ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1989) 1E ΑΑΔ 274
19 Μαΐου 1989
[ΠΙΚΗΣ, Δ.]
ΑΝΔΡΕΑΣ ΠΑΡΗΣ,
Ενάγων,
ν.
1. Μ/Τ "MEROIL B", ΤΩΡΑ ΑΓΚΥΡΟΒΟΛΗΜΕΝΟ ΣΤΟ
ΛΙΜΑΝΙ ΛΕΜΕΣΟΥ,
2. SHELL CYPRUS TRADING CO. LTD.
Εναγόμενων.
(Αγωγή Ναυτοδικείου Αρ. 42/87).
Συμβάσεις - Βεβαιότητα σχετικά με ουσιώδεις όρους - Προϋπόθεση γενέσεως έγκυρης συμφωνίας - Κριτήριο προσδιορισμού όρων συμφωνίας - Κατά πόσο κάποιος, που προσπαθεί να ανακαλύψει το νόημά της, μπορεί να το κάμει - Αγωγή για συγκεκριμένο ποσό, ως αμοιβή για υπηρεσίες, παρασχεθείσες δυνάμει ισχυριζομένης συμφωνίας - Παράλειψη καθορισμού στις προτάσεις του ύψους της αμοιβής ή του τρόπου υπολογισμού της - Αμφιβολίες για τον κύρος της συμφωνίας.
Συμβάσεις - Προσφορά υπηρεσιών χωρίς χαριστική πρόθεση, όταν τα ευεργετήματα από τις υπηρεσίες αυτές καρπούται ο εναγόμενος - O Περί Συμβάσεων Νόμος, Κεφ. 149, άρθρο 70 - Υπηρεσίες εντός πεδίου συμβατικών καθηκόντων - Το άρθρο 70 δεν είναι εφαρμοστέο.
Συμβάσεις - Προσφορά υπηρεσιών χωρίς χαριστική πρόθεση, όταν τα αποτελέσματά των καρπούται ο εναγόμενος - Έλλειψη μαρτυρίας σχετικά με τρόπο προσδιορισμού αμοιβής - Απόρριψη αγωγής.
O ενάγων ήταν πλοίαρχος του εναγόμενου 1 πλοίου. Με την αγωγή αυτή διεκδικά £7,075 ως αμοιβή για υπηρεσίες τις οποίες είχε παράσχει κατά την περίοδο που ήταν πλοίαρχος του εν λόγω πλοίου, ως αντιπρόσωπος (agent) του πλοίου. Στο σχετικό του υπόμνημα προς το Δικαστήριο ο ενάγων άφησε ακαθόριστη την αμοιβή και την βάση προσδιορισμού της. Επιπλέον η μαρτυρία ενώπιον του Δικαστηρίου κατέδειξε ότι δεν επρόκειτο για συμφωνία σχετικά με παροχή υπηρεσιών από τον ενάγοντα ως αντιπρόσωπο αλλά περί παροχής υπηρεσίας, για την οποίαν ο ενάγων προσδοκούσε αμοιβή. Το ερώτημα αν με βάση το γεγονός αυτό το Δικαστήριο θα μπορούσε να εκδώσει απόφαση υπέρ του ενάγοντα με βάση το άρθρο 70 του Κεφ. 149 απαντήθηκε αρνητικά, γιατί η βάση της αγωγής ήταν τελείως διαφορετική, αλλά και ταυτόχρονα γιατί η μαρτυρία, εν πάση περιπτώσει, κατέδειξε, ότι οι υπηρεσίες, για τις οποίες ο ενάγων ήγειρε την αγωγή, αποτελούσαν μέρος των συμβατικών καθηκόντων του ενάγοντα, σύμφωνα με την γραπτή συμφωνία, με την οποία είχε διορισθεί πλοίαρχος του εναγόμενου 1 πλοίου. Επί πλέον δεν υπήρχε μαρτυρία σχετικά με τον τρόπο υπολογισμού λογικής αμοιβής για τις εν λόγω υπηρεσίας.
