ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2008) 4 ΑΑΔ 532
9 Ιουλίου, 2008
[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΜΑΡΙΑ ΑΝΤΟΥΝΑ,
Αιτήτρια,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ ΠΡΑΚΤΟΡΕΙΟΥ ΕΙΔΗΣΕΩΝ,
Καθ' ου η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 547/2007)
Διοικητικό Δίκαιο ― Γενικές Αρχές ― Άρθρο 24(2) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν.158(Ι)/99) ― Δεν παραβιάστηκε στην κριθείσα περίπτωση ― Οι απαιτήσεις του Νόμου και της νομολογίας σε προφορικές εξετάσεις και η εφαρμογή τους στα επίδικα γεγονότα.
Διοικητικό Όργανο ― Συλλογικά όργανα ― Σύνθεση ― Η διάταξη του Άρθρου 42 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν.158(Ι)/99) ― Περιστάσεις της ορθής εφαρμογής του άρθρου, στα γεγονότα της κριθείσας περίπτωσης.
Κυπριακό Πρακτορείο Ειδήσεων ― Διορισμοί ― Διαπίστωση των απαιτούμενων από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντων ― Εφαρμογή των σχετικών νομολογιακών πορισμάτων στην κριθείσα περίπτωση.
Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο ― Το δόγμα της απαγόρευσης της ταυτόχρονης επιδοκιμασίας και αποδοκιμασίας ― Περιστάσεις της εφαρμογής του στην κριθείσα περίπτωση.
Κυπριακό Πρακτορείο Ειδήσεων ― Διορισμοί ― Γραπτή εξέταση, σε αντιδιαστολή προς προφορική συνέντευξη ― Τα συναφή νομολογιακά πορίσματα και η εφαρμογή τους στην κριθείσα περίπτωση.
Η αιτήτρια προσέφυγε κατά του διορισμού των ενδιαφερομένων μερών, στη θέση Βοηθού Αρχισυντάκτη στο Κυπριακό Πρακτορείο Ειδήσεων (Κ.Υ.Π.Ε.).
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
1. Ο περί Κυπριακού Πρακτορείου Ειδήσεων Νόμος 84/89 (όπως τροποποιήθηκε), δεν ζητά αιτιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων στην προφορική εξέταση. Η απορρέουσα από το νόμο και τη νομολογία υποχρέωση του διορίζοντος οργάνου είναι η καταγραφή της γενικής εντύπωσης που σχηματίζει το διορίζον όργανο για την απόδοση των υποψηφίων στην προφορική εξέταση, με βαθμολογία και γενικό χαρακτηρισμό.
Το Διοικητικό Συμβούλιο του Κ.Υ.Π.Ε. εν προκειμένω, κινήθηκε στα πλαίσια που καθορίζουν ο νόμος και η νομολογία. Οι περί του αντιθέτου εισηγήσεις της αιτήτριας είναι ανεδαφικές.
2. Ενόψει του γεγονότος ότι ο Πρόεδρος, ο Αντιπρόεδρος και τρία μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, είχαν επαγγελματική σχέση με πέντε από τους δέκα υποψήφιους και εφαρμόζονταν οι διατάξεις του εδαφίου (2) του Άρθρου 42 του Νόμου 158(1)/99, το Συμβούλιο θα βρισκόταν σε «παράλυση», αφού μόνο δύο μέλη του θα μπορούσαν να μετάσχουν στη διαδικασία πλήρωσης της θέσης, αλλά ούτε και απαρτία θα μπορούσε να σχηματιστεί. Η περίπτωση ήταν η πλέον κατάλληλη υπό τις περιστάσεις για εφαρμογή των προνοιών του Άρθρου 42(3) του νόμου, προκειμένου να αποφευχθεί αδιέξοδο και «παράλυση» της διαδικασίας και να καταστεί έτσι δυνατή η πλήρωση των θέσεων, πράγμα που διαφορετικά θα ήταν ανέφικτο.
3. Προβάλλεται ισχυρισμός, ότι το Διοικητικό Συμβούλιο του Κ.Υ.Π.Ε. παρέλειψε να διαπιστώσει αλλά ούτε και μπορούσε να διαπιστώσει επαρκώς μέσα από την 20λεπτη προφορική εξέταση των υποψηφίων, τα απαιτούμενα προσόντα. Η αιτήτρια προβάλλοντας τον πιο πάνω ισχυρισμό ανεπίτρεπτα αποδοκιμάζει και ταυτόχρονα επιδοκιμάζει τον τρόπο με τον οποίο το Συμβούλιο του Κ.Υ.Π.Ε. διαπίστωσε την κατοχή των προσόντων για όλους τους υποψήφιους συμπεριλαμβανομένων των δικών της προσόντων. Το κατά πόσο ένας υποψήφιος κατέχει τα απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα, είναι θέμα αναγόμενο στην αρμοδιότητα του διορίζοντος οργάνου. Παρέμβαση του Δικαστηρίου δικαιολογείται μόνο στην περίπτωση που διαπιστώνεται αυθαιρεσία ή πλάνη ή όταν διαπιστώνεται ότι η ερμηνεία που έχει δοθεί αναφορικά με το συγκεκριμένο θέμα, δεν ήταν εύλογα επιτρεπτή.
4. Ο ισχυρισμός της αιτήτριας ότι το Συμβούλιο του Κ.Υ.Π.Ε. υποβάθμισε τη γραπτή εξέταση και έδωσε υπέρμετρη βαρύτητα στην προφορική εξέταση, δεν είναι πειστικός, αφού η υπεροχή της αιτήτριας στη γραπτή εξέταση έναντι των ενδιαφερόμενων μερών δεν ήταν ιδιαίτερα εντυπωσιακή. Επρόκειτο πράγματι για ελαφρά υπεροχή, όχι όμως ουσιώδη, που θα μπορούσε να αποβεί καθοριστική, ώστε να θεωρείται ως έκδηλη υπεροχή. Η καλύτερη απόδοση των ενδιαφερόμενων μερών στη συνέντευξη, είναι στοιχείο κρίσης, το οποίο προσθέτει στην αξία και δικαίως το Συμβούλιο απέδωσε τη δέουσα σημασία.
5. Η υπεροχή των ενδιαφερόμενων μερών έναντι της αιτήτριας, ουσιαστικά εντοπίζεται στην πείρα που είναι σχετική με τα καθήκοντα της θέσης και της αξίας, η οποία διαπιστώθηκε μέσω της προφορικής εξέτασης.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Κωνσταντίνου ν. Συμβουλίου Αμπελουργικών Προϊόντων (1992) 3 Α.Α.Δ. 228,
Βασιλειάδης κ.ά. ν. Τσιάππα κ.ά. (2005) 3 Α.Α.Δ. 404,
Γιαγκουλλή ν. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 481,
Χόπλαρος ν. Μαυρή κ.ά. (2005) 3 Α.Α.Δ. 513,
The Public Service Commission v. Potoudes a.o. (1987) 3 C.L.R. 1591,
Μικελλίδου ν. Δημοκρατίας (2001) 3(Α) Α.Α.Δ. 105,
Πούρος κ.ά ν. Χατζηστεφάνου κ.ά. (2001) 3(Α) Α.Α.Δ. 374.
Προσφυγή.
Ι. Νικολάου, για την Αιτήτρια.
Α. Κωνσταντίνου, για τον Καθ' ου η αίτηση.
Α. Σ. Αγγελίδης, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος 1.
Β. Χριστοδουλίδου, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος 2.
Cur. adv. vult.
ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Η αιτήτρια και τα ενδιαφερόμενα μέρη Βασιλείου Γεωργία και Χριστοδουλίδης Γιώργος ήταν μεταξύ των υποψηφίων για διορισμό στη θέση Βοηθού Αρχισυντάκτη στο καθ' ου η αίτηση Κυπριακό Πρακτορείο Ειδήσεων (Κ.Υ.Π.Ε.). Με την παρούσα προσφυγή η αιτήτρια προσβάλλει την απόφαση διορισμού των ενδιαφερομένων μερών στην προαναφερόμενη θέση.
Το Διοικητικό Συμβούλιο του Κ.Υ.Π.Ε. αποφάσισε πως όσοι εκ των υποψηφίων πληρούσαν εκ πρώτης όψεως τα προσόντα για διορισμό στην πιο πάνω θέση, υποβληθούν σε γραπτές εξετάσεις, τη διεξαγωγή των οποίων ανέθεσε στο Υπουργείο Παιδείας. Αποφάσισε επίσης όπως οι επιτυχόντες στις γραπτές εξετάσεις κληθούν ενώπιον του σε προφορική εξέταση και προκαθόρισε ότι στη γραπτή εξέταση θα αποδιδόταν βαρύτητα 80% και στην προφορική 20%.
Η αιτήτρια πρώτευσε στη γραπτή εξέταση με 88,85%, το ενδιαφερόμενο μέρος Βασιλείου Γεωργία ήλθε 5η με 80,45% και το ενδιαφερόμενο μέρος Χριστοδουλίδης Γιώργος ήλθε 7ος με 73,80%.
Μετά την έγκριση του καταλόγου των επιτυχόντων στη γραπτή εξέταση, το Διοικητικό Συμβούλιο του Κ.Υ.Π.Ε. όρισε την ημερομηνία διεξαγωγής της προφορικής εξέτασης και καθόρισε την ακολουθητέα διαδικασία. Η εξέταση θα είχε διάρκεια 20 λεπτών για κάθε εξεταζόμενο και η βαθμολογία για την προφορική εξέταση καθορίστηκε, Εξαίρετος: 18-20, Πολύ καλός: 15-17, Καλός: 12-14, Μέτριος: 6-11, Ανεπαρκής: 0-5.
Η αιτήτρια και τα ενδιαφερόμενα μέρη έλαβαν μέρος στην προφορική εξέταση. Η εντύπωση του Διοικητικού Συμβουλίου για την αιτήτρια και τα ενδιαφερόμενα μέρη, καταγράφεται ως εξής: Μαρία Αντούνα 07-Μέτρια, Γεωργία Βασιλείου 18-Εξαίρετη, Γιώργος Χριστοδουλίδης 20-Εξαίρετος. Στα πρακτικά της συνεδρίας του Διοικητικού Συμβουλίου του Κ.Υ.Π.Ε. ημερ. 31.1.2007 όπου είναι καταγραμμένες οι πιο πάνω εντυπώσεις για την απόδοση των υποψηφίων στην προφορική εξέταση, υπάρχει η εξής διευκρίνιση,
«Διευκρινίζεται ότι η βαθμολογία αντικατοπτρίζει την καταλληλότητα των υποψηφίων για τη ψηλή θέση του Βοηθού Αρχισυντάκτη.»
Προβάλλεται ως λόγος ακύρωσης της απόφασης του Κ.Υ.Π.Ε. ότι δεν έχουν τηρηθεί πρακτικά στα οποία να καταγράφεται η προφορική συνέντευξη των υποψηφίων, κατά παράβαση των προνοιών του Άρθρου 24(1)(2) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν. 158(1)/99).
