ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Τζεννάρο Περρέλλα (Αρ. 2) (1995) 1 ΑΑΔ 692
Attorney-General of the Republic ν. Panayiotis Christou (1962) 1 CLR 129
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
(1997) 1 ΑΑΔ 1529
21 Νοεμβρίου, 1997
[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στής]
ΑΙΤΗΣΗ ΧΩΡΙΣ ΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗ (EX PARTE) ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ CERTIORARI ΚΑΙ Η PROHIBITION
ΣΕ ΟΤΙ ΑΦΟΡΑ ΤΟΝ ΓΕΩΡΓΙΟ ΛΥΡΑ
ΚΑΙ
ΣΕ ΟΤΙ ΑΦΟΡΑ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ 'Η ΚΑΙ ΔΙΑΤΑΓΗ ΤΟΥ
ΕΝΤΙΜΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗ ΜΙΧΑΗΛ ΠΑΠΑΜΙΧΑΗΛ
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 3.11.1994 ΣΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ 199/93 ΤΟΥ
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΑΜΜΟΧΩΣΤΟΥ (ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΦΟΡΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ).
(Αίτηση Αρ. 128/97).
Προνομιακά εντάλματα — Certiorari και Prohibition — Αίτηση για χορήγηση άδειας καταχώρησης αίτησης, με σκοπό την έκδοση ενταλμάτων Certiorari και Prohibition εναντίον διατάγματος φυλάκισης διάρκειας έξι μηνών, λόγω παράλειψης συμμόρφωσης με διάταγμα πληρωμής οφειλομένων φόρων, που εκδόθηκε εναντίον του αιτητή και ενώ βρισκόταν σε ισχύ προσωρινό διάταγμα αναστολής εκτέλεσης όλων των δικαστικών μέτρων εναντίον του — Κρίθηκε ότι υπήρχε εκ πρώτης όψεως συζητήσιμο θέμα για παράβαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης και επίσης λόγω ύπαρξης νομικού λάθους αναφορικά με τη γλώσσα που χρησιμοποιήθηκε στη σύνταξη του διατάγματος φυλάκισης.
Προνομιακά εντάλματα — Certiorari και Prohibition — Ποία η νομική εμβέλεια των εν λόγω προνομιακών ενταλμάτων.
Το Επαρχιακό Δικαστήριο Αμμοχώστου εξέδωσε στις 13.10.93 διάταγμα εναντίον του αιτητή για πληρωμή ποσού ΛΚ2.277,85 πλέον τόκους και έξοδα, δυνάμει του περί Εισπράξεως των Φόρων Νόμου 31/62. Περαιτέρω το δικαστήριο εξουσιοδότησε την έκδοση εντάλματος εκτέλεσης της κινητής και ακίνητης περιουσίας του αιτητή για την κατάσχεση και πώληση τέτοιου μέρους της κινητής περιουσίας του προς εξόφληση του ποσού για το οποίο εκδόθηκε το διάταγμα και/ή οποιουδήποτε οφειλομένου υπολοίπου.
Στις 17.6.94 κατόπιν μονομερούς αίτησης του αιτητή, το δικαστήριο ανέστειλε προσωρινά την εκτέλεση των αποφάσεων και γενικά όλων των δικαστικών μέτρων που εκκρεμούσαν κατά του αιτητή. Το προσωρινό διάταγμα ορίστηκε επιστρεπτέο στις 12.9.94. Κατά την εν λόγω ημερομηνία προβλήθηκε ένσταση εκ μέρους του διευθυντή εισπράξεως φόρων, στη συνέχιση της ισχύος του διατάγματος και η αίτηση αναβλήθηκε για ακρόαση. Μίαν ημέρα πριν από τη δικάσιμο, το δικαστήριο εξέδωσε μετά από μονομερή αίτηση το επίδικο ένταλμα φυλάκισης. Το αποτέλεσμα της ακρόασης θα έκρινε και τη μελλοντική υπόσταση του προσωρινού διατάγματος το οποίο μέχρι τότε ήταν σε ισχύ.
Ο αιτητής καταχώρησε την παρούσα αίτηση για χορήγηση άδειας για καταχώριση των ενταλμάτων Certiorari και Prohibition κατά του πιο πάνω διατάγματος φυλάκισης. Ισχυρίστηκε ότι το εν λόγω διάταγμα εκδόθηκε σε συνθήκες παραβίασης των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης, καθώς και των προνοιών του Άρθρου 9 του περί Εισπράξεως Φόρων Νόμου του 1962. Επίσης ότι υπήρξε πλάνη περί τα πράγματα, λόγω μη αποκάλυψης κατά το χρόνο έκδοσης του εντάλματος φυλάκισης, του ισχύοντος προσωρινού διατάγματος αναστολής εκτέλεσης των δικαστικών μέτρων εναντίον του.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Παρόλο ότι το Άρθρο 9(4) του νόμου δυνάμει του οποίου εκδόθηκε το διάταγμα φυλάκισης δεν προβλέπει περί ειδοποίησης του επηρεαζομένου να παρίσταται στη διαδικασία, εν τούτοις λόγω των σοβαρών συνεπειών που συνεπάγεται η έκδοσή του στον επηρεαζόμενο, παρέχεται η δυνατότητα εξέτασης αυτού του θέματος ως λόγου για έκδοση προνομιακού εντάλματος.
2. Αν και η μη αποκάλυψη του ισχύοντος προσωρινού διατάγματος για αναστολή εκτέλεσης συνδέεται ενδεχομένως με διάπραξη απάτης ή δόλου ή ψευδορκίας, στην αίτηση δεν αναφέρονται αυτά τα στοιχεία προς εξέταση στην παρούσα διαδικασία.
3. Το ένταλμα φυλάκισης περιέχεται σε έντυπο γραμμένο στην αγγλική γλώσσα η οποία δεν είναι μία από τις επίσημες γλώσσες της Δημοκρατίας. Αυτό το γεγονός αποκαλύπτει εκ πρώτης όψεως λόγο για έκδοση των ενταλμάτων Certiorari και Prohibition.
4. Ο αιτητής αποκάλυψε εκ πρώτης όψεως υπόθεση για παράβαση των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης καθώς και την ύπαρξη νομικού λάθους αναφορικά με τη γλώσσα που χρησιμοποιήθηκε για τη σύνταξη του εντάλματος φυλάκισης.
Η αίτηση έγινε δεκτή.
Υποθέσεις που αναφέρθηκαν:
Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41,
Attorney-General v. Christou (1962) C.L.R. 129,
Περρέλλα Τζεννάρο (Aρ. 2) (1995) 1 Α.Α.Δ. 692,
R. v. St. Edmundsbury and Ipswich Diocese (Chancellor) and Another Ex Parte White and Another [1947] 2 All E.R. 170,
In re Kakos (1985) 1 C.L.R. 250.
Aίτηση.
Aίτηση με την οποία ο αιτητής ζητά άδεια για καταχώριση αίτησης για έκδοση των προνομιακών ενταλμάτων Certiorari και Prohibition με σκοπό την ακύρωση της απόφασης του E.Δ. Aμ/στου (Παπαμιχαήλ, E.Δ.) καθώς και της διαδικασίας εκτέλεσής της. Tαυτόχρονα επιδιώκει αναστολή του διατάγματος φυλάκισης που εκδόθηκε εναντίον του στις 3.11.94.
Γ. Πιττάτζης, για τον Αιτητή.
KPAMBHΣ, Δ.: Aνάγνωσε την ακόλουθη απόφαση. Ο αιτητής ζητά άδεια να καταχωρήσει αίτηση για έκδοση ενταλμάτων certiorari και prohibition και ταυτόχρονα επιδιώκει αναστολή του διατάγματος φυλάκισης που εκδόθηκε εναντίον του στις 3.11.1994 από δικαστή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Αμμοχώστου στην αίτηση 254/93 με βάση τον περί Εισπράξεως Φόρων Νόμο 31/62.
Ο αιτητής επικαλείται: (α) έκδηλο νομικό λάθος και/ή πλάνη περί τα γεγονότα, (β) παράβαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης και του άρθρου 9 του νόμου 31/62.
