ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

(1989) 1E ΑΑΔ 233

9 Μαΐου 1989
[ΜΑΛΑΧΤΟΣ, ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΗΣ, ΠΙΚΗΣ, Δ.Δ.]

ΤΑΚΗΣ ΑΣΣΙΩΤΗΣ ΚΑΣΑΠΗΣ,

Εφεσείων,

ν.

ΕΥΑΓΓΕΛΟΥ ΛΟΥΚΑ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ,

Εφεσίβλητου.

(Πολιτική Έφεση Αρ. 7526).

Ενοικιοστάσιο - Κατάστημα - Κατεδάφιση και ανοικοδόμηση, ως λόγος εξώσεως - O Περί Ενοικιοστασίου Νόμος, 1983 (N. 23/83), Άρθρο 11 (1) (η) (ίί) - H έννοια της "Καταχρήσεως Δικαιώματος" δεν υπεισέρχε­ται - Επιπρόσθετα προς τις άλλες προϋποθέσεις, το Δικαστήριο εξετά­ζει αν η συγκεκριμένη κατεδάφιση και ανοικοδόμηση "απαιτεί λογι­κά" την ανάληψη κατοχής τον ακινήτου από τον ιδιοκτήτη.

Ενοικιοστάσιο - Έξωση θεσμίου ενοικιαστή - Επιβολή όρων - O Περί Ενοικοστασίου Νόμος, 1983 (N. 23/83), άρθρο 16 - Ποίοι όροι μπορούν να επιβληθούν.

Συνταγματικό Δίκαιο - Δίκαιη δίκη - Σύνταγμα, Άρθρο 30.3 (β) Επιβολή όρων σε διάταγμα εξώσεως θεσμίου ενοικιαστή χωρίς να δοθεί προηγουμένως η ευκαιρία στους διαδίκους να προβάλουν τις απόψεις τους σχετικά με τους όρους αυτούς - H παράλειψη ισοδυναμεί με παραβίαση του Συνταγματικού Δικαιώματος προβολής ισχυ­ρισμών ενώπιον του Δικαστηρίου.

Στην συγκεκριμένη περίπτωση ο ιδιοκτήτης (εφεσίβλητος) επέτυχε διάταγμα εξώσεως του εφεσείοντα από κατάστημα, που ο τελευταίος κατείχε ως θέσμιος ενοικιαστής. O λόγος της εξώσεως στηριζόταν στο άρθρο 11 (1) (η) (ii) του Νόμου 23/83. Ταυτόχρονα με την έκδοση του διατάγματος εξώσεως, το πρωτόδικο Δικαστήριο επέβαλε και τους ακόλουθους όρους:

α)    Παρουσίαση από τον εφεσείοντα στον εφεσίβλητο αδείας κατεδαφίσεως και ανοικοδομήσεως, που να ισχύει για την περίοδο που ακολουθεί το τέλος της περιόδου αναστολής εκτελέσεως του διατάγματος εξώσεως

β)    Παρουσίαση από τον ιδιοκτήτη βεβαιώσεως από Πιστωτικό Ίδρυμα ότι ο ιδιοκτήτης είναι δικαιούχος ποσού και έχει στη διάθεσή του ποσό £10,000.

γ)    Αποπεράτωση του όλου έργου της κατεδαφίσεως και ανοικοδομήσεως μέσα σε προθεσμία 6 μηνών από της παραδόσεως κατο­χής, και

δ)    Απαγόρευση αποξενώσεως της ιδιοκτησίας του ακινήτου για την χρονική περίοδο της προθεσμίας ασκήσεως από τον ενοικιαστή του δικαιώματός του για νέα ενοικίαση.

O Ενοικιαστής προσέβαλε το διάταγμα εξώσεως με την παρούσα έφεση. O βασικός του ισχυρισμός είναι ότι η έξωση στην συγκεκριμένη περίπτωση αποτελεί κατάχρηση δικαιώματος, γιατί οι φράσεις του νόμου "απαιτείται λογικώς", που αναφέρεται στην κατοχή, πρέπει να ερμηνεύεται υποκειμενικά, πράγμα που σημαίνει πως δεν πρέπει να εκδίδεται διάταγμα, αν τούτο αποτελεί κατάχρηση δικαιώματος. Στην συγκεκριμένη περίπτωση, υπεστήριξε ο ενοικιαστής, η έξωση αποτελεί κατάχρηση δικαιώματος, γιατί η σχετική αίτηση με βάση το άρθρο 11 (1) (η) (ii) έγινε αμέσως μετά την απόρριψη άλλης αιτήσεως εξώσεως για το ίδιο κατάστημα, που είχε ως βάση την ιδιοχρησία.

O ιδιοκτήτης (εφεσίβλητος) κατεχώρισε αντέφεση, με την οποία προσέβαλε τους όρους, που είχε επιβάλει το πρωτόδικο Δικαστήριο.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την έφεση και επιτρέπο­ντας την αντέφεση (διαφωνούντος του Δικαστή Πική), αποφάσισε:

1)    Κατά την ερμηνεία νόμου δεν επιτρέπεται η προσθήκη λέξεων στον νόμο, όπου τούτο δεν είναι αναγκαίο για τη λειτουργικό­τητα του νόμου και η προσθήκη θα αλλοίωνε την βούληση του νομοθέτη. H έννοια της "Καταχρήσεως Δικαιώματος" τέθηκε με σαφήνεια στην περίπτωση του λόγου του άρθρου 11(1) (η) (i) του νόμου 23/83 (Κατεδάφιση), αλλά δεν τέθηκε στις περιπτώ­σεις των υποπαραγράφων (η) (ii) και (η) (iii).

2)    Όμως, και σε όλες τις περιπτώσεις της παραγράφου (η) του άρ­θρου 11 (1), ο αιτητής πρέπει να ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι έχει γνήσια ανάγκη κατοχής του υποστατικού. H ανάγκη και η λογικότητά της εξετάζονται με αντικειμενικά κι όχι με υποκειμενικά κριτήρια.

3)    Με βάση τις πιο πάνω αρχές και τα γεγονότα της υπόθεσης αυτής, η έφεση πρέπει να απορριφθεί.

4)    Ο νόμος είναι σαφής. Απαιτεί άδεια οικοδομής κατά το χρόνο της ακρόασης. O όρος για παρουσίαση αδείας οικοδομής κατά το χρόνο λήξεως της αναστολής εκτελέσεως δεν μπορούσε να επιβληθεί.

Το στοιχείο της οικονομικής δυνατότητας για την κατεδάφιση και ανοικοδόμηση μπορεί να είναι παράγοντας, που πρέπει να εξε­τάζεται από το Δικαστήριο σε συνάρτηση με το "απαιτείται λογικώς" αλλά δεν μπορεί να επιβληθεί με βάση το άρθρο 16 του Νόμου.

O όρος για τη μη αποξένωση και η ταυτόχρονη διαταγή για εκτέλεση του όρου αυτού από το Κτηματολόγιο είναι έξω από τη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων με βάση το άρθρο 16.

O όρος για εκτέλεση του έργου μέσα σε 6 μήνες είναι αυθαίρε­τος και αδικαιολόγητος.

5)    Εν πάση περιπτώσει το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν είχε δώσει ευ­καιρία στους διαδίκους να αναπτύξουν τις απόψεις τους σχετι­κά με τους όρους αυτούς. Τούτο ισοδυναμεί με στέρηση του Συν­ταγματικού τους δικαιώματος σύμφωνα με το Άρθρο 30.3 (β) του Συντάγματος να προβάλουν τους ισχυρισμούς τους ενώπιον του Δικαστηρίου.

H έφεση απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος τον εφεσείοντα.

H αντέφεση επιτρέπεται.

Αναφερόμενες Αποφάσεις:

Kontou ν. Solomou (1978) 1 C.L.R. 425,

Xenophontos v.'Papasian (1987) 1 C.L.R. 154,

Nicolaides v. Chrysochou and Another (1988) 1 C.L.R. 687,

Altram Express Ltd v. CVA Holdings Ltd [1984] 1 All E.R. 685,

Yerasimou v. Rousoudhiou (1974) 1 C.L.R. 107,

Demetriou and Others v. Ioannides (1982) 1 C.L.R. 16,

Ali v. Shenikli, XX (ii) C.L.R. 68,

Papageorghiou v. HjiPieras (1981) 1 C.L.R. 560.

Έφεση και αντέφεση.

Έφεση και αντέφεση εναντίον της απόφασης του Δικαστη­ρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων Λευκωσίας (Αριθμός Αίτησης E 33/86) με την οποία διατάχθηκε να παραδώσει ελεύθερη κα­τοχή του καταστήματος που βρίσκεται στην οδό Ερμού 166 στη Λάρνακα.

Α. Κουκούνης, για τον εφεσείοντα.

B. Λ. Βασιλειάδης, για τον εφεσίβλητο.

ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.: Υπάρχει διχογνωμία σ' αυτή την υπό­θεση. Την πρώτη απόφαση του Δικαστηρίου θα εκδώσει ο Δι­καστής κ. Στυλιανίδης.

ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΗΣ Δ.: Το Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων Λάρνακας με απόφαση σε αίτηση του εφεσίβλητου, (ιδιοκτή­τη), διάταξε τον εφεσείοντα, (ενοικιαστή), να εκκενώσει και παραδώσει ελεύθερη την κατοχή του καταστήματος, που βρί­σκεται στην οδό Ερμού 166 στη Λάρνακα, με αναστολή εκτέ­λεσης του Διατάγματος Έξωσης μέχρι 31 Οκτωβρίου, 1988.

Το Δικαστήριο επέβαλε τους πιο κάτω όρους:

1.    Ο ενοικιαστής να μην παραδώσει ελεύθερη την κατοχή όπως διατάχθηκε, εκτός αν ο ιδιοκτήτης του παρουσιά­σει μέχρι 30 Σεπτεμβρίου, 1988:

(α) άδεια κατεδάφισης και οικοδομής που να ισχύει την περίοδο μετά τις 31 Οκτωβρίου, 1988, και

(β) δήλωση Πιστωτικής Εταιρείας ή τραπεζικού συγκρο­τήματος ότι είναι πρόθυμοι να δανείσουν τον ιδιο­κτήτη μέχρι £10,000 για εκτέλεση του έργου που προβλέπεται στην κατατεθείσα άδεια οικοδομής, ή δήλωση ότι ο ιδιοκτήτης είναι δικαιούχος του πιο πάνω ποσού.

2.    Περαιτέρω το Δικαστήριο διάταξε όπως ο ιδιοκτήτης μη αποξενώσει το ακίνητο, εκτός αν ο ενοικιαστής δεν εν­διαφερθεί για νέα ενοικίαση μέσα στην προθεσμία που προβλέπεται από το νόμο. H Γραμματεία του Δικαστη­ρίου να γνωστοποιήσει τον όρο αυτό στο Επαρχιακό Κτηματολόγιο Λάρνακας, ώστε να εκτελεστεί ο όρος αυτός από το Κτηματολόγιο.

3.    Το οικοδόμημα να συμπληρωθεί σε έξι μήνες από την παράδοση ελεύθερης κατοχής του καταστήματος από τον ενοικιαστή, εκτός αν ο τελευταίος μέσα στην προθε­σμία που προβλέπει ο νόμος δεν ενδιαφερθεί για νέα ενοικίαση.

Δεν έγινε διαταγή για τα έξοδα.

O ενοικιαστής με την έφεση προσβάλλει την απόφαση για έξωση και παράδοση ελεύθερης κατοχής και ο ιδιοκτήτης με αντέφεση τους πιο πάνω όρους που επιβλήθηκαν από το Δι­καστήριο και την απόφαση του Δικαστηρίου αναφορικά με τα έξοδα.

O δικηγόρος του ενοικιαστή ισχυρίστηκε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα ερμήνευσε και εφάρμοσε τη σχετική νομοθετική πρόνοια, το άρθρο 11(1)(η)(ιι), του περί Ενοικιοστασίου Νόμου του 1983, (Αρ. 23/83), (ο "Νόμος").

Είναι παραδεκτό ότι το ακίνητο βρίσκεται σε ελεγχόμενη περιοχή. Στάληκε η αναγκαία με το Νόμο προειδοποίηση στις 16 Δεκεμβρίου; 1985, και παραλήφθηκε από τον ενοικιαστή στις 27 Δεκεμβρίου, 1985. O ιδιοκτήτης εξασφάλισε από την αρμόδια αρχή, το Δήμο Λάρνακας, την άδεια κατεδάφισης και ανοικοδόμησης, Αριθμός Φακέλου 425/86, Αριθμός Άδειας 02172.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού έλαβε υπόψη του όλα τα γεγονότα της υπόθεσης, την ηλικία του καταστήματος που είναι πολύ παλαιό, τη μεγάλη αξία της τοποθεσίας, τη λογικότητα της καλύτερης αξιοποίησης του χώρου από τον ιδιο­κτήτη, τη σύναψη από τον ιδιοκτήτη ενυπόθηκου δανείου από τη Νέα Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Μακράσυκας Λτδ. για την εκτέλεση του έργου, κατάληξε ότι η απαίτησή του ήταν λογική και ότι δεν ήταν δυνατό να κατεδαφιστεί το κα­τάστημα και να γίνει η ανοικοδόμηση του νέου χωρίς την ανάκτηση της κατοχής από τον ιδιοκτήτη.

