ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1996) 1 ΑΑΔ 743
10 Iουλίου, 1996
[ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΆΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ, ΤΑ ΆΡΘΡΑ 3, 9, 11 ΚΑΙ 15 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ
ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ
1964 (Ν.33/64) ΚΑΙ ΤΟ ΆΡΘΡΟ 19 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ
ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1969 (Ν.14/60),
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΝΤΩΝ ΔΕΣΠΟΙΝΑΣ ΜΕΡΚΕΖΑ ΚΑΙ ΕΝΤΕΚΑ (11) ΑΛΛΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ
ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΩΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΦΥΣΕΩΣ
CERTIORARI ΚΑΙ MANDAMUS,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΓΩΓΗ ΥΠ' ΑΡ. 7304/95 ΤΟΥ
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΜΕΣΟΥ:
ΜΕΤΑΞΥ:
ΔΕΣΠΟΙΝΑΣ ΜΕΡΚΕΖΑ, ΤΟ ΓΕΝΟΣ ΤΣΙΜΟΝ ΚΑΙ
ΕΝΤΕΚΑ (11) ΑΛΛΩΝ,
Εναγόντων,
ν.
ΑΝΤΩΝΗ Ν. ΛΕΜΗ ΚΑΙ ΤΡΙΩΝ (3) ΑΛΛΩΝ,
Εναγομένων.
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ Η ΟΠΟΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΘΗΚΕ ΣΤΗΝ ΠΙΟ ΠΑΝΩ ΑΓΩΓΗ ΣΤΙΣ 4.12.1995 ΑΠΟ ΤΟΥΣ
ΠΙΟ ΠΑΝΩ ΕΝΑΓΟΝΤΕΣ,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΚΑΙ/Ή ΔΙΑΤΑΓΗ ΚΑΙ/Ή
ΟΔΗΓΙΕΣ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΜΕΣΟΥ
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 5.4.1996 ΣΤΗΝ ΠΙΟ ΠΑΝΩ ΑΓΩΓΗ
ΥΠ' ΑΡ. 7304/95 ΣΕ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΠΙΟ ΠΑΝΩ ΑΙΤΗΣΗ
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 4.12.1995,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΚΔΙΚΑΣΗ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ
ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 4.12.1995 ΚΑΙ/Ή ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ 7304/95 ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΜΕΣΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ
Ε.Δ. ΔΕΣΠΩ ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ ΚΑΙ/Ή ΑΠΟ ΤΟ
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ.
(Αίτηση Aρ. 64/96)
Προνομιακά εντάλματα — Certiorari — Διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου, τρόπος άσκησής της, δεν ελέγχεται από το Ανώτατο Δικαστήριο με προνομιακά εντάλματα.
Προσωρινά διατάγματα — Διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου — Απόρριψη αίτησης και προσωρινού διατάγματος επειδή ο αιτητής δεν εμφανίστηκε κατά την ακρόαση της αίτησης μετά από ένσταση — Αίτηση για άδεια καταχώρισης αίτησης certiorari για ακύρωση — Απορρίφθηκε, το Δικαστήριο είχε τη διακριτική ευχέρεια να απορρίψει την αίτηση και ακυρώσει το διάταγμα και δεν είχε υποχρέωση να υπεισέλθει στα γεγονότα των ενόρκων δηλώσεων.
Οι καθ'ων η αίτηση ενέστησαν στην συνέχιση της ισχύος προσωρινού διατάγματος που εκδόθηκε κατόπιν ex-parte αίτησης των αιτητών και η υπόθεση ορίστηκε για ακρόαση.
Οι αιτητές, δεν εμφανίστηκαν κατά την ακρόαση και το Δικαστήριο, απέρριψε την αίτηση και ακύρωσε το διάταγμα.
Με αίτησή τους, οι αιτητές ζήτησαν από το Ανώτατο Δικαστήριο την έκδοση εντάλματος certiorari που να ακυρώνει την απόφαση. Εισηγήθηκαν, ότι το Δικαστήριο υπερέβη τις εξουσίες του απορρίπτοντας την αίτηση και ακυρώνοντας το διάταγμα, ενώ όφειλε να εκδώσει απόφαση αφού εξετάσει τις ένορκες δηλώσεις και επιπλέον ότι παραβιάστηκαν οι πρόνοιες του Άρθρου 30 του Συντάγματος.
Αποφασίστηκε ότι:
(1) Το Δικαστήριο είχε τη διακριτική ευχέρεια να απορρίψει την αίτηση λόγω μη προώθησής της και δεν είχε καμιά υποχρέωση να υπεισέλθει στις ένορκες δηλώσεις οι οποίες περιείχαν συγκρουόμενα γεγονότα για να αποφασίσει επί της ουσίας της.
(2) Οι πρόνοιες του Άρθρου 30 του Συντάγματος δεν παραβιάστηκαν, διότι οι αιτητές είχαν την ευκαιρία να προωθήσουν την αίτησή τους και ήταν λόγω δικής τους υπαιτιότητας που στερήθηκαν του δικαιώματος αυτού.
Η αίτηση απορρίφθηκε με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
In Re Kakos (1985) 1 C.L.R. 250,
Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41,
Smith v. Paphos Stone C. Estates Ltd and Others (1989) 1(E) A.A.Δ. 499,
Πογιατζής (Aρ.1), (1995) 1 A.A.Δ. 574.
Mαγκάκης (1990) 1 A.A.Δ. 1068,
Fourri and Others v. Republic (1986) 2 C.L.R. 152.
Aίτηση.
Aίτηση από τους αιτητές για την έκδοση προνομιακών διαταγμάτων της φύσεως certiorari και mandamus για την ακύρωση της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, ημερομηνίας 5.4.96 (Bλαδιμήρου, E.Δ.) στην Aγωγή Aρ. 7304/95, με την οποία απορρίφθηκε αίτησή τους για έκδοση προσωρινού διατάγματος.
Κ. Χρυσοστομίδης με Α. Ταλιαδώρο, για τους Aιτητές.
Δ. Αραούζος, για τους Kαθ' ων η αίτηση.
APTEMHΣ, Δ.: Aνάγνωσε την ακόλουθη απόφαση. Με την παρούσα τους αίτηση οι αιτητές ζητούν την έκδοση διαταγμάτων της φύσεως CERTIORARI και MANDAMUS, αναφορικά με απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, με την οποία απερρίφθη αίτησή τους για έκδοση προσωρινού διατάγματος.
Το προσωρινό διάταγμα είχε αρχικά εκδοθεί ex parte και κατά την ημερομηνία που ήταν επιστρεπτέο, οι καθ'ων η αίτηση ενέστησαν στην έκδοσή του και καταχώρησαν τη γραπτή τους ένσταση υποστηριζόμενη με ένορκη δήλωση. Η αίτηση ορίστηκε για μνεία, κατά την οποία διεπιστώθη σύγκρουση γεγονότων στις αντίστοιχες ενόρκους δηλώσεις και η υπόθεση ορίστηκε για εκδίκαση στην παρουσία του συνηγόρου των αιτητών στις 5.4.96 και ώρα 8.30 πρωϊνή. Κατά την ημερομηνία εκείνη οι καθ'ων η αίτηση εμφανίστηκαν ενώ εκ μέρους των αιτητών ουδεμία εμφάνιση υπήρξε. Αφού παρήλθαν τρία τέταρτα, στις 9.15 π.μ. ο συνήγορος των καθ'ων η αίτηση ζήτησε την απόρριψη της αίτησης και τον παραμερισμό του συντηρητικού διατάγματος. Το Δικαστήριο με πρακτικό της ίδιας ημερομηνίας, αφού διαπίστωσε ότι η αίτηση ήταν ορισμένη στις 8.30 απέρριψε την αίτηση και διέταξε την ακύρωση της ισχύoς του διατάγματος λόγω "μη εμφάνισης και λόγω ελλείψεως ενδιαφέροντος των αιτητών για προώθησή της".
Είναι η θέση των αιτητών ότι η απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου εξεδόθη καθ' υπέρβαση της δικαιοδοσίας του, γιατί το Δικαστήριο δεν είχε την ευχέρεια να απορρίψει την αίτηση για τους λόγους που την απέρριψε χωρίς να εξετάσει τη μαρτυρία που είχε ενώπιόν του, με τη μορφή των ενόρκων δηλώσεων. Ήταν η εισήγηση του ευπαίδευτου συνήγορου των αιτητών ότι το Δικαστήριο ώφειλε να εξετάσει τις ένορκες αυτές δηλώσεις και αν διαπίστωνε σύγκρουση γεγονότων τέτοια που να μην επέτρεπε συμπέρασμα ότι οι αιτητές απέσεισαν το βάρος αποδείξεως που είχαν, τότε μόνο να απορρίψει την αίτηση.
Από την άλλη πλευρά ο ευπαίδευτος συνήγορος των καθ'ων η αίτηση υποστήριξε με αναφορά στο Άρθρο 9(3) του Κεφ.6 ότι το Δικαστήριο είχε δικαίωμα να επιληφθεί της αίτησης και ν΄αποφασίσει την τύχη του διατάγματος με όποιο τρόπο έκρινε ορθό, έχοντας έτσι και τη διακριτική ευχέρεια να απορρίψει την αίτηση λόγω μη προώθησής της.
Οι αρχές που διέπουν την άσκηση της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου για έκδοση προνομιακών ενταλμάτων υπήρξαν το αντικείμενο πολλών αποφάσεων (δέστε μεταξύ άλλων Re Kakos (1985) 1 C.L.R. 250 και Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41). Οι αρχές που προκύπτουν από τις αποφάσεις αυτές είναι ότι, όπου προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο το Δικαστήριο εκδίδει προνομιακά εντάλματα μόνο όπου υπάρχουν εξαιρετικές περιστάσεις, όπως για παράδειγμα έκδηλη παρανομία.
Έχοντας εξετάσει με προσοχή τις εισηγήσεις των δύο πλευρών έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το μόνο θέμα που έχει να αποφασισθεί είναι κατά πόσο, υπό τις συνθήκες, το Δικαστήριο είχε τη διακριτική ευχέρεια να θεωρήσει τη μη εμφάνιση των δικηγόρων ως μη προώθηση της αίτησης και ως εγκατάλειψή της. Αν το συμπέρασμα είναι ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο είχε τέτοια διακριτική ευχέρεια, τότε η αίτηση αυτή για έκδοση διατάγματος δεν μπορεί να επιτύχει, γιατί όπως έχει επανειλημμένα τονισθεί, η άσκηση διακριτικής ευχέρειας προσβάλλεται με έφεση και όχι με ένταλμα CERTIORARI. (Δέστε Marie Therese Smith v. Paphos Stone C. Estates Ltd and Others (1989) 1(E) A.A.Δ. 499 και In Re Αθανάσιος Πογιατζή (Aρ.1) (1995) 1 A.A.Δ. 574).
Το βάρος αποδείξεως για συνέχιση της ισχύος του διατάγματος βρισκόταν στους ώμους των αιτητών και το προσωρινό διάταγμα ίσχυε μόνο για όσο χρόνο ήταν τούτο αναγκαίο και μέχρι της εμφάνισης των συνηγόρων των καθ'ων η αίτηση και της αμφισβήτησης της ορθότητάς του. Η μη εμφάνιση των αιτητών ή των συνηγόρων τους κατά την ορισθείσα ημερομηνία και ώρα υπό του Δικαστηρίου, συνιστούσε παράλειψη προωθήσεως της αίτησης και είμαι της γνώμης ότι, με βάση τις γενικές εξουσίες του Δικαστηρίου και ιδιαίτερα της εξουσίας του να αποφασίζει τη διαδικασία και να επιλαμβάνεται αιτήσεων ενώπιόν του με όποιο τρόπο θεωρεί ορθό, του έδιδε και το δικαίωμα να θεωρήσει την αίτηση ως εγκαταλειφθείσα. Βρίσκω ότι το Δικαστήριο είχε τη διακριτική ευχέρεια να απορρίψει την αίτηση λόγω μη προώθησής της και δεν είχε καμμιά υποχρέωση να υπεισέλθει στις ένορκες δηλώσεις, οι οποίες περιείχαν συγκρουόμενα γεγονότα, για να αποφασίσει επί της ουσίας την αίτηση.
Επίσης, το παράπονο των αιτητών ότι παραβιάστηκαν οι πρόνοιες του άρθρου 30 του Συντάγματος, δεν μπορεί να ευσταθήσει, διότι οι αιτητές είχαν την ευκαιρία να εμφανιστούν και να προωθήσουν την αίτησή τους και ήταν μόνο λόγω δικής τους υπαιτιότητας που στερήθηκαν του δικαιώματος αυτού.
Επίσης, το απόσπασμα από το Halsbury's Laws of England 3rd Edition Τόμος 30, παράγρ. 623, στο οποίο αναφέρθηκε ο ευπαίδευτος συνήγορος των αιτητών και στο οποίο αναφέρεται ότι όταν σε αιτήσεις με κλήση δεν εμφανίζεται το ένα από τα δύο μέρη, το Δικαστήριο μπορεί να ακούσει το ένα μέρος και να αποφασίσει ή να αναβάλει την υπόθεση, κατά την κρίση μου δεν αποκλείει τη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου να απορρίπτει αιτήσεις λόγω μη προώθησής τους. (Αναφορικά με τη σημασία του άρθρου 30 και την εφαρμογή του δέστε και Re Μιχάλης Μαγκάκης (1990) 1 A.A.Δ. 1068 και Fourri and Others v. Republic (1980) 2 C.L.R. 152.)
Εν όψει των πιο πάνω, η αίτηση για έκδοση των αιτουμένων διαταγμάτων απορρίπτεται ως αβάσιμη, με έξοδα εναντίον των αιτητών.
H αίτηση απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος των αιτητών.