ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1992) 1 ΑΑΔ 21
9 Ιανουαρίου, 1992
[ΠΙΚΗΣ, Δ/στής]
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ (ΤΖΙΜΜΥΣ),
Ενάγοντας,
ν.
ΤΟΥ ΠΛΟΙΟΥ "TAMARA I",
Εναγομένου.
(Αγωγή Ναυτοδικείου Αρ. 10/92.)
Δικονομία Ναυτοδικείου — Αίτηση για σύλληψη πλοίου — Προϋποθέσεις για την έκδοση εντάλματος σύλληψης πλοίου — Παράληψη συμπερίληψης στην ένορκη δήλωση όλων των προβλεπόμενων από τους θεσμούς λεπτομερειών — Δεν καταρρίπτει αφεαυτής την αίτηση — Μόνο όπου οι ελλείπουσες πληροφορίες καθιστούν αδύνατη την άσκηση της εξουσίας του Δικαστηρίου δικαιολογείται η απόρριψη της αίτησης.
Δικονομία Ναυτοδικείου —Σημείωμα ανακοπής (caveat) — Το μόνο ευεργέτημα που εξασφαλίζει στον παρεμβαίνοντα είναι η παροχή ευκαιρίας να ακουσθεί.
Ο αιτητής - ενάγων κίνησε αγωγή εναντίον του εναγόμενου πλοίου για ΛΚ2.300 ισάξιο αναγκαίων προμηθειών και ζήτησε την σύλληψή του. Ο ιδιοκτήτης του πλοίου είχε καταχωρήσει σημείωμα ανακοπής (caveat) και έτσι του δόθηκε η προβλεπόμενη από τον καν. 70 των Θεσμών Ναυτοδικείου ειδοποίηση για να εμφανισθεί και ακουσθεί πριν από την έκδοση του διατάγματος σύλληψης. Η ένορκη δήλωση που συνόδευε την αίτηση δεν περιείχε όλες τις λεπτομέρειες που προέβλεπαν οι κ. 51 και 52 (β) των Θεσμών Ναυτοδικείου, ήτοι δεν ανέφερε ρητά ότι επιδιώκεται η βοήθεια του Δικαστηρίου και δεν εξειδίκευε το κατά πόσο ο ιδιοκτήτης του πλοίου είχε την μόνιμη κατοικία του (domicil) στην Κύπρο.
Αποφασίσθηκε ότι:
α) Η παράλειψη συμπερίληψης στην ένορκο δήλωση όλων των προβλεπομένων από τους Θεσμούς λεπτομερειών δεν κατέρριπτε αφεαυτής την αίτηση. Ο κ. 54 των Θεσμών Ναυτοδικείου παρείχε διακριτική ευχέρεια στο Δικαστήριο να εκδόσει διάταγμα σύλληψης παρά την απουσία των απαιτουμένων λεπτομερειών. Μόνο όπου οι ελλείπουσες λεπτομέρειες καθιστούσαν αδύνατη την άσκηση της εξουσίας του Δικαστηρίου εδικαιολογείτο η απόρριψη της αίτησης λόγω της απουσίας τους.
β) Στην προκειμένη περίπτωση η παράλειψη δεν δημιουργούσε ουσιώδες κενό στις προϋποθέσεις για την έκδοση του εντάλματος.
γ) Η καταχώρηση σημειώματος ανακοπής (caveat) από τον ιδιοκτήτη του πλοίου δεν άλλαζε τις προϋποθέσεις για την έκδοση του εντάλματος σύλληψης. Το μόνο ευεργέτημα που εξασφάλιζε στον παρεμβαίνοντα (caveator) ήταν η παροχή ευκαιρίας να ακουσθεί πριν από την έκδοση του εντάλματος σύλληψης.
Η αίτηση έγινε αποδεχτή.
Αίτηση.
Αίτηση από τον ενάγοντα για την σύλληψη του πλοίου TAMARA Ι.
Δ. Σωκράτους για Α. Θεοφίλου, για τον ενάγοντα - αιτητή.
Α. Χαβιαράς με Ντ. Παπαδόπουλο, για τους caveators Samar Wasfi Αl Masri.
Cur. adv. vult.
ΠΙΚΗΣ, Δ. ανάγνωσε την ακόλουθη απόφαση. Με κλητήριο ένταλμα προσαρμοσμένο στο πρότυπο αγωγής κατά αντικειμένου ο ενάγων εγείρει αξίωση κατά του πλοίου TAMARA Ι για ποσό £2.300.- ισάξιο αναγκαίων προμηθειών με τις οποίες εφοδίασε το πλοίο σε προηγούμενο ταξίδι του. Το πλοίο ευρίσκεται στην Κύπρο για μια μόνο μέρα, ενώ είναι άγνωστο αν θα προσεγγίσει κυπριακό λιμάνι στο μέλλον και πότε. Υπό την πίεση αυτής της πραγματικότητας επιδιώκεται η σύλληψη του πλοίου για την εξασφάλιση της απαίτησης του ενάγοντα, εκτελωνιστή το επάγγελμα, από τη Λεμεσό.
Η ιδιοκτήτης του πλοίου Samar Wasfi Αl Masri κατάθεσε από 13/12/91 σημείωμα ανακοπής (caveat) με το οποίο εγείρει προκαταρκτικά ένσταση στην έκδοση οποιουδήποτε εντάλματος σύλληψης του πλοίου, διάβημα που εξασφαλίζει κατά κανόνα στην ιδιοκτήτρια δικαίωμα να ακουστεί πριν την έκδοση οποιουδήποτε εντάλματος σύλληψης. Ενόψει του σημειώματος αυτού δόθηκε η προβλεπόμενη από τον κ. 70 των Θεσμών Ναυτοδικείου ειδοποίηση στην ιδιοκτήτρια. Η καταχώρηση σημειώματος ανακοπής δεν εξασφαλίζει οποιοδήποτε άλλο ευεργέτημα στον παρεμβαίνοντα (caveator) από την παροχή ευκαιρίας να ακουστεί πριν την έκδοση διατάγματος σύλληψης του πλοίου. Κατά τα άλλα οι προϋποθέσεις για την έκδοση διατάγματος σύλληψης του πλοίου μένουν αμετάβλητες.
Η ένσταση της ιδιοκτήτριας στην αιτούμενη θεραπεία επικεντρώνεται στις ελλείψεις, όπως ισχυρίζεται, της ενόρκου δηλώσεως η οποία στοιχειοθετεί την αίτηση, και συγκεκριμένα σε παράλειψη συμμόρφωσης με τις διατάξεις του κ. 51 και κ. 52 (β) των Θεσμών Ναυτοδικείου, αφενός, και στην απουσία απόδειξης για την αναγνώριση του χρέους εκ μέρους του πλοίου ή αντιπροσώπου του, αφετέρου. Η αναγνώριση του χρέους εκ μέρους των εναγομένων δεν αποτελεί προϋπόθεση για την έκδοση διατάγματος για τη σύλληψη του πλοίου. Ότι απαιτείται είναι η εκ πρώτης όψεως τεκμηρίωση της απαίτησης και όπου επιδιώκεται η έκδοση του εντάλματος ex- parte η ύπαρξη γεγονότων που καθιστούν την αντιμετώπιση του αιτήματος επείγουσα. Στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση παρατίθεται θετική μαρτυρία ως προς την παροχή των προμηθειών κατόπιν οδηγιών ή παράκληση των ιδιοκτητών που τεκμηριώνει εκ πρώτης όψεως την εγκυρότητα και το εύλογο του ύψους της απαίτησης.
Ο κ. 51 ορίζει μεταξύ άλλων ότι η ένορκη δήλωση η οποία υποστηρίζει την αίτηση πρέπει να αναφέρει ότι επιδιώκεται η βοήθεια του δικαστηρίου. Παρόλο που δεν αναφέρεται ρητά ότι επιδιώκεται η βοήθεια του δικαστηρίου αυτό εξυπακούεται από την φύση της θεραπείας που επιδιώκεται και το περιεχόμενο της παραγράφου 4 από το οποίο συνάγεται ότι αν δεν δοθεί η αιτούμενη θεραπεία η απαίτηση του ενάγοντα θα καταστεί ακροσφαλής. Συνεπώς δεν διαπιστώνεται οποιαδήποτε απόκλιση από τις διατάξεις του κ. 51 ο οποίος αναφέρεται στο περιεχόμενο της ενόρκου δηλώσεως και όχι στην ακριβή ορολογία των ισχυρισμών οι οποίοι προβάλλονται.
Ο κ. 52 (β) των Θεσμών Ναυτοδικείου απαιτεί όπως εξειδικεύεται στην ένορκη ομολογία κατά πόσο ο ιδιοκτήτης ή ιδιοκτήτες του πλοίου, γενικά ή μερικώς, έχουν την μόνιμη κατοικία τους (domicil) στην Κύπρο. Στην ένορκη ομολογία αναφέρεται ότι οι ιδιοκτήτες είναι αλλοδαποί, γεγονός που δεν προσκρούει στο περιεχόμενο του σημειώματος ανακοπής στο οποίο σημειώνεται ότι η ιδιοκτήτρια είναι κάτοικος Λευκωσίας. Η παράλειψη συμπερίληψης στην ένορκο δήλωση όλων των προβλεπόμενων από τους θεσμούς λεπτομερειών δεν καταρρίπτει αφεαυτής την αίτηση εκτός εάν το δικαστήριο κρίνει στην άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας ότι η παράλειψη είναι μοιραία για την αίτηση.
Ο κ. 54 παρέχει διακριτική ευχέρεια στο δικαστήριο να προβεί στην έκδοση διατάγματος σύλληψης παρά την απουσία των απαιτούμενων λεπτομερειών από την ένορκη ομολογία η οποία συνοδεύει την αίτηση. Η διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου ασκείται δικαστικά μετά από εκτίμηση των συνεπειών της παράλειψης στην άσκηση της εξουσίας του δικαστηρίου για την σύλληψη πλοίου.
Στην προκείμενη περίπτωση η παράλειψη δεν δημιουργεί ουσιώδες κενό στις προϋποθέσεις για την έκδοση του εντάλματος· καθορίζεται η φύση της απαίτησης και το ύψος της, καθώς και οι συνέπειες που μπορεί να προκύψουν από την μη έκδοση του εντάλματος. Μόνον όπου οι ελλείπουσες λεπτομέρειες καθιστούν αδύνατη την άσκηση της εξουσίας του δικαστηρίου για σύλληψη του πλοίου δικαιολογείται η απόρριψη της αίτησης λόγω της απουσίας τους.
Έχοντας υπόψη τη φύση της απαίτησης, το περιεχόμενο της αίτησης και της ενόρκου δηλώσεως η οποία την στοιχειοθετεί, διαπιστώνω ότι τεκμηριώνονται οι προϋποθέσεις για την έκδοση διατάγματος για τη σύλληψη του πλοίου, την οποία και διατάσσω. Μετά την σύλληψη το πλοίο μπορεί να αποδεσμευθεί με την κατάθεση ποσού £2.300- Κύπρου πλέον £200- για έξοδα, ή τραπεζική εγγύηση για ισάξιο ποσό. Ο ενάγων θα καταθέσει ποσό £200- έναντι των εξόδων του Αξιωματικού Ναυτοδικείου και επιπρόσθετα θα καταθέσει ποσό £2.000- ή τραπεζική εγγύηση για ισάξιο ποσό ως ασφάλεια για τυχόν ζημιά την οποία ήθελαν υποστεί οι εναγόμενοι εάν μεταγενέστερα ήθελε φανεί ότι το διάταγμα αυτό δεν έπρεπε να είχε εκδοθεί. Το ποσό ή η εγγύηση αυτή θα κατατεθεί μέσα σε 4 ημέρες. Εάν δεν κατατεθεί τότε το διάταγμα σύλληψης θα εκπνεύσει.
Η αίτηση και το εκδοθέν διάταγμα ορίζονται ενώπιον του Δικαστηρίου στις 14/1/92 η ώρα 9.00 π.μ. Οι εναγόμενοι έχουν το δικαίωμα κατά την ημέρα εκείνη να εμφανιστούν και να αξιώσουν την ακύρωση του διατάγματος για την σύλληψη του πλοίου.
Διαταγή ως ανωτέρω.