Έκαμε διάκριση μεταξύ των τριών περιπτώσεων της πα­ραγράφου 11(1)(η) του Νόμου και με βάση τη φρασεολογία του Νόμου και τη Νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου αποφάσισε ότι στην περίπτωση κατεδάφισης μόνο το Δικα­στήριο εξετάζει αν η συγκεκριμένη περίπτωση συνιστά κατά­χρηση δικαιώματος.

O δικηγόρος του ενοικιαστή υποστήριξε ότι ο Νόμος στην ερμηνεία της έκφρασης "απαιτείται λογικώς" εισάγει το στοι­χείο της υποκειμενικότητας και αν ο ιδιοκτήτης με την προτιθέμενη κατεδάφιση και ανοικοδόμηση είναι ένοχος κατάχρη­σης δικαιώματος δεν ικανοποιεί την προϋπόθεση της "εύλογης απαίτησης". Ισχυρίστηκε ότι στην περίπτωση αυτή ο ιδιοκτήτης καταχώρισε την Αίτηση Αρ. 1/83, με την οποία ζη­τούσε την κατοχή του υποστατικού για ιδιοχρησία με βάση άλλη νομοθετική πρόνοια. H Αίτηση 1/83 απορρίφθηκε και ακολούθησε η αίτηση για την ανάκτηση κατοχής για το λόγο της κατεδάφισης και επανοικοδόμησης νέων μικρών κατα­στημάτων. Τα δύο αυτά στοιχεία: η αποτυχία στην προηγού­μενη προσπάθεια ανάκτησης κατοχής και τα πολύ μικρά κα­ταστήματα που προβλέπονται στα σχέδια για επανοικοδόμηση έπρεπε να ληφθούν υπόψη από το πρωτόδι­κο Δικαστήριο, το οποίο έπρεπε να αποφασίσει ότι η παρού- ­σα αίτηση συνιστούσε κατάχρηση δικαιώματος. Έτσι ο ιδιο­κτήτης δεν ικανοποιούσε την προϋπόθεση αυτή του Νόμου.

H σχετική νομοθετική πρόνοια είναι η ακόλουθη:

"11. - (1) Ουδεμία απόφασις και ουδέν διάταγμα εκδίδεται διά την ανάκτησιν της κατοχής οιασδήποτε κατοι­κίας ή καταστήματος, διά το οποίον ισχύει ο παρών Νόμος, ή διά την εκ τούτου έξωσιν θεσμίου ενοικιαστού, πλην των ακολούθων περιπτώσεων:

(α)       ..................................

(η) εις περίπτωσιν καθ' ην το ακίνητον απαιτείται λογικώς υπό του ιδιοκτήτου-

(ι) διά την κατεδάφισιν τούτου οσάκις αύτη δεν συνιστά κατάχρησιν δικαιώματος,

(ιι) διά την κατεδάφισιν και επανοικοδόμησιν νέου ακινήτου, ή

(ιιι) δι' ουσιαστικάς και ριζικάς αλλαγάς συνεπαγομένας την ριζικήν και ολικήν μετατροπήν τούτου διά σκο­πούς αξιοποιήσεώς του,

και το Δικαστήριον είναι πεπεισμένον ότι ο ιδιοκτήτης εξησφάλισε διά τα ανωτέρω οσάκις ήτο επάναγκες την αναγκαίαν προς τούτο άδειαν και ότι ο ιδιοκτήτης δεν δύναται λογικώς να προβή εις τα εν ταις υποπαραγράφοις (ι), (ιι) και (ιιι) διαλαμβανόμενα άνευ ανακτήσεως της κατοχής του ακινήτου και νοουμένου ότι παρέσχεν ουχί βραχυτέραν των τεσσάρων μηνών έγγραφον προειδοποίησιν εις τον ενοικιαστήν να εκκενώση το ακίνητον"

H φρασεολογία αυτή υπάρχει σε όλη την προηγούμεη νο­μοθεσία και έχει ερμηνευθεί σε προηγούμενες υποθέσεις - (Βλ. Kontou ν. Solomou (1978) 1 C.L.R. 425).

Το Δικαστήριο δεν μπορεί να προσθέτει λέξεις στο νόμο, όπου δεν είναι αναγκαίες για τη λειτουργικότητα του νόμου, και όπου τέτοια πρόσθεση θα αλλοίωνε τη βούληση του νομο­θέτη. Στην υποπαράγραφο (η) (ι) ο νομοθέτης πρόβλεψε "οσάκις αύτη δεν συνιστά κατάχρησιν δικαιώματος". Αλλά σκόπιμα παρέλειψε την προϋπόθεση αυτή στην παράγραφο η(ιι) για την κατεδάφιση και επανοικοδόμηση.

O ιδιοκτήτης πρέπει να ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι έχει γνήσια ανάγκη κατοχής του υποστατικού. H ανάγκη και η λογικότητά της εξετάζονται με αντικειμενικά και όχι υπο­κειμενικά κριτήρια. Το στοιχείο της κατάχρησης δικαιώματος σκόπιμα δεν συμπεριλήφθηκε από το Νομοθέτη για τις περι­πτώσεις (ιι) και (ιιι) και ως εκ τούτου το Δικαστήριο στην ερ­μηνεία και εφαρμογή του Νόμου, ακολουθώντας την πρόθεση του Νομοθέτη, δεν πρέπει να εξετάζει το στοιχείο αυτό. Στην πρόσφατη υπόθεση Xenophontos ν. Papasian (1987) 1 C.L.R. 154, ο Δικαστής Α. Λοΐζου, (όπως ήταν τότε), για το ίδιο νο­μικό ζήτημα είπε στις σελ. 159 και 160:

"The first question, however, for determination by us is whether the term abuse of right which is contained in sub-paragraph (i) of the said section and in relation to the instance of demolition alone, as provided in sub-paragraph (i) and not to the two other instances under sub-paragraphs (ii) and (iii) thereof that is 'the demolition and reconstruction of new premi­ses' on the one hand, or 'for substantial and radical altera­tions... for the purpose of their development'.

In our view the very fact that the legislator separated the three instances into separate sub-paragraphs and introduced the element of 'abuse of right' only in respect of the first one, shows that this requirement was confined only to the cases where premises are sought solely for the purpose of demoli­tion under sub-paragraph (i) and not to all the instances in the said section. This ground therefore fails.

The second ground of appeal which was argued in connec- tion with the first, but yet it constitutes, as we understood it a separate one, is that the learned trial Judge misdirected himself on the law as he relied on the principles of the case of Kontou v. Solomou (1978) 1 C.L.R. 425, which interpreted section 16(1) (h) of the Rent Control Law, 1975 (Law.No. 36 of 1975) whereas our present section is differently worded.

It is true that under the old section it was necessary as it is in the present one that the premises should be reasonably re­quired by the landlord for the purposes set out therein, where­as in the present section there has been added the requirement that in addition to the other prerequisites 'the landlord could not reasonably do what are in subparagraphs (i), (ii) and (iii) set out, without obtaining possession of the premises'.

As this latter provision did not exist in the previous section, naturally it has not been the subject of judicial interpretation, but in our view it presents no difficulty. The aim of the legisla­tor is to prevent the automatic granting of orders for the re­covery of possession where the other prerequites are proved to exist. It casts upon the Courts the duty to consider further whether the extent of the demolition, reconstruction or sub-stantial alteration proposed is of such a nature that same could not reasonably be done by the landlord without obtaining pos­session of the premises.

The reference therefore to the case of Kontou (supra) could not amount to a misdirection as what was decided therein is still applicable to the first requirement of the said section, namely that the 'premises are reasonably required by the land­lord' for the purposes set out in its three sub-paragraphs."

To πρωτόδικο Δικαστήριο ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε το Νόμο.

H έφεση αποτυγχάνει.

O δικηγόρος του ιδιοκτήτη ισχυρίστηκε ότι η άδεια οικοδο- μής σε ισχύ είναι αναγκαία μόνο στο χρόνο της ακρόασης της υπόθεσης· ότι οι άλλοι όροι που επέβαλε το Δικαστήριο ήταν έξω από τη δικαιοδοσία του· ότι επιβλήθηκαν με λανθασμένη ερμηνεία του άρθρου 16 του Νόμου 23/83· ότι είναι προϊόν λανθασμένης άσκησης διακριτικής εξουσίας· ότι είναι αδι­καιολόγητοι, ανεφάρμοστοι και θέτουν την εκτέλεση της δι­καστικής απόφασης στη διάκριση του ενοικιαστή και ότι επι­βλήθηκαν χωρίς να δοθεί η ευκαιρία στους διαδίκους να προβάλουν τους ισχυρισμούς τους και να αναπτύξουν τις απόψεις τους αντίθετα με το Άρθρο 30.3 του Συντάγματος.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο επέβαλε τους πιο πάνω όρους, όπως αναφέρει στην απόφασή του, με βάση το άρθρο 16 του Νόμου που προνοεί:

"16. Εις πάσαν αίτησιν γενομένην δυνάμει του Μέρους τούτου το Δικαστήριον δύναται κατά την κρίσιν του να διατάξη όπως, επιπροσθέτως ή εις αντικατάστασιν παντός άλλου διατάγματος το οποίον ήθελεν εκδώσει το Δικαστήριον, εκάτερος διάδικος συμμορφωθεί προς οιουσδήποτε όρους, περιλαμβανομένης της πληρωμής υπό του ενός διαδίκου προς τον έτερον οιουδήποτε υπ' αυτών συμφωνηθέντος ποσού, το οποίον το Δικαστήριον ήθελε θεωρήσει πρέπον να επιβάλη διά να δώση νομικήν ισχύν εις τους σκοπούς του παρόντος Νόμου."

Το άρθρο τούτο αναφέρεται στο Μέρος IV του Νόμου, το οποίο περιέχει: Το άρθρο 11 που προνοεί περιοριστικά τις περιπτώσεις στις οποίες μπορεί να διάταγμα έξωσης· το άρθρο 12 - αποζημίωση στον ενοικιαστή σε ορισμένες πε­ριπτώσεις - εφαρμόστηκε στην παρούσα περίπτωση με τη δια­ταγή πληρωμής από τον ιδιοκτήτη στον ενοικιαστή δεκαοκτώ μηνιαίων ενοικίων το άρθρο 13 - αποζημίωση για εμπορική εύνοια - δεν αποδείχτηκε εμπορική εύνοια. Το άρθρο 14 - πα­ραχώρηση νέας ενοικίασης στον ενοικιαστή σε ορισμένες πε­ριπτώσεις· το άρθρο 15 δίδει δικαίωμα στον ενοικιαστή για αποζημιώσεις, αν διάταγμα για κατοχή ή για έξωση εκδόθηκε με ψευδείς παραστάσεις ή με απόκρυψη ουσιαστικών γεγο­- νότων από τον ιδιοκτήτη.

Το άρθρο 16 εξετάστηκε από το Δικαστήριο τούτο στην Πολιτική Έφεση Αρ. 7659 - Leto Markoulli Nicolaides and Another v. Philippos Chrysochou and Another (1988) 1 C.L.R. 687. To Ανώτατο Δικαστήριο είπε στη σελ. 705:

"We do not agree with counsel for the appellants that, under section 16, the Court has no power to impose any conditions on making an order for recovery of possession. This power is discretionary. It must be exercised according to the Law and for the purpose laid by the legislator.

The principles governing the interference by the Court with the exercise by a trial Court of its relevant discretionary power were stated recently in Eleni Chr. Stylianou v. Christakis N. Stylianou, (1988) 1 C.L.R. 520, in which the following pas­sage from the English case Altrans Express Ltd. v. CVA Holdings Ltd., [1984] 1 All E.R. 685, at p. 690, was adopt­ed:

We must be very careful not to interfere with the judge's exercise of the discretion which has been entrusted to him. We can only do so if he has erred in law or in prin­ciple, or if he has taken into accounts some matter which he should not have taken into account or has left out of account some matter which he should have taken into account, or, and this is an extension of the law which is now I think well recognised, if the Court of Appeal is of opinion that his decision is plainly wrong and therefore must have been reached by a faulty assessment of the weights of the differ­ent factors which he has had to take into account."'

Αναφορικά με ένορκο Δήλωση της οικονομικής δυνατότη­τας του ιδιοκτήτη το Δικαστήριο είπε:

"The evidence of their financial ability was adduced in order to satisfy the Court that they genuinely required possession for the purpose of demolition and reconstruction, though this might not be necessary, in view of the pronouncement of this Court in a number of cases that the notion of 'reasonable re­quirement' is linked only to whether or not it is reasonable for the landlord to obtain possession for the purpose of the recon­struction and it is unrelated to any other factor - (Andreas Yerasimou v. Andreas Rousoudhiou (1974) 1 C.L.R. 107; Anastassia S. Kontou v. Antonis Solomou (1978) 1 C.L.R. 425; Chrystalla Demetriou and Others v. Savvas loannides (1982) 1 C.L.R. 16 and Athanasios Poyiatzis, v. Constantinos Pilavakis and Others, ((1988) 1 C.L.R. 411).

...................................

This condition is an exercise of discretion, which has to be interfered with on the basis of the principles herein above re­ferred to."

Σχετικά με την απαγόρευση μεταβίβασης και/ή επιβάρυν­σης είπε:

"Such drastic restriction of a right of ownership cannot be imposed without giving to a party the opportunity to present his argument. There was nothing before the trial Court on which any Court would impose this condition, which, in fact, is not practically feasible without affecting property of the ap­pellants other than the subject shops.

Furthermore, though an order restraining a landlord from dealing with his property might be necessary in order to give effect to the provisions of section 14, it is not necessary in a case of ejectment."