Ο περί Κυπριακού Πρακτορείου Ειδήσεων Νόμος 84/89 (όπως τροποποιήθηκε) δεν ζητά αιτιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων στην προφορική εξέταση. Η απορρέουσα από το νόμο και τη νομολογία υποχρέωση του διορίζοντος οργάνου είναι η καταγραφή της γενικής εντύπωσης που σχηματίζει το διορίζον όργανο για την απόδοση των υποψηφίων στην προφορική εξέταση με βαθμολογία και γενικό χαρακτηρισμό. Το Άρθρο 24(2) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν. 158(1)/99) προβλέπει:
«2. Στις περιπτώσεις διορισμών ή προαγωγών επιβάλλεται η καταγραφή των αποτελεσμάτων προφορικής εξέτασης και κάθε άλλου γεγονότος που επενεργεί στη λήψη της απόφασης. Δεν απαιτείται η καταγραφή των ερωτήσεων και απαντήσεων κατά τη διάρκεια της προφορικής εξέτασης ούτε και η καταγραφή των νοητικών διεργασιών των μελών για τις εκτιμήσεις τους αναφορικά με την απόδοση των υποψηφίων.»
Η νομολογία η οποία διέπει το θέμα επιβεβαιώνει ότι αυτό που απαιτείται από το νόμο είναι η καταγραφή της γενικής εντύπωσης πράγμα που εδώ έγινε. Βλ. Κωνσταντίνου ν. Συμβουλίου Αμπελουργικών Προϊόντων (1992) 3 Α.Α.Δ. 228, Βασιλειάδης κ.ά. ν. Τσιάππα κ.ά. (2005) 3 Α.Α.Δ. 404. Το Διοικητικό Συμβούλιο του Κ.Υ.Π.Ε. κινήθηκε στα πλαίσια που καθορίζουν ο νόμος και η νομολογία. Οι περί του αντιθέτου εισηγήσεις του ευπαίδευτου δικηγόρου της αιτήτριας είναι ανεδαφικές. Επαναλαμβάνω ότι πάγια θέση της νομολογίας είναι ότι η νοητική λειτουργία των μελών του συλλογικού οργάνου αναφορικά με την απόδοση των υποψηφίων στις συνεντεύξεις δεν ελέγχεται από το δικαστήριο το οποίο δεν επεμβαίνει στην υποκειμενική κρίση του οργάνου σχετικά με τη βαθμολογία των υποψηφίων αλλά περιορίζεται μόνο στον έλεγχο της νομιμότητας.
Η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι κατά τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης έπασχε νομικά η σύνθεση του Διοικητικού Συμβουλίου του Κ.Υ.Π.Ε..
Είναι γεγονός ότι το Διοικητικό Συμβούλιο του Κ.Υ.Π.Ε., εξ ιδίας πρωτοβουλίας ασχολήθηκε με το θέμα της σύνθεσης του κατά τη διαδικασία των διορισμών στην επίδικη θέση. Το θέμα ανέκυψε όταν διαπιστώθηκε ότι μέλη του Κ.Υ.Π.Ε. είχαν επαγγελματική σχέση με κάποιους εκ των υποψηφίων. Ενόψει τούτου ζητήθηκε η γνωμάτευση του νομικού συμβούλου. Το θέμα τέθηκε ως εξής:
«ΘΕΜΑ: Προφορική εξέταση για τις θέσεις Βοηθού Αρχισυντάκτη
Αναφορικά με το πιο πάνω θέμα σας πληροφορώ ότι τα ακόλουθα Μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του Κ.Υ.Π.Ε. έχουν την ακόλουθη επαγγελματική σχέση με συγκεκριμένους υποψήφιους για τις θέσεις Βοηθού Αρχισυντάκτη στο Κ.Υ.Π.Ε.:
1. Κωστάκης Κωνσταντίνου (Πρόεδρος) είναι Γενικός Διευθυντής στο CNC TV PLUS όπου εργοδοτείται η υποψήφια Δημητροπούλου-Στυλιανού Λένια.
2. Κύπρος Κουρτελλάρης (Αντιπρόεδρος) είναι Βοηθός Διευθυντής και Οικονομικός Διευθυντής στην εφημερίδα «Χαραυγή» όπου εργοδοτείται ο υποψήφιος Κυριάκος Κυριάκου.
3. Ελεονώρα Γαβριηλίδου (Μέλος) είναι Ανώτερη Λειτουργός Τύπου και Πληροφοριών και μέλος της διευθυντικής ομάδας του Γραφείου Τύπου και Πληροφοριών όπου εργοδοτείται η υποψήφια Ριάνα Μαγίδου.
4. Πατρίσια Χατζησωτηρίου (Μέλος) είναι Λειτουργός Τύπου και Πληροφοριών Α΄και μέλος της διευθυντικής ομάδας του Γραφείου Τύπου και Πληροφοριών όπου εργοδοτείται η υποψήφια Ριάνα Μαγίδου.
5. Ανδρέας Χατζηλοΐζου (Μέλος) είναι Αρχισυντάκτης στο Τμήμα Ειδήσεων και Επικαίρων του Ρ.Ι.Κ. όπου εργοδοτείται ο υποψήφιος Νικόλας Σχίζας.
Νοουμένου ότι τα Μέλη του Δ.Σ. του Κ.Υ.Π.Ε. είναι επτά και αποτελούν απαρτία τα τέσσερα υπό την προεδρία του Προέδρου ή του Αντιπροέδρου, παρακαλώ όπως έχουμε γραπτώς τις απόψεις σας για νομική κάλυψη της συνεδρίας του Δ.Σ. για την προφορική εξέταση και την απόφαση για προσλήψεις στις θέσεις Βοηθού Αρχισυντάκτη.»
Ο νομικός σύμβουλος του Κ.Υ.Π.Ε. κ. Άντης Κωνσταντίνου διαβίβασε επί του προκειμένου την πιο κάτω γνωμάτευση:
«Θέμα: Διαδικασία πλήρωσης θέσεων Βοηθού Αρχισυντάκτη στο Κ.Υ.Π.Ε.
Αναφέρομαι στην από 24/1/2007 (φακ. 5.2.04) επιστολή σας, σχετική με το πιο πάνω θέμα και παρατηρώ τα ακόλουθα.
Σύμφωνα με το Άρθρο 42(2) του Νόμου 158(1)/99 περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου (η υπογράμμιση δική μου):-
«(2) Δε μετέχει στην παραγωγή διοικητικής πράξης πρόσωπο που έχει ιδιάζουσα σχέση ή συγγενικό δεσμό εξ αίματος ή εξ αγχιστείας μέχρι και του τέταρτου βαθμού ή βρίσκεται σε οξεία έχθρα με το άτομο που αφορά η εξεταζόμενη υπόθεση που έχει συμφέρον για την έκβαση της.
(3) Η κατά το εδάφιο (2) πιο πάνω, συμμετοχή σε διοικητικό όργανο επιτρέπεται, όταν η διοικητική πράξη δεν μπορεί να εκδοθεί από άλλο, κατά νόμο αρμόδιο όργανο ή όταν το αρμόδιο συλλογικό όργανο δεν μπορεί να συνέλθει επειδή δε θα υπάρχει απαρτία.»
Σε περίπτωση που τα πέντε μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του Πρακτορείου δεν συμμετάσχουν στη διαδικασία πλήρωσης των θέσεων Βοηθού Αρχισυντάκτη λόγω της επαγγελματικής σχέσης τους με ορισμένους υποψήφιους για τη θέση, δεν θα μπορεί να συνέλθει το Δ.Σ. του Πρακτορείου, αφού δεν θα υφίσταται απαρτία. Συνεπώς, η περίπτωση εμπίπτει στις πρόνοιες του πιο πάνω άρθρου, που επιτρέπει στα πέντε μέλη του Πρακτορείου να συμμετάσχουν στη διαδικασία για πλήρωση των θέσεων αυτών.
Το θέμα θα πρέπει να τεθεί ενώπιον του Διοικητικού Συμβουλίου, για λήψη σχετικής απόφασης.»
