκωσίας από το 1983.
Το πρωτόδικο δικαστήριο αφού παρέθεσε τα κύρια σημεία της μαρτυρίας των δύο πλευρών και τις αρχές που διέπουν τον καθορισμό της αποζημίωσης σε περίπτωση απαλλοτρίωσης, προχώρησε στην αξιολόγηση της μαρτυρίας που είχε προσαχθεί ενώπιον του.
Σε σχέση με την μαρτυρία των δύο εμπειρογνωμόνων παρατήρησε ότι "ο σκοπός αυτής της μαρτυρίας είναι να εφοδιάσει το Δικαστήριο με τα αναγκαία επιστημονικά κριτήρια για να ελεγχθούν τα συμπεράσματα τους έτσι που το Δικαστήριο να δυνηθεί να εξαγάγει τα δικά του συμπεράσματα". Σημείωσε, επίσης, ότι δεν είναι υποχρεωμένο να υιοθετήσει κατ΄ ανάγκη τις απόψεις ενός εμπειρογνώμονα γιατί το ίδιο έχει πάντοτε την ευθύνη να αποδώσει την αναγκαία βαρύτητα στην εξειδικευμένη μαρτυρία που προσφέρεται.
Μετά από εκτεταμένη ανάλυση όλων των πτυχών της μαρτυρίας των δύο εμπειρογνωμόνων το πρωτόδικο δικαστήριο προτίμησε εκείνη του μάρτυρα της απαλλοτριούσης αρχής. Τόνισε ότι ο μάρτυρας αυτός εντυπωσίασε το Δικαστήριο με την ενδελεχή έρευνα την οποία έκαμε για σκοπούς εκτίμησης. Σχολίασε ως πιο κάτω τη μαρτυρία του εμπειρογνώμονα του εφεσείοντα:
"Η θέση του κ. Σαρρή, ο οποίος γενικά δεν εντυπωσίασε το Δικαστήριο με τον τρόπο που προέβηκε στην εκτίμηση ή τις εκτιμήσεις που έδωσε στο Δικαστήριο ενόρκως παραδεχόμενος αρκετές φορές ότι έκαμε λάθος σε επιμέρους θέματα ή αναιρώντας τον εαυτό του πιεζόμενος στην αντεξέταση, ότι δεν ήταν ανάγκη να είχε εκτιμήσει ολόκληρο το κτήμα προ της απαλλοτρίωσης για να καθορίσει την επιζήμια βλάβη μετά την απαλλοτρίωση, είναι εντελώς ανεδαφική και αφήνει έκθετη την εκτίμηση την οποία προσπάθησε να κάμει υπέρ του αιτητή. Δεν είναι δυνατό να μπορεί να καθοριστεί επιζήμια βλάβη ή οποιαδήποτε επαύξηση στην αξία των εναπομείναντων μεριδίων του κτήματος αν δεν υπάρχει το στοιχείο της αξίας του κτήματος όπως αυτό είχε προτού επηρεαστεί από την απαλλοτρίωση. Πέραν αυτού ο κ. Σαρρής ήταν ασαφέστατος στον τρόπο με τον οποίο καθόρισε την τιμή κατά μονάδα και ενώ αρχικά είπε ότι την τιμή της £1.- το τ.μ. την καθόρισε με βάση τα συγκριτικά, αργότερα είπε ότι αυτή η τιμή ήταν ο μέσος όρος μεταξύ της £1.25 σ και £0.75 σ ως τιμές που επικρατούσαν από τη μια άκρη του κτήματος μέχρι την άλλη."
Η αποδοχή της μαρτυρίας του εμπειρογνώμονα της απαλλοτριούσας αρχής οδήγησε το πρωτόδικο δικαστήριο στη διαπίστωση ότι ο εφεσείων δεν δικαιούται σε καμιά αποζημίωση για το απαλλοτριωθέν μέρος του κτήματος του "ούτε σε οποιαδήποτε επιζήμια επίδραση για το εναπομείναν κτήμα λόγω της επαύξησης που το Β μέρος απέκτησε λόγω της κατασκευής του νέου δρόμου". ΄Εκρινε, όμως, ότι ο εφεσείων "δικαιούται σε £500.- αποζημίωση για σκοπούς κατασκευής έργων πλέον τόκο προς 9% από 12.6.1987, £10.- το χρόνο για σκοπούς επίταξης από 27.3.1987 πλέον τόκο προς 4% από την ημερομηνία αυτή, δικηγορικά έξοδα στην κλίμακα £200-500.- για το χρονικό διάστημα κατά το οποίο ο αιτητής αντιπροσωπεύετο από δικηγόρο και μετέπειτα τα πραγματικά έξοδα του αιτητή πλέον £80.- έξοδα εκτιμητή".
Η έφεση.
Η πιο πάνω κατάληξη του πρωτόδικου δικαστηρίου άφησε ανικανοποίητο τον εφεσείοντα. Με την ειδοποίηση έφεσης, η οποία, προφανώς, έχει ετοιμασθεί από τον ίδιο τον εφεσείοντα, προβάλλονται 11 λόγοι έφεσης. Οι περισσότεροι από αυτούς τους λόγους (με αρ. 2, 3, 4, 5, 10 και 11) αναφέρονται σε θέσεις και ισχυρισμούς του εφεσείοντα. Δεν αποδίδουν οποιοδήποτε σφάλμα στην απόφαση του πρωτόδικου δικαστηρίου. Με τους υπόλοιπους λόγους έφεσης ο εφεσείων παραπονείται ότι το πρωτόδικο δικαστήριο έσφαλε όταν αποδέκτηκε τη μαρτυρία του εμπειρογνώμονα της απαλλοτριούσας αρχής. Ισχυρίζεται μάλιστα ότι ο μάρτυρας αυτός προέβη σε ψευδορκία και ψευδομαρτυρία.
Πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι η αξιολόγηση της μαρτυρίας ανήκει κατ΄ εξοχή στο πρωτόδικο δικαστήριο το οποίο είχε την ευκαιρία να ακούσει τους μάρτυρες και να παρακολουθήσει τη συμπεριφορά τους στο εδώλιο του μάρτυρα. Το Εφετείο, κατά κανόνα, σπάνια επεμβαίνει για να αποφασίσει για την αξιοπιστία ενός μάρτυρα. Τέτοια επέμβαση λαμβάνει χώραν μόνο όταν τα ευρήματα καταφαίνονται εξ αντικειμένου ανυπόστατα ή όταν είναι παράλογα ή αυθαίρετα ή δεν υποστηρίζονται από τη μαρτυρία που το πρωτόδικο δικαστήριο απεδέχθη ως αξιόπιστη ή δεν υποστηρίζονται από τη μαρτυρία στο σύνολό της ή είναι αντίθετα με αδιαμφισβήτητα μέρη της μαρτυρίας. Εάν ήταν εύλογα επιτρεπτό στο πρωτόδικο δικαστήριο να κάμει τα ευρήματα τα οποία έκαμε σε σχέση με την αξιοπιστία το Εφετείο δεν επεμβαίνει (Βλ. Vassiliades v. Constantinou (1971) 1 C.L.R. 351, Χ" Μιχαήλ ν. Βρόντου, Πολιτική ΄Εφεση 8735/20.5.96, Kyriakou v. Aristotelous (1970) 1 C.L.R. 172, Charalambides v. Hjisoteriou & Son and Others (1975) 1 C.L.R. 269, 277, Σοφοκλή ν. Λεωνίδου (1993) 1 Α.Α.Δ. 1003, Αθανασίου κ.α. ν. Κουνούνη, Πολιτική ΄Εφεση 9041/29.5.97 και Χριστοδούλου ν. Αγαθοκλέους, Πολιτική ΄Εφεση 9117/18.4.97)
.Το Εφετείο δικαιολογείται να ανατρέψει ευρήματα αξιοπιστίας όταν αυτά είναι αντιφατικά προς την κοινή λογική. Τα ευρήματα αξιοπιστίας, όπως και κάθε άλλο εύρημα, κρίνονται και συνεκτιμούνται στο πλαίσιο του συνόλου των γεγονότων της υπόθεσης (Βλ. Psaras and Another v. Republic (1987) 2 C.L.R. 132, Μιχαηλίδης ν. Δημοκρατίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 172, 196)
.Ο εφεσείων φέρει το βάρος να πείσει το Εφετείο ότι το πρωτόδικο δικαστήριο έσφαλλε με το να πιστέψει τον συγκεκριμένο μάρτυρα (βλ. Mylonas and 2 Others v. Kaili (1967) 1 C.L.R. 77)
.΄Εχουμε λάβει υπόψη τις πιο πάνω αρχές. ΄Εχουμε, επίσης, εξετάσει προσεκτικά τους λόγους τους οποίους έχει προβάλει ο εφεσείων προς υποστήριξη των σχετικών λόγων της έφεσης. Ο εφεσείων, ο οποίος φέρει και το σχετικό βάρος, δεν μας έχει πείσει ότι το πρωτόδικο δικαστήριο έχει διαπράξει οποιοδήποτε σφάλμα με το να προτιμήσει τη μαρτυρία του μάρτυρα της απαλλοτριούσας αρχής. Το πρωτόδικο δικαστήριο έχει δώσει πολύ ικανοποιητικούς λόγους για την προτίμηση του εκείνη και έχει, επίσης, καθοδηγηθεί σωστά αναφορικά με τον τρόπο προσέγγισης της μαρτυρίας των εμπειρογνωμόνων. Δεν υπάρχει επομένως οποιοδήποτε περιθώριο επέμβασης του Εφετείου.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Δ.
Δ.
Δ.
/ΕΑΠ.