ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 1589/2009
12 Αυγούστου 2011
[Μ. ΦΩΤΙΟΥ Δ/ΣΤΗΣ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 12, 23(5), 28, 29 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ASPIS HOLDINGS PUBLIC COMPANY LTD
Aιτήτρια
- ΚΑΙ -
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΑΣ ΚΥΠΡΟΥ
Καθ' ης η αίτηση
......................
Κ. Καλλής, για την αιτήτρια
Γ. Τριανταφυλλίδης με Ν. Παρτασίδου (κα)για την καθ' ης η αίτηση
.......................
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Μ. ΦΩΤΙΟΥ: Με την παρούσα προσφυγή ζητείται δήλωση όπως η απόφαση της καθ' ης η αίτηση που κοινοποιήθηκε στην αιτήτρια με επιστολή ημερ. 22/10/2009 και με την οποία κρίθηκε ότι η αιτήτρια έχει διαπράξει παράβαση του άρθρου 13 (1) του περί Δημοσίων Προτάσεων Εξαγοράς Νόμου του 2007 (Ν. 41/2007) και της επιβλήθηκε διοικητικό πρόστιμο ύψους €80.000 και αναστολή δικαιωμάτων ψήφου πέραν του 30% είναι άκυρη, παράνομη και χωρίς οποιοδήποτε νομικό αποτέλεσμα.
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Η αιτήτρια εταιρεία ASPIS HOLDINGS PUBLIC COMPANY LTD κατά ή περί την 30/9/2008 απέκτησε τον έλεγχο της Commercial Value AAE με αποτέλεσμα η δεύτερη να καταστεί θυγατρική της αιτήτριας.
Η καθ' ης η αίτηση αποτελεί νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου που συστάθηκε και λειτουργεί δυνάμει του περί Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου (Σύσταση και Αρμοδιότητες) Νόμου του 2001 (Ν. 64(I)/2001). Σύμφωνα με τα άρθρα 4 και 6 του εν λόγω Νόμου η καθ' ης η αίτηση έχει την ευθύνη της εποπτείας της Κεφαλαιαγοράς, της διασφάλισης της ομαλής λειτουργίας και μεθοδικής ανάπτυξης της, καθώς επίσης και την εποπτεία της παρακολούθησης των συναλλαγών κινητών αξιών που καταρτίζονται στο έδαφος της Δημοκρατίας μέσω του Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου.
Η καθ' ης η αίτηση σε συνεδρία της ημερ. 22/6/2009 αφού έλαβε υπόψη σχετικό σημείωμα λειτουργού της ημερ. 17/6/2009, αποφάσισε δυνάμει της εξουσίας που της παρέχεται από το άρθρο 39 του προαναφερθέντος νόμου, να καλέσει την αιτήτρια εταιρεία σε γραπτές παραστάσεις για ενδεχόμενη παράβαση του άρθρου 13(1) του περί Δημοσίων Προτάσεων Εξαγοράς Νόμου του 2007 (Ν. 41(Ι)/2007). Ενημέρωσε την αιτήτρια για την πιο πάνω απόφαση της με επιστολή ημερ. 6/7/2009 καλώντας την να προβεί σε γραπτές παραστάσεις μέχρι 21/7/2009.
Η αιτήτρια με επιστολή της ημερ. 22/7/2009 ζήτησε παράταση 7 εργάσιμων ημερών για την υποβολή των παραστάσεων και τελικά υπέβαλε αυτές με επιστολή της ημερ. 3/8/2009.
Η καθ' ης η αίτηση σε συνεδρία της ημερ. 21/9/2009 αφού έλαβε υπόψη και το σημείωμα του λειτουργού ημερ. 19/8/2009, αποφάσισε δυνάμει της εξουσίας της που της παρέχει το άρθρο 46 του Νόμου, όπως επιβάλλει στην αιτήτρια διοικητικό πρόστιμο ύψους €80.000 για παράβαση του άρθρου 13 του Ν. 41(Ι)/2007 και αναστολή δικαιώματος ψήφου, ως έχει ήδη αναφερθεί. Ενημέρωσε την αιτήτρια για την πιο πάνω απόφασή της με επιστολή ημερ. 22/10/2009 με αποτέλεσμα την καταχώρηση της παρούσας προσφυγής στις 25/11/2009.
ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ
Με τις γραπτές της αγορεύσεις (αρχική, απαντητική και συμπληρωματική) η αιτήτρια προωθεί τους εξής βασικά λόγους ακύρωσης που παραθέτω με δική μου σειρά:
(α) η προσβαλλόμενη απόφαση αναφορικά με το ύψος της διοικητικής κύρωσης είναι προϊόν πλημμελούς άσκησης διακριτικής ευχέρειας.
(β) Η απόφαση είναι προϊόν παράβασης του άρθρου 52 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν. 158(Ι)/1999).
(γ) Η απόφαση είναι αναιτιολόγητη,
(δ) η απόφαση παραβιάζει τις αρχές της χρηστής διοίκησης,
(ε) η απόφαση παραβιάζει το Άρθρο 30.2 του Συντάγματος και το άρθρο 6.1 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων γιατί (ι) λήφθηκε από όργανο που δεν ήταν ανεξάρτητο και αμερόληπτο και (ιι) από όργανο του οποίου η σύνθεση και/ή συγκρότηση είναι αντισυνταγματική.
(στ) Η απόφαση παραβιάζει τις αρχές της φυσικής δικαιοσύνης και τα Άρθρα 12 και 30 του Συντάγματος και 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων γιατί δεν δόθηκε η ευκαιρία στην αιτήτρια να ακουστεί πριν της επιβληθεί η ποινή. Επί του προκειμένου εισηγείται η πλευρά της αιτήτριας ότι η απόφαση της Ολομέλειας στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς Κύπρου ν. Εξέλιξη Επενδυτική Λτδ. (2006) 3 Α.Α.Δ. 310 είναι σαφώς εσφαλμένη, δεν αποτελεί έγκυρο δίκαιο (good law) και επομένως το δικαστήριο τούτο μπορεί και πρέπει να αποκλίνει από αυτή.
(ζ) Η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε από αναρμόδιο όργανο του οποίου η σύνθεση και/ή συγκρότηση έπασχε κατά τη λήψη της απόφασης.
Από πλευράς της καθ' ης η αίτηση απορρίπτονται όλοι οι πιο πάνω ισχυρισμοί και ζητείται η απόρριψη της προσφυγής.
ΕΞΕΤΑΣΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ
Το κρίνω σκόπιμο και ορθό όπως εξετάσω πρώτα τον ισχυρισμό της αιτήτριας ότι η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε από όργανο του οποίου η σύνθεση και/ή συγκρότηση πάσχει νομικά. Είναι ο λόγος για τον οποίο δόθηκε η ευκαιρία στους ευπαίδευτους συνήγορους των διαδίκων όπως καταχωρήσουν και συμπληρωματικές αγορεύσεις.
Είναι η θέση της πλευράς της αιτήτριας ότι νομικό έρεισμα για την προβολή του λόγου αυτού αποτελεί το άρθρο 11 (2) του περί Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Νόμου του 2009 (Ν. 73(1)/2009) που διαλαμβάνει ως εξής:
«11(2) Ως μέλη του Συμβουλίου διορίζονται πρόσωπα ανωτάτου ηθικού επιπέδου, εγνωσμένου κύρους, εντιμότητας και εγνωσμένης πείρας και κατάρτισης στην χρηματαγορά και την κεφαλαιαγορά, τα οποία είναι ικανά να συμβάλουν στην πραγμάτωση των σκοπών του παρόντος Νόμου, στην ανάπτυξη της ομαλής και μεθοδικής αγοράς αξιών και στην προστασία των επενδυτών και του κοινού.»
Η θέση της αιτήτριας είναι ότι τα μέλη της Επιτροπής δεν διαθέτουν το προσόν της «εγνωσμένης πείρας και κατάρτισης στη χρηματαγορά και την κεφαλαιαγορά». Επικαλείται νομολογία αλλά και λεξικά, νομικά και άλλα, που ερμηνεύουν τις λέξεις «πείρα» και «κατάρτιση».
