ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1997) 1 ΑΑΔ 68
27 Iανουαρίου, 1997
[ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, ΧΑΤΖΗΤΣΑΓΓΑΡΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ/στές]
ΚΩΣΤΑΣ ΚΥΡΙΑΚΙΔΗΣ,
Εφεσείων,
v.
ΧΡΥΣΤΑΛΛΑΣ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ ΑΝΗΛΙΚΟΥ ΔΙΑ ΤΟΥ
ΠΛΗΣΙΕΣΤΕΡΟΥ ΦΙΛΟΥ ΚΑΙ ΠΑΤΡΟΣ ΑΥΤΗΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ ΚΑΙ ΑΛΛΩN,
Εφεσιβλήτων.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 9043).
Αμέλεια — Eπιμερισμός ευθύνης — Διασταύρωση δρόμου από παιδιά που μετέβαιναν στο σχολείο τους — Το ενδεχόμενο διασταύρωσης πρέπει να αναμένεται από τους οδηγούς οι οποίοι πρέπει να λαμβάνουν αποτελεσματικά μέτρα να κάμουν γνωστή την παρουσία τους και να επαγρυπνούν προς αποφυγή του χειρότερου — Παράγοντες που λαμβάνονται υπ' όψιν στην στάθμιση του καταμερισμού της ευθύνης — Κατανομή ευθύνης 70% στον εφεσείοντα και 30% στις εφεσίβλητες — Κρίθηκε ορθή και επικυρώθηκε.
Οι εφεσίβλητες ηλικίας 13 και 10 χρόνων, μαθήτριες στο γυμνάσιο και το δημοτικό αντίστοιχα, κτυπήθηκαν από τον εφεσείοντα ο οποίος οδηγούσε μοτοσυκλέττα κυβισμού 49 κ.ε., στην προσπάθειά τους να διασταυρώσουν την οδό Μισιαούλη και Καβάζογλου στη Λεμεσό για να μεταβούν στο σχολείο τους. Στα αριστερά των εφεσιβλήτων υπήρχε σταθμευμένο αυτοκίνητο. Κάλυψαν το πλάτος του και στάθηκαν στην πλευρά του, εντός του δρόμου αναμένοντας την ευκαιρία να διασταυρώσουν. Ο εφεσείων ερχόταν από δεξιά των εφεσιβλήτων. Προς την κατεύθυνση από την οποία ερχόταν ο εφεσείων υπήρχε μεγάλη ορατότητα, ενώ προς την άλλη, η ορατότητα περιοριζόταν ένεκα στροφής. Προς τα εκεί ήταν στραμμένη η προσοχή τους αμέσως προτού επιχειρήσουν να διασταυρώσουν το δρόμο, χωρίς κατά την στιγμή εκείνη να κοιτάζουν και προς τα δεξιά. Ο εφεσείων τις είδε από απόσταση 10 με 12 μέτρων και δεν αντελήφθη ότι είχαν σκοπό να διασταυρώσουν το δρόμο γι' αυτό και συνέχισε την πορεία του. Όταν βρισκόταν σε απόσταση 2 μέτρων έτρεξαν απότομα να διασταυρώσουν, ο εφεσείων δεν πρόλαβε να τις αποφύγει παρόλο που έστριψε το τιμόνι του λίγο αριστερά και σταμάτησε. Η μία κτύπησε στο αριστερό μπροστινό μέρος της μοτοσυκλέττας οπότε και οι δύο έπεσαν κάτω στο δρόμο. Η Μισιαούλη και Καβάζογλου είναι κύριος πολυσύχναστος δρόμος πλάτους 34 ποδών. Σε απόσταση περίπου 200 μέτρων από τη σύγκρουση ήταν το δημοτικό σχολείο και σε κάποια απόσταση πιο πέρα το γυμνάσιο. Η σύγκρουση έγινε περίπου στο μέσο του δρόμου.
