ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Δεν έχει εντοπιστεί νομοθεσία ή απόφαση ή δικονομικός θεσμός στον οποίο να κάνει αναφορά η απόφαση αυτή
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ΛΕΩΝΙΔΟΥ κ.α. v. ΚΥΡΙΑΚΟΥ κ.α., Πολιτική ΄Εφεση Αρ. 305/2013, 20/7/2021, ECLI:CY:AD:2021:A353
ΜΟΔΕΣΤΟΥ κ.α. v. ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ κ.α., Πολιτική Έφεση Αρ. 339/2013, 26/7/2021, ECLI:CY:AD:2021:A364
(1993) 1 ΑΑΔ 1059
30 Δεκεμβρίου, 1993
[ΠΙΚΗΣ, ΝΙΚΗΤΑΣ, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΕΤΑΛΛΕΥΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΤΔ,
Εφεσείοντες,
ν.
ΑΝΔΡΕΑ ΚΑΛΑΜΑΡΑ,
Εφεσίβλητου.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 7716)
Έφεση — Προσέγγιση πρωτόδικου Δικαστηρίου και θεώρηση της υπόθεσης με βάση άλλη από αυτή που προβαλλόταν στα δικόγραφα και ειδικότερα στην έκθεση απαιτήσεως — Οδήγησε σε παράλειψη αξιολόγησης της μαρτυρίας σε σχέση με την πραγματική διαφορά των διαδίκων και τελικά στην μη επίλυση της επίδικης διαφοράς—Διατάχθηκε επανεκδίκαση.
Ο εφεσίβλητος αξίωσε από την εφεσείουσα την πληρωμή του υπολοίπου εκτελεσθείσας από αυτόν εργασίας δυνάμει συμφωνίας με την εφεσείουσα. Ο εφεσίβλητος στην έκθεση απαίτησης του ισχυρίσθηκε ότι η συμφωνία του με την εφεσείουσα ήταν ότι αυτός θα εξόρυσσε με τον εκσκαφέα του ασβεστόλιθο από το λατομείο της εφεσείουσας στο Μι-τσερό και θα αμοίβετο με ποσό 90 μιλς ανά τόνο με κατ' ελάχιστο παραγωγή χίλιων τόνων ημερησίως. Ήταν η θέση του εφεσίβλητου ότι με την συμφωνία κατοχυρώνετο σαν ελάχιστο ποσό αμοιβής το τίμημα για την εξόρυξη χίλιων τόνων την ημέρα πάνω στη βάση της πενθήμερης εβδομάδας. Η εφεσείουσα παραδέχθηκε το τίμημα των 90 μιλς ανά τόνο αλλά ισχυρίσθηκε ότι αυτό θα πληρωνόταν για κάθε τόνο που πράγματι είχε εξορυχθεί και παραληφθεί από την εφεσείουσα, ότι ο εφεσίβλητος είχε εργασθεί για οκτώ βδομάδες μόνο και μετά για δικούς του λόγους δεν είχε εργασθεί, και ότι είχε εξορύξει μόνο 23.627 τόνους, για τους οποίους είχε πληρωθεί από την εφεσείουσα προς πλήρη εξόφληση. Στην απόφασή του το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν ασχολήθηκε με την μαρτυρία σειράς μαρτύρων της εφεσείουσας, που αναφέρονταν στην μη εργασία του εφεσίβλητου για δικούς του λόγους και εν πάση περιπτώσει όχι εξ υπαιτιότητας της εφεσείουσας, σαν άσχετη ή περιττή, αναφέρθηκε σε θέση του εφεσίβλητου ότι η εφεσείουσα συστηματικά τον εμπόδιζε από του να εργάζεται διότι δεν παραλάμβανε τους εξορυχθέντες τόνους και δεν τους μετέφερε από τον τόπο εξόρυξης, ισχυρισμός που δεν υπήρχε στην έκθεση απαιτήσεως, και εξέδωσε απόφαση υπέρ του εφεσίβλητου με βάση την εκδοχή του εφεσίβλητου για εγγυημένη πληρωμή 1000 τόνων την ημέρα τουλάχιστον, αφού αφαίρεσε τα πραγματικά έξοδα του εφεσίβλητου για τους μη ανορυχθέντες τόνους, που βρήκε αφού αφαίρεσε τους 23.627 τόνους, που η εφεσείουσα ισχυριζόταν ότι ήταν η πραγματική παραγωγή του εφεσίβλητου.
Αποφασίσθηκε ότι:
Το πρωτόδικο Δικαστήριο είχε προσεγγίσει την υπόθεση κατά παρέκκλιση των ισχυρισμών των διαδίκων στα δικόγραφα, και ιδίως του εφεσίβλητου στην έκθεση απαιτήσεως, με αποτέλεσμα να προβεί σε λανθασμένη αξιολόγηση της μαρτυρίας και σε μη αξιολόγηση ουσιώδους μαρτυρίας, πράγμα που οδηγούσε αναπόφευκτα στον παραμερισμό της απόφασης και την επανεκδίκαση της αγωγής.
Η έφεση επιτράπηκε με έξοδα. Διατάχθηκε επανεκδίκαση.
Έφεση.
Έφεση από τους εναγόμενους κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Χατζηκωνσταντίνου, Α.Ε.Δ.) που δόθηκε στις 9 Ιουλίου, 1988 (Αρ. Αγωγής 2752/80) με την οποία οι εναγόμενοι διατάχθηκαν να πληρώσουν στον ενάγοντα το ποσό £3.442,38 σεντ.
Π. Πολυβίου, για τους εφεσείοντες.
Ε. Ευσταθίου, για τον εφεσίβλητο.
Cur. adv. vult.
ΠΙΚΗΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Γ. Κωνσταντινίδης.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Αναπτύχθηκε ως μόνος λόγος έφεσης η κατά τους εφεσείοντες-εναγομένους παρέκκλιση από τα επίδικα θέματα και η στήριξη της πρωτόδικης απόφασης πάνω σε υποτιθέμενη σύμβαση, άλλη από εκείνη που ο ίδιος ο εφεσίβλητος-ενάγων πρόβαλε με την έκθεση απαιτήσεως. Η εσφαλμένη αντίληψη ως προς το περιεχόμενο της σύμβασης που συνάφθηκε οδήγησε, όπως υποστηρίζουν οι εφεσείοντες, σε παράλειψη αξιολόγησης της μαρτυρίας που προσάχθηκε ως προς την πραγματική διαφορά των διαδίκων, και τελικά, σε μη επίλυση της επίδικης διαφοράς.
Η αντιπαραβολή των γραπτών προτάσεων προς την πρωτόδικη απόφαση δείχνει, αντίθετα προς τη διαφορετική προσέγγιση του θέματος από τον εφεσίβλητο, ότι ο λόγος έφεσης ευσταθεί. Ο εφεσίβλητος ανέλαβε, με προφορική συμφωνία να εξωρύσσει ασβεστόλιθο στο λατομείο των εφεσειόντων στο Μιτσερό. Θα αμείβετο με 90 μίλς για κάθε τόνο που θα εξόρρυσε ανεξάρτητα από το πόσους τόνους θα παρελάμβαναν οι εφεσείοντες για μεταφορά στους σπαστήρες τους. Είναι ο ισχυρισμός του εφεσίβλητου πως οι εφεσείοντες, κατά παράβαση της συμφωνίας τους, τον πλήρωσαν μόνο για όσους τόνους παρέλαβαν και μετέφεραν και όχι για όσους ανόρυξε και συσσώρευσε στο λατομείο προς παραλαβή και μεταφορά. Ο εφεσίβλητος αντελήφθη τη συμφωνία που συνάφθηκε να του κατοχυρώνει πως θα πληρωνόταν κατ' ελάχιστο την αξία 1000 εξορυγμένων τόνων ημερησίως για πενθήμερη βδομάδα εργασίας και προβάλλοντας εκπλήρωση των δικών του υποχρεώσεων, αξίωσε το γινόμενο των 17 εβδομάδων εργασίας που ισχυρίστηκε ότι πρόσφερε επί το ποσό των £450 (5Χ£90). Ακολουθεί η παράγραφος 9 της εκθέσεως απαιτήσεως. Την ξεχωρίζουμε γιατί υπονοεί γεγονότα που φαίνεται να μή συμβιβάζονται προς τους προηγούμενους ισχυρισμούς. Ο εφεσίβλητος αφαιρεί από το αξιούμενο ποσό όχι μόνο όσα ισχυρίζεται ότι εισέπραξε αλλά και όσα, κατά την εκτίμησή του, θα ήταν τα έξοδα για την εκσκαφή και/η ανόρυξη και/η παραγωγή 105 χιλιάδων τόνων, "ποσότης ήτις τουλάχιστον θα παρήγετο για περίοδο 17 εβδομάδων εργασίας." Δεν θα ασχοληθούμε με την ορθότητα αυτής της αριθμητικής πράξης. Εκείνο που ενδιαφέρει είναι το ότι ο εφεσίβλητος εμφανίζεται να μήν είχε εξορύξει οποιαδήποτε ποσότητα αντίθετα προς τους ισχυρισμούς του σύμφωνα με τους οποίους είχε συνεχώς στη διάθεση των εφεσειόντων μεγάλο "stock" ασβεστόλιθων.
Με την υπεράσπιση τους οι εφεσείοντες δέχονται πως είχαν υποχρέωση πληρωμής 90 μίλς "δι' έκαστον ανορυχθέντα τόνο (δι' όσους τόνους ανόρυσσαν)" και προσθέτουν "με συμφωνηθείσα παραγωγή 1000 τόνων ημερησίως". Η ουσία της σύντομος υπεράσπισής τους συνίσταται στο ότι ο εφεσίβλητος πρόσφερε εργασία μόνο για οκτώ βδομάδες, ότι αδικαιολόγητα εγκατέλειψε την εργασία και ότι, μέχρι τότε, ανόρυξε συνολικά 23.627 τόνους για τους οποίους του κατεβλήθη το αντίστοιχο συμφωνηθέν τίμημα προς πλήρη εξόφληση.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο συνόψισε πρώτα την εκδοχή του εφεσίβλητου "σύμφωνα με την έκθεση απαιτήσεως". Μεταξύ άλλων αναφέρει:
"Η εταιρεία, συστηματικά, κατά παράβαση της συμφωνίας και παρά τες επανειλημμένες διαμαρτυρίες του ενάγοντα, δεν παρείχε σ' αυτόν τη δυνατότητα να ανορύσσει τη συμφωνηθείσα ελάχιστη ποσότητα ασβεστόλιθου γιατί δεν μετακινούσε τον ανορυ-χθέντα ασβεστόλιθο από το χώρο της ανόρυξης του ώστε να παρέχεται στον ενάγοντα χώρος διά περαιτέρω ανόρυξη."
Δεν υπάρχει τέτοιος ισχυρισμός στην έκθεση απαιτήσεως. Κατ' επανάληψη ο εφεσίβλητος ισχυρίστηκε ότι είχε στη διάθεση των εφεσειόντων μεγάλη ποσότητα εξορυγμένου ασβεστόλιθου και εντοπίζεται το παράπονό του στην επιμονή των εφεσιβλήτων να πληρωθούν για όσους παρέλαβαν και μετέφεραν και όχι για όσους τόνους εξόρυσσαν, όπως ήταν η υποχρέωσή τους. Προσθέτει το πρωτόδικο Δικαστήριο πως ήταν ο ισχυρισμός του εφεσίβλητου ότι εδικαιούτο σε πληρωμή για περίοδο 17 εβδομάδων "ανεξάρτητα από τον αριθμό των τόνων που εξόρυσσε". Δεν είναι έτσι αλλά και στην υποθετική περίπτωση της συζήτησης της υπόθεσης πάνω σε τέτοια βάση, θα είχε σημασία η αιτία της μή εξόρυξης του ασβεστόλιθου. Δεν ήταν η θέση του εφεσίβλητου, ούτε πρωτόδικα ούτε και ενώπιόν μας ότι θα εδικαιούτο σε πληρωμή ακόμη και στην περίπτωση που η μή εξόρυξη οφειλόταν σε δική του υπαιτιότητα.
Κατά την πρωτόδικη διαδικασία προσάχθηκε μαρτυρία ως προς τον αριθμό των τόνων που εξορύχθηκαν και ως προς το αν η αιτία για την ανόρυξη μικρού αριθμού, όπως ισχυρίζονταν οι εφεσείοντες, ήταν οι συχνές βλάβες του εκσκαφέα του εφεσίβλητου ή άλλος λόγος σχετιζόμενος κυρίως με το σπαστήρα των εφεσειόντων. Το πρωτόδικο Δικαστήριο χαρακτήρισε τη μαρτυρία σειράς μαρτύρων των εφεσειόντων που σαφώς αναφέρονταν σε περιορισμένο αριθμό ωρών εργασίας του εφεσίβλητου για λόγους δικούς του και πάντως ασύνδετους προς οποιανδήποτε υπαιτιότητά τους, ως άσχετη ή περιττή. Δεν θα μπορούσε όμως να ήταν άσχετη ή περιττή ακόμα και στο πλαίσιο των υποτιθέμενων ισχυρισμών του εφεσίβλητου όπως τους αντελήφθη το πρωτόδικο Δικαστήριο. Σε τελευταία ανάλυση το πρωτόδικο Δικαστήριο χωρίς να αξιολογήσει τη μαρτυρία ως προς τον αριθμό των τόνων που ανορύχθηκαν και την αιτία της ενδεχόμενης ανόρυξης λιγότερων από όσους είχαν συμφωνηθεί, εξέδωσε απόφαση ως εάν να ήταν η συμφωνία των μερών να πληρώνεται ο εφεσίβλητος £90 ημερησίως ανεξάρτητα από το αν από δική του υπαιτιότητα εξόρυσσε λιγότερους τόνους.
Το λάθος ήταν θεμελιακό και επέδρασε σε όλη τη δομή των συλλογισμών που οδήγησαν στην απόφαση. Διερωτήθη το πρωτόδικο Δικαστήριο "γιατί η εταιρεία (εφεσείοντες) δέχεται ότι στη συμφωνία υπήρχε πρόνοια για 1.000 τόνους εξόρυξης την ημέρα, αφού η υποχρέωση της, όπως ισχυρίζεται, ήταν να πληρώνει 90 μίλς για όσους τόνους παρελάμβανε"; Όπως όμως υποδείξαμε δεν ήταν αυτός ο ισχυρισμός των εφεσειόντων. Το πρωτόδικο Δικαστήριο εντόπισε ως ουσία της επίδικης διαφοράς το κατά πόσο είχε επέλθει συμφωνία η οποία να διασφάλιζε στον εφεσίβλητο ένα ελάχιστο ημερήσιο εισόδημα £90. Δέχθηκε την υποτιθέμενη εκδοχή του εφεσίβλητου και επεδίκασε ποσό ίσο προς τον αριθμό 81 ημερών εργασίας. Αφαίρεσε ποσό £1.126,430 μιλς ως ήδη εισπραχθέν αλλά και £30 για κάθε 1.000 τόνους "σαν έξοδα που ωφελήθηκε ο ενάγων επειδή δεν λειτούργησε ο εκσκαφέας του να παράξει 81.000 τόνους μείον 23.627". Οι 23.627 ήταν το σύνολο των τόνων που κατά τους εφεσείοντες είχαν εξορυχθεί και το νόημα αυτό της αριθμητικής πράξης δεν μπορεί παρά να είναι ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δέχθηκε ότι, αντίθετα προς τους κατηγορηματικούς ισχυρισμούς του εφεσιβλήτου, μόνο τόσοι τόνοι ανορύχθηκαν, ακριβώς όπως ισχυρίζονταν οι εφεσείοντες.
Χωρίς την αξιολόγηση της μαρτυρίας στο σωστό πλαίσιο και χωρίς τις απαραίτητες διαπιστώσεις ως προς τα ουσιώδη γεγονότα είναι αδύνατο να επιλυθεί η επίδικη διαφορά τώρα. Είναι αναπόφευκτη η επανεκδίκαση της αγωγής.
Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα υπέρ των εφεσειόντων. Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται. Διατάσσεται η επανεκδίκαση της αγωγής. Τα έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας θα είναι έξοδα της υπόθεσης.
Η έφεση επιτρέπεται με έξοδα. Διατάσσεται επανεκδίκαση.