ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                                                  (Υπόθεση Αρ. 1511/2010)

 

 27 Σεπτεμβρίου, 2012

 

[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΔΡ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ ΓΡΟΥΤΙΔΗΣ,

Αιτητής,

ν.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ΄ων  η Αίτηση.

 

 

Ο Αιτητής παρουσιάζεται αυτοπροσώπως.

Ρ. Παπαέτη (κα), για τους Καθ΄ων η Αίτηση.

Α. Αναστασίου για Π. Αγγελίδη, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.

 

 

 

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.:   Με την παρούσα προσφυγή ο Αιτητής ζητά ακύρωση της απόφασης των Καθ' ων η αίτηση, που δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ημερ. 3.9.2010, με την οποία προήγαγαν κατόπιν επανεξέτασης, στη μόνιμη θέση Πρώτου Κτηνιατρικού Λειτουργού, Κτηνιατρικές Υπηρεσίες, αναδρομικά από 1.3.2007 το Ενδιαφερόμενο Μέρος (ΕΜ), κ. Παύλο Τουμάζο, αντί να διορίσουν τον Αιτητή στη θέση.

 

Τα γεγονότα της υπόθεσης

Στις 29.10.2009 η ΕΔΥ σε συνεδρία της, κατόπιν ακυρωτικής απόφασης του Ανωτάτου Δικαστήριο ημερ. 13.10.2009, με την οποία αποδέχθηκε την Προσφυγή 755/07 εναντίον της απόφασης της ΕΔΥ ημερ. 15.2.2007 με την οποία προήγαγε στην επίδικη θέση το ΕΜ, αποφάσισε να προχωρήσει στην επανεξέταση της πλήρωσης της, με βάση το νομικό και πραγματικό καθεστώς που ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο.

 

Με βάση το δεδικασμένο που αφορούσε τη σύνθεση της προηγούμενης Συμβουλευτικής Επιτροπής, συστάθηκε εκ νέου Συμβουλευτική Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 32(1)(β) του περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου του 1990 (Ν. 1/90).

Στις 4. 5. 2010, η ΕΔΥ συνεχίζοντας την επανεξέταση του θέματος, κατ' αρχάς μελέτησε την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής υπό νέα σύνθεση, αφού το δεδικασμένο της ακυρωτικής απόφασης αφορά στη σύνθεση της προηγούμενης Συμβουλευτικής.  Αφού έλαβε υπόψη τόσο το περιεχόμενο της Έκθεσης, όσο και τα άλλα ενώπιον της στοιχεία, αποφάσισε να καλέσει σε προφορική εξέταση τους τέσσερις υποψηφίους που συστήθηκαν από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, καθώς και τον Αιτητή, ο οποίος είχε κληθεί από την ΕΔΥ και στην αρχική διαδικασία.  Στη συνεδρία κλήθηκε να παραστεί και η Γενική Διευθύντρια του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, στο εξής «η Γενική Διευθύντρια».

 

Στη συνέχεια η ΕΔΥ, στη συνεδρία της ημερ. 2.7.2010, δέχθηκε ενώπιον της, σε ατομική προφορική εξέταση τρεις υποψηφίους.  Μεταξύ αυτών που έλαβαν μέρος, ήταν το Ενδιαφερόμενο Μέρος και ο Αιτητής, ενώ δύο από αυτούς που κλήθηκαν δεν προσήλθαν.  Μετά το πέρας της προφορικής εξέτασης, η Γενική Διευθύντρια αξιολόγησε την απόδοση των υποψηφίων και σύστησε για προαγωγή το ΕΜ και αποχώρησε.

 

Ακολούθως η ΕΔΥ, κατά την ίδια συνεδρία, αφού έλαβε υπόψη τα τρία αξιολογικά κριτήρια, τη σύσταση της Γενικής Διευθύντριας, την απόδοση των υποψηφίων κατά τη νέα ενώπιον της προφορική εξέταση, έκρινε ότι το ΕΜ υπερείχε γενικά έναντι των άλλων υποψηφίων και ότι ήταν ο καταλληλότερος για τη θέση.  Κατόπιν τούτου, η ΕΔΥ αποφάσισε να προσφέρει και πάλι, στο ΕΜ, προαγωγή στην επίδικη θέση, αναδρομικά από την 1.3.2007.

 

Ο Αιτητής ο οποίος ενεργεί χωρίς τη βοήθεια δικηγόρου, προβάλλει τους πιο κάτω επτά λόγους ακύρωσης, προς ακύρωση της απόφασης της απόφασης της ΕΔΥ:- (1) και (2) Η Έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής είναι αποτέλεσμα μη δέουσας έρευνας, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί πλάνη ως προς τα προσόντα των υποψηφίων, (3) η Έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής είναι αποτέλεσμα μη δέουσας αιτιολογίας, (4) η σύσταση της Γενικής Διευθύντριας είναι αποτέλεσμα μη δέουσας αιτιολογίας, (5) η απόφαση της ΕΔΥ να καλέσει τον Αιτητή, αν και δεν συστήθηκε από τη Συμβουλευτική, είναι αποτέλεσμα μη δέουσας αιτιολογίας, (6) η απόφαση της ΕΔΥ είναι αποτέλεσμα μη δέουσας έρευνας και πλάνης περί τα πράγματα ως προς την αξιολόγηση των προσόντων του Αιτητή και του ΕΜ και της απόδοσης υπέρμετρης βαρύτητας στα αποτελέσματα της προφορικής συνέντευξης και (7) παράλειψη επιλογής του καταλληλότερου υποψηφίου.

 

Η έκθεση της Συμβουλευτικής είναι αποτέλεσμα μη δέουσας έρευνας και πλάνης περί τα πράγματα ως προς την αξιολόγηση των υποψηφίων - Λόγοι ακύρωσης 1 και 2

Ο Αιτητής προβάλλει ότι η Συμβουλευτική Επιτροπή κατά την αξιολόγηση των υποψηφίων, ως προς την κατοχή των απαιτούμενων προσόντων, πεπλανημένα έκρινε ότι οι Χ. Θεοδώρου, Π. Σωζόμενου και Γ. Χριστοφή, κατείχαν τα απαιτούμενα προσόντα, ενώ δεν αιτιολογεί την ενέργεια της να ακολουθήσει επί του θέματος τη γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα.  Περαιτέρω προβάλλει ότι πεπλανημένα και χωρίς δέουσα έρευνα η Συμβουλευτική Επιτροπή έκρινε ότι ο Αιτητής δεν πληρούσε τα απαιτούμενα για την επίδικη θέση, προσόντα.

 

Οι δύο πρώτοι λόγοι ακύρωσης δεν ευσταθούν.

 

Η αναφορά του Αιτητή σε πρόσωπα άλλα από το ΕΜ είναι άστοχη, αφού εκείνο που αποτελεί επίδικο θέμα είναι τα προσόντα του ΕΜ και του ίδιου του Αιτητή και όχι τα προσόντα άλλων υποψηφίων που δεν επιλέγηκαν.  Τίποτε δεν προκύπτει από την κρίση της Συμβουλευτικής για άλλους υποψηφίους, εφόσον ο Αιτητής ως προσοντούχος τελικά κλήθηκε σε προφορική συνέντευξη από την ΕΔΥ και καμία ζημιά δεν υπέστη ως αποτέλεσμα της κρίσης της Συμβουλευτικής για άλλους υποψηφίους.

Ως προς το θέμα την γνωμάτευσης του Γενικού Εισαγγελέα, η Συμβουλευτική Επιτροπή δεν έχει υποχρέωση να εξηγήσει αν θα την ακολουθήσει ή όχι και γιατί.  Εκείνο που μετρά, είναι το περιεχόμενο της αιτιολογημένης έκθεσης της σύμφωνα με το άρθρο 34(6) του Νόμου 1/90.

 

Η έκθεση της Συμβουλευτικής είναι αποτέλεσμα μη δέουσας αιτιολογίας         - Λόγος ακύρωσης 3

Ο Αιτητής προβάλλει, ότι η έκθεση της Συμβουλευτικής δεν είναι αιτιολογημένη.  Συγκεκριμένα παραπονείται ότι η Συμβουλευτική δεν προέβη σε ουσιαστική σύγκριση μεταξύ των υποψηφίων, ενώ πουθενά στην Έκθεσή της δεν φαίνεται η βαρύτητα που έδωσε στα υπόλοιπα στοιχεία των υποψηφίων, εξαιρουμένης της απόδοσης τους στην προφορική εξέταση.  Ουσιαστικά, ανέφερε ο Αιτητής, από την Έκθεση ελλείπει ο συλλογισμός που ακολούθησε η Επιτροπή για να καταλήξει στην επιλογή της.

 

 Ο λόγος ακύρωσης δεν ευσταθεί.

 

Όπως προκύπτει από τα στοιχεία των φακέλων, η Συμβουλευτική αιτιολόγησε δεόντως την έκθεσή της, σύμφωνα με τις απαιτήσεις του άρθρου 34(6) του Νόμου 1/90.  Αφού έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιον της στοιχεία, τόσο για τον Αιτητή, όσο και για το ΕΜ, βαθμολόγησε τους υποψηφίους, κρίνοντας τον Αιτητή ως «Πάρα Πολύ Καλό».  Ενόψει του ότι βαθμολόγησε το ΕΜ και τους υπόλοιπους υποψήφιους ψηλότερα, δεν περιέλαβε τον Αιτητή στον τελικό κατάλογο.  Όμως, εν πάση περιπτώσει, ο Αιτητής δεν επηρεάζεται από την Έκθεση της Συμβουλευτικής, αφού τελικά κλήθηκε ενώπιον της ΕΔΥ από την ίδια.

 

Η σύσταση της Γενικής Διευθύντριας είναι παράνομη και αναιτιολόγητη - Λόγος ακύρωσης 4

Ο Αιτητής παραπονείται ότι όπως προκύπτει από τα πρακτικά της συνεδρίας της ΕΔΥ ημερ. 2.7.2010, δεν τέθηκαν τα δικά του στοιχεία ενώπιον της Γενικής Διευθύντριας για να τα μελετήσει προτού δώσει τη σύστασή της.  Όπως εξηγεί, αυτό προκύπτει από την αναφορά στα πρακτικά ότι ενώπιον της Διευθύντριας τέθηκαν μόνο «οι Προσωπικοί Φάκελοι και οι Φάκελοι των Ετήσιων Υπηρεσιακών Εκθέσεων των υποψηφίων που είναι δημόσιοι υπάλληλοι».  Ως αποτέλεσμα, η κρίση της Γενικής Διευθύντριας διαμορφώθηκε μόνο από την προφορική εξέταση, με αποτέλεσμα να είναι πεπλανημένη και αναιτιολόγητη.

 

Δεν συμφωνώ.  Ενώπιον της ΕΔΥ και της Γενικής Διευθύντριας που συμμετείχε, τέθηκε η ακυρωτική απόφαση στην προσφυγή 755/07, οι αιτήσεις των υποψηφίων, συμπεριλαμβανομένης και αυτής του Αιτητή και όλα τα συνημμένα σε αυτές Πιστοποιητικά και πληροφορίες.  Επίσης, τέθηκε η Έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής που επίσης περιείχε πλήρη στοιχεία.  Ως εκ τούτου, δεν ευσταθεί ο ισχυρισμός του Αιτητή ότι η Διευθύντρια έκρινε χωρίς να έχει ενώπιον της τα στοιχεία του Αιτητή.  Το ότι στα πρακτικά της ΕΔΥ γίνεται ειδική αναφορά στους φακέλους των υποψηφίων που είναι δημόσιοι υπάλληλοι, δεν αναιρεί τα όσα λέχθηκαν προηγουμένως (βλ. σχετικά την απόφαση της Ολομέλειας στην Κυριάκου ν. Δημοκρατίας κ.α. (2004) 3 ΑΑΔ 83, στη σελ. 88).

 

Η απόφαση της ΕΔΥ να καλέσει τον Αιτητή αν και δεν είχε συστηθεί από τη Συμβουλευτική, είναι αποτέλεσμα μη δέουσας αιτιολογίας - Λόγος ακύρωσης 5

Ο Αιτητής διατείνεται ότι η ΕΔΥ δεν αιτιολόγησε την απόφασή της να τον καλέσει η ίδια σε προφορική εξέταση ενώπιον της, ενώ η Συμβουλευτική δεν τον συμπεριέλαβε στον κατάλογο.

 

Κατ' αρχάς η ΕΔΥ είχε δυνάμει του άρθρου 34(8) του Ν. 1/90 υποχρέωση να καλέσει πέραν των υποψηφίων που συστάθηκαν «και οποιοδήποτε άλλο υποψήφιο που, κατά την αιτιολογημένη κρίση της, έπρεπε να ήταν στον κατάλογο αυτών που συστήθηκαν από τη Συμβουλευτική Επιτροπή».  Πέραν τούτου, στα πρακτικά ημερ. 4.5.2010 η ΕΔΥ αιτιολογεί δεόντως την απόφασή της να καλέσει και τον Αιτητή σε ατομική προφορική εξέταση.

 

Τέλος, από τη στιγμή που η απόφαση της ΕΔΥ δεν ήταν δυσμενής για τον Αιτητή, στερείται εννόμου συμφέροντος να εγείρει το συγκεκριμένο λόγο ακυρότητας.  Το έννομο συμφέρον, όπως έχει νομολογηθεί, θα πρέπει να υπάρχει όχι μόνο για σκοπούς δεχτότητας της προσφυγής, αλλά και για σκοπούς παραδεχτότητας των λόγων ακυρότητας (βλ. Αναστασίου ν. ΚΟΤ (1996) 4(Α) ΑΑΔ 2440 και Αναστασίου ν. Δήμου Παραλιμνίου (2000) 3 ΑΑΔ 339).

 

Η απόφαση της ΕΔΥ είναι αποτέλεσμα μη δέουσας έρευνας και πλάνης περί τα πράγματα ως προς την αξιολόγηση των προσόντων του Αιτητή και του ΕΜ και της απόδοσης υπέρμετρης βαρύτητας στην προφορική συνέντευξη - Λόγος ακύρωσης 6

Κατ' αρχάς θεωρώ σκόπιμο να παραθέσω το σχετικό απόσπασμα από την απόφαση της ΕΔΥ που αφορά στα προσόντα του Αιτητή και του ΕΜ:-

«Ο επιλεγείς, συγκρινόμενος με τον εξωτερικό υποψήφιο, Γρουτίδη Χριστόδουλο, υπερέχει όσον αφορά τα προσόντα, αφού κατέχει, πέραν του διδακτορικού τίτλου στην Κτηνιατρική, τον οποίο κατέχει και ο Γρουτίδης, και Master of Philisophy in Veterinary Science.  Επίσης, ο επιλεγείς είναι εγγεγραμμένος Κτηνίατρος στην Κύπρο από το 1977, ενώ ο Γρουτίδης από το 1988, γεγονός που αυξάνει την πείρα του επιλεγέντος και κατ' επέκταση και την αξία του.  Δεδομένου μάλιστα ότι η σχετική πείρα αποκτήθηκε σε υπηρεσία στις Κτηνιατρικές Υπηρεσίες, ικανοποιεί την προτίμηση της Παραγράφου (3) του Σχεδίου Υπηρεσίας.  Η Επιτροπή δεν παρέλειψε να λάβει υπόψη ότι ο Γρουτίδης κατέχει και δίπλωμα Νομικής, το οποίο είναι σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης και το οποίο η Επιτροπή συνεκτίμησε μαζί με τα άλλα προσόντα.  Ωστόσο, η κατοχή του δεν μπορεί να υπερακοντίσει τη γενική υπεροχή του επιλεγέντος, τον οποίο η Επιτροπή αξιολόγησε κατά την ενώπιόν της προφορική εξέταση σε υψηλότερο επίπεδο από τον Γρουτίδη (Εξαίρετος και Σχεδόν εξαίρετος, αντίστοιχα).  Η Επιτροπή στην προσέγγισή της αυτή καθοδηγήθηκε και από την κρατούσα Νομολογία, σύμφωνα με την οποία το αρμόδιο όργανο έχει διακριτική ευχέρεια όπως δώσει ιδιαίτερα μεγάλη βαρύτητα στην προφορική εξέταση όταν η θέση είναι ψηλά στην ιεραρχία, όπως η παρούσα (Α.Ε. 3773, 3774, 14.9.06).»

 

Ο Αιτητής προβάλλει ότι η ΕΔΥ λόγω μη δέουσας έρευνας, πεπλανημένα έκρινε ότι το διδακτορικό του ΕΜ ήταν αναγνωρισμένο και ισοδύναμο με αυτό που κατείχε ο Αιτητής.  Η πλάνη κατά του Αιτητή προέρχεται:- (α) από το γεγονός ότι ο ίδιος απέκτησε το διδακτορικό του διακόπτοντας την αμειβόμενη εργασία του στην Αθήνα, ενώ το ΕΜ το απέκτησε ως εξωτερικός φοιτητής, ενώ εργαζόταν ως δημόσιος υπάλληλος, με αποτέλεσμα να παραβιάζεται η αρχή της ισότητας, (β) ο διδακτορικός τίτλος του ΕΜ αναγνωρίστηκε παράνομα και καθ' υπέρβαση εξουσίας από το Κτηνιατρικό Συμβούλιο Κύπρου, στο εξής «το ΚΣΚ», το οποίο μέχρι σήμερα παρέλειψε να ενεργήσει προς την έκδοση των σχετικών Κανονισμών για την αναγνώριση τίτλων σπουδών όπως προβλέπει ο Νόμος 169/90 (άρθρα 23 και 24), (γ) στη συνεδρία του ΚΣΚ, κατά την οποία αναγνωρίστηκε το διδακτορικό του ΕΜ, δεν έχουν τηρηθεί λεπτομερή πρακτικά και ως εκ τούτου είναι ανέφικτος ο δικαστικός έλεγχος, (δ) η απόφαση του ΚΣΚ λήφθηκε κατά παράβαση των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης και (ε) ότι η σύνθεση του ΚΣΚ έπασχε από τη συμμετοχή σ' αυτήν του ΕΜ.  Πέραν των πιο πάνω, προβάλλει ότι λανθασμένα η ΕΔΥ έκρινε ότι το ΕΜ υπερείχε σε πείρα έναντι του Αιτητή, δεν προσέδωσε τη δέουσα βαρύτητα στο πτυχίο νομικής που κατείχε και προσέδωσε υπέρμετρη βαρύτητα στην αξιολόγηση της προφορικής εξέτασης.

 

Ο λόγος ακύρωσης δεν ευσταθεί.

 

Ο τρόπος απόκτησης του διδακτορικού πτυχίου του ΕΜ και του Αιτητή, δεν είναι στοιχείο που μπορεί να ληφθεί υπόψη στην αξιολόγηση των μερών.  Η σημασία έγκειται στην κατοχή του τίτλου, παρά στον τρόπο απόκτησής του.  Παρόμοιος λόγος ηγέρθηκε από τον Αιτητή στην Γροουτίδης ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 44/07, ημερ. 19.7.2011 και απορρίφθηκε.  Υιοθετώ τα όσα αναφέρθηκαν από τον αδελφό δικαστή Ναθαναήλ.  Ούτε τα παράπονα του Αιτητή σε σχέση με το ΚΣΚ μπορούν να ληφθούν υπόψη, αφού για αυτά δεν χωρεί παρεμπίπτον έλεγχος.  Τα συγκεκριμένα θέματα αφορούν αποκλειστικά το ΚΣΚ και τις εξουσίες του δυνάμει του Νόμου και θα πρέπει να ελεγχθεί το νομότυπο των πράξεων του με ξεχωριστή διαδικασία, στην οποία να συμμετέχει και το ίδιο το ΚΣΚ.  Δεν χωρεί παρεμπίπτον έλεγχος άλλης πράξης στην παρούσα διαδικασία.

Σε σχέση με το ζήτημα της πείρας που κατείχαν ο Αιτητής και το ΕΜ, κατά την άποψη μου η ΕΔΥ ενήργησε στα πλαίσια της νομιμότητας, αφού, όπως προκύπτει από τα πρακτικά της απόφασης, η ΕΔΥ ερεύνησε και αιτιολόγησε επαρκώς την κρίση της.  Ενήργησε δε με βάση τα στοιχεία τα οποία είχε ενώπιον της, από τη μια η πείρα του Αιτητή στον ιδιωτικό τομέα και του ΕΜ στο δημόσιο (βλ. Παρ. 3 Σχεδίου Υπηρεσίας).  Σταθμίζοντας όλα τα στοιχεία που είχε ενώπιόν της, δεν μπορούσε να αγνοήσει αφενός το πραγματικό δεδομένο ότι η πείρα του Αιτητή ως δημόσιου υπάλληλου αποκτήθηκε στις Κτηνιατρικές Υπηρεσίες και είναι ευρύτερη και αφετέρου, το ότι το ΕΜ είναι εγγεγραμμένος Κτηνίατρος στην Κύπρο από το 1977, ενώ ο Αιτητής από το 1988.  Αβάσιμος είναι και ο ισχυρισμός του Αιτητή ότι αγνοήθηκε το πτυχίο του στη Νομική, αφού παραπέμποντας στην προσβαλλόμενη απόφαση της η ΕΔΥ κάνει ειδική αναφορά σ' αυτό, ως σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης και ότι του προσέδωσε την ανάλογη σημασία.  Ούτε ο ισχυρισμός περί υπέρμετρης απόδοσης στο αποτέλεσμα της προφορικής συνέντευξης ευσταθεί, αφού και πάλι μέσα από την προσβαλλόμενη απόφαση δεν προκύπτει κάτι τέτοιο.  Κατά την άποψή μου, η έρευνα της ΕΔΥ ως προς τα προσόντα των υποψηφίων ήταν πλήρης και καμία πλάνη δεν διαπιστώνεται.  Πριν προχωρήσει στην έκδοση της απόφασής της, έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιον της στοιχεία, ήτοι τα προσόντα, την πείρα, τη σύσταση της Γενικής Διευθύντριας, την Έκθεση της Συμβουλευτικής, συνυπολογίζοντας το αποτέλεσμα της προφορικής εξέτασης, χωρίς όμως να του προσδώσει υπέρμετρη βαρύτητα.

 

Παράλειψη επιλογής του καταλληλότερου υποψηφίου και ότι ο Αιτητής υπερείχε - Λόγος ακύρωσης 7

Ούτε αυτός ο λόγος ακύρωσης ευσταθεί.  Μέσα από το περιεχόμενο της προσβαλλόμενης απόφασης, προκύπτει ότι η ΕΔΥ προτού καταλήξει στην επιλογή του ΕΜ, έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιον της στοιχεία, από τα οποία προέκυπτε σαφής υπεροχή του ΕΜ σε προσόντα, αφού εκτός από το πρώτο πτυχίο και το διδακτορικό, ήταν και κάτοχος τίτλου Master οf  Philosophy in Veterinary Science.  Το ΕΜ υπερείχε και σε πείρα.  Το ΕΜ ήταν αρχαιότερος κατά 11 χρόνια έναντι του Αιτητή, σε σχέση με την εγγραφή τους ως Κτηνίατροι στην Κύπρο.  Περαιτέρω το ΕΜ είχε συστηθεί από τη Γενική Διευθύντρια, τη Συμβουλευτική και στην ενώπιον της προφορική συνέντευξη βαθμολογήθηκε ως «Εξαίρετος», ενώ ο Αιτητής ως «Σχεδόν Εξαίρετος».

 

Κατά την άποψή μου, η απόφαση της ΕΔΥ για επιλογή του ΕΜ ως του καταλληλότερου υποψήφιου, ήταν εύλογα επιτρεπτή.  Σύμφωνα με τις αρχές της νομολογίας μας, η αξιολόγηση των υποψηφίων αποτελεί έργο του αρμόδιου διοικητικού οργάνου.  Το Δικαστήριο δεν υποκαθιστά τις εκτιμήσεις του διοικητικού οργάνου αναφορικά με την καταλληλότητα των υποψηφίων, με τις δικές του.  Όπως εξηγήθηκε στη Χατζηβασιλείου ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου (1998) 3 ΑΑΔ 755, το γεγονός ότι το δικαστήριο εάν βρισκόταν στη θέση του διορίζοντος οργάνου, δυνατό να μην επέλεγε τον υποψήφιο που τελικά είχε επιλεγεί, δεν είναι από μόνος του επαρκής λόγος για επέμβαση στην απόφαση του διοικητικού οργάνου, ώστε να υποκαταστήσει την κρίση του με τη δική του.  Το δικαστήριο για να παρέμβει στην κρίση του οργάνου, θα πρέπει να πειστεί ότι ο Αιτητής υπερείχε έκδηλα του υποψηφίου του.  Το βάρος απόδειξης είναι στον Αιτητή.  Στην προκειμένη περίπτωση, ο Αιτητής απέτυχε να αποδείξει ότι υπερείχε «έκδηλα» του ΕΜ (βλ. Δημοκρατία ν. Παπαχριστοδούλου κ.α. (2002) 3 ΑΑΔ 329). 

 

Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με €1.300 έξοδα υπέρ των Καθ' ων η αίτηση.  Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται δυνάμει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.

 

 

 

 

 (Υπ.) Γ. Ερωτοκρίτου, Δ.

 

/ΕΠς


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο