ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
SPYROS STAVRINIDES ν. CESKOSLOVENSKA OBCHONDI BANKA A. S. (1972) 1 CLR 130
Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας στους οποίους κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Κυπριακή Δημοκρατία ν. Κοινοπραξίας Cyprus Airports Group (2005) 3 ΑΑΔ 106
THAS MARITIME CO LTD ν. Στέλιος Ρήγας κ.α. (2000) 1 ΑΑΔ 638
Evand Promotions Ltd και Άλλοι ν. Frank Rutman (1997) 1 ΑΑΔ 1787
Α. Γ. ν. Σ-Α.Τ., ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 36/2018, 7/5/2020, ECLI:CY:DOD:2020:19
Mελάς Παναγιώτης Λιάκου (Aρ. 3) (1998) 1 ΑΑΔ 1199
Ρωτή ν. Αστυνομίας (1996) 2 ΑΑΔ 246
Vraets Antonius H.F.M. ν. Γιώργου Χριστοδούλου (2005) 1 ΑΑΔ 253
Γεωργίου Ανδρέας Λουκά και Άλλοι ν. Επάρχου Λεμεσού (2000) 1 ΑΑΔ 79
Ιωάννη Κότσαπα Υιοί ν. Φωτάκη Κυπριανού κ.α., ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 10725., 1 Μαρτίου, 2001
Evand Promotions Ltd κ.α. ν. Frank Rutman, Πολιτική Έφεση Αρ. 9397, 23.12.1997
Kansai Paint (Singapore) Pte Ltd ν. Casco Marine Paints & Coatings Ltd (2005) 1 ΑΑΔ 1411
ONEWORLD LTD ν. OJSC BANK OF MOSCOW, Πολιτική Εφεση Αρ. E50/2018, 13/12/2018, ECLI:CY:AD:2018:A535
Πάφος Στόουν Σ. Eστέϊτς Λτδ και Άλλοι ν. Eυθύμιου Bαλαωρίτη και Άλλου (1997) 1 ΑΑΔ 220
C & H Heat Flow Ltd (2002) 1 ΑΑΔ 355
Ζήσιμου Γεώργιος Χρ. και Άλλοι ν. Χαράλαμπου Χ"Θεοδοσίου και Άλλων (2004) 1 ΑΑΔ 1421
Θρασύβουλου ν. Arto Estates Ltd (1993) 1 ΑΑΔ 12
Price Gareth David ν. Andrew Gray (2002) 1 ΑΑΔ 424
Σοφοκλέους Ανδρέας ν. Κωστάκη Ταβελούδη και Άλλου (2004) 1 ΑΑΔ 327
Α/ΦΟΙ ΛΙΟΤΑΤΗ ΛΤΔ ν. ΧΑΝΝΗ, Πολιτική Αίτηση Αρ. 2/19, 17/7/2019, ECLI:CY:AD:2019:B319
Όμηρου Σάββα Χαψή κ.α. ν. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, Πολιτική Έφεση Αρ. 9318, 31.10.1997
Αναφορικά με την αίτηση του Ανδρέα Χριστοφόρου (2000) 1 ΑΑΔ 1041
Joseph El Alam ν. Χριστόφορου Τουμαζίδη, Πολιτική Έφεση αρ. 9023., 18 Μαΐου 1998
Πιττάκα Χριστόδουλος ν. Γ. & Β. Χατζηδημοσθένους Λτδ. (2004) 1 ΑΑΔ 1895
Polyford Holdings Ltd και Άλλοι ν. Rosestage Enterprise Ltd (2008) 1 ΑΑΔ 505
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ κ. ΕΛΕΝΗΣ ΣΤΕΦΑΝΟΥ-ΜΕΤΖΙΤΗ, Πολιτική Αίτηση Αρ. 50/2010, 22 Ιουνίου 2010
ΛΟΥΚΙΑ ΧΡΙΣΤΟΥ ΧΑΡΟΥΣ ν. ΒΑΣΙΛΙΚΗ Π. ΧΑΡΟΥΣ, Πολιτική Έφεση αρ. 11272, 4 Νοεμβρίου, 2003.
Στεφάνου - Μετζίτη Ελένη (2010) 1 ΑΑΔ 891
Genzyme Corporation ν. Kayat Trading Limited (2005) 1 ΑΑΔ 757
Xαψή Όμηρος Σάββα και Άλλοι ν. Γενικού Eισαγγελέα της Δημοκρατίας (1997) 1 ΑΑΔ 1403
Αναφορικά με την αίτηση χωρίς ειδοποίηση του Γιώργου Μεταξά, Αίτηση Αρ. 57/99, 29 Μαρτίου 2000
Ονούφριος Πισσούριος ν. GOLDEN HAND LTD, Πολιτική Έφεση Αρ. 10272, 6 Απριλίου, 2000
Provimi Holding B.V. ν. Bank of Cyprus Ltd (2005) 1 ΑΑΔ 1234
ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΒΑΛΑΝΙΔΗΣ ν. ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ, Πολιτική Έφεση Αρ. 76/2006, 20 Μαρτίου 2008
Αναφορικά με την Αίτηση των C H HEAT FLOW LTD, ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 95/2001, 5 Μαρτίου, 2002
Alfa Concrete Ltd. και Άλλοι ν. Nεοκλή Θωμά (2001) 1 ΑΑΔ 594
Ζαβρού ν. Μιχαηλίδου (1996) 1 ΑΑΔ 477
Ξάνθος Λυσιώτης και Υιός Λτδ (Αρ. 3) (1996) 1 ΑΑΔ 1066
Iωάννης Kότσαπα & Yιοί ν. Φωτάκη Kυπριανού και Άλλων (2001) 1 ΑΑΔ 261
Ελληνική Τράπεζα Δημόσια Εταιρεία Λτδ ν. Χαμπή Βάσου Χάμπου και Άλλης (2007) 1 ΑΑΔ 879
Bιολάρης Aνδρέας ν. Xαράλαμπου Hρακλέους και Άλλης (2001) 1 ΑΑΔ 61
ΜΑΡΙΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ, ν. ΑΡΕΣΤΗ Χ""ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ, Πολιτική Έφεση Αρ. 11202, 24 Φεβρουαρίου, 2003
EVAND PROMOTIONS LTD κ.α. ν. FRANK RUTMAN, ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 9709., 21 Ιανουαρίου, 1998
Κυριάκου Δοξούλλα ν. Φιλικής Ασφαλιστικής Εταιρείας Λτδ (2000) 1 ΑΑΔ 416
Τυπογραφεία Κόσμος Λτδ (1993) 1 ΑΑΔ 925
"Ο Φιλελεύθερος Λτδ." και Άλλοι ν. Ανδρέα Σοφοκλέους (2003) 1 ΑΑΔ 549
Χαραλάμπους Μάριος ν. Αρέστη Χ"Παναγιώτου και Άλλων (2003) 1 ΑΑΔ 205
ΑΝΔΡΕΑΣ ΣΟΦΟΚΛΕΟΥΣ ν. ΚΩΣΤΑΚΗ ΤΑΒΕΛΟΥΔΗ, Πoλιτική Έφεση Αρ. 11266, 28 Ιανουαρίου, 2004
Aρέστη Aνδριανή Tιμοθέου ν. Aναστασίας Iωάννου Λαδόκονου (1996) 1 ΑΑΔ 646
Βαλανίδης Νικόλαος ν. Πανεπιστημίου Κύπρου (2008) 1 ΑΑΔ 288
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΧΡ. ΖΗΣΙΜΟΥ ν. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥ Χ"ΘΕΟΔΟΣΙΟΥ, Πολιτική Έφεση Αρ. 11640, 20 Ιουλίου, 2004
PROVIMI HOLDING BV ν. BANK OF CYPRUS LTD, Πολιτική ΄Εφεση Αρ. 12147, 28 Σεπτεμβρίου 2005
Spinneys Cyprus Ltd ν. Χριστάκη Χρίστου και Άλλων (2004) 1 ΑΑΔ 1833
Alam El Joseph ν. Xριστόφορου Tουμαζίδη (1998) 1 ΑΑΔ 968
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ ΠΙΤΤΑΚΑ ν. Γ. Β. ΧΑΤΖΗΔΗΜΟΣΘΕΝΟΥΣ ΛΤΔ, Πολιτική Έφεση Αρ. 11852, 9 Νοεμβρίου, 2004
Ανδρέα Λουκά Γεωργίου κ.α. ν. Επάρχου Λεμεσού, Πολιτική Έφεση αρ. 10434., 1 Φεβρουαρίου, 2000
Πιερή Kώστας Xαραλάμπους (1999) 1 ΑΑΔ 809
Χαρούς Λουκία Χρίστου ν. Βασιλικής Χρίστου Χαρούς (συζύγου Ηλία Καγιά) (2003) 1 ΑΑΔ 1530
Cyprus Investment & Securities Corporation Ltd ν. Γιαννάκη Παπαϊωάννου και Άλλης (2006) 1 ΑΑΔ 1368
Ανδρέα Βιολάρη ν. Χαράλαμπου Ηρακλέους κ.α., ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 10668, 25 Ιανουαρίου 2001
Ιωσηφίδης Χρ. και Άλλοι ν. Συνδέσμου Πολεοδόμων Κύπρου και Άλλων (1999) 3 ΑΑΔ 871
Λούης Λοΐζου ν. Τραπέζης Κύπρου Λτδ, Πολιτική Έφεση Αρ. 11845, 2 Ιουλίου, 2004
SPINNEYS CYPRUS LTD ν. ΧΡΙΣΤΑΚΗΣ ΧΡΙΣΤΟΥ κ.α., Πολιτική Έφεση Αρ. 11626, 9 Νοεμβρίου, 2004
Πισσούριος Ονούφριος ν. Golden Hand Ltd (2000) 1 ΑΑΔ 543
A. Efthymiou Enterprises Ltd. κ.ά. ν. Iεράς Aρχιεπισκοπής Kύπρου κ.ά. (Aρ. 2) (1998) 1 ΑΑΔ 1596
Alfa Concrete Limited κ.α. ν. Νεοκλή Θωμά, Aίτηση Αρ. 2/2001, 11 Μαΐου 2001
Βαττής Μάριος ν. Χρυστάλλας Αυξεντίου και Άλλου (Αρ. 1) (2014) 1 ΑΑΔ 68, ECLI:CY:AD:2014:A11
Λοΐζου Λούης ν. Τραπέζης Κύπρου Λτδ (2004) 1 ΑΑΔ 1219
GARETH DAVID PRICE ν. ΑΝDREW GRAY, ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 11054, 26 Μαρτίου, 2002
Mεταξάς Γιώργος (2000) 1 ΑΑΔ 482
Ελλάδας Διονυσίου Κυπριανού ν. Κώστα Νικόλα Πιλλακούρη (2000) 1 ΑΑΔ 1873
Iεροδιακόνου Nίκος κ.ά. ν. Σωτηρούλλας Tηλεμάχου Γεωργίου σύζυγος Πανίκου Xριστοφή (1998) 1 ΑΑΔ 2307
GENZYME CORPORATION ν. KAYAT TRADING LIMITED, Πολιτική Έφεση Αρ. 11995, 14 Ιουνίου 2005
ΛΟΥΚΙΑ ΧΡΙΣΤΟΥ ΧΑΡΟΥ ν. ΒΑΣΙΛΙΚΗ Π. ΧΑΡΟΥ, Πολιτική ΄Εφεση Αρ. 11272, 4 Νοεμβρίου, 2003
Evand Promotions Ltd. κ.ά. ν. Frank Rutman (Aρ. 1) (1998) 1 ΑΑΔ 92
(1990) 1 ΑΑΔ 389
28 Μαΐου. 1990
[ΠΙΚΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, ΧΑΤΖΗΤΣΑΓΓΑΡΗΣ, Δ/στές]
ΜΙΧΑΗΛ ΧΑΣΙΚΟΣ ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ,
Εφεσείοντες-Εναγόμενοι,
ν.
ΑΝΔΡΕΑ ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΔΗ,
Εφεσίβλητου-Ενάγοντος.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 7414).
Πολιτική Δικονομία — Έφεση — Έξοδα — Οι Περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμοί, Θ.35, Καν. 20 — Όταν η έφεση στρέφεται αποκλειστικά εναντίον διαταγής για έξοδα, δεν μπορεί να ασκηθεί χωρίς προηγούμενη άδεια — Κατά πόσο ο κανών παρεμποδίζει την εξέταση λόγω εφέσεως κατά διαταγής για έξοδα, όταν όλοι οι άλλοι λόγοι εφέσεως απερρίφθησαν ως ανεδαφικοί — Αρνητική η απάντηση στο ερώτημα — Η δευτεροβάθμια δικαιοδοσία ενεργοποιείται με την καταχώρηση της εφέσεως — Η ευχέρεια μη αποδοχής της από το Πρωτοκολλητείο σχετίζεται με την τήρηση της προθεσμίας καταχωρήσεώς της.
Πολιτική Δικονομία — Έφεση — Δεν μπορεί να ασκηθεί κατά του σκεπτικού δικαστικής αποφάσεως, αλλά κατά του διατακτικού, δηλαδή του μέρους, με το οποίο καθορίζονται τα δικαιώματα και υποχρεώσεις των διαδίκων.
Πολιτική Δικονομία — Συνοπτική απόφαση — Απόρριψη αιτήσεως λόγω του ότι ο ενόρκως δηλών δεν είχεν ιδίαν γνώση των γεγονότων στην ένορκο δήλωση, αλλά προσθήκη παρατηρήσεως ότι, εάν δεν υπήρχε το εν λόγω κώλυμα, η αίτηση για συνοπτική απόφαση θα εγκρίνετο — Η παρατήρηση αυτή δεν δημιουργεί estoppel, ούτε και μπορεί να προσβληθεί με έφεση.
Πολιτική Δικονομία — Έξοδα — Ακολουθούν το αποτέλεσμα, εκτός αν υπάρχουν λόγοι περί του αντιθέτου —Απόρριψη αιτήσεως για συνοπτική απόφαση, αλλά χωρίς έξοδα, γιατί οι δικηγόροι των εναγομένων δεν απέδειξαν επιμέλεια στο χειρισμό της υπόθεσης — Λανθασμένη νομικά αιτιολογία.
Παρά το ότι η αίτηση του ενάγοντος-εφεσίβλητου για συνοπτική απόφαση απερρίφθη, οι εναγόμενοι καταχώρησαν έφεση, ανησυχώντας για τον αντίκτυπο που θα είχε η παρατήρηση του Δικαστηρίου, που αναφέρεται στο τρίτο πιο πάνω περιληπτικό σημείωμα.
Με βάση την νομική αρχή, που αναφέρεται στο δεύτερο πιο πάνω περιληπτικό σημείωμα, η έφεση κατά του σκεπτικού της αποφάσεως, απερρίφθη, αλλά τούτο δεν αποτέλεσε κώλυμα (Βλ. το πρώτο περιληπτικό πιο πάνω σημείωμα) εξετάσεως του θέματος των εξόδων, η διαταγή για τα οποία εν τέλει ανατράπηκε (Βλ. το τελευταίο περιληπτικό σημείωμα). Σχετικά με το τελευταίο θέμα το Ανώτατο Δικαστήριο παρατήρησε ότι και αν ακόμα δεν μπορούσε στην έφεση αυτή να εξετάσει την διαταγή για έξοδα λόγω εσφαλμένης αποδοχής της από το Πρωτοκολλητείο, θα παρείχε την άδεια
Η έφεση επιτρέπεται εν μέρει. Το 1/2 εξόδων εφεσίβλητου να επωμισθεί ο ενάγων.
Αναφερόμενες αποφάσεις:
Stavrinides v. Ceskoslovenska Obchondi Banka A.S. (1972) 1 C.L.R. 130·
Theori and Another v. Djoni and Another (1984) 1 C.L.R. 296·
Nicolaides v. Yerolemi (1984) 1 C.L.R. 742.
Έφεση.
Έφεση από τον εναγόμενο 2 κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Χατζηκωνσταντίνου, Α.Ε.Δ.) που δόθηκε στις 11 Ιουνίου, 1987 (Αρ. Αγωγής 218/87) με την οποία απορρίφθηκε αίτηση του ενάγοντα για συνοπτική απόφαση.
Κ. Χατζηϊωάννου, για τους εφεσείοντες.
Θ. Μόντης, για τον εφεσίβλητο.
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο δικαστής κ. Γ.Μ. Πικής.
ΠΙΚΗΣ Δ: Ο Πέτρος Μιχαήλ, ο εφεσείων, ένας από τους τρεις εναγομένους, εφεσιβάλλει την απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου με την οποία απορρίφθηκε αίτηση του εφεσιβλήτου (ενάγοντα) για συνοπτική απόφαση. Η απόφαση απορρίφθηκε επειδή δεν είχε θεμελιωθεί το υπόβαθρο για την εξέτασή της. Τα γεγονότα που περιέχονταν στην ένορκη δήλωση που υποστήριζε την αίτηση, δεν πήγαζαν από ίδια γνώση του ομνείοντα και συνεπώς κρίθηκε ότι δεν υπήρξε συμμόρφωση με τις πρόνοιες της Δ.18 κ1, γεγονός που καθιστούσε εκ προοιμίου την αίτηση υποκείμενη σε απόρριψη [βλ. Spyros Stavrinides v. Ceskoslovenska Obchondi Banka A.S. (1972) 1 C.L.R. 130]. Παρά την κατάληξη αυτή το Δικαστήριο έκρινε σωστό να εκφέρει τις απόψεις του ως προς το ποια θα ήταν η τύχη της αίτησης αν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις για την εξέταση της ουσίας της. Προφανώς το Δικαστήριο ακολούθησε αυτή την οδό χάριν της διεξοδικής εξέτασης όλων των θεμάτων που είχαν εγερθεί κατά την ακρόαση ώστε σε περίπτωση έφεσης να μη υπάρχει εμπόδιο στην εξέτασή τους αν κριθούν αναγκαία. Πρέπει να επισημάνουμε ότι η πρακτική για εξέταση θεμάτων των οποίων την κρίση η απόφαση του Δικαστηρίου καθιστά περιττή, ενδείκνυται κυρίως όταν τα θέματα αυτά άπτονται αμφισβητούμενων γεγονότων και η κρίση τους εξαρτάται από τα ευρήματα του Δικαστηρίου.
Κατά τη συζήτηση της έφεσης υποδείξαμε στον κ. Χατζηϊωάννου ότι η έφεση δε στρέφεται εναντίον απόφασης ή διαταγής του Δικαστηρίου και, συνεπώς, δε μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο έφεσης. Δικαίωμα έφεσης παρέχεται από το άρθρο 25 του Περί Δικαστηρίων Νόμου (Ν 14/ 60) εναντίον αποφάσεων του Δικαστηρίου. Ο όρος "απόφαση του δικαστηρίου" χρησιμοποιείται στη νομική ορολογία με δυο έννοιες:
Η πρώτη περιλαμβάνει την ολότητα του κειμένου της απόφασης του Δικαστηρίου, δηλαδή το σκεπτικό και το δηλωτικό μέρος ως προς το αποτέλεσμα. Η δεύτερη περιορίζεται σε εκείνο το μέρος που είναι καθοριστικό για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των διαδίκων.
Είναι με τη δεύτερη έννοια που ταυτίζεται ο όρος "απόφαση", έννοια συνυφασμένη με την αποστολή της δικαστικής λειτουργίας για την επίλυση των επίδικων θεμάτων. Ούτε ο Περί Δικαστηρίων Νόμος, ούτε οποιοδήποτε άλλο νομοθέτημα, περιλαμβανομένων και των θεσμών της Πολιτικής Δικονομίας, παρέχει ή αναγνωρίζει δικαίωμα έφεσης ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα ή το δηλωτικό ως προς τα δικαιώματα των διαδίκων μέρος της απόφασης.
Ο κ. Χατζηϊωάννου διατύπωσε ανησυχίες αναφορικά με τις επιπτώσεις στα δικαιώματα του πελάτη του που θα μπορούσαν να προκύψουν από την προέκταση του σκεπτικού της απόφασης με τη συμπερίληψη της υποθετικής κρίσης του Δικαστηρίου στην περίπτωση που θα στοιχειοθετόταν έγκυρα η αίτηση για συνοπτική απόφαση. Ανησυχεί, όπως ανέφερε, από το ενδεχόμενο να κριθεί το ουσιαστικό θέμα ως δεδικασμένο ενόψει των θέσεων που εκτίθενται στην απόφαση. Επισημαίνουμε ότι ο εφεσείων (εναγόμενος) έχει ήδη υποβάλει την υπεράσπισή του χωρίς οποιαδήποτε αμφισβήτηση. Δεδικασμένο μπορεί να προκύψει μόνο από δεσμευτική απόφαση του Δικαστηρίου, καθοριστική για την επίλυση της διαφοράς, όπως προσδιορίζεται από τη δικογραφία (βλ., μεταξύ άλλων, Theori and Another v. Djoni and Another (1984) 1 C.L.R. 296, και Nicolaides v. Yerolemi (1984) 1 C.L.R. 742). To μέρος της απόφασης που αμφισβητείται δεν ήταν καθοριστικό για τα δικαιώματα των διαδίκων, ούτε μπορούσε να δημιουργήσει κώλυμα (estoppel) για την εξέταση του θέματος σε οποιοδήποτε μελλοντικό στάδιο ήθελε εγερθεί.
Ο άλλος λόγος για τον οποίο ασκήθηκε η έφεση, όπως μας εξήγησε ο κ. Χατζηϊωάννου, έγκειται στην παράλειψη του πρωτόδικου Δικαστηρίου να δώσει οδηγίες για την καταχώρηση της υπεράσπισης. Οι σχετικές διατάξεις των Θεσμών Δ.18 κ6 παρέχουν διακριτική ευχέρεια στο Δικαστήριο, έστω και αν κριθεί ότι δε συντρέχουν λόγοι για την έκδοση συνοπτικής απόφασης, να δώσει οδηγίες για την υποβολή της υπεράσπισης με όρους ή άνευ όρων. Η χρήση της εξουσίας αυτής σκοπεί κυρίως στην ένθεση χρονικών περιορισμών στην άσκηση του δικαιώματος της υπεράσπισης προς αποτροπή κάθε πιθανής κατάχρησής του. Η άσκηση της εξουσίας δεν είναι επιτακτική. Στην προκείμενη υπόθεση, με την απόρριψη της αίτησης δεν τέθηκε οποιοσδήποτε περιορισμός στην άσκηση του δικαιώματος· το δικαίωμα του Εφεσείοντα να υπερασπιστεί αφέθη ανεπηρέαστο που, εν πάση περιπτώσει, άσκησε χωρίς οποιοδήποτε περιορισμό.
Το πρώτο μέρος της έφεσης που στρέφεται εναντίον "απόφασης" του Δικαστηρίου, πρέπει να απορριφθεί και απορρίπτεται ως στερούμενο αντικειμένου. Το δεύτερο σκέλος της έφεσης αφορά τη διαταγή του Δικαστηρίου για τα έξοδα. Παρόλο που απορρίφθηκε η αίτηση και το αποτέλεσμα ήταν ευνοϊκό για τον εναγόμενο (εφεσείοντα), το Δικαστήριο δεν επεδίκασε έξοδα υπέρ του "... επειδή πιστεύω ότι και οι τρεις συνήγοροι δεν επέδειξαν την απαιτούμενη επιμέλεια στον χειρισμό της παρούσας αίτησης. Διά τούτο δεν δίδω διαταγή αναφορικά με τα έξοδα.
Η απονομή των εξόδων ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου. Η ευχέρεια ασκείται δικαστικά με γνώμονα, ως κύριο μέτρο, το αποτέλεσμα της υπόθεσης. Τόσο βαθειά θεμελιωμένη είναι η αρχή αυτή στην αστική διαδικασία, τα έξοδα ακολουθούν το αποτέλεσμα, ώστε να μη δίδονται κατά κανόνα λόγοι (εξυπακούονται) για την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου όταν η διαταγή για τα έξοδα συνάδει με την αρχή αυτή. Οι λόγοι για τους οποίους τα έξοδα ακολουθούν το αποτέλεσμα (στην αστική διαδικασία) είναι ευνόητοι: Η δικαίωση δε συνεπάγεται δαπάνη. Στην υπό εκδίκαση υπόθεση οι λόγοι για τους οποίους το Δικαστήριο παρέκλινε από την καθιερωμένη αρχή δεν ευσταθούν. Η επιμέλεια των δικηγόρων του διαδίκου που επιτυγχάνει δεν αποτελεί προϋπόθεση για την απονομή των εξόδων. Αφετέρου, εξέταση των πρακτικών δε φανερώνει οποιαδήποτε διόγκωση των εξόδων λόγω παραλείψεων του δικηγόρου του εφεσείοντα.
Εγείρεται όμως το ερώτημα κατά πόσο παρέχεται ευχέρεια στο Εφετείο να επέμβει με τη διαταγή για τα έξοδα ενόψει της διαπίστωσης ότι η έφεση στερείται αντικειμένου. Η Δ.35 κ.20 προβλέπει ότι δε μπορεί να ασκηθεί έφεση η οποία στρέφεται αποκλειστικά εναντίον της διαταγής για τα έξοδα χωρίς την προηγούμενη άδεια του Εφετείου ή μέλους του. Στην προκείμενη περίπτωση η έφεση δε στρεφόταν αποκλειστικά εναντίον της διαταγής για τα έξοδα και έγινε δεκτή από το Πρωτοκολλητείο χωρίς ένσταση. Και το ερώτημα που τίθεται είναι αν η ύπαρξη της έφεσης, έστω ανεδαφικής, καθιστά δυνατή τη θεώρηση και του μέρους εκείνου της έφεσης που στρέφεται εναντίον της διαταγής για τα έξοδα. Επισημαίνεται ότι ο κ.20 της Δ.35 δε συναρτά αναθεώρηση της διαταγής για τα έξοδα με την εγκυρότητα των άλλων λόγων της έφεσης. Ο περιορισμός ο οποίος παρεμβάλλεται είναι εκείνος ο οποίος προσδιορίζεται στη Δ.35 κ. 15(2) ότι η ακρόαση της έφεσης περιορίζεται στους λόγους οι οποίοι εκτίθενται στην ειδοποίηση της έφεσης. Εξάλλου, η ευχέρεια η οποία παρέχεται στο Πρωτοκολλητείο να μη αποδεχθεί την καταχώρηση έφεσης, σχετίζεται με την τήρηση των προβλεπόμενων χρονικών ορίων για την καταχώρησή της και όχι με οποιοδήποτε άλλο λόγο (Δ.35 κ.2). Με την επιφύλαξη ότι το θέμα δεν έχει συζητηθεί εξαντλητικά, σημειώνουμε ότι αποκλίνουμε υπέρ της άποψης ότι η αποδοχή της έφεσης και ο ορισμός της για ακρόαση ενεργοποιεί τη δευτεροβάθμια δικαιοδοσία του Δικαστηρίου. Αλλά και στην αντίθετη περίπτωση που θα κρινόταν ότι η καταχώρηση της έφεσης εσφαλμένα έγινε δεκτή από το Πρωτοκολλητείο, θα παραχωρούσαμε άδεια, έστω και καθυστερημένα, για την άσκηση έφεσης εναντίον της διαταγής για τα έξοδα, γεγονός που θα καθιστούσε δυνατή την αναθεώρηση του εκδοθέντος διατάγματος.
Καταλήγουμε ότι το διάταγμα για τα έξοδα πρέπει να παραμεριστεί και να αντικατασταθεί με διαταγή για τα έξοδα υπέρ του εναγομένου (εφεσείοντα).
Η έφεση επιτρέπεται εν μέρει. Η διαταγή για τα έξοδα παραμερίζεται και αντικαθίσταται όπως έχει αποφασισθεί. Ενόψει της απόρριψης του κύριου μέρους της έφεσης ο εφεσείων θα επωμισθεί το ένα δεύτερο των εξόδων του εφεσιβλήτου.
Έφεση επιτρέπεται εν μέρει.