ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

                                                          (Υποθ. Αρ.1723 /2008)

 

26 Σεπτεμβρίου, 2011

 

[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στης]

 

Αναφορικά με το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος

 

ΜΑRFIN INVESTMENT GROUP AΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΣΥΜΜΕΤΟΧΩΝ

                                                            Αιτητές,

-και -

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΑΣ ΚΥΠΡΟΥ

 

                                                          Καθ΄ων η αίτηση.

------------------------

Ελ.Μιχαήλ (κα.), για Ιωαννίδης & Δημητρίου, για τον Αιτητή.

Ρ.Πασιουρτίδου (κα.), για Α.Τριανταφυλλίδης & Υιοί ΔΕΠΕ,  για τους Καθ΄ων η αίτηση

-----------------------

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.:  H ΜΑRFIN INVESTMENT GROUP ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΣΥΜΜΕΤΟΧΩΝ (οι αιτητές) είχαν, στις 17 Δεκεμβρίου 2005, προβεί σε αγορά 465,000 μετοχών της εταιρείας Marfin Popular Bank Plc. (η τράπεζα), προβαίνοντας σε σχετική δημοσιοποίηση, ως συναλλαγής συνδεδεμένων προσώπων, λόγω στενών δεσμών με διοικητικούς συμβούλους της εν λόγω τράπεζας. 

 

Λαμβανομένου υπόψη ότι η εν λόγω αγορά έγινε σε κλειστή περίοδο, οι καθ΄ων η αίτηση μετά από σχετικό σημείωμα λειτουργού τους, αποφάσισαν κατά τη συνεδρία τους ημερ. 25 Ιουλίου 2008 να καλέσουν τους αιτητές όπως προβούν σε παραστάσεις για ενδεχόμενες παραβιάσεις του άρθρου 13 του περί Πράξεων Προσώπων που Κατέχουν Εμπιστευτικές Πληροφορίες και των Πράξεων Χειραγώγησης Αγοράς (Κατάχρηση της Αγοράς) Νόμου του 2005, Ν.116(Ι)/2005  («ο Νόμος») και της παραγράφου 5(1) της Οδηγίας 5/2005 αναφορικά με τον Κώδικα Συμπεριφοράς Συμβούλων κα των Σχετιζομένων Προσώπων,   ( η «Οδηγία 5/2005»).  Για το σκοπό αυτό οι αιτητές προσκλήθηκαν με επιστολή ημερ. 28 Αυγούστου 2008 να προβούν σε σχετικές παραστάσεις μέχρι τις 12 Σεπτεμβρίου 2008. 

 

Παρελθούσης της πιο πάνω προθεσμίας και ενόψει της παράλειψης των αιτητών να προβούν σε οποιεσδήποτε παραστάσεις οι  καθ΄ων η αίτηση αποφάσισαν στις 29 Σεπτεμβρίου 2008 ότι οι αιτητές είχαν παραβεί τη σχετική νομοθεσία και τους επιβλήθηκε πρόστιμο ύψους €100.000.  Το απόσπασμα της εν λόγω απόφασης έχει ως εξής:

 

«Συγκεκριμένα η Επιτροπή κατέληξε στη λήψη της πιο πάνω απόφασης αφού έλαβε υπόψη της τα ακόλουθα στοιχεία/γεγονότα:

 

Στις 17 Δεκεμβρίου 2007 η Εταιρεία αγόρασε 465,000 μετοχές του Εκδότη στο Χρηματιστήριο Αθηνών.

 

Η Εταιρεία έχει στενό δεσμό με διοικητικούς συμβούλους του Εκδότη λόγω των κοινών διοικητικών συμβούλων στις δυο Εταιρείες.  Συνέπεια αυτής της σχέσης, η Εταιρεία προέβη σε ανακοίνωση «Συναλλαγές Συνδεδεμένων Προσώπων» αυθημερόν σχετικά με τη συναλλαγή ημερομηνίας 17 Δεκεμβρίου 2007, ως «πρόσωπο που έχει στενό δεσμό με σύμβουλο»

 

Το οικονομικό έτος του Εκδότη λήγει στις 31 Δεκεμβρίου 2007 έκαστου έτους.  Λαμβάνοντας υπόψη τον ορισμό της 'κλειστής περιόδου', σύμφωνα με την Οδηγία 5/2005, όπου είναι η περίοδος του ενός μηνός που προηγείται της λήξης του οικονομικού έτους και επεκτείνεται μέχρι την ημερομηνία της ανακοίνωσης της ένδειξης αποτελέσματος, η συναλλαγή ημερομηνίας 17 Δεκεμβρίου 2007 εμπίπτει σε κλειστή περίοδο.

Σύμφωνα με το άρθρο 5(1) της Οδηγίας 5/2005, «Σύμβουλος ή σχετιζόμενο πρόσωπο, ή το πρόσωπο που έχει στενούς δεσμούς με σύμβουλο ή σχετιζόμενο πρόσωπο, δεν δύναται να συναλλάσσεται σε χρηματοοικονομικά μέσα του εκδότη κατά τη διάρκεια κλειστής περιόδου»».

 

Οι αιτητές υπέβαλαν τελικώς τις γραπτές τους παραστάσεις, προς τους καθ΄ων η αίτηση, με επιστολή ημερ. 2 Οκτωβρίου 2008.  Ανέφεραν σχετικώς τα ακόλουθα:

 

«Η Εταιρεία μας δεν είχε πρόθεση να παραβεί τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την Οδηγία 5/2005 της Επιτροπής σας αναφορικά με τον Κώδικα Συμπεριφοράς Συμβούλων και Σχετιζομένων Προσώπων αντιθέτως προέβη στην ως άνω συναλλαγή εκ παραδρομής των διενεργησάντων τη συναλλαγή ως προς τις σχετικές πρόνοιες της Οδηγίας.

 

Η εταιρεία μας προέβη για πρώτη φορά σε αγορά μετοχών της «Marfin Popular Bank Public Co Ltd" το Σεπτέμβριο 2007.  Κατά συνέπεια, δεν κατείχε σχετική εμπειρία από παρελθούσες κλειστές περιόδους πέραν της συγκεκριμένης η οποία άρχισε την 1.12.2007.

 

Σημειώνεται ότι τα διοικητικά στελέχη της Εταιρείας μας που κατείχαν θέση συμβούλου στη «Μarfin Popular Bank Public Co Ltd" και τελούσαν σε γνώση των υποχρεώσεων που απορρέουν από την ως άνω Οδηγία σχετικά με τους ίδιους και τα σχετιζόμενα με αυτούς πρόσωπα ευρίσκονταν κατά τη συγκεκριμένη ημερομηνία εκτός της έδρας της Εταιρείας, ορισμένα δε εξ αυτών ευρίσκονταν στην Κύπρο προκειμένου να παρασταθούν στη Γενική Συνέλευση των Μετόχων της "Marfin Popular Bank Public Co Ltd" που έλαβε χώρα την ημέρα εκείνη.  Για το λόγο αυτό, δεν κατέστη δυνατό να πληροφορηθούν και να ανασχέσουν έγκαιρα την εν λόγω εντολή.

 

Είναι ενδεικτικό ότι η εταιρεία μας ουδέποτε προέβη σε άλλες απαγορευμένες συναλλαγές κατά τη διάρκεια αυτής ή άλλης κλειστής περιόδου.

 

Η Εταιρεία μας ζητεί την ευμενή αντιμετώπιση του θέματος και διαβεβαιώνει την Επιτροπή σας ότι κατέβαλλε και εξακολουθεί να καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια για τη συμμόρφωση προς τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τη νομοθεσία και τους Κανονισμούς της Επιτροπής σας».

 

Οι καθ΄ων η αίτηση κατά τη συνεδρία τους ημερ. 20 Οκτωβρίου 2008 επανεξετάζοντας την απόφαση τους, υπό το πρίσμα των παραστάσεων που έγιναν από τους αιτητές, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι έπρεπε να εμμείνουν στην αρχική τους απόφαση ημερ. 29 Σεπτεμβρίου 2008, αφού, όπως τονίστηκε, δεν προβλήθηκε οποιοσδήποτε λόγος που να δικαιολογούσε την αναθεώρηση της σχετικής απόφασης και του επιβληθέντος προστίμου.  Γνωστοποιήθηκε η εν λόγω απόφαση στους αιτητές με επιστολή ημερ. 27 Οκτωβρίου 2008 και ως αποτέλεσμα τούτου οι αιτητές καταχώρισαν την παρούσα προσφυγή επιδιώκοντας την  ανατροπή της. 

 

Προβλήθηκε από τους καθ΄ων η αίτηση προδικαστικώς ότι οι αιτητές στερούνται εννόμου συμφέροντος να αμφισβητήσουν την εν λόγω απόφαση, λαμβανομένου υπόψη ότι με την επιστολή τους ημερ. 2 Οκτωβρίου 2008 είχαν παραδεχτεί, ανεπιφύλακτα, τη διάπραξη της ισχυριζόμενης παράβασης.  Η ρητή παραδοχή πρόσθεσαν, ισοδυναμεί με αποδοχή της εν λόγω διαταγής και αποστερεί τους αιτητές από το έννομο συμφέρον προσβολής του κύρους της διαπίστωσης της παράβασης. 

 

Η προδικαστική ένσταση ευσταθεί.  Όπως αναφέρεται στο σύγγραμμα του Ε.Σπηλιωτόπουλου, Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου Τόμος ΙΙ, 12η έκδοση, παρα.458, «το έννομο συμφέρον εκλείπει όταν υπάρχει αποδοχή της πράξης από τον αιτούντα.»  Ανάλογη προσέγγιση υπάρχει και στο σύγγραμμα του Π.Δ.Δαγτόγλου, Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο, 3η έκδοση, παραγρ.548.

 

 «Ο νόμος τεκμαίρει σε ορισμένες περιπτώσεις ότι δεν υπάρχει έννομο συμφέρον όπως προ πάντων όταν ορίζει ότι «το ένδικο μέσο» είναι απαράδεκτο εν περιπτώσει αποδοχής της προσβαλλόμενης πράξεως.  Η έλλειψη αποδοχής δεν αποτελεί λόγο παραδεκτού, αλλά προϋπόθεση του εννόμου συμφέροντος.»

 

Από το ίδιο το κείμενο της επιστολής των αιτητών προκύπτει άμεση παραδοχή παραβίασης της εν λόγω οδηγίας και έκκληση για ευμενή αντιμετώπιση του θέματος.  Τονίζεται περαιτέρω ότι εάν ενημερώνοντο έγκαιρα τα διοικητικά στελέχη της εταιρείας, οι οποίοι ήταν γνώστες των υποχρεώσεων που απορρέουν από την Οδηγία, θα σταματούσαν την εν λόγω εντολή.  Από το περιεχόμενο του πιο πάνω κειμένου καταδεικνύεται η ανεπιφύλακτη αποδοχή της παραβίασης της εν λόγω Οδηγίας.  Η εν λόγω παραδοχή έγινε με την ελεύθερη βούληση των αιτητών χωρίς οποιαδήποτε επιφύλαξη. 

 

Σχετικό είναι το πιο πάνω απόσπασμα από το σύγγραμμα της Γλ.Σιούτη Το ΄Εννομο Συμφέρον στην Αίτηση Ακυρώσεως 1998, σελ.206, όπου αναφέρεται:

 

«Η αποδοχή της προσβαλλόμενης πράξης ισοδυναμεί, κατά κάποιο τρόπο, με μια εκ των προτέρων κατάφαση των θέσεων της άλλης πλευράς.  Ως εκ τούτου θα αντέβαινε στην αρχή του non venire contra factum proprium, η οποία πηγάζει από το περιεχόμενο της ρήτρας περί τηρήσεως της καλής πίστης στη διαδικαστική συμπεριφορά του αιτούντος, να επιδιώκει αυτός τη δικαστική εξαφάνιση της πράξης, το περιεχόμενο της οποίας έχει ήδη αποδεχθεί.»

 

Και στις σελίδες 207, 208:

«Η αποδοχή μπορεί να είναι είτε ρητή, να προκύπτει δηλ. από σχετική δήλωση του αιτούντος, είτε σιωπηρή, να συνάγεται δηλ. από πράξεις ή ενέργειές του, που την υποδηλώνουν.  Σε όλες τις περιπτώσεις όμως, πρέπει να είναι σαφής και ανεπιφύλακτη, αλλά και οικειοθελής.  Πρέπει δηλ. να αποτελεί προϊόν ελεύθερης εκδήλωσης της σχετικής βουλήσεως δηλ. να αποτελεί προϊόν ελεύθερης εκδήλωσης της σχετικής βουλήσεως του αιτούντος.  Ειδικότερα, πρέπει να μην έγινε από νόμιμη υποχρέωση ή πραγματική ανάγκη, οικονομική ή άλλη, να μην αποτελεί προϊόν βίασης, ή απειλής και να μην δόθηκε διότι η παράλειψή της θα είχε δυσμενείς για τον αιτούντα συνέπειες.  Επιπλέον πρέπει η αποδοχή να προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου ή να συνάγεται από αναμφισβήτητες πράξεις, τα στοιχεία του φακέλου ή να συνάγεται από αναμφισβήτητες πράξεις.  Τέλος, η παραίτηση από το δικόγραφο της αίτησης ακυρώσεως δεν συνεπάγεται αποδοχή της πράξης.»

 

Η αποδοχή πρέπει να είναι ανεπιφύλακτη και ελεύθερη και να μην έλαβε χώρα υπό την πίεση της επέλευσης επιβλαβών συνεπειών δια τον αιτούντα.  (Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας, 1929-1959, σελ.261).

Από τη νομολογία και αναφέρομαι στην υπόθεση Παπαδόπουλος κ.ά ν. Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου κ.ά (1996) 3 Α.Α.Δ. 1, καταφαίνεται ότι για να θεωρηθεί ότι η αποδοχή μιας πράξης εξαλείφει το έννομο συμφέρον θα πρέπει αυτή η αποδοχή να είχε γίνει μετά από πλήρη γνώση των πραγματικών δεδομένων και χωρίς οποιαδήποτε επιφύλαξη. 

 

Βλ. επίσης Paschali v. Republic (1966) 3 C.L.R. 593, 601, Pericleous v. Republic (1971) 3 C.L.R. 141, Tomboli v. CYTA (1982) 3 A.A.Δ. 149, Panayi v. Republic (1988) 3 C.L.R. 2338 και Παπακώστας ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 936/97, ημερ. 30.6.1998)

 

Όπως τονίστηκε στην υπόθεση αρ.1202/2000 Sigma Radio TV Ltd v. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, ημερ. 28 Μαρτίου 2005 η παραδοχή των αιτητών ακόμη και στο στάδιο της ακροαματικής διαδικασίας, σχετικά με την ενοχή τους βάσει των Κανονισμών, τους στερούσε το δικαίωμα προσβολής συγκεκριμένων λόγων ακυρώσεως. 

Με γνώμονα το περιεχόμενο της επιστολής των αιτητών ημερ. 2 Οκτωβρίου 2008 θεωρώ ότι είχαν παραδεχτεί ανεπιφύλακτα την παράβαση της σχετικής Οδηγίας 5/2005, συνακόλουθα στερούνται εννόμου συμφέροντος προώθησης και αμφισβήτησης της νομιμότητας του επιβληθέντος προστίμου. 

 

Ως εκ τούτου η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα υπέρ των καθ΄ων η αίτηση και εναντίον των αιτητών, όπως αυτά θα υπολογιστούν. 

 

 

                                                          Κ. Παμπαλλής,

                                                                      Δ.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο