ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1989) 1E ΑΑΔ 453

14 Ιουλίου 1989

[ΜΑΛΑΧΤΟΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ.Δ.]
ΣΤΡΑΤΜΑΡΚΟ ΛΤΔ.,

Εφεσείουσα - Εναγόμενη,

ν.

ΠΕΤΡΟΥ ΜΙΧΑΗΛ,

Εφεσίβλητου - Ενάγοντος,

(Πολιτική Έφεση Αρ. 7304).

Ευθύνη εργοδότη - Αμέλεια - O Περί Αστικών Αδικημάτων Νόμος, Κεφ. 148, Άρθρον 51- Αμέλεια είναι η παράβαση καθήκοντος επιμέλειας - H επιμέλεια είναι αυτή, που υποθετικά καταβάλλει ο μέσος συνετός άνθρωπος κάτω από τις ίδιες αντικειμενικές συνθήκες, που ενήργησε ο εναγόμενος - Τα όρια της επιμέλειας διαγράφονται από τα στοιχεία τον "μέσου συνετού ανθρώπου" και του "πλησίον" - H έννοιά της ολο­κληρώνεται με το στοιχείο της δυνατότητας πρόβλεψης ζημιογόνου αποτελέσματος - Το καθήκον της προσήκουσας επιμέλειας περιλαμβά­νει την υποχρέωση εργοδότη να παρέχει στους υπαλλήλους του ασφα­λές ή κατάλληλο σύστημα και τόπον εργασίας και να μήν τους εκθέτει σε περιττούς κινδύνους - Ποία η έννοια του "περιττού κινδύνου".

O εφεσίβλητος ήταν κατά τον κρίσιμο χρόνο στην υπηρεσία της εφεσείουσας. Διατάχθηκε να θέσει σε κίνηση αυτοσχέδια μηχανή αντλήσεως ύδατος, που στην πραγματικότητα αποτελείτο από κινητήρα αυτοκινήτου και λειτουργούσε όπως ένας κινητήρας αυτοκινήτου. H αντλία άρχιζε να λειτουργεί με τη χρήση τροχαλίας, που περιστρεφό­ταν με τρείς ιμάντες. Οι ιμάντες ήταν τοποθετημένοι σε σχήμα X. Μόλις ο εφεσίβλητος έθεσε σε κίνηση την μηχανή, ένας από τους ιμάν­τες κόπηκε ξαφνικά και τον κτύπησε στο δεξί μάτι. Οι ιμάντες εφά­πτονταν μεταξύ τους και έτσι το Πρωτόδικο Δικαστήριο βρήκε πως "επομένως εύκολα ένας μπορεί να συμπεράνει ότι είχαν φθαρεί". Πα­ράλληλα το πρωτόδικο Δικαστήριο βρήκε ότι εύκολα η εφεσείουσα θα μπορούσε να περιφράξει κατάλληλα τους ιμάντες.

Στην δίκη: η εφεσείουσα υποστήριξε ότι η απώλεια οράσεως στον δεξιό οφθαλμό, που παρουσίαζε ο εφεσίβλητος, δεν οφειλόταν στο ατύχημα, αλλά προϋπήρχε. Σχετικά με τον ισχυρισμό αυτό κατέθεσε μάρτυρας εμπειρογνώμονας. Αντίθετα η εκδοχή του εφεσίβλητου, η οποία υποστηρίχθηκε και από μάρτυρα εμπειρογνώμονα ήταν ότι η απώλεια οφειλόταν στο ατύχημα. Το πρωτόδικο Δικαστήριο προτίμη­σε την μαρτυρία, που δόθηκε εκ πλευράς εφεσίβλητου.

Με την παρούσα έφεση η εφεσείουσα παραπονείται ότι το πρωτό­δικο Δικαστήριο εσφαλμένα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η εφεσείου­σα ήταν αμελής, εσφαλμένα απέρριψε ισχυρισμό για συντρέχουσα αμέλεια του εφεσίβλητου και εσφαλμένα δέχθηκε την άποψη ότι η απώλεια οράσεως οφειλόταν στο ατύχημα.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, αφού ανέλυσε την έννοια της αμέλειας, με ιδιαίτερη έμφαση στο καθήκον του εργοδότη για ασφαλή τρόπον και τόπον εργασίας του και για μή υποβολή των εργοδοτούμενων του σε μή αναγκαίους κινδύνους και αφού ακόμα επεξήγησε την έννοια των μή αναγκαίων κινδύνων, κατέληξε στο συμπέρασμα πως σωστά το πρωτόδικο Δικαστήριο βρήκε την εφεσείουσα ένοχο αμέλειας. Εν όψει τούτου, το Ανώτατο Δικαστήριο άφησε ανοικτό το ζήτημα της εφαρμο­γής στη συγκεκριμένη περίπτωση της αρχής του Res Ipsa Loquitur.

Το Ανώτατο Δικαστήριο βρήκε ακόμα ότι δεν συντρέχει λόγος επεμβάσεως στο θέμα αξιοπιστίας, μαρτύρων έστω και άν οι συγκεκρι­μένοι μάρτυρες ήσαν εμπειρογνώμονες. Τέλος, το Ανώτατο Δικαστή­ριο βρήκε ότι η εφεσείουσα δεν κατόρθωσε να πείσει το Δικαστήριο ότι πρέπει να επέμβει στο θέμα της συντρέχουσας αμέλειας, την οποίαν, όπως έχει ήδη αναφερθεί πιο πάνω, το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν αποδέχθηκε.

H έφεση απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος της εφεσείουσας

Αναφερόμενες αποφάσεις:

Nicholls ν. Austin Leyton Ltd [1946] 2 All E.R. 92;

Allard v. Saunders Ltd [1953] 1 All E.R. 395;

Athanasiou v. Republic (1969) 1 C.L.R. 160;

Joyce v. Yeomans [1981] 2 All E.R. 21.

Έφεση.

Έφεση από την εναγόμενη 2 κατά της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Αρτεμίδης, Π.Ε.Δ.) που δόθηκε στις 5 Δεκεμβρίου, 1986 (Αρ. Αγωγής 3451/84) με την οποία το πρωτόδικο Δικαστήριο επεδίκασε £5,100= αποζημιώσεις υπέρ του ενάγοντα για εργατικό ατύχημα που συνέβηκε σε χοιροστάσιο της εταιρείας.

Χρ. Χριστοφίδης, για την εφεσείουσα.

Δ. Κούτρας, για τον εφεσίβλητο.

ΜΑΛΑΧΤΟΣ Δ: Την απόφαση του δικαστηρίου θα εκδώσει ο δικαστής Νικήτας.

ΝΙΚΗΤΑΣ Δ: H κρινόμενη έφεση προσβάλλει απόφαση πρωτόδικου δικαστηρίου με την οποία επιδίκασε £5,100.- αποζημιώσεις υπέρ του ενάγοντα - εφεσίβλητου και εναντίον της εφεσείουσας εταιρείας πλέον τόκους 6% επί ποσού £4,000 από 1/5/84 μέχρι πληρωμής και έξοδα της αγωγής. H υπόθεση αφορά εργατικό ατύχημα που συνέβηκε σε χοιροστάσιο της εταιρείας στο χωριό Άγιοι Τριμιθιάς.

Για την πληρέστερη κατανόηση των λόγων εφέσεως χρειάζεται εξαρχής μία σύντομη ανασκόπηση των περιστατικών του ατυχήματος. Τουλάχιστον των γεγονότων που είναι αμοιβαία αποδεκτά.

Κατά τον κρίσιμο χρόνο ο εφεσίβλητος εργαζόταν στην εταιρεία σαν εργάτης. Το ίδιο και η σύζυγός του. Δεν υπήρχε άλλο προσωπικό. Φαίνεται ότι το ζεύγος έκαμνε όλες τις χειρωνακτικές εργασίες.

Στις 16/8/83, και στη διάρκεια της εργασίας του, ο εφεσίβλητος πήρε οδηγίες από τον κ. Μ. Στράτο (Μ.Υ.5)να ξεκινήσει μια πρόχειρη αντλία νερού προφανώς για να καθαρίσει τα υποστατικά. Πρόκειται για αξιωματούχο της εταιρείας που είναι συγχρόνως και ο κύριος μέτοχός της. Ας σημειωθεί ότι για την εξυπηρέτηση των αναγκών της επιχείρησης υπήρχε ηλεκτρική τουρπίνα, που στεγαζόταν σε κάποια απόσταση από το χοιροστάσιο. Αλλά αχρηστεύθηκε λόγω βλάβης. Έτσι, σαν προσωρινό μέτρο, η εταιρεία εγκατέστησε σε άλλη θέση, ένα αυτοσχέδιο σύστημα άντλησης, αποτελούμενο κατά βάση από συνηθισμένη μηχανή αυτοκινήτου τύπου ντήζελ. H μηχανή, που διέθετε συμπλέκτη και ταχύτητες, τέθηκε σε χρήση 15 περίπου ημέρες πρό του ατυχήματος. Σχηματική παράσταση του συστήματος κατέθεσε σαν τεκμήριο στην ακροαματική διαδικασία ο κ. Στ. Λάμπρου (Μ.Ε. 4) επιθεωρητής ασφάλειας του Υπουργείου Εργασίας, που διερεύνησε το ατύχημα. Αυτό συνέβη 2 περίπου μήνες μετά την ημερομηνία του ατυχήματος επειδή το δυστύχημα δεν γνωστοποιήθηκε στο Υπουργείο από τους εργοδότες έγκαιρα.

Κατά την εγκατάσταση της μηχανής έγιναν κάποιες μετατροπές έτσι ώστε να τίθεται σε λειτουργία αντλία με τη χρήση τροχαλίας που περιστρεφόταν με τρεις ιμάντες (κολάνια) μεταδίνοντας συγχρόνως την κίνηση στην αντλία. Έχει σημασία να αναφέρουμε ότι οι ιμάντες ήταν τοποθετημένοι σε σχήμα X. Κι αυτό διότι ο άξονας της μηχανής ήταν σε οριζόντια θέση, ενώ εκείνος της αντλίας σε κάθετη. H διάταξή τους, όπως και των άλλων στοιχείων του συστήματος, φαίνεται στο σχεδιαγράφημα - τεκμήριο. H μηχανή λειτουργούσε όπως ακριβώς και μια αντίστοιχη μηχανή αυτοκίνητου. O χειριστής της, αφού ξεκίνησε τη μηχανή, πίεζε τον συμπλέκτη βάζοντας συγχρόνως την ταχύτητα που ήθελε με τη χρήση του μοχλού ταχυτήτων. Την ημέρα εκείνη μόλις ο ενάγων έθεσε σε κίνηση τη μηχανή ένας από τους ιμάντες κόπηκε ξαφνικά και τον κτύπησε στο δεξί μάτι.

Στο νοσοκομείο Λευκωσίας, που μεταφέρθηκε, ο Δρ. K. Πιερίδης (Μ.Ε.3), υπεύθυνος του οφθαλμολογικού τμήματος, διαπίστωσε ολική αιμορραγία. O ενάγων κρατήθηκε στο νοσοκομείο για νοσηλεία μέχρι 9/9/83 και στη συνέχεια με έξοδα του κράτους στάληκε στην Αθήνα για περαιτέρω θεραπεία. Στο τέλος το μάτι έχει μόνο αμυδρή αντίληψη φωτός. Αυτό σημαίνει ότι είναι ουσιαστικά άχρηστο και έμεινε στη θέση του απλώς για αισθητικούς λόγους. Στο σημείο αυτό το εύρημα του δικαστηρίου είναι ότι η απώλεια της όρασης του δεξιού οφθαλμού ήταν επακόλουθο του τραυματισμού κατά το ατύχημα. Σε σχέση με το θέμα αυτό το δικαστήριο απέρριψε τον ισχυρισμό, που πρόβαλε ο οφθαλμίατρος κ. Τ. Αναστασιάδης (Μ.Υ.1) εκ μέρους της εταιρείας, ότι η βλάβη προϋπήρχε του ατυχήματος. O μάρτυρας είχε στηρίξει τη γνώμη του σε εξέταση του ενάγοντα που έκαμε τον Απρίλιο του 1981.

Το δικαστήριό απέδωσε στην εφεσείουσα ευθύνη εξ αμελείας για το συμβάν. Για το λόγο ότι δεν εκπλήρωσε υποχρέωσή της, που επιβάλλει το Κοινό Δίκαιο και το άρθρο 51 του Νόμου περί Αστικών Αδικημάτων Κεφ. 148 στο πεδίο αυτό, να παράσχει ασφαλές σύστημα εργασίας, περιφράσσοντας κατάλληλα τους ιμάντες. Σύμφωνα με το εύρημα του δικαστηρίου, που στηρίχθηκε στην αναντίλεκτη μαρτυρία του επιθεωρητή ασφάλειας, το μέτρο αυτό ήταν και εύκολο και ανέδοξο. Περαιτέρω η απόφαση επεσήμανε ότι οι ιμάντες, όπως ήταν διατεταγμένοι, εφάπτονταν μεταξύ τους και "επομένως εύκολα" όπως αναφέρει επί λέξει "ένας μπορεί να συμπεράνει ότι είχαν φθαρεί". Παράλληλα το δικαστήριο συμπέρανε ότι ετύγχανε εφαρμογής και το νομικό αξίωμα res ipsa loquitur. Αναφορικά με τον καταμερισμό της ευθύνης το δικαστήριο απέρριψε τον ισχυρισμό ότι αποδείχθηκε συντρέχουσα αμέλεια εκ μέρους του παθόντα βρίσκοντας ότι η ευθύνη βαρύνει εξ ολοκλήρου την εφεσείουσα.

Οι προβαλλόμενοι λόγοι εφέσεως είναι ότι το δικαστήριο εσφαλμένα έκρινε ότι (1) υφίσταται αμέλεια εκ μέρους της εταιρείας (2) δεν συντρέχει αμέλεια του ενάγοντα και (3) δεν προϋπήρχε η βλάβη του δεξιού οφθαλμού. Προσβάλλεται συνάμα η ορθότητα της απόφασης καθόσον αφορά την εφαρμογή της παραπάνω αρχής.

Στο σημείο αυτό επιβάλλεται μια διευκρίνιση των στοιχείων που συνθέτουν το αστικό αδίκημα της αμέλειας. Αμέλεια είναι, κατά το άρθρο 51 του Νόμου περί Αστικών Αδικημάτων που στην ουσία κωδικοποιεί τις αρχές του Κοινού Δικαίου στον κλάδο αυτό, παράβαση καθήκοντος επιμέλειας. Το καθήκον τούτο περιλαμβάνει την επιμέλεια που υποθετικά καταβάλλει ο μέσος λογικός άνθρωπος κάτω από τις ίδιες αντικειμενικές συνθήκες και περιστάσεις που ενήργησε ο εναγόμενος.

Βασικό χαρακτηριστικό της αμέλειας είναι, καταρχήν, η έλλειψη της προσήκουσας προσοχής την οποία ο δράστης όφειλε και μπορούσε στις δοσμένες περιστάσεις να καταβάλει για να μην προκαλέσει ζημιά στον πλησίον του. Τα στοιχεία του "μέσου συνετού ανθρώπου" και του "πλησίον" διαγράφουν τα όρια της επιμέλειας της οποίας όφειλε να καταβάλει ο εναγόμενος. H έννοια του καθήκοντος επιμέλειας ολοκληρώνεται με το στοιχείο της δυνατότητας πρόβλεψης ότι, δηλαδή, η ενεργούμενη παρά το καθήκον επιμέλειας πράξη μπορεί να προκαλέσει το συγκεκριμένο ζημιογόνο αποτέλεσμα.

Το καθήκον της προσήκουσας προσοχής περιλαμβάνει και την υποχρέωση του εργοδότη να παρέχει στους υπαλλήλους του ασφαλές ή κατάλληλο σύστημα και τόπο εργασίας και να μην τους εκθέτει σε περιττούς κινδύνους. Τα δύο αυτά στοιχεία της προσήκουσας προσοχής συνιστούν και τα κριτήριά τους. Συστατικός όρος της έννοιας του μη αναγκαίου ή περιττού κινδύνου (unnecessary risk) είναι η έλλειψη πρόβλεψης ή ακόμη σωστής πρόβλεψης για το ζημιογόνο αποτέλεσμα που όφειλε ή μπορούσε ο εργοδότης με τη χρήση σωστών μέσων που είχε στη διάθεσή του, να αποφύγει. Χωρίς φυσικά να παραγνωρίζει κανείς ότι ο υπάλληλος δεν έχει ουσιαστικό λόγο στις διευθετήσεις του εργοδότη στο υπό συζήτηση θέμα. Το καθήκον του εργοδότη στο ζήτημα αυτό έχει οριοθετήσει ο Λόρδος Wright με την εξής παρατήρηση στην υπόθεση Nicholls ν. Austin Leyton Ltd. [1946] 2 All E.R. 92.

"That the common law duty exists in proper cases is un­questionable. But it is limited to reasonable exercise of care and skill to guard against danger which as reasonable people, the employers ought to have anticipated."

Αναφορικά με την έννοια του "μη αναγκαίου κινδύνου" ο ευπαίδευτος πρωτόδικος δικαστής σωστά υιοθέτησε τον παρακάτω ορισμό που έδωσε ο Δικαστής Slade στην υπόθεση Allard ν. Saunders Ltd. [1953] 1 All E.R. 395, 397 που έτυχε της επιδοκιμασίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Αθανασίου ν. Δημοκρατίας (1969) 1 Α.Α.Δ. 160.

"In case there is any doubt about the meaning of the word 'unnecessary', I would take the duty as being a duty not to subject the employee to any risk which the employer can rea­sonably foresee, or, to put it slightly lower, not to subject the employee to any risk that the employer can reasonably foresee and against which he can guard by any measures, the conven­ience and expense of which are not entirely disproportionate to the risk involved."

Υποστηρίζοντας τον πρώτο λόγο εφέσεως ο συνήγορος της εταιρείας υπέβαλε ότι δεν στοιχειοθετήθηκε αμέλεια γιατί αφενός ο κίνδυνος δυστυχήματος δεν ήταν λογικά προβλεπτός. Και αφετέρου δεν αποδείχτηκε από τη μαρτυρία που προσκομίστηκε τάση της μηχανής να αποβάλλει η εκσφενδονίζει τους ιμάντες. Το τελευταίο επιχείρημα είναι εντελώς ανεδαφικό. Θα περιοριστούμε σε μια μόνο απάντηση. H αδιαφιλονίκητη μαρτυρία είναι ότι ο ιμάντας δεν εκσφενδονίστηκε από την αρχή, αλλά κόπηκε απότομα.

Τα συμπεράσματα του δικαστηρίου για το επισφαλές του συστήματος εργασίας ήταν κατά τη γνώμη μας, αναπόφευκτα. Ιδιαίτερα ενόψει και της μαρτυρίας που ήδη παραθέσαμε, για τη διάταξή και τρόπο λειτουργίας των ιμάντων. Θα μπορούσε να λεχθεί ότι ο κίνδυνος ατυχήματος ήταν ορατός. Υπό τις περιστάσεις οι εργοδότες όφειλαν να προΐδουν το αποτέλεσμα και να πάρουν τα απλά πράγματι μέτρα που εισηγήθηκε ο Μ.Ε. 2 για μα μην εκθέσουν σε μη αναγκαίο κίνδυνο τον υπάλληλό τους. H τοποθέτηση προστατευτικού καλύμματος ήταν η λύση που προσφερόταν, ομολογουμένως, χωρίς οικονομικές ή άλλες επιπλοκές. Επομένως η απόδοση ευθύνης για αμέλεια είναι απόλυτα τεκμηριωμένη.

Κατά την εισήγηση, της εφεσείουσας η αμέλεια του ίδιου του ενάγοντα προκύπτει από την εσφαλμένη θέση που πήρε κατά το χειρισμό της μηχανής. Όμως, το Δικαστήριο απέρριψε τη μαρτυρία του κ. Στράτου ότι είχε δώσει σχετικές οδηγίες στον ενάγοντα. Εν πάση περιπτώσει, όπως συμπέρανε το δικαστήριο, από τη θέση που υποτίθεται ότι υπέδειξε στον ενάγοντα (0 στο σχέδιο) δεν ήταν δυνατό να χειρισθεί η μηχανή. Και τίποτε δεν τέθηκε υπόψη μας που να καθιστά τα ευρήματα αυτά ανατρέψιμα. Μάλιστα ο κ. Γ. Παπαθεράποντος (Μ.Υ. 3) που αντικατέστησε τον εφεσίβλητο, στεκόταν, όπως διαφάνηκε από τη μαρτυρία του, στη θέση που είχε κατά τον ουσιώδη χρόνο ο παθών. Προσθέτουμε ότι, σύμφωνα με τη μαρτυρία του Μ.Ε.4, που έγινε δεκτή, η θέση του ενάγοντα ήταν η ενδεδειγμένη. Συνεπώς το δικαστήριο ορθά κατέληξε ότι ο ισχυρισμός για συντρέχουσα αμέλεια παρέμεινε αναπόδεικτος. H διαπίστωσή μας αυτή καθιστά περιττή την εξέταση της υπόθεσης από τη σκοπιά του res ipsa loquitur, που άλλωστε, στη σωστή του διάσταση, δεν θέτει κανόνα ουσιαστικού δικαίου, αλλά αποτελεί αξίωμα του δικαίου της απόδειξης.

Παραμένει να ερευνήσουμε το συμπέρασμα του δικαστηρίου ότι η κατάσταση της όρασης του εναγόντα ήταν συνέπεια του τραυματισμού που υπέστη κατά το ατύχημα. Στο σημείο αυτό πλήττεται η προσβαλλόμενη απόφαση με την αιτίαση ότι η ιατρική γνωμάτευση του κ. Αναστασιάδη ήταν η μόνη μαρτυρία για την κατάσταση του ενάγοντα πριν το ατύχημα και επομένως το δικαστήριο δεν είχε άλλη εκλογή παρά να την αποδεχθεί.

Πρέπει να ειπωθεί ότι το δικαστήριο, αφού ανέλυσε την ιατρική μαρτυρία και των δύο πλευρών, προτίμησε την άποψη του Δρα Πιερίδη, επιλογή που η απόφαση αιτιολογεί. H ουσία της μαρτυρίας του κ. Αναστασιάδη είναι ότι η εξέταση στην οποία υπέβαλε τον ενάγοντα τον Οκτώβρη του 1981 για να του δώσει γυαλιά αποκάλυψε ότι στο δεξί μάτι υπήρχε μόνο αντίληψη φωτός. H μαρτυρία του βασίστηκε σε σχετική δυσανάγνωστη καταχώριση που έκαμε η βοηθός του - κατά την έκφρασή του ήταν "λίγο αγράμματη" - με υπόδειξή του. O Δρ. Πιερίδης δεν ήταν σε θέση, λόγω της έκτασης του τραύματος, να κρίνει κατά πόσον υφίστατο, πριν το ατύχημα, βλάβη ή ολική μυωπία όπως υποστήριξε ο γιατρός της εφεσείουσας. Όμως απέκλεισε το ενδεχόμενο. Πρώτον, διότι μυωπία σε τόση έκταση αναμένεται να είναι αμφοτερόπλευρη και γεγονός είναι ότι το αριστερό μάτι ήταν και είναι φυσιολογικό. Και, δεύτερον, δεν ήταν δυνατό, να είχε αντίληψη φωτός το 81, ενώ το 1984, μετά τη θεραπεία του, και πριν ακόμη σημειώσει υποτροπή η κατάστασή του, να έχει αντίληψη χεριού που κινείται από απόσταση ενός μέτρου. Στο σημείο αυτό το Δικαστήριο παρατήρησε την ουσία ότι έχοντας υπόψη το υπόβαθρο της μαρτυρίας του κ. Αναστασιάδη πιθανό να εμφιλοχώρησε κάποιο λάθος στην καταγραφή των συμπερασμάτων από τη βοηθό του.

Έχοντας ακούσει με προσοχή το δικηγόρο της εφεσείουσας εταιρείας δεν έχουμε πεισθεί ότι υπάρχει περιθώριο επέμβασης του δικαστηρίου αυτού στα συμπεράσματα του δικαστηρίου. O πρωτόδικος δικαστής, που είχε την ευκαιρία να παρακολουθήσει τους μάρτυρες, ήταν σε καλύτερη θέση να εκτιμήσει τις μαρτυρίες τους έστω και αν πρόκειται για μάρτυρες που θεωρούνται εμπειρογνώμονες. Παρατηρεί στο προκείμενο η απόφαση Joyce ν. Yeomans [1981] 2 All E.R. 21 στη σελ. 26

"It has been suggested in argument, and there is some sup­port for the suggestion derived from Stojalowski v. Imperial Smelting Corpn (NSC Ltd) (1978) 121 Sol. Jo 118, to which Waller LJ referred that, where expert witnesses are concerned, the trial judge has no significant advantage over an appellate court in forming a correct judgment between conflicting views. I do not think that the authority referred to does, or was in­tended to, go as far as that. In my judgment, even when deal­ing with expert witnesses, a trial judge has an advantage over an appellate court in assessing the value, the reliability and im­pressiveness of the evidence given by experts called on either side."

Για τους προαναφερθέντες λόγους η έφεση απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος της εφεσείουσας.

Έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο