ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 30/2011)
30 Νοεμβρίου 2012
[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΒΑΛΕΡΙΟΣ ΛΕΥΤΕΡΗ ΔΙΑ ΜΕΣΟΥ ΤΟΥ ΓΟΝΕΑ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΟΥ ΚΗΔΕΜΟΝΑ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΑ ΛΕΥΤΕΡΗ,
Αιτητής
- ΚΑΙ -
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ
ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ
ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΕΥΗΜΕΡΙΑΣ
Καθ΄ ων η αίτηση
---------------------------------
Γ. Πολυχρόνης, για τον Αιτητή.
Ε. Παπαγεωργίου-Καρακάννα (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄,
για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
----------------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Ο αιτητής, 8 ετών, αιτήθηκε μέσω της μητέρας του την παροχή δημοσίου βοηθήματος ως ανάπηρο ανήλικο άτομο. Η σχετική αίτηση υπεβλήθη στις 25.1.2010. Παρόλο που δεν αναφέρεται ο,τιδήποτε σχετικό στην αίτηση, η Δημοκρατία στην ένσταση της αναφέρει στην παρ. 1 ότι σύμφωνα με ιατρική έκθεση (προφανώς εννοείται η ιατρική βεβαίωση του Δρα Χρίστου Χριστοφή, Αναπτυξιολόγου-Παιδιάτρου ημερ. 11.1.2010 - Παράρτημα 3 στην ένσταση), ο αιτητής παρουσιάζει διαταραχή ελλειμματικής προσοχής με παρορμητικότητα και υπερκινητικότητα (ΔΕΠΥ).
Το Τμήμα Γραφείου Ευημερίας απάντησε στις 27.1.2010 ότι η αίτηση για παροχή δημοσίου βοηθήματος παρελήφθη και θα επικοινωνούσε με τον αιτητή αρμόδιος λειτουργός του Επαρχιακού Γραφείου Ευημερίας Πάφου το συντομότερο προς διερεύνηση του αιτήματος. Η Δημοκρατία αναφέρει περαιτέρω στην ένσταση της, ότι οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας στα πλαίσια διερεύνησης της αίτησης, ζήτησαν από τη μητέρα του αιτητή να προσκομίσει νεώτερο ιατρικό πιστοποιητικό, το οποίο πράγματι προσκομίστηκε στις 28.9.2010, από τον ίδιο ιατρό. Το δεύτερο αυτό πιστοποιητικό δεν προσέθετε οποιοδήποτε νέο στοιχείο για την κατάσταση της υγείας του παιδιού.
Με βάση τα πιο πάνω, οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας απέρριψαν το αίτημα με σχετική επιστολή ημερ. 18.10.2010, (Παράρτημα 5 στην ένσταση), έχοντας υπόψη το ιστορικό του παιδιού, το ότι αυτό φοιτούσε σε κανονική τάξη σε δημοτικό σχολείο και η όλη λειτουργικότητα του κρίθηκε ικανοποιητική. Σύμφωνα με τα στοιχεία που καταγράφονται στην ένσταση της Δημοκρατίας στην παρ. 5, η μητέρα του αιτητή ανέφερε στη λειτουργό που επιβλέπει την περίπτωση, ότι η κατάσταση της υγείας του παιδιού της είχε βελτιωθεί με αποτέλεσμα να μην ήταν ανάγκη να ενταχθεί στην ειδική εκπαίδευση του σχολείου που φοιτά.
Ο αιτητής προσβάλλοντας την πιο πάνω απόφαση να μην εγκριθεί ως ανάπηρο άτομο, με αποτέλεσμα την μη παροχή δημοσίου βοηθήματος, προβάλλει με την προσφυγή του σωρεία λόγων μεταξύ των οποίων και ζητήματα καλής πίστης και εμπιστοσύνης του πολίτη προς τη διοίκηση, η απόφαση της οποίας έρχεται σε αντίθεση με διεθνείς συμβάσεις και πρόνοιες του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη 1996, όπως κυρώθηκε με το Νόμο αρ. 27(ΙΙΙ)/2000. Γίνεται επίσης λόγος για αναιτιολόγητη και νομικά εσφαλμένη απόφαση που λήφθηκε με ανεπαρκή έρευνα, στη βάση λανθασμένης ερμηνείας του σχετικού Νόμου, και άρα κατά νομική πλάνη, στερώντας έτσι το δικαίωμα του αιτητή σε αξιοπρεπή διαβίωση, χωρίς να συντρέχει λόγος δημοσίου συμφέροντος που να επέβαλλε τέτοια κρίση.
Εξετάζοντας την υπό κρίση περίπτωση, το πρώτο που πρέπει να λεχθεί είναι ότι ηγέρθηκε και ζήτημα ως προς την αναρμοδιότητα της λειτουργού που έλαβε την απόφαση. Εισηγείται συγκεκριμένα ο αιτητής στις σελ. 10-13 της αγόρευσης του, ότι η προσβαλλόμενη πράξη λήφθηκε από την κα Χρ. Νεοφύτου, Επαρχιακό Λειτουργό Ευημερίας, κατά παράβαση των άρθρων 2 και 5 του περί Δημοσίων Βοηθημάτων Νόμου αρ. 95(Ι)/2006, που καθορίζει ως αρμόδιο όργανο για τη λήψη αποφάσεων τον Διευθυντή Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας ή τον κατάλληλο εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο του.
Η αιτίαση αυτή ουδόλως ευσταθεί. Σε σύμπνοια με τα αναφερόμενα στην παρ. 3 της γραπτής αγόρευσης της Δημοκρατίας, αναφέρθηκε κατά τις διευκρινίσεις ότι υπήρχε σχετική εξουσιοδότηση, η οποία τελικώς παρουσιάστηκε στο Δικαστήριο εφόσον δεν αποτελούσε μέρος του διοικητικού φακέλου Τεκμ. «Α». Η εξουσιοδότηση, πιστόν αντίγραφο από το σχετικό φάκελο, ημερ. 4.3.2010, πριν δηλαδή τη λήψη της προσβαλλόμενης πράξης, εκδομένη και υπογραμμένη από την Διευθύντρια Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, Τούλα Κούλουμου, απευθύνεται προς την Χρύσω Νεοφύτου, Λειτουργό Κοινωνικών Υπηρεσιών Α΄, Επαρχιακό Γραφείο Ευημερίας Πάφου και την εξουσιοδοτεί να υπογράφει σχετικές απορριπτικές επιστολές, αλλά και εν γένει να ασκεί τα καθήκοντα της, εκ μέρους της Διευθύντριας, για σειρά θεμάτων που παρουσιάζονται στον συνημμένο πίνακα, μεταξύ των οποίων, και η εξέταση περιπτώσεων αιτημάτων βοήθειας σε άτομα με αναπηρία, κατά τα άρθρα 2, 3(10)(α)(i), 8(ζ) και 9(1)(α)(ii) του Νόμου.
Μετέπειτα, επί της ουσίας, διαπιστώνεται ένα κύριο πρόβλημα με τα γεγονότα όπως θέλησε να τα παρουσιάσει ο αιτητής. Τόνισε όλως ιδιαιτέρως τη μη παραπομπή του αιτητή προς εξέταση από τη Συμβουλευτική Πολυθεματική Ομάδα (εφεξής «Σ.Π.Ο.»), που προβλέπεται από το άρθρο 3(13) του Νόμου, που εφαρμόζεται όταν αιτητής, αφού απορριφθεί η αίτηση του για δημόσιο βοήθημα λόγω αναπηρίας, ζητεί επανεξέταση της αίτησης. Κατά πρώτο λόγο, η αιτίαση αυτή, παρά τους 30 συνολικά νομικούς λόγους που καταγράφονται στην αίτηση ακύρωσης, ουδέν σχετικό αναφέρει. Δεν αρκούν βεβαίως γενικές και αόριστες αναφορές ή θέσεις που δεν προσδιορίζουν με την αναγκαία λεπτομέρεια το κατ΄ ισχυρισμόν νομικό πρόβλημα κατά τη διαδικασία παραγωγής της πράξης. Η προβολή επομένως του λόγου περί μη εξέτασης του αιτητή από την Σ.Π.Ο. στη γραπτή αγόρευση του αιτητή, παραβαίνει τις ρητές διατάξεις του Καν. 7 του περί του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου Διαδικαστικού Κανονισμού του 1962 και ως εκ τούτου, κατά πάγια νομολογία, δεν μπορεί καν να εξεταστεί, (δέστε Κολοκάσης ν. Δημοκρατίας (2010) 3 Α.Α.Δ. 23, Δημοκρατία ν. Shalaeva (2010) 3 Α.Α.Δ. 598 και Χατζηχάννας ν. Δημοκρατίας (Αρ. 2) (2009) 3 Α.Α.Δ. 655).
Πρόσθετα, πουθενά, ως θέμα υποστηρικτικών γεγονότων σύγχρονων με τα δεδομένα της υπό κρίση προσφυγής, δεν αναφέρεται ότι ο αιτητής ζήτησε την επανεξέταση της απόρριψης του για δημόσιο βοήθημα. Λέγει στην παρ. 1.5 της γραπτής αγόρευσης ότι ζητήθηκε από τον αιτητή, μέσω της μητέρας του, επανεξέταση, αλλά δεν φαίνεται ο ισχυρισμός αυτός να υποστηρίζεται από κάποιο έγγραφο, ούτε και απαντάται τέτοιο έγγραφο, ούτε και αναφέρεται οτιδήποτε σχετικό στο διοικητικό φάκελο.
Φαίνεται, από πλευράς ορθών γεγονότων, ότι πολύ μεταγενέστερα υπεβλήθη νέα αίτηση για την παροχή δημοσίου βοηθήματος όπως παρουσιάζεται από το διοικητικό φάκελο, κυανούν 34 και τη σχετική επιστολή που απηύθυναν οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας στη μητέρα του αιτητή στις 23.3.2012. Είναι γι΄ αυτό που η Δημοκρατία στην ένσταση της κάτω από τα «Γεγονότα», αναφέρεται στο ότι στις 22.1.2011, η οικογένεια του αιτητή υπέβαλε νέα αίτηση με νέο ιατρικό πιστοποιητικό, (αυτό πιστοποιείται και από το φάκελο καταχωρήσεων του διοικητικού φακέλου), η οποία και πάλι απερρίφθη με την ίδια αιτιολογία. Παρά ταύτα η περίπτωση υποβλήθηκε στην Σ.Π.Ο. για επανεξέταση. Αυτή ήταν δε και η συναντίληψη των διαδίκων από τα τηρηθέντα πρακτικά κατά την εξέλιξη της πορείας της υπόθεσης, (δέστε πρακτικό ημερ. 6.9.2012).
Επομένως, η όλη επιχειρηματολογία του αιτητή ότι η περίπτωση του δεν εξετάστηκε από την Σ.Π.Ο. για την υπό κρίση αίτηση εδράζεται επί λανθασμένου υπόβαθρου γεγονότων, και δεν χρήζει περαιτέρω εξέτασης. Ουδόλως αμφισβητήθηκε, εν πάση περιπτώσει, η θέση της Δημοκρατίας ως προς τα γεγονότα, ότι δηλαδή, οι ίδιες οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας ζήτησαν την προσκόμιση νέου ιατρικού πιστοποιητικού, η δε μητέρα του αιτητή απέστειλε το μεταγενέστερο πιστοποιητικό ημερ. 28.9.2010, το οποίο στην ουσία επανέλαβε το προηγούμενο. Ούτε και αμφισβητήθηκαν τα όσα καταγράφονται στην ένσταση περί της φοίτησης του αιτητή σε κανονική τάξη του δημοτικού και ότι η λειτουργικότητα του κρίθηκε ικανοποιητική.
Σύμφωνα με το άρθρο 2 του Νόμου, «ανάπηρος» για σκοπούς λήψης δημόσιού βοηθήματος σημαίνει:
«`ανάπηρος΄ σημαίνει άτομο το οποίο εκ γενετής ή λόγω γεγονότος που του συνέβηκε πριν συμπληρώσει το 65ο έτος της ηλικίας του, παρουσιάζει οποιασδήποτε μορφής ανεπάρκεια ή μειονεξία, η οποία προκαλεί μόνιμο ή απροσδιόριστης διάρκειας σωματικό, διανοητική ή ψυχικό περιορισμό σ΄ αυτό και η οποία, λαμβάνοντας υπόψη το ιστορικό και άλλα προσωπικά στοιχεία του εν λόγω ατόμου, μειώνει ουσιωδώς ή αποκλείει τη δυνατότητα εκτέλεσης μιας ή περισσοτέρων δραστηριοτήτων ή λειτουργιών που θεωρούνται ως φυσιολογικές και ουσιώδεις για την ποιότητα ζωής κάθε ατόμου της ίδιας ηλικίας που δεν παρουσιάζει τέτοια ανεπάρκεια ή μειονεξία.»
Η απόφαση για άρνηση κατηγοριοποίησης του αιτητή ως «ανάπηρου ατόμου», κρίνεται εύλογη υπό το φως του περιεχομένου των δύο πιστοποιητικών που είχαν ενώπιον τους οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας ημερ. 12.1.2010 και 28.9.2010. Η Δημοκρατία δέχεται στην αγόρευση της ότι η αιτιολογία απόρριψης μπορεί να ήταν όντως πληρέστερη, ή καλύτερα διατυπωμένη, αλλά δύναται να συμπληρωθεί από τα στοιχεία του φακέλου, εφόσον, όπως και εδώ, από το πρακτικό της απόφασης προκύπτει η σκέψη της διοίκησης, (Δημοκρατία ν. Γαβριήλ (2004) 3 Α.Α.Δ. 234). Στο εμπιστευτικό έγγραφο Υ.Κ.Ε.6(γ) ημερ. 12.10.2010 (μέρος του διοικητικού φακέλου Τεκμ. «Α»), καταγράφεται στο Μέρος VI (Σύντομο ιστορικό και εκτίμηση προβλημάτων και δυνατοτήτων), η ιατρική γνωμάτευση προερχόμενη από τον ιατρό του αιτητή, ότι αυτός πάσχει από ΔΕΠΥ, με δυσκολίες στον προγραμματισμό και οργάνωση των δραστηριοτήτων του. Έχει επίσης συναισθηματική ανωριμότητα και χαμηλή αυτοεκτίμηση και ότι σύμφωνα με τη μητέρα του, ο ιατρός τους σύστησε να παρακολουθεί μαθήματα καράτε προς διοχέτευση της ενέργειας του.
Στο Μέρος VII (εισηγήσεις λειτουργού), γίνεται εισήγηση για απόρριψη της αίτησης για αναπηρικά ωφελήματα διότι το πρόβλημα που παρουσιάζει «.. δεν εμπίπτει στην έννοια του ανάπηρου, σύμφωνα με τη σχετική νομοθεσία». Επεξηγείται δε περαιτέρω από την αρμόδια λειτουργό, το όλο θέμα, στο κυανούν 23 - έκθεση γεγονότων - όπου αναφέρεται η επίσκεψη της στο χώρο διαμονής του αιτητή και η ευκαιρία που αυτή είχε να συνομιλήσει μαζί του και να διαπιστώσει ότι ο αιτητής ανταποκρινόταν σε ό,τι τον ρωτούσε, αλλά ήταν υπερκινητικός. Η μητέρα της ανέφερε ότι η κατάσταση του βελτιώθηκε μετά από εργοθεραπεία και ψυχολογική στήριξη και ότι δεν λαμβανόταν οποιαδήποτε φαρμακευτική αγωγή. Υπό το φως το όλου ιστορικού, της προσωπικότητας του αιτητή και της αντιμετώπισης των δυσκολιών, κρίθηκε ότι δεν θα εγκρινόταν αναπηρικό επίδομα, εφόσον φοιτούσε σε κανονική τάξη με εν γένει ικανοποιητική λειτουργικότητα.
Επομένως και αιτιολογία υπάρχει, (που συμπληρώνεται από το διοικητικό φάκελο από στοιχεία που είναι συνδεδεμένα με αυτή, (Συμεωνίδου ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 145 και Ηλιόπουλος ν. Α.Η.Κ. (2000) 3 Α.Α.Δ, 438), και επαρκής έρευνα είναι φανερό ότι διεξήχθη, που σύμφωνα με τη νομολογία λήφθηκαν υπόψη όλα τα ουσιώδη γεγονότα (Motorways Ltd v. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 447), που περιελάμβανε και επίσκεψη κατ΄ οίκον. Μάλιστα, καταγράφεται από τη λειτουργό στην έκθεση της, ότι η οικογένεια δεν διαμαρτυρήθηκε μετά την απορριπτική απόφαση στις 18.10.2010, επανήλθε δε με νέο αίτημα μετέπειτα στις 22.2.2011, γεγονός που επιβεβαιώνει ότι ουδέποτε ο αιτητής υπέβαλε ένσταση κατά της απόφασης αυτής.
Τα όσα ο αιτητής αναφέρει στην αγόρευση του, στην οποία επισύναψε έκθεση ψυχολόγου της «Διάπλασις: Πρότυπο Κέντρο Στήριξης», αφορούν ασφαλώς μεταγενέστερα δεδομένα αφού όπως προκύπτει από την έκθεση, η εξέταση του αιτητή από την ψυχολόγο έγινε στις 3.11.2010, μετά δηλαδή την απορριπτική απόφαση. Ως εκ τούτου δεν ήταν ενώπιον των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας και η έκθεση αυτή και το περιεχόμενο της δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη.
Ως γνωστό το αναθεωρητικό Δικαστήριο δεν υποκαθιστά τις αποφάσεις της διοίκησης με τις δικές του, (Παπαντωνίου κ.ά. ν. Δήμου Λευκωσίας (Αρ. 2) (2010) 3 Α.Α.Δ. 476 και Pamela Edward Storey v. Δημοκρατίας (2008) 3 Α.Α.Δ. 113), ούτε και ασχολείται με τη διαπίστωση πρωτογενών γεγονότων όταν διαπιστώνει ότι η διεξαχθείσα έρευνα ήταν επαρκής, (Καμηλάρης ν. Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 725 και Δημοκρατία ν. C. Casinos Construction Limited (1990) 3 (Ε) Α.Α.Δ. 3835). Οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας εύλογα έλαβαν την υπό κρίση απόφαση για τους λόγους που έχουν εξηγηθεί, καταγράφοντας στην απόφαση ότι εφόσον, σύμφωνα με το άρθρο 12(1)(α) του Νόμου, ο αιτητής δεν κρίθηκε ανάπηρο άτομο, την ευθύνη για τη συντήρηση και τη φροντίδα του έχει κάθε ένας από τους συζύγους εφόσον το παιδί διαμένει μαζί τους.
Υπό το φως όλων των ανωτέρω, η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα εναντίον του αιτητή και υπέρ των καθ΄ ων, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Η προσβαλλόμενη πράξη επικυρώνεται με βάση το Άρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.
Στ. Ναθαναήλ,
Δ.
/ΕΘ