ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1990) 1 ΑΑΔ 880
30 Οκτωβρίου, 1990
[ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ, ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α. ΚΑΜΕΡΗΣ,
Εφεσείων,
ν.
ΑΝΔΡΕΑ ΗΛΙΑ ΣΟΥΛΗ ΚΑΙ ΑΛΛΟΥ,
Εφεσίβλητων.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 7467).
Αμέλεια — Res Ipsa Loquitur — Αναπόφευκτο ατύχημα, ως υπεράσπιση — Φύση της — Τι απαιτείται προς θεμελίωσή της — Αναφορά σε νομολογία.
Το αυτοκίνητο όχημα του Εφεσιβλήτου έσυρε καρότσα, με φορτωμένο σ' αυτήν εμπορευματοκιβώτιο, στον κύριο δρόμο Λεμεσού-Λευκωσίας. Σε κάποιο σημείο η καρότσα αποσυνεδέθη από το όχημα, με αποτελέσματα να αποκόψει την πορείαν του αυτοκινήτου οχήματος του Εφεσείοντος και να προκαλέσει σύγκρουση, από την οποίαν ο Εφεσείων υπέστη τραύματα και ειδικές ζημίες.
Οι διάδικοι εδέχθησαν ότι οι περιστάσεις δικαιολογούν εφαρμογήν της αρχής Res ipsa loquitur. Εναπόκειτο στον εναγόμενο Εφεσίβλητο, που είχε προβάλει, ως υπεράσπιση, αναπόφευκτο δυστύχημα, να αποδείξει ότι δεν ήταν ένοχος αμελείας.
Ως μάρτυς κατέθεσε ο αστυνομικός, που είχε εξετάσει την σκηνή του ατυχήματος. Η μαρτυρία του ήταν ότι η αποσύνδεση της καρότσας ωφείλετο σε σπάσιμο μιας μπίλιας, πράγμα που οδήγησε σε λύγισμα του ρουλεμάν, που συγκρατούσε τους τροχούς της καρότσας στην θέση τους. Ο μάρτυς δεν μπορούσε να εξηγήσει το σπάσιμο της μπίλιας και το λύγισμα του ρουλεμάν, αλλ' υπέθεσε ότι αυτά οφείλοντο σε κόπωση μετάλλου. Ο Εφεσίβλητος εμαρτύρησε ότι το εμπορευματοκιβώτιο που μετέφερε η καρότσα είχε βάρος 5 τόννων. Στην προηγηθείσαν κατάθεσή του στην αστυνομίαν είχε μιλήσει για 8 τόννους. Δεν προσκομίστηκε μαρτυρία για το βάρος που μπορούσε να μεταφέρει η καρότσα.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο απεφάσισε ότι ο Εφεσίβλητος απέσεισε το βάρος της αποδείξεως και κατά συνέπειαν απέρριψε την αγωγήν. Ο ενάγων καταχώρησε την παρούσαν Έφεση.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, αποδεχόμενο την Έφεση, αποφάσισε:
1. Η υπεράσπιση ότι το ατύχημα ήταν αναπόφευκτο αποτελεί εξειδικευμένη περίπτωση, η οποία, όμως, εμπίπτει στο δίκαιο της αμελείας. Οι αρχές αυτές δεν διαφοροποιούνται. Η υπεράσπιση υποδεικνύει τα στοιχεία, που ο εναγόμενος έχει την ευθύνην να προσκομίσει, για να την θεμελιώσει.
2. Τα γεγονότα στην υπόθεση αυτή προσομοιάζουν με τα γεγονότα στην υπόθεση Henderson v. Henry E.Jenkins and Sons [1969] 3 All E.R 756. To περιεχόμενο της μαρτυρίας του αστυνομικού δεν αποσείει το βάρος της αποδείξεως. Η αιτία του σπασίματος της μπίλιας και του λυγίσματος του ρουλεμάν δεν ερευνήθηκε, ενώ η απόδοση των γεγονότων αυτών σε κόπωση μετάλλου, χωρίς μάλιστα επεξήγηση τι προκαλεί την τελευταίαν, ήταν απλή υπόθεση. Πρόσθετα, δεν προσκομίστηκε μαρτυρία σχετικά με το βάρος που μπορούσε να μεταφέρει η καρότσα. Ούτε και υπήρξε μαρτυρία για την χρήση, την ζωήν και την λειτουργία της καρότσας.
3.Υπό τις περιστάσεις το συμπέρασμα είναι ότι ο Εφεσίβλητος, υπό τις περιστάσεις, που εγνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει, δεν έλαβε όλα τα δέοντα μέτρα αποφυγής του κινδύνου.
Η Έφεση γίνεται δεκτή. Έξοδα πρωτοδίκου διαδικασίας και Εφέσεως εναντίον Εφεσιβλήτου.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
The Tunnel Portland Cement Co Ltd v.The Prince Line Limited and Another (1963) 2 C.L.R 181·
Henderson v. Henry E.Jenkins and Sons [1969] 3 All E.R 756.
Έφεση.
Έφεση από τον ενάγοντα κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού (Κορφιώτης, Ε.Δ.) που δόθηκε στις 18 Ιουλίου, 1987 (Αρ. Αγωγής 3264/83), με την οποία απορρίφθηκε η αγωγή του για γενικές και ειδικές αποζημιώσεις που υπέστη λόγω αυτοκινητικού ατυχήματος.
Στ. Στυλιανού, για τον Εφεσείοντα.
Α. Μαθηκολώνης, για τον εφεσίβλητο 1.
Καμιά εμφάνιση για τον εφεσίβλητο 2.
Cur. adv. vult.
ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα εκδώσει ο δικαστής κ. Χρ. Αρτεμίδης.
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Τα γεγονότα της κρινόμενης έφεσης δεν αμφισβητούνται. Στις 10.4.82 ο ενάγων-εφεσείων οδηγούσε το αυτοκίνητό του με αριθμό εγγραφής LS816 στο δρόμο Λευκωσίας-Λεμεσού με κατεύθυνση τη Λευκωσία, ενώ ο εναγόμενος-εφεσίβλητος 1 οδηγούσε από την αντίθετη κατεύθυνση το αυτοκίνητο με αριθμό εγγραφής JD542, το οποίο ερυμουλκούσε καρότσα, πάνω στην οποία μεταφερόταν εμπορευματοκιβώτιο. Ξαφνικά το πισινό δεξιό ζεύγος των τροχών της καρότσας αποσπάστηκαν από τη θέση τους και, αφού κύλησαν για μια απόσταση στο δρόμο, συγκρούστηκαν με το αυτοκίνητο του εφεσείοντος, προκαλώντας σε αυτό ζημιές και στον ίδιο σωματικές βλάβες.
Στην αγωγή του ο εφεσείων ισχυρίστηκε πως το δυστύχημα οφειλόταν στην αμέλεια του εφεσίβλητου 1 και ότι ο εναγόμενος-εφεσίβλητος 2 ήταν υπεύθυνος εκ προστήσεως, ως ιδιοκτήτης του αυτοκινήτου το οποίο οδηγείτο με την άδεια και για τους σκοπούς του. Το πρωτόδικο δικαστήριο όμως απέρριψε την αγωγή εναντίον του εφεσίβλητου 2 το δε εύρημά του αυτό δεν προσβάλλεται στην κρινόμενη έφεση. Ο δικηγόρος του εφεσείοντος απέσυρε επίσης και το λόγο έφεσης εναντίον του ύψους των αποζημιώσεων, αποδεχόμενος έτσι την κρίση του δικαστηρίου και πάνω σε αυτό το επίδικο θέμα. Παραμένει επομένως για συζήτηση το ζήτημα της ευθύνης, γιατί το εκδικάσαν δικαστήριο απέρριψε την αγωγή, αποδεχόμενο την υπεράσπιση του εφεσίβλητου πως το δυστύχημα ήταν αναπόφευκτο.
Με βάση τα γεγονότα που συνοψίζουμε πιο πάνω, ο δικηγόρος του εφεσείοντος επικαλέστηκε την αρχή του res ipsa loquitur, που έγινε αποδεκτή από την άλλη πλευρά, και έτσι το βάρος της απόδειξης κατά την εκδίκαση της υπόθεσης μετατοπίστηκε στον εφεσίβλητο για να ικανοποιήσει το δικαστήριο, πάνω στο ισοζύγιο των πιθανοτήτων, ότι δεν είχε καμιά ευθύνη για το δυστύχημα. Η μοναδική μαρτυρία που είχε ενώπιον του το πρωτόδικο δικαστήριο για να κρίνει την υπόθεση ήταν αυτή του μάρτυρα Νίκου Γεωργίου, αστυφύλακα και εξεταστή οχημάτων για 20 χρόνια, που κάλεσε ο εφεσίβλητος. Ο μάρτυρας αυτός ανέλαβε να εξετάσει τα αίτια του δυστυχήματος ως μέρος της έρευνας της αστυνομίας γι' αυτό. Ο Γεωργίου απέδωσε την απόσπαση των τροχών από την καρότσα στο σπάσιμο μιας μπίλιας που στη συνέχεια λύγισε το ρουλεμάν που συγκρατούσε τους τροχούς στη θέση τους. Όμως, ο μάρτυρας δεν μπορούσε να εξηγήσει το σπάσιμο της μπίλιας, και στη συνέχεια του ρουλεμάν, και γι' αυτό το απέδωσε σε κόπωση του μετάλλου. Τα ρουλεμάν, όπως στη συνέχεια ανέφερε, πρέπει να είχαν πρόσφατα συντηρηθεί γιατί είχαν γράσο.
Το πρωτόδικο δικαστήριο αφού παρέθεσε με λεπτομέρεια τη μαρτυρία και αναφέρθηκε στη νομολογία που αφορά στο ζήτημα, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο εφεσίβλητος εξεπλήρωσε την ευθύνη του, σε σχέση με το βάρος της απόδειξης που είχε, και ικανοποιήθηκε πως το δυστύχημα δεν οφειλόταν σε οποιαδήποτε δική του υπαιτιότητα, αλλά ήταν αναπόφευκτο.
Ο δικηγόρος του εφεσείοντος υποστήριξε ενώπιόν μας ότι η απόφαση του δικαστηρίου είναι εσφαλμένη, γιατί η μαρτυρία του Γεωργίου ουσιαστικά δεν εξηγεί την αιτία απόσπασης των τροχών από την καρότσα. Αυτός είπε μόνο, πως τούτο οφειλόταν στο σπάσιμο της μπίλιας και του ρουλεμάν αλλά, επειδή δεν γνώριζε τι το προκάλεσε, ανέφερε ότι θα οφειλόταν σε κόπωση του μετάλλου, δηλαδή της μπίλιας, συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε αόριστα και καθ' υπόθεση. Χαρακτηριστικά ο μάρτυρας παρομοίωσε το συμβάν με την καρδιακή προσβολή στους ανθρώπους, που έρχεται αναπάντεχα. Μελετήσαμε με πολλή προσοχή την υπόθεση και καταλήξαμε σε αντίθετη γνώμη από αυτή του πρωτόδικου δικαστηρίου. Πρέπει όμως να πούμε πως το συμπέρασμά μας αυτό προκύπτει από τη δική μας αξιολόγηση, ως εφετείο, των παραδεκτών βασικών γεγονότων και αφού αυτά υπαχθούν στις νομικές αρχές, στις οποίες το δικαστήριο έκαμε ορθή αναφορά.
Είμαστε της γνώμης ότι η μαρτυρία που προσκόμισε ο εφεσίβλητος δεν ήταν ικανοποιητική για να αποσείσει το βάρος της απόδειξης που έφερε. Αυτό μας φέρνει αμέσως στη νομολογία. Η προβολή της υπεράσπισης από εναγόμενο ότι ένα ατύχημα ήταν αναπόφευκτο αποτελεί, στην κρίση μας, μια εξειδικευμένη περίπτωση που όμως εμπίπτει στη νομοθεσία και στις γενικότερες αρχές της νομολογίας που αφορούν στο αστικό αδίκημα της αμέλειας. Στην υπόθεση The Tunnel Portland Cement Co. Ltd., v. The Prince Line Limited and Another (1963) 2 Α.Α.Δ. 181 το Ανώτατο Δικαστήριο κάμνει αναφορά και υιοθετεί τις αρχές πάνω στο ζήτημα, όπως διατυπώθηκαν στις υποθέσεις "The Merchant Prince" και "The Saint Angus", που παρατίθενται στη σελίδα 187 της απόφασης.
"The burden rests on the defendants to show inevitable accident. To sustain that the defendants must do one or other of two things. They must either show what was the cause of the accident, and show that the result of that cause was inevitable; or they must show all the possible causes, one or other of which produced the effect, and must further show with regard to every one of these possible causes that the result could not have been avoided. Unless they do one or other of these two things, it does not appear to me that they have shown inevitable accident."
Η ειδική αναφορά σε "αναπόφευκτο δυστύχημα", δεν διαφοροποιεί τις νομικές αρχές που εφαρμόζονται όταν αιτία της αγωγής είναι η αμέλεια. Υποδεικνύει όμως τα στοιχεία της μαρτυρίας που έχει την ευθύνη να προσκομίσει ο εναγόμενος για να αποδείξει τον ισχυρισμό του για αναπόφευκτο δυστύχημα. Αυτός δε ο ισχυρισμός ουσιαστικά ισοδυναμεί με άρνηση για αμέλεια με την εισήγηση ότι δεν μπορούσε να αποφευχθεί το δυστύχημα με την επίδειξη της δέουσας επιμέλειας και προσοχής από τον μέσο άνθρωπο. Υπόθεση της οποίας τα γεγονότα μπορεί να παραλληλιστούν με την κρινόμενη, που αποτελεί και ισχυρή αυθεντία, αλλά και που εδίχασε το Δικαστήριο των Λόρδων με πλειοψηφία 3 έναντι 2, είναι η Henderson v. Henry Ε. Jenkings and Sons [1969] 3 All E.R. 756. Τα γεγονότα στην υπόθεση αυτή ήσαν σε συντομία τα εξής: Ενώ ο εναγόμενος οδηγούσε φορτηγό αυτοκίνητο σε κατήφορο, ο οδηγός του εχρησιμοποίησε τα στόπερς, που όμως δεν λειτούργησαν και το φορτηγό κτύπησε πάνω σε δύο άλλα αυτοκίνητα προκαλώντας το θάνατο σε ένα πρόσωπο. Κατά την εξέταση του αυτοκινήτου, για να διαπιστωθούν τα αίτια του δυστυχήματος, διεπιστώθη ότι στο σωλήνα όπου υπήρχε το υγρό του συστήματος πεδήσεως, άνοιξε μια τρύπα, αποτέλεσμα σκουριάς στο μέταλο του σωλήνα. Από την τρύπα αυτή είχε απότομα φύγει το υγρό και έτσι η πίεση από το πετάλι του οδηγού δεν μπορούσε να μεταβιβαστεί στους δίσκους των στόπερς. Η στιγμιαία δημιουργία της τρύπας ήταν πολύ ασύνηθες συμβάν και ο οδηγός δεν μπορούσε να έχει οποιαδήποτε προειδοποίηση γι' αυτή. Ο σωλήνας με το υγρό ήταν στο κάτω μέρος του αυτοκινήτου, ορατός στο γυμνό μάτι κατά ένα μόνο μέρος του ενώ το υπόλοιπο καλυπτόταν από άλλο εξάρτημα του αυτοκινήτου. Αυτό το καλυμμένο μέρος, λόγω της θέσης του, μπορούσε να σκουριάνει και η τρύπα δημιουργήθηκε σ' αυτό το μέρος.
Οι εναγόμενοι προσκόμισαν λεπτομερή μαρτυρία και έδειξαν στο Δικαστήριο ότι το αυτοκίνητο ετύγχανε τακτικής και επαρκούς συντήρησης. Οι δε κατασκευαστές και το Υπουργείο Συγκοινωνιών δεν συνιστούσαν την μετακίνηση του σωλήνα για έλεγχο, και γι' αυτό κατά την συντήρηση δεν συνηθιζόταν να αφαιρείται ο σωλήνας, για να ελεγχθεί και το μέρος του που δεν ήταν ορατό στο γυμνό μάτι και όλα αυτά για να υποστηρίξουν οι εναγόμενοι την εισήγησή τους ότι δεν παρέλειψαν να κάμουν ο,τιδήποτε ένας συνετός ιδιοκτήτης του αυτοκινήτου θα έκαμνε, ούτε και μπορούσαν να προβλέψουν το είδος του κινδύνου ώστε να πάρουν μέτρα προς αποφυγή του.
Το Δικαστήριο των Λόρδων, με την πλειοψηφία που αναφέρουμε πιο πάνω, αποφάνθηκε ότι οι εναγόμενοι ήσαν υπεύθυνοι για το δυστύχημα γιατί απέτυχαν να αποδείξουν ότι υπό τις περιστάσεις που εγνώριζαν, ή (όφειλαν να γνωρίζουν, έλαβαν όλα τα ενδεικνυόμενα μέτρα για να αποφύγουν τον κίνδυνο. Η αναφορά σε σχετικά αποσπάσματα από την απόφαση των δικαστών της πλειοψηφίας είναι αναγκαία, γιατί οι αρχές που διατυπώνονται σε αυτές έχουν άμεση σχέση με την κρινόμενη έφεση. Ο Λόρδος Reid είπε τα εξής στο τέλος της απόφασης του, στη σελίδα 758:
"But in this case the respondents led no evidence as to the history of this lorry other than the evidence of the fitter to which I have referred. It may be that they could have proved that, so far as they knew or could have discovered by reasonable enquiry, nothing unusual ever happened to it which could have led to this corrosion. Or it may be that they did know of something but did not realise the possible danger resulting from it although they ought to have done so. We do not know. They had to prove that in all the circumstances which they knew or ought to have known that they took all proper steps to avoid danger. In my opinion they have failed to do that, and I am therefore of opinion that this appeal should be allowed."
Ο λόρδος Donovan είπε τα πιο κάτω στη σελίδα 764:
"It is obvious that visual inspection of the pipe in situ, however frequent, could not disclose corrosion on the hidden part of it. The question, therefore, suggests itself at once: did not reasonable care require the removal of the pipe at suitable intervals so that the whole of it could be inspected? it is equally obvious that the answer to this question must depend partly on the age of the vehicle, partly on the mileage it had done, and partly on the load it had been carrying. All these things affected the measure of reasonable care which the respondents had to exercise".
Και παρακάτω στη σελίδα 765 ο ίδιος δικαστής προχωρά να πει τα εξής, πολύ σημαντικά και για την υπόθεσή μας.
"Yet the kind of load this lorry had been carrying in the past was something which had to be known in order to assess the measure of the duty of reasonable care resting on the respondents. For the corrosion of the pipe was caused by same chemical agent. Had the lorry, therefore, been carrying chemicals of any kind? Or had it operated under conditions where salt (also a corrosive agent) might come in contact with the pipe? Or had it at some time been adapted for carrying cattle and done so? If any of these things were the case then clearly visual inspection of the pipe in situ would not have been enough. It should have been removed at intervals so that the whole of it, and not merely part of it, could be examined."
Στην υπό κρίση έφεση η μόνη μαρτυρία που προσκόμισε ο εφεσίβλητος, όπως είπαμε πιο πριν, είναι αυτή του αστυφύλακα Γεωργίου. Το περιεχόμενό της όμως απέχει πολύ από του να ικανοποιεί το βάρος της απόδειξης που φέρει ο εφεσίβλητος για να δείξει ότι δεν φέρει ευθύνη για το δυστύχημα. Η εξέταση που έκαμε ο Γεωργίου στο αυτοκίνητο για να διαπιστώσει τα αίτια που οδήγησαν στην απόσπαση του ζεύγους των τροχών από την καρότσα ήταν πολύ πρόχειρη και παντελώς ελλειπής. Είναι δεκτό ότι οι τροχοί αποσπάστηκαν γιατί έσπασε μια μπίλια και στη συνέχεια το ρουλεμάν που τους συγκρατούσε στη θέση τους. Η αιτία για να σπάσει η μπίλια και το ρουλεμάν δεν ερευνήθηκε από το μάρτυρα, ο οποίος δεν ανέφερε άλλες πιθανές αιτίες που θα μπορούσαν να προκαλέσουν το συμβάν. Αρκέστηκε μόνο να το αποδώσει υποθετικά σε κόπωση μετάλλου. Ο ίδιος όμως είπε ότι οι μπίλιες ήταν καινούργιες. Πώς ήταν επομένως δυνατό να είχαν υποστεί κόπωση μέχρι τέτοιου βαθμού, να σπάσουν δηλαδή. Ο μάρτυρας δεν εξήγησε επιστημονικά τί είναι η κόπωση μετάλλου και πώς αυτό διακριβώνεται. Και αν ακόμα αυτή η θεωρία εφαρμόζεται σε όλα τα μέταλλα και μεγέθη μεταλλικών αντικειμένων, όπως μια μπίλια. Είπε όμως χαρακτηριστικά πως δεν μπορεί να προβλεφθεί πότε μια μπίλια ή ρουλεμάν θα σπάσει γιατί αυτό μπορεί να συμβεί όπως η καρδιακή προσβολή στον άνθρωπο. Ο παραλληλισμός είναι κατά τη γνώμη μας κατάλληλος, αλλά για να ενισχύσει ακριβώς την αντίθετη άποψη, όπως αυτή που εκφράζεται στη νομολογία. Κάμνοντας λοιπόν χρήση των ανειδίκευτων γνώσεων που έχει ο μέσος άνθρωπος, θα λέγαμε ότι η καρδιακή προσβολή μπορεί να αποδοθεί σε διάφορους λόγους, όπως στο πολύ και διαρκές κάπνισμα, υψηλή χοληστερόλη από ανθυγιεινό διαιτολόγιο, ψυχικό άγχος, απότομο σιοκ και κληρονομικότητα. Όταν η ιατρική επιστήμη αποκλείσει αυτά τα ενδεχόμενα και άλλα που εμείς δεν γνωρίζουμε, τότε μπορεί να θεωρηθεί ότι μια καρδιακή προσβολή ήταν αναπόφευκτη γιατί δεν μπορούσε το ατυχές θύμα να την προβλέψει και να λάβει τα κατάλληλα μέτρα προς αποφυγήν της. Ο εφεσίβλητος δεν παρουσίασε μαρτυρία ειδικού αναφορικά με τη χρήση της καρότσας, τη ζωή της ή την καταλληλότητά της για λειτουργία. Ο ίδιος είπε στο δικαστήριο πως την αγόρασε, μαζί με το αυτοκίνητο, μερικές μέρες πριν το δυστύχημα και ότι ο πωλητής ήταν ο ίδιος μηχανικός και με βάση τη συμφωνία τους έκαμε στην καρότσα γενική επισκευή. Δεν κλήθηκε όμως ο ίδιος ο μηχανικός για να δώσει άμεση μαρτυρία αναφορικά με το είδος και έκταση αυτής της επισκευής. Πολύ σχετική είναι επίσης και η αναφορά του εφεσίβλητου στο βάρος του εμπορευματοκιβωτίου που είχε στην καρότσα. Στη μαρτυρία του στο δικαστήριο είπε ότι αυτό είχε βάρος 5 τόνους, ενώ στην αστυνομία 8. Πάνω στο σημείο αυτό υπάρχει παντελής έλλειψη μαρτυρίας αναφορικά με το βάρος που μπορούσε να μεταφέρει η καρότσα. Και αναφέρουμε εδώ ότι το δυστύχημα έγινε ενώ ο εφεσίβλητος δοκίμαζε για πρώτη φορά το αυτοκίνητο με την καρότσα μεταφέροντας σε αυτή το εμπορευματοκιβώτιο.
Έχοντας υπόψη όσα πιο πάνω αναφέρουμε, κρίνουμε ότι ο εφεσίβλητος, υπό τις περιστάσεις που ήσαν γνωστές σε αυτόν, ή όφειλαν να είναι γνωστές, δεν έλαβε όλα τα κατάλληλα μέτρα για να αποφύγει τον κίνδυνο. Είναι επομένως υπεύθυνος για το δυστύχημα που επροκλήθη στον εφεσείοντα.
Η έφεση γίνεται αποδεκτή. Θα εκδοθεί απόφαση υπέρ του εφεσείοντος για το ποσό των £1,350.50, ειδικές αποζημιώσεις, βάσει των αδιαμφισβήτητων ευρημάτων του Δικαστηρίου, καθώς επίσης και για το ποσό των £200, γενικές αποζημιώσεις. Στο δεύτερο ποσό θα υπάρχει 6% τόκος από 1.6.1984, που καταχωρήθηκε και επιδόθηκε η έκθεση απαιτήσεως. Ο εφεσίβλητος θα πληρώσει επίσης τα έξοδα της πρωτόδικης διαδικασίας και της παρούσας.
Έφεση γίνεται αποδεκτή.