H αγωγή απορρίπτεται, με έξοδα.
Αναφερόμενες Αποφάσεις:
Saab and Another ν. Holy Monastery of Ayios Neophytos (1982) 1 C. L. R. 499.
Alpan Furnishings Ltd ν. Δημάδη (1989) 1 A.A.Δ. (E) 170,
Salomon v. Salomon [1897] A.C. 22,
Michaelides v. Gabrielides (1980) 1 C.L.R. 244,
Bank of Cyprus v. Republic (1983) 3 C.L.R. 636 και (1985) 3 C.L.R. 1883,
Alexandra Rent a Car v. Republic (1984) 3 C.L.R. 1105,
Iordanou v. Aniftos, 24 C.L.R. 97,
Loucaides v. C. D. Hay and Sons (1971) 1 C.L.R. 134,
Demetriou and Others v. Republic (1985) 1 C.L.R. 216,
Αγωγή Ναυτοδικείου.
Αγωγή εναντίον των εναγόμενων για αμοιβή για τις υπηρεσίες που ο ενάγων παρέσχε στο εναγόμενο 1 πλοίο ως αντιπρόσωπος επιπρόσθετα προς τα καθήκοντά του ως καπετά- νιου για την περίοδο 30.4.86 - 13.9.86
E. Φλουρέντζος, για τον ενάγοντα.
K. Σαβεριάδης, για τους εναγόμενους
ΠΙΚΗΣ Δ.: ανέγνωσε την ακόλουθη απόφαση. O Ανδρέας Πάρης, ο ενάγων, υπηρέτησε ως Κυβερνήτης του Πλοίου "MEROIL B" για την περίοδο μεταξύ 15.3.86 - 23.10.86. Στο ενδιάμεσο της περιόδου αυτής επήλθε αλλαγή στην ιδιοκτησία του πλοίου και στους εργοδότες του ενάγοντα. Το πλοίο αγοράστηκε από μια από τις εταιρείες του συγκροτήματος ΣΙΕΛ ΚΥΠΡΟΥ η οποία εσυνέχισε να εργοδοτεί τον ενάγοντα. Με γραπτή προσφορά της SHELL CYPRUS SHIPPING COMPANY LIMITED, την οποία ο ενάγων είχε αποδεχτεί, συνομολογήθηκε από 1/7/86 νέα σύμβαση εργοδότησής του ως Καπετάνιου του ίδιου πλοίου και κάτω από τους ίδιους όρους (βλέπε Τεκμήρια 6 και 7). Με γνωστοποίηση της "MEROIL SHIPPING LIMITED" (Τεκμήριο 5) των προηγούμενων εργοδοτών του, προς τον ενάγοντα, ημερομηνίας 7/7/ 86, κοινοποιήθηκε ο τερματισμός της μεταξύ τους σύμβασης. Είναι αξιοσημείωτο ότι στην επιστολή αυτή κατονομάζεται η SHELL CYPRUS TRADING CO. LTD., ως ο νέος πλοιοκτήτης σε αντίθεση με την SHELL CYPRUS SHIPPING CO. LTD. που εργοδότησε από 1/7/86 τον ενάγοντα. Και οι δυο εταιρείες, όπως διαφάνηκε στην μαρτυρία, είναι αδελφικές εταιρείες του συγκροτήματος εταιρειών ΣΙΕΛ ΚΥΠΡΟΥ.
H αγωγή στρέφεται -
(α) εναντίον του πλοίου και
(β) εναντίον της SHELL CYPRUS TRADING COMPANY LIMITED.
Η φύση της απαίτησης προσδιορίζεται επακριβώς στην παράγραφο 3 του υπομνήματος (Petition), ως εξής: "Δυνάμει προφορικής συμφωνίας ο Ενάγων ανέλαβε επ' αμοιβή να πα- ρέχει εις τον Εναγόμενον αρ. 1 πλοίο τας υπηρεσίας του αντιπροσώπου (AGENT) αυτού, επιπροσθέτως των καθηκόντων του ως καπετάνιος." Στην επόμενη παράγραφο καθορίζεται η χρονική περίοδος στη διάρκεια της οποίας παρασχέθηκαν οι υπηρεσίες για τις οποίες διεκδικείται αμοιβή, μεταξύ 30/4/86 και 13/9/86, και η αξία των υπηρεσιών που προσδιορίζεται σε £7,075.
Επισημαίνεται ότι η συμφωνία την οποίαν επικαλείται ο ενάγων αφήνει ακαθόριστη την αμοιβή όπως και τη βάση για τον προσδιορισμό της.
Το πρώτο ερώτημα που πρέπει λογικά να απαντηθεί είναι κατά πόσο η συμφωνία η οποία αποκαλύπτεται στην αγωγή είναι νομικά έγκυρη. H βεβαιότητα ως προς τους ουσιώδεις όρους της σύμβασης αποτελεί προϋπόθεση για τη γένεση έγκυρης συμφωνίας. Το κριτήριο για τον προσδιορισμό των όρων της συμφωνίας καθορίστηκε στην υπόθεση Saab & Another ν. Holy Monastery of Ayios Neophytos* ως ακολούθως:
"Whether someone genuinely seeking to discover its meaning, is able to do so."
Στη μεταγενέστερη απόφαση Alpan Furnishings Limited v. Σάββα Δημάδη **
αναφέρονται, μεταξύ άλλων, και τα εξής:
"... Είναι αξίωμα του δικαίου των συμβάσεων ότι οι όροι της σύμβασης καθορίζονται από τους συμβαλλομένους, αρχή η οποία πηγάζει από την ελευθερία του συμβάλλεσθαι που στην Κύπρο κατοχυρώνεται και συνταγματικά από το άρθρο 26 του Συντάγματος. Δεν είναι ευθύνη ή έργο του δικαστηρίου η συμπλήρωση ατελούς σύμβασης.
Οι όροι της σύμβασης πρέπει να διατυπώνονται με σαφήνεια ώστε το περιεχόμενο να μπορεί να προσδιοριστεί με βεβαιότητα..."
H συμφωνία που προσδιορίζεται στην παράγραφο 3 του Υπομνήματος, το αντικείμενο της αγωγής αυτής, αφήνει ακαθόριστη την αμοιβή που εξ αντικειμένου αποτελούσε ουσιώδη όρο της σύμβασης· ούτε παρέχει οποιοδήποτε κώδικα για τον καθορισμό της. Συνεπώς δημιουργούνται αμφιβολίες ως προς την εγκυρότητα της συμφωνίας. Το θέμα δε μας απασχόλησε περαιτέρω επειδή, όπως θα διαφανεί, υπάρχουν ακόμα σοβαρότερες αντιρρήσεις στο βάσιμο της αγωγής που καθιστούν την απόρριψή της αναπόφευκτη.
Πριν αναφερθούμε στις θέσεις των εναγόμενων και τη μαρτυρία, πρέπει να σημειωθεί ότι η περίοδος για την οποία διεκδικείται η πληρωμή αμοιβής καλύπτει και ένα μέρος της περιόδου της εργοδότησής του από τους προηγούμενους εργοδότες του, ενώ η αγωγή στρέφεται αποκλειστικά εναντίον της SHELL CYPRUS TRADING CO. LTD. ούτε διατυπώνεται οποιοσδήποτε ισχυρισμός ότι οι δεύτεροι εναγόμενοι είχαν αναλάβει άμεσα ή έμμεσα οποιαδήποτε υποχρέωση για την αποπληρωμή ή εκπλήρωση των υποχρεώσεων των προκατόχων τους. Περιορίζεται επομένως το αντικείμενο της αγωγής σε ό,τι αφορά τους εναγόμενους αρ.2 στην περίοδο μεταξύ 1/ 7/86 και 13/9/86.
Οι εναγόμενοι αρνήθηκαν τη συνομολόγηση συμφωνίας με τον ενάγοντα για την πληρωμή οποιουδήποτε ποσού πρόσθετου προς την αμοιβή του ως καπετάνιου· ή ότι είχαν προέλθει σε οποιαδήποτε συμφωνία ή συνεννόηση άλλη από την εργοδότησή του ως πλοιάρχου σύμφωνα με τους γραπτούς όρους που καθορίζονται στο Τεκμήριο 5. H συμφωνία αυτή ενσωμάτωσε τους αρχικούς όρους της σύμβασής του που καθορίστηκαν στη γραπτή συμφωνία μεταξύ του ενάγοντα και της MEROIL BUNKERING LIMITED που προφανώς είχε τη διαχείριση της επιχείρησης για την πετρέλευση άλλων σκαφών μέσω του πλοίου "MEROIL B". H συμφωνία αυτή περιέ- χεται στο Τεκμήριο 1 που καθορίζει επακριβώς την αμοιβή του ενάγοντα ως καπετάνιου. H μόνη πρόσθετη αμοιβή για την οποία γίνεται πρόνοια είναι η πληρωμή του ποσού των £30 για μεταφορικά έξοδα στη Λεμεσό. H απασχόληση του ενάγοντα ήταν πάνω σε πλήρη βάση. Οι εναγόμενοι αρ. 2 - SHELL CYPRUS TRADING CO. LTD. - αρνούνται οποιαδήποτε συμβατική σχέση με τον ενάγοντα. H θέση τους, όπως διαφάνηκε κατά τη διάρκεια της δίκης, είναι ότι οι εργοδότες του ενάγοντα ήταν η SHELL CYPRUS SHIPPING CO. LTD., αδελφική εταιρεία των εναγομένων αρ. 2. Θέση των εναγόμενων είναι ότι η συνάφεια μεταξύ των δυο εταιρειών δεν αλλοιώνει ούτε τροποποιεί την αρχή ότι κάθε εταιρεία περιορισμένης ευθύνης (limited) αποτελεί ανεξάρτητη νομική ύπαρξη και έχει ξεχωριστή οντότητα. H αρχή αυτή, όπως διατυπώθηκε στην αγγλική απόφαση Salomon ν. Salomon[*], αποτελεί πτυχή και του Κυπριακού δικαίου στον αντίστοιχο τομέα, όπως έχει επανειλημμένα αναγνωρισθεί από την νομολογία**. Δεν το θεωρώ αναγκαίο να σταθώ στο σημείο αυτό της απόφασης και να απαντήσω οριστικά το θέμα που έχει εγερθεί. Θα προχωρήσω και θα αναλύσω τη μαρτυρία του ενάγοντα η οποία έρχεται ευθέως σε αντίθεση με τους γραπτούς του ισχυρισμούς και καταρρίπτει τη βάση της αγωγής του, δηλαδή την ύπαρξη οποιοσδήποτε συμφωνίας μεταξύ του και των εναγόμενων ή των προκατόχων τους. Αντίθετα με τον ισχυρισμό ο οποίος προβάλλεται στην παράγραφο 3 του Υπομνήματος ο ενάγων κατέθεσε ότι δεν προήλθε σε καμιά συμφωνία ή συνεννόηση με τους εναγόμενους ή με τους προκατόχους τους για την παροχή αμοιβής πρόσθετης από εκείνη που είχε καθοριστεί στη σύμβαση εργοδότησής του. Το πιο κάτω απόσπασμα από τη μαρτυρία του στην αντεξέταση προσδιορίζει τη βάση της αξίωσής του για αμοιβή:
"E. Είπατε ότι σας διόρισε με αμοιβή. Μπορείτε να μας πείτε τους όρους αυτής της αμοιβής;
Α. Δεν είπα ότι με διόρισε με αμοιβή. Είπα ότι δεν υπήρχε κανένας στο γραφείο και έκαμνα αυτές τις εξουσιοδοτηθείσες εργασίες.
E. Τους όρους αμοιβής;
Δικαστήριο: H ερώτηση ήταν αν έγινε με οποιαδήποτε αναφορά σε αμοιβή.
Όχι δεν έγινε."
Προκύπτει από τη μαρτυρία του ότι μοναδικό έρεισμα για την απαίτηση του ενάγοντα αποτέλεσε η προσδοκία του για την πληρωμή κάποιας αμοιβής για υπηρεσίες που πριν την εργοδότησή του εκτελούντο από άλλο μέλος του προσωπικού των προκατόχων των εναγομένων. Το αναντίλεκτο συμπέρασμα από τη μαρτυρία του είναι ότι δεν υπήρχε καμιά συμφωνία μεταξύ του και των εναγόμενων ή των προκατόχων του, ούτε κανένας από αυτούς τον άφησε με την εντύπωση - ιδιαίτερα το συγκρότημα ΣΙΕΛ - ότι θα είχε οποιαδήποτε αμοιβή πρόσθετη από εκείνη που είχε καθοριστεί στη σύμβαση εργοδότησής του. Μοναδικό έρεισμα για τις διεκδικήσεις του εναντίον των εναγομένων αρ. 2, αποτέλεσαν δυο επιστολές του προς την εταιρεία (Τεκμήρια 3 και 4) τη λήψη των οποίων οι εναγόμενοι αρνήθηκαν. Το χάσμα μεταξύ της απαίτησης, όπως διατυπώθηκε αφενός στη δικογραφία και αφετέρου στη μαρτυρία, είναι αγεφύρωτο και καθιστά, βάσει των αρχών της πολιτικής δικονομίας, ανεπίτρεπτη τη νέα βάση πάνω στην οποία τέθηκε η απαίτηση.***
Και αν ακόμα γινόταν παραδεκτή η εξέταση της υπόθεσης του ενάγοντα, όπως διαμορφώθηκε κατά τη διάρκεια της δίκης, η απόρριψη θα ήταν και πάλι το αναπόφευκτο αποτέλεσμα της αγωγής. Θα εξηγήσω γιατί: H μόνη βάση πάνω στην οποία θα μπορούσε να θεμελιωθεί απαίτηση για τη διεκδίκηση αμοιβής για την προσφορά υπηρεσιών έξω από το συμβατικό πλαίσιο, είναι εκείνη η οποία προσδιορίζεται στο άρθρο 70 του περί Συμβάσεων Νόμου - Κεφ. 149 που σε γενικές γραμμές επιτρέπει τη διεκδίκηση αποζημιώσεως οποτεδήποτε προσφέρονται υπηρεσίες χωρίς χαριστική πρόθεση, τα ευεργετήματα των οποίων καρπούται ο εναγόμενος. Προέκυψε από τη μαρτυρία του ενάγοντα ότι οι υπηρεσίες για τις οποίες διεκδικεί αμοιβή είναι εκείνες που είχε προσφέρει κατά την κρίσιμη περίοδο αναφορικά με τον απόπλουν και κατάπλουν του πλοίου στους λιμένες της Λάρνακας και της Λεμεσού, και τις συναντήσεις που είχε με τις Λιμενικές Αρχές για τον ίδιο σκοπό. Με έγγραφο το Τεκμήριο 2 της MEROIL BUNKERING LIMITED, ο ενάγων είχε εξουσιοδοτηθεί να υπογράφει ο,τιδήποτε ήταν αναγκαίο εν σχέσει με το πλοίο σε σχέση με τις Λιμενικές και τις Τελωνειακές Αρχές. Για κάθε απόπλουν και κατάπλουν διεκδικεί το ποσό των £135 που όπως έχει αναφέρει είναι το ποσό το οποίο ναυτιλιακοί πράκτορες χρεώνουν. Όπως κατέθεσε ο κ. Νίκος Ψαθάρης, Ανώτερος Λιμενικός Λειτουργός στο Λιμάνι της Λάρνακας (Μ. Ενάγοντος 2), τα δηλωτικά έγγραφα για την άφιξη και αναχώρηση πλοίου μπορεί να υπογραφούν είτε από τον καπετάνιο είτε από ναυτιλιακό πράκτορα (τούτο προβλέπεται στις σχετικές Κανονιστικές Διατάξεις - Κ.Δ.Π. 8/76).
Συνεκτιμώντας τη γραπτή και προφορική μαρτυρία ενώπιόν μου, καταλήγω αβίαστα στο συμπέρασμα ότι οι πράξεις για τις οποίες διεκδικεί πρόσθετη αμοιβή ο ενάγων ήταν μεταξύ των καθηκόντων του.
Τέλος, επισημαίνω ότι δεν υπάρχει ίχνος μαρτυρίας και αν ακόμη γινόταν δεκτή η νέα βάση της αγωγής που να καταδεικνύει ποια ήταν η λογική αμοιβή για τις υπηρεσίες αυτές. Στη διάρκεια της κυρίως εξέτασης του ενάγοντα υποβλήθηκε η εξής ερώτηση:
"E. Μπορείτε να μας πείτε τι πληρώνεται ένας ο οποίος είναι αντιπρόσωπος πλοίου το οποίο είναι πάνω από 1000 τόνους;
Δικαστήριο: Εκτός αν ο μάρτυρας είναι ειδικός σε θέματα αμοιβής αντιπροσώπου η γνώμη του δε μπορεί να αναφερθεί ως μαρτυρία.
κ. Φλουρέντζος: Δεν είναι ειδικός Εντιμότατε, ως εκ τούτου αποσύρω την ερώτηση."
Ούτε υπάρχει άλλη μαρτυρία που να πληροί αυτό το κενό. H μαρτυρία του ενάγοντα στον τομέα αυτό περιορίζεται στην ανάλυση του ποσού το οποίο απαιτεί - £7,075. - ποσό το οποίο διατύπωσε κάπως χονδρικά, όπως είπε, προσβλέποντας σε κάποιο συμβιβασμό.
Καταλήγω, για τους λόγους που αναφέρονται πιο πάνω, ότι η αγωγή πρέπει να απορριφθεί. Δεν θα εξετάσω την εισήγηση των εναγόμενων που έγινε στο στάδιο των αγωγών ότι η αγωγή του ενάγοντα δεν ανάγεται στη δικαιοδοσία ναυτοδικείου του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
H αγωγή απορρίπτεται με έξοδα.
* (1982) 1 C.L.R., 499.
** (1989) 1 Α.Α.Δ. (E) 170.
[*] [1897] A.C. 22.
** (Βλέπε, Michaelides ν. Gabrielides (1980) 1 C.L.R., 244, Bank of Cyprus ν.
Republic (1983) 3 C.L.R., 636, and on appeal Bank of Cyprus (Holdings) v.
Republic (1985) 3 C.L.R., 1883, Alexandra Rent a Car v. Republic (1984) 3
C.L.R., 1105).
*** (Βλέπε, μεταξύ άλλων, E. Panayiotou Iordanou ν. Polycarpos Neophytou
Aniftos, 24 C.L.R., 97, 106, Christakis Loucaides v. C. D. Hay & Sons Ltd.
(1971) 1 C.L.R., 134, Demetriou & Others v. Republic (1985) 1 C.L.R., 216,
Savvides v. Mesaritis (1985) 1 C.L.R., 261).