ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 184/2008)

 

6  Ιουλίου, 2010

 

[ΝΙΚΟΛΑЇΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

1.    TULIN SABAHATIN VEYSEL

2.    SABAHATIN VEYSEL,

 

Αιτητές,

 

ν.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,

 

Καθ΄ων η αίτηση.

_______________

 

Μ. Αγγελίδου (κα) για Μ. Γεωργίου,  για τους Αιτητές.

Δ. Νικολάτου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

________________

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, Δ.:  Η αιτήτρια 1 είναι Τουρκοκύπρια και κάτοχος κυπριακού διαβατηρίου.  Ο σύζυγός της είναι Τούρκος υπήκοος.  Το ζεύγος τέλεσε το γάμο του στην Κωνσταντινούπολη και από το 1975 διαμένει στις κατεχόμενες από τα τουρκικά στρατεύματα περιοχές.

 

Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς των αιτητών, ο αιτητής 2 γεννήθηκε στο Νομό Ξάνθης στην Ελλάδα και ήταν κάτοχος ελληνικού διαβατηρίου.  Ως προϋπόθεση για την τέλεση του γάμου με την αιτήτρια, του είχε ζητηθεί άδεια παραμονής στην Τουρκία, η οποία για να εκδοθεί προϋπόθετε την παράδοση στην ελληνική πρεσβεία ή στο ελληνικό προξενείο της Κωνσταντινούπολης του ελληνικού του διαβατηρίου.  Ο αιτητής παρέδωσε το διαβατήριό του στο ελληνικό προξενείο στην Κωνσταντινούπολη όπου του ζητήθηκε, σύμφωνα πάντα με τους ισχυρισμούς του, να αποκηρύξει την ελληνική του ιθαγένεια, πράγμα το οποίο και έκαμε.  Οι αιτητές από το γάμο τους απέκτησαν ένα γιο ο οποίος έχει κυπριακό διαβατήριο.

 

Με την παρούσα προσφυγή οι αιτητές αξιώνουν δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση των καθ΄ ων η αίτηση, η οποία περιέχεται σε επιστολή τους ημερομηνίας 13.12.2007, είναι παράνομη, άκυρη και στερείται κάθε νομίμου αποτελέσματος.  Θεωρώ ότι έχει σημασία να παραθέσω το περιεχόμενο της πιο πάνω επιστολής αυτούσιο:

 

 

 

«13  Δεκεμβρίου, 2007

 

Κυρίους

Μάριο Γεωργίου και Συν/τες

Δικηγόρους-Νομικούς Συμβούλους

Καλαβρύτων 3

1ος όροφος, Γρ. 101

1070 Λευκωσία

 

Κύριοι, 

 

                   Θέμα:  Αίτηση που υποβάλλεται εκ μέρους των

1)     Tulin Sabahattin Veysel και

2)     Sabahattin Veysel

 

Έχω οδηγίες να αναφερθώ στην επιστολή σας ημερ. 30.07.2007 σχετικά με το πιο πάνω θέμα και να σας πληροφορήσω ότι ο Αρμόδιος κλάδος του Γραφείου μας θα σας ενημερώσει σχετικά με το αίτημα παραχώρησης ΄Αδειας παραμονής στον πελάτη σας αφού ολοκληρωθεί η σχετική διαδικασία.

 

3.      Αναφορικά με το αίτημα υπηκοότητας πληροφορείστε ότι οι σχετικές διατάξεις του Νόμου, ΄Αρθρο 110, εδάφιο 2, δεύτερη επιφύλαξη δεν εφαρμόζονται στις περιπτώσεις που ο αλλοδαπός εισέρχεται ή παραμένει παράνομα στη Δημοκρατία όπως φαίνεται να συμβαίνει με τον πελάτη σας.

 

 

(Ν. Παπαδόπουλος)

   για Διευθύντρια»

 

Με την προσφυγή τους οι αιτητές προωθούν δύο αιτήματα.  Την παραχώρηση στον αιτητή της κυπριακής υπηκοότητας από τη μια και την άδεια παραμονής στη  Δημοκρατία από την άλλη.

 

΄Οσον αφορά την αξίωση του αιτητή για παραχώρηση άδειας παραμονής, αρκεί να λεχθεί ότι τα επιχειρήματα που τίθενται από τους αιτητές, με τις πολύπλοκες αναφορές τους σε διεθνές δίκαιο, συνταγματικά δικαιώματα κλπ, στερούνται μιας σημαντικής προϋπόθεσης.  Την έκδοση σχετικής διοικητικής πράξης.  Στην επιστολή ημερομηνίας 13.12.2007, η οποία αποτελεί τη βάση της παρούσας προσφυγής,  οι καθ΄ ων η αίτηση σαφώς απαντούν ότι οι αιτητές θα ενημερωθούν σχετικά με το αίτημα παραχώρησης άδειας παραμονής, όταν ολοκληρωθεί η σχετική διαδικασία, κάτι που έγινε στις 21.3.2008 όταν απεστάλη στο δικηγόρο των αιτητών επιστολή με την οποία τον πληροφορούσε ότι το αίτημα για παραχώρηση προσωρινής παραμονής του αιτητή, δεν μπορούσε να ικανοποιηθεί, γιατί ο αιτητής ήταν απαγορευμένος μετανάστης σύμφωνα με το άρθρο 6(1) (λ) και (κ) του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου, Κεφ. 105, αφού εισήλθε και παραμένει παράνομα στη Δημοκρατία.

 

Η παρούσα προσφυγή καταχωρήθηκε στις 14.2.2008, πριν δηλαδή την αποστολή της επιστολής με την οποία απορρίπτεται το αίτημά του  και δεν μπορεί να καλύψει την άρνηση των καθ΄ ων η αίτηση να παραχωρήσουν άδεια προσωρινής παραμονής.  Ως μόνη θεραπεία που παραμένει στην προσφυγή είναι η ακύρωση της απόφασης των καθ΄ ων η αίτηση για παραχώρηση υπηκοότητας.  Συνεπώς, δεν ενδιαφέρει και ούτε έχουν οποιαδήποτε σημασία όσα αναφέρονται από την ευπαίδευτο συνήγορο των αιτητών, περί του αν ο αιτητής είναι ή όχι ΄Ελληνας υπήκοος.  Ούτε μπορεί να θεωρηθεί ότι παραβιάζεται ο περί Δικαιώματος των Πολιτών της ΄Ενωσης και των Μελών των Οικογενειών τους να Κυκλοφορούν και να Διαμένουν Ελεύθερα στη Δημοκρατία Νόμος του 2007, Ν.7(Ι)/2007.

Πριν αναφερθώ στην ουσία της υπόθεσης θα πρέπει να εξετάσω προδικαστική ένσταση των καθ΄ ων η αίτηση ότι η προσφυγή της αιτήτριας θα πρέπει να απορριφθεί, αφού αυτή δεν έχει έννομο συμφέρον εντός της εννοίας του ΄Αρθρου 146 του Συντάγματος.  Η αιτήτρια, σύμφωνα πάντα με τους καθ΄ ων η αίτηση, δεν έχει άμεσο συμφέρον επειδή η προσβαλλόμενη διοικητική πράξη δεν συνδέεται άμεσα με το πρόσωπο της και δεν αφορά την ίδια, αλλά το σύζυγό της.

 

Η ένσταση θα πρέπει να απορριφθεί, αφού ασφαλώς η αιτήτρια έχει άμεσο συμφέρον να επιθυμεί την παραχώρηση της κυπριακής υπηκοότητας στο σύζυγό της.  Το δικαίωμά της αυτό πηγάζει τόσο υπό την ιδιότητά της ως συζύγου του αιτητή, αλλά και ως μητέρας του παιδιού τους.

 

Ως προς την υπηκοότητα τα πράγματα είναι απλά.  Ο Υπουργός Εσωτερικών μπορεί, σύμφωνα με το άρθρο 110(2) των περί Αρχείου Πληθυσμού Νόμων του 2002 έως 2007, Ν.141(Ι)/2002, να μεριμνήσει για εγγραφή ως πολίτη της Δημοκρατίας, οιουδήποτε ενήλικου ο οποίος ικανοποιεί ορισμένες προϋποθέσεις.  Οι διατάξεις του άρθρου δεν εφαρμόζονται σε περίπτωση που αλλοδαπός εισέρχεται και παραμένει παράνομα στη Δημοκρατία.  Κατά παραδοχή ο αιτητής εισήλθε στην Κύπρο από την Τουρκία το 1975 από παράνομο λιμένα και έκτοτε διαμένει στις κατεχόμενες περιοχές παράνομα.  Θα πρέπει, παρεμπιπτόντως, στο σημείο αυτό να σημειωθεί ότι ουδέποτε ο αιτητής υπέβαλε κανονική αίτηση για παραχώρηση υπηκοότητας, ουδέποτε συμπλήρωσε τα κατάλληλα έντυπα και δεν κατέβαλε βέβαια τα σχετικά τέλη. Παρά ταύτα, η σχετική επιστολή που έστειλε ο δικηγόρος του κρίθηκε ως τέτοια αίτηση και εξετάστηκε.

 

Είναι φανερό ότι ο αιτητής δεν εκπληροί τις προϋποθέσεις του νόμου αφού εισήλθε και παραμένει ακόμα παράνομα στη Δημοκρατία.  Δεν χρειάζεται να συζητήσω κατά πόσο η επιφύλαξη του άρθρου 110(2) είναι τόσο ευρεία που να καλύπτει περιπτώσεις παράνομης παραμονής στο παρελθόν, έστω κι΄ αν ο αλλοδαπός έχει νόμιμη παραμονή κατά το χρόνο της αίτησής του για πολιτογράφηση  (βλέπε Yousife Mohamad v. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 261/2006, ημερ. 19.3.2007). Ο αιτητής ήταν συνεχώς χωρίς άδεια παραμονής από το 1975 στην Κύπρο. 

 

Έχει επανειλημμένα λεχθεί ότι η ευχέρεια μιας χώρας να παρέχει την υπηκοότητά της σε άτομα, βασίζεται στο κυριαρχικό της δικαίωμα ως κράτους.  Η ευχέρεια αυτή της πολιτείας αναγνωρίζεται διεθνώς από πολύ παλιά και η μόνη υποχρέωση που η Κυπριακή Δημοκρατία υπέχει στον τομέα αυτό κατά την άσκηση της διακριτικής της εξουσίας είναι να ενεργεί με καλή πίστη. 

 

Οι καθ΄ων η αίτηση ήταν απόλυτα δικαιολογημένοι να απορρίψουν το αίτημα για παραχώρηση υπηκοότητας στον αιτητή, όχι ως άσκηση διακριτικής ευχέρειας, αλλά γιατί δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις του νόμου.  Ήταν υποχρεωμένοι να απορρίψουν το αίτημά του.  Συνεπώς δεν μπορούμε να εξετάσουμε καν κατά πόσο η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας ήταν μέσα στα σωστά πλαίσια.

 

Το θέμα πολιτογράφησης άπτεται των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Δημοκρατίας και το ακυρωτικό δικαστήριο δύσκολα επεμβαίνει στην άσκηση μιας τέτοιας εξουσίας (Boulatnikova v. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1082/2005, ημερ. 3.5.2007).

 

Κανένας δεν έχει απόλυτο νομικό δικαίωμα να καταστεί πολίτης της Δημοκρατίας, αλλά μόνο δικαίωμα να καταστεί πολίτης της Δημοκρατίας εφ΄ όσον ικανοποιήσει τον Υπουργό Εσωτερικών ότι συντρέχουν στην περίπτωσή του οι προϋποθέσεις του άρθρου 110(2) κάτι που ο αιτητής δεν πέτυχε στην παρούσα υπόθεση.

 

Είναι φανερό με τα όσα έχουν λεχθεί πιο πάνω, ότι ο ισχυρισμός του αιτητή για αποποίηση της ελληνικής ιθαγένειας και οι λόγοι που κατ΄ ισχυρισμόν τον οδήγησαν στην απόφασή του αυτή δεν έχουν απολύτως καμιά σημασία στην παρούσα διαδικασία.  Εκτός του ότι σύμφωνα με τα στοιχεία που ο ίδιος έχει παρουσιάσει στην αρμόδια αρχή είναι Τούρκος υπήκοος και κάτοχος τουρκοκυπριακού «διαβατηρίου», οι ΄Ελληνες υπήκοοι, δεν έχουν οποιοδήποτε ιδιαίτερο δικαίωμα παραχώρησης της κυπριακής ιθαγένειας και κάθε αίτηση εξετάζεται νοουμένου ότι ο αιτητής πληροί τις νόμιμες προϋποθέσεις που θέτει ο Νόμος.  Ο συγκεκριμένος αιτητής δεν τις ικανοποιούσε.

 

Η προσφυγή απορρίπτεται με €800 έξοδα εναντίον των αιτητών.

 

 

Φρ. Νικολαΐδης, Δ.

 

 

 

 

 

 

/ΜΔ

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο