ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1997) 1 ΑΑΔ 602

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΑΡ. ΑΙΤ. 176/96

ΕΝΩΠΙΟΝ: ΑΡΤΕΜΗ, Δ.

 

Αναφορικά με το άρθρο 155(4) του Συντάγματος και των άρθρων 3 και 9 του Περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Διάφορες Διατάξεις) Νόμου του 1964 (Ν.33/64) όπως τροποποιήθηκε,

- και -

Αναφορικά με την αίτηση του ΑΝΔΡΕΑ ΡΟΔΟΘΕΟΥ από την Αγροκηπιά και τώρα Λεωφ. Δημοσθένη Σεβέρη αρ. 28-30, Αγ. Ομολογητές Λευκωσία, για την έκδοση Διατάγματος και/ή Εντάλματος CERTIORARI

- και -

Αναφορικά με την απόφαση και/ή το Διάταγμα του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας με βάση το οποίο περί ή στις 3.9.96 εκδόθηκε Ενταλμα Ερευνας των υποστατικών που κατέχει ο Αιτητής στην Λεωφ. Δημοσθένη Σεβέρη 28-30, Αγ. Ομολογητές, Λευκωσία, και/ή κατασχέθηκαν και/ή κατακρατήθηκαν από την Αστυνομία διάφορα αντικείμενα που ανήκουν στον Αιτητή ως αναφέρονται στα συνημμένα Τεκμήρια -2-, -3- και -4- της Ενορκης Δήλωσης που συνοδεύει την παρούσα αίτησή του.

- - - - - - - - - -

Μονομερής Αίτηση ημερ. 18.3.1997

27.5.1997

Για τον αιτητή: κ. Α. Ευτυχίου.

Για τον καθ΄ου η αίτηση: κα Μ. Μαλαχτού-Παμπαλλή.

- - - - - - - - - -

Α Π Ο Φ Α Σ Η

Μετά από άδεια του Δικαστηρίου, ο αιτητής καταχώρησε αίτηση για έκδοση εντάλματος Certiorari για ακύρωση εντάλματος ερεύνης. Αφού συμπληρώθηκαν τα δικόγραφα, μετά από εισήγηση των διαδίκων, δόθηκαν οδηγίες όπως καταχωρηθούν γραπτές αγορεύσεις και μετά τη συμπλήρωσή τους, όπως ορισθεί ημερομηνία για τυχόν διευκρινήσεις. Στην γραπτή αγόρευση του καθ΄ ου η αίτηση εγέρθηκε θέμα δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου γιατί τα έγγραφα που καταχωρήθηκαν, με την ένορκη δήλωση εκ μέρους του αιτητή, συμπεριλαμβανoόμενης και της αίτησης της αστυνομίας, ημερ. 3.9.96, και του επίδικου εντάλματος ερεύνης που εκδόθηκε από το Δικαστήριο την ίδια ημέρα, ήταν απλές φωτοτυπίες χωρίς την αναγκαία πιστοποίηση. Μετά το γεγονός αυτό και ωθούμενος από την προδικαστική αυτή ένσταση του καθ΄ ου η αίτηση στην κυρίως αίτηση, ο αιτητής υπέβαλε την παρούσα αίτηση εξ πάρτε για να του δοθεί άδεια για καταχώρηση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης με επισυνημμένα κανονικά πιστοποιημένα αντίγραφα των πιο πάνω εγγράφων. Το δικαστήριο θεώρησε ορθό να επιδοθεί η αίτηση για να ακουσθεί και ο καθ΄ου η αίτηση Γενικός Εισαγγελέας επί του προκειμένου, ο οποίος ακολούθως καταχώρησε ένσταση στην αίτηση αυτή.

Ηταν η θέση του καθ΄ ου η αίτηση κατά την ακρόαση της αίτησης ότι, με βάση τις αρχές που διατυπώθηκαν στην υπόθεση In Re Aeroporos and Others (1988) 1 CLR 302, η παράλειψη του αιτητή να καταχωρήσει δεόντως πιστοποιημένα αντίγραφα των εγγράφων είναι μοιραία για την έκβαση της αίτησης του για έκδοση εντάλματος Certiorari. Επί του προκειμένου έγινε επίσης αναφορά και στη Ο.59 r.8 των Αγγλικών Θεσμών του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

Αντίθετα, με αναφορά σε αποφάσεις, ο συνήγορος του αιτητή υπέβαλε ότι οι αγγλικοί κανόνες και νομολογία δεν ακολουθούνται πιστά σε όλα τα σημεία τους και υπάρχει πεδίο διαφοροποίησής τους. Στην παρούσα περίπτωση, εισηγήθηκε ότι, εφόσον υπήρχαν τα αναγκαία έγγραφα, η εξ αβλεψίας καταχώρηση εγγράφων που δεν ήταν δεόντως πιστοποιημένα δεν έπρεπε να καταστήσει την αίτηση άκυρη γιατί όλα τα στοιχεία στα οποία βασιζόταν ο αιτητής ήταν και ενώπιον του Δικαστηρίου και σε γνώση του αντιδίκου.

Οπως έχει επισημανθεί και στην υπόθεση In Re Aeroporos and Others (ανωτέρω) το Ανώτατο Δικαστήριο έχει συστηματικά ακολουθήσει τους κανόνες που εφαρμόζονται σε ανάλογες περιπτώσεις στην Αγγλία. Στην ίδια υπόθεση έχει τονισθεί ότι μη συμμόρφωση με τους κανόνες αυτούς μπορεί να μη αποβεί μοιραία για την εγκυρότητα της αίτησης σε ορισμένες περιπτώσεις ανάλογα με τη φύση των κανόνων που έχουν παραβιασθεί. Οπου όμως ο κανόνας που παραβιάζεται είναι θεμελιώδης για την άσκηση της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου, τότε το Δικαστήριο πολύ δύσκολα θα δεχτεί παραβίασή του. Η O.59 r.8 των Αγγλικών Θεσμών του Ανωτάτου Δικαστηρίου προβλέπει τα ακόλουθα:

 

"8.(1) In the case of an application for an order of certiorari to remove any proceedings for the purpose of their being quashed, the applicant shall not question the validity of any order, warrant, commitment, conviction, inquisition or record, unless before the hearing of the motion or summons he has lodged a copy thereof verified by affidavit in the Crown Office and Associates' Department, or account of his failure to do so to the satisfaction of the court or judge hearing the motion or summons.

(2) .................................................. ...........................................

 

(Η υπογράμμιση είναι δική μου.)

Στην υπόθεση In Re Aeroporos and Others (ανωτέρω) στις σελίδες 311, 312 της απόφασης του Πική, Δ. (όπως ήταν τότε) αναφέρονται τα ακόλουθα:

"The production of the judicial warrants and their verification is a prerequisite for the valid exercise of the powers vested in the Court to review judicial acts by way of certiorari. The production and verification is essential for the definition of the subject-matter of the proceedings. For the Court to exercise its jurisdiction in the absence of the above requisites, the failure must by duly accounted for as provided in Ord. 59 r.8. In this case the justification offered by the affidavit of Mr Agamemnonos, Registrar, District Court of Limassol, is confined to the non-production of the sworn statements that were made in support of the application for the issue of the warrants. Consequently, the failure to produce the relevant warrant duly verified remains unexplained. Nor can I regard the gap as filled by counsel making in the course of the hearing available to the Court photostatic copies of the warrants."

 

Στην υπόθεση In Re Papadopoulou (1980) 1 CLR 431, στην οποία αναφέρθηκε ο συνήγορος του αιτητή, όπου δεν είχε καταχωρηθεί το επίδικο διάταγμα με την αίτηση για άδεια έκδοσης διατάγματος Certiorari και με αίτηση ζητήθηκε όπως επιτραπεί τούτο πριν την έναρξη της ακρόασης της αίτησης για έκδοση του διατάγματος, το Δικαστήριο, αναφέροντας ότι η παράλειψη να γίνει τούτο οφειλόταν σε τυχαία αβλεψία, επέτρεψε την καταχώρηση του διατάγματος. Υποστήριξε ο συνήγορος του αιτητή ότι στην παρούσα περίπτωση θα έπρεπε να ακολουθηθεί η ίδια διαδικασία, τοσούτω μάλλον αφού αντίγραφα, έστω και μη πιστοποιημένα, των σχετικών εγγράφων ήταν ήδη καταχωρημένα. Οπως και το Δικαστήριο στην In Re Papadopoulou (ανωτέρω) έτσι και ο αιτητής υποστήριξε ότι τούτο εδικαιολογείτο και από την απόφαση στην υπόθεση Rex v. Newington Licensing Justices (1948) 1 KB 681, όπου το Δικαστήριο προχώρησε στην εκδίκαση της ουσίας της υπόθεσης δεχόμενο την ανάληψη υποχρέωσης από τους διαδίκους από κοινού ότι θα παρουσίαζαν στο Δικαστήριο κατά τη διάρκεια της περαιτέρω ακρόασης αντίγραφο του επιδίκου διατάγματος το οποίο δεν είχε καταχωρηθεί στο Δικαστήριο.

Κατά τη γνώμη μου η απόφαση στην Rex v. Newington Licensing Justices (ανωτέρω) δεν αποτελούσε αυθεντία για να ακολουθηθεί μια τέτοια διαδικασία, γιατί στην υπόθεση εκείνη η αναγκαιότητα να ακολουθούνται οι πρόνοιες της O.59 r. 8 είχε τονισθεί και λέχθηκε ότι κακώς το Δικαστήριο παραγνώρισε την παράλειψη να καταχωρηθεί από την αρχή το επίδικο διάταγμα και επέτρεψε να γίνει τούτο κατά τη διάρκεια της ακρόασης. Οπως επισημαίνει και ο Πικής, Δ., στην In Re Aeroporos and Others (ανωτέρω) στις σελ. 306-307:

"The efficacy of the provisions of Ord. 59, r.8, and need for unfailing adherence thereto, was stressed in R.v. Newington Licencing Justices."

 

Η πρόνοια που περιέχεται στη O.59 r.8 των Αγγλικών Θεσμών αποτελεί βασικό κανόνα για την άσκηση της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου. Σύμφωνα με τις πρόνοιες αυτές το διάταγμα του οποίου επιζητείται η ακύρωση πρέπει να καταχωρείται πριν την ακρόαση της αίτησης ή, αν δεν γίνει τούτο, πρέπει να δίδεται επεξήγηση της παράλειψης του αιτητή που να ικανοποιεί το Δικαστήριο επί του προκειμένου.

Στην παρούσα περίπτωση η ακρόαση της αίτησης έχει ουσιαστικά αρχίσει με την καταχώρηση των γραπτών αγορεύσεων. Ως εκ τούτου αποκλείεται στο στάδιο αυτό καταχώρηση εγγράφων δεόντως πιστοποιημένων.

Το επόμενο ερώτημα που έχει να απαντηθεί είναι κατά πόσο έχει δοθεί εξήγηση για την παράλειψη αυτή που να ικανοποιεί το Δικαστήριο. Στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την εξ πάρτε αίτηση του αιτητή (η οποία ας σημειωθεί ότι αντικανονικά έγινε από δικηγόρο ο οποίος εμφανίστηκε κατά την ακρόαση της αίτησης αυτής σε κάποιο στάδιο) αναφέρεται ότι σε κάποιο στάδιο της ετοιμασίας των αγορεύσεων διαπιστώθηκε ότι τα συνημμένα έγγραφα στην ένορκη δήλωση που εφοδιάστηκε ο αιτητής από το Πρωτοκολλητείο δεν ήταν πιστοποιημένα "από αβλεψία". Προφανώς το στάδιο κατά το οποίο διαπιστώθηκε τούτο ήταν με την καταχώρηση της αγόρευσης του καθ΄ου η αίτηση στην οποία εγειρόταν το θέμα.

Κατά την κρίση μου η αιτιολόγηση της πιο πάνω σοβαρής παράλειψης δεν είναι ικανοποιητική για να επιτραπεί η αίτηση και να δοθεί δικαιοδοσία στο Δικαστήριο σ' αυτό το στάδιο. Αν "αβλεψία" χωρίς τίποτε περισσότερο είναι επαρκής εξήγηση, τότε δεν βλέπω περίπτωση που δεν θα εδικαιολογετείτο τέτοιο αίτημα. Ο αιτητής ώφειλε να βεβαιωθεί ότι τα έγγραφα ήταν δεόντως πιστοποιημένα προτού τα καταχωρίσει.

Ενα άλλο επιχείρημα του συνηγόρου των αιτητών ήταν ότι η παράλειψη μπορεί να θεραπευθεί με την εφαρμογή των προνοιών της νέας Δ.64 των Περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμών. Αντίθετα, η συνήγορος του καθ΄ου η αίτηση υπέβαλε ότι η Δ.64 δεν έχει εφαρμογή.

Η Δ.64 αναφέρεται και θεραπεύει παρατυπίες σε περιπτώσεις μη συμμόρφωσης με τους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας. Προφανώς η αίτηση για Certiorari δεν βασίζεται στους Θεσμούς αυτούς, αλλά, όπως έχει αναφερθεί, στην πρακτική των αγγλικών δικαστηρίων και στους Αγγλικούς Θεσμούς του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Η εισήγηση του συνηγόρου του αιτητή ότι η αίτηση για Certiorari βασίζεται και στους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας και συγκεκριμένα στη Δ.1 θ.2 και Δ.36 είναι παντελώς ανεδαφική. Ο μεν πρώτος θεσμός συνίσταται στον ορισμό του "πιστοποιημένου αντιγράφου", η δε Δ.36 αναφέρεται γενικά στη μαρτυρία κατά τη δίκη. Ως εκ τούτου κρίνω ότι η Δ.64 δεν καλύπτει την παρούσα περίπτωση.

Υπό το φως των πιο πάνω η παρούσα αίτηση απορρίπτεται. Συνεπεία τούτου η κυρίως αίτηση για έκδοση διατάγματος Certiorari παραμένει χωρίς την ύπαρξη των αναγκαίων πιστοποιημένων εγγράφων και ως εκ τούτου το Δικαστήριο στερείται δικαιοδοσίας να της επιληφθεί. Ετσι απορρίπτεται και η κυρίως αίτηση. Δεν εκδίδεται διάταγμα για έξοδα.

 

 

Π. Αρτέμης,

Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

ΑΦ.

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο