ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1992) 1 ΑΑΔ 591
2 Απριλίου, 1992
[ΠΙΚΗΣ, ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, ΝΙΚΗΤΑΣ. Δ/στές]
ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΑΝΤΩΝΙΟΥ,
Εφεσείων,
ν.
ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΜΑΡΚΟΥ,
Εφεσιβλήτου.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 7943).
Έφεση — Ανάλυση από το πρωτόδικο Δικαστήριο της μαρτυρίας — Αποδοχή μάρτυρα σαν ανεξάρτητου και αντικειμενικού — Ύπαρξη δύο διαφορετικών εκδοχών στη μαρτυρία του εν λόγω μάρτυρα — Υιοθέτηση από το Δικαστήριο της μιας εκδοχής χωρίς αναφορά στην άλλη εκδοχή και χωρίς παροχή οποιασδήποτε εξήγησης — Κατέστησε την απόφαση ακροσφαλή και οδήγησε σε ακύρωσή της.
Σε υπόθεση τροχαίου ατυχήματος, η εκδοχή του εφεσίβλητου ήταν ότι ο εφεσείων, που ερχόταν από την αντίθετη κατεύθυνση, έστριψε δεξιά και του έφραξε τον δρόμο. Στην προσπάθεια του να αποφύγει την σύγκρουση ο εφεσίβλητος έχασε τον έλεγχο του αυτοκινήτου του και κτύπησε σε παρακείμενο πάσσαλο. Η εκδοχή του εφεσείοντα ήταν ότι, όταν έστριψε δεξιά, ο εφεσίβλητος βρισκόταν ακόμη σε τέτοια απόσταση ώστε να μην μπορεί να θεωρηθεί ότι του έφραξε τον δρόμο. Ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου υπήρχε, εκτός από την μαρτυρία των διαδίκων, και η μαρτυρία του οδηγού αυτοκινήτου που ακολουθούσε το όχημα του εφεσίβλητου, τον οποίο το πρωτόδικο Δικαστήριο χαρακτήρισε σαν ανεξάρτητο και αντικειμενικό μάρτυρα. Τμήματα της μαρτυρίας του έτειναν να υποστηρίξουν την εκδοχή του εφεσίβλητου, αλλά άλλο τμήμα αυτής έτεινε να υποστηρίξει την εκδοχή του εφεσείοντα. Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αποδεχόμενο την εκδοχή του εφεσίβλητου, αναφέρθηκε στο μέρος εκείνο της μαρτυρίας του ανεξάρτητου μάρτυρα που υποστήριζε την εκδοχή του εφεσίβλητου, χωρίς να κάμει οποιαδήποτε αναφορά στο μέρος που υποστήριζε την εκδοχή του εφεσείοντα ή να δώσει οποιαδήποτε εξήγηση για την παράλειψή του αναφοράς στο μέρος εκείνο της μαρτυρίας, και εξέδωσε απόφαση με την οποία βρήκε τον εφεσείοντα υπεύθυνο κατά 60% για το δυστύχημα.
Αποφασίσθηκε ότι:
Ήταν γεγονός ότι στην μαρτυρία του ανεξάρτητου μάρτυρα υπήρχε τμήμα που έτεινε να υποστηρίξει την εκδοχή του εφεσείοντα, στο οποίο το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν είχε αναφερθεί, ούτε είχε δώσει οποιαδήποτε εξήγηση γιατί δεν αναφέρθηκε. Η παράλειψη του πρωτόδικου Δικαστηρίου να προβεί στην σωστή εκτίμηση της μαρτυρίας του ανεξάρτητου μάρτυρα καθιστούσε το πραγματικό βάθρο στο οποίο είχε στηριχθεί η απόφαση ακροσφαλές και δεν παρείχε άλλη επιλογή στο Εφετείο από του να διατάξει την επανεκδίκαση της υπόθεσης.
Η έφεση επιτράπηκε με έξοδα. Διατάχθηκε επανεκδίκαση.
Έφεση.
Έφεση από τον εναγόμενο κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Αρέστης, Ε.Δ.) που δόθηκε στις 17 Ιουνίου, 1989 (Αρ. Αγωγής 6710/86) με την οποία διατάχθηκε να πληρώσει στον ενάγοντα το ποσό των £1.288 για ζημιές που υπέστει λόγω αυτοκινητικού ατυχήματος.
Π. Λιβέρας, για τον εφεσείοντα.
Μ. Ιακώβου, για τον εφεσίβλητο.
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώ-σει ο δικαστής κ. Γ. Μ. Πικής.
ΠΙΚΗΣ, Δ. : Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι ο εφεσείων έστριψε το αυτοκίνητό του δεξιά και έφραξε το δρόμο όταν τον χώριζε μόνο μικρή απόσταση από το όχημα που οδηγούσε ο εφεσίβλητος από την αντίθετη κα-τεύθυνση.Η παρεμπόδιση της πορείας που δικαιωματικά ακολουθούσε ο εφεσίβλητος συνιστούσε πράξη αμέλειας που καθιστούσε τον εφεσείοντα υπόλογο για τη ζημιά που υπέστη ο εφεσίβλητος λόγω της σύγκρουσης του οχήματός του με παρακείμενο πάσσαλο στην προσπάθειά του να αποφύγει σύγκρουση με το όχημα του εφεσείοντα.Η αποζημίωση η οποία επιδικάστηκε υπέρ του εφεσιβλήτου περιορίστηκε στο 60% της ζημιάς του ενόψει και της δικής του συνδρομής στη ζημιά την οποία υπέστη λόγω συντρέχουσας αμέλειας που υπολογίστηκε σε ποσοστό 40%.
Το συμπέρασμα ότι ο εφεσείων ευθύνεται για αστική αμέλεια, προσβάλλεται για ένα και μοναδικό λόγο, τούτο, ότι είναι αντινομικό προς τα πρωτογενή ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου.Το Δικαστήριο έκρινε ως αξιόπιστους μάρτυρες τον εφεσίβλητο και τη σύζυγό του που ταξίδευε ως επιβάτης στο αυτοκίνητό του, και τον οδηγό του αυτοκινήτου το οποίο ακολουθούσε εκείνο του εφεσείοντα ο οποίος κατέθεσε ως μάρτυρας υπερασπίσεως. Το δικαστήριο χαρακτήρισε τον οδηγό του τρίτου αυτοκινήτου ως ανεξάρτητο και αντικειμενικό μάρτυρα, προσδίδοντας ιδιαίτερο κύρος στη μαρτυρία του η οποία, όπως ανεύρε, ενίσχυε την εκδοχή του εφεσιβλήτου. Σύμφωνα με την κρινόμενη απόφαση συμπίπτει η εκδοχή και των τριών μαρτύρων ως προς τα ουσιώδη γεγονότα τα οποία προηγήθηκαν και περιβάλλουν το δυστύχημα στο οποίο ενεπλάκη ο εφεσίβλητος. Η εκδοχή του εφεσιβλήτου, που έγινε δεκτή, ήταν ότι ο εφεσείων έφραξε την πορεία του, οπόταν στην προσπάθειά του να αποφύγει την επικείμενη σύγκρουση, φρενάρισε ελαφρά και έδωσε δεξιά κλίση στο αυτοκίνητό του, πορεία την οποία αναγκάστηκε και πάλι να μεταβάλει μόλις έγινε αισθητή η παρουσία του οχήματος του μάρτυρα, και πάλι για να αποφύγει πιθανή σύγκρουση. Στην προσπάθειά του να αποφύγει και τη δεύτερη επαπειλούμενη σύγκρουση ο εφεσίβλητος έστριψε αριστερά, οπόταν έχασε τον έλεγχο του αυτοκινήτου, εξετράπη από το δρόμο και συγκρούστηκε με πάσσαλο που βρισκόταν έξω από το δρόμο.
Στην απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου παρατίθενται αποσπάσματα από τη μαρτυρία του τρίτου οδηγού τα οποία πράγματι τείνουν να υποστηρίξουν την εκδοχή του εφεσιβλήτου. Παραγνωρίστηκε όμως, και προφανώς αγνοήθηκε από το Δικαστήριο άλλο μέρος της μαρτυρίας του στο οποίο δίδεται διαφορετική εικόνα για ουσιώδη γεγονότα. Το μέρος της μαρτυρίας που αγνοήθηκε, αφορά την κατάθεση του μάρτυρα ότι το αυτοκίνητο του εφεσιβλήτου εμφανίστηκε απέναντι μετά που ο εφεσείων έστριψε δεξιά και εγκατέλειψε το δρόμο. Λαμβάνοντας υπόψη τη μεγάλη ορατότητα που παρεχόταν, αποδοχή της θέσης αυτής θα έθετε τον εφεσίβλητο πολύ μακρύτερα απ' ό,τι κρίθηκε ότι ήταν όταν ο εφεσείων έστριψε δεξιά, και ουσιαστικά θα αποσύνδεε τις πράξεις του τελευταίου από τη φαινομενικά ασταθή πορεία και οδήγηση του οχήματος του εφεσιβλήτου. Είναι γεγονός ότι το μέρος αυτό της μαρτυρίας του τρίτου οδηγού δε συμβαδίζει, και χωρίς να δοθεί άλλη εξήγηση, έρχεται σε αντίθεση με το μέρος της μαρτυρίας του το οποίο παρατίθεται στην απόφαση, από το οποίο προκύπτει ότι μικρή μόνο απόσταση χώριζε τα οχήματα του εφεσείοντα και του εφεσιβλήτου όταν ο πρώτος έστριψε δεξιά, καθιστώντας τη σύγκρουση μεταξύ των δύο οχημάτων πραγματική πιθανότητα.
Η παράλειψη του πρωτόδικου Δικαστηρίου να προβεί σε σωστή εκτίμηση της μαρτυρίας του "ανεξάρτητου και αντικειμενικού "μάρτυρα, καθιστά το πραγματικό βάθρο στο οποίο στηρίχθηκε η απόφαση ακροσφαλές και δημιουργεί ρήγμα στα ευρήματα του δικαστηρίου το οποίο είναι εξ αντικειμένου αδύνατο να πληρωθεί με την επίκληση των εξουσιών που παρέχονται στο Εφετείο. Τα ευρήματα του δικαστηρίου καθίστανται ακόμα πιο τρωτά, αναλογιζόμενοι ότι το μέρος της μαρτυρίας (του μάρτυρα) που παραλήφθηκε συνάδει με την εκδοχή του εφεσείοντα η οποία απορρίφθηκε ως αναξιόπιστη.
Υπό το φως αυτών των διαπιστώσεων δεν παρέχεται άλλη εκλογή από του να διατάξουμε την επανεκδίκαση της υπόθεσης από άλλο μέλος του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, την οποία και διατάσσουμε.
Η έφεση επιτρέπεται με έξοδα. Η απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου παραμερίζεται. Διατάσσεται ή επανεκδίκαση της υπόθεσης. Τα έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας θα ακολουθήσουν το αποτέλεσμα της νέας δίκης.
Η έφεση επιτρέπεται με έξοδα. Διαταγή για επανεκδίκαση.