Διευκρινίζεται εδώ ότι την προσβαλλόμενη απόφαση πήρε η καθ' ης η αίτηση στις 21/9/2009 (παράρτημα Ε στην Ένσταση) με την εξής σύνθεση: Γ. Χαραλάμπους πρόεδρος, Α Χατζηπιερής, αντιπρόεδρος και Μ. Μωϋσέως, Μ. Κυπριανού και Σπ. Κόκκινος μέλη, με παρόντα και τον Κ. Τρικούπη ως εκπρόσωπο του Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας. Παρούσα ήταν και η Ελ. Μιχαηλίδου, λειτουργός της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου, για σκοπούς λήψης των πρακτικών σύμφωνα με οδηγίες του προέδρου. Πληροφορήθηκε σχετικά η αιτήτρια με επιστολή ημερ. 22/10/2009 (προσβαλλόμενη απόφαση, παράρτημα Ζ στην Ένσταση).
Ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας αναφέρθηκε στις δημοσιεύσεις του διορισμού του Προέδρου και μελών της καθ'ης η αίτηση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας. Για παράδειγμα στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ημερ. 27/9/2009, γνωστοποίηση αρ. 142 που αφορά το διορισμό του Προέδρου Γ. Χαραλάμπους αναφέρεται απλώς ότι είναι οικονομολόγος, για το δε μέλος Σπ. Κόκκινο, τίποτε.
Το ίδιο και για τα υπόλοιπα μέλη. Για τον αντιπρόεδρο Α. Χατζηπιερή (Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ημερ. 10/8/2001, γνωστοποίηση αρ. 106 και Επίσημη Εφημερίδα ημερ. 23/9/2005) καμιά αναφορά σε προσόντα ή επάγγελμα. Για τον Μ. Κυπριανού (Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ημερ. 1/6/2007, γνωστοποίηση αρ. 102) αναφέρεται απλώς το επάγγελμα του (δικηγόρος). Για τον Μ. Μωϋσέως (Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ημερ. 13/5/2009, γνωστοποίηση αρ. 101) καμιά αναφορά σε επάγγελμα ή προσόντα. Υποστήριξε ότι δεν ήταν για την αιτήτρια, όπως εισηγείται η άλλη πλευρά, να προσκομίσει τα σχετικά έγγραφα για να αποδείξει τον ισχυρισμό της αυτό, αλλά για την καθ' ης η αίτηση να ικανοποιήσει αυτή το δικαστήριο, με σχετικά έγγραφα, ότι τα διορισθέντα μέλη έχουν τα απαιτούμενα από το νόμο προσόντα. Επικαλέστηκε προς τούτο σχετική νομολογία.
Από πλευράς του ευπαιδεύτου συνηγόρου της καθ' ης η αίτηση προβάλλεται η θέση ότι ο ισχυρισμός της αιτήτριας περί αναρμοδιότητας του οργάνου, είναι «αφηρημένος και αόριστος» αφού η αιτήτρια δεν έχει προσκομίσει κανένα στοιχείο που να αποδεικνύει τον ισχυρισμό της και καταλήγει, (σελ. 34 και 35 της αρχικής αγόρευσης) ως εξής:
«Εν πάση περιπτώσει ο πιο πάνω ισχυρισμός ουδόλως μπορεί να επηρεάσει με οποιονδήποτε τρόπο τη νομιμότητα και το κύρος της προσβαλλόμενης απόφασης. Σύμφωνα με το άρθρο 18(11) του περί Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου Νόμου του 2009 (Ν. 73(Ι)/2009) προνοούνται τα ακόλουθα:
Κένωση θέσης μέλους του Συμβουλίου ή ελάττωμα περί το διορισμό του δεν επιφέρει ακυρότητα των πράξεων ή των διαδικασιών του Συμβουλίου.»
Επομένως, ισχυρίζεται ο ευπαίδευτος συνήγορος της καθ' ης η αίτηση και αν ακόμα ο ισχυρισμός της αιτήτριας περί μη κατοχής του προαναφερθέντος προσόντος από τα μέλη της καθ' ης η αίτηση ευσταθεί, η απόφαση διασώζεται από το άρθρο 18(11) του Νόμου. Από τη στιγμή, συνεχίζει ο συνήγορος, που το λεκτικό του άρθρου είναι ξεκάθαρο, το δικαστήριο δεν έχει εξουσία να αλλάξει τούτο, γιατί αυτό είναι θέμα της νομοθετικής εξουσίας. Επικαλέστηκε την υπόθεση Koratsitou v. Republic (1985) 3 C.L.R. 594. Αναφορικά με την υπόθεση Δημητριάδης κ.α. ν. Πολυνείκη κ.α. (2008) 3 Α.Α.Δ. 1 παρόλο που δέχεται ότι με τα δικά της γεγονότα είναι ορθή, εισηγείται ότι διαφοροποιείται από τη δική μας περίπτωση.
