ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Λιάτσος, Αντώνης Ανδρέας Χάσικος, για τους Αιτητές Διονύσης Καλλίγερος, Δικηγόρος της Δημοκρατίας εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ΄ων η Αίτηση CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2014-04-07 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΜΗΛΙΑ ΣΩΖΟΥ ΛΙΜΙΤΕΔ κ.α. ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΗΣΕΩΣ ΛΑΡΝΑΚΑΣ κ.α., Υπόθεση Αρ.5815/2013, 7/4/2014 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2014:D245

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ                    

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

                                        (Υπόθεση Αρ.5815/2013)

 

7 Απριλίου, 2014

 

[ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

1.    ΜΗΛΙΑ ΣΩΖΟΥ ΛΙΜΙΤΕΔ

2.    ΣΑΒΒΑΣ ΣΑΒΒΟΥΛΛΑΣ

3.    ΧΑΡΟΥΛΛΑ ΚΟΥΤΣΟΥ

                                                            Αιτητών

-        ΚΑΙ   -

 

1.      ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΗΣΕΩΣ ΛΑΡΝΑΚΑΣ

2.      ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

                                                                      Καθ΄ων η αίτηση

        -----------------------------------

 

Ανδρέας Χάσικος, για τους Αιτητές

Διονύσης Καλλίγερος, Δικηγόρος της Δημοκρατίας εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ΄ων η Αίτηση

Λάκης Χριστοδούλου μαζί με την Μαρία Αντωνίου (κα), για Ενδιαφερόμενο Μέρος

 

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ

 

ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.:    Η      προσφυγή έχει υποβληθεί εναντίον της απόφασης της Καθ΄ης η αίτηση 1, ημερομηνίας 26/3/2013, μέσω της οποίας χορηγήθηκε στο Ενδιαφερόμενο Μέρος πολεοδομική άδεια για την ανέγερση πρατηρίου πώλησης πετρελαιοειδών στην Τόχνη.

 

Ο πρώτος Αιτητής είναι ιδιοκτήτης ανάλογης επιχείρησης, που βρίσκεται επί της διασταύρωσης του κύριου δρόμου Καλαβασού-Ζυγίου, και οι δύο άλλοι Αιτητές είναι ιδιοκτήτες οικιών και αγροτεμαχίων, τα οποία βρίσκονται «σε μικρή απόσταση απέναντι της υπό αναφορά ανάπτυξης, όπου δόθηκε πολεοδομική άδεια για ανέγερση πρατηρίου πετρελαιοειδών».

 

Σύμφωνα με τα αναντίλεκτα γεγονότα, το Ενδιαφερόμενο Μέρος υπέβαλε στις 6/2/2009 αίτηση στο Επαρχιακό Γραφείο Πολεοδομίας Λάρνακας για χορήγηση της επίδικης πολεοδομικής άδειας.  Η εν λόγω αίτηση απορρίφθηκε στις 4/8/2010 και το Ενδιαφερόμενο Μέρος προχώρησε στην υποβολή ιεραρχικής προσφυγής.  Η αρμόδια Υπουργική Επιτροπή αποφάσισε ομόφωνα, αφού προηγουμένως έλαβε τις απόψεις του Έπαρχου Λάρνακας και του Κοινοτικού Συμβουλίου Τόχνης,  να αποδεχθεί την ιεραρχική προσφυγή και εξουσιοδότησε την Πολεοδομική Αρχή να επανεξετάσει την αίτηση του Ενδιαφερόμενου Μέρους και να χορηγήσει την πολεοδομική άδεια με όρους.  Τελικά, στις 26/3/2013, η Πολεοδομική Αρχή αποφάσισε να χορηγήσει τη σχετική πολεοδομική άδεια, γεγονός το οποίο πληροφορήθηκαν οι Αιτητές στις 24/5/2013.

 

Ηγέρθη εκ μέρους των Καθ΄ων η αίτηση, υπό τύπο προδικαστικής ένστασης, ότι οι Αιτητές στερούνται εννόμου συμφέροντος καταχώρησης και προώθησης της παρούσας προσφυγής.   Το ζήτημα αυτό, λόγω της καταλυτικής του σημασίας, εκδικάστηκε προδικαστικά και συνιστά το αντικείμενο της ενδιάμεσης αυτής απόφασης.

 

Εισηγήθηκε ο ευπαίδευτος συνήγορος των Καθ΄ων η αίτηση ότι από μόνη της η ιδιότητα του επαγγελματία-ανταγωνιστή ή των ιδιοκτητών γειτονικών ακινήτων, δεν αρκεί για την στοιχειοθέτηση έννομου συμφέροντος προσβολής πράξεως όπως η επίδικη.  Έθεσε, συνακόλουθα, ότι οι Αιτητές στερούνται έννομου συμφέροντος και, ως αποτέλεσμα, η παρούσα προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη. Ταυτόσημη ήταν και η προσέγγιση των ευπαίδευτων συνηγόρων για το Ενδιαφερόμενο Μέρος, οι οποίοι, προεκτείνοντας, εισηγήθηκαν ότι οι Αιτητές δεν έχουν αποδείξει οποιονδήποτε δυσμενή επηρεασμό των δικαιωμάτων τους και, επομένως, δεν έχουν πιθανολογήσει την ύπαρξη του έννομου συμφέροντός τους για να νομιμοποιούνται να προσβάλλουν την επίδικη απόφαση.

 

Αντίθετη, βεβαίως, ήταν η προσέγγιση του ευπαίδευτου συνηγόρου των Αιτητών.  Έθεσε ότι οι Αιτητές έχουν άμεσο και προσωπικό έννομο συμφέρον στην καταχώρηση της προσφυγής γιατί επηρεάζονται δυσμενώς τα υλικά τους συμφέροντα.  Εξειδικεύοντας, ανέφερε, ως προς τον πρώτο Αιτητή, ότι θα επηρεαστεί δραματικά ο κύκλος εργασιών του πρατηρίου του λόγω της γειτνίασής του, στα 1600 μέτρα, με την καθαρά ανταγωνιστική ανάπτυξη που καλύπτει η προσβαλλόμενη πράξη.  Σε σχέση, δε, με τους δύο άλλους Αιτητές, ανέφερε ότι η μικρή απόσταση που χωρίζει τα κτήματα τους από την προτεινόμενη ανάπτυξη, οδηγεί σε μείωση της αξίας των υπό αναφορά ακινήτων και δημιουργούνται κίνδυνοι μόλυνσης των υπογείων ή επιφανειακών υδάτινων πόρων και/ή κίνδυνοι στην οδική ασφάλεια στην περιοχή, όχληση και επηρεασμός των ανέσεών τους.

 

Είναι παγιωμένη αρχή του Διοικητικού Δικαίου ότι ο προσφεύγων θα πρέπει να έχει έννομο συμφέρον, τόσο κατά τον χρόνο έκδοσης της προσβαλλόμενης διοικητικής πράξης, όσο και στον χρόνο καταχώρησης και ακρόασης της προσφυγής.  Συμφέρον, το οποίο, εκτός από έννομο, θα πρέπει να είναι προσωπικό, άμεσο, ενεστώς και συγκεκριμένο. Το έννομο συμφέρον συνιστά προϋπόθεση του παραδεκτού της αίτησης και η απόδειξη ειδικής έννομης σχέσης του αιτούντα με την προσβαλλόμενη πράξη, τέτοιας που να εξατομικεύει την προσβολή που αυτός υφίσταται στα δικαιώματα και έννομα συμφέροντά του, υπό συγκεκριμένη ιδιότητα, είναι απαραίτητη.  Δικαίωμα δικαστικής αμφισβήτησης της νομιμότητας των πράξεων της εκτελεστικής εξουσίας έχουν οι διοικούμενοι στην περίπτωση και μόνο που καταδείξουν ότι υφίσταται ιδιαίτερος έννομος δεσμός ανάμεσα σε αυτούς και σε μια εκτελεστή διοικητική πράξη.   Είναι, ακριβώς, το έννομο συμφέρον, στο οποίο ενυπάρχει ο ιδιαίτερος έννομος δεσμός και η πρόκληση άμεσης ατομικής βλάβης στον διοικούμενο, που δικαιολογεί την αμφισβήτηση εκ μέρους του της νομιμότητας της πράξης της Διοίκησης.  Διαφορετικά, θα μετατρεπόταν η αίτηση ακύρωσης σε actio popularis, δηλαδή «λαϊκή αγωγή».

 

Προσφυγή εναντίον άδειας οικοδομής είναι παραδεκτή μόνο αν ο αιτητής επηρεάζεται δυσμενώς από αυτή (Kritiotis v. Municipality of Paphos and Others, (1986) 3 C.L.R. 322, 342-343). 

 

Ο πρώτος Αιτητής επικαλείται ύπαρξη έννομου συμφέροντος ως ιδιοκτήτης πρατηρίου πώλησης πετρελαιοειδών που βρίσκεται σε απόσταση 1600 μέτρων από την επίδικη ανάπτυξη.  Η Νομολογία αποδέχεται το έννομο συμφέρον των ανταγωνιστών. (Grangwood Trading Ltd. κ.α. v. Υπεραγοράς Χρ. Θεοδώρου Λτδ κ.α. (2006) 3 A.A.Δ. 329).  Υπό την αίρεση, όμως, απόδειξης των βλαπτικών συνεπειών.  Κατάδειξης, δηλαδή, του επηρεασμού των στενότερων συμφερόντων τους από την έκδοση της επίδικης πράξης.  Ο πρώτος Αιτητής έφερε το βάρος πιθανολόγησης του έννομου συμφέροντος προσβολής της επίδικης πράξης, παρουσιάζοντας συγκεκριμένα στοιχεία.  Όφειλε να καταδείξει με ποιόν τρόπο η επίδικη ανάπτυξη θα επηρέαζε δυσμενώς τα δικά του συμφέροντα.  Ιδιαίτερα, λόγω της αμφισβήτησης που προέκυψε, τόσο ως προς την απόσταση μεταξύ των δύο πρατηρίων, όσο και σε σχέση με τις διαφορετικές περιοχές που θα εξυπηρετούν οι δύο αυτές επιχειρήσεις.  Με δεδομένες τις διαφορετικές προσεγγίσεις ως προς τα γεγονότα, το βάρος ενέπιπτε στους ώμους του Αιτητή, βάρος το οποίο δεν απέσεισε, αφού καμία σχετική μαρτυρία δεν παρουσίασε. 

 

Επιπρόσθετα, το όλο ζήτημα της ύπαρξης έννομου συμφέροντος ανταγωνιστών και της νομιμοποίησής τους στην άσκηση προσφυγής, καθώς επίσης και η προηγούμενη σχετική νομολογία, θα πρέπει να αντικρίζεται, πλέον, και υπό το φως της ψήφισης του περί της Προστασίας του Ανταγωνισμού Νόμου του 2008, Ν.13(Ι)/2008, σκοπός του οποίου είναι η ρύθμιση και προστασία του ελεύθερου ανταγωνισμού στη Δημοκρατία και η εφαρμογή της πράξης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο «Κανονισμός (ΕΚ) αρ. 1/2003, για την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού  που προβλέπονται στα άρθρα 81 και 82 της Συνθήκης».  Όπως εντοπίζεται σχετικά στην Υπόθεση Αρ. 1260/2007, Μαρία Παφίτη Λτδ κ.α. v. Δήμου Πόλης Χρυσοχούς κ.α., ημερομηνίας 26/3/2009, ο απλός χαρακτηρισμός κάποιου ως ανταγωνιστή δεν θα πρέπει πλέον να εκλαμβάνεται ως αρκετός «για να του δίδει έννομο συμφέρον να αμφισβητεί τη δημιουργία μιας νέας επιχείρησης.  Αν η νέα επιχείρηση λειτουργεί με τρόπο που παραβιάζονται οι πρόνοιες του εν λόγω νόμου, μπορούν τότε οι Αιτητές να απευθυνθούν στο δικαστήριο για θεραπεία».  Όπως, δε, εντοπίζεται στην Υπόθεση Αρ. 173/1994, Κάτια Αντωνίου v. Δημοκρατίας κ.α., ημερομηνίας 22/8/1995:

 

«Όπως  υποδεικνύεται  στην  πρόσφατη   απόφασή   μας  K. and M. (Transport) Ltd κ.α. v. Αναθεωρητής Αρχής Αδειών (1995) 3 Α.Α.Δ. 225, ο επηρεασμός οικονομικού συμφέροντος του προσφεύγοντα από την έκδοση διοικητικής απόφασης, δεν καθιστά αφεαυτού παραδεκτή την προσφυγή.  Το συμφέρον το οποίο θίγεται πρέπει να έχει νομικό έρεισμα.  Δηλαδή, να εκπορεύεται από το Νόμο.  Ο Νόμος δεν παρέχει δικαίωμα στους ιδιοκτήτες φαρμακείων για αποκλεισμό του ανταγωνισμού στην περιοχή όπου λειτουργεί το φαρμακείο τους ή σε οποιαδήποτε άλλη περιοχή.  Το συμφέρον το οποίο επικαλείται η αιτήτρια στερείται νομικού ερείσματος.»

 

Η αποτυχία, ως εκ τούτου, πιθανολόγησης έννομου συμφέροντος δεν επιτρέπει την προώθηση της προσφυγής εκ μέρους του συγκεκριμένου Αιτητή.

 

Το έννομο συμφέρον περιοίκου να προσφύγει εναντίον της έκδοσης άδειας για ανέγερση οικοδομής έχει επίσης νομολογιακά αναγνωρισθεί.  Η ιδιότητα όμως του γείτονα, ήτοι η απλή γειτνίαση, δεν είναι από μόνη της αρκετή προς θεμελίωση έννομου συμφέροντος προσβολής της εκδοθείσας εκτελεστής πράξης.  Θα πρέπει να αποδείξει ο προσφεύγων ότι έχουν παραβλαφθεί και τα στενότερα συμφέροντά του. Δεν είναι ικανοποιητική για τη θεμελίωση έννομου συμφέροντος αιτούντος η ιδιότητα απλά και μόνο του κατοίκου της περιοχής ή, γενικά, του γείτονα, αλλά του περίοικου, ο οποίος και θίγεται κατά τρόπο άμεσο, συγκεκριμένο και αναμφισβήτητο (Thanos Club Hotels Ltd v. Επιστημονικού Τεχνικού Επιμελητηρίου Κύπρου (2000) 3 Α.Α.Δ. 323).   

 

Η μόνη σχετική μαρτυρία που υπάρχει είναι ότι οι Αιτητές 2 και 3 είναι ιδιοκτήτες παρακείμενων οικιών και ακινήτων, τα οποία βρίσκονται σε μικρή απόσταση και απέναντι της υπό αναφορά ανάπτυξης. Η μαρτυρία αυτή, αφ΄εαυτής, ούτε πιθανολογεί, ούτε και καταδεικνύει επηρεασμό. Είναι γενική και αόριστη και δεν εξειδικεύει επαρκώς το έννομο συμφέρον.   Ως μετέωρη, εναποθέτει το βάρος στο Δικαστήριο να προβεί σε εκτιμήσεις και εικασίες ως προς το όλο φάσμα του επηρεασμού.  Συνεπώς, ούτε οι εν λόγω Αιτητές απέδειξαν πώς θα επηρεαστούν ή θα θιγούν τα στενότερα συμφέροντά τους από την έκδοση της επίδικης πράξης.

 

Εν όψει όλων των πιο πάνω, οι Αιτητές δεν έχουν πιθανολογήσει την ύπαρξη έννομου συμφέροντος, ούτως ώστε να νομιμοποιούνται και στην προσβολή της επίδικης απόφασης.  Αναπόφευκτα, η προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη, με έξοδα, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή, υπέρ των Καθ΄ων η αίτηση και του Ενδιαφερόμενου Μέρους.  

 

Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται με βάση το Άρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.

 

Α. Ρ. ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.

/ΜΣ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο