ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1997) 1 ΑΑΔ 314

4 Απριλίου, 1997

[ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΆΡΘΡΟ 155 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΤΟΥ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟΥ

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΤΗΝ 21/3/97 ΣΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΓΟΝΙΚΗΣ ΜΕΡΙΜΝΑΣ ΑΡ. 55/97

MΕΤΑΞΥ:

ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΜΑΡΚΙΤΑΝΗΣ,

Αιτητής,

v.

ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΜΟΥΤΖΟΥΡΗ,

Καθ' ού η αίτηση.

(Αίτηση Αρ. 40/97).

 

Προνομιακά εντάλματα —  Certiorari και Prihibition — Αίτηση για χορήγηση άδειας καταχώρησης αίτησης με σκοπό την έκδοση ενταλμάτων certiorari και prohibition για ακύρωση προσωρινού διατάγματος του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, το οποίο ανέθεσε την επιμέλεια ανηλίκου σε τρίτο πρόσωπο — Δεν διαπιστώθηκαν οι εξαιρετικές περιστάσεις που να δικαιολογούν τη χορήγηση της αιτούμενης άδειας στην προκείμενη περίπτωση, όπου υπήρχε και εναλλακτικό ένδικο μέσο.

Οικογενειακό Δίκαιο — Άσκηση γονικής μέριμνας — Επιτροπεία ανηλίκου τέκνου — Εφαρμοστέες αρχές.

Οικογενειακά Δικαστήρια — Δικαιοδοσία — Οικογενειακές σχέσεις — Περιλαμβάνονται στη δικαιοδοσία των Οικογενειακών Δικαστηρίων — Άρθρο 111.3 του Συντάγματος όπως τροποποιήθηκε με τον Νόμο του 1989 (N. 95/89) — Η ιδιότητα του μέλους της ελληνορθόδοξης εκκλησίας καθορίζει τη δικαιοδοτική ικανότητα των Οικογενειακών Δικαστηρίων.

Λέξεις και Φράσεις — "Οικογενειακές σχέσεις" στη σχετική νομολογία και στο νομικό σύγγραμμα Σπυριδάκη.

Λέξεις και Φράσεις — "Οικογένεια" — Δεν ερμηνεύεται, πάντοτε με τη στενή αντίληψη της καλούμενης "συζυγικής οικογένειας".

Στις 21.3.97 το Οικογενειακό Δικαστήριο Λευκωσίας, μετά από μονομερή αίτηση του Α. Μαρκιτανή εξέδωσε προσωρινό διάταγμα το οποίο: (1) ανέθεσε προσωρινά τη φύλαξη και φροντίδα της ανήλικης Γεωργίας Μουτζούρη στον ίδιο και (2) απαγόρευσε τη μεταφορά της από τον Α. Μουτζούρη (αιτητή στην παρούσα διαδικασία) ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο εκτός Κύπρου.

Ο Α. Μαρκιτανής με αίτηση γονικής μέριμνας στα πλαίσια της οποίας εκδόθηκε το διάταγμα, επιζητεί τη δικαστική παρέμβαση για αφαίρεση της γονικής μέριμνας ή επιμέλειας του προσώπου της ανήλικης από τον αιτητή και το διορισμό του ίδιου ως επιτρόπου για την άσκηση των εξουσιών αυτών.

Ο αιτητής με το διάταγμα certiorari επιδιώκει την ακύρωση του πιο πάνω προσωρινού διατάγματος και με το διάταγμα prohibition επιθυμεί να εμποδίσει τη συνέχιση της εξ πάρτε διαδικασίας και να σταματήσει ουσιαστικά κάθε περαιτέρω διαδικασία στην αίτηση γονικής μέριμνας.  Παράλληλα ζητεί, μέχρι την εκδίκαση αυτής της αίτησης, να ανασταλεί η ισχύς του εκδοθέντος διατάγματος.

Τα γεγονότα έχουν εν συντομία ως εξής:

Ο αιτητής έχει Ελληνική ιθαγένεια και κατάγεται από τη Σκίαθο.  Το 1983 παντρεύτηκε την Αικατερίνη Θεοδώρου (εφεξής η μητέρα) και στις 6/7/91 γεννήθηκε η ανήλικη Γεωργία.

Ο Α. Μαρκιτανής ισχυρίστηκε ότι κατά τον κρίσιμο χρόνο είχε ερωτική σχέση με τη μητέρα στη Σκίαθο, καρπός της οποίας ήταν η γέννηση της Γεωργίας.  Ισχυρίστηκε επίσης ότι ο αιτητής ήταν ανίκανος για συνουσία και από το 1988 μέχρι το 1994 δεν είχε σαρκική επαφή με τη μητέρα. Περαιτέρω ισχυρίστηκε ότι συζούσε με τη μητέρα από το Φθινόπωρο του 1994 μέχρι το θάνατό της στην Κύπρο στις 2/1/97, από καρκίνο.

Στις 7.11.96 η μητέρα, με ένορκο δήλωση βεβαίωσε το γεγονός ότι ο Μαρκιτανής ήταν ο πραγματικός πατέρας και παρέσχε την συγκατάθεσή της για να προβεί ο τελευταίος σε αναγνώριση της πατρότητας.

Ο αιτητής, αμφισβήτησε τους ισχυρισμούς του Α. Μαρκιτανή και ανέφερε ότι κατά τον κρίσιμο χρόνο είχε κανονική ερωτική ζωή με την μητέρα και ότι η σχέση της με τον Μαρκιτανή άρχισε το 1994.

Τα σχετικά γεγονότα αποδεικνύουν ότι από τον Αύγουστο του 1994 μέχρι σήμερα ο αιτητής δεν είχε καμιά επαφή είτε με τη μητέρα είτε με την ανήλικη.

Οι λόγοι που προέβαλε ο αιτητής για παροχή άδειας ήταν οι εξής:

(α)   Ότι συντρέχουν σε αυτή την περίπτωση "εξαιρετικές περιστάσεις" ανεξάρτητα από την ύπαρξη ή μη δικαιοδοσίας, που δικαιολογούν τέτοια ενέργεια του Δικαστηρίου. Το υπό κρίση διάταγμα, θα παραμείνει σε ισχύ για χρόνο περισσότερο από όσο είναι απαραίτητο για την επίδοσή του και αυτό θα έχει καταστρεπτικές συνέπειες για την ανήλικη.

(β)   Ότι το Οικογενειακό Δικαστήριο στερείται δικαιοδοσίας να εκδώσει το επίδικο διάταγμα. Σχετικά με το θέμα αυτό ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι ο όρος "οικογενειακές σχέσεις" δεν μπορεί να διευρυνθεί για να καλύψει εξώγαμη ερωτική σχέση του ετέρου των συζύγων ή τις συνέπειές της.  Επίσης πρόβαλε το επιχείρημα ότι το Δικαστήριο εστερείτο δικαιοδοσίας να επιληφθεί της υπόθεσης γιατί ούτε το ζεύγος Μουτζούρη, ούτε η ανήλικη, είναι ή ήταν ποτέ πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας.

(γ)   Ότι σύμφωνα με το Άρθρο 6 του νόμου 187/91 υπάρχει τεκμήριο γνησιότητας τέκνου που γεννήθηκε σε γάμο. (Μπορεί να προσβληθεί δικαστικά, κάτι που δεν έγινε).

(δ)   Ότι η έλλειψη δικαιοδοσίας προκύπτει από τις διατάξεις του Άρθρου 5(2) του περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμου του 1990 (216/90), που προβλέπουν ότι σε περίπτωση που η γονική μέριμνα παύει λόγω θανάτου του ενός γονέα, αυτή ασκείται αποκλειστικά από τον άλλο.

Αποφασίστηκε ότι:

1. Η ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων είναι θέμα πραγματικό. Οι περιστάσεις μιας υπόθεσης δεν αποτελούν ασφαλές προηγούμενο εφαρμοζόμενο σε άλλη.

    Για μεγάλη περίοδο που είναι σημαντική για την ανάπτυξη της προσωπικότητας ενός παιδιού τρυφερής ηλικίας, δεν υπήρξε επικοινωνία του αιτητή με την ανήλικη.  Από τον θάνατο της μητέρας της η ανήλικη ζει με τον Α. Μαρκιτανή και τη γιαγιά της.  Επομένως ο ισχυρισμός που προβλήθηκε εκ μέρους του αιτητή για καταστρεπτικές συνέπειες σε βάρος της ανήλικης δεν ευσταθεί.  Δεν διαπιστώνονται εξαιρετικές περιστάσεις που θα επέτρεπαν παρέκκλιση από το γενικό κανόνα, πως δεν παραχωρείται άδεια όταν προσφέρεται, όπως στην προκειμένη περίπτωση, άλλο ένδικο μέσο για επιδίωξη θεραπείας.

2. Ο όρος "οικογένεια" δεν ερμηνεύεται πάντοτε με τη στενή αντίληψη της καλούμενης "συζυγικής" οικογένειας. Η σχέση όπως έχει διαμορφωθεί εδώ δεν μπορεί να απεμπλακεί και διαχωριστεί από το πλέγμα των Οικογενειακών σχέσεων.

3. Η ιδιότητα του πολίτη της Κυπριακής Δημοκρατίας είναι άσχετη με την ύπαρξη δικαιοδοσίας σε θέματα οικογενειακών σχέσεων που αφορούν τους Ελληνορθοδόξους. Δεν είναι η υπηκοότητα που καθορίζει τη δικαιοδοτική ικανότητα των Οικογενειακών Δικαστηρίων αλλά η ιδιότητα του μέλους της Ελληνορθόδοξης εκκλησίας.

4. Δεν θα ήταν ορθή, σε διαδικασία της παρούσας φύσεως, η ενασχόληση με ερμηνευτικά θέματα που ανακύπτουν από τις διατάξεις του νόμου και ειδικώτερα του Άρθρου 8 του Ν. 187/91, που αφορά το δικαίωμα προσβολής της πατρότητας που δεν εγείρεται και άμεσα.

5. Η επιτροπεία είναι νομικά πολυσήμαντη έννοια. Η φύλαξη τέκνου που χορηγήθηκε με το επίδικο διάταγμα, είναι πτυχή μόνο της πολλαπλότητάς της. Και αποσκοπεί όπως και η γονική μέριμνα στο να προστατεύσει τα προσωπικά και περιουσιακά συμφέροντα του ανηλίκου. Ο νόμος παρέχει διακριτική εξουσία στο Δικαστήριο να αφαιρέσει από γονέα τη γονική μέριμνα και να αναθέσει την επιμέλειά του, μερικά ή συνολικά σε επίτροπο.

6. Η εμβέλεια του certiorari είναι περιορισμένη. Αποσκοπεί στην εξάλειψη απόφασης κατώτερου δικαστηρίου που είναι φανερό ότι εκδόθηκε χωρίς ο νόμος να του έχει απονείμει τη σχετική εξουσία.  Διαφορετικά η έφεση παραμένει το ενδεδειγμένο μέσο για την ανατροπή λανθασμένης απόφασης που αφορά είτε πραγματικό είτε νομικό ζήτημα.

    Δεν αποδείχθηκε εκ πρώτης όψεως υπόθεση. Απορρίπτεται η αίτηση για χορήγηση άδειας.

H αίτηση απορρίφθηκε.

Υποθέσεις που αναφέρθηκαν:

ΒΡ Cyprus Ltd (1996) 1 A.A.Δ. 861,

Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41,

Aρχιεπίσκοπος Κύπρου κ.κ. Χρυσόστομος (Aρ. 2) (1993) 1 Α.Α.Δ. 248,

Ηλία (Aρ. 3) (1995) 1 Α.Α.Δ. 786,

Δαδακαρίδης v. Δαδακαρίδου (1990) 1 Α.Α.Δ. 566,

Βουνού v. Βουνού (1995) 1 Α.Α.Δ. 168,

Ηλία (Αρ. 2) (1995) 1 Α.Α.Δ. 412,

Ηλία v. Αλωνεύτη (1995) 1 Α.Α.Δ. 938,

Ηλία (Aρ. 1) (1995) 1 Α.Α.Δ. 1,

Κουππάρης v. Κουππάρη (1996) 1 A.A.Δ. 670.

Aίτηση.

Aίτηση από τον Aπόστολο Mουτζούρη για άδεια με σκοπό την καταχώριση αίτησης για την έκδοση των προνομιακών διαταγμάτων certiorari και prohibition, αναφορικά με το προσωρινό διάταγμα ημερ. 21/3/97 του Oικογενειακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Γ. Σεργίδης, Δ.) στην αίτηση γονικής μέριμνας αρ. 55/97.

Κ. Δημητριάδης, για τον Αιτητή.

Cur. adv. vult.

NIKHTAΣ, Δ.: Aνάγνωσε την ακόλουθη απόφαση. Ο Απόστολος Μουτζούρης κατάγεται από την Σκίαθο. Γεννήθηκε εκεί τον Απρίλιο του 1937. Έχει ελληνική υπηκοότητα. Υποβάλλει αίτημα για χορήγηση άδειας που θα του επιτρέψει να καταθέσει κανονική αίτηση για την έκδοση προνομιακών διαταγμάτων certiorari και prohibition. Με το πρώτο θα επιδιωχθεί η ακύρωση προσωρινού διατάγματος του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λευκωσίας ημερ. 21/3/97. Το διάταγμα έκαμε δύο πράγματα:  (1) ανέθεσε προσωρινά τη φύλαξη και φροντίδα της ανήλικης Γεωργίας Μουτζούρη στον Αναστάσιο Μαρκιτανή από την Έγκωμη και (2) απαγόρευσε τη μεταφορά της από τον Α. Μουτζούρη (αιτητή στην παρούσα διαδικασία) ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο εκτός Κύπρου. Έχει ισχύ μέχρι 23/4/97 που όρισε το δικαστήριο ως δικάσιμο.

Πρέπει να διευκρινίσουμε ότι το διάταγμα εκδόθηκε στα πλαίσια της αίτησης γονικής μέριμνας με αρ. 55/97 μετά από μονομερή αίτηση του Α. Μαρκιτανή.  Την κύρια αίτηση κατέθεσε ο ίδιος εναντίον του αιτητή στην παρούσα διαδικασία, την προτεραία της έκδοσης του διατάγματος. Με την οποία αξιώνει 4 ξεχωριστές θεραπείες. Στην ουσία όμως επιζητεί τη δικαστική παρέμβαση για αφαίρεση της γονικής μέριμνας ή επιμέλειας του προσώπου της ανήλικης από τον αιτητή και το διορισμό του ιδίου ως επιτρόπου για την άσκηση των εξουσιών αυτών.  Ας σημειωθεί εδώ ότι η αίτηση γονικής μέριμνας μαζί με το εξ πάρτε διάβημα του Α. Μαρκιτανή και τα έγγραφα που χρησιμοποίησε έχουν επισυναφθεί ως τεκμήρια στην ένορκο δήλωση στην κρινόμενη αίτηση. Τα συνημμένα περιλαμβάνουν και φωτοαντίγραφα άλλων εγγράφων που προσκόμισε ο αιτητής για να υποστηρίξει τη θέση του.

Με το διάταγμα prohibition ο αιτητής επιθυμεί να εμποδίσει τη συνέχιση της εξ πάρτε διαδικασίας της 23ης τρέχοντος και να απονεκρώσει ουσιαστικά κάθε περαιτέρω διαδικασία στην αίτηση γονικής μέριμνας.  Παράλληλα ζητεί, μέχρι την εκδίκαση αυτής της αίτησης, να ανασταλεί η ισχύς του εκδοθέντος διατάγματος.

Όπως προκύπτει από τα προλεχθέντα, πηγή του ιστορικού της υπόθεσης, που προτίθεμαι να παραθέσω, είναι η ένορκος δήλωση του αιτητή και τα έγγραφα που τη συνοδεύουν ως τεκμήρια.  Φυσικά το υλικό στο οποίο ήδη αναφέρθηκα ως μέρος της πραγματικής βάσης της αίτησης έχει την ίδια προέλευση. Ίσως να περιττεύει, αλλά πρέπει να τονίσω ότι η αναφορά μου αυτή κρίνεται απαραίτητη. Διαφορετικά θα ήταν δύσκολο να κατανοηθούν οι νομικοί λόγοι για παραχώρηση της άδειας του δικαστηρίου, που αναγράφονται στο σώμα της αίτησης και ανέπτυξε ενώπιόν μου προφορικά ο δικηγόρος του αιτητή.

Στις 18/12/83 ο αιτητής συνήψε γάμο με την Αικατερίνη Θεοδώρου, επίσης από την Σκίαθο (γεννήθηκε το Σεπτέμβριο του 1958), που είχε, όπως ο ίδιος ο αιτητής, την ελληνική ιθαγένεια.  Ο γάμος ιερολογήθηκε σύμφωνα με το ελληνορθόδοξο δόγμα.  Μετά από 8 περίπου χρόνια και συγκεκριμένα στις 6/7/91 γεννήθηκε, ενεστώτος του γάμου, η ανήλικη Γεωργία.

Εδώ πρέπει να παρεμβληθούν οι ισχυρισμοί του Α. Μαρκιτανή όπως προκύπτουν από την ένορκο δήλωσή του με την οποία εξασφάλισε το βαλλόμενο διάταγμα. Διευκρινίζεται ότι ορισμένοι ισχυρισμοί αναγράφονται στην ίδια την αίτηση για γονική μέριμνα, στους οποίους όμως αναφέρθηκε στην ένορκο δήλωσή του και τους υιοθέτησε. Ο αιτητής στην κρινόμενη αίτηση ασχολείται με αυτούς στη δική του ένορκο βεβαίωση, όπως θα φανεί παρακάτω. Ήταν η υπόθεση του Α. Μαρκιτανή, πως κατά τον κρίσιμο χρόνο είχε συνάψει στην Σκίαθο, που εργαζόταν τότε, με την προμνησθείσα Αικ. Θεοδώρου, ερωτική σχέση, καρπός της οποίας ήταν η γέννηση της Γεωργίας. Ο Α. Μουτζούρης δεν μπορούσε να ήταν ο φυσικός πατέρας της διότι από το 1988 μέχρι τον Αύγουστο του 1994, που διακόπηκε η συμβίωση με την Αικ. Θεοδώρου (εφεξής η μητέρα), δεν είχαν σαρκική επαφή. Ο αιτητής ήταν ανίκανος για συνουσία. Περαιτέρω, από εξέταση σπέρματος στην οποία υποβλήθηκε κατά το έτος 1986, διαπιστώθηκε πως ήταν στείρος λόγω νεκροσπερμίας.

Ο Α. Μαρκιτανής ανέφερε περαιτέρω στην παραπάνω μαρτυρία του ότι συζούσε με τη μητέρα από το φθινόπωρο του 1994 μέχρι το θάνατο της στην Κύπρο στις 2/1/97.  Έπασχε από καρκίνο, που διαγνώσθηκε το Σεπτέμβριο του 1994.  Στη διάρκεια της ασθένειάς της, πάντοτε σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του, της συμπαραστάθηκε, ενώ παράλληλα αναπτύχθηκε και σφυρηλατήθηκε ο δεσμός του ως φυσικού πατέρα με τη θυγατέρα του, που θα διασαλευθεί ανεπανόρθωτα αν αυτή μεταφερθεί σε ξένο περιβάλλον. Στις 7/11/96 η μητέρα, με ένορκο δήλωση στο Οικογενειακό Δικαστήριο Λευκωσίας, βεβαίωσε το γεγονός, ότι, δηλαδή, ήταν ο πραγματικός πατέρας και παρέσχε τη συγκατάθεσή της για να προβεί ο Α. Μαρκιτανής σε αναγνώριση της πατρότητας. Αυτό έγινε την ίδια ημερομηνία με ένορκο δήλωση στο ίδιο δικαστήριο και αφού ακολουθήθηκε η διαδικασία του περί Τέκνων (Συγγένεια και Νομική Υπόσταση) Νόμου του 1991 (αρ. 187/91), Μέρος ΙV. Οι βεβαιώσεις αυτές είχαν προσκομισθεί ενώπιον του δικαστηρίου που εξέδωσε το επίδικο προσωρινό διάταγμα.

Για να συμπληρωθεί το φάσμα ισχυρισμών του Α. Μαρκιτανή θα μπορούσε ακόμη να αναφερθεί ότι, σύμφωνα με την ένορκο δήλωσή του, διαφυλάχθηκαν ιστοί από το σώμα της μητέρας για να μπορεί να διαπιστωθεί έξω από κάθε λογική αμφιβολία, με τις σύγχρονες επιστημονικές μεθόδους, η πατρότητα.  Ο ίδιος δε δήλωσε πως είναι πρόθυμος να διαθέσει για το σκοπό αυτό το απαραίτητο βιολογικό δείγμα.

Ο αιτητής αφιερώνει μεγάλο μέρος της μαρτυρίας του για να ανασκευάσει τους παραπάνω ισχυρισμούς. Και ιδιαίτερα εκείνους περί ανικανότητας και στειρότητάς του. Ανέφερε ότι κατά τον κρίσιμο χρόνο είχε κανονική ερωτική ζωή με τη γυναίκα του και ότι η σχέση της με τον Α. Μαρκιτανή άρχισε πολύ αργότερα το 1994. Παραδέχεται ότι το 1994 η σύζυγος του τον εγκατέλειψε, παίρνοντας μαζί και την ανήλικη. Τις αρχές του 1995 με απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Βόλου (ημερ. 14/2/95), που εκδόθηκε ερήμην της συζύγου, επιτράπηκε η προσωρινή επικοινωνία του αιτητή με την ανήλικη κατά τα χρονικά διαστήματα που αναφέρονται στην απόφαση. Και περαιτέρω διατάχθηκε η συντηρητική κατάσχεση κτήματος της μητέρας στην Σκίαθο.

Ωστόσο, φαίνεται ότι από τον Αύγουστο του 1994 μέχρι σήμερα ο αιτητής δεν είχε καμιά επαφή είτε με τη μητέρα είτε την ανήλικη. Λέγει στην ένορκο δήλωσή του ότι το παράνομο ζεύγος πήγε στην Σκίαθο τον Μάρτιο του 1996, αλλά έμεινε μόνο για μια μέρα για να παραλάβει η σύζυγός του αυτοκίνητο, που ήταν εγγεγραμμένο στο όνομά της. Ο αιτητής δεν ανέφερε κατά πόσον είχε συνάντηση με τη μητέρα ή κατά πόσον ζήτησε να πληροφορηθεί για το παιδί ή τη διαμονή του για να ασκήσει το δικαίωμα επικοινωνίας, το οποίο του παρέσχε το διάταγμα του δικαστηρίου Βόλου. Ισχυρίζεται όμως ότι από το Μάρτιο του 1996 έχασε "εντελώς τα ίχνη όλων" παρά τις προσπάθειές του να τους εντοπίσει. Τέλη Φεβρουαρίου 1997 πληροφορήθηκε "από φήμες  στη Σκίαθο" το θάνατο της συζύγου του. Επίσης ότι η μητέρα της, που έπεισε προς τούτο ο Α. Μαρκιτανής, ζεί με το παιδί στην Κύπρο. Τέλος ο αιτητής κατηγορεί τον τελευταίο ότι χρησιμοποιεί τη γιαγιά του παιδιού για να οικειοποιηθεί την περιουσία "που δικαιούται η ανήλικη θυγατέρα μου από τη μητέρα της, τη γιαγιά της και άλλες κληρονομιές που δικαιούται".

Ο δικηγόρος του αιτητή πρόβαλε και ανέπτυξε ως πρώτο λόγο για παροχή άδειας ότι συντρέχουν σε αυτή την περίπτωση "εξαιρετικές περιστάσεις", ανεξάρτητα από την ύπαρξη ή μη δικαιοδοσίας, που δικαιολογούν τέτοια ενέργεια του δικαστηρίου. Το υπό κρίση διάταγμα, συνέχισε, εκδόθηκε την 21/3/97 και θα παραμείνει σε ισχύ μέχρι 23/4/97 για 33 μέρες, χρόνο περισσότερο  από όσο είναι απαραίτητο για την επίδοσή του.  Αυτό πρόσθεσε θα έχει, "καταστρεπτικές συνέπειες" (ο χαρακτηρισμός ανήκει στο συνήγορο) για την ανήλικη. Και παρέθεσε την απόφαση του Κωνσταντινίδη Δ., στην αίτηση αρ. 143/96 της εταιρείας ΒP Cyprus Ltd. ημερ. 1/8/96, ως υποστηρίζουσα απόλυτα την άποψή του.

Στην παραπάνω υπόθεση δικαστής Επαρχιακού Δικαστηρίου εξέδωσε, στα πλαίσια αγωγής, προσωρινό διάταγμα με το οποίο απαγορεύθηκε στην B.P. Cyprus Ltd., να μεταφέρει τα πετρελαϊκά προϊόντα της ανά την Κύπρο με βυτιοφόρα άλλα απ' εκείνα των εναγόντων, με τους οποίους είχε συνάψει κάποια σύμβαση. Το διάταγμα ορίστηκε όντως μετά ένα μήνα. Παραχωρώντας άδεια το δικαστήριο έδωσε βασικά το εξής αιτιολογικό:

"Όπως έχει εξηγηθεί στην υπόθεση Ανθίμου (ανωτέρω) και έκτοτε σε πληθώρα άλλων υποθέσεων, "όπου προβλέπεται άλλο ένδικο μέσο και ειδικά, διαδικασία έφεσης, το Ανώτατο Δικαστήριο σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις, κάτω από εξαιρετικές περιστάσεις, δίδει άδεια".  Κρίνω ότι στην παρούσα περίπτωση, τουλάχιστον όπως βλέπω τώρα το θέμα πάνω στη βάση των στοιχείων που βρίσκονται ενώπιόν μου, συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις. Αυτές συνίστανται στο μεγάλο χρονικό διάστημα που μεσολαβεί μέχρι την ημέρα που ορίστηκε για να ακουστούν οι αιτητές ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου σε συνδυασμό προς τις δραστικές επιπτώσεις που εμφανίζεται να επιφέρει το διάταγμα που εκδόθηκε στις δραστηριότητες των αιτητών."

Η ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων είναι θέμα πραγματικό.  Και σαν τέτοιο ποικίλλει. Εξετάζεται κατά περίπτωση. Οι περιστάσεις μιας υπόθεσης δεν αποτελούν ασφαλές προηγούμενο εφαρμοζόμενο σε άλλη. Αυτό ισχύει και για το χρόνο επιστροφής του προσωρινού διατάγματος που εκδόθηκε σε συγκεκριμένη περίπτωση.  Δε θεωρώ την παρούσα όμοια με την υπόθεση BP Cyprus Ltd., ανωτέρω. Σε εκείνη οι δραστηριότητες της εταιρείας, εναντίον της οποίας εκδόθηκε το διάταγμα, σ' ένα ζωτικό τομέα, παρέλυσαν πλήρως. Παρόλο που στην υπόθεση ΒP Cyprus Ltd., αποδείχθηκε πιεστικότατη ανάγκη για συντόμευση της διαδικασίας, το θέμα θα παρέμενε σε εκκρεμότητα για μεγάλο χρονικό διάστημα με αποτέλεσμα το διάταγμα να επιφέρει, όπως διαπίστωσε η παραπάνω απόφαση "δραστικές επιπτώσεις στις δραστηριότητες των αιτητών".

Το δικαστήριο πρέπει να είναι ιδιαίτερα ευαίσθητο σε θέματα προσωπικού θεσμού και ευρύτερα των οικογενειακών σχέσεων. Τα αναφυόμενα ζητήματα, ιδιαίτερα της μορφής που έχει ανακύψει, πρέπει να επιλύονται το ταχύτερο για να μπορούν οι εμπλεκόμενοι να συνεχίζουν τη ζωή τους πάνω σε στέρεη και υγιή βάση. Θα μπορούσε ενδεχόμενα η επιστροφή του διατάγματος να ήταν συντομότερη.  Φαίνεται όμως, από το υλικό που τέθηκε στη διάθεσή μου, ότι για μεγάλη περίοδο, που πλησιάζει τα τρία χρόνια και, που από μιά πρώτη θεώρηση, είναι σημαντική για την ανάπτυξη της προσωπικότητας ενός παιδιού τρυφερής ηλικίας, δεν υπήρξε επικοινωνία του αιτητή με την ανήλικη.  Και είναι παραδεκτόν ότι από το θάνατο της μητέρας της η ανήλικη ζεί με τον Α. Μαρκιτανή και τη γιαγιά της. Επομένως δεν μπορεί να έχουμε τις καταστρεπτικές συνέπειες σε βάρος της ανήλικης για τις οποίες μίλησε ο συνήγορος.  Το ερώτημα ίσως είναι ποίες θα είναι οι συνέπειες τυχόν άμεσης απόσπασης της από το τωρινό περιβάλλον που φαίνεται να της είναι το πιο γνώριμο. Δε διαπιστώνω εξαιρετικές περιστάσεις που θα επέτρεπαν παρέκκλιση από το γενικό κανόνα, πως δεν παραχωρείται άδεια όταν προσφέρεται, όπως στην προκείμενη περίπτωση, άλλο ένδικο μέσο για επιδίωξη θεραπείας:  αίτηση Γεώργιου Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41.

Ανεξάρτητα από το επιχείρημα για εξαιρετικές περιστάσεις, προβλήθηκαν και άλλοι ισχυρισμοί για έλλειψη δικαιοδοσίας του Οικογενειακού Δικαστηρίου να εκδώσει το επίδικο διάταγμα. Έχω φυσικά κατά νούν τον κανόνα ότι κατά την ενάσκηση των εξουσιών του Ανωτάτου Δικαστηρίου δυνάμει του άρθρου 155.4 του Συντάγματος επιβάλλεται, παρά την ύπαρξη διαζευκτικών ένδικων μέσων για αναζήτηση θεραπείας, στην περίπτωση που είναι ορατή η έλλειψη δικαιοδοσίας, η έκδοση ex debito justitiae του πρόσφορου για την περίπτωση προνομιακού εντάλματος. Με αυτό τον τρόπο ελέγχεται δραστικά η παράνομη ανάληψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας:  βλέπε τις αποφάσεις στην Π.Ε. 8894 στην αίτηση του Αρχιεπισκόπου Κύπρου κ.κ. Χρυσοστόμου  ημερ. 28/4/93 και την αίτηση αρ. 128/95, Ηλία Ηλία, ημερ. 11/9/95.

Παρατηρώ ότι η δικαιοδοσία των Οικογενειακών Δικαστηρίων καθορίστηκε από την παράγραφο 3 του άρθρ. 111 του Συντάγματος, όπως τροποποιήθηκε από τον περί της Πρώτης Τροποποίησης του Συντάγματος Νόμο του 1989 (αρ. 95/89). Περιλαμβάνει εκτός άλλων και τις "οικογενειακές σχέσεις". Το εννοιολογικό περιεχόμενο του όρου απασχόλησε το δικαστήριο στην υπόθεση Ίωνος Δαδακαρίδη v. Σούζαν Δαδακαρίδου (1990) 1 Α.Α.Δ. 566, που αναφέρεται αναλυτικά και στην προηγούμενη νομολογία. Και επίσης σε σύγγραμμα του καθηγητή Σπυριδάκη "Αστικό Δίκαιον", παράγραφος 10 με τίτλο "Οικογενειακές Σχέσεις". Η ίδια αντιμετώπιση έγινε δεκτή και στην Π.Ε. αρ. 35 του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου Ευθαλία Βουνού v. Ανδρέα Βουνού, ημερ. 28/2/95.

Η εισήγηση του κ. Δημητριάδη για τα δικαιοδοτικά θέματα τέθηκε πολύπλευρα ως εξής: οι αποφάσεις στις οποίες μόλις έχω αναφερθεί, υιοθετώντας την προσέγγιση του ελληνικού δικαίου, περιορίζουν το πλέγμα των οικογενειακών σχέσεων στο στενότερο πλαίσιο της οικογένειας. Ο όρος δεν μπορεί να διευρυνθεί για να παράσχει κάλυψη σε εξώγαμη ερωτική σχέση του ετέρου των συζύγων ή τις συνέπειές της. Το πεδίο των οικογενειακών σχέσεων δε μεταβάλλεται ούτε διασπάται επειδή τυγχάνει ο εραστής της συζύγου να διεκδικεί την πατρότητα του παιδιού, που γεννήθηκε μέσα στο γάμο. Ο λόγος γιαυτό είναι ότι δεν τους συνδέει "οικογενειακή σχέση".

Για να ενισχύσει την άποψή του ο συνήγορος αναφέρθηκε στην απόφαση στην αίτηση αρ. 32/95 του Ηλία Ηλία ημερ. 5/5/95 και την εφετειακή απόφαση στην ίδια αίτηση, ημερ. 14/11/95.  Πρέπει  να λεχθεί ότι η υπόθεση αφορούσε τη διατροφή εξώγαμου τέκνου, που είχε αναγνωρισθεί από τον πατέρα του, ο οποίος ήταν μέλος της θρησκευτικής ομάδας των Μαρωνιτών, ενώ η μητέρα ανήκε στην ελληνορθόδοξη κοινότητα. Κρίθηκε ότι το Επαρχιακό Δικαστήριο είχε δικαιοδοσία να εκδικάσει τη σχετική αίτηση, σύμφωνα με τα άρθρ. 2 και 21 του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (αρ. 14/60). Προηγουμένως είχα ακυρώσει με προνομιακά εντάλματα διάταγμα διατροφής για το ίδιο τέκνο, που είχε εκδώσει το Οικογενειακό Δικαστήριο Λευκωσίας, λόγω έλλειψης δικαιοδοσίας του. Οι λόγοι εκτίθενται στην απόφαση στην αίτηση αρ. 149/94 του Ηλία Ηλία, ημερ. 11/1/95. Ομολογώ δε βλέπω τη συσχέτιση. Το πραγματικό υλικό που διαμόρφωσε τις παραπάνω αποφάσεις διαφέρει ριζικά από την παρούσα περίπτωση.

Ένα άλλο επιχείρημα έχει ως βάση την υπηκοότητα. Κατά το συνήγορο, το δικαστήριο εστερείτο δικαιοδοσίας να επιληφθεί της υπόθεσης γιατί ούτε το ζεύγος Μουτζούρη, ούτε φυσικά η ανήλικη, είναι ή ήταν ποτέ πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας. Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρ. 6 του ν. 187/91, υπάρχει τεκμήριο γνησιότητας τέκνου που γεννήθηκε σε γάμο.  Μπορεί να προσβληθεί δικαστικά αλλά, απ' όσα αναφέρει ο αιτητής στην παράγραφο 17 της ενόρκου δηλώσεως του, ο Α. Μαρκιτανής δεν προέβη ποτέ σε τέτοιο διάβημα.  Και στην περίπτωση ακόμα που είχε τέτοιο δικαίωμα αυτό έχει παραγραφεί γιατί παρήλθε η μεγαλύτερη δυνατή περίοδος εντός της οποίας μπορούσε να δράσει, δηλαδή, 5 χρόνια από τον τοκετό, που προβλέπει το άρθρ. 11.  Τέλος, έχει λεχθεί ότι η έλλειψη δικαιοδοσίας προκύπτει κατά τρόπο που δεν επιδέχεται αμφισβήτηση από τις διατάξεις του άρθρ. 5 (2) του περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμου του 1990 (αρ. 216/90), που προβλέπουν ότι σε περίπτωση που η γονική μέριμνα παύει λόγω θανάτου του ενός γονέα, αυτή ασκείται αποκλειστικά από τον άλλο.

Θα εξετάσω τα παραπάνω επιχειρήματα όχι όμως κατ' ανάγκη με τη σειρά που καταγράφηκαν.  Πρέπει νομίζω πρώτα να αποσαφηνισθεί ο επιχειρηθείς συσχετισμός της ιθαγένειας για τη θεμελίωση δικαιοδοσίας. Έχω τη γνώμη ότι η ιδιότητα του πολίτη της Κυπριακής Δημοκρατίας είναι άσχετη με την ύπαρξη δικαιοδοσίας σε θέματα οικογενειακών σχέσεων που αφορούν τους ελληνορθόδοξους. Την άποψη αυτή υποστηρίζει η απόφαση στην Έφεση αρ. 58 του Δευτεροβάθμιου Οικογενειακού Δικαστηρίου Πάνος Σίμου Κουππάρης v. Κυριακούλλας Κουππάρη, ημερ. 20/6/96. Αφορούσε το διαζύγιο Βρεττανών πολιτών από τους οποίους ο ένας ήταν πολίτης της Κυπριακής Δημοκρατίας.  Η αρχή όμως που υιοθέτησε ισχύει ασφαλώς και για ζητήματα οικογενειακών σχέσεων (άρθρ. 111.3 του Συντάγματος).

Το παρακάτω απόσπασμα από την απόφαση δείχνει ακριβώς πως δεν είναι η υπηκοότητα που καθορίζει τη δικαιοδοτική ικανότητα των Οικογενειακών Δικαστηρίων αλλά η ιδιότητα του μέλους της ελληνορθόδοξης εκκλησίας:

"Μετά την Hadjijovani v. Hadjijovani (ανωτέρω), ακολούθησαν οι αποφάσεις στις υποθέσεις Papasavvas v. Yiannoulla Johnstone (1984) 1 C.L.R. 38 και Marina Cris Anthimos Tooley v. Cris Anthimos Tooley (1984) 1 C.L.R. 279, στις οποίες το Ανώτατο Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι η εφαρμογή των προνοιών του άρθρου 111, δεν περιορίζεται στους πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας που ανήκουν στην Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία της Κύπρου, είτε σε θρησκευτική ομάδα, αλλά επεκτείνεται σε κάθε μέλος των εκκλησιών αυτών ανεξάρτητα από την υπηκοότητά του, δεδομένου όμως ότι και οι δύο σύζυγοι είναι μόνιμα εγκατεστημένοι (domiciled) στην Κύπρο. Συμφωνούμε με τη μεταγενέστερη προσέγγιση που έγινε στις υποθέσεις Papasavvas και Tooley (ανωτέρω) και τις υιοθετούμε."

Αν τυχόν εγείρεται θέμα μόνιμης κατοικίας (domicile) χρειάζεται μαρτυρία. Στην περίπτωσή μας δεν προκύπτει άμεσα και κατάδηλα από το πρακτικό της διαδικασίας δικαιοδοτικό ελάττωμα από τέτοια αιτία. Είναι σχετική η ακόλουθη παρατήρηση από το Basu's Commentary on the Constitution of India, 5η έκδοση, σελ. 557:

"Εven where the statute which creates the Tribunal provides a specific remedy, Prohibition would lie where there is a total lack of jurisdiction on the part of the statutory authority, on undisputed facts; or, where defect of jurisdiction is 'apparent on the face of the record'."

Θα μπορούσαμε επίσης να αναφερθούμε και στις διατάξεις του ν. 88(1)/94 που τροποποίησε τις διατάξεις του περί Οικογενειακών Δικαστηρίων Νόμου του 1990 (αρ. 23/90) έτσι ώστε το δικαστήριο να μπορεί να εκδικάζει και υποθέσεις στις οποίες μόνο ο ένας από τους δύο συζύγους είναι μέλος της Ορθόδοξης Χριστιανικής Εκκλησίας [άρθρ. 16(3)].

Η υπόθεση Δαδακαρίδη, όπως διαφαίνεται από τη Βουνού, ανωτέρω, δεν έχει εξαντλήσει το περιεχόμενο της έννοιας των οικογενειακών σχέσεων.  Ο κ. Δημητριάδης βάσισε το επιχείρημά του στο σύγγραμμα Σπυριδάκη, στο σημείο που αναφέρει ότι:

"οικογενειακές είναι οι σχέσεις που αναφέρονται στη δημιουργία της οικογένειας ή δημιουργούνται στο πλαίσιο μιας οικογένειας."

Αυτό όμως, κατά τη γνώμη μου, δεν αποκλείει περιπτώσεις όπως η παρούσα. Ο όρος "οικογένεια" δεν ερμηνεύεται πάντοτε με τη στενή αντίληψη της καλούμενης "συζυγικής" οικογένειας.  Σχετική είναι η άποψη του Ιω. Γ. Δεληγιάννη "Οικογενειακό Δίκαιο" τόμος Ι, στη σελ. 25:

"Επισημαίνεται, εξάλλου, ότι τόσο η έννοια της οικογένειας κατά το άρθρ. 21, παράγραφος Ι Συντ., όπως αυτό ερμηνεύεται σωστά, όσο και η έννοια της οικογένειας στις διατάξεις του Α.Κ. που αφορούν τη ρύθμιση των αποτελεσμάτων της συγγένειας, περιλαμβάνουν καταρχήν και τις περιπτώσεις (μη άρτιων) οικογενειών που δημιουργούνται με τη γέννηση παιδιών χωρίς γάμο των γονέων τους."

Η σχέση, όπως έχει διαμορφωθεί εδώ, δεν μπορεί να απεμπλακεί και διαχωρισθεί από το πλέγμα των οικογενειακών σχέσεων.  Άλλωστε υπάρχουν οι διατάξεις για προσβολή της πατρότητας τέκνου γεννημένου σε γάμο από το ν. 187/91. Αρμοδιότητα για εκδίκαση, σύμφωνα με τις ερμηνευτικές διατάξεις του άρθρ. 2, έχει το Οικογενειακό Δικαστήριο. Και έχει λεχθεί κατά κόρον ότι το δικαιοδοτικό πλαίσιο κάθε δικαστηρίου είναι πλάσμα του νόμου.

Δε νομίζω πως θα ήταν ορθό, σε διαδικασία αυτής της φύσεως, που μόνο σκοπό έχει να ελέγξει κατά πόσον το κατώτερο δικαστήριο ενήργησε στα πλαίσια της δικαιοδοσίας που του απένειμε το Σύνταγμα και ο νόμος, να ασχοληθώ με ερμηνευτικά θέματα που ανακύπτουν από τις διατάξεις του νόμου και ειδικότερα του άρθρ. 8 που αφορά το δικαίωμα προσβολής της πατρότητας, που δεν εγείρεται και άμεσα. Η όποια σημασία του είναι, για τους σκοπούς της παρούσης, η νομοθετική αναγνώριση τέτοιου δικαιώματος και η ρύθμιση άσκησής του.

Η επιτροπεία είναι νομικά πολυσήμαντη έννοια.  Η φύλαξη τέκνου που χορηγήθηκε με το επίδικο διάταγμα, είναι πτυχή μόνο της πολλαπλότητάς της.  Και αποσκοπεί "όπως και η γονική μέριμνα" στο να προστατεύσει τα προσωπικά και περιουσιακά συμφέροντα του ανηλίκου (Α. Γεωργιάδης και Ν. Σταθόπουλος "Αστικός Κώδικας" VIII, σελ. 413). Αναφορικά με το περιεχόμενο της παραπέμπω στο άρθρ. 5(1)(β) του ν. 216/90.  Είναι ορθόν ότι σε περίπτωση θανάτου η γονική μέριμνα ασκείται από τον επιζώντα σύζυγο. Όμως ο νόμος παρέχει διακριτική εξουσία στο δικαστήριο να αφαιρέσει από γονέα τη γονική μέριμνα και να αναθέσει την επιμέλεια του, μερικά ή συνολικά, σε επίτροπο: άρθρ. 18 του ν. 216/90.  Βλέπε επίσης άρθρ. 24 και 32 στα οποία επίσης στηρίζεται η αίτηση με αρ. 55/97.

Δεν πρέπει να λησμονείται ότι η εμβέλεια του certiorari είναι περιορισμένη. Αποσκοπεί στην εξάλειψη απόφασης κατώτερου δικαστηρίου που είναι φανερό - και προκύπτει άμεσα από τα έγγραφα της διαδικασίας ή τη μαρτυρία που προσάγεται - ότι εκδόθηκε χωρίς ο νόμος να του έχει απονείμει τη σχετική εξουσία.  Διαφορετικά η έφεση παραμένει το ενδεδειγμένο ένδικο μέσο για την ανατροπή λανθασμένης απόφασης, που αφορά είτε πραγματικό είτε νομικό ζήτημα.

Κρίνω, για τους λόγους που προεκτέθηκαν, ότι δεν αποδείχθηκε εκ πρώτης όψεως υπόθεση.  Απορρίπτω την αίτηση για χορήγηση άδειας.

H αίτηση απορρίπτεται.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο