ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας στους οποίους κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας Δ.35
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 9175
ΕΝΩΠΙΟΝ
: ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΧΑΤΖΗΤΣΑΓΓΑΡΗ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΔΔ.Χρίστος Κωνσταντίνου, διά του πατρός του Λοΐζου Κωνσταντίνου
εκ Λευκωσίας, ως φυσικού κηδεμόνος του και πλησιεστέρου φίλου,
Εφεσείων-Αιτητής
- ν. -
Δημοκρατίας της Κύπρου, διά του Γενικού Εισαγγελέα,
Εφεσίβλητης-Καθ΄ ης η αίτηση
-----------------------------
25 Σεπτεμβρίου 1996
Για τον εφεσείοντα-αιτητή: Αχ. Δημητριάδης και Β. Λοϊζίδου.
Για την εφεσίβλητη-καθ΄ ης η αίτηση: Στ. Θεοδούλου,
Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας.
-----------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Νικολάου.
ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Ο εφεσείων εξαιτείται την τροποποίηση της ειδοποίησης έφεσης με την προσθήκη τεσσάρων νέων λόγων στους τριάντα ένα ήδη διατυπωθέντες. Οι προτεινόμενοι νέοι λόγοι είναι οι ακόλουθοι:
"1. Η απόφαση έχει εκδοθεί κατά παράβαση του Άρθρου 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Σύμβαση) διότι μεταξύ άλλων η μεταχείριση που υπέστη ο Εφεσείοντας κατά τις πρώτες μέρες της ζωής του, που προκάλεσαν ή κατέληξαν στις ανεπανόρθωτες αναπηρίες του, συνιστούν απάνθρωπη και εξευτελεστική μεταχείριση.
2. Η απόφαση έχει εκδοθεί κατά παράβαση του Άρθρου 6 της Σύμβασης, διότι πέραν των όσων αναφέρεται στους προηγούμενους λόγους Εφέσεως, η αγωγή χρειάστηκε χρόνο πέραν από αυτόν που ήταν λογικός υπό τις περιστάσεις.
3. Η απόφαση έχει εκδοθεί κατά παράβαση του άρθρου 8 της Σύμβασης καθ΄ ότι, μεταξύ άλλων, είχε παραβιαστεί το δικαίωμα της ιδιωτικής ζωής του Εφεσείοντα και οι πιθανότητες για την δική του οικογενειακή ζωή έχουν μειωθεί σημαντικά.
4. Η απόφαση έχει εκδοθεί κατά παράβαση του άρθρου 2 της Σύμβασης καθ΄ ότι, μεταξύ άλλων, το δικαίωμα ζωής που προστατεύται από το άρθρον 2 της Σύμβασης είναι δικαίωμα για μια φυσιολογική ζωή και η μεταχείριση που υπέστη ο Εφεσείοντας έθεσε σε κίνδυνο την ζωή του και του έχει δημιουργήσει μόνιμες αναπηρίες."
Η ευρεία εξουσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου να επιτρέπει τροποποίηση όπου καθίσταται αναγκαία για την ορθή απονομή της δικαιοσύνης εξηγήθηκε πρόσφατα από την πλήρη Ολομέλεια στις υποθέσεις Panayiotis Georgiou (Catering) Ltd v. Δημοκρατίας, Α.Ε. 1516 κ.α. ημερ. 19 Ιουλίου 1996 στις οποίες καθορίστηκε η συνισταμένη προηγούμενης νομολογίας. Προϋπόθεση όμως σε κάθε περίπτωση για την άσκηση της διακριτικής εξουσίας είναι οι προτεινόμενοι λόγοι να δύνανται να ενταχθούν στο πλαίσιο της έφεσης.
Εξετάσαμε την αίτηση υπό το φως του υλικού που τη συνοδεύει και τα όσα ανέπτυξαν ενώπιον μας οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των μερών. Επισημαίνουμε κατ΄ αρχήν ότι με το ένδικο μέσο της έφεσης ελέγχεται η ορθότητα της εκκαλούμενης απόφασης με προοπτική, όπου διαπιστώνεται σφάλμα, να παράσχεται πρόσφορη θεραπεία. Δεν είναι δυνατό στο στάδιο της έφεσης, με τους λόγους που προσβάλλουν την απόφαση να εισάγονται νέα πραγματικά επίδικα θέματα.
Στην προκείμενη περίπτωση εκείνο που ο εφεσείων είχε θέσει προς εξέταση πρωτόδικα ήταν το κατά πόσο το ιατρικό και παραϊατρικό προσωπικό του κρατικού Γενικού Νοσοκομείου Λευκωσίας, το οποίο είχε αναλάβει τη φροντίδα και περίθαλψη του εφεσείοντα, επέδειξε τη δέουσα επιμέλεια, εκπληρώνοντας ικανοποιητικά την αποστολή του. Το πρωτόδικο δικαστήριο προέβη σε καταφατικό εύρημα. Με την έφεση ουσιαστικά σκοπείται η ανατροπή αυτού του αποτελέσματος.
Με το νέο προτεινόμενο λόγο 1 μας φαίνεται να επιχειρείται η απ΄ ευθείας εισαγωγή νέου επίδικου θέματος που είναι το κατά πόσο υπήρξε απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση γιατί αυτό δεν μπορεί να είναι θέμα νομικό, όπως εισηγήθηκε ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντα, ενώ με τους λόγους 3 και 4 επιχειρείται η εισαγωγή νέων διαστάσεων που
επεκτείνουν την υφή των όσων ως πραγματικά θέματα απασχόλησαν πρωτόδικα. Πέρα όμως από αυτό επισημαίνουμε και ότι από άποψης διατύπωσης οι προτεινόμενοι λόγοι 1, 3 και 4 δεν προσδιορίζουν συγκεκριμένο σφάλμα στην πρωτόδικη απόφαση και ούτε αιτιολογούν όπως ορίζει η Δ.35 κ.4, αλλά εμφανίζουν ως μεμπτή αφεαυτής την έκδοση της απόφασης. Που εξ ορισμού αντιστρατεύεται τη δικαστική διαδικασία η απόληξη της οποίας είναι η έκδοση απόφασης. Για τους λόγους που εκθέσαμε δεν μπορεί να επιτραπεί η προσθήκη των προτεινόμενων λόγων 1, 3 και 4.Ως προς τον προτεινόμενο λόγο 2, που αφορά την ισχυριζόμενη καθυστέρηση, αυτός θα μπορούσε να αποκτήσει νόημα μέσα στο πλαίσιο έφεσης μόνο εφόσον επιτυχία σε αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει στην παροχή πρόσφορης θεραπείας. Στην προκείμενη περίπτωση δεν θα μπορούσε, δεδομένου ότι σε ό,τι αφορά την έφεση η επιδίωξη του εφεσείοντα, καθώς είναι αυτονόητο, είναι η εν τέλει έκδοση κάποιας απόφασης ακόμα και μεταγενέστερα εκδοθείσας είτε από το Εφετείο είτε πρωτόδικα εάν ήθελε εκδοθεί διαταγή για επανεκδίκαση, η οποία όμως να τον δικαιώνει στις θέσεις του επί της ουσίας. Δεν πρόκειται για περίπτωση όπου η τυχόν κατ΄ έφεση απόφαση περί αδικαιολόγητης καθυστέρησης θα μπορούσε να οδηγήσει σε ευμενές για τον εφεσείοντα αποτέλεσμα σε ό,τι αφορά τις εγγενείς ανάγκες της υπόθεσης δηλαδή επί της ουσίας της, όπως για παράδειγμα στην υπόθεση Ευσταθίου ν. Αστυνομίας (1990) 2 Α.Α.Δ. 294, όπου η αδικαιολόγητη καθυστέρηση στην εκδίκαση της ποινικής υπόθεσης του εφεσείοντα αποτέλεσε λόγο για αθώωση του. Το κατά πόσο το θέμα που θίγεται με τον προτεινόμενο λόγο έφεσης 2 θα μπορούσε να απασχολήσει άλλο αρμόδιο δικαστήριο πρωτογενώς δεν είναι ανάγκη να το αγγίξουμε. Καταλήγουμε ότι δεν μπορεί να επιτραπεί η προσθήκη ούτε του προτεινόμενου λόγου 2.
Η αίτηση αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Δεδομένου ότι δεν ζητούνται έξοδα από την καθ΄ ης, δεν εκδίδεται οποιαδήποτε διαταγή.
Δ.
Δ.
Δ.