ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1997) 1 ΑΑΔ 1362

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Πολιτική Εφ. 9571

Σύνθεση Δικαστηρίου: ΠΙΚΗΣ, Π., ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ,

ΚΡΑΜΒΗΣ, ΔΔ.

 

Αλέκος Κυριάκου,

Εφεσείων-εναγόμενος ,

- και -

Ευαγγελίας Δημητρίου,

Εφεσίβλητης-ενάγουσ ας.

- - -

Ημερομηνία: 27 Οκτωβρίου 1997.

Για τον εφεσείοντα: Ε. Κορακίδης:

Για τον εφεσίβλητο: Α. Κακογιάννης.

- - -

Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου

θα δώσει ο Γ. Μ. Πικής, Π.

- - -

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΠΙΚΗΣ, Π.: Ο εφεσείων ήταν οδηγός αυτοκινήτου (ταξί) το οποίο συγκρούστηκε με την εφεσίβλητη ενώ η τελευταία περπατούσε σε αστικό δρόμο στην Πάφο. Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε τον εφεσείοντα υπόλογο για παράβαση του καθήκοντος επιμέλειας προς την εφεσίβλητη και την τελευταία, υπεύθυνη για συντρέχουσα αμέλεια, Επιμέτρησε την ευθύνη εξίσου μεταξύ των δύο για την απώλεια και ζημία που υπέστη η πεζή ως αποτέλεσμα του τραυματισμού της από το δυστύχημα.

Ο εφεσείων προσβάλλει, (α) την απόδοση ευθύνης στον εφεσείοντα και συναφώς τα ευρήματα για τις συνθήκες του δυστυχήματος, και (β) το μέρος της απόφασης που αφορά την επιδίκαση ειδικής ζημίας στην εφεσίβλητη αναφορικά με την απώλεια ημερομισθίων κατά την περίοδο ανικανότητας λόγω του τραυματισμού της, να εργαστεί. Τα ευρήματα του Δικαστηρίου για τη σωματική βλάβη που υπέστη την περίοδο που ήταν ανίκανη για εργασία καθώς και οι γενικές αποζημιώσεις, δεν αμφισβητούνται.

Το δυστύχημα έγινε σε αστικό δρόμο της Πάφου, πριν χαράξει το φως σε σημείο που η ορατότητα ήταν ανεμπόδιστη και προς τις δύο κατευθύνσεις. Η σκηνή φωτιζόταν από οδικό φωτισμό. Η σύγκρουση έγινε σε σημείο του δρόμου 2μ. 20 εκ. από το πεζοδρόμιο στην αριστερά πλευρά κατά μήκος της πορείας του αυτοκινήτου. Το Δικαστήριο απέρριψε την εκδοχή του εφεσείοντα ότι η σύγκρουση επεσυνέβη ενώ η πεζή διασταύρωνε το δρόμο από τα δεξιά προς τα αριστερά. Διαπίστωσε ότι η εφεσίβλητη ερχόταν από την αντίθετη κατεύθυνση κινούμενη μέσα στο δρόμο σε απόσταση 2 μ. 20 εκ. από το πεζοδρόμιο. Η ίδια η εφεσίβλητη στη μαρτυρία της κατέθεσε ότι η χρήση του πεζοδρομίου στο παρακείμενο σημείο της σύγκρουσης ήταν αδύνατη λόγω της απόφραξης του από σωρό αντικειμένων. Έκρινε τον εφεσείοντα υπόλογο για αμέλεια λόγω της παράλειψης του να προσέξει έγκαιρα, ως θα ήταν η περίπωση αν οδηγούσε με τη δέουσα επιμέλεια, και να πάρει τα αναγκαία μέτρα προς αποφυγή της σύγκρουσης και την εφεσίβλητη υπεύθυνη συντρέχουσας αμέλειας διότι εξέθεσε τη σωματική της ασφάλεια σε προβλεπτούς κινδύνους βαδίζοντας σε κάποια απόσταση από την άκρη του δρόμου, κίνδυνοι οι οποίοι μεγενθύνθηκαν από το γεγονός ότι ήταν σκούρα ντυμένη στο ομιχλώδες και βροχερό εκείνο πρωϊνό παράγοντες που έτειναν να περιορίσουν το ευδιάκριτο της παρουσίας της.

