ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1997) 1 ΑΑΔ 712
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 9695
ΕΝΩΠΙΟΝ
: ΧΡ. ΧΑΤΖΗΤΣΑΓΓΑΡΗ, Π. ΑΡΤΕΜΗ, ΦΡ. ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ, Δ.Δ.
Eros Travel & Tours (Limassol-Paphos) Ltd
Eφεσείοντες-Εναγόμενοι
- και -
D.E.L. Kirzis Tourist Enterprises Ltd, από τη Λεμεσό
Εφεσίβλητοι-Ενάγοντες
___________
25 Ιουνίου, 1997
Για τους εφεσείοντες: κα Λ. Χριστοδούλου για Νίκο Χρ. Αναστασιάδη
& Σια.
Για τους εφεσίβλητους : κα Καρ. Χατζηαθανασίου για Π. Λ. Κακογιάννη
& Σια.
___________
ΧΡ. ΧΑΤΖΗΤΣΑΓΓΑΡΗΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα εκδόσει
ο Φρ. Νικολαίδης, Δ.
___________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, Δ
.: Η παρούσα έφεση ασκήθηκε εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού με την οποία απέρριψε αίτηση των εναγομένων-εφεσειόντων για ακύρωση της εκδοθείσας εναντίον τους απόφασης λόγω μη καταχώρησης εμφάνισης.Σύμφωνα με τη Δ.17 θ.10 το Δικαστήριο δύναται σε μια κατάλληλη περίπτωση να ακυρώσει ή τροποποιήσει απόφαση που εκδόθηκε λόγω μη καταχώρησης εμφάνισης με τέτοιους όρους όπως θα θεωρήσει δίκαιο. Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού ασκώντας τη διακριτική του ευχέρεια με ενδιάμεση απόφασή του ημερ. 7.5.1996 απέρριψε σχετική αίτηση των εναγομένων.
Η αγωγή επιδόθηκε στους εναγόμενους στο εγγεγραμμένο τους γραφείο. ΄Ομως ισχυρίζονται ότι για κάποιους λόγους, ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας των εναγομένων δεν έλαβε γνώση της επίδοσης, με αποτέλεσμα οι εναγόμενοι να παραλείψουν να καταχωρήσουν εμφάνιση. Στην ένορκο δήλωση του Παναγιώτη Παναγιώτου, διευθυντή της εναγομένης εταιρείας που καταχωρήθηκε προς υποστήριξη της αίτησης, προβάλλεται ο γενικός ισχυρισμός ότι οι εναγόμενοι ουδέποτε είχαν οποιεσδήποτε εμπορικές σχέσεις με τους ενάγοντες και κατά συνέπεια οι ενάγοντες ουδέποτε τους προσέφεραν υπηρεσίες. Δικαιολογώντας την ύπαρξη των σχετικών τιμολογίων που κατατέθηκαν στο Δικαστήριο προβλήθηκε ο ισχυρισμός ότι τα τιμολόγια αυτά δεν αναφέρονται στην εταιρεία των εναγομένων, αλλά στην επωνυμία Eros Travel που ανήκει σε άλλη εταιρεία, την Eros Travel & Tours Ltd, η οποία καμιά απολύτως σχέση έχει με τους εναγόμενους. Ο ισχυρισμός αυτός απορρίπτεται από την ένορκο δήλωση του Παύλου Κυριάκου, διευθυντή κρατήσεων του ξενοδοχείου των εναγόντων Park Beach, σύμφωνα με την οποία ο Παναγιώτης Παναγιώτου παρουσιάστηκε προσωπικά στους ενάγοντες και συμφώνησε όπως οι ενάγοντες παρέχουν διάφορες τουριστικές διευκολύνσεις και διαμονή σε πελάτες της εταιρείας του, δηλαδή των εναγομένων. Ο Παναγιώτου παρουσιαζόταν τακτικά στο συγκεκριμένο ξενοδοχείο, πάντοτε ενεργώντας για λογαριασμό των εναγομένων. Σύμφωνα πάντα με την ένορκο δήλωση του Παύλου Κυριάκου, ο Παναγιώτου ουδέποτε ανέφερε ότι ενεργούσε για οποιαδήποτε άλλη εταιρεία και ουδέποτε ήταν διευθυντής της εταιρείας Eros Travel & Tours Ltd ο δε προβαλλόμενος ισχυρισμός είναι κατασκεύασμα του ίδιου με σκοπό την αποφυγή της ευθύνης του.
Το ερώτημα κατά πόσο απόφαση θα ακυρωθεί είναι καθαρά θέμα άσκησης διακριτικής ευχέρειας. Ο εφεσείων θα πρέπει να αποσείσει το βάρος απόδειξης ότι το πρωτόδικο δικαστήριο άσκησε τη διακριτική του ευχέρεια λανθασμένα (Ioannis Kotsapas and Sons Ltd v. Titan Construction and Engineering Company 1961 C.L.R. 317. Βλ. επίσης Birkett v. James (1977) 2 All E.R. 801 και Altrans Express Ltd v. CVA Holdings Ltd (1984) 1 All E.R. 685, 690). Σ΄ αυτό το έργο το Εφετείο θα πρέπει να έχει υπ΄ όψη ότι η λειτουργία του συνίσταται στον έλεγχο της άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του πρωτόδικου δικαστηρίου και όχι στην αντικατάσταση της με τη δική του (Eleni Chr. Stylianou v. Christakis N. Stylianou (1988) 1 C.L.R.520, 525). Το Εφετείο μπορεί να επέμβει μόνο αν το πρωτόδικο δικαστήριο έσφαλε επί νομικού σημείου ή κατά την εφαρμογή της σχετικής αρχής, έλαβε υπ΄ όψη θέματα τα οποία δεν έπρεπε να λάβει, δεν έλαβε υπ΄ όψη θέματα που έπρεπε να λάβει, ή αν τέλος το Εφετείο είναι της γνώμης ότι η απόφαση είναι πλήρως λανθασμένη και το δικαστήριο είχε καταλήξει σ΄αυτήν κατα τη στάθμιση των διαφόρων παραγόντων που είχε να λάβει υπ΄ όψη, μέσω ενός λανθασμένου συλλογισμού.
H καθοδηγητική απόφαση επί του θέματος της ακύρωσης απόφασης είναι η υπόθεση Evans v. Bartlam (1937) A.C. 473, σύμφωνα με την οποία θα πρέπει ο αιτητής να ικανοποιήσει το δικαστήριο ότι διαθέτει εκ πρώτης όψεως υπεράσπιση. Η νομική αρχή είναι ότι, εκτός και μέχρις ότου το δικαστήριο αποφασίσει την υπόθεση επί της ουσίας ή εκ συμφώνου, διαθέτει το δικαίωμα να ανακαλέσει την απόφαση, όταν αυτή είναι αποτέλεσμα της παράλειψης τήρησης κάποιου δικονομικού κανόνα. Στην ίδια απόφαση τονίζεται για μια ακόμη φορά ότι το Εφετείο δεν επεμβαίνει στη διακριτική ευχέρεια του πρωτόδικου δικαστηρίου, εκτός αν είναι σαφώς ικανοποιημένο ότι η απόφαση ήταν λανθασμένη. Το Εφετείο δεν μπορεί να αντικαταστήσει τη διακριτική ευχέρεια του πρωτόδικου δικαστηρίου με τη δική του, εκτός αν το πρωτόδικο δικαστήριο εφάρμοσε λανθασμένα αρχή.
Το βάρος απόδειξης ότι η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας από το πρωτόδικο δικαστήριο δεν ήταν η ενδεδειγμένη με βάση τα γεγονότα κείται επί των ώμων του εφεσείοντος. Δεν θα πρέπει να ξεχνούμε ότι η απόφαση έχει κανονικά εκδοθεί και ο αιτητής θα πρέπει να δείξει σοβαρούς λόγους γιατί η διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου για ακύρωση μιας τέτοιας κανονικά εκδοθείσας απόφασης θα πρέπει να ασκηθεί υπέρ του. Στην υπόθεση Costas Christoforou v. Kyriacoullis Kyriacoulli (1963) 2 C.L.R. 159, το Δικαστήριο τόνισε ότι απόφαση που εξασφαλίστηκε από τον ενάγοντα θα πρέπει να εξακολουθεί να ισχύει, εκτός αν ο εναγόμενος μπορεί να αποδείξει, επιπροσθέτως της εξήγησης για την παράλειψη του να εμφανιστεί, ότι η υπεράσπισή του είναι τόσο ουσιαστική, που να δικαιολογεί επανέναρξη της διαδικασίας. Η πρώτη προϋπόθεση που θα πρέπει να ικανοποιηθεί είναι βέβαια η ύπαρξη υπεράσπισης στην οποία το δικαστήριο μπορεί να δώσει σημασία. Αν ο εναγόμενος διαθέτει υπεράσπιση το δικαστήριο εκ πρώτης όψεως δεν πρέπει να αφήσει απόφαση που εξασφαλίστηκε χωρίς κανονική εκδίκαση να παραμείνει σε ισχύ. Το δικαστήριο επίσης θα πρέπει να εξετάσει τις εξηγήσεις του αιτητή για το λόγο που παρέλειψε να παρουσιαστεί μετά την επίδοση, άνκαι κατά κανόνα η παράλειψή του μπορεί ικανοποιητικά να τιμωρηθεί με διαταγή ως προς τα έξοδα ή με άλλους όρους που το δικαστήριο έχει την εξουσία να επιβάλει.
Στην παρούσα υπόθεση δεν μπορούμε να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι το Δικαστήριο άσκησε τη διακριτική του ευχέρεια λανθασμένα. Στην ένορκο δήλωση που συνοδεύει την αίτηση ο κ. Παναγιώτου απλώς προβαίνει σε γενική άρνηση των ισχυρισμών της έκθεσης απαίτησης ισχυριζόμενος ότι ουδέποτε συνήψε οποιεσδήποτε εμπορικές σχέσεις με τους ενάγοντες. Αντίθετα οι ενάγοντες αναφέρονται σε λεπτομέρειες που δείχνουν τις μεταξύ των εναγόντων και εναγομένων δοσοληψίες. Δεν είμαστε σίγουροι ότι οι ισχυρισμοί του Παναγιώτου αποδεικνύουν ικανοποιητικά την εκ πρώτης όψεως ύπαρξη υπεράσπισης εκ μέρους των εναγομένων. ΄Ομως ανεξάρτητα από την ύπαρξη ή μη της εκ πρώτης όψεως υπεράσπισης, εκεί που η υπόθεση των εναγομένων-εφεσειόντων πραγματικά χωλαίνει, είναι η εξήγηση που έδωσαν για την παράλειψή τους να εμφανιστούν. Παρά την επικουρική της σημασία η εξήγηση των λόγων παράλειψης εμφάνισης δεν παύει να είναι ένας σημαντικός παράγοντας που το Δικαστήριο θα πρέπει να λάβει υπ΄ όψη. Οι εφεσείοντες δεν αμφισβήτησαν την δέουσα επίδοση του κλητηρίου εντάλματος που έγινε στο εγγεγραμμένο τους γραφείο. Προέβηκαν σε κάποιο ασαφή ισχυρισμό περί της παράλειψης τρίτου να το διαβιβάσει στο διευθύνοντα σύμβουλο της εταιρείας, όμως ακόμα κι΄αν κάτι τέτοιο έγινε, δεν μπορεί να παραγνωριστεί ότι επίδοση που γίνεται στο εγγεγραμμένο γραφείο της εταιρείας, συνιστά δέουσα επίδοση σ΄ αυτή σύμφωνα με τους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας. Είναι γνωστή η αρχή ότι η εταιρεία είναι χωριστή νομική οντότητα και η αναφορά στο ανθρώπινο δυναμικό της δεν μπορεί να έχει οποιανδήποτε επίδραση σε περιπτώσεις όπως η παρούσα. Οι εναγόμενοι, αφού παραδέκτηκαν ότι τους έγινε η δέουσα επίδοση δεν έπεισαν για την ύπαρξη σοβαρού λόγου που να δικαιολογεί την παράλειψη εμφάνισής τους στο Δικαστήριο. ΄Ετσι λόγω κυρίως της πλήρους έλλειψης αιτιολογίας καταλήγουμε ότι δεν μπορούμε να θεωρήσουμε ότι το πρωτόδικο δικαστήριο άσκησε τη διακριτική του ευχέρεια λανθασμένα και συνεπώς η έφεση θα πρέπει να απορριφθεί.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα εναντίον των εφεσειόντων.
Δ.
Δ.
Δ.
/ΜΔ