Μελέτησα τους αντίστοιχους ισχυρισμούς και έχω καταλήξει ότι η πρόνοια του άρθρου 18(11) του Νόμου που επικαλείται ο ευπαίδευτος συνήγορος της καθ' ης η αίτηση, δεν έχει την ερμηνεία που του αποδίδει δηλαδή ότι είναι τέτοιας εμβέλειας που να καθιστά πρόσωπο το οποίο δεν έχει τα προσόντα για διορισμό, ως προσοντούχο με την έννοια η συμμετοχή του στη λήψη απόφασης από την καθ' ης η αίτηση να μην επιφέρει ακυρότητα. Τόσο η υπόθεση Κoratsitou, που επικαλείται ο ευπαίδευτος συνήγορος, όσο και άλλη νομολογία όπως για παράδειγμα, Kanaris ν. Tosoun (1969) 1 C.L.R. 637 στις οποίες αποφασίστηκε ότι εκεί που το γράμμα του νόμου είναι σαφές χωρίς να επιδέχεται άλλης ερμηνείας, το δικαστήριο είναι υπόχρεο να το εφαρμόσει έστω και ανοδηγούμεθα σε παράλογα ή άδικα αποτελέσματα και είναι θέμα της νομοθετικής εξουσίας να θεραπεύσει την κατάσταση, δεν εφαρμόζονται εδώ. Η λέξη «ελάττωμα» στο διορισμό, δεν επεκτείνεται και στην κατοχή προσόντων για διορισμό. Βρίσκω ότι η υπόθεση Δημητριάδης κ.α. ν. Πολυνείκης κ.α., πιο πάνω, που ερμήνευσε παρόμοια πρόνοια άλλου νόμου (άρθρο 7(8) του περί του Γενικού Συστήματος Υγείας Νόμου του 2001 (Ν. 89(Ι)/2001) τυγχάνει εφαρμογής και στην παρούσα.
Στην ίδια γραμμή είναι και η απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας στην υπόθεση EXXON MOBIL CYPRUS LTD κ.α ν. Επιτροπής Προστασίας Ανταγωνισμού, υποθ. αρ. 1544/2009 κ.α. ημερ. 25/5/2011, που ακολούθησε τη Δημητριάδης κ.α. ν. Πολυνείκης κ.α. Εξετάστηκε εκεί παρόμοια πρόνοια του περί της Προστασίας του Ανταγωνισμού Νόμου του 2008. Στη σελ. 12 της απόφασης αναφέρονται τα ακόλουθα:
«Κρίνουμε ότι ούτε αυτή η εισήγηση ευσταθεί. Όπως τονίστηκε στην Δημητριάδης κ.α. ν. Πολυνείκη κ.α. (2008) 3 ΑΑΔ 1, αναφορικά με τους κανόνες ερμηνείας των Νόμων, «πρέπει να δίνεται η ερμηνεία η οποία συνάδει με τη λογική ούτως ώστε να αποφεύγονται παράλογα ή άτομα αποτελέσματα. (Βλ. μεταξύ άλλων Αντωνίου ν. Συμβουλίου Κεντρικού Σφαγείου Κοφίνου (2001) 3 (Α) Α.Α.Δ. 164, Γενικός Εισαγγελέας ν. Ευαγόρου (Αρ. 2) (2001) 2 Α.Α.Δ. 285, σελ. 295 και Craies on Statute Law, 17η έκδοση, σελ. 86 και 89).»
Έτσι, στη Δημητριάδης, με βάση αυτές τις αρχές, κρίθηκε σε παρόμοια περίπτωση με παρόμοιες πρόνοιες, ότι ο Νομοθέτης δεν είχε σκοπό να καταστήσει άνευ σημασίας «ή να άρει ουσιαστικά τις απαιτήσεις των προαναφερθέντων άρθρων ...... του Νόμου που αφορούν τα προσόντα για διορισμό του Προέδρου ή μελών του Διοικητικού Συμβουλίου, καθότι σε τέτοια περίπτωση θα ήταν ανακόλουθος. Θα ήταν άτοπο να θεωρηθεί ότι ο Νόμος εισάγει ορισμένη απαγόρευση για να την άρει αμέσως μετά».»
Επομένως καταλήγω ότι αν ο ισχυρισμός της αιτήτριας ότι τα μέλη δεν είχαν τα προσόντα ευσταθεί, τότε η προσβαλλόμενη απόφαση δε διασώζεται λόγω της ύπαρξης του άρθρου 18(11) του Νόμου.
Προχωρώ λοιπόν να εξετάσω την ουσία του ισχυρισμού της αιτήτριας ότι τα μέλη δεν έχουν τα προβλεπόμενα από το νόμο προσόντα, δηλαδή «εγνωσμένη πείρα και κατάρτιση στην Χρηματαγορά και Κεφαλαιαγορά».
Εξέτασα και επί του προκειμένου τις αντίστοιχες θέσεις υπό το φως και των ενώπιον μου τεκμηρίων (τεκμ. 1 φάκελος της υπόθεσης και 2-9 πρακτικά διορισμού μελών της Επιτροπής). Πέραν του ότι διορίζονται τα εν λόγω μέλη και για πόση περίοδο, δεν υπάρχει οτιδήποτε στα εν λόγω τεκμήρια που να αναφέρεται στα προσόντα τους ή ότι εξετάστηκε το θέμα από αυτή τη σκοπιά και κρίθηκαν ότι ικανοποιούν το προαναφερθέν απαιτούμενο προσόν. Από τη στιγμή που το θέμα έχει εγερθεί με την προσφυγή, προωθήθηκε με τις γραπτές αγορεύσεις και είναι επίσης θέμα δημόσιας τάξης που μπορούσε και το δικαστήριο να το εξετάσει αυτεπάγγελτα, κρίνω ότι το βάρος ήταν στην καθ' ης η αίτηση, που έχει και τα απαιτούμενα στοιχεία, να ικανοποιήσει το δικαστήριο ότι τα μέλη της καθ' ης η αίτηση κατείχαν το προαναφερθέν προσόν, κάτι που δεν έχει πράξει. Θεωρώ τα γεγονότα της υπόθεσης αυτής παρόμοια με αυτά της προαναφερθείσας απόφασης της Πλήρους Ολομέλειας στην υπόθεση EXXON MOBIL CYPRUS LTD κ.α., όπου επίσης υπήρχε παρόμοια πρόνοια, ότι δηλαδή ο Πρόεδρος της Επιτροπής Ανταγωνισμού θα πρέπει να είναι «πρόσωπο εγνωσμένου κύρους και ήθους το οποίο έχει ειδικευμένη γνώση και πείρα περί τα νομικά και να είναι ικανό να συμβάλει στην πραγμάτωση των σκοπών του Νόμου». Η Πλήρης Ολομέλεια κατέληξε ότι, εφόσον στα έγγραφα διορισμού δεν υπάρχει οιαδήποτε αναφορά στα απαιτούμενα από το Νόμο προσόντα και πώς τα κατέχει ο Πρόεδρος της Επιτροπής, ο διορισμός ήταν παράνομος και εφόσον αυτός συμμετείχε στη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης αυτή ήταν επίσης παράνομη και κατ' επέκταση άκυρη.
Με βάση τα πιο πάνω καταλήγω ότι ο διορισμός των μελών της καθ' ης η αίτηση ήταν αντίθετος με τις πρόνοιες του Νόμου όσον αφορά την κατοχή των σχετικών προσόντων και η περίπτωση δε διασώζεται από το άρθρο 18(11) του Νόμου. Επομένως η προσφυγή επιτυγχάνει.
Ενόψει της πιο πάνω κατάληξης μου, δε χρειάζεται να εξεταστούν οι άλλοι λόγοι ακύρωσης που επικαλείται η αιτήτρια.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα (πλέον ΦΠΑ αν υπάρχει) υπέρ της αιτήτριας και εναντίον της καθ' ης η αίτηση, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται σύμφωνα με το Άρθρο 146.4(β) του Συντάγματος.
Μ. Φωτίου, Δ.
/ΚΑΣ