ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2014:D46
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 897/2012)
21 Ιανουαρίου 2014
[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΣΤΥΛΙΑΝΗ ΕΛΛΗΝΑ,
Αιτήτρια
- ΚΑΙ -
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ΄ ων η αίτηση
------------------------------------
Α.Σ. Αγγελίδης, για την Αιτήτρια.
Λ. Λάμπρου-Ουστά (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄,
για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
---------------------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Η αιτήτρια κατέχει πτυχίο Μαθηματικών από το Manchester University που έλαβε στις 28.6.2011 και είναι τώρα φοιτήτρια μεταπτυχιακού προσόντος στη Συμβουλευτική. Το 2008 διαγνώσθηκε να πάσχει από τη νόσο Stargardts αρχικά από ιδιώτη ιατρό, αναπηρία που επιβεβαίωσε τον Απρίλιο του 2011 και κυβερνητική ιατρός. Η εν λόγω νόσος είναι μια κληρονομική μορφή δυστροφίας της ώχρας που εμφανίζεται κατά την εφηβεία και επιφέρει σταδιακά σημαντική μείωση της όρασης.
Στις 31.8.2011 η αιτήτρια υπέβαλε αίτηση προς την Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας, (εφεξής «η Ε.Ε.Υ.»), για εγγραφή και συμπερίληψη της στον κατάλογο διοριστέων εκπαιδευτικών με αναπηρίες στον κλάδο των Μαθηματικών στη βάση του δικαιώματος που παρέχεται από τον περί Πρόσληψης Ατόμων με Αναπηρίες στον Ευρύτερο Δημόσιο Τομέα (Ειδικές Διατάξεις) Νόμο αρ. 146(Ι)/2009, (εφεξής «ο Νόμος»). Η Ε.Ε.Υ. ικανοποιηθείσα ότι κατείχε τα προσόντα για εγγραφή στον πίνακα διοριστέων καθηγητών Μαθηματικών, απέστειλε τα ιατρικά πιστοποιητικά τα οποία η αιτήτρια είχε επισυνάψει στην αίτηση της στη Διευθύντρια του Τμήματος Κοινωνικής Ενσωμάτωση Ατόμων με Αναπηρίες για αξιολόγηση από την Ειδική Πολυθεματική Επιτροπή που καταρτίζεται δυνάμει των διατάξεων του Νόμου. Η Ειδική Πολυθεματική Επιτροπή στην έκθεση της ημερ. 14.12.2011, γνωμοδότησε ότι η αιτήτρια όντως εμπίπτει στον ορισμό του ατόμου με αναπηρίες που απαντάται στο άρθρο 2 του Νόμου και ότι κρίνεται κατάλληλη για διορισμό. Η Ε.Ε.Υ. ενημερώθηκε σχετικά με επιστολή ημερ. 19.12.2011 από τη Διευθύντρια του Τμήματος Κοινωνικής Ενσωμάτωσης Ατόμων με Αναπηρίες.
Η Ε.Ε.Υ. εξέτασε την αίτηση της αιτήτριας στη συνεδρία της ημερ. 8.2.2012 και αποφάσισε να την καλέσει σε προσωπική συνέντευξη, η οποία πραγματοποιήθηκε στις 22.2.2012. Η Ε.Ε.Υ., αμέσως μετά την προσωπική συνέντευξη αποφάσισε να απορρίψει την αίτηση, θεωρώντας ότι το είδος της αναπηρίας της αιτήτριας δεν μείωνε, προς το παρόν, ουσιωδώς τη δυνατότητα εξεύρεσης κατάλληλης απασχόλησης. Ως αποτέλεσμα το όνομα της αιτήτριας δεν περιλήφθηκε στον ειδικό κατάλογο διοριστέων εκπαιδευτικών με αναπηρίες στην ειδικότητα των Μαθηματικών που αναρτήθηκε στις 28.2.2012.
Η αιτήτρια υπέβαλε στις 2.3.2012 ένσταση για τη μη συμπερίληψη της, αλλά η Ε.Ε.Υ. την απέρριψε στη συνεδρία της ημερ. 21.3.2012. Με νέα ένσταση της ημερ. 8.5.2012, η αιτήτρια υπέβαλε και πάλι ένσταση για τη μη συμπερίληψη της, η οποία όμως επίσης απερρίφθη από την Ε.Ε.Υ. στη συνεδρία της ημερ. 12.6.2012.
Στη βάση των πιο πάνω δεδομένων είναι που η αιτήτρια με την υπό κρίση προσφυγή της διατείνεται ότι η ληφθείσα απόφαση της Ε.Ε.Υ. να μην την συμπεριλάβει στον ειδικό κατάλογο διοριστέων, στερείται οποιουδήποτε νομίμου ερείσματος για σειρά λόγων, μεταξύ των οποίων, ότι λήφθηκε ως αποτέλεσμα υπέρβασης και κατάχρησης εξουσίας, με πλάνη περί τα πράγματα και το νόμο, άνευ αιτιολογίας και με διαδικασία που πλήττει κάθε έννοια χρηστής διοίκησης. Ιδιαιτέρως, η αιτήτρια με την αγόρευση της, βασίζει την προσφυγή της στο ότι η Ε.Ε.Υ. παραγνώρισε χωρίς οποιαδήποτε ειδική ή άλλη αιτιολογία την κατάταξη της αιτήτριας ως αναπήρου ατόμου από την Ειδική Πολυθεματική Επιτροπή, η οποία είχε την αρμοδιότητα αυτής της κρίσης. Η Ε.Ε.Υ. αντίθετα χωρίς να κατέχει ειδικές γνώσεις περί του θέματος και στη βάση μιας αμφισβητούμενης και αμφιλεγόμενης προφορικής συνέντευξης που είχε με την αιτήτρια, αποφάσισε να απορρίψει την αίτηση.
Η Ε.Ε.Υ. τόσο με την ένσταση της, όσο και με τη γραπτή της αγόρευση, αφού παραθέτει τις πρόνοιες του Νόμου, ισχυρίζεται ότι η επίδικη προσβαλλόμενη πράξη ήταν καθόλα σύννομη, λήφθηκε με επαρκή αιτιολογία και στη βάση δέουσας έρευνας, χωρίς να ήταν υποχρεωμένη να ακολουθήσει ως δέσμια την απόφαση της Ειδικής Πολυθεματικής Επιτροπής, η οποία απλώς γνωμοδοτεί, χωρίς η γνωμοδότηση αυτή να είναι δεσμευτική για το διορίζον όργανο.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η προσβαλλόμενη πράξη πάσχει πολλαπλώς. Ο Νόμος έχει αναφορά σε διεθνή νομοθετικά έγγραφα, όπως είναι οι πρότυποι Κανόνες αναφορικά με την Εξίσωση των Ευκαιριών για Άτομα με Αναπηρίες της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών, στο Ψήφισμα Αρ. 48/96 ημερ. 20.12.1993, η Σύμβαση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες, η Σύμβαση της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας για την Επαγγελματική Αποκατάσταση και Απασχόληση Αναπήρων Προσώπων, ο Κοινοτικός Χάρτης των Θεμελιωδών Κοινωνικών Δικαιωμάτων των Εργαζομένων του 1989, η Σύσταση 86/379/ΕΟΚ της 24.7.1986 του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Οδηγία 2000/78/ΕΚ της 27.11.2000 κ.ά., ώστε να καθίσταται σαφής η υποχρέωση της Δημοκρατίας για την παροχή ίσων ευκαιριών κατά την αναζήτηση απασχόλησης και εργασίας στον ευρύτερο δημόσιο τομέα. Το έρεισμα του Νόμου στις ως άνω διεθνείς συμβάσεις καθιστούσε βεβαίως πλεονασμό την επί μέρους αναφορά τους στους νομικούς λόγους ακύρωσης ώστε να μην θεωρείται εκτροπή από την πρόνοια του Κανονισμού 7 του περί Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου Διαδικαστικού Κανονισμού του 1962.
Στα πιο πάνω πλαίσια, το άρθρο 3 του Νόμου καθορίζει ειδικές διατάξεις για την πρόσληψη ατόμων με αναπηρίες εφόσον ικανοποιούνται σωρευτικά τα εξής αντικειμενικά κριτήρια:
«(α) κατέχουν τα απαιτούμενα προσόντα της υπό πλήρωση θέσης απασχόλησης, (β) επιτυγχάνουν σε τυχόν απαιτούμενες για τη θέση απασχόλησης γραπτές και/ή προφορικές εξετάσεις και (γ) κρίνονται κατάλληλα για την εκτέλεση των καθηκόντων της υπό πλήρωση θέσης απασχόλησης από το αρμόδιο διορίζον όργανο, το οποίο υποχρεούται για το σκοπό αυτό να λαμβάνει υπόψη και την έκθεση της ειδικής πολυθεματικής επιτροπής που συντάσσεται σύμφωνα με το άρθρο 6.» (η έμφαση προστέθηκε).
Το άρθρο 6 προνοεί για την υποβολή των πιστοποιητικών των θεραπόντων ιατρών στα οποία περιγράφεται το είδος και η κατάσταση της αναπηρίας, το δε διορίζον όργανο παραπέμπει στο Τμήμα Κοινωνικής Ενσωμάτωσης Ατόμων με Αναπηρίες του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, τα όλα στοιχεία, το οποίο Τμήμα παραπέμπει τον ενδιαφερόμενο στην Ειδική Πολυθεματική Επιτροπή για αξιολόγηση, η οποία συντάσσει έκθεση «... αναφορικά με την αναπηρία και την καταλληλότητα του υποψηφίου για την άσκηση των καθηκόντων της θέσης απασχόλησης ..», η οποία διαβιβάζεται στο διορίζον όργανο, μέσω του Τμήματος.
Να σημειωθεί ότι η Ειδική Πολυθεματική Επιτροπή συγκροτείται με βάση το άρθρο 5 του Νόμου από ειδικούς επαγγελματίες στον τομέα της υγείας που εγκρίνει ο Υπουργός από τους ετήσιους καταλόγους που τηρούνται για το σκοπό αυτό. Στην εν λόγω Επιτροπή συμμετέχουν σε κάθε περίπτωση, ένας εκπρόσωπος του Τμήματος Κοινωνικής Ενσωμάτωσης και δύο επαγγελματίες του τομέα υγείας με ειδικότητα στον τομέα που υπάρχει το πρόβλημα αναπηρίας στο υπό αξιολόγηση πρόσωπο, ενώ το Τμήμα δύναται να καλεί επιπρόσθετα για συμμετοχή στην Επιτροπή και οποιοδήποτε πρόσωπο με σχετική ειδικότητα σε τομέα της υγείας ή της εργασίας, όπως ήθελε κρίνει απαραίτητο.
Στα πιο πάνω πλαίσια, η Ειδική Πολυθεματική Επιτροπή γνωμάτευσε για την περίπτωση της αιτήτριας ότι αυτή ενέπιπτε στον ορισμό του «ατόμου με αναπηρίες», και ότι έχει σωματική αναπηρία με την ακόλουθη επεξήγηση:
«Πολύ χαμηλή όραση ΔΑΟ με χειρότερη εξέλιξη με την πάροδο του χρόνου. Δεν υπάρχει καμία θεραπεία.»
Στο σχετικό «Πρωτόκολλο Αξιολόγησης» που συμπλήρωσε η Επιτροπή, καταγράφηκε ότι η αιτήτρια, «Πάσχει από τη νόσο Stargardt´s με πολύ χαμηλή όραση» και στο στοιχείο «Αισθητηριακές Λειτουργίες και Πόνος», κατέγραψε για την όραση «ΔΟ: 3-4 ΑΟ: 3-4», δηλαδή, σοβαρή προς πλήρη βλάβη του δεξιού και αριστερού οφθαλμού, σύμφωνα με την ταξινόμηση του προσδιοριστή έκτασης βλαβών, που περιέχεται στο ίδιο το Πρωτόκολλο.
Η Επιτροπή έκρινε ταυτόχρονα την αιτήτρια κατάλληλη για πρόσληψη ή διορισμό στη θέση Μαθηματικού ή άλλες ομοειδείς θέσεις.
Η Ε.Ε.Υ., παρά την πιο πάνω γνωμάτευση της Ειδικής Πολυθεματικής Επιτροπής, απέρριψε το αίτημα για εγγραφή στον ειδικό κατάλογο διοριστέων με ειδικές αναπηρίες με σκεπτικό ότι:
«... αφού το είδος της αναπηρίας της δεν μειώνει, προς το παρόν, ουσιωδώς τη δυνατότητα εξεύρεσης κατάλληλης απασχόλησης. Η Επιτροπή μπορεί να εξετάσει νέα αίτηση της σε μελλοντικό στάδιο.»
Η απόφαση αυτή λήφθηκε μετά που η Ε.Ε.Υ., κάλεσε την αιτήτρια σε προσωπική συνέντευξη. Αυτό ήταν το πρώτο λάθος της Ε.Ε.Υ., εφόσον ο Νόμος δεν δίδει τέτοιο δικαίωμα. Όπως έχει ήδη αναφερθεί, το άρθρο 3 του Νόμου συναρτά την εξέταση της πρόσληψης ατόμων με αναπηρίες προς αντικειμενικά κριτήρια, μεταξύ των οποίων και η επιτυχία σε τυχόν απαιτούμενη για τη θέση απασχόλησης, γραπτή και/ή προφορική εξέταση. Επομένως, το κριτήριο σχετίζεται με εξέταση και όχι συνέντευξη, η δε εξέταση αυτή και θα πρέπει να απαιτείται από το σχέδιο υπηρεσίας της υπό πλήρωση θέσης απασχόλησης. Αυτό διότι η τυχόν απαιτούμενη γραπτή ή προφορική εξέταση αποτελεί αντικειμενικό στοιχείο κρίσης και δεν υπεισέρχονται υποκειμενικά στοιχεία αξιολόγησης από μια προφορική συνέντευξη του τύπου μάλιστα που η Ε.Ε.Υ. διεξήγαγε, όπως αυτή καταγράφηκε στο πρακτικό της ημερ. 8.2.2012, Παράρτημα 3, στην ένσταση. Η Ε.Ε.Υ. αρκέστηκε να ερωτήσει γενικόλογα ζητήματα για την ασθένεια της αιτήτριας και κατά πόσο αυτή της δημιουργεί οποιοδήποτε πρόβλημα, ποιο είναι το Πανεπιστήμιο που τελείωσε και σε ποιο τομέα είναι οι μεταπτυχιακές της σπουδές. Αυτά όλα ήταν βεβαίως γνωστά στην Ε.Ε.Υ., από την αίτηση της αιτήτριας.
Το ουσιαστικότερο όμως πρόβλημα με την απόφαση της Ε.Ε.Υ., είναι η παντελής έλλειψη αιτιολογίας για την απόρριψη της αίτησης και την αυθαίρετη απόκλιση της από τη γνωμάτευση της Ειδικής Πολυθεματικής Επιτροπής. Είναι αναιτιολόγητη διότι πάσχει από έλλειψη προσδιορισμού του λόγου απόρριψης εφόσον η γενικότητα της θέσης ότι «αυτό το είδος της αναπηρίας δεν μειώνει .. ουσιωδώς τη δυνατότητα εξεύρεσης κατάλληλης εργασίας», δεν έχει αναφορά στα δεδομένα της συγκεκριμένης αιτήτριας, η οποία έχει σοβαρή απώλεια όρασης. Δεν εξηγεί η Ε.Ε.Υ., το λόγο που θεωρεί αυτό το «είδος» αναπηρίας ως επιτρέπον την εξεύρεση απασχόλησης στον ιδιωτικό τομέα. Οι ερωτήσεις που τέθηκαν κατά την προφορική συνέντευξη ως προς κατά πόσο θα μειονεκτούσε έναντι άλλης μαθηματικού αν αναζητούσε εργασία στον ιδιωτικό τομέα, ήταν και άδικες διότι έθεταν την αιτήτρια, ούτε 22 ετών κατά την ημερομηνία της συνέντευξης, προ διλήμματος ως προς την ορθή απάντηση ή την απάντηση που επιζητούσε η Ε.Ε.Υ. Τη στιγμή που η Ε.Ε.Υ. είχε ενώπιον της τη γνωμάτευση της Επιτροπής ως προς το είδος, αλλά και το βαθμό αναπηρίας της αιτήτριας.
Μετέπειτα, η Ε.Ε.Υ. ενήργησε αυθαίρετα κατ΄ απόκλιση της γνωμάτευσης, την οποία ο Νόμος επιβάλλει σ΄ αυτή την «υποχρέωση» να λάβει υπόψη. Ουδεμία αναφορά γίνεται στην προσβαλλόμενη πράξη στη γνωμάτευση της Ειδικής Πολυθεματικής Επιτροπής, ούτε και υπάρχουν πουθενά καταγραμμένοι οι λόγοι που η Ε.Ε.Υ. δεν ακολούθησε τη γνωμάτευση. Η νομοθετική επιταγή του άρθρου 3(γ) του Νόμου ότι το διορίζον όργανο «υποχρεούται .. να λαμβάνει υπόψη και την έκθεση της ειδικής πολυθεματικής επιτροπής ...» είναι πολύ σαφής. Ανεξάρτητα από το ερώτημα εάν δημιουργεί δέσμια ή όχι υποχρέωση, το απλό δεδομένο εδώ είναι ότι η Ε.Ε.Υ., ουδόλως την έλαβε υπόψη, κατ΄ αντίθεση και σε παρέκκλιση από την υποχρέωση της να τη λάβει υπόψη. Και όπως ορθά αναφέρθηκε και στην απόφαση Αθανάσιος Νάκας κ.ά. ν. Δημοκρατίας, συνεκδ. υποθ. αρ. 1091/11 και 1470/11, ημερ. 11.1.2013, στην οποία παρέπεμψε η κα Ουστά, αλλά που έχει αντίθετη εφαρμογή και προς όφελος της αιτήτριας, η Ε.Ε.Υ. όφειλε να καταγράψει ειδική αιτιολογία για να αποστεί από τη γνωμάτευση ότι η αιτήτρια και σοβαρή πάθηση έχει και είναι και κατάλληλη για διορισμό ως μαθηματικός. Ιδιαίτερα, η χρήση στην προσβαλλόμενη πράξη των λέξεων «προς το παρόν», έρχεται σε κάθετη αντίθεση με τη γνωμάτευση της Ειδικής Πολυθεματικής Επιτροπής ότι η ασθένεια της αιτήτριας δεν έχει θεραπεία.
Πιστοποιείται επομένως και πλήρης έλλειψη έρευνας. Η Ε.Ε.Υ. μάλιστα με την προσβαλλόμενη πράξη ενήργησε έξω από το σκοπό του Νόμου, που ήταν και είναι να δίδεται η δυνατότητα, πρακτικώς και όχι θεωρητικώς, απασχόλησης στο δημόσιο τομέα ατόμων με αποδεδειγμένες αναπηρίες, ως υποχρέωση του κράτους έναντι διεθνών συνθηκών για παροχή ίσων ευκαιριών απασχόλησης. Τα θέματα αυτά δεν αφήνονται στον ιδιωτικό τομέα.
Πριν την κατάληξη, να σημειωθεί ότι, εκ παραδρομής αναμφίβολα, στα Παραρτήματα που επισύναψε η Δημοκρατία στην ένσταση της εμφανίζονται και περιπτώσεις άλλων ατόμων, άσχετων με την υπό κρίση υπόθεση, γεγονός ανεπίτρεπτο εφόσον με τον τρόπο αυτό έρχονται στην επιφάνεια προσωπικά δεδομένα μη διαδίκων στην υπόθεση.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα υπέρ της αιτήτριας και εναντίον των καθ΄ ων, ως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Η προσβαλλόμενη πράξη ακυρώνεται με βάση το Άρθρο 146.4(β) του Συντάγματος.
Στ. Ναθαναήλ,
Δ.
/ΕΘ