ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2014:D513
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 488/2013)
11 Ιουλίου 2014
[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΛΑΜΠΡΙΝΗ ΓΩΓΑΚΗ,
Αιτήτρια
- ΚΑΙ -
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ΄ ων η αίτηση
-----------------------------------
Α. Κωνσταντίνου, για την Αιτήτρια.
Κ. Σταυρινός, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄,
για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
Χρ. Χριστοφίδης και Γ. Βαλιαντής, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος 1.
Α. Ευσταθίου (κα), για τα Ενδιαφερόμενα Μέρη 2 και 3.
-------------------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Η αιτήτρια αμφισβητεί τη νομιμότητα της επιλογής από την Ε.Δ.Υ. των ενδιαφερομένων μερών Ανδρέα Χατζηπάκκου, Ευαγόρα Ανδρέου και Χαράλαμπου Μιχαηλίδη αντί της ιδίας για τη θέση του Ανώτερου Διοικητικού Λειτουργού, Τμήμα Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού από 15.2.2013.
Η Ε.Δ.Υ. επιλέγοντας τα τρία ως άνω ενδιαφερόμενα μέρη ακολούθησε τη σύσταση του Διευθυντή Τμήματος Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού, ο οποίος τοποθετήθηκε υπέρ των πιο πάνω, καθώς και δύο άλλων ατόμων, η επιλογή των οποίων δεν προσβάλλεται, μετά από συνεξέταση των στοιχείων κρίσεως συνεκτιμώντας αυτά στην ολότητα τους. Επέλεξε τους Μιχαηλίδη και Ανδρέου οι οποίοι δεν υστερούσαν σε αξία από τους υπόλοιπους υποψήφιους και υπερείχαν όλων σε αρχαιότητα στην παρούσα θέση κατά ένα χρόνο και δύο μήνες, «που θεωρείται σημαντική και προσμετρά στον παράγοντα πείρα και άρα στην αξία και καταλληλότητα των υποψηφίων.». Η Ε.Δ.Υ. δεν παραγνώρισε ότι ορισμένοι άλλοι υποψήφιοι νεώτεροι σε αρχαιότητα διαθέτουν πρόσθετα προσόντα στα οποία δόθηκε η «ανάλογη βαρύτητα», η οποία όμως δεν ήταν δυνατό να κάμψει την υπεροχή των επιλεγέντων «που προηγούνται σε αρχαιότητα, ... δεν υστερούν σε αξία και, επιπλέον, διαθέτουν την υπέρ τους σύσταση του Διευθυντή», παρόλο που οι ίδιοι δεν κατέχουν οποιαδήποτε πρόσθετα προσόντα.
Ως προς τον Χατζηπάκκο, η Ε.Δ.Υ. κατέγραψε επίσης ότι ουδενός υστερούσε σε αξία με έμφαση στις πέντε τελευταίες υπηρεσιακές εκθέσεις, δεν υστερεί σε προσόντα και υπερέχει σε αρχαιότητα. Διαθέτει και Bachelor of Civil Engineering που δεν είναι απαιτούμενο ως πλεονέκτημα ή πρόσθετο προσόν, αλλά είναι σχετικό με τα καθήκοντα και ευθύνες της θέσεις και του δόθηκε «η ανάλογη βαρύτητα».
Καμιά ιδιαίτερη αναφορά δεν έγινε είτε από τον Διευθυντή, είτε από την Ε.Δ.Υ. στην αιτήτρια. Εισηγείται συναφώς η αιτήτρια ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο υπερείχε των ενδιαφερομένων μερών δικαιούμενη σε επιλογή για προαγωγή. Αυτό γιατί ήταν ίσης σε αξία με βάση τις ετήσιες εκθέσεις, διαθέτει κατ΄ υπεροχή, πρόσθετα προσόντα και η μικρή αρχαιότητα των ενδιαφερομένων μερών δεν έπρεπε να επικρατήσει. Η ισοδυναμία όλων, αιτήτριας και τριών ενδιαφερομένων μερών, είναι δεδομένη, αλλά η αιτήτρια κατέχει Bachelor of Business Administration και Master of Public Sector Management. Σ΄ ό,τι αφορά τους Μιχαηλίδη και Ανδρέου αυτοί δεν διαθέτουν μεταπτυχιακό, ενώ ο Χατζηπάκκος έχει το Bachelor of Engineering (Civil Engineering), που δεν είναι σχετικός τίτλος με τα καθήκοντα και ευθύνες της θέσης, και κακώς λήφθηκε υπόψη από την Ε.Δ.Υ., ενώ περαιτέρω ο πρώτος διορισμός του στη θέση του Διοικητικού Λειτουργού έγινε στη βάση του μεταπτυχιακού του, το Master of Business Administration.
Ως προς την αρχαιότητα, η μεγαλύτερη αρχαιότητα του ενός έτους και δύο μηνών κατά τη νομολογία μπορούσε να καμφθεί έναντι των πρόσθετων προσόντων της αιτήτριας, ενώ για τον Χατζηπάκκο, η αρχαιότητα ήταν ασήμαντη και εντελώς οριακή εφόσον αναγόταν στο απώτερο παρελθόν οφειλόμενη σε επτάμιση μήνες σε προηγούμενη θέση, αυτή του Διοικητικού Λειτουργού Α΄ τάξης την ίδια ημερομηνία, 1.6.2005.
Περαιτέρω η σύσταση του Διευθυντή βρισκόταν σε σύγκρουση με τα στοιχεία των φακέλων, η Ε.Δ.Υ. πλανήθηκε ως προς αυτό, ενώ θεώρησε και την κατοχή του Bachelor of Engineering ως πρόσθετο προσόν, ενώ καμιά σχέση δεν έχει με τα καθήκοντα και ευθύνες της θέσης. Τέλος, η Ε.Δ.Υ. ουδεμία αναφορά έκαμε στα πρόσθετα προσόντα της αιτήτριας, αγνοώντας τα πλήρως, εφόσον απλώς ανεφέρθη γενικά στα προσόντα άλλων υποψηφίων χωρίς ιδιαίτερη σύγκριση ή αξιολόγηση.
Τόσο η Ε.Δ.Υ. διά του συνηγόρου της, όσο και τα ενδιαφερόμενα μέρη υποστηρίζουν βεβαίως την ορθότητα της απόφασης προτείνοντας ως νομιμοποιητικό έρεισμα της, την εύλογη άσκηση της εκ μέρους της Ε.Δ.Υ. διακριτικής της ευχέρειας, ότι δεν είχε αποδειχθεί εκ μέρους της αιτήτριας έκδηλη υπεροχή και ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη είχαν επιλεγεί μέσα από μια καθόλα νόμιμη και ορθή διαδικασία με αναγωγή στα κριτήρια της αξίας, των προσόντων και της αρχαιότητας, όπως τα έχει καθορίσει η νομολογία.
Η ανάλυση είναι πρόσφορο να αρχίσει με τη σύγκριση της αιτήτριας έναντι των ενδιαφερομένων μερών Μιχαηλίδη και Ανδρέου. Η αξία των τριών αυτών ατόμων είναι ισοδύναμη, με παραπομπή στα δεδομένα που προκύπτουν από τις τελευταίες υπηρεσιακές εκθέσεις που λήφθηκαν υπόψη και αυτό δεν αμφισβητείται από την αιτήτρια. Επίσης δεν αμφισβητείται με οποιοδήποτε τρόπο η αρχαιότητα των Μιχαηλίδη και Ανδρέου έναντι της αιτήτριας κατά ένα έτος και δύο μήνες, έχοντας προαχθεί στην προηγούμενη θέση του Διοικητικού Λειτουργού Α΄ την 1.4.2004, ενώ η αιτήτρια την 1.6.2005. Αυτά τα δεδομένα αναφέρθηκαν ορθά και από τον Διευθυντή και από την Ε.Δ.Υ. κατά την επιλογή της, και δεν υπάρχει επ΄ αυτών οποιοδήποτε πρόβλημα ή σύγκρουση με τους φακέλους.
