ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1989) 1E ΑΑΔ 504
[ΜΑΛΑΧΤΟΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ.Δ.]
ΤΑΜΕΙΟΝ ΠΛΕΟΝΑΖΟΝΤΟΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ,
Εφεσείων - Καθ' ου η αίτηση,
ν.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΑΣ ΟΝΗΣΙΦΟΡΟΥ,
Εφεσίβλητης - Αιτήτριας.
(Υπόμνημα Αρ. 261).
Εταιρείες - O πέπλος της νομικής πρωσοπικότητας - Άρση - Κατά κανόνα δεν επιτρέπεται - Σχέση εργοδότη - εργοδοτουμένου - Μεταφορά για αόριστο χρονικό διάστημα υπαλλήλου μιας οικογενειακής εταιρείας σε άλλη εταιρεία, που είχε τους ίδιους μετόχους και τους ίδιους διευθυντές με την πρώτη εταιρεία - H εργοδότηση από την πρώτη εταιρεία θεωρείται ότι έχει διακοπεί - Στην περίπτωση αυτή δεν μπορεί να αρθεί ο πέπλος της νομικής προσωπικότητας της πρώτης εταιρείας, ώστε να λεχθεί ότι συνεχίστηκε η εργοδότηση από την πρώτη εταιρεία.
Οι περί Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμοι, Νόμοι 24/67 - 1988, υποπαράγραφος (ΣΤ) της παραγράφου 7 του Μέρους II του Δευτέρου Πίνακα των εν λόγω νόμων - Διευθέτηση - Έννοια.
H εταιρεία Α είχε τους ίδιους μετόχους και τους ίδιους διευθυντές με την εταιρεία B. Οι μέτοχοι και οι διευθυντές αυτοί ανήκαν στην ίδια οικογένεια. H εφεσίβλητη προσλήφθηκε αρχικά από την εταιρεία Α. Μετά παρέλευση χρονικού διαστήματος και κατόπιν εντολής των δύο διευθυντών της εταιρείας Α η εφεσίβλητη μεταφέρθηκε για αόριστο χρονικό διάστημα στην εταιρεία B, όπου εν τέλει παρέμεινε για χρονικό διάστημα 11 μηνών. Κατά το εν λόγω χρονικό διάστημα, τις κοινωνικές ασφαλίσεις της εφεσίβλητης πλήρωνε η εταιρεία B. Μετά την παρέλευση των 11 μηνών η εφεσίβλητη επανήλθε στην εταιρεία Α.
Μετά παρέλευση χρονικού διαστήματος από της επανόδου της εφεσίβλητης στην εταιρεία Α, η τελευταία την απέλυσε λόγω πλεονασμού.
Το ερώτημα, που εγείρεται, είναι κατά πόσο κατά το εν λόγω διάστημα των 11 μηνών η εργοδότηση της εφεσίβλητης από την εταιρεία A είχε διακοπεί. Εάν ναι, τότε η εφεσίβλητη δεν δικαιούται να πληρωθεί από το Ταμείο Πλεονάζοντος Προσωπικού, γιατί δεν είχε συμπληρώσει 104 εβδομάδες συνεχούς εργοδότησης από την Εταιρεία. Εάν όχι, η εφεσίβλητη δικαιούται τέτοιας πληρωμής.
Το Ανώτατο Δικαστήριο απεφάσισε:
(1) Είναι θεμελιακή αρχή του δικαίου ότι εταιρεία περιορισμένης ευθύνης έχει νομική προσωπικότητα εντελώς χωριστή και ανεξάρτητη από τα φυσικά πρόσωπα, που την αποτελούν. H χωριστή αυτή οντότητα διατηρείται όσοσδήποτε είναι ο έλεγχος, που ένα ή περισσότερα από τα πρόσωπα αυτά, ασκούν στην εταιρεία.
(2) Ωστόσο σε περιπτώσεις, που η σύσταση εταιρείας χρησιμοποιείται σαν μέσον καταδολίευσης ή ακόμα σε ορισμένα θέματα, που άπτονται της φορολογικής νομοθεσίας, καθώς και σε άλλες περιπτώσεις, που πραγματεύονται λεπτομερειακά τα διάφορα νομικά συγγράμματα, επιτρέπεται η άρση του πέπλου της νομικής προσωπικότητας.
(3) H παρούσα περίπτωση δεν εμπίπτει σε οποιανδήποτε από τις εξαιρέσεις τους πιο πάνω υπο (1) κανόνα. Γι' αυτό και ή εργοδότηση της εφεσίβλητης από την εταιρεία Α είχε διακοπεί κατά την πιο πάνω περίοδο των 11 μηνών.
(4) Εν πάση περιπτώσει στην υπόθεση αυτή δεν μπορεί να γίνει λόγος για "διευθέτηση" εν τη εννοία της υποπαραγράφου (στ) της παραγράφου 7 του Μέρους Π του Δεύτερου Πίνακα των πιο πάνω νόμων.
Γνωμοδότηση ως ανωτέρω.
Αναφερόμενες Αποφάσεις:
Bank of Cyprus Holdings v. The Republic (1983) 3 C.L.R. 636;
Michaelides v. Gavrielides (1980) 1 C.L.R. 244;
Salomon v. Salomon and Co [1897] A.C 22;
Spanlite Structures Ltd v. Jarrett (1973) I.T.R.511;
Secretary of State for Employment v. Globe Elastic Ltd (1979) I R.L.R. 327.
Υπόμνημα.
Υπόμνημα από τον Δικαστή του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών σχετικά με την απόφασή του που δόθηκε στις 15 Οκτωβρίου 1988 με την οποία επεδίκασε ποσό £312.32 προς όφελος της εφεσίβλητης και σε βάρος του Ταμείου Πλεονάζοντος Προσωπικού λόγω απολύσεώς της για λόγους πλεονασμού.
Κλ. Αντωνιάδης, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον εφεσείοντα - καθ' ου η αίτηση.
Λ. Ευτυχίου, για την εφεσίβλητη.
ΜΑΛΑΧΤΟΣ Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του δικαστηρίου θα δώσει ο δικαστής Σόλων Νικήτας.
ΝΙΚΗΤΑΣ Δ.; H παρούσα είναι έφεση δια υπομνήματος από απόφαση του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών με την οποία επιδίκασε ποσό £312.32 προς όφελος της εφεσίβλητης και σε βάρος του Ταμείου Πλεονάζοντος Προσωπικού (το Ταμείο). Έχει σημασία να λεχθεί από την αρχή ότι το παραπάνω ποσό καλύπτει περίοδο από 3/3/83 μέχρι και την 31/5/87. Το χρονικό αυτό διάστημα θεωρήθηκε από το πρωτόδικο δικαστήριο σαν συνεχής περίοδος απασχόλησής παρά την αντίθετη εισήγηση του εκπροσώπου του Ταμείου.
Είναι αναγκαίο όμως να ανατρέξουμε πρώτα στα γεγονότα που θεμελιώνουν την προσβαλλόμενη απόφαση. Τα συνοψίζουμε με βάση και πλαίσιο τα ευρήματα του πρωτόδικου δικαστηρίου διευκρινίζοντας συγχρόνως ότι το πραγματικό υπόβαθρο της υπόθεσης δεν υπήρξε σε κανένα στάδιο αντικείμενο αμφισβητήσεων. H εταιρεία Γιαννάκης Χριστοδούλου και Υιοί Λτδ. (η πρώτη εταιρεία), πού συστάθηκε το 1972, εδρεύει στη λεωφόρο Μακαρίου 206 στη Λεμεσό. Εμπορεύεται είδη υγιεινής. Πρόκειται καθαρά για οικογενειακή επιχείρηση στην οποία μετέχουν ο κ. Γιαννάκης Χριστοδούλου με το γιό και τις δύο θυγατέρες του. Οι δύο πρώτοι έχουν και την ιδιότητα του συμβούλου.
Για τους σκοπούς των ευρύτερων οικονομικών δραστηριοτήτων τους τα ίδια πρόσωπα ίδρυσαν και αριθμό άλλων εταιρειών ή συνεταιρισμών. Μεταξύ αυτών είναι και εταιρεία περιωρισμένης ευθύνης με την επωνυμία Γιαννάκης Χριστοδούλου Κάρπετς Λτδ. (η δεύτερη εταιρεία) με κύριο σκοπό την εμπορία χαλιών. Κατά τον κρίσιμο χρόνο η εταιρεία αυτή διατηρούσε κατάστημα πώλησης χαλιών στον ίδιο εμπορικό δρόμο, αλλά σε διαφορετικό υποστατικό. Σε χρόνο μεταγενέστερο από την απόλυση της εφεσίβλητης οι δύο επιχειρήσεις συστεγάστηκαν στα υποστατικά της πρώτης εταιρείας που στο μεταξύ κατέστησαν ιδιόκτητα.
Ενδιαφέρει ιδιαίτερα το ιστορικό εργοδότησης της εφεσίβλητης που παίρνουμε πάλιν από την έκθεση γεγονότων που περιλαμβάνεται στο υπόμνημα. Είχε προσληφθεί στις 3/ 3/83 από την πρώτη εταιρεία στην οποία εργάστηκε αδιαλείπτως σαν πωλήτρια μέχρι την 30/11/85. Όμως στις 2/ 12/85 με απόφαση των δύο συμβούλων που προαναφέραμε της ανατέθηκαν καθήκοντα πωλήτριας χαλιών στην δεύτερη εταιρεία. H νέα υπηρεσία της δεν προσδιορίστηκε χρονικά, αλλά ύστερα από απασχόληση 11 μηνών επανήλθε στα παλιά της καθήκοντα με οδηγίες των ιδίων συμβούλων. Αυτό συνέβη την 1/1/86. Δεν θα ήταν περιττό να υπομνησθεί ότι κατά την περίοδο αυτή η δεύτερη εταιρεία κατάβαλλε και τις εισφορές κοινωνικών ασφαλίσεων της εφεσίβλητης σαν εργοδότριά της. Αναφέρει στο προκείμενο η τρίτη παράγραφος του υπομνήματος σελ. 2:
"Επειδή η μετάθεσή της ήταν για απροσδιόριστη χρονική διάρκεια, για λογιστικούς σκοπούς και μόνο, άλλαξε και ο εργοδότης της και έτσι από 2/12/85 έως 1/11/86 ως εργοδότης της φέρεται η εταιρεία Γιαννάκης Χριστοδούλου Κάρπετς Λτδ., η οποία ανέλαβε και τις υποχρεώσεις για καταβολή εισφορών για τα κοινωνικά ωφελήματα της αιτήτριας, όπως επιβάλλεται από τη σχετική νομοθεσία".
H εφεσίβλητη συνέχισε την εργασία της σαν πωλήτρια με τον αρχικό εργοδότη της μέχρι 31/5/87 που την απέλυσε για λόγους πλεονασμού.
Από το γεγονός; κυρίως ότι τα ίδια φυσικά πρόσωπα ήταν μέτοχοι ως και αξιωματούχοι των δύο εταιρειών το δικαστήριο συμπέρανε ότι η υπηρεσία της εφεσίβλητης στην πρώτη εταιρεία δεν διακόπηκε εξαιτίας της 11μηνης απασχόλησής της στην δεύτερη εταιρεία, πράγμα που ισχυρίστηκε ο εκπρόσωπος του Ταμείου. Το δικαστήριο έκρινε, αντίθετα, ότι η εργοδότηση στην πρώτη εταιρεία υπήρξε συνεχής. Και. εφόσον είχε συμπληρωθεί αδιάλειπτη υπηρεσία τουλάχιστον 104 εβδομάδων στον ίδιο εργοδότη εκπληρώθηκε η προϋπόθεση του άρθρου 16(1) του νόμου περί Τερματισμού Απασχολήσεως 24/67 - 1988 για πληρωμή του επιδικασθέντος ποσού από τους πόρους του Ταμείου.
Δικαιολογητική βάση της απόφασης αποτέλεσε η αρχή που στην κρατούσα Αγγλική ορολογία καλείται "lifting the corporate veil". Αυτό είναι πρόδηλο από την παράγραφο 8 του υπομνήματος που περιέχει τους δικανικούς συλλογισμούς στους οποίους έχει βασισθεί η προσβαλλόμενη απόφαση σε συνδυασμό με την παράθεση της απόφασης Bank of Cyprus (Holdings) Ltd v. The Republic (1983) 3 C.L.R. 636.
"8.1. Η αιτήτρια δικαιούται στην απόλαυση του συνεχούς της απασχόλησής της από την ημέρα που την προσέλαβε η εταιρεία Γιαννάκης Χριστοδούλου και Υιοί Λτδ., μέχρι την ημέρα που την απέλυσε· και τούτο γιατί καθόλο το διάστημα της υπηρεσίας της ήταν πωλήτρια, είτε για τα είδη υγιεινής είτε για τα χαλιά, υπηρετώντας τα οικονομικά συμφέροντα των ίδιων φυσικών προσώπων υποκείμενη στις οδηγίες τους.
2. Ποτέ δεν άλλαξε ο φυσικός προϊστάμενός της. Παρέμειναν για όλη τη διάρκεια της υπηρεσίας της τα ίδια πρόσωπα".
Ακόμη, στο σκεπτικό, γίνεται επίκληση στην κοινωνική διάσταση του Νόμου Περί Τερματισμού Απασχολήσεων που, όπως επισημαίνεται, αποσκοπεί κυρίως στην εξασφάλιση των συμφερόντων των εργαζομένων.
Το υπόμνημα θέτει νομικό ερώτημα σε δύο σκέλη για γνωμοδότηση. Το συνοψίζουμε στην ουσία.
"1. Κατά πόσο η πρωτόδικη απόφαση ορθά έκρινε ότι η διακεκομμένη απασχόληση της εφεσίβλητης (όπως αναπτύχθηκε παραπάνω) δεν επηρέασε καθόλου το αδιάσπαστο της υπηρεσίας της στην πρώτη εταιρεία κατά την έννοια της υποπαραγράφου (στ) της παραγράφου 7, Μέρος Π, του Δεύτερου Πίνακα του Νόμου 24/67-88 αποκλειομένης εφαρμογής της παραγράφου 3, Μέρος I, του ίδιου Πίνακα. Εντεύθεν ανακύπτει το δεύτερο σκέλος του ερωτήματος.
2. Αν έτυχε ορθής ερμηνείας και εφαρμογής η διάταξη του άρθρου 16(1) του νόμου που στηρίχθηκε στο νόημα το οποίο η πρωτόδικη απόφαση απέδωσε στις προμνησθείσες διατάξεις του Δεύτερου Πίνακα και που οδήγησαν το δικαστήριο στην διαπίστωση ότι η εφεσίβλητη είχε, υπό τις περιστάσεις, δικαίωμα πληρωμής από το Ταμείο λόγω πλεονασμού".
H υποπαράγραφος (στ) απαριθμεί τις περιπτώσεις απουσίας από την εργασία που αφήνουν ανεπηρέαστο το συνεχές της απασχόλησης. Μια τέτοια περίπτωση είναι η προβλεπόμενη από την υποπαράγραφο (στ). Συγκεκριμένα η διάταξη ορίζει ότι δεν σημειώνεται διακοπή σε περίπτωση απουσίας που το δικαστήριο κρίνει σαν συνεχιζόμενη υπηρεσία με βάση διευθέτηση, έθιμο ή νόμο. H ίδια ακριβώς διάταξη απαντάται στην παράγραφο (1) (2) (β) (ιιι) του Μέρους I του Δεύτερου Πίνακα που καθορίζει ποίες ακριβώς εβδομάδες εργασίας λαμβάνοται υπόψη για να υπολογισθεί η ολική περίοδος απασχόλησης.
Στην παράγραφο 3 του Ιδίου Πίνακα αναφέρεται ότι οι ρυθμιστικές διατάξεις της παραγράφου (1) (1) (2) εφαρμόζονται μόνο σε απασχόληση από τον ίδιο εργοδότη. Με τη ρητή επιφύλαξη ότι ο χρόνος υπηρεσίας στον αρχικό εργοδότη συνυπολογίζεται για σκοπούς πληρωμής λόγω πλεονασμού με το χρόνο απασχόλησης σε άλλο εργοδότη στον οποίο μεταβιβάστηκε η επιχείρηση ή μέρος της.
Είναι η θέση του Ταμείου, όπως τη διατύπωσε και ανέπτυξε εκτεταμένα ο κ. Αντωνιάδης, ότι η προσέγγιση του πρωτόδικου δικαστηρίου είναι καταρχή νομικά σφαλερή. Σύμφωνα με την εισήγησή του η ανέθεση καθηκόντων στην εφεσίβλητη στην δεύτερη εταιρεία και μάλιστα για απροσδιόριστη χρονική διάρκεια είχε διακόψει το σύνολο του χρόνου απασχόλησής της με τον πρώτο εργοδότη. Αποτέλεσμα, η εφεσίβλητη δεν συμπλήρωσε, όταν απολύθηκε, το όριο των 104 εβδομάδων που θέτει το 16(1) σαν απαραίτητη προϋπόθεση για πληρωμή από το Ταμείο.
Οι νομικοί ισχυρισμοί που στηρίζουν τις παραπάνω απόψεις έχουν σε σύνοψη, ως εξής: H αρχή για την άρση του εταιρικού πέπλου δεν βρίσκει πεδίο εφαρμογής στην παρούσα κατάσταση πραγμάτων. Δεν συγκαταλέγεται ανάμεσα σε περιπτώσεις που απαριθμεί ο PALMER «Company Law» 1ος τόμος παράγραφοι 18-22, 18-23 κ.λ.π. Μια από τις εξαιρέσεις που επισημαίνει ο PALMER είναι η περίπτωση που η σχέση μεταξύ εταιρειών παίρνει τη μορφή μητρικής εταιρείας (holding company) και θυγατρικής (subsidiary). Ωστόσο, έχοντας υπόψη τις διατάξεις του άρθρου 148 του περί Εταιρειών Νόμου Κεφ. 113, δεν υπάρχει εδώ μαρτυρία ή εύρημα, όπως ορθά υπέδειξε ο συνήγορος, για τέτοια συγκρότηση ή σχέση ανάμεσα σας εταιρείες.
Επίσης, προς την ίδια κατεύθυνση, ο κ. Αντωνιάδης επέσυρε την προσοχή μας, εκτός άλλων, και στις υποθέσεις Michaelides ν. Gavrielides (1980) 1 C.L.R. 244, σ. 250, Bank of Cyprus (Holdings) Ltd. v. The Republic (1983) 3 C.L.R. 646, σ. 646-648. Στην τελευταία ιδιαίτερα περίπτωση ο Δικαστής Πικής προβαίνει σε μια χρήσιμα εκτεταμένη ανάλυση της πιο πάνω αρχής του εταιρικού δικαίου και τις επιπτώσεις της σε άλλες σφαίρες του δικαίου.
H υποπαράγραφος (στ), συνέχισε ο συνήγορος, δεν είναι δυνατό να εφαρμοσθεί στο προκείμενο. Γιατί δεν υπάρχει τέτοιο συμπέρασμα του δικαστηρίου. Αντίθετα το σχετικό εύρημα είναι ότι η εφεσίβλητη άλλαξε εργοδότη για ακαθόριστο διάστημα. Και σαφώς δεν προκύπτει θέμα ισχύοντος εθίμου ή νομοθετική ρύθμιση.
O συνήγορος υπέβαλε ότι οι θέσεις του ισχυροποιούνται έντονα από την πρόσφατη τροποποίηση του νόμου που περιορίζεται αποκλειστικά σε μια τάξη εργαζομένων και που ορίζει ότι η απασχόληση λιμενεργάτη από περισσότερους εργοδότες λογίζεται σαν απασχόληση από ένα και τον αυτόν εργοδότη (άρθ. 2 του Νόμου 167/87).
O κ. Ευτυχίου στην ουσία υιοθέτησε και πρόβαλε τους δικαιολογητικούς λόγους στους οποίους βασίστηκε η πρωτόδικη απόφαση: Πρόσθεσε όμως ότι από τις περιστάσεις συνάγεται ότι στην προκειμένη υπόθεση προηγήθηκε διευθέτηση για την αλλαγή εργοδότη της εφεσίβλητης. Με άλλα λόγια η περίπτωση καλύπτεται από το βεληνεκές της υποπαραγράφου (στ). Επομένως η νομική βάση ως και το αποτέλεσμα στο οποίο κατέληξε το δικαστήριο είναι νομικά αδιάβλητη.
Είναι θεμελιακή αρχή δικαίου ότι η εταιρεία περιορρισμένης ευθύνης έχει νομική προσωπικότητα εντελώς χωριστή και ανεξάρτητη από τα φυσικά πρόσωπά που την αποτελούν. H χωριστή της οντότητα διατηρείται οσοσδήποτε είναι ο έλεγχος που ένα ή περισσότερα από τα πρόσωπα αυτά ασκούν στην εταιρεία. Salomon v. Salomon & Co. [1897] A.C. 22.
Ωστόσο σε περιπτώσεις που η σύσταση εταιρειών χρησιμοποιήθηκε σαν μέσο παρανομίας ή καταδολίευσης - που δεν είναι η περίπτωση εδώ - τα δικαστήρια ανέπτυξαν και εφαρμόζουν τη σχετικά νέα θεωρία της άρσης του πέπλου της εταιρικής ιδιότητας. H ακόμη σε ορισμένα θέματα που άπτονται της φορολογικής νομοθεσίας, στη σχέση μητρικών και θυγατρικών εταιρειών υπό ορισμένες προϋποθέσεις και σε άλλες περιπτώσεις που πραγματεύονται λεπτομερειακά νομικά συγγράμματα όπως του PALMER, ανωτέρω. Και τούτο για να αποκαλυφθεί η πραγματικότητα και ο νομικά επιλήψιμος ρόλος των φυσικών προσώπων που ελέγχουν μια ή περισσότερες εταιρείες.
Όμως η βασική θέση που καθιέρωσε η υπόθεση Salomon, ανωτέρω, παραμένει κατά κανόνα αναλλοίωτη. Όπως παρατηρεί εύστοχα ο GOWER "Principles of Modem Company Law" 4η έκδοση κι υιοθετεί η απόφαση Bank of Cyprus (Holdings) Ltd:
"In general, the Courts regard themselves as precluded by Salomon's case from treating a company as the alias, agent or trustee of its members and this is so, whether they are interpreting a statute or dealing with judgemade law."
Η περίπτωση Μιχαηλίδη, ανωτέρω, αφορούσε αγωγή για ανάληψη κατοχής υποστατικού με βάση την παλιά νομοθεσία για το ενοικιοστάσιο (N. 36/75). Το Ανώτατο Δικαστήριο απέριψε την αξίωση παρόλο που έγινε δεκτό ότι ο ιδιοκτήτης χρειαζόταν λογικά το μίσθιο για χρήση από το γιό του. H αιτιολογία βασίστηκε στο γεγονός ότι το υποστατικό θα χρησιμοποιούσε εταιρεία, που όπως διακήρυξε το δικαστήριο έχει ανεξάρτητη νομική οντότητα από τους μετόχους της έστω και αν αυτοί είχαν το απόλυτο έλεγχο διαχείρισης της εταιρείας. Μέτοχοι ήταν ο γιός του ιδιοκτήτη και η σύζυγός του. Ανατρέποντας την πρωτόδικη απόφαση το δικαστήριο παρατήρησε:
"This is one of the cases where the lifting of the veil is not enumerated in cases connected with the rent acts".
Πιο αποφαστικής σημασίας είναι η υπόθεση Spanlite Structures Ltd. ν. Jarrett (1973) ITR 511, που, πρέπει να λεχθεί, δεν τέθηκε υπόψη του πρωτόδικου δικαστηρίου. Αξίζει να σημειώσουμε τα γεγονότα. Από 172/1970 μέχρι 1/9/72 ο εφεσίβλητος ήταν υπάλληλος εταιρείας με την επωνυμία Spanlite Ltd, οπόταν μετατέθηκε στην εφεσείουσα Spanlite Structures Ltd. H εφεσείουσα τον απέλυσε στις 28/12/72. Οι εταιρείες αυτές ήταν ιδιοκτησία των ιδίων δύο μετόχων που ήταν ανδρόγυνο. Το επίδικο θέμα ήταν κατά πόσον ο υπάλληλος είχε συμπληρώσει "συνεχή απασχόληση" 104 εβδομάδων όπως επιτάσσει το άρθ. 28 της Industrial. Relations Act 1971 που επικαλέστηκε για διεκδίκηση αποζημιώσεων. Το δικαστήριο, παρά τη συμπάθειά του προς τον υπάλληλο, αφού ανέλυσε τις σχετικές νομοθετικές πρόνοιες αποφάνθηκε ότι η υπηρεσία του στις δύο εταιρείες δεν μπορούσε να θεωρηθεί ενιαία.
Αυτή είναι η πάγια γραμμή της αγγλικής νομολογίας. Άλλο παράδειγμα, που είναι ίσως ακόμη πιο κοντά στην πραγματικότητα της κρινόμενης υπόθεσης είναι η Secretary of State for Employment v. Globe Elastic Ltd. (1979) I.R.L.R. 27, απόφαση του δικαστηρίου της Βουλής των Λόρδων. Παραθέτουμε τα γεγονότα. O υπάλληλος προσλήφθηκε από την εταιρεία Α το 1948. Το 1962, η εταιρεία δημιούργησε και δεύτερο εργοστάσιο στην άλλη πλευρά του δρόμου. Αλλά ίδρυσε και δεύτερη εταιρεία τη B που ανέλαβε την λειτουργία του, συνεισφέροντας συνάμα το ήμισυ του μετοχικού της κεφαλαίου. Το υπόλοιπο κεφάλαιο δόθηκε σε τρίτη εταιρεία. Το 1970 ο αρχικός εργοδότης (εταιρεία Α) σύστησε στον υπάλληλό της να αναλάβει καθήκοντα στη B πράγμα που έκαμε, αφού απέσπασε τη διαβεβαίωσή της ότι δεν θα έχανε τα ωφελήματά του από την απασχόληση του στην Α. Το 1975 απολύθηκε σαν πλεονάζων και το πρωτόδικο δικαστήριο εφαρμόζοντας την αρχή του estoppel έκρινε ότι η πληρωμή για πλεονασμό έπρεπε να υπολογισθεί από το 1948 και όχι μόνο για περίοδο των 5 ετών που απασχολήθηκε στη B.
H απόφαση αυτή ανατράπηκε. H Βουλή των Λόρδων έκρινε όχι το συνεχές απασχόλησης διακόπηκε όταν ο υπάλληλος μεταφέρθηκε από την Α στη B εταιρεία. Το δικαστήριο παρατήρησε ότι η αθέτηση της συμφωνίας που έκαμε θα μπορούσε, βάσει της αρχής του estoppel, να θεμελιώσει αγώγιμο δικαίωμα του υπαλλήλου εναντίον του εργοδότη, αλλά δεν ήταν δυνατό να εξουδετερώσει τις νομοθετικές διατάξεις.
Είναι εμφανείς οι ομοιότητες και αναλογίες της Spanlite και Globe Elastic με τη συζητούμενη υπόθεση. H προσέγγιση μας είναι η ίδια.
Αναφορικά με τον ισχυρισμό για "διευθέτηση" η άποψή μας είναι ότι δεν ευσταθεί. H ουσιαστική αιτία της απόφασης είναι η συνταύτιση των εταιρειών μας με τους μετόχους και διευθυντές της. Ακόμα το εύρημα για απασχόληση ακαθόριστου χρόνου στην δεύτερη εταιρεία, που είχε αναλάβει όλες τις υποχρεώσεις απέναντι στην εφεσίβλητη σαν εργοδότης της, συγκρούεται και αναιρεί την έννοια της διευθέτησης. Μια ενδεχόμενη διευθέτηση - που δεν συμβαίνει εδώ - θα ήταν ο δανεισμός υπαλλήλου για τακτή περίοδο. Το θέμα σχολιάζει ο GRUNFELD "The Law of Redundancy", 3rd ed., p. 252, παραθέτοντας και σχετικές αποφάσεις στις υποσημειώσεις:
"Equally, where an employee is loaned by his general employer to a temporary employer for a limited period of time, the understanding and intention being that he would later return into the employment of his general employer, his absence from work at his general employer's premises might be said to be 'by arrangement' within the meaning of paragraph 9 (1) (c)"
Σημειωτέον ότι η παραπάνω πρόνοια είναι ουσιαστικά ταυτόσημη με την υποπαράγραφο (στ).
Βάσει των αναλύσεων που προηγήθηκαν οι απαντήσεις στο ερώτημα που έθεσε το υπόμνημα έχει ως έξης:
H κρίση του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι η απασχόληση της εφεσίβλητης στην εταιρεία Γιαννάκης Χριστοδούλου και Υιοί Λτδ. και η μετέπειτα υπηρεσία της στην εταιρεία Γιαννάκης Χριστοδούλου Κάρπετς Λτδ., δεν διέκοψε το συνεχές της απασχόλησης σύμφωνα με την υποπαράγραφο (στ) είναι λανθασμένη. Γιατί αφενός οι δύο εταιρείες δεν ταυτίζονται με τα φυσικά πρόσωπα που είναι οι μέτοχοί τους, αλλά ήταν διαφορετικοί εργοδότες. Εδώ πρέπει να υπομνησθεί ότι πέρα από τη διάταξη της παραγράφου 3 του Δεύτερου Πίνακα, Μέρος I, το άρθρο 16(1) αναφέρει ρητά ότι το ελάχιστο όριο των 104 εβδομάδων αφορά υπηρεσία στον αυτόν εργοδότη. Αφετέρου δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις για την επίκληση της αρχής που επιτρέπει άρση του εταιρικού πέπλου. Επομένως δεν δικαιολογούνται τα συνακόλουθα συμπεράσματα της πρωτόδικης απόφασης. Περαιτέρω, για τους λόγους που προεκθέσαμε, η εισήγηση για ύπαρξη διευθέτησης με την έννοια πού αποδίδει στη λέξη η υποπαράγραφος (στ) είναι απορριπτέα.
H έφεση επιτυγχάνει, αλλά δεν επιδικάζονται έξοδα. H υπόθεση επιστρέφεται στον Πρόεδρό του Δικαστηρίου που εξεδίκασε την υπόθεση με τη γνωμοδότηση του δικαστηρίου που οδηγεί αναπόφευκτα στην απόρριψη της αξίωσης της εφεσίβλητης κατά του Ταμείου.
Έφεση επιτυγχάνει χωρίς έξοδα.