ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 46/2009 και 47/2009)
28 Μαρτίου, 2012
[K. ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 15, 23, 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
(Υπόθεση Αρ. 46/2009)
1. ΑΝΑΣΤΑΣΗΣ ΣΤΡΑΤΗΣ,
2. ΑΝΤΡΗ ΣΤΡΑΤΗ,
3. ΚΥΡΙΑΚΗ ΣΤΑΥΡΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ,
4. ΣΤΑΥΡΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ,
5. ΘΕΟΦΑΝΗΣ ΠΑΠΑΙΩΑΝΝΟΥ,
6. ΑΡΓΥΡΟΥΛΛΑ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΚΟΥΤΣΟΥ,
7. ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΒΡΥΩΝΙΔΟΥ,
8. ΑΘΗΝΟΥΛΑ ΠΑΠΟΥΗ ΚΛΕΑΝΘΟΥΣ,
9. ΝΙΚΟΛΑΣ Χ»ΚΥΡΙΑΚΟΥ,
10. ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ Χ»ΚΥΡΙΑΚΟΥ,
11. ΜΑΡΙΑ ΙΩΑΝΝΟΥ,
12. ΑΝΔΡΟΥΛΑ ΑΓΗΣΙΛΑΟΥ Χ»ΓΕΩΡΓΙΟΥ,
Αιτητές,
ΚΑΙ
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ:
1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,
2. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,
3. ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΗΣΕΩΣ,
4. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΗΣΕΩΣ,
5. ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ
ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΗΣΕΩΣ,
6. ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΗΣΕΩΣ,
Καθ΄ων η αίτηση.
- - - - - -
(Υπόθεση Αρ. 47/2009)
1. ΑΝΑΣΤΑΣΗΣ ΣΤΡΑΤΗΣ,
2. ΑΝΤΡΗ ΣΤΡΑΤΗ,
3. ΚΥΡΙΑΚΗ ΣΤΑΥΡΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ,
4. ΣΤΑΥΡΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ,
5. ΘΕΟΦΑΝΗΣ ΠΑΠΑΙΩΑΝΝΟΥ,
6. ΑΡΓΥΡΟΥΛΛΑ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΚΟΥΤΣΟΥ,
7. ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΒΡΥΩΝΙΔΟΥ,
8. ΑΘΗΝΟΥΛΑ ΠΑΠΟΥΗ ΚΛΕΑΝΘΟΥΣ,
9. ΝΙΚΟΛΑΣ Χ»ΚΥΡΙΑΚΟΥ,
10. ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ Χ»ΚΥΡΙΑΚΟΥ,
11. ΜΑΡΙΑ ΙΩΑΝΝΟΥ,
12. ΑΝΔΡΟΥΛΑ ΑΓΗΣΙΛΑΟΥ Χ»ΓΕΩΡΓΙΟΥ,
Αιτητές,
ΚΑΙ
ΔΗΜΟΣ ΚΑΤΩ ΠΟΛΕΜΙΔΙΩΝ,
Καθ΄ου η αίτηση.
- - - - - -
ΑΙΤΗΣΕΙΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 2.12.2011 ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΠΡΟΣΑΓΩΓΗΣ ΜΑΡΤΥΡΙΑΣ
Ξ. Ξενοφώντος, για τους Αιτητές.
Ζ. Κυριακίδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ων η Αίτηση στην Προσφυγή 46/2009.
Ρ. Ιάσωνος για Χρ. Δημητριάδη, για το Καθ΄ου η Αίτηση στην Προσφυγή
47/2009
Μ. Αντωνίου, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.
- - - - - -
Ε Ν Δ Ι Α Μ Ε Σ Η Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ.: Με τις συνεκδικαζόμενες αυτές προσφυγές οι αιτητές προσβάλλουν την εγκυρότητα απόφασης των καθ΄ων η αίτηση με την οποία παραχωρήθηκε άδεια οικοδομής για ανέγερση πρατηρίου πετρελαιοειδών στο ενδιαφερόμενο μέρος εταιρεία G. Stamatiou (Estates) Ltd και επιζητούν την ακύρωσή της.
Πέραν των καταχωρηθέντων δικογράφων, με τις αιτήσεις τους ημερομηνίας 2.12.2011, οι αιτητές εξαιτούνται την άδεια του Δικαστηρίου για προσκόμιση μαρτυρίας μέσω ένορκης δήλωσης προς το σκοπό της απόδειξης, όπως εισηγούνται, κάποιων από τα εγειρόμενα στη διαδικασία νομικών θεμάτων.
Οι βασικές αρχές που διέπουν το θέμα της προσαγωγής μαρτυρίας κατά την ενάσκηση της αναθεωρητικής δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, συνοψίστηκαν ως ακολούθως στην απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Sportsman Betting Co Limited v. Δημοκρατίας (2000) 3 ΑΑΔ 591, στη σελίδα 595:
". Από τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου προκύπτει σαφώς η αρχή ότι προϋπόθεση για την προσαγωγή μαρτυρίας στην αναθεωρητική διαδικασία είναι η σχετικότητα της μαρτυρίας προς τα επίδικα θέματα. (Ρούσος ν. Ιωαννίδης κ.ά. (1999) 3 Α.Α.Δ. 549, Ζαβρός ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 106, Τάσου Μιχαηλίδη κ.ά. ν. Συμβουλίου Βελτιώσεως Παλαιχωρίου, Υπόθ. Αρ. 530/97, ημερ. 5.7.2000). Στην αναθεωρητική του δικαιοδοσία το Ανώτατο Δικαστήριο έχει την διακριτική ευχέρεια να ελέγχει το δικαίωμα των διαδίκων να προσαγάγουν μαρτυρία σχετική με τα γεγονότα που θέλουν να αποδείξουν, με γνώμονα πάντοτε τη σχετικότητα της μαρτυρίας με τα επίδικα θέματα. Ο διάδικος που ζητά την έκδοση οδηγιών για προσαγωγή μαρτυρίας, είτε προφορικής είτε υπό μορφή ένορκης δήλωσης, οφείλει να προσδιορίζει με εύλογη λεπτομέρεια τα γεγονότα τα οποία επιδιώκει να αποδείξει και να ικανοποιήσει επίσης το Δικαστήριο ότι τα γεγονότα αυτά είναι σχετικά με τα επίδικα θέματα που εγείρονται στην προσφυγή, λαμβανομένων υπόψη των νομικών σημείων και των γεγονότων πάνω στα οποία βασίζεται η προσφυγή. Επιτρέπεται η προσκόμιση γεγονότων με μαρτυρία μόνο όταν είναι σχετικά με τα επίδικα θέματα και όταν η απόδειξή τους δυνατό να τεκμηριώσει οποιονδήποτε από τους λόγους ακύρωσης της προσβαλλόμενης διοικητικής απόφασης. (Βλέπε Κωνσταντίνου ν. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λεμεσού (Αρ. 1) (1992) 4 Α.Α.Δ. 3330, Νικολαϊδης ν. Δημοκρατίας (Αρ. 1) 4 Α.Α.Δ. 609, Lordos Hotels Holdings Ltd. v. Συμβουλίου Αποχετεύσεων Παραλιμνίου, Υπόθ. Αρ. 71/97, ημερ. 18.11.99)."
Επίσης, διαφωτιστική επί της ουσίας του εξεταζόμενου θέματος, αλλά και επί της διαδικασίας, είναι και η απόφαση της Ολομέλειας στην Αναθεωρητική Έφεση Θαλασσινός ν. Δημοκρατίας (2003) 3 ΑΑΔ 507, όπου στις σελίδες 510-510 του τόμου αποφάσεων αναφέρθηκαν και τα εξής:
"Ο Κανονισμός 12 των Διαδικαστικών Κανονισμών του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962 προνοεί ότι,
"(1) Το Δικαστήριον ή Δικαστής δύναται να διατάξη οιονδήποτε αιτητήν να παρουσιασθή αυτοπροσώπως είτε διά να δώση ενόρκως ή άλλως πως πληροφορίας προς το Δικαστήριον, είτε διά να παρουσιάση έγγραφα ή άλλα αποδεικτικά μέσα. Εάν αιτητής τις διαταχθείς να εμφανισθή αυτοπροσώπως αρνηθή να πράξη ούτω, η ακολουθητέα διαδικασία εξαναγκασμού προς συμμόρφωσιν του τοιούτου αιτητού, η οποία δυνατόν να εφαρμοσθή, θα είναι ως η ισχύουσα δια τον εξαναγκασμόν εμφανίσεως μάρτυρος, όστις αρνήται να συμμορφωθή προς μαρτυρικήν κλήσιν. . .
(2) Το Δικαστήριον δύναται να διατάξη τον καθ΄ου η αίτησις να δώση ενόρκως ή άλλως πως πληροφορίας ή να παρουσιάση έγγραφα ή άλλα αποδεικτικά μέσα διά δεόντως εξουσιοδοτημένου υπαλλήλου."
Ο Κανονισμός 19 προνοεί ότι,
"Καθ΄οιονδήποτε στάδιον της διαδικασίας το Δικαστήριον ή Δικαστής δύναται να εκδώσει τοιαύτας οδηγίας, αι οποίαι απαιτούνται προς το συμφέρον της δικαιοσύνης."
Στην αναθεωρητική του δικαιοδοσία το Ανώτατο Δικαστήριο έχει τη διακριτική ευχέρεια να ελέγχει το δικαίωμα των διαδίκων να προσαγάγουν μαρτυρία σχετική με τα γεγονότα που θέλουν να αποδείξουν, με γνώμονα πάντοτε τη σχετικότητα της μαρτυρίας με τα επίδικα θέματα. (Βλ. Phedias Kyriakides v. The Republic (1961) 1 R.S.C.C. 66, Skourides v. Attorney General (1967) 3 C.L.R. 518, Lambrakis v. Republic (1970) 3 C.L.R. 71 και Antoniou v. Republic (1971) 3 C.L.R. 417). Το θέμα εξετάστηκε λίγο αργότερα στην υπόθεση Ζαβρός ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 106, όπου το Δικαστήριο υιοθετώντας την απόφαση Phedias Kyriakides παρατήρησε ότι,
". ένας από τους καθοδηγητικούς παράγοντες που θα ακολουθούνται στην εξέταση της αποδοχής οποιασδήποτε μαρτυρίας είναι κατά πόσο τέτοια μαρτυρία είναι εύλογα σχετική προς οιονδήποτε επίδικο θέμα και αποδειχτική οιουδήποτε επίδικου θέματος ενώπιον του Δικαστηρίου και μπορεί ή όχι να βοηθήσει το Δικαστήριο στην απονομή δικαιοσύνης στη συγκεκριμένη περίπτωση σύμφωνα με τη δικαιοδοσία του."
(Βλ. επίσης Constantinides v. The Electricity Authority of Cyprus (1982) 3 C.L.R. 387, Λέλλα Χριστοδούλου ν. Δημοκρατίας, 668/90 της 30/9/93, Πανεπιστήμιο Κύπρου ν. Κωνσταντίνου κ.ά. (1994) 3 Α.Α.Δ. 145, 162 και Μάρω Ράφτη και Άλλη ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2003) 3 Α.Α.Δ. 335). Επιπρόσθετα πρέπει να σημειωθεί ότι "δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή μαρτυρία η οποία να διαφοροποιεί, να αλλοιώνει ή να μεταβάλλει το περιεχόμενο των στοιχείων που λήφθηκαν υπόψη προς ενίσχυση του κύρους της απόφασης", αφού "το κύρος της απόφασης συναρτάται με το καθεστώς των πραγμάτων που λήφθηκε υπόψη". (Βλ. Ρούσος ν. Ιωαννίδης και Άλλων (1999) 3 Α.Α.Δ. 549).
Πρέπει να τονιστεί ότι οι διάδικοι δεν μπορούν να προσαγάγουν μαρτυρία χωρίς την άδεια του Δικαστηρίου. Η παροχή της άδειας του Δικαστηρίου αποτελεί βασική προϋπόθεση για την παρουσίαση μαρτυρίας. Η σχετική άδεια μπορεί να δοθεί σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 19 των Κανονισμών του 1962 κατόπιν αίτησης που υποβάλλεται, είτε προφορικά είτε εγγράφως. (Βλ. Σταύρου κ.α. ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 1023 και Ευθυμίου ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 281). .."
Χρήσιμη επίσης σύνοψη των αρχών που διέπουν το υπό εξέταση θέμα είχε γίνει και στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Στυλιανός Ακάμας ν. Δημοκρατίας (1993) 4 Γ ΑΑΔ 2321, στην οποία παρέπεμψε ο συνήγορος των αιτητών, όπου στις σελίδες 2323-2324, λέχθηκαν τα ακόλουθα:
"Η αίτηση και η ειδοποίηση για πρόθεση υποβολής ένστασης έχουν ως βασικό νομικό έρεισμα τον Κανονισμό 10(2)* του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Αναθεωρητική Δικαιοδοσία) Διαδικαστικό Κανονισμό, 1975, ο οποίος παρέχει στο Δικαστήριο ευρεία διακριτική εξουσία να εκδίδει οδηγίες αναφορικά με αποδεικτικά μέσα οποτεδήποτε κρίνει αυτό αναγκαίο. Ο Κανονισμός 10(2) υπήρξε αντικείμενο εξέτασης και ερμηνείας, σε συνάρτηση με τον Κανονισμό 19, σε σειρά υποθέσεων στις οποίες γίνεται αναφορά σε δύο πρόσφατες αποφάσεις μου στις υποθέσεις Λέλλα Χριστοδούλου ν. Δημοκρατίας (1993) 4 Α.Α.Δ. 2188 και Sunrise Industry Clothing Ltd v. Δημοκρατίας (1993) 4 Α.Α.Δ. 2254, που δεν έχουν ακόμα δημοσιευτεί. Στις υποθέσεις αυτές γίνεται εκτεταμένη αναφορά στις αρχές που καθορίζουν την προσέγγιση του Δικαστηρίου στο επίδικο αυτό θέμα. Δεν κρίνω, ως εκ τούτου, αναγκαίο να επαναλάβω με λεπτομέρεια τις αρχές αυτές. Αρκεί να πω ότι το καθοριστικό κριτήριο στην κάθε περίπτωση είναι κατά πόσο η προτεινόμενη να προσαχθεί μαρτυρία είναι σχετική προς ένα ή περισσότερα επίδικα θέματα που εγείρονται στην προσφυγή με την έννοια ότι τείνει να αποδείξει την αλήθεια γεγονότων πάνω στα οποία βασίζει την υπόθεση του οποιοσδήποτε διάδικος και θα βοηθήσει, ως εκ τούτου, το Δικαστήριο να απονέμει δικαιοσύνη στην κάθε περίπτωση, πάντοτε μέσα στα όρια της δικαιοδοσίας του κάτω από το άρθρο 146 του Συντάγματος.
*10(2) Κατά την διάρκειαν της τοιαύτης ακροάσεως το Δικαστήριον ή Δικαστής δύναται να εκδώση τοιαύτας οδηγίες αναφορικώς προς περαιτέρω εγγράφους προτάσεις, λεπτομέρειας, αποκάλυψιν ή επιθεώρησιν εγγράφων, αποδεικτικά μέσα, συμπεριλαμβανομένων ενόρκων ομολογιών απιοδεικνυουσών τα γεγονότα εφ΄ ων βασίξεται έκαστος διάδικος, επιθεώρησιν του Άρθρου 134, ημερομηνίαν δημοσίας ακροάσεως, καταχώρισιν και ανταλλαγήν μεταξύ των διαδίκων εγγράφου επιχειρηματολογίας εντός καθοριξομένων χρονικών ορίων ως και την διάρκειαν τυχόν μεταγενεστέρων ακροάσεων, ή οιασδήποτε άλλας οδηγίας σχετικώς προς την διαδικασίαν της υποθέσεως ως ήθελε κρίνη αναγκαίου."
Επανερχόμενος στα ιδιαίτερα περιστατικά της παρούσας περίπτωσης, παρατηρώ τα εξής:
Το είδος της μαρτυρίας που επιζητούν να προσκομίσουν οι αιτητές, όπως και ο σκοπός για τον οποίο την επιδιώκουν, εμφαίνεται στις παραγράφους 4 έως 9 της ένορκης δήλωσης προς υποστήριξη των αιτήσεων. Πρόκειται για γεγονότα τα οποία επιθυμούν να προσφέρουν αναφορικά με την περιοχή στην οποία κατοικούν οι αιτητές, η οποία γειτνιάζει με το πρατήριο πετρελαιοειδών, ισχυρισμούς ως προς μείωση της αξίας της περιουσίας τους, ισχυρισμούς ως προς επηρεασμό των ανέσεών τους, και ισχυρισμούς ως προς μη διαβούλευση με τους ίδιους πριν από την χορήγηση της επίδικης άδειας.
Όπως εισηγούνται οι αιτητές, η προτεινόμενη μαρτυρία αποσκοπεί στην τεκμηρίωση της ύπαρξης εννόμου συμφέροντος από τους ιδίους, την τεκμηρίωση των ισχυρισμών τους για παραβίαση δικαιώματος ακρόασης και του ισχυρισμού τους για παραβίαση του δικαιώματος ιδιωτικής ζωής.
Η προτεινόμενη μαρτυρία είναι προφανώς μαρτυρία η οποία δεν είχε τεθεί ενώπιον του διοικητικού οργάνου όταν λάμβανε την προσβαλλόμενη απόφαση. Και δεν τέθηκε για ένα από τους τέσσερις ακόλουθους λόγους:
α. Επειδή δεν την έθεσαν οι αιτητές, αν τους είχε δοθεί το δικαίωμα και η ευκαιρία, οπότε δεν μπορεί να τους δοθεί τώρα αυτό το δικαίωμα.
β. Επειδή δεν τους δόθηκε η ευκαιρία να ακουσθούν, οπότε, χωρίς τη λήψη της μαρτυρίας αυτής, υποστηρίζεται από μόνος του ο λόγος της μη παροχής δικαιώματος ακρόασης, αν υπήρχε, στην περίπτωση.
γ. Επειδή το διοικητικό όργανο δε ζήτησε και/ή δεν έλαβε υπόψη τέτοια στοιχεία, οπότε αυτό το γεγονός σχετίζεται από μόνο του με λόγο μη διενέργειας έρευνας.
δ. Επειδή, όπως οι ίδιοι οι αιτητές ισχυρίζονται στην παράγραφο 5 της ένορκης δήλωσής τους, στοιχεία όπως ο επηρεασμός της αξίας των ακινήτων, των ανέσεων της περιοχής κλπ, είναι αυτονόητο ότι προκαλούνται λόγω της λειτουργίας του πρατηρίου. Οπότε σ΄ αυτή την περίπτωση, ως αυτονόητη, είναι και αχρείαστη μια τέτοια μαρτυρία.
Πρόκειται γενικά για στοιχεία τα οποία καλώς ή κακώς δεν τέθηκαν με τον τρόπο που προωθείται τώρα ενώπιον της διοίκησης πριν από τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης και, επομένως, δεν μπορούν να τεθούν τώρα ενώπιον του Δικαστηρίου με προφανή σκοπό το Δικαστήριο να οδηγηθεί σε ευρήματα/συμπεράσματα διαφορετικά από εκείνα της διοίκησης.
Τα στοιχεία αυτά τείνουν να διαφοροποιήσουν τα στοιχεία που βρίσκονται εντός του διοικητικού φακέλου, ισχυροποιώντας τις θέσεις των αιτητών, κυρίως επί εξειδικευμένων, τεχνικών και υποκειμενικών θεμάτων, πράγμα που δεν μπορεί να γίνει εφόσον η εγκυρότητα της προσβαλλόμενης απόφασης θα κριθεί με βάση τα υπάρχοντα στοιχεία κατά το χρόνο της λήψης της απόφασης.
Οι αιτήσεις απορρίπτονται με έξοδα εναντίον των αιτητών και υπέρ των καθ΄ων η αίτηση, όπως θα υπολογιστούν και εγκριθούν στο τέλος.
K. Κληρίδης,
Δ.
/ΧΤΘ