ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1997) 1 ΑΑΔ 973
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
Πρωτοβάθμια Δικαιοδοσία
FONT>Αίτηση Αρ. 89/97
ΕΝΩΠΙΟΝ: Μ. ΚΡΟΝΙΔΗ, Δ.
Αναφορικά με το Άρθρο 155.4 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας και το άρθρο 3 του περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) Νόμου του 1964
- και -
Αναφορικά με την αίτηση της Τράπεζας Κύπρου Λτδ., από τη Λευκωσία, για άδεια καταχώρησης αιτήσεως για ένταλμα της φύσης CERTIORARI
-
και -Αναφορικά με το προσωρινό διάταγμα του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Γλ. Μιχαηλίδης, Ανώτερος Επαρχιακός Δικαστής), που εξεδόθη στις 14.7.97 στην Αγωγή Αρ. 8969/97 και επιδόθηκε στην αιτήτρια Τράπεζα στις 16.7.97.
- - - - - -
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ
: 5/9/1997ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ
:Για τους αιτητές: Π. Πολυβίου με Στ. Πολυβίου (κα).
Για τους καθ΄ ων η αίτηση: Σπ. Ευαγγέλου με Θ. Ευαγγέλου (δνις).
- - - - - -
ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ
Με επιστολή τους προς τον Πρωτοκολλητή του Ανωτάτου Δικαστηρίου, μέσω του δικηγόρου τους, οι Αντώνης Χ"Ρούσος και Ντίνος Παπαδόπουλος, ζητούσαν όπως πληροφορηθεί το Δικαστήριο ότι την 1.9.1997 που ήταν ορισμένη η κυρίως αίτηση για έκδοση προνομιακού διατάγματος, θα εμφανίζοντο και θα ζητούσαν παρέμβασή τους στη διαδικασία αφού τους επιδοθούν
τα διάφορα έγγραφα της υπόθεσης.
Όντως την 1.9.1997 ο δικηγόρος των αιτητών εμφανίσθηκε στο Δικαστήριο και υπέβαλε προφορικά το αίτημά του. Στο αίτημα αυτό ο δικηγόρος της καθ΄ ης η αίτηση Εταιρείας πρόβαλε ένσταση στην αποδοχή του. Το Δικαστήριο, λόγω της συμμετοχής μου στην Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου ως Εκλογοδικείου, ανέβαλε την εξέταση του αιτήματος την επομένη, 2.9.1997. Πράγματι στις 2.9.1997 άκουσα τις μακρές αγορεύσεις όλων των πλευρών της υπόθεσης.
Θεωρώ σκόπιμο να παραθέσω τα γεγονότα της υπόθεσης όπως εξάγονται από το φάκελο της υπόθεσης.
Την 11.7.1997 οι αιτητές Χ"Ρούσος και Παπαδόπουλος διορίσθησαν με βάση τις σχετικές διατάξεις του περί Εταιρειών Νόμου, διαχειριστές και παραλήπτες της καθ΄ ης η αίτηση Εταιρείας. Μετά το διορισμό αυτό η καθ΄ ης η αίτηση Εταιρεία κατεχώρησε αγωγή εναντίον της Τράπεζας Κύπρου, αιτητές στην κύρια αίτηση, εξασφαλίζοντας αυθημερόν προσωρινό διάταγμα με το οποίο, μεταξύ άλλων, διατάσσοντο οι αιτούντες να μην εισέλθουν στα υποστατικά της Εταιρείας ή να απαιτήσουν να παραλάβουν έγγραφα ή περιουσιακά στοιχεία της ή να επέμβουν καθ΄ οιονδήποτε τρόπο στις εργασίες της Εταιρείας. Το διάταγμα αυτό επεδόθη, με πρωτοβουλία της καθ΄ ης η αίτηση Εταιρείας, στους δύο διαχειριστές και παραλήπτες.
Στις 18.7.1997 η Τράπεζα Κύπρου κατεχώρησε αίτηση για έκδοση άδειας για καταχώρηση προνομιακού εντάλματος Certiorari. Με απόφασή μου ημερομηνίας 21.7.1997 παρεχώρησα την αιτούμενη άδεια και συνάμα ανέστειλα την ισχύ του προσωρινού διατάγματος μέχρι την καταχώρηση της αίτησης και εφόσον αυτή καταχωρηθεί, μέσα στο χρόνο που είχε προσδιοριστεί, μέχρι την αποπεράτωση της. Η αίτηση καταχωρήθηκε στις 24.7.1997, μέσα στην καθορισθείσα προθεσμία και ορίσθηκε την 1.9.1997.
Ο κ. Τριανταφυλλίδης, δικηγόρος των αιτούντων, υπέβαλε στη μακρά αγόρευσή του ότι οι διαχειριστές-παραλήπτες έχουν το δικαίωμα να παρέμβουν στη διαδικασία γιατί είναι επηρεαζόμενα πρόσωπα. Στηρίζει δε τη θέση του αυτή στο γεγονός ότι το επίδικο διάταγμα του Επαρχιακού Δικαστηρίου επιδόθηκε, με πρωτοβουλία της καθ΄ ης η αίτηση Εταιρείας, στους δύο παραλήπτες, οι οποίοι, με βάση τη Δ.48 θ.8 των Θεσμών Πολιτικής Δικονομίας, είχαν το δικαίωμα να καταχωρήσουν αίτηση για παραμερισμό του.
Υπέβαλε ότι οι πελάτες του έχουν κάθε συμφέρο στην υπόθεση γιατί οποιαδήποτε απόφαση του Δικαστηρίου επηρεάζει τα συμφέροντά τους. Δεν ζητούν κατέληξε, να καταστούν διάδικοι στη διαδικασία αλλά να τους δοθεί το δικαίωμα να ακουσθούν.
Επιπρόσθετα ο κ. Τριανταφυλλίδης υπέβαλε ότι οι διαχειριστές και παραλήπτες από το διορισμό τους μέχρι και σήμερα διαχειρίζονται την περιουσία της Εταιρείας και όλες οι εξουσίες τις οποίες είχαν οι Διευθυντές της Εταιρείας περιήλθαν σ΄ αυτούς. Οι διαχειριστές και παραλήπτες έχουν ευθύνη όχι μόνο έναντι της Τράπεζας Κύπρου αλλά και έναντι όλων των πιστωτών της Εταιρείας. Διατηρούν δε το δικαίωμα έγερσης ή υπεράσπισης αγωγής που στρέφεται εναντίον της Εταιρείας.
Στην ίδια γραμμή κινήθηκε και η αγόρευση του κ. Πολυβίου που εκπροσωπεί τους αιτητές στην κύρια αίτηση. Υπέβαλε ότι ο διορισμός των διαχειριστών περατώθηκε με την αποδοχή του και εφόσον η ισχύς του διατάγματος που τους επιδόθηκε έχει ανασταλεί με απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου εξακολουθούν να είναι οι διαχειριστές της Εταιρείας με όλα τα δικαιώματα που τους παρέχει η σχετική νομοθεσία. Υπέβαλε τελικά, ότι
εφόσον το διάταγμα του Επαρχιακού Δικαστηρίου τους επεδόθη και διετάσσοντο να συμμορφωθούν, επηρεάζονται τα συμφέροντά τους όσον και τα συμφέροντα της Εταιρείας που εκπροσωπείται από αυτούς. Ο κ. Πολυβίου υπεστήριξε ότι, παρά το γεγονός ότι ο διορισμός των διαχειριστών αμφισβητείται, ο διορισμός αυτός δεν έχει παραμερισθεί από το Δικαστήριο και υφίσταται τόσο πραγματικά όσο και νομικά.Ο κ. Ευαγγέλου που ενίσταται στο αίτημα ανέφερε δύο λόγους γιατί δεν είναι δυνατό να επιτραπεί η παρέμβαση των αιτούντων. Πρώτο ότι δεν είναι επηρεαζόμενα πρόσωπα και τυχόν απόφαση περί του αντιθέτου θα εξυπακούει απόφαση σε αμφισβητούμενο θέμα που εκκρεμεί και δεν βρίσκεται μέσα στα πλαίσια της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου τούτου. Δεύτερο, ότι οι αιτούντες καθυστέρησαν στην
υποβολή του αιτήματος τους και έτσι θα επέλθει καθυστέρηση στην εκδίκαση και αποπεράτωση της υπόθεσης.Η δικαιοδοσία έκδοσης προνομιακών ενταλμάτων με βάση το Άρθρο 155.4 του Συντάγματος ασκείται από το Ανώτατο Δικαστήριο, που εγκαθιδρύθηκε το 1964. Το Ανώτατο Δικαστήριο μπορεί να εκδίδει διαδικαστικό κανονισμό για την καλύτερη εφαρμογή του Νόμου. Μέχρι σήμερα δεν εκδόθηκε διαδικαστικός κανονισμός που να ρυθμίζει τη διαδικασία έκδοσης προνομιακών ενταλμάτων. Το Ανώτατο Δικαστήριο, στην άσκηση της δικαιοδοσίας του αυτής, από την ημέρα της Ανεξαρτησίας ακολούθησε δικαστική πρακτική ανάλογη με την Αγγλική και επικαλέσθηκε τους Αγγλικούς θεσμούς. (Βλέπε
In re Aeroporos & Others (1988) 1 CLR 302 και Γενικός Εισαγγελέας (Αρ. 2) (1992) 1 ΑΑΔ 761).Σύμφωνα με τους Αγγλικούς θεσμούς, O.59 r.5(3), το Δικαστήριο, ακόμα και αυταπάγγελτα, μπορεί να διατάξει την επίδοση σε οιονδήποτε πρόσωπο, είτε στο πρόσωπο που όφειλε ο αιτητής να επιδόσει σύμφωνα με τους Κανονισμούς ή όχι.
Οι εξουσίες του Δικαστηρίου επί του θέματος είναι ευρείες. Σύμφωνα με τον πιο πάνω Κανονισμό το Δικαστήριο μπορεί να διατάξει την επίδοση κάτω από τέτοιους όρους, εάν είναι αναγκαίοι, ως τούτο διατάξει.
Στην παρούσα υπόθεση, λαμβάνοντας υπόψη τα μη αμφισβητούμενα γεγονότα κατέληξα ότι οι αιτούντες είναι επηρεαζόμενα πρόσωπα από τη διαδικασία αυτή. Στο συμπέρασμα αυτό κατέληξα από το γεγονός ότι είναι τα ονομαζόμενα πρόσωπα στο επίδικο διάταγμα του Επαρχιακού Δικαστηρίου στα οποία και η καθ΄ ης η αίτηση Εταιρεία επέδωσε τούτο. Περαιτέρω, από το διορισμό τους ως διαχειριστές και παραλήπτες, οι αιτούντες διαχειρίζονται τα της Εταιρείας μέχρι σήμερα την οποία και εκπροσωπούν. Οι διαπιστώσεις αυτές γίνονται αποκλειστικά και μόνο για διεκπεραίωση του επίδικου θέματος της διαδικασίας της παρέμβασης. Εξάλλου οι αιτούντες είχαν με βάση τους θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας δικαίωμα να παρέμβουν και στη διαδικασία ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου.
Δεν έχω πεισθεί από το επιχείρημα του κ. Ευαγγέλου ότι οι αιτούντες βαρύνονται με αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην προβολή του αιτήματός τους. Πρόβαλαν το αίτημα με την πρώτη ευκαιρία που είχαν στη διάθεσή της, δηλαδή την πρώτη εμφάνιση ενώπιον του Δικαστηρίου.
Κατά συνέπεια το αίτημα των διαχειριστών και παραληπτών γίνεται δεκτό. Εκδίδεται διαταγή όπως επιδοθούν τα έγγραφα της παρούσας διαδικασίας στο δικηγόρο τους, εντός δύο ημερών, με οδηγίες όπως καθορίσουν τη θέση τους και ακουσθούν στην κυρίως διαδικασία επί των επίδικων θεμάτων που θίγονται στην αίτηση.
(Υπ.) Μ. Κρονίδης, Δ.
/Επσ