ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1989) 1E ΑΑΔ 607
[Α. ΛΟΙΖΟΥ, Π. ΜΑΛΑΧΤΟΣ, ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΗΣ, ΧΑΤΖΗΤΣΑΓ-
ΓΑΡΗΣ, ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΗΣ, ΝΙΚΗΤΑΣ, ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.Δ.]
1. GLOBAL CRUISES S.A.
2. LORNA PELLER,
Εναγόμενοι - Αιτητές,
v.
METRO SHIPPING & TRAVEL LTD.,
Εναγόντων - Καθ' ων η αίτηση.
(Αιτήσεις για Αναθεώρηση στην Υπόθεση Ναυτοδικείου Αρ. 199/88).
Διατάγματα - Προσωρινά διατάγματα - Διατάγματα τύπου MAREVA - Κατά πόσο ενυπάρχει εξουσία εξετάσεως του θέματος εάν τα χρήματα στον δεσμευμένο λογαριασμό ανήκουν σε τρίτο - Καταφατική η απάντηση στο ερώτημα - Διαδικασία αντιμετωπίσεως διεκδικήσεως τρίτων επί περιουσιακών στοιχείων, που καλύπτονται από το MAREVA.
Διατάγματα - Προσωρινά διατάγματα - Διατάγματα τύπου MAREVA - Αίτηση ex parte για έκδοσή τον - Το καθήκον τον αιτούντος να αποκαλύψει όλα τα ουσιώδη γεγονότα - Έκταση καθήκοντος - Τι αποτελεί ουσιώδες γεγονός - Το κριτήριο είναι αντικειμενικό.
Ναυτοδικείο - Πρακτική - Ένδικα μέσα - Αναθεώρηση, αίτηση για - Το Περί Δικαιοδοσίας Κυπριακού Ναυτοδικείου Διάταγμα, 1893, Καν. 165 - Ευρεία η εξουσία επανεκτιμήσεως των γεγονότων και εξαγωγής συμπερασμάτων - Αντιδιαστολή με το ένδικο μέσο της Εφέσεως.
Διάταγμα - Προσωρινά διατάγματα - Προϋποθέσεις εκδόσεως - Ανεπανόρθωτη βλάβη - Στη συγκεκριμένη υπόθεση συνέτρεχαν όλες οι προϋποθέσεις εκδόσεως.
Το διάταγμα MAREVA που εκδόθηκε πρωτόδικα, παγοποίησε τον τρεχούμενο λογαριασμό της αιτούσας 2, που είναι διάδικος στην σχετική αγωγή.
H αιτούσα 2 είναι σύζυγος του μεγαλύτερου μετόχου (99.5%) της αιτούσας 1 (εναγομένης στην εν λόγω αγωγή).
H απαίτηση των εναγόντων στην αγωγή (καθ' ων η Αίτηση στην παρούσα αγωγή) ήταν για παροχή υπηρεσιών στο πλοίο ΓΑΛΑΞΙΑΣ της εναγομένης.
Πριν από την παροχή των υπηρεσιών η εναγόμενη είχε συμφωνήσει να πωλήσει 50% του μεριδίου της επί του πλοίου στον Μ. Προς τούτο θα εσχηματίζετο νέα εταιρεία με μετόχους 50-50% την εναγόμενη και τον Μ. H εν λόγω εταιρεία θα ανελάμβανε την ιδιοκτησία του πλοίου. O Μ. θα εκναύλωνε το πλοίο γυμνό (bare boat charter) στην εναγομένη. Πληρωμές από τον Μ. έναντι τιμήματος πωλήσεως κατατέθηκε στο λογαριασμό της αιτούσας 2.
H νέα εταιρεία ουδέποτε έγινε. H ναύλωση δεν πραγματοποιήθηκε. Το πλοίο ΓΑΛΑΞΙΑΣ συλλήφθηκε στο λιμάνι Λεμεσού. H αξίωση των εναγόντων (καθ' ων η Αίτηση) ήταν για £41,878. O λογαριασμός της αιτούσας 2 είχε 80,000 δολλάρια Η.Π.Α.
Δικαστής, που εξέδωσε το διάταγμα MAREVA, ικανοποιήθηκε ότι τα χρήματα στον εν λόγω λογαριασμό είναι περιουσία της εναγομένης.
H εναγόμενη στην αγωγή και η αιτούσα 2 υπέβαλαν τις παρούσες αιτήσεις για Αναθεώρηση.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας τις αιτήσεις για Αναθεώρηση, απεφάσισε:
"H δικαιοδοσία για χορήγηση διατάγματος MAREVA πρέπει να παραμείνει ελαστική έτσι ώστε το δικαστήριο να μπορεί να πράττει αυτό που είναι δίκαιο ή πρόσφορο (just or convenient) στην κάθε περίπτωση" (S.C.F. Finance Co. Ltd. ν. Masri [1985] 2 All E.R. 747).
Δεν υφίσταται εμπόδιο για επίλυση διαφοράς μεταξύ ενάγοντος και τρίτου προσώπου σχετικά με την κυριότητα επί του αντικειμένου του διατάγματος MAREVA. Δεν υφίσταται δικαιολογία ακυρώσεως διατάγματος απλώς και μόνο λόγω διεκδικήσεως τρίτου προσώπου (S.C.F. Finance κλ. op. cit υιοθετήθηκε). Εάν εγερθεί τέτοιο θέμα το Δικαστήριο μπορεί να το εκδικάσει προδικαστικά ή μπορεί να αναβάλει μέχρι αποτελέσματος της κυρίας αγωγής, ανάλογα με το τι είναι δίκαιο και πρόσφορο (S.C.F. Finance κλπ. op. cit).
(2) H χορήγηση διατάγματος ΜAREVΑ δεν προϋποθέτει μόνο την πλήρη αποκάλυψη όλων των ουσιωδών γεγονότων αλλά και αναφορά σε τυχόν υπεράσπιση που ο αιτών έχει λόγο να πιστεύει ότι μπορεί να προβάλει η άλλη πλευρά. H παράλειψή του να τηρήσει τις προϋποθέσεις αυτές, που υπαγορεύει η καλή πίστη, οδηγεί σε ακύρωση. Χωρίς το δικαστήριο να υπεισέρχεται στην ουσία. Είναι άσχετο αν η παράλειψη είναι εσκεμμένη ή όχι.
Αυτή είναι η πάγια γραμμή της νομολογίας, αγγλικής και κυπριακής.
Στην υπόθεση αυτή η ενάγουσα δεν απεκάλυψε την εν λόγω συμφωνία πωλήσεως του πλοίου. Έπρεπε μήπως να την είχε αποκαλύψει; H απάντηση, υπό τις περιπτώσεις, είναι αρνητική, γιατί η συμφωνία δεν είχε σχέση με την βάση της αγωγής.
Οι ενάγοντες έφεραν σε γνώση του δικαστηρίου το ουσιώδες γεγονός κράτησης του πλοίου στο λιμάνι της Λεμεσού και από την άλλη το εξίσου ουσιώδες ότι εκκρεμούσαν απαιτήσεις εναντίον του. Είναι σωστό ότι οι απαιτήσεις αυτές δεν συγκεκριμενοποιήθηκαν πράγμα που έγινεν σε μεγάλο βαθμό κατά την ακροαματική διαδικασία. Πρέπει όμως να υπομνησθεί ο τύπος και η φύση της αγωγής των εναγόντων ότι δηλαδή πρόκειται περί διαδικασίας in personam. Γι' αυτό ο ισχυρισμός για μη αποκάλυψη ουσιώδους γεγονότος ούτε στο σημείο αυτό ευσταθεί.
(3) Σε αντιδιαστολή προς το ένδικο μέσο της έφεσης στην περίπτωση αναθεώρησης (review) το δικαστήριο έχει ευρεία ευχέρεια επανεκτίμησης των γεγονότων και εξαγωγής συμπερασμάτων. Ούτε δεσμεύεται από την πρωτόδικη απόφαση και το διατακτικό της.
(4) Προς στήριξη της εισηγήσεώς των ότι δεν υπήρχε η προϋπόθεση εκδόσεως διατάγματος σχετικά με κίνδυνο ανεπανόρθωτης βλάβης ότι οι αιτούντες υπεστήριξαν ότι οι ενάγοντες είχαν την ευχέρεια προσφυγής και σε διαδικασία in rem έτσι ώστε να υπάρχει η δυνατότης χορήγησης του MAREVΑ εναντίον του πλοίου.
Υπήρχε όμως μαρτυρία ότι το ύψος των απαιτήσεων που αντιμετωπίζει το πλοίο θα έθετε σε πραγματικό κίνδυνο τη δυνατότητα των εναγόντων να εκτελέσουν απόφαση που τυχόν θα έδινε τελικά το δικαστήριο προς όφελός τους.
(5) Κατά την κρίση του δικαστηρίου η παρούσα είναι περίπτωση που ήταν δίκαιο ή πρόσφορο κατά τη λεκτική διατύπωση του άρθ. 32 (1), να χορηγηθεί το διάταγμα.
Οι Αιτήσεις Αναθεωρήσεως απορρίπτονται με έξοδα εναντίον των αιτούντων.
Αναφερόμενες Αποφάσεις:
S.C.F. Finance Co. Ltd. ν. Masri [1985] 2 All E.R. 747;
Siporex Trade S.A.v. Comdel Commodities Ltd. [1986] 2 Lloyd's Law Rep. 428;
R.v. Kensington Income Tax Comrs, Ex p. Princess Edmond De Polignac [1917] 1 K.B. 486;
Thermax Ltd. v. Schott Industrial Glass Ltd. (1981) F.S.R. 289;
Bank Mellat v. Nikpur (1985) F.S.R. 87;
National Line v. Ship "Sunset" (1986) 3 C.L.R. 393;
Borghol and Co. v. Ship "AKAK" Progress (1985) 1 C.L.R. 672; Behbehani v. Salem [1989] 2 All E.R. 143;
Bhobokshi Group Ltd. v. Moneim [1989] 2 All E.R. 404;
Williams and Glyn's Bank P.L.C. v. Kouloumbis (1984) 1 C.L.R. 674;
Odysseos v. Pieris Estates and Others (1982) 1 C.L.R. 557.
Αιτήσεις για αναθεώρηση
Αιτήσεις για αναθεώρηση του διατάγματος τύπου "MAREVA" που εκδόθηκε στις 6.12.1988 πρωτόδικα από Δικαστή του Ανώτατου Δικαστηρίου (Δημητριάδη Δ.) και το οποίο κατέστη οριστικό στις 27.3.1989.
K. Βελάρης, για τους εναγόμενους αιτητές.
Χρ. Πουργουρίδης, για την αιτήτρια Λ. Πέλλερ.
Λ. Παπαφιλίππου και Α. Κλεάνθους, για τους ενάγοντες - καθ' ων η αίτηση.
Α. ΛΟΙΖΟΥ Π: Την απόφαση του δικαστηρίου θα εκδώσει ο δικαστής Σόλων Νικήτας.
ΝΙΚΗΤΑΣ Δ: Εκκρεμούν ενώπιόν μας δύο αιτήσεις με κοινό αντικείμενο την αναθεώρηση διατάγματος τύπου "MAREVA" που εκδόθηκε πρωτόδικα στις 6/12/88 και κατέστη οριστικό στις 27.3.89. Το διάταγμα, που στρέφεται εναντίον της εναγόμενης εταιρείας και τρίτου προσώπου, της κας Λόρνα Πέλλερ, παγοποίησε, μέχρι την περάτωση της αγωγής, τον τρεχούμενο λογιαριασμό της τελευταίας σε Τράπεζα της Λεμεσού. Το διάταγμα επηρεάζει ολόκληρο το ποσό του λογαριασμού που ανέρχεται σε $Η.Π.Α. 80,000.
H αναφορά από την αρχή στο ιστορικό μέρος της διαφοράς, σ' όση έκταση είναι αναγκαία, θα διευκολύνει την πληρέστερη κατανόηση των νομικών εισηγήσεων που προβάλλει η κάθε πλευρά. H εναγόμενη είναι αλλοδαπή εταιρεία με έδρα τον Παναμά· ενώ η κα Πέλλερ είναι σύζυγος του μεγαλύτερου μετόχου της κου Fernando Inigo. O κος Inigo κατέχει το 99,5% του κεφαλαίου της. H ενάγουσα, που είναι ημεδαπή εταιρεία, εδρεύει στη Λάρνακα και ασχολείται εκτός άλλων με ναυτιλιακές εργασίες. Μέτοχοί της είναι οι κ.κ. Δ. Τακούσης και Γ. Σκορδέλλης.
H απαίτηση των εναγόντων, όπως διαγράφεται στο κλητήριο ένταλμα ημερομηνίας 6/12/88, είναι για ποσό £Κ 41,878.34 για προμήθεια εμπορευμάτων και υπηρεσιών που, όπως ισχυρίζονται, παρέσχαν στο πλοίο "Γαλαξίας" ιδιοκτησία των εναγομένων, κατόπιν εντολής ή για λογαριασμό τους. H αξίωση αναλύεται λεπτομερειακά στην παράγραφο 4 της ενόρκου δηλώσεως του κ. Δ. Τακούση, διευθυντή των εναγόντων, που συνόδευε την αρχική τους αίτηση. Το πλοίο είχε κατασχεθεί δυνάμει εντάλματος συλλήψεως που δόθηκε σε άλλη αγωγή και είναι ακόμη αγκυροβολημένο στο λιμάνι Λεμεσού.
Μετά την επίδοση του διατάγματος τόσο οι εναγόμενοι όσο και η κα Πέλλερ αποτάθηκαν στο δικαστήριο για την ακύρωσή του. Οι αιτήσεις τους συνεκδικάσθηκαν. Κεντρικό γεγονός στην ακροαματική διαδικασία, βασικής σημασίας, γύρω από το οποίο διαμορφώνονται οι πλείστοι νομικοί ισχυρισμοί των αιτητών, υπήρξε έγγραφος συμφωνία ημερομηνίας 15/9/88. Θα σταθούμε στο κύριο περιεχόμενό της.
H συμφωνία προβλέπει για την πώληση 50% των μεριδίων του πλοίου "Γαλαξίας" από τους εναγόμενους στον πλοίαρχο Μ. Μούρτζινο από την Ελλάδα για $ Η.Π.Α. 716,000. O αγοραστής θα κατέβαλλε το τίμημα με δόσεις σύμφωνα με τις λεπτομέρειες της παραγράφου 4. Αντικείμενο της συμφωνίας, όπως αναφέρει η πρώτη παράγραφος, ήταν η σύσταση εταιρείας ως νέας ιδιοκτήτριας του σκάφους. Οι συμβαλλόμενοι θα κατείχαν το μετοχικό της κεφάλαιο σε ίσα μερίδια ανά 50%. Πρέπει πάντως να παρατηρηθεί ότι η νέα εταιρεία δεν έχει ακόμη εγγραφεί.
Επί του παρόντος θα αναφερθούμε σε δύο άλλους όρους. H παράγραφος 11 ορίζει ότι για την τριετία που λήγει στις 31/10/1991 ο αγοραστής θα εκναυλώσει (will charter) γυμνό το πλοίο και θα ακολουθήσει νέα ναύλωσή του προς όφελος των εναγομένων για την επόμενη τριετία πάνω στην ίδια βάση. (Bare boat charter). H πρόνοια αυτή συναρτάται από τους αιτητές με την παράγραφο 16(α) που διαλαμβάνει ότι η ναύλωση της περιόδου 1988-89 από τον αγοραστή θα άρχιζε από 15/ 9/89, ημερομηνία υπογραφής της συμφωνίας. H ευθύνη για οποιαδήποτε αξίωση κατά του πλοίου στη διάρκεια της ναύλωσης θα βαρύνει αποκλειστικά τον εκάστοτε ναυλωτή (παράγραφος 14(a)). Πρέπει να σημειωθεί ότι τη συμφωνία υπέγραψε ο κ. Inigo για τους εναγόμενους και για τον αγοραστή ο κ. Τακούσης σαν αντιπρόσωπός του.
O αγοραστής προέβη σε διάφορες πληρωμές έναντι του τιμήματος πώλησης των μεριδίων του πλοίου όπως διαλάμβανε η συμφωνία. Συμποσούνται σε $Η.Π.Α. 221,442.01. Οι ακριβείς λεπτομέρειες φαίνονται στις αποδείξεις καταθέσεων της Τράπεζας (τεκ. 2). Όλα τα εμβάσματα έγιναν υπό ή εκ μέρους του αγοραστή στον επίδικο λογαριασμό της κας Πέλλερ. Το γεγονός είναι αμοιβαία αποδεκτό. Όμως στην ένορκη δήλωσή της, που καταχώρισε για να υποστηρίξει την ακύρωση του διατάγματος, η κα Πέλλερ ισχυρίστηκε ότι τα χρήματα ήταν αποκλειστικά δικά της.
Στο προκείμενο το εύρημα του δικαστηρίου είναι ότι τα χρήματα του λογαριασμού ανήκουν στους εναγόμενους η δε κα Πέλλερ ενεργεί σαν καταπιστευματοδόχος (trustee) για λογαριασμό τους. Και εφόσον, όπως αποφάνθηκε το πρωτόδικο δικαστήριο, υπήρξε συνδρομή όλων των προϋποθέσεων για την παραχώρηση του διατάγματος απέρριψε τις αιτήσεις για ακύρωση, που είναι τώρα το αντικείμενο αναθεώρησης, επικυρώνοντας το διάταγμα. Είναι, συνοπτικά, μέσα σ' αυτό το πλέγμα που τοποθετείται η υπόθεση.
Εν πρώτοις οι δικηγόροι των αιτητών υποστήριξαν την άποψη ότι το δικαστήριο δεν είχε εξουσία να εξετάσει και αποφασίσει κατά πόσον τα χρήματα του λογαριασμού είναι περιουσία τρίτου. Σε περίπτωση μάλιστα, όπως εδώ, που ο τρίτος δεν είναι διάδικος. Το ίδιο ακριβώς επιχείρημα απέτυχε στην υπόθεση S.C.F. Finance Co. Ltd. ν. Masri [1985] 2 All E.R. 747, πάλιν αναφορικά με τραπεζικό λογαριασμό της συζύγου του εναγόμενου. Όπως επιγραμματικά παρατήρησε το δικαστήριο "η δικαιοδοσία για χορήγηση διατάγματος MAREVA πρέπει να παραμείνει ελαστική έτσι ώστε το δικαστήριο να μπορεί να πράττει αυτό που είναι δίκαιο ή πρόσφορο (just or convenient) στην κάθε περίπτωση". Ακολουθεί η αιτία της απόφασης στη σελ. 750:
"So I see no difficulty in the court's resolving any dispute which may arise between a plaintiff and a third party as to the ownership of assets to which the mareva injunction has been applied. If that is so, then I can see no reason whatever why the court should be obliged to discharge the injunction on the mere say-so of the third party. If the court were so obliged then the Mareva jurisdiction would be in danger of being nullified at the whim of the unscrupulous."
Επομένως από το προεκτεθέν σκεπτικό, που υιοθετούμε, προκύπτει ότι η δικαιοδοσία επίλυσης διαφορών αυτής της υφής μεταξύ εναγόντων και τρίτων έχει πλήρως αναγνωρισθεί. Και όπως φαίνεται από τις παλιότερες αυθεντίες που μνημονεύει η απόφαση ακολουθείται απαρέγκλιτα.
Στην κρινόμενη υπόθεση το θέμα των χρημάτων ερευνήθηκε εξονυχιστικά κατά την ακροαματική διαδικασία πριν το δικαστήριο καταλήξει στο τελικό του συμπέρασμα που παραθέσαμε ενωρίτερα. Παρατηρούμε εδώ ότι δεν τέθηκε ουσιαστικά θέμα αναθεώρησης τέτοιου ευρήματος. Υποστηρίχθηκε μόνο ότι δεν υπάρχει συνδετικό στοιχείο μεταξύ χρημάτων στο λογαριασμό της κας Πέλλερ και ενδεχόμενης απαίτησης των εναγόντων. Ωστόσο, έχοντας υπόψη την προφορική και έγγραφη μαρτυρία που αφορά στο θέμα, ευρίσκουμε ότι όλα τα στοιχεία που προσκομίστηκαν δείχνουν προς την αντίθετη κατεύθυνση και ότι η κατάληξη του δικαστηρίου δεν είναι ανατρέψιμη.
Πριν αφήσουμε το θέμα θα ήταν χρήσιμο να τονίσουμε για μελλοντική καθοδήγηση ότι ο ορθότερος τρόπος αντιμετώπισης αξίωσης τρίτων σε περιουσιακά στοιχεία που καλύπτει το διάταγμα MAREVA είναι η εκδίκασή της σαν προκαταρκτικού θέματος. Αυτό έχει ήδη καθιερωθεί από την αγγλική δικαστηριακή πρακτική.
Στις κατευθυντήριες γραμμές που έδωσε η απόφαση Masri, ανωτέρω, αναφέρεται σχετικά στη σελ. 753:
"(i) Where the defendant asserts that the assets belong to a third party, the court is not obliged to accept that assertion without inquiry, but may do so depending on the circumstances. The same applies where it is the third party who makes the assertion, on an application to intervene.
(ii) Where the court decides not to accept the assertation without further inquiry, it may order an issue to be tried between the plaintiff and the third party in advance of the main action, of it may order that the issue await the outcome of the main action, again depending in each case on what is just and convenient."
Η επόμενη εισήγηση έχει βάση τον κανόνα ότι ο εξαιτούμενος διάταγμα MAREVA έχει υποχρέωση να προβεί σε πλήρη αποκάλυψη όλων των ουσιωδών στοιχείων που λογικά είναι δυνατό να ασκήσουν επίδραση στην λήψη της απόφασης του δικαστηρίου. Συγκεκριμένα έχει λεχθεί ότι σημειώθηκε κατάφωρη παραβίαση του κανόνα για τρεις λόγους:
(1) Οι ενάγοντες απέκρυψαν από το δικαστήριο τη συμφωνία της 15/9 που περιέχει τον όρο για εκχώρηση του πλοίου από την παραπάνω ημερομηνία στον κ. Μούρτζινο. Και επομένως μετατοπιζόταν σ' αυτόν η ευθύνη για οποιεσδήποτε δαπάνες του πλοίου. Παρεμπιπτόντως, η συμφωνία αναφέρεται στα έγγραφα που αρχικά κατέθεσαν οι ενάγοντες αλλά δεν υπάρχει οτιδήποτε στην ένορκη δήλωσή τους ή ακόμη στα ίδια τα συνημμένα έγγραφα σχετικά με το περιεχόμενό της και φυσικά αν η συμφωνία είναι όντως ουσιώδες γεγονός η απλή μνεία στα συνοδεύοντα την αίτηση έγγραφα δεν θεωρείται ικανοποιητική γνωστοποίηση του περιεχομένου της. Siporex Trade S.A.v. Comdel Commodities Ltd. [1986] 2 Lloyd's Law Rep. 428. To κείμενο της συμφωνίας τελικά επισυνάφθηκε στην ένορκη δήλωση του κ. Inigo όταν ζήτησε την ακύρωση του διατάγματος.
(2) κ. Τακούσης ισχυρίστηκε κατηγορηματικά (στην ένορκη δήλωσή του) ότι τα χρήματα του λογαριασμού ανήκουν στους εναγόμενους πράγμα που οι ενάγοντες δεν ήταν σε θέση να γνωρίζουν· και
(3) Δεν ήταν αρκετό να λεχθεί ότι το πλοίο είχε κατασχεθεί με ένταλμα. Έπρεπε να δώσουν και λεπτομέρειες των απαιτήσεων για να είναι σε θέση το δικαστήριο να διαπιστώσει κατά πόσο το πλοίο θα μπορούσε να καλύψει και την απαίτηση των εναγόντων.
Το αντεπιχείρημα είναι ότι η συμφωνία δεν θα μετέβαλλε τη νομική βάση της απαιτήσεως εν όψει και της παραγράφου 5 που προβλέπει ότι οποιαδήποτε απαίτηση για τα έξοδα του πλοίου θα λαμβάνονταν από τα συμβαλλόμενα μέρη από κοινού μέχρις εγγραφής της νέας εταιρείας. Ολόκληρος ο όρος έχει ως εξής:
"Party "A" shall make the necessary arrangements so that the first and second instalments shall be paid towards current arrest and/or any other claims and/or debts of the ship plus whatever expenses up to the date of signature".
Και συνεχίζει χειρογράφως
"Any decision about expenses of the ship will be taken jointly until the date of formation of the company"
Σύμφωνα με την εισήγηση των εναγόντων η συμφωνία της 15/9 ήταν res inter alios και οι διαφορές που ανεφύησαν απ' αυτή αποτελούν αντικείμενο άλλης αγωγής. Επομένως δεν θα ήταν θεμιτό να επιλυθούν στην παρούσα διαδικασία. Δεδομένου ότι το αγώγιμο δικαίωμα των εναγόντων τέθηκε πάνω σε άλλη βάση. Γεγονός παραμένει ότι η ναύλωση προς όφελος του κ. Μούρτζινου δεν έγινε ή άρχισε ποτέ. Μάλιστα οι ενάγοντες αρνήθηκαν να του επιτρέψουν να διαχειρίζεται το πλοίο. Δεν υπέγραψαν σχετική πρόταση (τεκ. 18). Εν πάση περιπτώσει το μόνο αποτέλεσμα που θα μπορούσε να έχει η παρουσίαση της σύμβασης ήταν η ισχυροποίηση της βάσης της αγωγής.
Οι αρχές που ισχύουν στο προκείμενο συνοψίζονται ως εξής: H χορήγηση διατάγματος MAREVA δεν προϋποθέτει μόνο την πλήρη αποκάλυψη όλων των ουσιωδών γεγονότων αλλά και αναφορά σε τυχόν υπεράσπιση που ο αιτών έχει λόγο να πιστεύει ότι μπορεί να προβάλει η άλλη πλευρά. H παράλειψή του να τηρήσει τις προϋποθέσεις αυτές, που υπαγορεύει η καλή πίστη, οδηγεί σε ακύρωση. Χωρίς το δικαστήριο να υπεισέρχεται στην ουσία. Είναι άσχετο αν η παράλει- ψη είναι εσκεμμένη ή όχι. Αυτή είναι η πάγια γραμμή της νομολογίας, αγγλικής και κυπριακής. R. ν. Kensington Income Tax Comrs, Ex p. Princess Edmond De Polignac [1917] 1 K.B. 486, Thermax Ltd. v. Schott Industrial Glass Ltd. (1981) F.S.R. 289, Bank Mellat v. Nikpur (1985) F.S.R. 87, National Line v. Ship 'Sunset' (1986) 3 C.L.R. 393. Borghol & Co. v. Ship "Akak Progress" (1985) 1 C.L.R. 672. Οι πιο πρόσφατες αποφάσεις που αφορούν το εξεταζόμενο θέμα στις οποίες επίσης παραπέμπουμε είναι οι Behbehani ν. Salem [1989] 2 All E.R. 143, Shoboskhi Group Ltd. v. Moneim [1989] 2 All E.R. 404.
Θα αναφερθούμε μόνο σε ένα απόσπασμα από την απόφαση DENNING στην υπόθεση Bank Mellat, ανωτέρω, που έχει κάποια άμεση σχέση με την υπόθεση:
"When an ex parte application is made for a mareva injunction, it is of the first importance that the plaintiff should make full and frank disclosure of all material facts. He ought to state the nature of the case and his cause of action. Equally in fairness to the defendant, the plaintiff ought to disclose, so far as he is able, any defence which the defendant has indicated in correspondence or elsewhere. It is only if such information is put fairly before the Court that a mareva injunction can properly be granted..."
To κριτήριο του τι συνιστά ουσιώδες γεγονός είναι αντικειμενικό. O δικαστής Bingham έθεσε το ζήτημα ως εξής στην Siporex, ανωτέρω:
"He (the plaintiff) must disclose all facts which reasonably could or would be taken into accout by the judge in deciding whether to grant an application."
To ίδιο σημείο πραγματεύονται οι Gee & Andrews "Mareva Injunctions: Law and Practice".
"Even if a plaintiff acts with the utmost good faith, if he has omitted to disclose material which objectively would or rea- sonably could be regarded as relevant, it is no excuse for him to say that he was genuinely unaware, or did not believe, that the facts were relevant or important."
Παίρνουμε το πρώτο θέμα. Λέχθηκε ότι το δικαστήριο θα επηρεαζόταν οπωσδήποτε αν είχε γνώση της συμφωνίας και δεν θα έδινε το διάταγμα. Κατά την άποψή μας η συμφωνία είναι άσχετη προς αυτή την κατεύθυνση. Βασικά διότι η αιτία της αγωγής, όπως είναι διατυπωμένη, δεν απορρέει ούτε στηρίζεται στη συμφωνία. Οι ενάγοντες διατείνονται ότι ενεργούσαν σαν αντιπρόσωποι των εναγομένων που τους έδωσαν και την εντολή μέσω του κ. Inigo. Περαιτέρω την 1/10/88 ο κ. Τακούσης έγραψε στους εναγόμενους για την ευθύνη τους έναντι των εναγόντων ως εξής:
"We would also like to have your confirmation that all your present or future liabilities to Metro Shipping. And Travel Ltd. should be deducted from future payments of the purchase price as I have taken personal responsibility."
Εν τούτοις οι εναγόμενοι στην αλληλογραφία τους ή σε άλλη περίπτωση δεν επικαλέσθηκαν τη συμφωνία για να αντικρούσουν την αξίωση έτσι ώστε να μπορούμε τώρα να πούμε ότι το γεγονός της συμφωνίας έπρεπε να είχε αποκαλυφθεί.
Επίσης το δεύτερο παράπονο δεν ευσταθεί. Οι ενάγοντες προσκόμισαν μαζί με την αίτησή τους επιστολή του κ. Inigo ημερομηνίας 2/11/88 με την οποία γνώριζε λήψη των χρηματικών εμβασμάτων του κ. Μούρτζινου για την αγορά 50% των μεριδίων του πλοίου. H επιστολή σε συνδυασμό με την τραπεζική κατάσταση λογαριασμού και την βεβαίωση της τράπεζας (τεκ. 2 και 3 αντίστοιχα) ότι τα εμβάσματα έγιναν απευθείας στον επίδικο λογαριασμό οδηγούσαν εύλογα στην υπόθεση, που διατύπωσαν οι ενάγοντες στην ένορκη δήλωσή τους, ότι επρόκειτο για χρήματα των εναγομένων. Τίποτε, επομένως, το παραπλανητικό στη μαρτυρία των εναγόντων.