Το Δικαστήριο απέρριψε τη μαρτυρία του εφεσείοντα ότι κατά το χρόνο του δυστυχήματος η εφεσίβλητη διασταύρωνε το δρόμο καθώς και τη μαρτυρία της εφεσίβλητης ότι βάδιζε δίπλα στο πεζοδρόμιο. Αποδέχτηκε: (α) τη μαρτυρία της εφεσίβλητης, την οποία έτεινε να υποστηρίξει και η μαρτυρία επιβάτη στο αυτοκίνητο του εφεσείοντα, μάρτυρα υπεράσπισης. και (β) τη μαρτυρία του αστυνομικού ο οποίος διερεύνησε το δυστύχημα, μάρτυρα της εφεσίβλητης, ο οποίος εντόπισε το σημείο της σύγκρουσης σε απόσταση 2 μ. και 20 εκ. από το πεζοδρόμιο και επομένως σε κάποια απόσταση από την άκρη του πεζοδρομίου όπου ισχυρίστηκε η εφεσίβλητη ότι περπατούσε. Στο εύρημα αυτό κατέληξε το Δικαστήριο υπό το φως των στοιχείων πραγματικής μαρτυρίας, τα οποία ανεύρε (ο εξεταστής του δυστυχήματος) στη σκηνή και τα οποία συσχέτισε προς το δυστύχημα.

Ο εφεσείων υπέβαλε ότι τα ευρήματα του Δικαστηρίου είναι ακροσφαλή, διότι ενώ φαίνεται ότι το Δικαστήριο αποδέχτηκε τη μαρτυρία της εφεσίβλητης, μέρος των ευρημάτων συγκρούονται με την εκδοχή που πρόβαλε στο Δικαστήριο. Ούτε εξετάστηκαν, όπως εισηγήθηκε, στο βαθμό που έπρεπε, οι λόγοι για τους οποίους η εφεσίβλητη δεν χρησιμοποίησε το πεζοδρόμιο και οι αιτιάσεις που έδωσε γι΄ αυτή της την παράλειψη.

Τέλος η κατανομή της ευθύνης ανεξάρτητα από οποιοδήποτε άλλο παράγοντα, προσβάλλεται ως αυθαίρετη ή ανυπόστατη. Η εφεσίβλητη υποστήριξε το εύλογο τόσο των ευρημάτων όσο και της κατάληξης του Δικαστηρίου για την ευθύνη των μερών και την κατανομή της.

Προκύπτει από την υπό έφεση απόφαση ότι το Δικαστήριο προέβη στα ευρήματα του μετά από συνεκτίμηση του συνόλου της μαρτυρίας, περιλαμβανομένης και της πραγματικής μαρτυρίας και των συμπερασμάτων που μπορούσαν να εξαχθούν απ΄ αυτή. Επίσης η καθοδήγηση του Δικαστηρίου ως προς τις αρχές δικαίου που διέπουν τον καθορισμό της ευθύνης για οδική αμέλεια, και τον επιμερισμό της υπήρξε εξίσου ορθή. (Παρατίθεται η Νicolaou v. Louka (1985)1 C.L.R. 91.) H πραγματική μαρτυρία, εφόσον δεν είναι ουδέτερη, (Κονναρής ν. Κυριάκου Πολ. Εφ. 8551 - 19.3.1996.), παρέχει βάση για την κρίση τόσο της αξιοπιστίας όσο και της ακρίβειας της μαρτυρίας, για τις συνθήκες του δυστυχήματος. (Ioannides v. Kyriacou (1988) 1 C.L.R. 639. Georghios Prokopiou Haloumias v. The Police (1970)2 C.L.R. 154. Meshiou v. Eleftheriou (1982)1 C.L.R. 486. Adamis & Another v. Eracleous (1982)1 C.L.R. 746. Charalambous & Another v. Kaifas (1986)1 C.L.R. 278. Teklima Ltd ν. A.P. Lanitis (1987)1 C.L.R. 614. Derek Knell v. Της Αστυνομίας, Ποινική Έφεση αρ. 5729 - 15.4.1994. Θρασυβούλου ν. Κουλέρμου κ.ά. Πολιτική Έφεση αρ. 8658 - 21.3.1996. Ιορδάνου ν. Κυριάκου, Πολιτική Έφεση αρ. 9081 - 20.12.1996.)