Παραμένει προς εξέταση λοιπόν η διαφορά στα προσόντα σε συστάθμιση με την αρχαιότητα. Εδώ έγκειται το πρόβλημα κατά την αιτήτρια. Αυτή διαθέτει πέραν του βασικού της πτυχίου Bachelor of Business Administration με το οποίο διορίστηκε στη θέση του Διοικητικού Λειτουργού, και Master of Public Sector Management, το οποίο ως πρόσθετο προσόν είχε ληφθεί υπόψη από την Ε.Δ.Υ. έστω με γενικότητα και χωρίς ιδιαίτερη αναφορά στο όνομα της αιτήτριας. Μόνη αναφορά ήταν από την Ε.Δ.Υ. στην αρχή του σκεπτικού της και πριν τη σύσταση του Διευθυντή, ότι προάξιμοι είναι διάφοροι υποψήφιοι με αναφορά στον αύξοντα αριθμό τους μεταξύ των οποίων και ο αριθμός 14, εφόσον θεωρήθηκαν προάξιμοι οι υποψήφιοι με αριθμό «2 έως 19». Την ίδια αναφορά έκαμε και ο Διευθυντής.
Η θέση του Ανώτερου Διοικητικού Λειτουργού προϋποθέτει ως προσόντα την τριετή πείρα στη θέση Διοικητικού Λειτουργού Α΄ και την ακεραιότητα χαρακτήρα, οργανωτική και διοικητική ικανότητα κλπ. Το πρώτο πτυχίο της η αιτήτρια το έλαβε το 1985 και μ΄ αυτό θεωρείται ότι διορίστηκε στις 20.4.1993 ως Διοικητική Λειτουργός, προαχθείσα σε Διοικητικό Λειτουργό Α΄ την 1.6.2005. Το Master in Public Sector Management το έλαβε στις 28.7.2011 και επομένως ήταν το μόνο πρόσθετο μη απαιτούμενο προσόν που κατείχε κατά την απόφαση πλήρωσης της θέσης στις 11.10.2012 (Παράρτημα 2 στην ένσταση) και κατά τις 17.1.2013 όταν αποφασίστηκε η προαγωγή (Παράρτημα 3). Έναντι αυτού του πρόσθετου προσόντος, οι Μιχαηλίδης και Ανδρέου δεν διέθεταν οτιδήποτε πέραν του βασικού πανεπιστημιακού τους προσόντος στη βάση του οποίου και διορίστηκαν ως διοικητικοί λειτουργοί, ήτοι, Δίπλωμα Δημοσίου Δικαίου και Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Αθηνών για τον πρώτο και Δίπλωμα Πολιτικών Επιστημών και Δημόσιας Διοίκησης του Πανεπιστημίου Αθηνών για τον δεύτερο.
