ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 55/2007)
7 Ιουλίου, 2009
[ΝΙΚΟΛΑЇΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΑΝΤΙΓΟΝΗ ΓΕΩΡΓΙΟΥ,
Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
2. ΕΦΟΡΟΥ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ
3. ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΕΛΕΓΧΟΥ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ
ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ,
Καθ΄ων η αίτηση.
_______________
Θ. Ανδρέου, για την Αιτήτρια.
Λ. Ζαννέτου (κα), Ανωτ. Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ων η αίτηση.
________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, Δ.: Η αιτήτρια αξιώνει ακύρωση της απόφασης ημερομηνίας 26.10.2006, σύμφωνα με την οποία η ΄Εφορος Ασφαλίσεων (στο εξής «η ΄Εφορος»), αρνήθηκε να προωθήσει την αίτησή της για εγγραφή στο Μητρώο Ασφαλιστικών Συμβούλων.
Η αιτήτρια είχε υποβάλει στις 17.1.2005 στην Υπηρεσία Ελέγχου Ασφαλιστικών Εταιρειών αίτηση για εγγραφή ως ασφαλιστικός σύμβουλος στο Μητρώο Ασφαλιστικών Συμβούλων, για λογαριασμό της ασφαλιστικής εταιρείας Liberty Life Insurance Public Company Limited. Η αίτηση εγκρίθηκε και εκδόθηκε σχετικό πιστοποιητικό εγγραφής της ως ασφαλιστικού συμβούλου. Λίγους μήνες αργότερα και συγκεκριμένα στις 7.9.2006, η Liberty Life Insurance Public Company Limited απέστειλε επιστολή στην Υπηρεσία Ελέγχου Ασφαλιστικών Εταιρειών, με την οποία την πληροφορούσε ότι η συμφωνία ασφαλιστικού συμβούλου με την αιτήτρια τερματίστηκε. Πληροφορούσε επίσης ότι η αιτήτρια όφειλε στην εταιρεία £27.000 περίπου.
Εν όψει των ανωτέρω εξελίξεων η ΄Εφορος με επιστολή ημερομηνίας 19.9.2006, πληροφόρησε την αιτήτρια ότι βάσει των διατάξεων του άρθρου 179(1)(α) του περί της Ασκήσεως Ασφαλιστικών Εργασιών και ΄Αλλων Συναφών Θεμάτων Νόμου του 2002, Ν.35(Ι)/2002, όπως τροποποιήθηκε, προέβη στη διαγραφή της, λόγω του ότι δεν διατηρούσε σύμβαση συνεργασίας με οποιαδήποτε άλλη εταιρεία ασφαλιστικής πρακτόρευσης.
Η αιτήτρια αντί να συμμορφωθεί με την αξίωση της Εφόρου να επιστρέψει την ασφαλιστική της ταυτότητα και το πιστοποιητικό εγγραφής, υπέβαλε στις 20.9.2006 αίτηση για εγγραφή της ως ασφαλιστικού συμβούλου για λογαριασμό δύο άλλων εταιρειών, της Εθνικής Ασφαλιστικής (Κύπρου) Λτδ και Εθνικής Γενικών Ασφαλειών (Κύπρου) Λτδ.
Η ΄Εφορος, με επιστολή προς την αιτήτρια ημερ. 21.9.2006, ζήτησε εξηγήσεις βάσει του άρθρου 175 (2). Η αιτήτρια δεν ανταποκρίθηκε και έτσι η ΄Εφορος στις 26.10.2006 την πληροφόρησε ότι η αίτησή της για εγγραφή ως ασφαλιστικού συμβούλου δεν μπορούσε να τύχει περαιτέρω προώθησης γιατί με βάση το άρθρο 175 (2) θα έπρεπε να υποβάλει γραπτή διαβεβαίωση από την ασφαλιστική εταιρεία Liberty Life ότι η μεταξύ τους οικονομική διαφορά είχε επιλυθεί. Η πιο πάνω επιστολή αποτελεί και το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.
Η εταιρεία Liberty Life με επιστολή της ημερ. 2.11.2006 ενημέρωσε τους καθ΄ων η αίτηση για την έγερση αγωγής εναντίον της αιτήτριας, καθώς και για την ύπαρξη σχετικής σύμβασης εξόφλησης δανείου ημερομηνίας 3.11.2004, στην οποία φαίνεται καθαρά η σχετική οφειλή της αιτήτριας.
Στις 16.1.2007 οι εταιρείες Εθνική Ασφαλιστική (Κύπρου) Λτδ και Εθνική Γενικών Ασφαλειών Κύπρου Λτδ, υπέβαλαν στο γραφείο της Εφόρου επιστολές με τις οποίες δήλωναν ότι δεν ενδιαφέρονται πλέον για εγγραφή της αιτήτριας ως ασφαλιστικού συμβούλου για λογαριασμό τους. Εν όψει των πιο πάνω επιστολών η ΄Εφορος Ασφαλίσεων πληροφόρησε την αιτήτρια με επιστολή ημερομηνίας 23.1.2007, ότι η αίτησή της είχε ακυρωθεί.
Οι καθ΄ ων η αίτηση προβάλλουν προδικαστική ένσταση ότι η προσφυγή δεν στρέφεται κατά εκτελεστής διοικητικής πράξης, αλλά κατά προπαρασκευαστικής ή και πράξης πληροφοριακού περιεχομένου και ως τέτοια θα πρέπει να απορριφθεί. Υποστηρίζουν ότι με την επιστολή ημερομηνίας 26.10.2006, οι καθ΄ων η αίτηση δεν τοποθετούνταν επί της αίτησης, ούτε θετικά, ούτε αρνητικά, αλλά απλώς πληροφορούσαν ότι για να τύχει περαιτέρω προώθηση η αίτησή της θα έπρεπε να υποβάλει στο γραφείο της Εφόρου γραπτή διαβεβαίωση από την εταιρεία Liberty Life Insurance ότι η μεταξύ τους οικονομική διαφορά είχε επιλυθεί. Με άλλα λόγια ζητούσαν από την αιτήτρια περαιτέρω στοιχεία για να προωθηθεί η αίτησή της.
Η αιτήτρια, αντίθετα, υποστηρίζει ότι στη σχετική νομοθεσία δεν προβλέπεται η ευχέρεια της διοίκησης να ζητήσει πρόσθετα στοιχεία, τα οποία μάλιστα δεν συμπεριλαμβάνονται στο νόμο ή δεν έχουν σχέση με τα κριτήρια αποδοχής της αίτησης. Επισημαίνει επίσης ότι τα στοιχεία αναφέρονται σε εξόφληση οικονομικής απαίτησης τρίτου προσώπου για την οποία εκκρεμεί σχετική δικαστική διαδικασία. Μια τέτοια απόφαση, συνεχίζει η αιτήτρια, ουσιαστικά αποτελεί άρνηση εξέτασης της αίτησης, με αποτέλεσμα καταλυτικό για τα δικαιώματά της.
Σύμφωνα με το άρθρο 175 (2) ο ΄Εφορος δύναται οποτεδήποτε μετά την υποβολή της αίτησης να απαιτήσει την προσκόμιση πρόσθετων στοιχείων που κρίνει αναγκαία για την εξέταση της αίτησης. Είναι φανερό λοιπόν ότι στην ΄Εφορο παρέχεται από το Νόμο η δυνατότητα οποτεδήποτε μετά από την υποβολή αίτησης να απαιτήσει από τον αιτούντα την υποβολή πρόσθετων στοιχείων τα οποία κρίνει αναγκαία για εξέταση της αίτησης.
Αυτό έπραξε η ΄Εφορος και στην παρούσα υπόθεση. Εφ΄ όσον η αιτήτρια δεν ανταποκρίθηκε στην πιο πάνω αξίωση, η ΄Εφορος με επιστολή της ημερομηνίας 26.10.2006, την πληροφόρησε ότι δεν μπορούσε η αίτησή της να τύχει περαιτέρω προώθησης. Πρόκειται, προφανώς, περί προπαρασκευαστικής πράξης η οποία προηγείται της εκτελεστής, η οποία δεν επάγεται αυτοτελώς άμεσα έννομα αποτελέσματα έναντι του διοικουμένου. Από την άλλη, αποτελεί πράξη πληροφοριακού περιεχομένου αφού έχει πληροφοριακό χαρακτήρα, αποκαλυπτικό της θεώρησης από την ΄Εφορο των σχετικών νομικών διατάξεων.
Το κριτήριο για να αποφασιστεί αν πράξη είναι εκτελεστή διοικητική πράξη, έχει καθοριστεί στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Sunoil Bunkering Ltd (1994) 3 Α.Α.Δ. 26. Το κριτήριο αυτό είναι η παραγωγή εννόμων αποτελεσμάτων, δηλαδή η γένεση εξ αυτής δικαιωμάτων και υποχρεώσεων. Πράξη είναι εκτελεστή εφ΄ όσον επιβάλλει υποχρεώσεις στο διοικούμενο, μη υφιστάμενες πριν την έκδοσή της, η μη εκπλήρωση των οποίων παρέχει το δικαίωμα στη διοίκηση να επικαλεστεί τα μέσα του δικαίου για την εκτέλεσή τους (βλέπε ακόμα Α/φοι Λανίτη Λτδ ν. Δημοκρατίας (Αρ.1) (1999) 3 Α.Α.Δ. 496, 502).
Επίσης, αναφέρεται και στα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1959, σελ. 239, δεν αποτελεί εκτελεστή πράξη η πρόσκληση προς παροχή πληροφοριών.
Η προσβαλλόμενη απόφαση, σε αντίθεση με την απόρριψη της αίτησης που έγινε με επιστολή ημερομηνίας 23.1.2007, δεν παράγει έννομα αποτελέσματα και συνεπώς δεν μπορεί να προσβληθεί με βάση το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος.
Η προσφυγή απορρίπτεται, με έξοδα εναντίον της αιτήτριας τα οποία υπολογίζω στα €1.200.
Φρ. Νικολαΐδης, Δ.
/ΜΔ