ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1997) 1 ΑΑΔ 1026
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΕΚΛΟΓΟΔΙΚΕΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
Εκλογική Αίτηση Αρ. 5/97
ΕΝΩΠΙΟΝ: ΠΙΚΗ, Π., ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΧΑΤΖΗΤΣΑΓΓΑΡΗ,
ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗ, ΝΙΚΗΤΑ, ΑΡΤΕΜΙΔΗ, ΑΡΤΕΜΗ,
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗ, ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ,
ΚΑΛΛΗ, ΚΡΟΝΙΔΗ, ΗΛΙΑΔΗ, Δ/στών
Μεταξύ
:Γιαννάκη Κουλουντή, εκ Λεμεσού,
Αιτητή
- ν. -
1. Βουλής των Αντιπροσώπων, εκ Λευκωσίας,
2. Ντίνου Μιχαηλίδη, Υπουργού Εσωτερικών,
3. Χριστάκη Αθανασίου, Εφόρου Εκλογής Μελών της
Βουλής των Αντιπροσώπων, Εκλογικής Περιφ. Λ/σού,
4. Χριστόδουλου Βενιαμίν, εκ Λευκωσίας,
5. Ανορθωτικού Κόμματος Εργαζομένου Λαού,
(ΑΚΕΛ), εκ Λευκωσίας,
Καθ΄ ων η αίτηση
-------------------------
Εκλογική Αίτηση Αρ. 7/97
Μεταξύ
:Μιχάλη Παφιτανή, εκ Λεμεσού,
Αιτητή
- ν. -
1. Βουλής των Αντιπροσώπων, εκ Λευκωσίας,
2. Ντίνου Μιχαηλίδη, Υπουργού Εσωτερικών,
3. Χριστάκη Αθανασίου, Εφόρου Εκλογής Μελών της
Βουλής των Αντιπροσώπων, Εκλογικής Περιφ. Λ/σού,
4. Χριστόδουλου Βενιαμίν, εκ Λευκωσίας,
5. Ανορθωτικού Κόμματος Εργαζομένου Λαού,
(ΑΚΕΛ), εκ Λευκωσίας,
Καθ΄ ων η αίτηση
-------------------------
17 Σεπτεμβρίου 1997
Για τους αιτητές : Χρ. Κληρίδης με Χρ. Χριστοφή
και Δ. Θεοδώρου.
Για τους καθ΄ ων η αίτηση 1 και 4: Γ. Κακογιάννης, Π. Πολυβίου και
Γ. Χριστοφίδης.
Για τους καθ΄ ων η αίτηση 2 και 3: Α. Μαρκίδης, Γενικός Εισαγγελέας
της Δημοκρατίας, με Α. Παπασάββα
και Γ. Φράγκου.
Για τους καθ΄ ων η αίτηση 5 : Α.Σ. Αγγελίδης με Σ. Παπασάββα.
-------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Οι αιτητές προσβάλλουν την ανακήρυξη, στις 7 Ιανουαρίου 1997, του Χριστόδουλου Βενιαμίν ως εκλεγέντα βουλευτή για την εκλογική περιφέρεια Λεμεσού. Είναι και οι δύο εκλογείς της περιφέρειας ενώ ο ένας ήταν και υποψήφιος στις τελευταίες γενικές βουλευτικές εκλογές.
Γενικές βουλευτικές εκλογές διεξήχθησαν στις 26 Μαίου 1996. Κατά τις οποίες εξελέγη ως ένας από τους βουλευτές της εκλογικής περιφέρειας Λεμεσού ο Δημήτρης Κοντίδης με το συνδυασμό ΑΚΕΛ-Αριστερά Νέες Δυνάμεις. Ανέλαβε το αξίωμα και το διατήρησε μέχρι που, στις 31 Δεκεμβρίου 1996, υπέβαλε παραίτηση με ισχύ από 1 Ιανουαρίου 1997 εξ αιτίας της εκλογής του στις 15 Δεκεμβρίου 1996 ως δημάρχου Λεμεσού και της επικείμενης υπ΄ αυτού ανάληψης, την επομένη, του νέου αξιώματος.