Η νομολογία έχει σαφώς καθορίσει ότι προσόν εφόσον είναι σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης λαμβάνεται υπόψη συνεκτιμούμενο με τα υπόλοιπα στοιχεία κρίσης υπό την προϋπόθεση ότι τηρούνται δύο προϋποθέσεις: η βαρύτητα που αποδίδεται σ΄ αυτό να μην είναι υπερβολική ώστε να φθάνει στο σημείο έκδηλης υπεροχής, ενώ ταυτόχρονα να μην είναι και εντελώς οριακή όπως θα ήταν αν το προσόν δεν είχε σχέση με τα καθήκοντα της θέσης. Σ΄ αυτά τα όρια, το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει στην κρίση και αξιολόγηση των διαφόρων παραγόντων, (Πούρος ν. Χατζηστεφάνου (2001) 3 Α.Α.Δ. 374). Το σχέδιο υπηρεσίας δεν καθορίζει κανένα προσόν ως πρόσθετο, ούτε ως πλεονέκτημα. Επομένως οποιοδήποτε προσόν πέραν της κατοχής της τριετούς πείρας λαμβάνεται υπόψη ανάμεσα στα δύο αυτά όρια. Και αυτό ακριβώς έπραξε εδώ η Ε.Δ.Υ. Έλαβε υπόψη το προσόν της αιτήτριας (ή προσόντα κατ΄ αυτήν - δεν έχει διαφορά), και του έδωσε την «ανάλογη βαρύτητα», φράση που όπως ειπώθηκε στην πρόσφατη νομολογία (Έλλη Τρύφωνος ν. Δημοκρατίας (2010) 3 Α.Α.Δ. 377 και Λοΐζος Παναγή ν. Δημοκρατίας (2011) 3 Α.Α.Δ. 639), χρησιμοποιείται συχνά και σταθερά από την Ε.Δ.Υ. και δίδει το στίγμα του δεδομένου ότι λήφθηκε υπόψη το προσόν, χωρίς να είναι ανάγκη να εξειδικεύεται περαιτέρω ως προς την έννοια της, (Κυριάκος Παρτάσης ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 1617/2007, ημερ. 9.12.2008). Σημασία έχει η αποκάλυψη από το σκεπτικό και το τηρηθέν πρακτικό της Ε.Δ.Υ., ότι το προσόν εκτιμήθηκε δεόντως, (Γρηγορίου ν. Δημοκρατίας (2007) 3 Α.Α.Δ. 275 και Αντούνα ν. Κυπριακού Πρακτορείου Ειδήσεων, υπόθ. αρ. 547/2007, ημερ. 9.7.2008).
Η στάθμιση τώρα του προσόντος ή προσόντων της αιτήτριας, έναντι της αρχαιότητας του ενός έτους και δύο μηνών των Μιχαηλίδη και Ανδρέου εναπόκειτο στην Ε.Δ.Υ., η οποία ενήργησε εντός των ευλόγων ορίων της διακριτικής της ευχέρειας στο θέμα. Η αρχαιότητα ήταν αρκετή για να μην θεωρηθεί, στα δεδομένα πάντοτε της υπό κρίση υπόθεσης, αμελητέα ή οριακή ώστε η αιτήτρια να θεωρηθεί ότι υπερείχε γενικώς των δύο αυτών ενδιαφερομένων μερών. Η αρχαιότητα αποτελεί θεσμοθετημένο κριτήριο και λαμβάνεται υπόψη στην αναζήτηση του καταλληλότερου υποψηφίου προς προαγωγή. Έχει καθοριστεί ότι αρχαιότητα 18, ακόμη και 11 μηνών, είναι σημαντική, (Παρτάσης ν. Δημοκρατίας - ανωτέρω - Ιωσηφίδης ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 410, σελ. 418 και Ειρήνη Χριστοδούλου ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 164). Η Ε.Δ.Υ. δεν διέπραξε κανένα λάθος στο να κρίνει ότι το προσόν της αιτήτριας δεν μπορούσε να «υπεροκοντίσει» την υπεροχή των δύο ενδιαφερομένων μερών που προηγούνταν σε αρχαιότητα, δεν υστερούσαν σε αξία και είχαν υπέρ τους και τη σύσταση του Διευθυντή, η οποία στο ζήτημα ήταν ορθή και σε συνέπεια με τους υπηρεσιακούς φακέλους.
Είναι διαφορετική όμως η περίπτωση της συγκριτικής εικόνας μεταξύ αιτήτριας και ενδιαφερομένου μέρους Χατζηπάκκου. Ο τελευταίος δεν υπερτερεί στην ουσία σε αρχαιότητα έναντι της αιτήτριας εφόσον προάχθηκαν την ίδια ημέρα στη θέση του διοικητικού λειτουργού Α΄, την 1.6.2005, και το προβάδισμα του σε αρχαιότητα ανάγεται στην προ-προηγούμενη θέση κατά 7 περίπου μήνες έχοντας διοριστεί την 1.9.1992 ως διοικητικός λειτουργός, έναντι της αιτήτριας που διορίστηκε στην ίδια θέση στις 20.4.1993. Αυτού του είδους αρχαιότητα έχει νομολογηθεί ως ήσσονος σημασίας που ενδεχομένως να αποκτά κάποια οριακή αξία εάν όλα τα υπόλοιπα κριτήρια είναι ίσα, (Δημοκρατία ν. Χρίστου (1991) 3 Α.Α.Δ. 56, Θεοδώρα Δημητρίου ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 376/2011, ημερ. 17.7.2012 και Χατζηχάννα ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 917/2000, ημερ. 18.1.2002).
Ως προς την αξία υπάρχει ισοδυναμία στα τελευταία έτη χωρίς προβάδισμα του ενός έναντι του άλλου.
Εκεί που εντοπίζεται πρόβλημα είναι όντως στην κρίση του Διευθυντή και της Ε.Δ.Υ., ότι ο Χατζηπάκκος έχει πρόσθετο προσόν συναφές με τα καθήκοντα της θέσης. Ο Διευθυντής ανέφερε στη σύσταση του με γενικότητα ότι ο Χατζηπάκκος κατέχει πρόσθετο προσόν ή προσόντα (η αναφορά ήταν γενικευμένη και αόριστη εφόσον ο Διευθυντής μίλησε ταυτόχρονα για τρεις υποψήφιου,ς την Τσίνικολα, τον Θεοφάνους και τον Χατζηπάκκο), θεωρώντας και πάλι με γενικότητα και αοριστία ότι τα πρόσθετα αυτά προσόντα «.. λαμβάνονται υπόψη, αφού μπορούν να τους βοηθήσουν κατά την εκτέλεση των καθηκόντων της ανώτερης θέσης.». Πώς και γιατί παραμένει άγνωστο και βεβαίως αναιτιολόγητο. Η ίδια η Ε.Δ.Υ. εξειδίκευσε στο τέλος του σκεπτικού της ότι διαθέτει το Bachelor of Engineering (Civil Engineering), που αν και δεν αποτελεί πλεονέκτημα, ούτε πρόσθετο προσόν, εντούτοις είναι «σχετικό με τα καθήκοντα και τις ευθύνες της υπό πλήρωση θέσης και του δόθηκε η ανάλογη βαρύτητα.».
Η Ε.Δ.Υ. αποδέχεται στην ουσία τη θέση της αιτήτριας ότι το προσόν που λήφθηκε υπόψη ήταν μόνο αυτό του Bachelor of Engineering, και κατ΄ επέκταση ότι όντως κατά τον πρώτο διορισμό του Χατζηπάκκου λήφθηκε υπόψη το Master of Business Administration. Οι δικηγόροι του Χατζηπάκκου θεωρούν ότι οποιοδήποτε προσόν περά των τριών ετών πείρας στην προηγούμενη θέση θεωρείται ως προσόν που λαμβάνεται υπόψη, άρα ομιλούν για δύο προσόντα τόσο, δηλαδή, του Bachelor, όσο και του Master. Η Ε.Δ.Υ. όμως έλαβε υπόψη μόνο το Bachelor και επομένως αυτό και μόνο είναι υπό συζήτηση και αναθεώρηση. Η Ε.Δ.Υ. το έλαβε υπόψη ως «σχετικό με τα καθήκοντα και τις ευθύνες της υπό πλήρωση θέσης και του δόθηκε η ανάλογη βαρύτητα».
Τα καθήκοντα και ευθύνες του Ανώτερου Διοικητικού Λειτουργού σύμφωνα με το ΣΥ 15/94, Παράρτημα 5 στην ένσταση, καθορίζονται να είναι ως εξής: (α) σε περίπτωση τοποθέτησης σε Υπουργείο, Τμήμα, Υπηρεσία ή Γραφείο, η προσφορά βοήθειας προς τον οικείο Γενικό Διευθυντή ή τον οικείο Προϊστάμενο στα καθήκοντα του, όπου δεν υπάρχει Πρώτος Διοικητικός Λειτουργός και ο συντονισμός ενός ή περισσότερων κλάδων εργασίας σε σχέση με τις αρμοδιότητες του οικείου Υπουργείου, Τμήματος, Υπηρεσίας ή Γραφείου όπου τοποθετείται. (β) Σε περίπτωση τοποθέτησης στην Επαρχιακή Διοίκηση, τότε ο Ανώτερος Διοικητικός Λειτουργός εκτελεί καθήκοντα Βοηθού Επάρχου, και περιλαμβάνουν βοήθεια προς τον Έπαρχο για την οργάνωση, διοίκηση και αποτελεσματική λειτουργία των γραφείων της Επαρχιακής Διοίκησης. (γ) Σε περίπτωση τοποθέτησης στην Υπηρεσία Εγγραφής τότε εκτελεί καθήκοντα λειτουργού εγγραφής όπως καθορίζονται στον περί Εγγραφής των Κατοίκων Νόμο. Είναι υπεύθυνος για την οργάνωση, διοίκηση και αποτελεσματική λειτουργία της Υπηρεσίας και τη διασφάλιση της ορθής εφαρμογής της κυβερνητικής πολιτικής και υποβάλλει εισηγήσεις πάνω σε σχετικά με τις αρμοδιότητες της Υπηρεσίας θέματα. (δ) Εκτελεί οποιαδήποτε άλλα καθήκοντα του ανατεθούν.
Ο συνήγορος της Ε.Δ.Υ. στην αγόρευση του αναλώνει πολλές σελίδες για να προωθήσει το επιχείρημα ότι ο Χατζηπάκκος είναι από τις 17.5.1993 τοποθετημένος στην Επαρχιακή Διοίκηση Λευκωσίας και βοηθά τον Έπαρχο στην άσκηση των αρμοδιοτήτων του. Λέγει συναφώς ότι οι εξουσίες και αρμοδιότητες κάθε Επάρχου περιλαμβάνουν σύμφωνα με τον περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμο, Κεφ. 96, θέματα άμεσα σχετικά με την πολιτική μηχανική εφόσον αρμόδια αρχή, σύμφωνα με το Κεφ. 96, είναι ο Έπαρχος, ενώ από τα άρθρα 3, 4, 6, 7, 8, 9, 15, 15Α προκύπτει ότι η Επαρχιακή Διοίκηση ασχολείται με τη χορήγηση αδειών σε αιτήσεις για οικιστική ανάπτυξη, χρήση και μετατροπή οικοδομών, διαίρεση υποστατικών, κατεδαφίσεις, χώροι στάθμευσης, ύψος ορόφων, μετατροπές και προσθήκες, φρεάτια, σηπτικές δεξαμενές, λύματα, εξαερισμό, κλπ, για τα οποία είναι απαραίτητη η γνώση της πολιτικής μηχανικής. Περαιτέρω, άλλοι Νόμοι όπως ο περί Αρδευτικών Τμημάτων (Χωριά) Νόμος, Κεφ. 342, και ο περί Αποχετευτικών Συστημάτων Νόμος αρ. 1/1971, επίσης δίνουν συναφή αρμοδιότητα στον Έπαρχο ο οποίος βοηθείται στην εφαρμογή τους από άτομα με γνώσεις πολιτικής μηχανικής όπως ο Χατζηπάκκος, ο οποίος είναι προϊστάμενος του Κλάδου Οικοδομών της Επαρχιακής Διοίκησης Λευκωσίας από το 1999, όπως φαίνεται από τις ετήσιες υπηρεσιακές του εκθέσεις. Τη θέση αυτή της Ε.Δ.Υ., ασπάζονται πλήρως και οι συνήγοροι του Χατζηπάκκου, οι οποίοι μάλιστα προχωρούν να εισηγηθούν ότι στην ουσία η αντιμετώπιση του τίτλου του Bachelor of Engineering είναι άσχετη με το ζήτημα της προαγωγής εφόσον το σχέδιο υπηρεσίας θέτει ως μόνο προαπαιτούμενο προσόν την τριετή πείρα στη θέση του Διοικητικού Λειτουργού Α΄. Άρα το Bachelor είναι απλώς ένα πρόσθετο προσόν και ως τέτοιο λήφθηκε ορθά υπόψη από την Ε.Δ.Υ.
Με όλη την εκτίμηση, τα επιχειρήματα των συνηγόρων τόσο της Ε.Δ.Υ., όσο και του Χατζηπάκκου, δεν ευσταθούν. Δεν είναι διά της αγορεύσεως που θα καταστεί συναφές με τη θέση το προσόν του Bachelor of Engineering, ούτε και με την ανάλυση, εξαντλητική μάλιστα, στην οποία προβαίνει η Δημοκρατία ως προς τα καθήκοντα που έχει ένας Έπαρχος και οι διάφοροι νόμοι οι οποίοι εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του προς εκτέλεση. Το όλο ζήτημα έπρεπε να αποτελέσει αντικείμενο εξέτασης και απόφασης από την ίδια την Ε.Δ.Υ. ως διοικητικό όργανο. Αυτό προϋποθέτει βεβαίως έρευνα και αιτιολογία. Ούτε η μια, ούτε η άλλη υπάρχει στην υπό κρίση αναθεώρηση της Ε.Δ.Υ. Η απλή καταγραφή της θέσης ότι το Bachelor of Engineering είναι συναφές με τα καθήκοντα της θέσης και τις ευθύνες αυτής στην απουσία κάποιας ιδιαίτερης αναφοράς στο σχέδιο υπηρεσίας, δεν επαρκεί. Δεν εξηγείται ποσώς ο λόγος για τον οποίο η Ε.Δ.Υ. θεώρησε σχετικό το προσόν αυτό. Το σχέδιο υπηρεσίας δεν το αναφέρει, ούτε το καθορίζει. Η θέση είναι Ανώτερου Διοικητικού Λειτουργού με καθήκοντα και ευθύνες πρωτίστως διοικητικής φύσεως. Πώς υπεισέρχονται στην εικόνα καθήκοντα και ευθύνες στον κλάδο της πολιτικής μηχανικής, δεν εξηγείται.
Παρατηρείται άλλωστε και αυτό αποτελεί δικαστική γνώση, ότι από την επίσημη ιστοσελίδα του Υπουργείου Εσωτερικών στο οποίο υπάγονται όλες οι Επαρχιακές Διοικήσεις και την στελέχωση της Επαρχιακής Διοίκησης Λευκωσίας, υπάρχει σ΄ αυτήν διορισμένος Ανώτερος Πολιτικός Μηχανικός, άλλοι τρεις Πολιτικοί Μηχανικοί, αλλά και αριθμός Τεχνικών Μηχανικών. Το επιχείρημα είναι επίσης και ανακόλουθο διότι μπορεί ο Ανώτερος Διοικητικός Λειτουργός να τοποθετηθεί σε Υπουργείο, Τμήμα κλπ ή στην Υπηρεσία Εγγραφής με αποτέλεσμα το ίδιο προσόν του Bachelor of Engineering να μην είναι σχετικό με τα καθήκοντα και ευθύνες της θέσης. Αλλά η θέση είναι μια και είναι η ίδια, όπου και αν τοποθετείται κάποιος. Και δεν είναι λογικό στην μια περίπτωση να αποτελεί πρόσθετο προσόν και στην άλλη, όχι.
Προκύπτει επομένως πρόβλημα και λόγος ακυρότητας εκ των ανωτέρω. Όπως είναι θεμελιωμένο, δεν μπορούν οι αγορεύσεις να υποκαταστήσουν τη δέουσα έρευνα ή την αιτιολογία ως προς το κατά πόσο υποψήφιος είναι ή όχι κάτοχος προσόντος ή κατά πόσο πείρα που καθορίζεται σε σχέδιο υπηρεσίας, πράγματι κατέχεται, (Περικλέους ν. Δημοκρατίας (2011) 3 Α.Α.Δ. 674). Η νομολογία επιβάλλει την διερεύνηση της κατοχής πρόσθετων προσόντων στο αρμόδιο διοικητικό όργανο, (Χριστοφίδου ν. Δημοκρατίας (2010) 3 Α.Α.Δ. 80). Έρευνα όμως πρέπει να υπάρχει και τα αποτελέσματα της να καταγράφονται ως αιτιολογία που να εξηγεί γιατί το διοικητικό όργανο θεώρησε σχετικό με τη θέση συγκεκριμένο προσόν.
Η Ε.Δ.Υ. είναι υποχρεωμένη να προβαίνει σε ειδική αναφορά στα ακαδημαϊκά προσόντα που η ίδια θεωρεί ότι πληρούν ακόμη και τις βασικές απαιτήσεις του σχεδίου υπηρεσίας και όχι να αναφέρεται στο ζήτημα με γενικότητα, (Δημοκρατία ν. Λοϊζίδου-Pouradier Duteil (2008) 3 Α.Α.Δ. 311). Είναι αναγκαίο να καθορίζεται η σχετικότητα πρόσθετου ακαδημαϊκού προσόντος μη προβλεπόμενου από το οικείο σχέδιο υπηρεσίας, (Κοτζιάπασσης κ.ά. ν. Οικονομίδη (2007) 3 Α.Α.Δ. 200). Και αυτό προϋποθέτει έρευνα, (Πασχαλίδου ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 1955/2008, ημερ. 2.10.2013 και Σιαμπαρτά ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 417/2010, ημερ. 4.10.2012). Και βεβαίως και σχετική αιτιολογημένη επί τούτου απόφαση, (Καφά ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 444/2010, ημερ. 12.4.2011).
Έχοντας υπόψη τα ανωτέρω, διαπιστώνεται πλάνη, έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογία, τόσο από τον Διευθυντή, όσο και από την Ε.Δ.Υ., σε ό,τι αφορά τη συγκριτική υπεροχή του Χατζηπάκκου, έναντι της αιτήτριας. Με πλάνη ως προς την ύπαρξη υπέρ του Χατζηπάκκου πρόσθετου προσόντος και με μόνη την απομακρυσμένη αρχαιότητα υπέρ του, η απόφαση για τη δική του προαγωγή έρχεται σε αντίθεση με τα στοιχεία των φακέλων και η σύσταση του Διευθυντή πάσχει. Έπεται ότι και η απόφαση της Ε.Δ.Υ. λήφθηκε κατά πλάνη.
Η προσφυγή απορρίπτεται έναντι των ενδιαφερομένων μερών Χαράλαμπου Μιχαηλίδη και Ευαγόρα Ανδρέου, αλλά επιτυγχάνει όσον αφορά το ενδιαφερόμενο μέρος Ανδρέα Χατζηπάκκου.
Η προσβαλλόμενη πράξη ακυρώνεται με βάση το Άρθρο 146.4(β) ως προς το πιο πάνω ενδιαφερόμενο μέρος.
Υπό το φως της πιο πάνω κατάληξης τα έξοδα επιδικάζονται υπέρ της αιτήτριας και εναντίον των καθ΄ ων μειωμένα κατά το ήμισυ.
Στ. Ναθαναήλ,
Δ.
/ΕΘ