Οι όροι που επιβλήθηκαν είναι εκτός των ορίων της δια­κριτικής εξουσίας που είχε το πρωτόδικο Δικαστήριο με βάση το άρθρο 16. Δεν είναι δυνατό να γίνει ο ένας από τους δύο διάδικους κριτής με δικαστική απόφαση του χρόνου και του τρόπου εκτέλεσής της από τον ίδιο.

H άδεια οικοδομής με τη νομολογία είναι αναγκαία να υπάρχει κατά το χρόνο της ακρόασης - (Murude MehmetAli ν. Hassan Remzi Shenikli, Τόμος XX, Μέρος II, C.L.R. 68). Άδεια οικοδομής μπορεί να ανανεωθεί, έστω και αν εργασίες δεν άρχισαν, με βάση το άρθρο 5 του περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμου, Κεφ. 96, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 3 του περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών (Τροποποιητικός) (Αρ. 2) Νόμου του 1986 (Αρ. 115/86).

Αναφορικά με τον όρο για τη δήλωση Πιστωτικής Εται­ρείας ή τραπεζικού ιδρύματος το πρωτόδικο Δικαστήριο είχε ενώπιό του μαρτυρία γραπτή - Τεκμήριο 5 έγγραφη βεβαίωση της Νέας Συνεργατικής Πιστωτικής Εταιρείας Μακράσυκας Λτδ. - και προφορική μαρτυρία ότι η εταιρεία αυτή ενέκρινε δάνειο £10,000.-, που θα ισχύει για πέντε χρόνια, αναγκαίο για να χρησιμοποιηθεί για την ανοικοδόμηση και ότι ο ιδιο­κτήτης θα μπορούσε σε οποιοδήποτε χρόνο να αποσύρει τμη­ματικά το ποσό αυτό για την εκτέλεση του έργου. Στην από­φαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου αναφέρεται:

"Το όλο έργο θα στοιχίσει £8,000.- περίπου, δηλαδή τα θεμέλια για ισόγειο και δυο ορόφους και κτίσιμο του ισο­γείου και ο Αιτητής εξασφάλισε έγκριση της επιτροπείας της Νέας Συνεργατικής Πιστωτικής Εταιρείας Μακράσυ­κας Λτδ για σύναψη δανείου £10,000.- για το προς εκτέλε­ση έργο, αφού έβαλε υποθήκη το επίδικο υποστατικό."

Το στοιχείο της οικονομικής δυναμικότητας, ή ευχέρειας, ή δανειοδότησης, ή εξεύρεσης των πόρων για την ανοικοδόμη­ση, μπορεί να είναι παράγοντας που να εξετάζεται από το Δικαστήριο σε συνάρτηση με το "απαιτείται λογικώς" αλλά δεν μπορεί να επιβληθεί με βάση το άρθρο 16 σαν όρος για εκτέλεση της απόφασης για έξωση.

O όρος για τη μη αποξένωση του ακίνητου και η διαταγή εκτέλεσης τούτου από το Κτηματολόγιο είναι έξω από τη δι­καιοδοσία του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων κάτω από το άρθρο 16. Προσωρινά διατάγματα μπορούν να εκδοθούν για μη αποξένωση ή μη ενοικίαση σε άλλα πρόσωπα, εκτός από θέσμιο ενοικιαστή που ζητά εξασφάλιση δικαιώματος νέας ενοικίασης, με βάση το άρθρο 14, όμως δεν μπορεί να επιβληθεί όρος για μη αποξένωση στην απόφαση για έξωση ή διάταγμα παράδοσης της κατοχής. O όρος της εκτέλεσης του έργου σε έξι μήνες είναι αυθαίρετος και αδικαιολόγητος.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έδωσε την ευκαιρία στους διάδικους να αναπτύξουν τις απόψεις τους σχετικά με τους όρους αυτούς και έτσι στερήθηκαν του συνταγματικού τους δικαιώματος κάτω από το Άρθρο 30.3 (β) του Συντάγματος να προβάλουν τους ισχυρισμούς τους ενώπιο του Δικαστη­ρίου.

Το Δικαστήριο άσκησε διακριτική εξουσία με βάση λανθα­σμένες νομικές αρχές. H απόφασή του για την επιβολή των όρων είναι λανθασμένη και ο όροι θα ακυρωθούν.

H αντέφεση θα επιτύχει.

O δικηγόρος του ιδιοκτήτη εισηγήθηκε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο έπρεπε να διατάξει τον ενοικιαστή να καταβάλει τα έξοδά του γιατί, ανεξάρτητα από τη γενική αρχή ότι τα έξοδα δεν ακολουθούν το αποτέλεσμα της δίκης σε υποθέσεις ενοικιοστασίου, στην προκειμένη περίπτωση τα έξοδα αυξή­θηκαν από τη συμπεριφορά του ενοικιαστή και από το χειρι­σμό της υπόθεσης από το δικηγόρο του. Από τα πρακτικά του πρωτόδικου Δικαστηρίου δεν ικανοποιηθήκαμε ότι η διαδι­κασία στην παρούσα υπόθεση δεν ήταν μια συνηθισμένη δια­δικασία σε υπόθεση έξωσης, ούτε ότι ο ενοικιαστής ή ο δικη­γόρος του ενήργησαν με τρόπο που να δικαιολογείται η επέμβασή μας στο θέμα των εξόδων, που είναι μέσα στη δια­κριτική ευχέρεια του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ούτε ότι τούτο άσκησε λανθασμένα τη διακριτική του ευχέρεια.

H έφεση απορρίπτεται.

H αντέφεση όσον αφορά τους όρους που επιβλήθηκαν επι­- τυγχάνει και το μέρος της απόφασης που αναφέρεται στους όρους ακυρώνεται.

O εφεσείων να πληρώσει τα έξοδα του εφεσίβλητου στην έφεση.

ΜΑΛΑΧΤΟΣ Δ: Συμφωνώ με την απόφαση που έχει ήδη δοθεί από τον κ. Στυλιανίδη, την οποία είχα την ευκαιρία να διαβάσω εκ των προτέρων.

Θα ήθελα όμως να εκφράσω τις αμφιβολίες μου ως προς τη χρησιμότητα του Άρθρου 16 του Νόμου, το οποίο - κατά τη γνώμη μου - δημιουργεί περισσότερα προβλήματα από τα προβλήματα τα οποία υποτίθεται ότι λύει, εάν λύει.

ΠΙΚΗΣ Δ.: Με την έφεση τίθεται υπό αμφισβήτηση η εγκυρότητα της απαίτησης και τα κίνητρα του ιδιοκτήτη να ανακτήσει την κατοχή του καταστήματος που κατέχει ο ενοι­κιαστής εφεσίβλητος ως θέσμιος ενοικιαστής, και το χρησιμο­ποιεί για πολλά χρόνια για την πώληση υποδημάτων.

Μετά τη σκιαγράφηση των εκατέρωθεν θέσεων και στοι­χειώδη αναφορά στη μαρτυρία, το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι η απαίτηση ήταν γνήσια και η ανάκτηση της κατο­χής λογικά αναγκαία για την εκπλήρωση των σκοπών για τους οποίους ο ιδιοκτήτης αξίωσε την εκκένωση του καταστή­ματος και επομένως εδικαιούτο να ανακτήσει την κατοχή του βάσει του άρθρου 11(1)(η)(ιι) του περί Ενοικιοστασίου Νόμου, 1983 (N 23/83)· δηλαδή, για την κατεδάφιση του υφι­στάμενου και την επανοικοδόμηση νέου ακινήτου. Και επει­δή συνέτρεχαν και οι άλλες προϋποθέσεις που θέτει το ίδιο άρθρο του νόμου για την ανάκτηση κατοχής, το Δικαστήριο προχώρησε στην έκδοση διατάγματος εξώσεως υπό όρους. Οι όροι απέβλεπαν, όπως αποκαλύπτει το περιεχόμενό τους, στην εξασφάλιση του ενοικιαστή έναντι οποιασδήποτε πα­ρέκκλισης του ιδιοκτήτη να εκπληρώσει τους στόχους για τους οποίους διδόταν η κατοχή του καταστήματος. Τα συμφέ­ροντα του ενοικιαστή διασφαλίζονταν με την προσαγωγή αποδεικτικών στοιχείων για την οικονομική ευχέρεια του ιδιοκτήτη μετά την έκδοση του διατάγματος να υλοποιήσει την προτεινόμενη ανάπτυξη, τη συμπλήρωση του έργου μέσα σε τακτική προθεσμία και τη δέσμευση του ιδιοκτήτη να μη αποξενώσει την περιουσία για την κατοχύρωση του δικαιώ­ματος του ενοικιαστή για την παραχώρηση νέας ενοικίασης βάσει του άρθρου 14 (N 23/83).

Με την αντέφεση του ιδιοκτήτη αμφισβητείται η δικαιοδο­σία του Δικαστηρίου να επιβάλει τους όρους που συνοδεύουν την έκδοση του διατάγματος, όπως και η αναγκαιότητά τους σε περίπτωση που ήθελε καταφανεί ότι ο Νόμος παρέχει στο Δικαστήριο διακριτική ευχέρεια να επιβάλει όρους της φύσης και περιεχομένου των όρων που έχουν επιβληθεί.

H Έφεση: Το κεντρικό σημείο της έφεσης είναι ότι το Δι­καστήριο παρερμήνευσε τις σχετικές διατάξεις του νόμου ως προς τα προαπαιτούμενα για την ανάκτηση της κατοχής των υποστατικών, βάσει του άρθρου 11(1)(η)(ιι) σε συνδυασμό με την εισήγηση ότι εσφαλμένα το Δικαστήριο κατέληξε στο συμ­πέρασμα ότι η απαίτηση του ιδιοκτήτη ήταν γνήσια. Θέση του ενοικιαστή είναι ότι ο ιδιοκτήτης εμφορείτο από αλλότρια κίνητρα στις επιδιώξεις του και ότι η κατάρτιση σχεδίων για την ανάπτυξη του χώρου και η επίκληση των προνοιών του άρθρου 11(1)(η)(ιι) ήταν πρόσχημα για την εξασφάλιση επαγγελματικής στέγης στην περιοχή. Στην απόφασή του το Δικαστήριο κάμνει εκτενή αναφορά στις σχετικές διατάξεις της υφιστάμενης και προϋπάρχουσας νομοθεσίας, καθώς και σε δικαστικές αποφάσεις που πραγματεύονται την ερμηνεία του όρου "απαιτείται λογικώς" στο πλαίσιο της νομοθεσίας για τον έλεγχο των ενοικιάσεων. Το Δικαστήριο σωστά επι­σημαίνει ότι υπάρχει κάποια διάσταση στην προσέγγιση του Δικαστηρίου, όπως διαγράφεται από τη νομολογία αναφορι­κά με την ερμηνεία του όρου αυτού. Σημειώνεται ότι στις υποθέσεις Andreas Yerasimou ν. Andreas Rousoudhiou* και Michaelides ν. Iacovides** το βάσιμο της απαίτησης χαρακτη­- ρίζεται ως θέμα γεγονότων που ανάγεται στην αποκλειστική αρμοδιότητα του εκδικάζοντος Δικαστηρίου, ενώ στην υπόθε­ση Demetriou & Others ν. Ioannides*** υποδεικνύεται ότι το θέμα είναι μεικτό - νομικό σε ό,τι αφορά την ερμηνεία του νόμου ως προς τη φύση και το χαρακτήρα της ανάγκης και, πραγματικό, ως προς την ύπαρξη των στοιχείων αυτών. O όρος "απαιτείται" αναφέρεται στις ανάγκες του ιδιοκτήτη υποκειμενικά κρινόμενες, ενώ ο όρος "λογικώς" συναρτά την ανάγκη με την αντικειμενική της υπόσταση. Πρέπει η ανάγκη να είναι όχι μόνο υπαρκτή αλλά και αντικειμενικά βάσιμη. Ανεξάρτητα από την ύπαρξη οποιασδήποτε αντίφασης μετα­ξύ των προαναφερθέντων αποφάσεων, είναι φανερό από το κείμενο της απόφασης ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δέκτηκε ότι η γνησιότητα της απαίτησης αποτελεί προϋπόθεση για την τεκμηρίωση του αιτήματος για έξωση. H ηλικία του κτιρίου, οι προοπτικές για αξιοποίηση της γης, και η ζήτηση καταστη­μάτων στην περιοχή καθιστούσαν, όπως κατέληξε το Δικα­στήριο, την απαίτηση δικαιολογημένη.

O δικηγόρος του αιτητή υπέβαλε ότι το εύρημα ότι η απαί­τηση ήταν γνήσια είναι εσφαλμένο δοθείσης της προϊστορίας της ενοικίασης και των ανεπιτυχών προγενέστερων διαβημά­των του ιδιοκτήτη για ανάκτηση κατοχής για ίδια χρήση. O ιδιοκτήτης, όπως και ο ενοικιαστής, ασχολείται με την πώλη­ση υποδημάτων διατηρεί κατάστημα υποδημάτων σε άλλη ολιγότερο πλεονεκτική περιοχή σε σύγκριση με την οδό Ερμού όπου βρίσκεται το επίδικο υποστατικό. Με προηγού­μενη αίτησή του στο Δικαστήριο ο εφεσίβλητος αξίωσε την έξωση του εφεσείοντα (Αίτηση 1/83) για να καταστεί ευχερής η χρήση του καταστήματος από τον ίδιο. H παρούσα διαδικα­σία για ανάκτηση της κατοχής του καταστήματος βάσει των διατάξεων του άρθρου 11(1)(η)(ιι) τέθηκε σε εφαρμογή τέσσε­ρις περίπου μήνες μετά την απόρριψη της Αίτησης 1/83. Τα ίδια τα αρχιτεκτονικά σχέδια για την οικοδόμηση δυο νέων καταστημάτων προδίδουν, είναι η θέση του εφεσείοντα, τις διαβλητές προθέσεις του ιδιοκτήτη να επικαλεσθεί τις πρό­νοιες του άρθρου 11(1)(η)(ιι) για να εξασφαλίσει κατάστημα στην οδό Ερμού για ίδια χρήση. Στη μαρτυρία του ο εφεσείων παραδέκτηκε ότι ένα από τα δύο καταστήματα που προγραμματίζει να οικοδομήσει θα χρησιμοποιηθεί από τον ίδιο ως κατάστημα πωλήσεως υποδημάτων. Τα σχέδια προ­βλέπουν την ανοικοδόμηση δυο μικρών καταστημάτων αντί ενός, γεγονός που θα περιορίσει την ευχέρεια του ενοικιαστή για την έκθεση των εμπορευμάτων του, το χώρο για την υπο­δοχή των πελατών του και γενικότερα τη διενέργεια πωλήσεων. H χρησιμοποίηση του διπλανού καταστήματος από τον ιδιοκτήτη για την πώληση υποδημάτων θα έχει πρόσθετες δυ­σμενείς επιπτώσεις στο εμπόριό του. Τα γεγονότα αυτά, σε συνδυασμό με την έλλειψη σχεδίων για την κάθετη ανάπτυξη του κτήματος, αποκαλύπτουν, εισηγήθηκε ο δικηγόρος του εφεσείοντα, τα αλλότρια κίνητρα του ιδιοκτήτη και καθι­στούν τα σχέδια του για ανάπτυξη, πρόφαση για να εξασφα­λίσει την έξωση του ενοικιαστή.

Στην υπόθεση Xenophontos ν. Papasian* γίνεται η διαπί­στωση ότι σε αντίθεση με τις πρόνοιες του άρθρου 11(1) (η)(ι) τα κίνητρα του ιδιοκτήτη δεν αποτελούν ιδιαίτερο στοιχείο για την ανάκτηση κατοχής. Ενώ το υπεδάφιο (ι) του άρθρου 11(1)(η)(ι) που ρυθμίζει την ανάκτηση κατοχής για σκοπούς κατεδάφισης συναρτά την έκδοση διατάγματος με την απου­σία οποιασδήποτε πρόθεσης για "κατάχρηση δικαιώματος", ο όρος αυτός δεν απαντάται στο υπεδάφιο (ιι) του εδαφίου (η) του άρθρου 11(1), γεγονός που καταδεικνύει την έλλειψη πρόθεσης του νομοθέτη να καταστήσει τα κίνητρα του ιδιο­κτήτη ανεξάρτητο στοιχείο στα πλαίσια της αίτησης για έξωση.

O δικηγόρος του εφεσίβλητου εισηγήθηκε ότι η προγενέ­στερη επιδίωξη του ιδιοκτήτη να λάβει κατοχή του υποστατι­κού είναι άσχετη με τα επίδικα θέματα και εν πάση περιπτώ- σει δεν μεταβάλλει την ανάγκη για την ανάκτηση της κατο­χής με στόχο την επανοικοδόμηση.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο σωστά κατέληξε στο συμπέρα­σμα ότι ο ιδιοκτήτης νομιμοποιείται να ανακτήσει κατοχή του ακινήτου βάσει του άρθρου 11(1)(η)(ιι) όταν η ανάγκη είναι όχι μόνο υπαρκτή αλλά και γνήσια. Δεν είναι γνήσια όταν επιδιώκεται για τον "Α" σκοπό ενώ η πραγματική πρό­θεση είναι η εξασφάλισή του για την εξυπηρέτηση του "B" στόχου. Σε τέτοια περίπτωση το ακίνητο δεν απαιτείται για τον "Α" σκοπό. Συνεπώς αν πρόθεση του ιδιοκτήτη στην υπό­θεση αυτή ήταν η απόκτηση επαγγελματικής στέγης στην οδό Ερμού και μετά την αποτυχία του να την εξασφαλίσει κατέ­φυγε στην κατεδάφιση και ανάπτυξη του ακινήτου για να πετύχει τον ίδιο σκοπό, η απαίτηση για την ανάκτηση της κατο­χής για σκοπούς ανάπτυξης δεν ήταν γνήσια. Την πτυχή αυτή της αίτησης που ήταν και η ουσία της υπόθεσης του εφεσείοντα δεν την αντιμετώπισε το πρωτόδικο Δικαστήριο ούτε ερεύνησε τη μαρτυρία ενώπιόν του στο θέμα αυτό. Συνεπώς το εύρημα του Δικαστηρίου ότι η απαίτηση του εφεσίβλητου ήταν γνήσια, δε βασίζεται σε αξιολόγηση της σχετικής μαρτυ­ρίας. Το κενό αυτό δε μπορεί να πληρωθεί από το Εφετείο που δεν είχε την ευκαιρία να ακούσει τους μάρτυρες. H δια­πίστωση των πρωταρχικών ευρημάτων (primary facts) αποτε­λεί αποκλειστική ευθύνη του εκδικάζοντος δικαστηρίου. Το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγω επιβάλλει την παραπομπή της υπόθεσης για επανεκδίκαση. Επειδή η πλειοψηφία του Εφετείου καταλήγει σε διαφορετικό αποτέλεσμα ως προς την έφεση, το θεωρώ καθήκον μου να ασχοληθώ και με την αντέφεση.

Αντέφεση: Το άρθρο 16 του Νόμου 23/83 προβλέπει:

"Άρθρο 16: Εις πάσαν αίτησιν γενομένην δυνάμει του Μέρους τούτου το Δικαστήριον δύναται κατά την κρίσιν του να διατάξη όπως, επιπροσθέτως ή εις αντικατάστασιν παντός άλλου διατάγματος το οποίον ήθελεν εκδώσει το Δικαστήριον, εκάτερος διάδικος συμμορφωθή προς οιουσ- δήποτε όρους, περιλαμβανομένης της πληρωμής υπό του ενός διαδίκου προς τον έτερον οιουδήποτε υπ' αυτών συμφωνηθέντος ποσού, διά να δώση νομικήν ισχύν εις τους σκοπούς του παρόντος Νόμου."

H διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου να επιβάλει όρους συναρτάται με την πρόσδοση νομικής ισχύος στους σκοπούς της.

Ποιοι είναι οι σκοποί της νομοθεσίας: Πρώτο, η γενική πρόθεση του νομοθέτη να θέσει υπό έλεγχο την ενοικίαση κα­τοικιών και καταστημάτων προς εξασφάλιση της δίκαιας χρήσης του κοινωνικού αγαθού της οικογενειακής και της επαγγελματικής στέγης. Στην απόφαση του Ανωτάτου Δικα­στηρίου στην υπόθεση Papageorghiou ν. HjiPieras* επισημαίνονται οι στόχοι αυτοί σε συνδυασμό με την ανάγκη που επέ­βαλε την υιοθέτησή τους, την τούρκικη εισβολή και το στεγαστικό πρόβλημα που δημιούργησε. H επιβολή όρων που αποβλέπουν στην καταστολή, κάθε προσπάθεια παράκαμψης της νομοθεσίας συνάδει με τους ευρύτερους στόχους του νο­μοθέτη. Οι ειδικοί σκοποί για τους οποίους μπορεί να επι­βληθούν όροι είναι κατεξοχή εκείνοι τους οποίους προβλέπει το άρθρο 14 του Νόμου για την ουσιαστική διασφάλιση του δικαιώματος για την παροχή νέας ενοικίασης. Το δικαίωμα αυτό δεν είναι αόριστο αλλά συγκεκριμένο. Για την εξασφά­λισή του απαιτείται η ολοκλήρωση της νέας οικοδομής το τα­χύτερο δυνατό, γεγονός που προϋποθέτει την ύπαρξη ευχέ­ρειας και πόρων για την εκπλήρωση του στόχου αυτού. Χωρίς την ύπαρξη των αναγκαίων πόρων ο χρόνος εκπλήρω­σης των δεδηλωμένων προθέσεων του ιδιοκτήτη καθίσταται αόριστος. Στο ίδιο αποτέλεσμα κατατείνει και η έλλειψη συγ­κεκριμένων άμεσων σχεδίων για τον προγραμματισμό της κατεδάφισης και της επανοικοδόμησης. Επίσης η αποξένωση του κτήματος για οποιοδήποτε λόγο θα υπομόνευε την άσκη­ση του δικαιώματος το οποίο κατοχυρώνει το άρθρο 14.

Στην απόφαση του Εφετείου στην υπόθεση Leto Markoulli Nicolaides & Another v. Philippos Chrysochou & Another** στην οποία επέσυρε την προσοχή των δικηγόρων ο Δικαστής κ. Στυλιανίδης, αναγνωρίζεται ότι το άρθρο 16 παρέχει διακρι­τική ευχέρεια στο Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων να θέσει όρους για τους σκοπούς που θέτει ο νομοθέτης. Διαφαίνεται επίσης από την απόφαση ότι η διακριτική ευχέρεια του Δικα­στηρίου περιλαμβάνει και εξουσία να επιβάλει όρους ως προς την απόδειξη της οικονομικής ευχέρειας του ιδιοκτήτη να εκπληρώσει το προτεινόμενο έργο παρόλο που στην υπό­θεση εκείνη κρίθηκε, για τους λόγους που αναφέρονται στην απόφαση, ότι δεν εδικαιολογείτο η επιβολή τέτοιου όρου. Επίσης ο όρος για τον περιορισμό του δικαιώματος αποξένωσης της περιουσίας απαλείφθηκε επειδή δεν είχε δοθεί η ευ­καιρία στους ιδιοκτήτες να ακουστούν πάνω στο θέμα αυτό.

Θέλω να επισημάνω ότι το άρθρο 16 δεν προβλέπει ξεχω­ριστή ή ανεξάρτητη διαδικασία για τον καθορισμό των όρων που προβλέπει το άρθρο 16. H δικαιοδοσία ασκείται στα πλαίσια της έρευνας που διεξάγει το Δικαστήριο βάσει του άρθρου 4(1) για την επίλυση των "... εις αυτών αναφερομένων διαφορών των αναφυομένων επί οιουδήποτε θέματος εγερθέντος κατά την εφαρμογήν του παρόντος νόμου συμπε­ριλαμβανομένου παντός παρεμπίπτοντος ή συμπληρωματι­κού θέματος." Το αποτέλεσμα στην υπόθεση Nicolaides συναρτάται, όπως προκύπτει από το κείμενο της απόφασης, με τα γεγονότα της υπόθεσης εκείνης. Δεν αμφισβητείται ούτε η φύση της διακριτικής ευχέρειας που παρέχει το άρθρο 16 ούτε το εύρος της διακριτικής ευχέρειας. Τουναντίον επεξηγείται ότι παρέμβαση του Εφετείου δικαιολογείται μόνο όταν συντρέχουν οι καθιερωμένοι λόγοι για επέμβαση στην άσκηση της διακριτικής εξουσίας του Δικαστηρίου που είναι επιφορτισμένο με την άσκησή της.

Καταλήγω ότι οι όροι που επεβλήθηκαν ήταν επιτρεπτοί στα πλαίσια της δικαιοδοσίας που παρέχει το άρθρο 16 στο Δικαστήριο Ελέγχου Ενοικιάσεων. Περαιτέρω, κανένας βά­σιμος λόγος δε συντρέχει που να δικαιολογεί την επέμβαση του Εφετείου στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του πρωτόδικου Δικαστηρίου. H εξασφάλιση του δικαιώματος του εφεσείοντα για νέα ενοικίαση δικαιολογούσε τον καθορι­σμό όρων για την εκπλήρωση και ολοκλήρωση του έργου σε τακτή προθεσμία. Αποδεικτικά στοιχεία για την ύπαρξη των αναγκαίων πόρων ήταν άλλη προϋπόθεση για την εκτέλεση του έργου. Τέλος, ο περιορισμός του δικαιώματος αποξένω­σης του ακινήτου ήταν εξ ίσου αναγκαίος για την περιφρού­ρηση του δικαιώματος του ενοικιαστή για νέα ενοικίαση. Άλ­λωστε, θέση του ιδιοκτήτη ήταν ότι είχε την ευχέρεια και τους πόρους να εκτελέσει το έργο και πρόθεσή του να παραχωρή­σει το ένα από τα δυο καταστήματα στον εφεσείοντα για ενοικίαση. Οι όροι αποσκοπούσαν στην παροχή των εχέγγυων για την εκπλήρωση των δεδηλωμένων προθέσεων του ιδιοκτήτη.

Συνεπώς καταλήγω ότι η αντέφεση δεν ευσταθεί.

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Με πλειοψηφία η έφεση αποτυγχάνει και απορρίπτεται, και η αντέφεση, όσον αφορά τους όρους που επιβλήθηκαν από το πρωτόδικο Δικαστήριο, επιτυγχάνει.

O εφεσείων να πληρώσει τα έξοδα του εφεσίβλητου στην έφεση.

Έφεση απορρίπτεται και η αντέφεση επιτυγχάνει όσον αφορά τους όρους. Εφεσείων να πληρώσει τα έξοδα.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 



*     (1974) 1 C.L.R. 107.

**    (1979) 1 C.L.R. 123.

***  (1982) 1 C.L.R. 16

* (1987) 1 C.L.R. 154.

* (1981) 1 C.L.R. 560.

** (1988) 1 C.L.R. 687.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο