ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Frederikou Schools Co Ltd. και Άλλοι ν. Acuac Inc. (1994) 1 ΑΑΔ 656
Αλπάν (Αδελφοί Τάκη) Λτδ. κ.α. ν. Θέλμας Τρυφωνίδου, Πολιτική Έφεση Αρ. 8660., 24 Ioυνίου 1996
Aλπάν (Aδελφοί Tάκη) Λτδ και Άλλοι ν. Θέλμας Tρυφωνίδου (1996) 1 ΑΑΔ 679
(1991) 1 ΑΑΔ 67
30 Ιανουαρίου 1991
[ΜΑΛΑΧΤΟΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, Δ/στές]
ALPAN (TAKIS BROS) LTD., & ANOTHER,
Εφεσείοντες-ενάγοντες,
v.
ΘΕΛΜΑΣ ΤΡΥΦΩΝΙΔΟΥ,
Εφεσίβλητης-Εναγομένης.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 6955).
Έφεση — Επανεκδίκαση — Μετά από αίτηση ενός των διαδίκων.
Μεταξύ των εφεσειουσών σαν ενοικιαστριών και της εφεσίβλητης σαν ιδιοκτήτριας είχε υπογραφεί ενοικιαστήριο έγγραφο για την ενοικίαση ενός καταστήματος στη Λεμεσό. Η εφεσίβλητη δεν παρέδωσε κατοχή στις εφεσείουσες, που κίνησαν αγωγή ζητώντας δήλωση του Δικαστηρίου ότι η μίσθωση ήταν έγκυρη, ειδική εκτέλεση της επίδικης συμφωνίας, αποζημιώσεις και άλλες θεραπείες. Το πρωτόδικο Δικαστήριο βρήκε ότι η συμφωνία ήταν έγκυρη και διέταξε την ειδική της εκτέλεση, αλλά δεν επεδίκασε οποιεσδήποτε αποζημιώσεις. Στην Πολιτική Έφεση αρ. 6937, που καταχώρησε η εφεσίβλητη στην παρούσα έφεση, το Εφετείο κατά πλειοψηφία αποφάσισε ότι το διάταγμα ειδικής εκτέλεσης έπρεπε να ακυρωθεί και ότι οι εφεσείουσες εδικαιούντο σε αποζημιώσεις. Εν όψει της εκκρεμότητας της παρούσας έφεσης, που στρεφόταν εναντίον της μη επιδίκασης αποζημιώσεων από το πρωτόδικο Δικαστήριο, το Εφετείο στην Π.Ε. 6937 έκρινε ότι θα έπρεπε το θέμα των αποζημιώσεων να εξετάζετο στην παρούσα έφεση. Οι εφεσείουσες με αίτηση τους ζήτησαν να αποσταλεί η υπόθεση για επανεκδίκαση από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού αναφορικά με τις αποζημιώσεις.
Αποφασίσθηκε ότι
(α) (διαφωνούντος του Χρυσοστομή Δ.) Από την μαρτυρία και τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου δεν ήταν δυνατό για το Εφετείο να κάμει την δική του αξιολόγηση για το ύψος των αποζημιώσεων, εν όψει και του ότι το διάταγμα ειδικής εκτέλεσης ακυρώθηκε κατ' έφεση. Υπό τις περιστάσεις ήταν δίκαιο να διαταχθεί επανεκδίκαση.
(β) Σύμφωνα με τον Χρυσοστομή Δ: Η αίτηση έπρεπε να απορριφθεί με έξοδα και η έφεση να ορισθεί για ακρόαση διότι (α) το Εφετείο δεν είχε δικαιοδοσία, βάσει του άρθρου 25(3) του περί Δικαστηρίων Νόμου, 14/60, να διατάξει επανεκδίκαση πριν από την ακρόαση της έφεσης, και (β) τα περιστατικά της υπόθεσης ήσαν τέτοια ώστε να μη δικαιολογείται χορήγηση άδειας για προσαγωγή περαιτέρω μαρτυρίας στην έφεση (fresh evidence).
Η έφεση επιτράπηκε με έξοδα. Διατάχθηκε επανεκδίκαση.
Έφεση.
Έφεση από τους ενάγοντες κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού (Χατζητσαγγάρης, Π.Ε.Δ. και Αρτέμης, Α.Ε.Δ.) που δόθηκε στις 29 Απριλίου, 1985 (Αρ. Αγωγής-1064/84) με την οποία το Δικαστήριο αποφάσισε πως το έγγραφο ενοικιάσεως μεταξύ των διαδίκων ήταν έγκυρο και διάταξε την ειδική εκτέλεση του συμβολαίου αλλά δεν επιδίκασε αποζημιώσεις.
Κ. Μιχαηλίδης, για τους εφεσείοντες,
Π. Μουαΐμης, για την εφεσίβλητη.
Cur. adv. vult.
ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα τη δώσει ο Δικαστής κ. Γ. Παπαδόπουλος με την οποία συμφωνώ και εγώ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, Δ.: Η έφεση αυτή στρέφεται εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, που δόθηκε στις 29/4/85. Η υπόθεση αφορούσε την εγκυρότητα ενός ενοικιαστηρίου εγγράφου μεταξύ των διαδίκων, με το οποίο η εφεσίβλητη εξεμίσθωνε στους εφεσείοντες ένα κατάστημα της που βρισκόταν στην οδό Μακαρίου Γ, αρ. 116 στη Λεμεσό. Η ενοικίαση ήταν για περίοδο πέντε χρόνων και άρχιζε από την 1/7/81 με δικαίωμα ανανέωσης για άλλα πέντε χρόνια.
Η υπόθεση έχει πάρει μιά πολύ πολύπλοκη διαδικασία για λόγους που δεν είναι του παρόντος να εξηγήσουμε, αλλά θα φροντίσουμε να δώσουμε σε πολύ αδρές γραμμές την εξέλιξη της.
Για λόγους που δεν είναι ανάγκη να εξηγήσουμε τώρα, δεν εδόθη το κατάστημα στους εφεσείοντες, όπως προβλέπετο από τη μεταξύ των μερών συμφωνία. Έτσι εκινήθη η αγωγή 1064/84 στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού, με την οποία οι ενάγοντες-εφεσείοντες ζητούσαν:
(α) Δήλωση του Δικαστηρίου για την εγκυρότητα της μίσθωσης,
(β) Ειδική εκτέλεση της μεταξύ των συμφωνίας,
(γ) Αποζημιώσεις,
και
(δ) Άλλες θεραπείες.
Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού στην απόφαση του, που δόθηκε στις 29/4/85, αποφάσιζε πως το έγγραφο μεταξύ των διαδίκων ήταν έγκυρο, εύρισκε δε πως έπρεπε να διαταχθεί ειδική εκτέλεση του συμβολαίου, όπως και διέταξε.
Χωρίς να μπαίνουμε σε λεπτομέρειες, το Εφετείο εκλήθη στην έφεση αρ. 6937 να αποφασίσει κατά πόσο το διάταγμα για ειδική εκτέλεση έπρεπε να ανατραπεί, καθώς και να αποφασίσει για το θέμα των αποζημιώσεων. Το Ανώτατο Δικαστήριο κατά πλειοψηφία βρήκε,
(1) Ότι το έγγραφο μεταξύ των διαδίκων για τη μίσθωση του επίδικου καταστήματος ήταν έγκυρο,
(2) Πως το διάταγμα για ειδική εκτέλεση δεν έπρεπε να ισχύει και κατ'ακολουθία το ανέτρεψε,
και
(3) Ότι οι ενάγοντες-εφεσείοντες δικαιούντο εις αποζημιώσεις.
Ως προς το θέμα των αποζημιώσεων όμως είπε πως, ενόψει του γεγονότος ότι εν τω μεταξύ είχε καταχωρηθεί η πολιτική έφεση 6955, δηλαδή η έφεση που εκδικάζουμε σήμερα και η οποία αφορούσε το θέμα των αποζημιώσεων προς τους εφεσείοντες, θεώρησε πως θα ήταν ορθότερο το θέμα των αποζημιώσεων να αποφασισθεί από το Εφετείο το οποίο θα εξέταζε αυτή την έφεση.
Ο ευπαίδευτος δικηγόρος των εφεσειόντων με αίτηση του ζήτησε από το Εφετείο όπως αποσταλεί η υπόθεση για επανεκδίκαση από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού για τους πιο κάτω λόγους:
Οι αποζημιώσεις πρέπει να χωριστούν σε τρία κεφάλαια: Πρώτο: Αποζημιώσεις μέχρι τις 29/4/85 που εκδόθηκε η διαταγή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού για ειδική εκτέλεση. Δεύτερο: Αποζημιώσεις για την περίοδο της ειδικής εκτέλεσης που ανατράπηκε με απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου και τρίτο: Αποζημιώσεις για την περίοδο της ανανέωσης του συμβολαίου για τη δεύτερη πενταετή περίοδο. Τούτο γιατί, όταν ηκούσθη και απεφασίσθη η πρωτόδικη απόφαση από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού, ακόμα ίσχυε, κατά τη συμφωνία των μερών, η πρώτη περίοδος ενοικιάσεως χωρίς να είχε επέλθει η ώρα κατά την οποία οι εφεσείοντες θα μπορούσαν να ασκήσουν το δικαίωμα ανανέωσης. Το δικαίωμα τούτο, κατά την εισήγηση του κ. Μιχαηλίδη, θα εξασκείτο μέχρι Λ την 31/8/1991, ενώ η απόφαση εκδόθηκε στις 29/4/85.
Ο κ. Μουαΐμης εξέθεσε τους λόγους για τους οποίους δεν έπρεπε να εκδοθεί διάταγμα επανεκδίκασης. Η βάση της επιχειρηματολογίας του κ. Μουαΐμη ήταν πως το θέμα αυτό ήταν δεδικασμένο και πως το Εφετείο με τη σημερινή του σύνθεση θα μπορούσε να κάμει τον υπολογισμό του και να εκδώσει απόφαση για τις αποζημιώσεις που θα δικαιούντο οι εφεσείοντες με βάση τη μαρτυρία που έχει ήδη δοθεί στο πρωτόδικο Δικαστήριο.
Έχουμε μελετήσει με τη μεγαλύτερη δυνατή προσοχή τις εισηγήσεις των δύο πλευρών στην πολύπλοκη αυτή υπόθεση, όπως έχει εξελιχθεί. Ως προς το κατά πόσο το Εφετείο θα μπορούσε να εκδώσει τη δική του απόφαση πάνω στη μαρτυρία που είχε δοθεί στο πρωτόδικο Δικαστήριο, επισημαίνουμε πως δεν υπάρχουν αρκετά ευρήματα ώστε να μπορέσουμε να κάμουμε τη δική μας αξιολόγηση.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο βρήκε πως για την περίοδο μέχρι την ημέρα της ακρόασης η απαίτηση των εφεσειόντων για αποζημιώσεις έπρεπε να απορριφθεί γιατί, κατά το εύρημα του Δικαστηρίου, οι εφεσείοντες δεν είχαν υποστεί οποιαδήποτε ζημιά, αλλά δεν υπάρχουν ευρήματα για ζημιές που τυχόν υπέστησαν οι εφεσείοντες εξαιτίας της μη συμμόρφωσης της εφεσίβλητης προς τους όρους του συμβολαίου για την παράδοση του καταστήματος και της ανατροπής του διατάγματος του πρωτόδικου Δικαστηρίου από το Εφετείο. Επιπλέον, δεν υπάρχουν ευρήματα, ούτε ήταν δυνατό να υπάρξουν, ως προς το κατά πόσο ασκήθηκε το δικαίωμα ανανέωσης της συμβάσεως, εάν υφίστατο τέτοιο δικαίωμα και αν οι εφεσείοντες υπέστησαν οποιαδήποτε ζημιά και σε ποιο βαθμό.
Για τους πιο πάνω λόγους πιστεύουμε πως είναι δίκαιο όπως η υπόθεση αποσταλεί εις το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού για επανεκδίκαση αναφορικά με τις ζημιές που υπέστησαν οι εφεσείοντες λόγω της παραβίασης του συμβολαίου ενοικιάσεως των μεταξύ των και της εφεσίβλητης.
Η έφεση επιτρέπεται και η υπόθεση αποστέλλεται για επανεκδίκαση στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού.
Η εφεσίβλητη καταδικάζεται στα έξοδα της έφεσης.
ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, Δ. Είχα την ευκαιρία να μελετήσω την απόφαση της Πλειοψηφίας με την οποία όμως, με όλο το σέβας, δεν συμφωνώ.
Πριν αναφέρω τους λόγους σε συντομία, θα αναφερθώ με αδρές γραμμές σε ορισμένα γεγονότα της υπόθεσης.
Στις 21.4.81 οι Εφεσείοντες συμφώνησαν γραπτώς με την Εφεσίβλητη και ενοικίασαν από αυτή, αντί συμφωνημένου ενοικίου, ένα κατάστημα της επί της Λεωφόρου Μακαρίου αρ. 116 στη Λεμεσό, για πενταετή περίοδο από 1.7.81 - 30.6.86, με δικαίωμα από μέρους των Εφεσειόντων να ανανεώσουν την ενοικίαση για άλλα 5 χρόνια.
Η κατοχή του ως άνω αναφερθέντος καταστήματος δεν παραδόθηκε στους Εφεσείοντες σύμφωνα με τους όρους του συμβολαίου και σαν αποτέλεσμα οι Εφεσείοντες καταχώρησαν αγωγή με την οποία αξίωναν, μεταξύ άλλων, ειδική εκτέλεση της σύμβασης ενοικιάσεως και αποζημιώσεις για τη συνολική περίοδο των 10 ετών.
Το εκδικάσαν την υπόθεση Δικαστήριο διάταξε ειδική εκτέλεση της σύμβασης και δεν επιδίκασε αποζημιώσεις.
Η Εφεσίβλητη καταχώρησε την έφεση 6937, όσον αφορά την ειδική εκτέλεση και πέτυχε ακύρωση του διατάγματος για λόγους που δεν είναι του παρόντος να επεξηγηθούν.
Παράλληλα οι Εφεσείοντες καταχώρησαν την έφεση αρ. 6955 όπου προβάλλεται σαν λόγος έφεσης, ότι το εκδικάσαν την υπόθεση Δικαστήριο έσφαλε με το να μην επιδικάσει και αποζημιώσεις προς όφελος των εφεσειόντων.
Πριν από την ακρόαση της έφεσης, οι Εφεσείοντες καταχώρησαν την υπό κρίση αίτηση με την οποία ζητούν:
"(Α) Διαταγήν του Δικαστηρίου διατάσσουσαν την επανακρόασιν της αγωγής 1064/84 ως προς τα θέματα του καθορισμού των αποζημιώσεων των πληρωτέων εις τους Αιτητάς συνεπεία της παραβάσεως της συμβάσεως μισθώσεως που απετέλει το επίδικον αντικείμενον εις την αγωγήν εκείνην υπό του πλήρους Ε.Δ. Λεμεσού υπό νέαν σύνθεσιν.
(Β) Διαζευκτικώς άδειαν του Δικαστηρίου να επανακροασθή του μάρτυρος των Αιτητών Παναγιώτη Τάκη και να δεχθή περαιτέρω μαρτυρίαν ως προς τα γεγονότα τα οποία έλαβον χώραν μετά την λήξιν της ακροαματικής διαδικασίας εις την αγωγήν 1064/84 που έχουν σχέσιν ή αναφέρονται εις τον καθορισμόν των αποζημιώσεων διά τας ζημίας τας οποίας υπέστησαν οι Αιτηταί συνεπεία της υπό της Εφεσιβλήτου παραβάσεως της συμβάσεως μισθώσεως της αναφερομένης εις την επισυνημμένην ένορκον δήλωσιν."
Όσον αφορά το αίτημα για επανακρόαση, έχω τη γνώμη πως σε αυτό το στάδιο της διαδικασίας και πριν από την ακρόαση της έφεσης, το Δικαστήριο δεν έχει δικαιοδοσία να διατάξη επανεκδίκαση της υπόθεσης, όσον αφορά το θέμα των αποζημιώσεων. Σχετικό είναι το άρθρο 25(3) του περί Δικαστηρίων Νόμου (Νόμος 14/60) που αναφέρει τα ακόλουθα:
"25.-(3) Παρά πάσαν διάταξιν του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου ή οιουδήποτε άλλου νόμου ή διαδικαστικού κανονισμού και επιπροσθέτως οιωνδήποτε υπό τούτων χορηγουμένων εξουσιών, το Ανώτατον Δικαστήριον, κατά την ακρόασιν και διάγνωσιν οιασδήποτε εφέσεως, είτε εν πολιτική είτε εν ποινική υποθέσει δεν θα δεσμεύηται υπό οιασδήποτε αποφάσεως περί πραγματικών γεγονότων του εκδικάσαντος δικαστηρίου και θα έχη εξουσίαν να αναθεωρή τας προσαχθείσας αποδείξεις, να συνάγη τα ίδια αυτού συμπεράσματα, να ακούη και δέχηται περαιτέρω αποδεικτικά μέσα και, όπου αι περιστάσεις της υποθέσεως απαιτούσιν ούτω, να επανακροάται οιωνδήποτε μαρτύρων ήδη ακουσθέντων υπό του εκδικάσαντος δικαστηρίου, και δύναται να δώση οιανδήποτε απόφασιν ή να εκδώση οιονδήποτε διάταγμα το οποίον αι περιστάσεις της υποθέσεως δικαιολογούν, συμπεριλαμβανομένου και διατάγματος περί επανακροάσεως της υποθέσεως υπό του εκδικάσαντος αυτήν ή άλλου αρμοδίου δικαστηρίου ως θα διέτασσε το Ανώτατον Δικαστήριον."
Το δεύτερο αίτημα, σχετίζεται με την επιθυμία των Αιτητών-Εφεσειόντων, να προσκομίσουν μαρτυρία που δημιουργήθηκε μετά την έκδοση αποφάσεως από το Δικαστήριο που εκδίκασε την υπόθεση και που σχετίζεται με ισχυρισμό περί ανανέωσης του συμβολαίου ενοικιάσεως από πλευράς Εφεσειόντων για τη δεύτερη πενταετή περίοδο, καθώς επίσης και με τον ισχυρισμό περί ενοικιάσεως του καταστήματος σε τρίτους, αντί του ενοικίου των £1.000 μηνιαίως για 5 χρόνια, με δικαίωμα ανανέωσης για άλλα 3 χρόνια, με αυξημένο κατά 14% το μηνιαίο ενοίκιο.
Σκοπός της μαρτυρίας αυτής είναι η απόδειξη της ενοικιαστικής αξίας του ακινήτου, για να διαφανεί η διαφορά με το ενοίκιο που συμφωνήθηκε αρχικά και έτσι να καταστεί δυνατός ο καθορισμός αποζημίωσης με βάση την αξία της περιόδου ενοικιάσεως που χάθηκε (value of the term lost).
Όμως το θέμα των αποζημιώσεων για όλη την χρονική περίοδο των δέκα ετών, ζητήθηκε από τους Εφεσείοντες σαν θεραπεία στην αγωγή τους, ανοίχθηκε κατά τη διάρκεια της δίκης και ακούσθηκε μαρτυρία και για το θέμα της ενοικιαστικής αξίας του ακινήτου από τον Μ.Ε.1 Παναγιώτη Τάκη. Οι Εφεσείοντες επέλεξαν σ' εκείνο το στάδιο να αξιώσουν αποζημιώσεις και για τη δεύτερη πενταετή περίοδο και να βασιστούν μόνο στη μαρτυρία του πιο πάνω μάρτυρα. Όμως με εύλογη επιμέλεια θα μπορούσαν, εάν επιθυμούσαν, να εξασφαλίσουν επιπρόσθετη και καθοριστική μαρτυρία πάνω στο ίδιο θέμα, από ένα ειδικό μάρτυρα εκτιμητή ακίνητης περιουσίας και δεν το έπραξαν.
Συνεπώς, οι γενικές αρχές που διέπουν το θέμα της δεκτότητας περαιτέρω μαρτυρίας (fresh evidence), όπως τέθηκαν στην υπόθεση Ladd v. Marshall (1954) 3 All E.R. 745, στη σελ. 748, που υιοθετήθηκε σε αριθμό υποθέσεων που εκδικάστηκαν από το Ανώτατο Δικαστήριο δεν ικανοποιούνται. Επίσης βλ. Trifonides v. Alpan (Takis Bros) (1987) 1 CLR 479, όπου γίνεται ευρύτερη ανάλυση πάνω στο θέμα της δεκτότητας περαιτέρω μαρτυρίας και παρατίθεται αριθμός υποθέσεων πάνω στο θέμα, που επιλήφθηκε το Ανώτατο Δικαστήριο.
Για τους ως άνω λόγους και λαμβάνοντας επίσης υπόψη το δόγμα interest rei publicae ut finis sit litium, θα απέρριπτα την αίτηση με έξοδα εις βάρος των Αιτητών και θα όριζα την έφεση για ακρόαση.
Η έφεση επιτρέπεται κατά πλειοψηφία με έξοδα. Διαταγή για επανεκδίκαση.