Το πρωτόδικο δικαστήριο επεσήμανε ότι ένας συνετός οδηγός, θα μπορούσε να προβλέψει ότι τα κορίτσια στέκονταν μέσα στο δρόμο για να διασταυρώσουν αφού η ώρα εκείνη ήταν η ώρα που τα παιδιά πήγαιναν σχολείο. Γι' αυτό όφειλε να ηχήσει την σειρήνα του και να επαγρυπνεί μήπως και συμβεί το χειρότερο. Στη συνέχεια αφού αναφέρθηκε στους παράγοντες που λαμβάνονται υπ' όψιν στον καταμερισμό της ευθύνης και που είναι η υπαιτιότητα και η αιτιώδης συνάφεια, κατένειμε την ευθύνη 70% στον εφεσείοντα και 30% στις εφεσίβλητες.
Ο εφεσείων, αμφισβήτησε στην έφεσή του, το ποσοστό καταμερισμού της ευθύνης όπως καθορίστηκε από το πρωτόδικο δικαστήριο.
Το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε την έφεση και αποφάνθηκε ότι δε διέκρινε οποιοδήποτε σφάλμα στη στάθμιση - που είναι πρωτίστως έργο του πρωτόδικου δικαστηρίου - της αντίστοιχης υπαιτιότητας και της αιτιώδους συνάφειας που σύμφωνα με τη νομολογία μας αποτελούν τα κριτήρια για καταμερισμό της ευθύνης.
Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα. Τα έξοδα να υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή.
Υποθέσεις που αναφέρθηκαν:
Δαυίδ v. Αστυνομίας (1993) 2 Α.Α.Δ. 169,
Baker v. Willoughby [1969] 3 All E.R. 1528,
Χριστοδούλου v. Γρηγορίου (1989) 1(Ε) Α.Α.Δ. 178.
Έφεση.
Έφεση από τον Eναγόμενο κατά της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού (Kορφιώτης, A.E.Δ.) που δόθηκε στις 30 Σεπτεμβρίου, 1993 (Aρ. Aγωγής 2411/89 και 2412/89), με την οποία κατανεμήθηκε σ' αυτόν 70% της ευθύνης για το δυστύχημα και 30% στις εφεσίβλητες 1, 2.
Α. Σ. Μυριάνθης, για τον Εφεσείοντα.
Ε. Σεργίδης, για τους Εφεσίβλητους.
Cur. adv. vult.
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Νικολάου, Δ.
ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Το πρωί της 6 Ιουνίου 1988 οι εφεσίβλητες ξεκίνησαν μαζί από το σπίτι τους στη Λεμεσό για να μεταβούν, όπως συνήθιζαν, στα σχολεία τους. Η μια, ηλικίας 13 ετών στο γυμνάσιο ενώ η μικρότερη, ηλικίας 10 ετών, στο δημοτικό. Διήνησαν την οδό Τριών Ιεραρχών κρατώντας την αριστερή πλευρά και έφτασαν στο τέρμα, εκεί όπου ενώνεται με την οδό Μισιαούλη και Καβάζογλου. Την οποία τα δύο κορίτσια θα διασταύρωναν. Προχώρησαν λοιπόν λίγο αριστερότερα στην άκρη της Μισιαούλη και Καβάζογλου και επειδή υπήρχε εκεί σταθμευμένο αυτοκίνητο, κάλυψαν το πλάτος του και στάθηκαν στην πλευρά του, εντός του δρόμου, αναμένοντας ευκαιρία να διασταυρώσουν. Η Μισιαούλη και Καβάζογλου είναι κύριος, πολυσύχναστος δρόμος πλάτους 34 ποδών. Κοντά στην εν λόγω ένωση υπήρχε υπεραγορά. Σε απόσταση περίπου 200 μέτρων ήταν το δημοτικό σχολείο. Και σε κάποια απόσταση πιο πέρα βρισκόταν το γυμνάσιο. Ήταν περίπου 7.30 π.μ., ώρα κυκλοφοριακής αιχμής.
Ο εφεσείων οδηγούσε μοτοσυκλέτα - μια μικρή μοτοσυκλέττα κυβισμού 49 κ.ε. - κατά μήκος του κύριου δρόμου με ανατολική κατεύθυνση. Δηλαδή ερχόταν από τα δεξιά των εφεσίβλητων. Γνώριζε, καθώς ανέφερε, πως στην περιοχή υπήρχαν σχολεία προς τα οποία εκείνη την ώρα μετέβαιναν τα παιδιά. Προς την κατεύθυνση από την οποία ερχόταν ο εφεσείων, οι εφεσίβλητες 1 και 2 είχαν μεγάλη ορατότητα: 200 μέτρα περίπου. Ενώ προς την άλλη, η ορατότητα περιοριζόταν ένεκα στροφής. Γι' αυτό και φαίνεται πως οι εφεσίβλητες 1 και 2 είχαν περισσότερη έγνοια για οχήματα από τα αριστερά τους. Προς τα εκεί είχαν εστραμμένη την προσοχή αμέσως προτού επιχειρήσουν να διασταυρώσουν το δρόμο κρατώντας, η μια το χέρι της άλλης. Χωρίς, κατά εκείνη τη στιγμή, να κοιτάξουν και προς τα δεξιά.
Σύμφωνα με τη μαρτυρία του μεγαλύτερου κοριτσιού - της εφεσίβλητης 1 - προχώρησαν με γοργό βήμα αλλά όχι τρέχοντας. Ο εφεσείων τις είδε από κοντινή απόσταση: 10 με 12 μέτρα, καθώς ανέφερε στην κατάθεσή του στην αστυνομία και 15 μέτρα, καθώς είπε στη μαρτυρία του. Τις είδε να στέκονται στο δρόμο παρά το πλευρό του σταθμευμένου αυτοκινήτου και να κοιτάζουν προς την άλλη πλευρά. Στην κατάθεσή του ανέφερε ότι δεν αντιλήφθηκε ότι σκοπός τους ήταν να διασταυρώσουν εκείνη τη στιγμή. Και έτσι συνέχισε την πορεία του. Όταν βρισκόταν σε απόσταση 2 μέτρων έτρεξαν απότομα να διασταυρώσουν. Με αποτέλεσμα να μην μπορέσει να τις αποφύγει παρόλον που πρόλαβε και έστριψε το τιμόνι του λίγο στα αριστερά και σταμάτησε. Η μια κτύπησε στο αριστερό μπροστινό μέρος της μοτοσυκλέτας οπότε και οι δύο ακολούθως έπεσαν κάτω στο δρόμο. Ωστόσο, στη μαρτυρία του ανέφερε ότι παρόλον που δεν αντιλήφθηκε πως θα διασταύρωναν εκείνη τη στιγμή, μείωσε την ταχύτητά του από 15 μ.α.ω. σε 5 μ.α.ω. για κάθε ενδεχόμενο. Η σύγκρουση έγινε σε περίπου το μέσο του δρόμου: 16 πόδια από την αριστερή άκρη σε σχέση με την κατεύθυνση του εφεσείοντος.
Το πρωτόδικο δικαστήριο επεσήμανε ότι ένας συνετός οδηγός θα μπορούσε να προβλέψει ότι τα κορίτσια στέκονταν μέσα στο δρόμο για να διασταυρώσουν. Ήταν άλλωστε η ώρα που τα παιδιά πήγαιναν σχολείο. Και ο εφεσείων το ήξερε. Έπειτα, το δικαστήριο αναφέρθηκε στη Δαυίδ v. Αστυνομίας (1993) 2 Α.Α.Δ. 169 στην οποία υπογραμμίστηκε ότι εφόσον εντοπίζονται παιδιά στο δρόμο το ενδεχόμενο να τρέξουν να τον διασταυρώσουν είναι κάτι το σύνηθες και οι οδηγοί πρέπει να το αναμένουν. Γι' αυτό, δεδομένου ότι εδώ οι εφεσίβλητες 1 και 2 κοίταζαν προς την άλλη κατεύθυνση, ο εφεσείων όφειλε να ηχήσει τη σειρήνα του για να καταστήσει γνωστή την παρουσία του. Και όφειλε να επαγρυπνεί μήπως και συμβεί το χειρότερο. Το δικαστήριο δεν απέδωσε ουσιαστική σημασία στο κατά πόσο ο εφεσείων αντιλήφθηκε ή όχι το κατά πόσο οι εφεσίβλητες θα διασταύρωναν το δρόμο, θεωρώντας αφενός ότι όφειλε να το είχε αντιληφθεί, και αφετέρου ότι όφειλε να είχε λάβει αποτελεσματικά μέτρα. Ενώ ως προς τον τρόπο που διασταύρωσαν αποδέχθηκε τη μαρτυρία της εφεσίβλητης 1. Καταλόγισε λοιπόν στον εναγόμενο ευθύνη για αμέλεια. Καταλόγισε όμως και συντρέχουσα αμέλεια στις εφεσίβλητες 1 και 2 διότι στην ηλικία τους γνώριζαν πως προτού διασταυρώσουν θα έπρεπε εν τέλει να κοιτάξουν και στα δεξιά. Έπειτα, αφού αναφέρθηκε εκτενώς στην Baker v. Willoughby [1969] 3 All E.R. (H.L.) 1528 στην οποία εξηγείται ότι στον καταμερισμό ευθύνης λαμβάνονται υπόψη δύο παράγοντες, ήτοι, η υπαιτιότητα και η αιτιώδης συνάφεια, κατένειμε την ευθύνη 70% στον εφεσείοντα και 30% στις εφεσίβλητες 1 και 2.
Ο εφεσείων αμφισβητεί ότι φέρει οποιαδήποτε ευθύνη για το ατύχημα και προσθέτει ότι εν πάση περιπτώσει η όποια δική του ευθύνη είναι κατά πολύ μικρότερη εκείνης που του καταλογίστηκε. Κατά την κρίση μας, ορθά ήταν που το πρωτόδικο δικαστήριο για τους λόγους που εξέθεσε, διέγνωσε ότι ο εφεσείων έφερε ευθύνη και μάλιστα το μεγαλύτερο μέρος, για την πρόκληση του ατυχήματος. Δεν διακρίνουμε οποιοδήποτε σφάλμα στη στάθμιση - που είναι πρωτίστως έργο του πρωτόδικου δικαστηρίου - της αντίστοιχης υπαιτιότητας και αιτιώδους συνάφειας που, όπως δέχεται και η δική μας νομολογία, αποτελούν τα κριτήρια για τον καταλογισμό ευθύνης: βλ. την Χριστοδούλου v. Γρηγορίου (1989) (Ε) 1 Α.Α.Δ. 178 ανάμεσα σε πολλές. Δεν καταδεικνύεται λοιπόν χώρος για επέμβαση από το Εφετείο.
Προβλήθηκε ακόμα ένας λόγος έφεσης. Αναφορικά με τις ειδικές ζημιές διατύπωνε αξίωση μαζί με τις εφεσίβλητες 1 και 2 και ο πατέρας τους, εφεσίβλητος 3. Το δικαστήριο επεδίκασε αποζημιώσεις προς όφελος μόνο των εφεσίβλητων 1 και 2, παραλείποντας εν τέλει να αναφερθεί και στον εφεσβίλητο 3 ώστε να κρίνει την τύχη της δικής του αξίωσης. Εκείνος δεν προσέβαλε την εν λόγω παράλειψη. Την προσβάλλει όμως ο εφεσείων. Παρόλον που δεν θίγεται κανένα δικό του συμφέρον. Αυτός ο λόγος έφεσης στερείται λοιπόν αντικειμένου. Και δεν χρήζει εξέτασης.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα. Τα έξοδα να υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα. Τα έξοδα να υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.