Τα γεγονότα προς υποστήριξη της αίτησης όπως αυτά εκτίθενται στην ένορκη δήλωση του αιτητή και στα δικαστικά έγγραφα που παρουσιάστηκαν συνοπτικά είναι τα ακόλουθα:
Κατόπιν αιτήσεως (αρ. αίτησης 254/93) η οποία υποβλήθηκε με βάση τον περί Εισπράξεως των Φόρων Νόμο 31/62 το Επαρχιακό Δικαστήριο Αμμοχώστου στις 13.10.1993 εξέδωσε διάταγμα εναντίον του αιτητή για πληρωμή ποσού £2277,85 πλέον τόκους και έξοδα. Στην περίπτωση παράλειψης του αιτητή να πληρώσει το πιο πάνω ποσό, το δικαστήριο εξουσιοδότησε την έκδοση εντάλματος εκτέλεσης της κινητής και ακίνητης περιουσίας του αιτητή για την κατάσχεση και πώληση τέτοιου μέρους της κινητής περιουσίας του που να ικανοποιεί την εξόφληση του ποσού για το οποίο εκδόθηκε το διάταγμα και/ή οποιουδήποτε οφειλομένου υπολοίπου.
Στις 17.6.1994 κατόπιν μονομερούς αίτησης του αιτητή το δικαστήριο ανέστειλε προσωρινά την εκτέλεση των αποφάσεων και γενικώς όλων των δικαστικών μέτρων που εκκρεμούσαν κατά της περιουσίας ή του προσώπου του αιτητή. Το προσωρινό διάταγμα ορίστηκε επιστρεπτέο στις 12.9.1994. Κατά την εν λόγω ημερομηνία η εκπρόσωπος του διευθυντή εισπράξεως φόρων η οποία συμμετέσχε στη διαδικασία πρόβαλε ένσταση στη συνέχιση της ισχύος του διατάγματος και η αίτηση αναβλήθηκε για ακρόαση.
Κατόπιν αιτήσεως πτωχεύσεως του αιτητή με αρ. 15/94 το Επαρχιακό Δικαστήριο Αμμοχώστου στις 22.2.1995 εξέδωσε διάταγμα παραλαβής της περιουσίας του αιτητή και διόρισε τον Επίσημο Παραλήπτη ως παραλήπτη της περιουσίας του. Κατά την ακρόαση της αίτησης συμμετέσχε και ο Διευθυντής Εσωτερικών Προσόδων διά εκπροσώπου.
Στις 26.10.1994 ο υπεύθυνος για την είσπράξη φόρων της Επαρχίας Αμμοχώστου στο πλαίσιο της αίτησης 254/93 υπέβαλε γραπτή ένορκη δήλωση με την οποία ζητούσε τη φυλάκιση του αιτητή επειδή, όπως δήλωσε, ο αιτητής δεν είχε ακίνητη περιουσία το δε ένταλμα για κατάσχεση της κινητής του περιουσίας επιστράφηκε ανεκτέλεστο για το λόγο ότι δεν βρέθηκε κινητή περιουσία υποκείμενη σε κατάσχεση. Δηλώθηκε επίσης ότι ο αιτητής είχε πληρώσει ΛΚ762 έναντι του χρέους του και παρέμενε απλήρωτο το υπόλοιπο του φόρου πλέον τόκοι και έξοδα υπολογιζόμενα στις ΛΚ2096,77. Το δικαστήριο ενεργώντας με βάση την προαναφερθείσα ένορκη δήλωση του υπεύθυνου είσπραξης φόρων εξέδωσε στις 3.11.1994 ένταλμα φυλάκισης του αιτητή για χρονικό διάστημα έξι μηνών εκτός αν πληρωνόταν το ποσό των ΛΚ2096,77. Το ένταλμα φυλάκισης εκδόθηκε στις 3.11.94 και την επομένη μέρα, ήτοι στις 4.11.94 ήταν ορισμένη προς ακρόαση η αίτηση αναφορικά με το προσωρινό διάταγμα για αναστολή της εκτέλεσης των δικαστικών αποφάσεων και άλλων δικαστικών μέτρων εναντίον της περιουσίας και του προσώπου του αιτητή. Από το αποτέλεσμα εκείνης της ακρόασης θα κρινόταν η μελλοντική υπόσταση του προσωρινού διατάγματος το οποίο μέχρι τότε διατηρούσε την ισχύ του.
Με την έκδοση εντάλματος certiorari επιτυγχάνεται ακύρωση απόφασης κατώτερου δικαστηρίου. Η υπέρβαση ή η έλλειψη δικαιοδοσίας, η πρόδηλη πλάνη περί το νόμο, η προκατάληψη ή η ύπαρξη συμφέροντος από μέρους του εκδόσαντος την απόφαση δικαστηρίου, ο δόλος ή η ψευδορκία στη λήψη της απόφασης χωριστά συνιστούν λόγους, η διαπίστωση των οποίων παρέχει το έρεισμα για την έκδοση εντάλματος certiorari.. Βλ. μεταξύ άλλων Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41, The Attorney-General v. Panayiotis Christou (1962) C.L.R. 129. Καθόσον αφορά την εμβέλεια του εντάλματος certiorari παραθέτω πιο κάτω σχετική περικοπή από την απόφαση του Εφετείου στην υπόθεση Τζεννάρο Περέλλα, Πολ. Εφ. 9169/18.7.1995:
"Η εμβέλεια του προνομιακού εντάλματος certiorari, όπως την αναγνώρισε τελικά η σύγχρονη αγγλική νομολογία, παρέχει δυνατότητα για άσκηση ελέγχου από ανώτερο προς κατώτερο δικαστήριο - όχι όμως αναθεώρηση της ορθότητας της απόφασης του κατώτερου δικαστηρίου - με προοπτική την επέμβαση, είτε όπου το κατώτερο δικαστήριο ενήργησε εκτός της δικαιοδοσίας του ή την υπερέβη, είτε όπου προκύπτει στην όψη του 'πρακτικού' της απόφασης του κατώτερου δικαστηρίου προφανές νομικό λάθος έστω και αν αυτό δεν άπτεται της δικαιοδοσίας."
Το ένταλμα prohibition είναι διαταγή η οποία απευθύνεται σε κατώτερο δικαστήριο η οποία απαγορεύει στο δικαστήριο να συνεχίσει διαδικασία η οποία διεξάγεται καθ' υπέρβαση δικαιοδοσίας ή κατά παράβαση των νόμων της χώρας.
Το ένταλμα prohibition εμποδίζει όχι μόνο την έκδοση διαταγής αλλά και την εκτέλεσή της εάν η διαταγή έχει ήδη εκδοθεί. Βλ. R. v. St. Edmundsbury and Ipswich Diocese (Chancellor) and Another Ex Parte White and Another [1947] 2 All E.R. 170.
Κριτήριο για τη χορήγηση άδειας για καταχώρηση αίτησης για έκδοση διαταγμάτων certiorari και prohibition είναι η αποκάλυψη εκ πρώτης όψεως υπόθεσης με την έννοια της συζητήσιμης υπόθεσης. Εφόσον αποκαλύπτεται συζητήσιμη υπόθεση δεν χρειάζεται να εξεταστεί οποιαδήποτε μαρτυρία που ενδεχομένως την αντικρούει. Βλ. In re Kakos (1985) 1 C.L.R. 250.
Στην προκειμένη περίπτωση υποστηρίχθηκε ότι η έκδοση του εντάλματος φυλάκισης του αιτητή έγινε ενώ βρισκόταν σε ισχύ διάταγμα αναστολής εκτέλεσης όλων των δικαστικών μέτρων που στρέφονταν εναντίον του προσώπου και της περιουσίας του αιτητή γεγονός το οποίο συνιστά υπέρβαση δικαιοδοσίας ή και υποδηλώνει πλάνη περί το νόμο ή τα πράγματα.
Υποστηρίχθηκε επίσης ότι η έκδοση του εντάλματος φυλακίσεως του αιτητή έγινε υπό συνθήκας συνιστώσας παράβαση των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης καθώς και των προνοιών του άρθρου 9 του περί Εισπράξεων των Φόρων Νόμου του 1962 (Ν.31/62). Συγκεκριμένα αναφέρθηκε ότι η εξουσία του δικαστηρίου για έκδοση εντάλματος φυλακίσεως εναντίον υπερήμερου οφειλέτη με βάση τις πρόνοιες του άρθρου 9(4) του Νόμου 31/62 είναι δυνητική και ως τέτοια εμπίπτει στη διακριτική εξουσία του δικαστηρίου η οποία ασκείται με βάση τα γεγονότα που αφορούν τη συγκεκριμένη υπόθεση. Στην προκειμένη περίπτωση το θέμα της έκδοσης εντάλματος φυλακίσεως εξετάστηκε από το δικαστήριο στην απουσία του αιτητή ο οποίος δεν ειδοποιήθηκε για να παρίσταται στη διαδικασία και στη βάση ένορκης δήλωσης λειτουργού του γραφείου εισπράξεως φόρων η οποία αποτέλεσε και το μοναδικό έρεισμα της απόφασης του δικαστηρίου για την έκδοση του εντάλματος φυλακίσεως. Αυτή η κατάσταση πραγμάτων συνιστά κατά την εισήγηση του συνηγόρου του αιτητή παράβαση των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης.
Αποτελεί κλασσική περίπτωση τέτοιας παράβασης η μη παροχή στον επηρεαζόμενο της ευκαιρίας να ακουστεί όταν η φύση της διαδικασίας αναγνωρίζει στον επηρεαζόμενο αυτό το δικαίωμα. Παρόλο ότι το άρθρο 9(4) του νόμου στη βάση του οποίου εκδόθηκε το ένταλμα φυλακίσεως δεν προβλέπει οτιδήποτε περί ειδοποίησης του επηρεαζομένου να παρίσταται στη διαδικασία εντούτοις λόγω των σοβαρών συνεπειών που προκαλεί η έκδοση του εντάλματος φυλακίσεως στο πρόσώπο του επηρεαζομένου πιστεύω ότι παρέχεται εν προκειμένω η δυνατότητα εξέτασης αυτού του θέματος ως λόγου για έκδοση προνομιακού εντάλματος.
Η μη αποκάλυψη του ισχύοντος κατά το χρόνο έκδοσης του εντάλματος φυλακίσεως προσωρινού διατάγματος αναστολής εκτέλεσης των δικαστικών αποφάσεων και άλλων δικαστικών μέτρων κατά της περιουσίας και του προσώπου του αιτητή θεωρώ ότι δεν συνιστά έκδηλο νομικό λάθος ή πλάνη περί τα πράγματα όπως προβάλλει στην αίτησή του ο αιτητής. Το δικαστήριο έδρασε στην προκειμένη περίπτωση με βάση το υλικό που είχε ενώπιόν του. Η μη αποκάλυψη του ισχύοντος προσωρινού διατάγματος για αναστολή της εκτέλεσης συνδέεται ενδεχομένως με διάπραξη απάτης ή δόλου ή ψευδορκίας. Στην αίτηση δεν γίνεται επίκληση οποιουδήποτε από αυτά τα στοιχεία ως λόγου προς εξέταση στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας.
Το ένταλμα φυλάκισης που εκδόθηκε στις 3.11.94 περιέχεται σε έντυπο γραμμένο στην αγγλική γλώσσα η οποία δεν είναι μια από τις επίσημες γλώσσες της Δημοκρατίας, όπως προβλέπει το Σύνταγμα. Αυτό το γεγονός αποκαλύπτει εκ πρώτης όψεως λόγο για έκδοση ενταλμάτων certiorari και prohibition.
Κατόπιν των ανωτέρω παρέχεται άδεια στον αιτητή να καταχωρήσει αίτηση για certiorari και prohibition επειδή αποκάλυψε εκ πρώτης όψεως υπόθεση για παράβαση των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης καθώς και την ύπαρξη νομικού λάθους που αφορά τη γλώσσα που χρησιμοποιήθηκε για τη σύνταξη του εντάλματος φυλάκισης.
Συναφώς, δίδονται οδηγίες όπως η αίτηση καταχωρηθεί εντός 15 ημερών και όπως αυτή επιδοθεί στο Διευθυντή Εισπράξεως Φόρων Επαρχιακού Γραφείου Αμμοχώστου. Ένσταση θα μπορεί να καταχωρηθεί μέσα σε 7 μέρες από την επίδοση της αίτησης. Στο μεταξύ απαγορεύεται η εκτέλεση του εντάλματος φυλάκισης της 3.11.94 μέχρι την εκπνοή του χρόνου που έχει οριστεί για την καταχώρηση της αίτησης και εφόσον καταχωρηθεί η αίτηση μέχρι την εκδίκασή της. Η αίτηση ορίζεται για ακρόαση στις 9.1.1998 και ώρα 9.00 π.μ.
H αίτηση επιτρέπεται.