Στην προκείμενη περίπτωση η πραγματική μαρτυρία παρείχε σαφείς ενδείξεις για το σημείο της σύγκρουσης και ορθά αξιολογήθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο. Εξίσου επιτρεπτό ήταν το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ως προς την πορεία της εφεσίβλητης.

Δεν διαπιστώνουμε βάσιμο λόγο ο οποίος να δικαιολογεί επέμβαση με τα ευρήματα του Δικαστηρίου ως προς τα περιβάλλοντα το δυστύχημα γεγονότα, ή την κατάληξη του ως προς την ευθύνη των διαδίκων και τον καταμερισμό της.

Το παράπονο στο οποίο στοιχειοθετείται ο δεύτερος λόγος έφεσης έχει ως βάση την παράλειψη της εφεσίβλητης να εξειδικεύσει στην έκθεση απαιτήσεως, εκτός από την ειδική ζημία για απώλεια ημερομισθίων και τις λεπτομέρειες της εργοδότησης της. η παράλειψη η οποία της αποδίδεται έγκειται στο ότι δεν καθόρισε στην έκθεση απαιτήσεως, τον τόπο όπου εργαζόταν (Alexander Hotel), καθώς και την περίοδο της προϋπηρεσία της. Προς υποστήριξη αυτού του μέρους της έφεσης ο εφεσείων επικαλέστηκε σειρά δικαστικών αποφάσεων στις οποίες τονίζεται η ανάγκη για αυστηρό προσδιορισμό και απόδειξη της ειδικής ζημίας. (Βλ. British Transport Commission v. Courley (1956) A.C. 185. Bonham-Carter v. Hyde Park Hotel Ltd. (1948) 64 T.L.R. 177. Domsalla v. Barr (1969) 3 All E.R. 487. Ηρακλέους ν. Πίτρου Πολ. Έφεση αρ. 8937 - 5.4.1994.) Η εφεσίβλητη απάντησε ότι καθόρισε επακριβώς τη ζημία που υπέστη (απώλεια ημερομισθίων) και την απέδειξε με την ίδια βεβαιότητα. Εάν εζητούντο περαιτέρω λεπτομέρειες από τον εφεσείοντα, η εφεσίβλητη ήταν πάντα έτοιμη να τις δώσει περιλαμβανομένων και λεπτομερειών της εργοδότησής της.

Η άλλη εισήγηση την οποία υπέβαλε ο εφεσείων είναι ότι η μαρτυρία της εφεσίβλητης αναφορικά με την απώλεια ημερομισθίων δεν έπρεπε να γίνει δεχτή στην απουσία ενισχυτικής μαρτυρίας. Η θέση αυτή προβλήθηκε, χωρίς αναφορά σε οποιοδήποτε αποδεικτικό κανόνα ο οποίος να επιβάλλει τη βεβαίωση της μαρτυρίας για ειδική ζημία ή ειδικά για απώλεια ημερομισθίων με ενισχυτική μαρτυρία. Ούτε υφίσταται κανόνας ο οποίος να καθιστά αναγκαία την ύπαρξη ενισχυτικής μαρτυρίας για τη θεμελίωση απαίτησης για ειδική ζημία. Κρίνουμε και το λόγο αυτό αβάσιμο. Διαπίστωση μας είναι ότι καθορίστηκε με την αναγκαία λεπτομέρεια στην έκθεση απαιτήσεως η ειδική ζημία που προέκυψε από την απώλεια εισοδήματος κατά την περιόδο της ανικανότητας της εφεσίβλητης να εργασθεί και αποδείχτηκε, σύμφωνα με τα ευρήματα του Δικαστηρίου με την ίδια βεβαιότητα.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 

Π.

Δ.

Δ.

/ΑυΦ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο