ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1997) 1 ΑΑΔ 164
31 Ιανουαρίου, 1997
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΚΑΛΛHΣ, Δ/στές]
ΦΙΛΙΠΠΟΣ Γ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ, ΑΝΗΛΙΚΟΣ ΔΙΑ ΤΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΤΟΥ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΥ ΚΗΔΕΜΟΝΟΣ ΚΑΙ ΠΛΗΣΙΕΣΤΕΡΟΥ
ΣΥΓΓΕΝΟΥΣ ΚΑΙ ΦΙΛΟΥ ΑΥΤΟΥ ΓΙΑΝΝΑΚΗ ΓΕΩΡΓΙΟΥ,
Εφεσείων-Eνάγων,
v.
ΠΕΤΡΟΥ ΚΑΨΟΥ,
Εφεσίβλητου-Εναγόμενου.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 9140).
Mαρτυρία — Αξιοπιστία μαρτύρων — Ανήλικοι μάρτυρες — Κατά πόσο η ηλικία και η ψυχολογική τους κατάσταση συνιστούσαν λόγους για κατάληξη από το Δικαστήριο υπέρ της αξιοπιστίας τους — Η αξιολόγηση της μαρτυρίας αποτελεί ευθύνη και καθήκον του πρωτόδικου Δικαστηρίου και το Εφετείο σπάνια επεμβαίνει για να ανατρέψει τα σχετικά ευρήματα στα οποία κατέληξε το πρωτόδικο Δικαστήριο επί του θέματος της αξιοπιστίας των μαρτύρων.
Πολιτική Δικονομία — Δικόγραφα — Μόνο τα ουσιώδη γεγονότα πρέπει να αναφέρονται στα δικόγραφα και όχι η μαρτυρία με την οποία αυτά θα αποδειχθούν.
Ο ενάγων, εφεσείων στην παρούσα διαδικασία, κατά τον ουσιώδη χρόνο ήταν ανήλικος. Αξιώνει ειδικές και γενικές αποζημιώσεις για σωματικές βλάβες τις οποίες υπέστη στις 27/4/1988, όταν σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του ενώ βρισκόταν με άλλους συνομήλικούς του σε τοποθεσία έξω από το συνοικισμό Αγίου Ελευθερίου Λατσιών, ο εναγόμενος παράνομα του επιτέθηκε καταδιώκοντάς τον με το όχημά του, με αποτέλεσμα ο ενάγων στην προσπάθειά του να διαφύγει, να πέσει σε παρακείμενο χαράκωμα και να τραυματιστεί σοβαρά. Το πρωτόδικο Δικαστήριο βρήκε τους μάρτυρες που κατέθεσαν για τον ενάγοντα αναξιόπιστους, κατέληξε ότι δεν μπορούσε να λεχθεί με ασφάλεια ότι οι πράξεις του εναγομένου έκδηλα σκόπευαν να εκφοβίσουν τον ενάγοντα και απέρριψε την αγωγή.
Στην έφεση ο εφεσείων ισχυρίστηκε ότι:
(α) Το Δικαστήριο λανθασμένα κατέληξε επί της αναξιοπιστίας των ανηλίκων μαρτύρων γιατί η ηλικία τους και η ψυχολογική τους κατάσταση κατά τη διάρκεια του επεισοδίου, ήταν λόγοι που δικαιολογούσαν την κατάληξη από το Δικαστήριο υπέρ της αξιοπιστίας τους.
(β) Ο ισχυρισμός του εναγομένου ότι ο υπερβολικός θόρυβος της μηχανής, που κατά τον ισχυρισμό του ενάγοντα, τον φόβισε με αποτέλεσμα να πέσει στο χαράκωμα, τέθηκε για πρώτη φορά στην ακροαματική διαδικασία, χωρίς προηγουμένως να αναφερθεί στα δικόγραφα.
(γ) Το Άρθρο 26 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου Κεφ. 148, δεν ερμηνεύτηκε ορθά από το Δικαστήριο.
Αποφασίστηκε ότι:
(α) Τα συμπεράσματα επί των γεγονότων αποτελούν ευθύνη και καθήκον του πρωτόδικου Δικαστηρίου που έχει την ευκαιρία να δει και εκτιμήσει τους μάρτυρες ενώ δίδουν μαρτυρία και το Εφετείο σπάνια μόνο επεμβαίνει για να μεταβάλει την αξιολόγηση της μαρτυρίας. Στην παρούσα υπόθεση κανένας απολύτως λόγος δεν δίδεται που να κλονίζει την ορθότητα των συμπερασμάτων του πρωτόδικου δικαστηρίου και ως εκ τούτου το Εφετείο δεν δικαιολογείται να επέμβει.
(β) Ο ισχυρισμός της παραγράφου 2 ανωτέρω, δεν μπορεί να ευσταθήσει, αφού ο σχετικός ισχυρισμός αποτελεί λεπτομέρεια και μαρτυρία και όχι ουσιώδες γεγονός που ήταν απαραίτητο να αναφερθεί στα δικόγραφα.
(γ) Το Δικαστήριο ανέλυσε λεπτομερώς όχι μόνο το Άρθρο 26(1) του Κεφ. 148, αλλά και όλες τις λεπτομέρειες των γεγονότων.
H έφεση απορρίφθηκε με έξοδα όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.
Έφεση.
Έφεση από τον ενάγοντα κατά της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Παναγή, E.Δ.) που δόθηκε στις 31 Aπριλίου, 1994 (Aρ. Aγωγής 5643/89), με την οποία απορρίφθηκε η απαίτησή του για ειδικές και γενικές αποζημιώσεις για σωματικές βλάβες, τις οποίες ισχυρίζεται ότι υπέστη, όταν ο εναγόμενος παράνομα του επιτέθηκε καταδιώκοντάς τον με το όχημά του.
Ν. Παπαμιλτιάδους, για τον Εφεσείοντα.
Στ. Ερωτοκρίτου (κα), για τον Εφεσίβλητο.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα απαγγείλει ο Φρ. Νικολαΐδης, Δ.
ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Ο ενάγων εφεσείων στην παρούσα διαδικασία κατά τον ουσιώδη χρόνο ήταν ανήλικος. Αξιώνει ειδικές και γενικές αποζημιώσεις για σωματικές βλάβες τις οποίες υπέστη στις 27.4.1988, όταν σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του ενώ βρισκόταν με άλλους συνομήλικούς του σε τοποθεσία έξω από το συνοικισμό Αγίου Ελευθερίου Λατσιών, ο εναγόμενος παράνομα του επιτέθηκε καταδιώκοντάς τον με το όχημά του, με αποτέλεσμα ο ενάγων στην προσπάθειά του να διαφύγει να πέσει σε παρακείμενο χαράκωμα της Εθνικής Φρουράς και να τραυματιστεί σοβαρά. Το πρωτόδικο δικαστήριο σε μια πολυσέλιδη και εμπεριστατωμένη απόφαση αφού, αντίθετα με τους μάρτυρες του εναγόμενου, βρήκε τους μάρτυρες που κατέθεσαν για τον ενάγοντα αναξιόπιστους, κατέληξε ότι δεν μπορούσε να λεχθεί με ασφάλεια ότι οι πράξεις του εναγόμενου έκδηλα σκόπευαν να εκφοβίσουν τον ενάγοντα και έτσι απέρριψε την αγωγή.
Με την παρούσα έφεση ο ενάγων ουσιαστικά ισχυρίζεται ότι το Δικαστήριο λανθασμένα κατέληξε επί της αναξιοπιστίας των ανηλίκων μαρτύρων γιατί η ηλικία τους και η ψυχολογική τους κατάσταση κατά τη διάρκεια του επεισοδίου, το γεγονός δηλαδή ότι και οι ίδιοι ήταν φοβισμένοι κατά τον ουσιώδη χρόνο, ήταν λόγοι που δικαιολογούσαν την κατάληξη από το Δικαστήριο υπέρ της αξιοπιστίας τους. Αρκεί να πούμε για το λόγο αυτό ότι ολόκληρη σειρά αποφάσεων έχει επαναλάβει ξανά και ξανά ότι τα συμπεράσματα επί των γεγονότων αποτελούν ευθύνη και καθήκον του πρωτόδικου δικαστηρίου που έχει την ευκαιρία να δει και εκτιμήσει τους μάρτυρες ενώ δίδουν μαρτυρία και το Εφετείο σπάνια μόνο επεμβαίνει για να μεταβάλει την αξιολόγηση της μαρτυρίας. Στην παρούσα υπόθεση ο προβληθείς ισχυρισμός ούτε κατά διάνοια επιτρέπει στο Εφετείο την επέμβαση,γιατί κανένας απολύτως λόγος δεν δίδεται που να κλονίζει την ορθότητα των συμπερασμάτων του Δικαστηρίου. Το νεαρό της ηλικίας ή η ψυχολογική του κατάσταση δεν είναι λόγοι που συνηγορούν υπέρ της αποδοχής της μαρτυρίας οποιουδήποτε μάρτυρα. Εξ άλλου μπορεί να λεχθεί ότι το Δικαστήριο, εκτός της απόρριψης της μαρτυρίας των ανηλίκων μαρτύρων, η οποία ας σημειωθεί βρίθει ανακριβειών, έχει απορρίψει και την υπόλοιπη μαρτυρία για τον ενάγοντα. Αντίθετα αποδέκτηκε τη μαρτυρία για τον εναγόμενο. Το πρωτόδικο δικαστήριο ορθά και απολύτως δικαιολογημένα κατέληξε στα συγκεκριμένα συμπεράσματα και κανένας λόγος είχε παρουσιαστεί που να δικαιολογεί διαφορετική αντιμετώπιση.
Άλλος λόγος για τον οποίο αμφισβητείται η απόφαση του πρωτόδικου δικαστηρίου είναι ότι ο ισχυρισμός του εναγόμενου ότι ο υπερβολικός θόρυβος της μηχανής (κοινώς "μαρσάρισμα") που κατά τον ισχυρισμό του ενάγοντα τον φόβισε με αποτέλεσμα να πέσει στο χαράκωμα, τέθηκε για πρώτη φορά στην ακροαματική διαδικασία, χωρίς προηγουμένως να αναφερθεί στα δικόγραφα. Ούτε αυτό το επιχείρημα μπορεί να ευσταθήσει, αφού ο σχετικός ισχυρισμός αποτελεί λεπτομέρεια και μαρτυρία και όχι ουσιώδες γεγονός που ήταν απαραίτητο να αναφερθεί στα δικόγραφα. Ο εναγόμενος απαντώντας στον ισχυρισμό του ενάγοντα ότι φοβήθηκε από το "μαρσάρισμα" του αυτοκινήτου που εξέλαβε σαν μέρος της επίθεσης εναντίον του, προέβαλε τον ισχυρισμό, τον οποίο τελικά το Δικαστήριο αποδέκτηκε ως αληθή, ότι ο υπερβολικός θόρυβος της μηχανής του αυτοκινήτου ακούστηκε γιατί ο τροχός του αυτοκινήτου στη συγκεκριμένη στιγμή είχε εγκλωβιστεί σε λακκούβα και ο θόρυβος δημιουργήθηκε στην προσπάθειά του να απεγκλωβίσει το αυτοκίνητο από τη λακκούβα και όχι στην προσπάθειά του να εκφοβίσει τα παιδιά.
Τέλος προβλήθηκε ο ισχυρισμός ότι το άρθρο 26 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, Κεφ. 148, κακώς ερμηνεύτηκε από το Δικαστήριο, χωρίς όμως ο ευπαίδευτος συνήγορος να επεκταθεί και επεξηγήσει τους λόγους. Πιστεύουμε ότι αντίθετα το Δικαστήριο με μεγάλη επιμέλεια και λεπτομέρεια ανέλυσε όχι μόνο το άρθρο 26(1) του Κεφ. 148, αλλά και με αχρείαστη επιμονή ανέλυσε και την τελευταία νομική πτυχή, αλλά και όλες τις λεπτομέρειες των γεγονότων. Θα τολμούσαμε να πούμε ότι η προσπάθεια την οποία το Δικαστήριο αφιέρωσε για τη συγγραφή της πολυσέλιδης αυτής απόφασης ήταν υπέρμετρη σε σχέση με την όλη υπόθεση χωρίς βέβαια να έχουμε πρόθεση να δώσουμε την εντύπωση ότι οι αποφάσεις των δικαστηρίων δεν θα πρέπει να είναι λεπτομερείς εκεί όπου χρειάζεται.
Εν όψει όλων των πιο πάνω βρίσκουμε ότι η έφεση είναι εντελώς αναιτιολόγητη και απορρίπτεται με έξοδα στη σχετική κλίμακα όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή του Δικαστηρίου.
H έφεση απορρίπτεται με έξοδα όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.