Κατά την κρίση του δικαστηρίου ούτε το τρίτο παράπονο δικαιολογείται. Από τη μια γιατί οι ενάγοντες έφεραν σε γνώση του δικαστηρίου το ουσιώδες γεγονός κράτησης του πλοίου στο λιμάνι της Λεμεσού και από την άλλη το εξίσου ουσιώδες ότι εκκρεμούσαν απαιτήσεις εναντίον του. Είναι σωστό ότι οι απαιτήσεις αυτές δεν συγκεκριμενοποιήθηκαν πράγμα που έγινε σε μεγάλο βαθμό κατά την ακροαματική διαδικασία. Πρέπει όμως να υπομνησθεί ο τύπος και η φύση της αγωγής των εναγόντων ότι δηλαδή πρόκειται περί διαδικασίας in personam.
Οι συνήγοροι των αιτητών υποστήριξαν ότι στο σημείο αυτό η πρωτόδικη απόφαση πάσχει. Και τούτο διότι δεν πραγματεύεται ούτε απαντά το ζήτημα της μη αποκάλυψης στοιχείων ως και μερικά άλλα θέματα που έθιξαν από την αρχή. H έκταση της δικαιοδοσίας του δικαστηρίου τούτου στα πλαίσια του Καν. 165 των περί Δικαιοδοσίας Ναυτοδικείου Διαδικαστικών Κανονισμών του Ανωτάτου Δικαστηρίου της Κύπρου (1893) αποσαφηνίστηκε από την Ολομέλεια στην απόφαση Williams & Glyn's Bank Ρ.L.C. ν. Ρ. Kouloumbis (1984) 1 C.L.R. 674.
Σε αντιδιαστολή προς το ένδικο μέσο της έφεσης στην περίπτωση αναθεώρησης (review) το δικαστήριο έχει ευρεία ευχέρεια επανεκτίμησης των γεγονότων και εξαγωγής συμπερασμάτων. Ούτε δεσμεύεται από την πρωτόδικη απόφαση και το διατακτικό της.
Οι αιτητές προβάλλουν δύο ακόμη λόγους:
(1) ότι δεν αποδείχθηκε καλή βάση αγωγής με πιθανότητα επιτυχίας, και
(2) ότι το πλοίο παρέχει ικανοποιητική εξασφάλιση του λαβείν των εναγόντων. Με άλλα λόγια δύο από τις απαραίτητες προϋποθέσεις, που θέτει το άρθρο 32 του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60 και που παρέχει την εξουσία για χορήγηση διαταγμάτων "MAREVA", ελ- λείπουν.
Συγκεκριμένα οι αιτητές υποστηρίζουν ότι οι ενάγοντες δεν ικανοποίησαν την πρώτη προϋπόθεση για τους εξής, κυρίως, λόγους: Εφόσον από 15/9, όπως ρητά προβλέπει η σύμβαση, το πλοίο θα ναύλωνε ο κ. Μούρτζινος on a bare board charter, η πληρωμή οποιωνδήποτε εξόδων ήταν αποκλειστικά δική του υποχρέωση. Ανοίγουμε σύντομη παρένθεση εδώ για να πούμε ότι όντως τα έξοδα έγιναν μεταγενέστερα της συμφωνίας. H πρωτόδικη απόφαση, συνεχίζει η εισήγηση, δεν προέβη σε ad hoc εύρημα ότι οι εναγόμενοι διόρισαν τους ενάγοντες σαν αντιπροσώπους τους όπως ισχυρίζονται· ενώ αποδεδειγμένα ο κ. Τακούσης ενεργούσε εκ μέρους του κ. Μούρτζινου κατά την υπογραφή της συμφωνίας. Έτσι στην πραγματικότητα δεν υπάρχει καμιά συμβατική σχέση μεταξύ των διαδίκων. Ας σημειωθεί ότι μερικά επιχειρήματα (και από τις δύο πλευρές) είχαν σαν επίκεντρο την ορθή ερμηνεία όρων της συμφωνίας.
O δικηγόρος των αιτητών αντιτάσσει ότι ο κ. Τακούσης ενήργησε σαν πληρεξούσιος του κ. Μούρτζινου βάσει πληρεξούσιου εγγράφου που παρουσιάστηκε σαν τεκμήριο. Το γεγονός δεν επηρεάζει το αγώγιμο δικαίωμα των εναγόντων που έχουν χωριστή και ανεξάρτητη νομική οντότητα. Είναι φανερό ότι το πλοίο ουδέποτε περιήλθε στην κατοχή και διαχείριση του κ. Μούρτζινου ούτε ιδρύθηκε η νέα εταιρεία στην οποία αναφέρεται η συμφωνία. Αντίθετα, ο όρος 5 δείχνει ότι την ευθύνη φέρουν οι εναγόμενοι. Όπως και νάχει το θέμα, γεγονός είναι ότι οι πελάτες του προέβησαν στις δαπάνες για τις οποίες άσκησαν την αγωγή τους κατόπιν εντολών των εναγομένων που έδωσε ο κ. Inigo. Και προς την κατεύθυνση αυτή επεσήμανε ορισμένα στοιχεία που προκύπτουν από το υλικό της ακροαματικής διαδικασίας.
Έχουμε διεξέλθει τις μαρτυρίες εκτιμώντας τις σε συνάρτηση με όλες τις εισηγήσεις. Εν πρώτοις πρέπει να παρατηρηθεί ότι οι δαπάνες - αντικείμενο της αγωγής αφεαυτών δεν αμφισβητήθηκαν. Ότι αμφισβητήθηκε είναι η νομική ευθύνη αποπληρωμής. Όμως προκύπτει αναντίρρητα από το τεκ. 1, παρά την αντίθετη θέση που τήρησαν οι εναγόμενοι στην παρούσα διαδικασία, ότι ανέλαβαν ευθύνη πληρωμής των αεροπορικών ναύλων για επαναπατρισμό του πληρώματος του πλοίου. Πρόκειται για 15 αιτήσεις προς τις Κυπριακές Αερογραμμές που υπέγραψε ο κ. Inigo στις 29/9/88 (μετά τη συμφωνία) σαν διευθυντής των εναγόμενων και για λογαριασμό τους. Είναι για £Κ 6,986.50 που πλήρωσαν, εκτός άλλων, οι ενάγοντες. Είναι ακόμη και η 6η παράγραφος της συμφωνίας με την οποία οι εναγόμενοι αναλάμβαναν υποχρέωση καταβολής της αμοιβής του τότε πληρώματος και των εξόδων επαναπατρισμού του. Οι μισθοί είναι £7,748.76 και πάλιν έχουν πληρωθεί από τους ενάγοντες.
Δεν είναι έργο του δικαστηρίου σ' αυτό το στάδιο να αποφανθεί για τα νομικά θέματα που περιστοιχίζουν την συμφωνία. Δεδομένου ότι οι όροι της εκ πρώτης όψεως τουλάχιστον δεν αποκλείουν ευθύνη των εναγομένων. Το θέμα αυτό ως και η πλήρης έκταση του πραγματικού καθεστώτος εναπόκειται πρωταρχικά στην κρίση του πρωτόδικου δικαστηρίου κατά τη δίκη. Το καθήκο μας περιορίζεται στην διαπίστωση κατά πόσον υπάρχει σοβαρό ζήτημα προς εκδίκαση (όπως ορίζει η επιφύλαξη του άρθρ. 32(1)). Και κατά πόσον η υπόθεση έχει ορατή προοπτική επιτυχίας (βλέπε Odysseos ν. Pieris Estates and Others (1982) 1 C.L.R. 557).
Η πρωτόδικη απόφαση καταλήγει (και δεν είναι ορθό ότι δεν υπάρχει ρητή αναφορά) ότι υπάρχει σοβαρό ζήτημα για εκδίκαση. Υπάρχει επίσης και το περαιτέρω στοιχείο της προοπτικής επιτυχίας. Προσθέτουμε μόνο ότι η κατάληξη τεκμηριώνεται ευρύτερα και από άλλους όρους της συμφωνίας πλην του 11ου που αναφέρει η απόφαση. Και από το άλλο υλικό της διαδικασίας. Όμως δεν θα ήταν επιθυμητό να πούμε περισσότερα απ' όσα ήδη έχουν λεχθεί.
Το βασικό επιχείρημα των αιτητών αναφορικά με τη δεύτερη προϋπόθεση είναι ότι οι ενάγοντες είχαν την ευχέρεια προσφυγής και σε διαδικασία in rem έτσι ώστε να υπάρχει η δυνατότης χορήγησης του MAREVA εναντίον του πλοίου. Είναι εδραιωμένη η άποψη στη νομολογία ότι παραχωρείται τέτοιο διάταγμα σε σχέση με πλοίο ακόμα και υπό περιστάσεις, όπως εδώ, που δεν επιτρέπουν τη σύλληψή του. Ούτε η πολιτική του δικαίου στο πεδίο αυτό ούτε η Σύμβαση για τη Σύλληψη Πλοίων του 1952 ή άλλη νομοθετική πρόνοια παρεμποδίζουν ένα τέτοιο διάβημα (βλέπε Rena K. [1978] 1 Lloyd's Law Rep. 565).
Υπήρχε όμως μαρτυρία ότι το ύψος των απαιτήσεων που αντιμετωπίζει το πλοίο θα έθετε σε πραγματικό κίνδυνο τη δυνατότητα των εναγόντων να εκτελέσουν απόφαση που τυχόν θα έδινε τελικά το δικαστήριο προς όφελός τους. Σαν πολύ χαρακτηριστική αναφέρουμε την περίπτωση απαιτήσεως της Ν.Α.Τ. για εκατοντάδες χιλιάδες δολλάρια και την αγωγή 96/88 Μούρτζινου κατά εναγομένων που ξεπερνά τα δύο εκατομμύρια δολλάρια. Υπάρχουν επίσης και άλλες εκκρεμότητες. Ανεξάρτητα απ' όλα αυτά γεννιέται και θέμα προτεραιότητας απαιτήσεων, την συνεπαγόμενη καθυστέρηση από την εκδίκασή τους, όπως και άλλες δυσχέρειες.
Κατά την κρίση του δικαστηρίου η παρούσα είναι περίπτωση που ήταν δίκαιο ή πρόσφορο, για να χρησιμοποιήσουμε τη λεκτική διατύπωση του άρθρ. 32(1), να χορηγηθεί το διάταγμα. Κατά συνέπειαν το δικαστήριο απορρίπτει τις αιτήσεις και επικυρώνει το διάταγμα ως έχει. Έξοδα αναθεώρησης εναντίον των αιτητών.
Αιτήσεις απορρίπτονται με έξοδα εναντίον των αιτητών.