ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας στους οποίους κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας Δ.35
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Κλαίλια Θεοδούλου ν. Λήδας Κουρσουμπά, ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΕΣ ΕΦΕΣΕΙΣ ΑP 2776-2777-2778, 20 Σεπτεμβρίου 2001
Τασούλα Κυριάκου ν. Ανδρέα Λοϊζίδη, ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 9625, 24 Μαρτίου 1999
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 8978
ΕΝΩΠΙΟΝ: ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΧΑΤΖΗΤΣΑΓΓΑΡΗ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΔΔ.
Μιχάλης Φιλίππου, από τη Λεμεσό,
Εφεσείων-Τριτοδιάδικος αρ. 2
- ν. -
1. Ανδρέα Γιαννήταη, από τη Λεμεσό,
2. Ανδρέα Γυψιώτη, από τη Λεμεσό,
3. Λευτέρη Σίφουνα, από τη Λεμεσό,
Εφεσιβλήτων-Εναγομένων
-------------------------
27 Νοεμβρίου 1996
Για τον εφεσείοντα-τριτοδιάδικο αρ. 2: Στ. Παύλου.
Για τους εφεσίβλητους-εναγομένους: Μ. Ιωάννου.
-------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Νικολάου, Δ.
ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Το Επαρχιακό Δικαστήριο επιλήφθηκε θέματος ευθύνης μεταξύ εναγομένων και τριτοδιαδίκων. Αφορούσε την πρόκληση ατυχήματος σε σχέση με το οποίο, σε προγενέστερο στάδιο, είχε εκδοθεί εκ συμφώνου απόφαση υπέρ του ενάγοντος. Επί του εναπομείναντος θέματος, το δικαστήριο κατέληξε, κατόπιν ακρόασης, ότι για το ατύχημα ευθυνόταν μερικώς και ο 1ος τριτοδιάδικος και εξέδωσε απόφαση εναντίον. Παράλληλα κατέληξε ότι ο 2ος τριτοδιάδικος δεν έφερε οποιαδήποτε ευθύνη και έτσι απέρριψε την απαίτηση εναντίον του "άνευ εξόδων υπό τις περιστάσεις".
Παρήλθε η προβλεπόμενη προθεσμία και οι εναγόμενοι δεν καταχώρησαν ειδοποίηση έφεσης. Όμως ο 2ος τριτοδιάδικος, στις 15 Ιουνίου 1993, ήτοι, την τεσσαρακοστή ημέρα μετά την απόφαση, αποτάθηκε μονομερώς στο Επαρχιακό Δικαστήριο για παράταση χρόνου. Του δόθηκε η επιπλέον περίοδος των οκτώ ημερών. Και στις 22 Ιουνίου 1993,σε μονομερή αίτηση του, το Ανώτατο Δικαστήριο του παρέσχε άδεια δυνάμει της Δ.35 κ.20 να εφεσιβάλει τη διαταγή ως προς τα έξοδα. Που ήταν το μόνο που μπορούσε να εφεσιβάλει. Και αυθημερόν καταχώρησε ειδοποίηση έφεσης. Η οποία επιδόθηκε στις 23 Νοεμβρίου 1993.
Η ακρόαση της έφεσης ορίστηκε για τις 11 Νοεμβρίου 1996. Στις 5 Νοεμβρίου 1996 οι εναγόμενοι - εφεσίβλητοι καταχώρησαν έγγραφο επιγραφόμενο ως "Ειδοποίηση Αντεφέσεως". Σε αυτό εκτίθενται λόγοι για προσβολή της απόφασης με την οποία ο 2ος τριτοδιάδικος απαλλάγηκε οποιασδήποτε ευθύνης. Ωστόσο, στο κείμενο της, αναφέρεται πως πρόκειται για ειδοποίηση στη βάση της οποίας, κατά την ακρόαση "της ως άνω εφέσεως", οι εφεσίβλητοι θα ισχυρίζονταν ότι η απόφαση περί μη
ευθύνης του 2ου τριτοδιάδικου είναι εσφαλμένη.Η αντέφεση (cross appeal) αναφέρεται αλλά δεν ορίζεται στους Θεσμούς. Το ίδιο άλλωστε συμβαίνει και στην Αγγλία. Ο λόγος είναι προφανής. Η έννοια της αντέφεσης είναι απόλυτα ταυτισμένη με εκείνη της έφεσης. Η αντέφεση είναι έφεση αυτοτελής και ανεξάρτητη που υποβάλλεται μετά την καταχώρηση προηγουμένως έφεσης από αντίδικο και αφορά σε θέμα για το οποίο ενδιαφέρεται και ο εν λόγω αντίδικος: βλ.
Re Cavender's Trusts (1881) 16 Ch. D. 270. Και υπόκειται βέβαια στον ίδιο χρονικό περιορισμό που αναφέρεται στη Δ.35 κ. 2: δηλαδή, όπου είναι εναντίον τελικής απόφασης, όπως εδώ, καταχωρείται εντός έξι εβδομάδων από την έκδοση της απόφασης. Συνεπώς διακρίνεται από την ειδοποίηση εφεσίβλητου δυνάμει της Δ.35 κ. 10. Δεν παραγνωρίζουμε ότι στις υποθέσεις Keziban Raif (as administratrix) v. Dervish (1971) 1 C.L.R. 158 και Christodoulou and another v. Attorney-General and others (1972) 1 C.L.R. 205, το Εφετείο αναφέρθηκε στην ειδοποίηση εφεσίβλητου ως αντέφεση. Επρόκειτο, ίσως, για λεκτική χαλαρότητα. Αποτελεί εν πάση περιπτώσει σφάλμα. Επίσης σημειώνουμε ότι στον πρόσφατο περί Εφέσεων (Προδικασία, Περιγράμματα Αγορεύσεων, Περιορισμός του Χρόνου των Προφορικών Αγορεύσεων, και Συνοπτική Διαδικασία για την Απόρριψη Προδήλως Αβάσιμων Εφέσεων) Διαδικαστικό Κανονισμό του 1996, η αντέφεση ορίζεται να "περιλαμβάνει και ειδοποίηση βάσει της Δ.35 κ. 10 των Θεσμών". Αυτός ο ορισμός αποβλέπει στη διευκόλυνση της αναφοράς σε κοινούς μηχανισμούς. Σημαντικό νομίζουμε είναι το ότι η συμπερίληψη της ειδοποίησης εφεσίβλητου στον ορισμό, υπογραμμίζει την ξεχωριστή της οντότητα.Στην παρούσα περίπτωση, εάν επρόκειτο πράγματι περί αντέφεσης, αυτή θα ήταν εκπρόθεσμη. Φαίνεται όμως πως προοριζόταν μάλλον ως ειδοποίηση εφεσίβλητου δυνάμει της Δ.35 κ. 10 στην οποία προβλεπόταν αρχικά ότι η καταχώρηση της γινόταν τουλάχιστο έξι ημέρες πριν από την ακρόαση. Έχοντας υπόψη το άρθρο 31 του περί Ερμηνείας Νόμου, Κεφ. 1, θα επληρούτο εδώ αυτή η προϋπόθεση εφόσον η δικονομική κατάσταση παρέμενε αμετάβλητη. Όμως, με τον Καν. 9 του ήδη αναφερθέντος πρόσφατου Διαδικαστικού Κανονισμού, ειδοποίηση δυνάμει της Δ.35 κ. 10 των Θεσμών καταχωρείται εντός τεσσάρων εβδομάδων από την επίδοση της έφεσης. Στην προκείμενη περίπτωση εντός τεσσάρων εβδομάδων από την ημερομηνία ισχύος του εν λόγω Διαδικαστικού Κανονισμού, ήτοι, την 1 Οκτωβρίου 1996. Κι αυτό δεν συνέβηκε. Δεν υπάρχει λοιπόν ούτε ειδοποίηση εφεσίβλητων δυνάμει της Δ.35 κ. 10 εμπρόθεσμα καταχωρισθείσα για να την εξετάσουμε.
Προσθέτουμε, ωστόσο, και την παρατήρηση ότι εν πάση περιπτώσει η πρωτόδικη απόφαση ως προς το θέμα ευθύνης δεν θα μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο εξέτασης με ειδοποίηση εφεσίβλητου σε έφεση εναντίον του σε σχέση μόνο με τη συνακόλουθη διαταγή για έξοδα. Τέτοιου είδους ειδοποίηση απευθύνεται μόνο σε ό,τι διαλαμβάνει η απόφαση η οποία έχει εφεσιβληθεί και στην οποία ο εφεσείων ως εκ της έφεσης του έχει συμφέρον. Αλλιώς ο εφεσίβλητος οφείλει να προχωρήσει με αντέφεση. Η διαταγή για έξοδα έχει τη δική της αυτοτέλεια, με δικά της κριτήρια σε ό,τι αφορά τη διαμόρφωση κρίσης στην έκδοση, όσο και εάν αυτά προέρχονται από τα όσα προηγήθηκαν: που είναι η έκβαση, το είδος της υπόθεσης, η πορεία της και η υφή της. Επιπλέον, η έφεση από διαταγή για έξοδα δυνάμει της Δ.35 κ. 20 αποτελεί μια ιδιαίτερη περίπτωση για την οποία απαιτείται άδεια. Αυτή η απαίτηση προδιαγράφει περιοριστικά και το όριο της ενασχόλησης.
Ελλείπει λοιπόν οποιοδήποτε έγκυρο διάβημα από τους εφεσίβλητους το οποίο να εγείρει ζήτημα προς εξέταση επί τους ουσίας. Οι εφεσίβλητοι να καταβάλουν τα έξοδα της μέχρι τώρα διαδικασίας ενώπιον του Εφετείου. Τα έξοδα να υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.
Δ.
Δ.
Δ.
/ΕΘ