Της κένωσης της βουλευτικής έδρας προηγήθηκε, στις 28 Δεκεμβρίου 1996, η δημοσίευση του περί της Τρίτης Τροποποίησης του Συντάγματος Νόμου του 1996 (Ν. 115(Ι)/96) με τον οποίο, για τους λόγους που εκεί εκτίθενται, διαγράφηκε η παράγραφος 2 του Άρθρου 66 του Συντάγματος και αντικαταστάθηκε με νέα. Παραθέτω και τις δύο:
Η αρχική:
"2. Κενωθείσα βουλευτική έδρα πληρούται δι΄ αναπληρωματικής εκλογής διενεργουμένης εντός προθεσμίας τεσσαράκοντα πέντε το πολύ ημερών από της κενώσεως εις ημερομηνίαν καθοριζομένην υπό της Βουλής των Αντιπροσώπων."
Και η νέα:
"2. Κενωθείσα βουλευτική έδρα πληρούται εντός προθεσμίας τεσσαράκοντα πέντε το πολύ ημερών από της κενώσεως καθ΄ ον τρόπον νόμος ορίζει."
Είναι προφανές και δεν τέθηκε υπό αμφισβήτηση ότι η αρχική διάταξη ήταν αρμοσμένη στις ανάγκες του πλειοψηφικού συστήματος εκλογής. Με αποτέλεσμα να προκαλείται ανωμαλία στη λειτουργία του εισαχθέντος από το 1979 αναλογικού συστήματος οσάκις ετίθετο θέμα πλήρωσης κενωθείσας βουλευτικής έδρας. Ενώ η νέα διάταξη προοριζόταν
να παράσχει τη δυνατότητα για νομοθετική ρύθμιση που να επιτρέπει την εφαρμογή του αναλογικού και σε αυτή την περίπτωση. Κατ΄ ακολουθίαν δημοσιεύτηκε, την 31 Δεκεμβρίου 1996, ο περί Εκλογής Μελών της Βουλής των Αντιπροσώπων (Τροποποιητικός) (Αρ. 2) Νόμος του 1996 (Ν. 118(1)/96) προς επίτευξη αυτού του σκοπού.Η τροποποίηση έλαβε τη μορφή προσθήκης νέου άρθρου στο βασικό Νόμο (Ν. 72/1979) ως άρθρο 35 - του παλαιού αναριθμημένου ως άρθρου 35Α - το εδάφιο (1) του οποίου προβλέπει για την πλήρωση με ό,τι απαιτεί το αναλογικό, ενώ το εδάφιο (2) προβλέπει ότι όπου καθίσταται αδύνατη η με εκείνο τον τρόπο πλήρωση, διεξάγεται αναπληρωματική εκλογή.
Στην προκείμενη περίπτωση συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις για την πλήρωση της θέσης δυνάμει του εδαφίου (1) του άρθρου 35 του Νόμου. Καταδεικνύετο ως δικαιούχος ο Χριστόδουλος Βενιαμίν δεδομένου ότι αυτός ήταν ο αμέσως επόμενος του Δημήτρη Κοντίδη κατά σειρά επιτυχίας υποψήφιος του ιδίου συνδυασμού στις γενικές εκλογές του Μαίου 1996 και εξακολουθούσε να ανήκει εκεί. Γι΄ αυτό, ο Υπουργός Εσωτερικών, όντας ο επί του ζητήματος αρμόδιος, διόρισε Έφορο Εκλογής για την ανακήρυξη του Χριστόδουλου Βενιαμίν ως νέου βουλευτή της εκλογικής περιφέρειας Λεμεσού. Η ανακήρυξη επήλθε στις 7 Ιανουαρίου 1997.
Ο συνήγορος των αιτητών ανέπτυξε με επιχειρηματολογία τις ακόλουθες θέσεις προς τις οποίες αντιτάχθηκαν τα άλλα μέρη για λόγους που και εκείνοι ανέπτυξαν:
α) Ο περί της Τρίτης Τροποποίησης του Συντάγματος Νόμος του 1996 είναι αντισυνταγματικός διότι δεν υπήρξε η απαιτούμενη από το Άρθρο 182.3 του Συντάγματος συνδρομή βουλευτών της Τουρκικής κοινότητας. Διαλαμβάνεται εκεί ότι:
"Διά την ψήφισιν οιουδήποτε νόμου περί τροποποιήσεως απαιτείται πλειοψηφία περιλαμβάνουσα τουλάχιστον τα δύο τρίτα του όλου αριθμού των εις την ελληνικήν κοινότητα ανηκόντων βουλευτών και τουλάχιστον τα δύο τρίτα του όλου αριθμού των εις την τουρκικήν κοινότητα ανηκόντων βουλευτών."
Ο συνήγορος επικαλέστηκε σχετικά την Αναφορά 1/86
, Πρόεδρος της Δημοκρατίας ν. Βουλής των Αντιπροσώπων (1986) 3 C.L.R. 1439 όπου ηγέρθη τέτοιο ζήτημα και το Ανώτατο Δικαστήριο γνωμάτευσε ότι το δίκαιο της ανάγκης δεν δικαιολογούσε την τροποποίηση του Συντάγματος. Σχολιάζοντας τη μεταγενέστερη απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στη Νικολάου κ.α. ν. Νικολάου κ.α. (1992) 1(Β) Α.Α.Δ. 1338 όπου, αναφορικά με την τροποποίηση του Άρθρου 111 του Συντάγματος κάτω από τις ίδιες περιστάσεις σημειώθηκε ισοψηφία - πέντε με πέντε - με αποτέλεσμα την εγκυρότητα της τροποποίησης εφόσον υπερίσχυε το τεκμήριο συνταγματικότητας του τροποποιητικού νόμου, ο συνήγορος εισήγηθηκε ότι ο λόγος της Αναφοράς 1/86 (ανωτέρω) δεν έχει ανατραπεί.β) Ο περί της Τρίτης Τροποποίησης του Συντάγματος Νόμος του 1996 είναι, ενόψει του Άρθρου 179 του Συντάγματος, αντισυνταγματικός διότι προσκρούει όχι μόνο προς την καταργηθείσα διάταξη με αναφορά προς την οποία θα πρέπει να αντιπαραβληθεί εφόσον, κατά την εισήγηση του συνηγόρου, η συνταγματικότητα κρίνεται στη βάση των υφισταμένων κατά τον χρόνο της τροποποίησης διατάξεων, αλλά και προς άλλες διατάξεις όπως εκείνες στα Άρθρα 62
"1. Το Σύνταγμα είναι ο υπέρτατος νόμος της Δημοκρατίας.
2. Ουδείς νόμος ή απόφασις της Βουλής των Αντιπροσώπων ή εκατέρας Κοινοτικής Συνελεύσεως ως και ουδεμία πράξις ή απόφασις οιουδήποτε οργάνου, αρχής ή προσώπου εν τη Δημοκρατία ασκούντος εκτελεστικήν εξουσίαν ή οιονδήποτε διοικητικόν λειτούργημα δύναται να είναι καθ΄ οιονδήποτε τρόπον αντίθετος ή ασύμφωνος προς οιανδήποτε των διατάξεων του Συντάγματος."
γ) Ο περί Εκλογής Μελών της Βουλής των Αντιπροσώπων (Τροποποιητικός) (Αρ. 2) Νόμος του 1996 είναι αντισυνταγματικός ως ευρισκόμενος σε αντίθεση με το Άρθρο 64 του Συντάγματος - το οποίο προβλέπει για τα προσόντα υποψηφίων κατά τις εκλογές - εφόσον εισάγει ως απαραίτητο προσόν ο καταλαμβάνων βουλευτική έδρα να ήταν επιλαχών στις γενικές βουλευτικές εκλογές και να εξακολουθεί να ανήκει στο κόμμα ή συνασπισμό στον οποίο ανήκε τότε.
δ) Ο περί Εκλογής Μελών της Βουλής των Αντιπροσώπων (Τροποποιητικός) (Αρ. 2) Νόμος του 1996 είναι αντισυνταγματικός διότι με την πρόνοια του για κατάληψη βουλευτικής έδρας χωρίς διεξαγωγή αναπληρωματικής εκλογής
(i) παραβιάζει το Άρθρο 31 του Συντάγματος το οποίο διασφαλίζει στον πολίτη το δικαίωμα ".... να ψηφίζη εις οιανδήποτε εκλογήν διενεργουμένην συμφώνως τω Συντάγματι και οιωδήποτε τοιούτω νόμω"
(ii) παραβιάζει το Άρθρο 64 του Συντάγματος σύμφωνα με το οποίο "Πας τις δικαιούται να υποβάλη υποψηφιότητα βουλευτού ....." εφόσον πληρούνται οι εκεί τιθέμενες προϋποθέσεις, ενώ με τον υπό αναφορά νόμο καταργείται η αναγκαιότητα για διεξαγωγή αναπληρωματικής εκλογής.
Κεντρικός άξονας της θέσης αυτής και στις δύο εκτεθείσες πτυχές αποτελεί η διεξαγωγή εκλογής που νόημα δεν έχει χωρίς ψηφοφορία. Ο συνήγορος επεσήμανε ότι η παράγραφος 3 του Άρθρου 66 του Συντάγματος, η οποία παραμένει ισχύουσα, αναφέρεται και σε αναπληρωματική εκλογή, ορίζοντας τον χρόνο διεξαγωγής της.
(ε) Η ανακήρυξη του Χριστόδουλου Βενιαμίν ως βουλευτή είναι άκυρη ακόμα και με βάση τις πρόνοιες του περί Εκλογής Μελών της Βουλής των Αντιπροσώπων Νόμου του 1979, όπως τροποποιήθηκε με τον Ν. 118(Ι)/96, διότι ενώ σύμφωνα με το άρθρο 2 "εκλογή" περιλαμβάνει και αναπληρωματική εκλογή και θα έπρεπε ως εκ τούτου να εκδοθεί από τον Υπουργό Εσωτερικών διάταγμα δυνάμει του άρθρου 16(2) ως προϋπόθεση για τη διεξαγωγή της, στην προκείμενη περίπτωση διορίστηκε Έφορος Εκλογής κατ΄ επίκληση του άρθρου 17 χωρίς να προηγηθεί τέτοιο διάταγμα.
Επισημαίνω κατ΄ αρχήν ότι το αναλογικό εκλογικό σύστημα ως θεσμός δεν αντίκειται προς το Σύνταγμα. Όπως λέχθηκε στην ομόφωνη απόφαση στη Μαυρογένης ν. Βουλής των Αντιπροσώπων κ.α
. Εκλογική Αίτηση 1/96 ημερ. 22 Ιανουαρίου 1997 όπου έγινε αναφορά και στην HjiPavlou ν. Charalambides and Others (1986) 1 C.L.R. 272:"Ο τρόπος εκλογής και η εκδήλωση των προτιμήσεων του εκλογέα επαφίονται στην κρίση του νομοθέτη. Ο περιορισμός της επιλογής του εκλογέα σε μία μεταξύ των διεκδικητών της εξουσίας - κόμματος ή ανεξάρτητου υποψηφίου - σχετίζεται με τις πολιτικές πραγματικότητες, την αποτελεσματικότητα του εκλογικού αποτελέσματος και, τελικά, το συσχετισμό της επιλογής, η οποία γίνεται, με τις ευρύτερες επιδιώξεις των διεκδικητών της εξουσίας."
Υπογραμμίστηκε δε ότι:
"Το εκλογικό σύστημα της Κύπρου καθιστά την πολιτική επιλογή κόμματος τον άξονα του εκλογικού συστήματος. Η επιλογή αυτή δεν εκφεύγει των ορίων της διακριτικής ευχέρειας που παρέχεται στον νομοθέτη."
Η υπό εξέταση τροποποίηση του Άρθρου 66.2 του Συντάγματος αποβλέπει ακριβώς στην πραγμάτωση της καθολικότητας αυτού του άξονα στο αναλογικό σύστημα. Το οποίο είναι σύστημα εκλογής διά ψηφοφορίας. Με ιδιαιτερότητες βέβαια που όμως δεν μεταβάλλουν αυτή την πραγματικότητα. Αλλά επ΄ αυτού θα επανέλθω.
Η προηγούμενη προσπάθεια για τέτοια τροποποίηση απέτυχε. Ο περί της Πρώτης Τροποποιήσεως του Συντάγματος Νόμος του 1986 που ψηφίστηκε στις 23 Ιανουαρίου 1986 κρίθηκε αντισυνταγματικός κατόπιν της Αναφοράς 1/86 του Προέδρου της Δημοκρατίας (ανωτέρω). Το Ανώτατο Δικαστήριο - πλειοψηφία και μειοψηφία - γνωμάτευσε ότι η τροποποίηση δεν ήταν έγκυρη, εφόσον στην ουσία της δεν εδικαιολογείτο βάσει του δικαίου της ανάγκης δεδομένης της μη συμμόρφωσης με το Άρθρο 182.3 του Συντάγματος, ήτοι, της μη υπερψήφισης του νόμου και από τα δύο τρίτα των Τούρκων βουλευτών οι οποίοι,
καθώς σημειώθηκε, απουσίαζαν από το 1963. Λόγω, βέβαια, της ανταρσίας εναντίον του κράτους.Και μια παρένθεση. Ενόψει αυτών των γνωματεύσεων προέκυπτε ερωτηματικό αναφορικά με το κατά πόσο ο περί Εκλογής Μελών της Βουλής των Αντιπροσώπων (Τροποποιητικός) Νόμος του 1985 (Ν. 124/85) με τον οποίο ο αριθμός των Ελληνοκυπρίων βουλευτών αυξήθηκε από 35 σε 56 εδικαιολογείτο από το δίκαιο της ανάγκης, εφόσον δυνάμει του Άρθρου 62.1 του Συντάγματος απαιτείται για τέτοια αύξηση η ιδία ξεχωριστή πλειοψηφία. Επομένως
η συνταγματικότητα της σύνθεσης της Βουλής των Αντιπροσώπων παρέμενε μετέωρη, υποκείμενη σε προσβολή. Αυτό διάρκεσε μέχρι τη Νικολάου κ.α. ν. Νικολάου κ.α. (ανωτέρω), αναφορικά με το κατά πόσο η σύνθεση της Βουλής των Αντιπροσώπων ήταν ή όχι συνταγματική.Στη Νικολάου κ. α. ν. Νικολάου κ.α
. (ανωτέρω) υποδείχθηκε από τους πέντε δικαστές που έκριναν έγκυρη την τροποποίηση του Άρθρου 111 του Συντάγματος με τον περί της Πρώτης Τροποποίησης του Συντάγματος Νόμο του 1989 (Ν. 95/89), σε σχέση με τον οποίο ετίθετο πάλι το ίδιο ζήτημα απουσίας του Τουρκικού στοιχείου, ότι εν προκειμένω το δίκαιο της ανάγκης εσυναρτάτο με τη δυνατότητα λειτουργίας της Βουλής και όχι με το περιεχόμενο του νομοθετήματος. Το οποίο εξετάζεται με αναφορά προς το δίκαιο της ανάγκης μόνο εφόσον - με δεδομένη τη δέουσα λειτουργία της Βουλής - αντίκειται προς συνταγματικές διατάξεις, όπως συνέβη στην Attorney General v. Ibrahim and others 1964 C.L.R. 195. Αυτή η θεώρηση του δικαίου της ανάγκης αποτέλεσε τον ένα από τους δύο αυτοτελείς λόγους της απόφασης τους. Παραθέτω τη σχετική περικοπή (από τις σελ. 1367-1368):"Το Δίκαιο της Ανάγκης δικαιολογεί την άσκηση της Αναθεωρητικής Εξουσίας της Βουλής, με βάση το Άρθρο 182 του Συντάγματος, με την προβλεπόμενη πλειοψηφία μόνο των Βουλευτών που ανήκουν στην Ελληνική κοινότητα, εν όψει της ανυπαρξίας Βουλευτών που ανήκουν στην Τουρκοκυπριακή κοινότητα."
Συμφωνώ. Και δεν χρειάζεται να καλύψω ξανά το ίδιο έδαφος. Η αναφερόμενη απόφαση στη Νικολάου κ.α. ν. Νικολάου κ.α
. (ανωτέρω) ανέτρεψε τον λόγο των γνωματεύσεων στην Αναφορά 1/86 (ανωτέρω) με κριτήριο που η πλειοψηφία στη Μαυρογένης ν. Βουλής των Αντιπροσώπων και άλλων Εκλογική Αίτηση αρ. 1/95, ημερ. 26 Μαρτίου 1996, έκρινε ως ορθό παρότι το αναδιατύπωσε. Η ισοψηφία στη Νικολάου κ.α. ν. Νικολάου κ.α. (ανωτέρω) δεν αφαιρεί από τη δεσμευτικότητα του λόγου ο οποίος καθόρισε το αποτέλεσμα. Η δεσμευτικότητα ήταν ακριβώς η ιδία ως εάν επρόκειτο περί απόφασης nemine dissentiente: βλ. Beamish v. Beamish [1859-61] 11 English Reports 735 στις σελ. 760, 761, 765. Usher's Wiltshire Brewery Ltd v. Bruce (1915) A.C. 433 στις σελ. 444, 448, 519. και Commissioners of Inland Revenue v. Walker (1915) A.C. 509 στη σελ. 519. Και αυτό διότι, καθώς υπέδειξε ο Lord Campbell στην Attorney General v. The Dean and Canons of Windsor (1860) 8 H.L.C. 369 στη σελ. 392, "semper presumitur pro negante" ήτοι, το τεκμήριο είναι πάντοτε υπέρ εκείνου που αρνείται. Που σήμαινε στην Νικολάου κ.α. ν. Νικολάου κ.α. (ανωτέρω) υπέρ της άρνησης της ισχυριζόμενης αντισυνταγματικότητας του Νόμου. Σε αυτό προστίθεται και το τεκμήριο της συνταγματικότητας. Το οποίο είναι ακόμα ισχυρότερο. Και από το οποίο προέκυψε το αποτέλεσμα.Η επιβεβαίωση της ύπαρξης κατάστασης που ενεργοποιεί το δικαίο της ανάγκης, ανήκει βέβαια στη Δικαστική εξουσία. Αυτό δεν έχει αμφισβητηθεί όπως, εξ άλλου, δεν έχει αμφισβητηθεί ότι μια τέτοια επιβεβαίωση καθίσταται εδώ επιβεβλημένη. Και γίνεται. Ό,τι απασχόλησε δεν ήταν παρά μόνο οι επιπτώσεις. Σε σχέση με αυτές καταλήγω, κατ΄ ακολουθίαν της Νικολάου κ.α. ν. Νικολάου κ.α
. (ανωτέρω), ότι το δίκαιο της ανάγκης δικαιολογεί αυτόματα την κρατική λειτουργία κατά παρέκκλιση του Συντάγματος στο βαθμό που επιβάλλει η δημιουργηθείσα κατάσταση ενόσω αυτή διαρκεί. Γι΄ αυτό, λοιπόν, ο περί της Τρίτης Τροποποίησης του Συντάγματος Νόμος του 1996 δεν είναι αντισυνταγματικός.Οι υπόλοιπες θέσεις των αιτητών έχουν, καθώς είναι προφανές, όλες ως αφετηρία την εντύπωση ότι ο περί Εκλογής Μελών της Βουλής των Αντιπροσώπων (Τροποποιητικός) (Αρ. 2) Νόμος του 1996 προβλέπει για την κατάληψη βουλευτικής έδρας δίχως εκλογή με ψηφοφορία. Πρόκειται, κατά την άποψη μου, για εσφαλμένη εντύπωση. Στο αναλογικό σύστημα κυριαρχεί το αποτέλεσμα των γενικών βουλευτικών εκλογών. Το οποίο καθορίζει ποιοί είναι που αμέσως καταλαμβάνουν βουλευτική έδρα και ποιός αργότερα, όπου κενούται έδρα. Δεν παραγνωρίζω ότι στο άρθρο 35(1) του τροποποιηθέντος Νόμου γίνεται, σε σχέση με τη δεύτερη περίπτωση, αναφορά στο πρόσωπο το οποίο "θα εκλεγόταν στις γενικές βουλευτικές εκλογές". Πρόκειται όμως περί αναφοράς για σκοπούς περιγραφής με σκοπό την αντιδιαστολή προς τους εκλεγέντες με την έννοια, στην περίπτωση τους, της πρόσκτησης δικαιώματος για την κατάληψη έδρας αμέσως. Η περιγραφή δεν αποβλέπει στον εννοιολογικό χαρακτηρισμό αυτής της πτυχής στη βάση της οποίας, στις γενικές εκλογές, αναδεικνύονται κατά σειρά οι επιλαχόντες. Έτσι είναι που λειτουργεί το σύστημα. Το οποίο, καθώς λέχθηκε στη Μαυρογένης ν. Βουλής των Αντιπροσώπων κ.α
. Εκλογική Αίτηση 1/95 (ανωτέρω), "καθιστά την πολιτική επιλογή κόμματος τον άξονα ....". Επομένως η αναπληρωματική εκλογή είναι αχρείαστη όπου με το αποτέλεσμα των γενικών βουλευτικών εκλογών παρέχεται η δυνατότητα πλήρωσης κενωθείσας έδρας. Δεν μπορεί ως εκ τούτου να τίθεται και ζήτημα έκδοσης διατάγματος για αναπληρωματική εκλογή ως προϋπόθεση για το διορισμό Εφόρου Εκλογής όπου η έδρα πληρούται με βάση τις πρόνοιες του άρθρου 35(1) του Νόμου και όχι με αναπληρωματική εκλογή δυνάμει των άρθρων 35(2) και 35Α όπως βέβαια και δυνάμει του Άρθρου 66.3 του Συντάγματος.Και ένα τελευταίο σημείο. Η πρόνοια στο Νόμο με την οποία ρυθμίζεται το ποιός την καταλαμβάνει δεν διαφοροποιεί τα απαιτούμενα προσόντα υποψηφίου. Τα οποία εξετάζονται με αναφορά προς τον χρόνο διεξαγωγής των γενικών βουλευτικών εκλογών και όχι τον χρόνο πλήρωσης της κενωθείσας έδρας.
Συγκεφαλαιώνω. Ο περί της Τρίτης Τροποποίησης του Συντάγματος Νόμος του 1996 δεν είναι αντισυνταγματικός. Ο περί Εκλογής Μελών της Βουλής των Αντιπροσώπων (Τροποποιητικός) (Αρ. 2) Νόμος του 1996 δεν αντίκειται στις διατάξεις του Συντάγματος με αναφορά προς τις οποίες κληθήκαμε να τον εξετάσουμε και ως εκ τούτου δεν είναι αντισυνταγματικός. Επιπλέον, η διαδικασία που ακολουθήθηκε για την ανακήρυξη του Χριστόδουλου Βενιαμίν ως βουλευτή δεν υπολοιπόταν σε ο,τιδήποτε.
Οι αιτήσεις απορρίπτονται με έξοδα.
Γ.Κ. Νικολάου,
Δ.
/ΕΘ