ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2014:D258
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 248/2012)
14 Απριλίου 2014
[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
AFSANEH ABOUTALEBI,
Αιτήτρια
- ΚΑΙ -
ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΚΑΙ/Η ΜΕΣΩ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ,
Καθ΄ ων η αίτηση
-----------------------------------
Γ. Καλλή-Χούλη (κα), για την Αιτήτρια.
Α. Ζερβού (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας,
για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
-------------------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Η αιτήτρια προσφεύγει με την παρούσα αίτηση ακυρώσεως εναντίον της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων ημερ. 24.10.2011, με την οποία απερρίφθη η ιεραρχική προσφυγή που υπέβαλε με αφορμή την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου να μην αναγνωρισθεί ως δικαιούμενη σε άσυλο.
Η αιτήτρια εισήλθε νόμιμα στη Δημοκρατία στις 22.8.2008 και στις 28.8.2008 υπέβαλε μαζί με τη θυγατέρα της αίτηση ασύλου, η οποία μετά τις νενομισμένες συνεντεύξεις απερρίφθη από τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου στις 26.8.2009. Στις 17.9.2009 καταχωρήθηκαν χωριστές διοικητικές προσφυγές από την αιτήτρια και τη θυγατέρα της, μέσω του δικηγόρου τους. Στις 24.10.2011 η Αναθεωρητική Αρχή προσφύγων μετά από μελέτη της έκθεσης του αρμοδίου λειτουργού εξέδωσε απορριπτική απόφαση. Ετοιμάσθηκε και υπεγράφη σχετική επιστολή απόρριψης, η οποία απεστάλη στη δικηγόρο της αιτήτριας στις 7.11.2011 με τηλεομοιότυπο. Η ίδια απόφαση μαζί με την απορριπτική επιστολή δόθηκαν διά χειρός και στη δικηγόρο της αιτήτριας στις 22.12.2011.
Η προσφυγή καταχωρήθηκε στις 15.2.2012. Ηγέρθη συνεπώς προδικαστική ένσταση από την Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων ότι η προσφυγή καταχωρήθηκε εκπροθέσμως μετά την παρέλευση της προθεσμίας των 75 ημερών από την ημέρα που η προσβαλλόμενη πράξη κοινοποιήθηκε στην αιτήτρια μέσω της δικηγόρου αυτής στις 7.11.2011. Η συνήγορος για τη Δημοκρατία και την Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων εισηγείται στην αγόρευση της ότι η κοινοποίηση απόφασης στο δικηγόρο του διοικούμενου επενεργεί ως το έναυσμα της γνώσης από τον διοικούμενο για τον υπολογισμό του χρόνου των 75 ημερών. Επικαλείται την υπόθεση Papasavva v. Republic (1979) 3 C.L.R. 563 και τις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας Αρ. 1135/1957 και 182/1958, ως προς το ότι κοινοποίηση προς τον πληρεξούσιο δικηγόρο ή πληρεξούσιο αντιπρόσωπο ενός αιτητή αποτελεί κοινοποίηση και προς τον ίδιο για την έναρξη της προθεσμίας του υπολογισμού του χρόνου. Περαιτέρω, η συνήγορος της Δημοκρατίας αναφέρεται στη νομολογία που καθορίζει ότι όταν η διοικητική πράξη δεν δημοσιεύεται, η προθεσμία αρχίζει να τρέχει από το χρονικό σημείο που ο διοικούμενος έχει λάβει πλήρη γνώση της απόφασης. Πλήρης γνώση είναι αυτή, κατά την εισήγηση, που επιτρέπει στον ενδιαφερόμενο να διαγνώσει με βεβαιότητα και ακρίβεια την υλική ή ηθική ζημιά που έχει υποστεί λόγω της πράξης.
Η αιτήτρια στη δική της απαντητική αγόρευση εμμένει στη θέση της ότι η επίδικη διοικητική πράξη παρελήφθη απλώς από την ίδια την δικηγόρο στις 22.12.2011. Θεωρεί τα όσα αναφέρονται στη γραπτή αγόρευση της Δημοκρατίας επί του θέματος ως άσχετα και μη αφορώντα την υπόθεση της αιτήτριας. Ακόμη και αν το Δικαστήριο ήθελε θεωρήσει, κατά την εισήγηση, ότι θεωρείται καλή γνωστοποίηση στο δικηγόρο του εκάστοτε αιτητή η έκδοση και το περιεχόμενο μιας διοικητικής πράξης, τότε η γνωστοποίηση αυτή στην υπόθεση της αιτήτριας έγινε μόλις στις 22.12.2011 και άρα εμπροθέσμως καταχωρήθηκε η προσφυγή.
Η θέση της αιτήτριας ότι η προθεσμία αρχίζει να τρέχει από την πλήρη γνώση του διοικούμενου ως προς το περιεχόμενο της ληφθείσας διοικητικής απόφασης, είναι βεβαίως ορθή, (Κωμοδρόμος ν. Δήμου Πάφου (2004) 3 Α.Α.Δ. 663, Κ.Ο.Α. ν. Πελεντρίτου (2007) 3 Α.Α.Δ. 517 και Κ.Ο.Α. ν. Ποταμίτη (2010) 3 Α.Α.Δ. 315). Πρέπει όμως ταυτόχρονα να τίθενται συγκεκριμένα δεδομένα ενώπιον του Δικαστηρίου που να δικαιολογούν την έναρξη της προθεσμίας μετά τη χρονική περίοδο των 75 ημερών. Αυτό είναι θέμα γεγονότων που βαρύνουν σε κάθε περίπτωση τον αιτητή, (δέστε Θεμιστοκλέους κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2007) 3 Α.Α.Δ. 415). Περαιτέρω, το πότε ένας επηρεαζόμενος από τη διοικητική απόφαση έχει ή όχι αποκτήσει πλήρη ή επαρκή γνώση είναι θέμα γεγονότων που ως πραγματικό ζήτημα πρέπει να αποφασίζεται κατά περίπτωση. Δεν υπάρχουν, δηλαδή, εκ προοιμίου στεγανές παράμετροι στο θέμα.
Πλήρης γνώση, αναφέρεται και στον Τσάτσο: «Η Αίτηση Ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας» σελ. 74, είναι αυτή που επιτρέπει στον διοικούμενο να διαγνώσει με βεβαιότητα και ακρίβεια την υλική ή την ηθική ζημία την οποία υφίσταται από την επίδικη πράξη. Στη Φιλίππου ν. Α.Η.Κ. (2006) 3 Α.Α.Δ. 729, αποφασίστηκε ότι ο εφεσείων εκπρόθεσμα είχε καταχωρήσει την προσφυγή του, η οποία και απορρίφθηκε ως τέτοια πρωτοδίκως, εφόσον επιστολή που είχαν αποστείλει οι δικηγόροι του ζητώντας αναδρομική προαγωγή του σε υπεράριθμη θέση μαζί με την απάντηση του διοικητικού οργάνου αποκάλυπταν πλήρη γνώση, ως θέμα κοινής λογικής, προηγηθείσας απόφασης της Α.Η.Κ., να μην αποδεχθεί το αίτημα.
Η Δημοκρατία παραπέμπει στο Παράρτημα 14 της ένστασης της, από το οποίο παρουσιάζεται ότι η επίδικη πράξη ημερ. 24.10.2011 απεστάλη στην αιτήτρια στο τηλεομοιότυπο της δικηγόρου της. Πράγματι, σύμφωνα με το Παράρτημα 14, η επίδικη πράξη απεστάλη μέσω του τηλεομοιοτύπου της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων στο τηλεομοιότυπο αρ. 924651540, το οποίο είναι αυτό που αναφέρεται στο επιστολόχαρτο της δικηγόρου της αιτήτριας, μεταξύ άλλων, και στο Παράρτημα 8, που είναι η επιστολή της δικηγόρου με την οποία καταχωρήθηκαν οι ιεραρχικές προσφυγές της αιτήτριας και της θυγατέρας της. Το Τεκμήριο 14, περιέχει επίσης ένδειξη ότι το τηλεομοιότυπο αυτό, με το οποίο γνωστοποιήθηκε η προσβαλλόμενη πράξη, παρελήφθη κανονικά. Παρόμοια γνωστοποίηση αλληλογραφίας της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων προς τη δικηγόρο της αιτήτριας έγινε στο ίδιο τηλεομοιότυπο, όπως φαίνεται και από το Παράρτημα 9 στην ένσταση.
Σύμφωνα με τη νομολογία που ορθά παρέθεσε η συνήγορος της Αναθεωρητικής Αρχής προσφύγων και που αναφέρθηκε πιο πάνω, γνωστοποίηση απόφασης διοικητικού οργάνου στον δικηγόρο ή αντιπρόσωπο του επηρεαζομένου θεωρείται ως γνωστοποίηση κανονική για σκοπούς της προθεσμίας των 75 ημερών. Η αιτήτρια μέσω της συνηγόρου της δεν απαντά ευθέως στο ζήτημα της γνωστοποίησης της διοικητικής απόφασης μέσω τηλεομοιοτύπου προς αυτήν στις 7.11.2011. Απλώς αρνείται, και αυτό με αοριστία και ασάφεια, το γεγονός, εμμένοντας μόνο στη θέση ότι η απόφαση παρελήφθη από την ίδια τη δικηγόρο στις 22.12.2011. Υπό το φως όμως της ύπαρξης του Παραρτήματος 14 στην ένσταση, η αιτήτρια όφειλε, αν ήθελε να αμφισβητήσει το δεδομένο αυτό, να παραθέσει δεδομένα που θα πιστοποιούσαν τη θέση ότι η γνωστοποίηση της απόφασης έλαβε χώραν μόνο στις 22.12.2011 και όχι προηγουμένως. Το βάρος εναπόκειτο στην ίδια. Η αιτήτρια δεν παραθέτει οποιαδήποτε ουσιώδη γεγονότα που να αντιστρατεύουν τα δεδομένα που έθεσε ενώπιον του Δικαστηρίου η Δημοκρατία, ούτε και ζήτησε την προσαγωγή οποιασδήποτε σχετικής μαρτυρίας. Επομένως με τη νομότυπη παραλαβή του Παραρτήματος 14 από τη συνήγορο της αιτήτριας, η προθεσμία άρχισε να τρέχει από την επομένη, 8.11.2011.
Η προθεσμία των 75 ημερών είναι ανατρεπτική, σύμφωνα με πάγια νομολογία, ώστε η μη καταχώρηση της προσφυγής εντός του επιτρεπομένου χρόνου να την καθιστά απαράδεκτη, (δέστε Potamitis v. Water Board of Limassol (1985) 3 C.L.R. 260 και Γανωματής ν. Δημοκρατίας (2008) 3 Α.Α.Δ. 133). Επίσης έχει νομολογηθεί ότι το Δικαστήριο δεν αναλαμβάνει δικαιοδοσία εκτός εάν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του Άρθρου 146 του Συντάγματος, στοιχειώδης εκ των οποίων είναι και η προνοούμενη προθεσμία των 75 ημερών, (δέστε Τάκη ν. Δημοκρατίας (2007) 3 Α.Α.Δ. 4).
Ενόψει όλων των ανωτέρω, η προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη με έξοδα εναντίον της αιτήτριας και υπέρ των καθ΄ ων, ως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Στ. Ναθαναήλ,
Δ.
/ΕΘ