ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1998) 1 ΑΑΔ 1959
26 Οκτωβρίου, 1998
[ΠΙΚΗΣ, Π., ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΑΠΟΧΕΤΕΥΣΕΩΝ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ,
Εφεσείοντες,
ν.
1. ΣΤΑΥΡΑΚΗ ΜΙΧΑΗΛ ΣΤΑΥΡΟΥ,
2. ΣΑΒΒΑ ΜΙΧΑΗΛ ΣΤΑΥΡΟΥ,
3. ΜΑΡΙΟΥ ΜΙΧΑΗΛ ΣΤΑΥΡΟΥ,
Eφεσιβλήτων.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 10045)
Αναγκαστική απαλλοτρίωση — Απαλλοτρίωση μέρους κτήματος για κατασκευή αποχετευτικών έργων — Δυσμενής επηρεασμός του υπόλοιπου μέρους του κτήματος — Γεγονότα τα οποία λαμβάνονται υπόψη για τον καθορισμό της υποτίμησης του υπόλοιπου τμήματος του ακινήτου.
Μέρος του χωραφιού των εφεσιβλήτων, στην Κάτω Δευτερά, επιτάχθηκε και απαλλοτριώθηκε για την τοποθέτηση, χρήση και συντήρηση υδροσωλήνων του αποχετευτικού συστήματος για τον κυβερνητικό οικισμό Πάνω Λακατάμιας.
Με την παρούσα έφεση προσβάλλεται το σκέλος της πρωτόδικης απόφασης που αφορούσε τη διαπίστωση ότι πράγματι υπήρξε δυσμενής επηρεασμός του υπόλοιπου κτήματος, όχι όμως, της τάξης του 80%, όπως ήταν η θέση του εμπειρογνώμονα της εφεσίβλητης, αλλά της τάξης του 25% πάνω στην αξία του κτήματος, πράγμα που σήμαινε ότι καταβλητέα αποζημίωση για το δυσμενή επηρεασμό ήταν μόνο £2.684,00.
Λόγοι έφεσης:
1. Το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ότι ο δυσμενής επηρεασμός του μέρους του κτήματος που δεν απαλλοτριώθηκε ήταν της τάξης του 25%, δεν ήταν αιτιολογημένο.
2. Η αποδοχή της μαρτυρίας του εμπειρογνώμονα των εφεσιβλήτων για δυσμενή επηρεασμό του υπόλοιπου κτήματος ήταν εσφαλμένη, διότι η εκτίμησή του βασίστηκε σε πρόβλεψη χωρίς οποιαδήποτε δεδομένα.
3. Το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η προτεινόμενη κατασκευή του έργου απώθησε προτιθέμενους αγοραστές να εκμεταλλευθούν γη στην περιοχή, παρά τον ισχυρισμό μάρτυρα ότι οι τιμές μετά τη γνωστοποίηση αυξήθηκαν, δεν έχει αιτιολογηθεί επαρκώς.
4. Το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ότι η συγκεκριμένη αύξηση των τιμών στην περιοχή του επίδικου κτήματος "θα ήταν ακόμη μεγαλύτερη αν δεν εγίνετο το έργο στην περιοχή" δεν αιτιολογήθηκε επαρκώς ούτε στηρίχθηκε στην προσαχθείσα μαρτυρία.
5. Το εύρημα του Δικαστηρίου ότι η χρήση του κτήματος ήταν διπλή, γεωργική και κτιριακή είναι εσφαλμένο.
6. Το Δικαστήριο έσφαλε στο εύρημά του ότι ήταν άμεσα ορατές οι προοπτικές εκμετάλλευσης της γης στην περιοχή, διότι κάτι τέτοιο δεν προέκυπτε από τη μαρτυρία.
7. Το πρωτόδικο Δικαστήριο έσφαλε στην ερμηνεία των υποθέσεων Δημοκρατία v. Ιωάννη Χριστοφίδη και Maori Trustee v. Ministry of Works.
8. Το Δικαστήριο έλαβε υπόψη του γεγονότα τα οποία δεν ίσχυαν κατά το χρόνο δημοσίευσης της γνωστοποίησης απαλλοτρίωσης, κατά παράβαση της σχετικής νομολογίας.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Υπό το φως της ενώπιόν του μαρτυρίας, ο πρωτόδικος Δικαστής ήταν ελεύθερος να κρίνει, με τον τρόπο που έκρινε, ότι η έκταση του επηρεασμού του υπόλοιπου κτήματος ήταν 25% αντί 80% που υποστήριξε ο εμπειρογνώμονας των εφεσιβλήτων.
2. Η εκτίμηση του εμπειρογνώμονα για δυσμενή επηρεασμό του υπόλοιπου κτήματος στηρίχθηκε κυρίως στο ότι ο σκοπός της απαλλοτρίωσης ήταν η δημιουργία εργοστασίου λυμάτων, γεγονός το οποίο από μόνο του, όπως υποστήριξε, εύλογα δημιουργεί δυσμενή και αρνητική προσέγγιση στη σκέψη οποιουδήποτε προτιθέμενου αγοραστή.
3. Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποδέχτηκε τη μαρτυρία του εμπειρογνώμονα των εφεσιβλήτων ο οποίος επεξήγησε σε έκταση γιατί ο αγωγός λυμάτων και το προτεινόμενο εργοστάσιο λυμάτων προκαλούν δυσμενή επηρεασμό στο κτήμα και απώθηση προτιθέμενων αγοραστών. Όπως, επίσης, ότι η αυξητική τάση στις τιμές μερικών ακινήτων στην περιοχή οφείλεται κυρίως στα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά τους, ενώ, ταυτόχρονα, είναι άγνωστο ποιές θα ήσαν οι τιμές αν δεν επρογραμματίζετο το έργο.
4. Ούτε ο λόγος 4 της έφεσης δεν ευσταθεί. Το εύρημα του Δικαστηρίου στηρίζεται στη μαρτυρία του εμπειρογνώμονα των εφεσιβλήτων την οποία αποδέχτηκε και σύμφωνα με την οποία το υπόλοιπο κτήμα ήδη επηρεάστηκε δυσμενώς από την τοποθέτηση του αγωγού και την προτιθέμενη κατασκευή εργοστασίου λυμάτων, οι δε τιμές, παρά τη σημειωθείσα άνοδό τους, θα ήταν ακόμα μεγαλύτερες εάν δεν υπήρχε ο δυσμενής επηρεασμός.
5. Ο χαρακτηρισμός του κτήματος ήταν απόλυτα δικαιολογημένος ενόψει των τεχνικών χαρακτηριστικών του.
6. Σύμφωνα με τη μαρτυρία του εμπειρογνώμονα των εφεσιβλήτων, την οποία το Δικαστήριο απεδέχθη, προδιεγράφετο η προοπτική εκμετάλλευσης του κτήματος τόσο για γεωργικούς σκοπούς όσο και για σκοπούς οικοδομικής ανάπτυξης.
7. Το Δικαστήριο παρέθεσε τις δύο υποθέσεις απλώς για να τονίσει τον χρόνο κατά τον οποίο πρέπει να υπολογίζεται η αξία της γης που απαλλοτριώνεται.
8. Η ορθή θέση της νομολογίας είναι ότι για τον καθορισμό της υποτίμησης του υπόλοιπου τμήματος του ακινήτου λαμβάνονται υπόψη γεγονότα τα οποία εύκολα μπορούν να διαγνωσθούν κατά το χρόνο της δημοσίευσης της γνωστοποίησης απαλλοτρίωσης. Κατά συνέπεια, ορθά το Δικαστήριο, στην προσπάθειά του να διαπιστώσει κατά πόσο υπήρξε δυσμενής επηρεασμός του υπόλοιπου κτήματος, έλαβε υπόψη την προοπτική κατασκευής εργοστασίου λυμάτων στην περιοχή.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Aναφερόμενες υποθέσεις:
Republic v. Christofides a.o. (1984) 1 C.L.R. 305,
Maori Trustee v. Ministry of Works [1958] 3 W.L.R. 536,
Σεργίδης v. Δημοκρατίας (1991) 1 Α.Α.Δ. 119,
Demetriou a.ο. v. Republic (1985) 1 C.L.R. 217,
Mesaritis v. Republic (1988) 1 C.L.R. 534,
Δημοκρατία v. Ττοφή κ.ά. (1997) 1(Γ) A.A.Δ. 1735.
Έφεση.
Έφεση από τους καθ' ων η αίτηση κατά της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Nικολάου, A.E.Δ.), που δόθηκε στις 13 Iουνίου, 1997 (Aρ. Yπόθεσης 47/93), με την οποία αποφασίσθηκε ότι ο δυσμενής επηρεασμός του υπόλοιπου κτήματος των αιτητών (εκτός του απαλλοτριωθέντος) ήταν της τάξης του 25% πάνω στην αξία του κτήματος και όχι της τάξης του 80% και ότι η καταβλητέα αποζημίωση ήταν μόνο £2.684,00.
Κ. Αιμιλιανίδης, για τους Eφεσείοντες.
Χρ. Κινάνης, για τους Eφεσίβλητους.
Cur. adv. vult.
ΠΙΚΗΣ, Π.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Γαβριηλίδης.
ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ.: Οι εφεσίβλητοι είναι συνιδιοκτήτες, κατά 1/3 μερίδιο ο καθένας, χωραφιού στην Κάτω Δευτερά έκτασης 12 δεκάρια και 72 τετραγωνικά μέτρα.
Στις 11/11/1988 επιτάχθηκε και απαλλοτριώθηκε έκταση 140 τετραγωνικών μέτρων για την τοποθέτηση, χρήση και συντήρηση υδροσωλήνων του αποχετευτικού συστήματος για τον κυβερνητικό οικισμό Πάνω Λακατάμιας.
Η απαίτηση των εφεσιβλήτων, με βάση τη μαρτυρία του εμπειρογνώμονά τους, ήταν για £9.700,00 αποζημίωση για το μέρος του κτήματος που απαλλοτριώθηκε και για τον ισχυριζόμενο δυσμενή επηρεασμό του υπόλοιπου μέρους ένεκα της δημιουργίας εργοστασίου λυμάτων.
Η εφεσείουσα, με βάση τη μαρτυρία του δικού της εμπειρογνώμονα, αρνήθηκε το ύψος της αποζημίωσης που ζητήθηκε. Πρόσφερε £30,00, ήτοι £10,00 για τον κάθε εφεσίβλητο, μόνο για το μέρος που απαλλοτριώθηκε.
Οι μοναδικοί μάρτυρες στην παραπομπή ήταν οι εκατέρωθεν εμπειρογνώμονες-εκτιμητές.
Οι βασικές διαφορές μεταξύ των δύο εκτιμήσεων αφορούσαν αφ' ενός την κατά δεκάριο αξία του κτήματος που απαλλοτριώθηκε και αφ' ετέρου το δυσμενή επηρεασμό του υπολοίπου μέρους του κτήματος. Σύμφωνα με τον εμπειρογνώμονα των εφεσίβλητων, η κατά δεκάριο αξία του κτήματος ήταν £1.200,00 ενώ, σύμφωνα με τον εμπειρογνώμονα της εφεσείουσας, η αξία αυτή ήταν μόνο £900,00. Όσον αφορά το υπόλοιπο μέρος του κτήματος, η θέση του εμπειρογνώμονα των εφεσίβλητων ήταν ότι αυτό υφίστατο δυσμενή επηρεασμό από τη δημιουργία και χρήση του εργοστασίου λυμάτων γιατί το γεγονός τούτο απομάκρυνε την ανάπτυξη της περιοχής αφού ο κόσμος αποφεύγει τέτοιους χώρους ένεκα της δυσοσμίας που προκαλείται μαζί με τις άλλες αντιαισθητικές επιπτώσεις. Αντίθετη ήταν η θέση του εμπειρογνώμονα της εφεσείουσας ο οποίος απέρριψε κατηγορηματικά τον ισχυρισμό ότι το υπόλοιπο μέρος του κτήματος υφίστατο οποιοδήποτε δυσμενή επηρεασμό.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού αξιολόγησε τη μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον του, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αξία του κτήματος που απαλλοτριώθηκε ήταν εκείνη που εκτίμησε ο εμπειρογνώμονας της εφεσείουσας, ήτοι £900,00 κατά δεκάριο, και ότι πράγματι υπήρξε δυσμενής επηρεασμός του υπόλοιπου κτήματος όχι, όμως, της τάξης του 80%, όπως ήταν η θέση του εμπειρογνώμονα της εφεσίβλητης, αλλά της τάξης του 25% πάνω στην αξία του κτήματος, πράγμα που σήμαινε ότι καταβλητέα αποζημίωση για το δυσμενή επηρεασμό ήταν μόνο £2.684,00.
Με την έφεση δεν προσβάλλεται το πρώτο σκέλος της απόφασης του Δικαστηρίου. Προσβάλλεται μόνο το δεύτερο.
Προβάλλεται ως λόγος έφεσης ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έδωσε ουσιαστικά κανένα λόγο ούτε και αιτιολόγησε το εύρημα του ότι ο δυσμενής επηρεασμός του μέρους του κτήματος που δεν απαλλοτριώθηκε ήταν της τάξης του 25%. Η θέση αυτή δεν μας βρίσκει σύμφωνους. Το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα του για δυσμενή επηρεασμό της τάξης του 25% αφού έλαβε υπόψη τη μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον του στο σύνολο της. Τη μαρτυρία αυτή την ανέλυσε σε έκταση στην απόφαση του. Έχοντας υπόψη την αναλυτική μαρτυρία του εμπειρογνώμονα των εφεσιβλήτων αφ' ενός, σύμφωνα με την οποία υπήρχε δυσμενής επηρεασμός της τάξης του 80%, και την εκ διαμέτρου αντίθετη μαρτυρία του εμπειρογνώμονα της εφεσείουσας, σύμφωνα με την οποία δεν υπήρχε κανένας δυσμενής επηρεασμός αφ' ετέρου, υιοθέτησε και αποδέχτηκε τη μαρτυρία του εμπειρογνώμονα των εφεσίβλητων αναφορικά με τους λόγους που θεμελίωναν τη θέση για δυσμενή επηρεασμό. Έκρινε, όμως, ότι η έκταση του επηρεασμού αυτού έπρεπε να περιοριστεί, από το 80%, που υποστήριζε ο εμπειρογνώμονας, στο 25%. Και τούτο γιατί θεώρησε ότι, υπό τις περιστάσεις, το 80% ήταν υπερβολικό. Έχουμε την άποψη ότι, υπό το φως της ενώπιον του μαρτυρίας, ο πρωτόδικος Δικαστής ήταν ελεύθερος να κρίνει, με τον τρόπο που έκρινε, το πραγματικό αυτό ζήτημα.
Άλλος λόγος έφεσης που προβάλλεται είναι ότι εσφαλμένα το Δικαστήριο αποδέχθηκε τις απόψεις του εμπειρογνώμονα των εφεσίβλητων για δυσμενή επηρεασμό του υπόλοιπου κτήματος διότι, κατά τους εφεσείοντες, η όλη εκτίμηση του βασίστηκε σε πρόβλεψη χωρίς οποιαδήποτε δεδομένα, για δυσοσμία που δεν μυρίστηκε, για κακοσμία που δεν αισθάνθηκε, για αρνητική αισθητική επίπτωση που δεν είδε και για οικόπεδα που δεν διαμοιράστηκαν γιατί η ζώνη του επίδικου κτήματος ήταν γεωργική γη. Είναι γεγονός ότι η εκτίμηση του εμπειρογνώμονα των εφεσίβλητων για δυσμενή επηρεασμό του υπόλοιπου κτήματος δεν στηρίχθηκε στην ύπαρξη ή μη δυσοσμίας κατά το χρόνο της γνωστοποίησης της απαλλοτρίωσης. Στηρίχθηκε, κατά κύριο λόγο, στο ότι ο σκοπός της απαλλοτρίωσης ήταν η δημιουργία εργοστασίου λυμάτων, γεγονός το οποίο, από μόνο του, όπως υποστήριξε, εύλογα δημιουργεί δυσμενή και αρνητική προσέγγιση στη σκέψη οποιουδήποτε προτιθέμενου αγοραστή. Με άλλα λόγια η διέλευση των υδροσωλήνων και η κατασκευή εργοστασίου λυμάτων, που ήταν ο σκοπός της απαλλοτρίωσης, λήφθηκαν σοβαρά υπόψη από τον εμπειρογνώμονα σαν γεγονότα μελλοντικά και βέβαια τα οποία ήδη επιδρούσαν αρνητικά στην αξία του κτήματος. Βρίσκουμε ότι εύλογα το πρωτόδικο Δικαστήριο αποδέχτηκε αυτή την προσέγγιση του εμπειρογνώμονα των εφεσίβλητων.
Προβάλλεται, επίσης, ως λόγος έφεσης ότι το εύρημα του Δικαστηρίου ότι "αναμφίβολα, παρά τον ισχυρισμό του μάρτυρα Ηλία ότι οι τιμές και μετά τη γνωστοποίηση αυξήθηκαν, γίνεται αποδεκτό από το Δικαστήριο ότι ακόμα και η προτεινόμενη κατασκευή του έργου επηρέασε τους προτιθέμενους αγοραστές, αποθώντας τους να εκμεταλλευθούν γη στην περιοχή", δεν έχει αιτιολογηθεί επαρκώς. Ο λόγος αυτός δεν ευσταθεί. Όπως έχουμε ήδη σημειώσει, το πρωτόδικο Δικαστήριο αποδέχτηκε τη μαρτυρία του εμπειρογνώμονα των εφεσίβλητων ο οποίος επεξήγησε σε έκταση γιατί, κατά τη γνώμη του, ο αγωγός λυμάτων και το προτεινόμενο εργοστάσιο λυμάτων προκαλούν δυσμενή επηρεασμό στο κτήμα και απώθηση προτιθέμενων αγοραστών. Όπως, επίσης, ότι η αυξητική τάση στις τιμές μερικών ακινήτων στην περιοχή οφείλεται κυρίως στα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά τους ενώ, ταυτόχρονα, είναι άγνωστο ποιες θα ήσαν οι τιμές αν δεν επρογραμματίζετο το έργο.
Άλλος λόγος έφεσης είναι ότι το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η συγκεκριμένη αύξηση των τιμών στην περιοχή του επίδικου κτήματος "θα ήταν ακόμα μεγαλύτερη αν δεν εγίνετο το έργο στην περιοχή" δεν στηρίζεται στη δοθείσα μαρτυρία ούτε και αιτιολογείται επαρκώς. Ούτε αυτή η θέση είναι ορθή. Το εύρημα του Δικαστηρίου στηρίζεται στη μαρτυρία του εμπειρογνώμονα των εφεσίβλητων την οποία αποδέχτηκε και σύμφωνα με την οποία, από την τοποθέτηση αγωγού και την προτιθέμενη κατασκευή εργοστασίου λυμάτων, έχει ήδη επηρεασθεί δυσμενώς το υπόλοιπο κτήμα, οι δε τιμές, παρά τη σημειωθείσα άνοδο τους, θα ήταν ακόμα μεγαλύτερες εάν δεν υπήρχε ο δυσμενής επηρεασμός.
Προσβάλλεται, επίσης, ως εσφαλμένο το εύρημα του Δικαστηρίου ότι η χρήση του κτήματος ήταν διπλή, γεωργική και κτιριακή. Διαφωνούμε. Το επίδικο κτήμα ήταν γεωργικό με δικαίωμα ανέγερσης κτιρίων με δόμηση 10% του κτήματος. Ο χαρακτηρισμός ήταν απόλυτα δικαιολογημένος ενόψει των τεχνικών χαρακτηριστικών του κτήματος.
Ο επόμενος λόγος έφεσης είναι ότι το Δικαστήριο έσφαλε στο εύρημα του ότι ήταν άμεσα ορατές οι προοπτικές εκμετάλλευσης της γης στην περιοχή διότι κάτι τέτοιο δεν προκύπτει από τη μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον του. Η θέση αυτή δεν είναι ορθή. Υπήρχε ενώπιον του Δικαστηρίου μαρτυρία, εκείνη του εμπειρογνώμονα των εφεσίβλητων, την οποία και αποδέχθηκε, σύμφωνα με την οποία προδιεγράφετο η προοπτική εκμετάλλευσης του κτήματος τόσο για γεωργικούς σκοπούς όσο και για σκοπούς οικοδομικής ανάπτυξης. Ο εμπειρογνώμονας των εφεσίβλητων είχε αναφέρει επί λέξει τα εξής:-
"Στο ανατολικό μέρος του σχεδίου Α υπάρχουν δυο βασικές αρτηρίες. Ο δρόμος Παλαιχωρίου και ο δρόμος Τροόδους, όπως και μεγάλη έκταση δυτικά του δρόμου Παλαιχωρίου και νότια του δρόμου Τροόδους έχει αναπτυχθεί οικιστικά με διαχωρισμούς οικοπέδων που απέχουν από το τεμάχιο 311 περί τα 500 μέτρα. Επομένως ήταν φανερή η προοπτική ανάπτυξης ένεκα γειτνίασης κτημάτων προς τα αναπτυσσόμενα κτήματα."
Σύμφωνα με άλλο λόγο έφεσης το πρωτόδικο Δικαστήριο έσφαλε στην ερμηνεία των υποθέσεων Δημοκρατία ν. Ιωάννη Χριστοφίδη (1984) 1 C.L.R. 305 και Maori Trustee v. Ministry of Works [1958] 2 W.L.R. 535. Διαβάζοντας την απόφαση δεν διαπιστώνουμε οποιαδήποτε προσπάθεια ερμηνείας ή οποιαδήποτε παρερμηνεία των υποθέσεων αυτών. Το Δικαστήριο παραθέτει τις δύο υποθέσεις απλώς για να τονίσει την αρχή ότι η αξία της γης πρέπει να υπολογίζεται με βάση το χρόνο της γνωστοποίησης της απαλλοτρίωσης και ότι, κατά τον υπολογισμό της αξίας αυτής, το Δικαστήριο έχει την ευχέρεια, εκτιμώντας τα ενώπιον του στοιχεία, να κρίνει ποιες χρήσεις είναι ώριμες και ποιες όχι.
Με άλλο λόγο έφεσης προσβάλλεται το εύρημα του Δικαστηρίου ότι "ακόμα και η προτεινόμενη κατασκευή του έργου επηρέασε τους προτιθέμενους αγοραστές γης" ως μη στηριζόμενο στην προσαχθείσα μαρτυρία σύμφωνα με την οποία είχαν πραγματοποιηθεί πωλήσεις κτημάτων στην περιοχή του επίδικου κτήματος μετά τη γνωστοποίηση της απαλλοτρίωσης. Έχουμε την άποψη και πάλι ότι το εύρημα του Δικαστηρίου υποστηρίζεται από τη μαρτυρία του εμπειρογνώμονα των εφεσίβλητων. Το γεγονός ότι, μετά τη γνωστοποίηση, πραγματοποιήθηκε αριθμός πωλήσεων δεν σημαίνει ότι άλλοι προτιθέμενοι αγοράστές γης δεν επηρεάστηκαν αρνητικά απ' την προτεινόμενη κατασκευή του έργου. Η γνωστοποίηση της απαλλοτρίωσης για τον επιδιωκόμενο σκοπό δεν μπορούσε παρά να έχει, όπως υποστήριξε ο εμπειρογνώμονας, αρνητική επίδραση στη ζήτηση γης στην περιοχή.
Άλλος λόγος έφεσης είναι ότι το Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη τη νομολογία ή και δεν την ερμήνευσε ορθά αφού έλαβε υπόψη γεγονότα τα οποία δεν ίσχυαν κατά το χρόνο της δημοσίευσης της γνωστοποίησης απαλλοτρίωσης. Ο συνήγορος των εφεσείοντων παρέπεμψε σχετικά στις υποθέσεις Σεργίδης ν. Δημοκρατίας (1991) 1 Α.Α.Δ. 119, Demetriou and Others v. Republic (1985) 1 C.L.R. 217, και Μesaritis v. Republic (1988) 1 C.L.R. 534. Η ορθή θέση της νομολογίας είναι ότι για τον καθορισμό της υποτίμησης του υπόλοιπου τμήματος του ακινήτου λαμβάνονται υπόψη γεγονότα τα οποία εύκολα μπορούν να διαγνωσθούν κατά το χρόνο της δημοσίευσης της γνωστοποίησης απαλλοτρίωσης. Το ακόλουθο απόσπασμα από την υπόθεση Δημοκρατία ν. Χριστοφή Κυριάκου Ττοφή και Άλλων, Πολιτική Έφεση 9500 (απόφαση ημερ. 19/12/1997) θέτει το ζήτημα στις ορθές του διαστάσεις:-
"Το πιο πάνω μέρος της νομοθεσίας έτυχε ερμηνείας σε πολλές αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Η διαπίστωση επαύξησης ή επιζήμιας επίδρασης στην αξία της υπόλοιπης ιδιοκτησίας που παραμένει στον απαιτητή είναι θέμα πραγματικό που κρίνεται ελεύθερα από το Δικαστή υπό το πρίσμα της προσαγόμενης σε κάθε περίπτωση μαρτυρίας. Το άρθρο 6(γ) του Νόμου 25/83 επέφερε ουσιαστική μεταρύθμιση στις διατάξεις του άρθρου 10, παράγραφοι (στ) και (ζ). Για τον καθορισμό της ανατίμησης ή υποτίμησης του υπολοίπου τμήματος του ακινήτου "λαμβάνονται υπ' όψιν τα κατά το χρόνο της δημοσιεύσεως της γνωστοποιήσεως απαλλοτριώσεως υφιστάμενα δεδομένα." Στη υπόθεση Demetriou and Others v. Republic (1985) 1 C.L.R. 217 διευκρινίστηκε ότι ο κρίσιμος χρόνος για τη λήψη υπόψη των σχετικών στοιχείων δεν είναι η χρονολογία διεξαγωγής της δίκης, όπως ήταν το προϊσχύσαν δίκαιο, αλλά ο χρόνος δημοσίευσης της γνωστοποίησης. Στη Μεσαρίτης ν. Δημοκρατίας (1988) 1 C.L.R. 534, θεωρήθηκε νόμιμο να συνεκτιμώνται και τα μεταγενέστερα της δημοσίευσης της απαλλοτρίωσης στοιχεία εφόσον είναι δυνατή η αναγωγή τους στις συνθήκες που επικρατούσαν κατά τον ουσιώδη χρόνο."
. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
"Οι διαπιστώσεις και τα ευρήματα του Πρωτόδικου Δικαστηρίου δεν βασίζονται σε γεγονότα που προέκυψαν μετά τη γνωστοποίηση της απαλλοτρίωσης. Τα γεγονότα ήταν γνωστά ή εύκολα μπορούσαν να διαγνωσθούν κατά τον επίδικο χρόνο που είναι ο χρόνος της γνωστοποίησης. Όπως ο διαχωρισμός του κτήματος των εφεσιβλήτων σε δύο μέρη, το ένα των οποίων θα ήταν πολύ μικρού εμβαδού, η υπερύψωση του παρακαμπτηρίου δρόμου σε σχέση με το επίδικο κτήμα λόγω της κατασκευής της υπέργειας γέφυρας και ο αποκλεισμός του επίδικου οποιασδήποτε πρόσβασής του προς τον υπό κατασκευή δρόμο."
Κρίνουμε ότι, υπό το φως της πιο πάνω νομολογίας, ορθά το Δικαστήριο, στην προσπάθεια του να διαπιστώσει κατά πόσο υπήρξε δυσμενής επηρεασμός του υπόλοιπου κτήματος, έλαβε υπόψη την προοπτική κατασκευής εργοστασίου λυμάτων στην περιοχή.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.