Το Διοικητικό Συμβούλιο του Κ.Υ.Π.Ε. με βάση την πιο πάνω γνωμάτευση προχώρησε στη διαδικασία πλήρωσης της θέσης.
Ενόψει του γεγονότος ότι ο Πρόεδρος, ο Αντιπρόεδρος και τρία μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου είχαν επαγγελματική σχέση με πέντε από τους δέκα υποψήφιους και εφαρμόζονταν οι διατάξεις του εδαφίου (2) του Άρθρου 42 του Νόμου 158(1)/99, το Συμβούλιο θα βρισκόταν σε «παράλυση» αφού μόνο δύο μέλη του θα μπορούσαν να μετάσχουν στη διαδικασία πλήρωσης της θέσης αλλά ούτε και απαρτία θα μπορούσε να σχηματιστεί. Για να υπήρχε απαρτία έπρεπε να συμμετέχουν ο Πρόεδρος του Συμβουλίου και τρία τουλάχιστον μέλη (βλ. Άρθρο 7(7)(β) του Νόμου 87/89).
Ενόψει των πιο πάνω, έχω τη γνώμη πως η περίπτωση ήταν η πλέον κατάλληλη υπό τις περιστάσεις για εφαρμογή των προνοιών του Άρθρου 42(3) του νόμου προκειμένου να αποφευχθεί αδιέξοδο και «παράλυση» της διαδικασίας και να καταστεί έτσι δυνατή η πλήρωση των θέσεων πράγμα που διαφορετικά θα ήταν ανέφικτο.
Προβάλλεται ισχυρισμός ότι το Διοικητικό Συμβούλιο του Κ.Υ.Π.Ε. παρέλειψε να διαπιστώσει αλλά ούτε και μπορούσε να διαπιστώσει επαρκώς μέσα από την 20λεπτη προφορική εξέταση των υποψηφίων τα προσόντα των παραγράφων (3) και (5) του σχεδίου υπηρεσίας ήτοι,
(3) Πολύ καλή γνώση για την κυπριακή και διεθνή επικαιρότητα, ιδιαίτερα όσον αφορά τα σημαντικά ζητήματα της Κύπρου και τα μεγάλα διεθνή θέματα.
(4) Ακεραιότητα χαρακτήρα, οργανωτική και διοικητική ικανότητα, υπευθυνότητα, πρωτοβουλία και ευθυκρισία.
Η αιτήτρια προβάλλοντας τον πιο πάνω ισχυρισμό ανεπίτρεπτα αποδοκιμάζει και ταυτόχρονα επιδοκιμάζει τον τρόπο με τον οποίο το Συμβούλιο του Κ.Υ.Π.Ε. διαπίστωσε την κατοχή των πιο πάνω προσόντων για όλους τους υποψήφιους συμπεριλαμβανομένων των δικών της προσόντων και εκείνων των ενδιαφερομένων μερών. Το κατά πόσο ένας υποψήφιος κατέχει τα απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα είναι θέμα αναγόμενο στην αρμοδιότητα του διορίζοντος οργάνου. Παρέμβαση του Δικαστηρίου δικαιολογείται μόνο στην περίπτωση που διαπιστώνεται αυθαιρεσία ή πλάνη ή όταν διαπιστώνεται ότι η ερμηνεία που έχει δοθεί αναφορικά με το συγκεκριμένο θέμα δεν ήταν εύλογα επιτρεπτή. Στην προκείμενη περίπτωση, προκύπτει από τα πρακτικά ότι το Συμβούλιο του Κ.Υ.Π.Ε. διαπίστωσε την κατοχή των προσόντων μέσω συγκεκριμένων ερωτήσεων που υποβλήθηκαν στους υποψήφιους. Δεν διαπιστώνω ότι εδώ υπήρξε οποιαδήποτε αυθαιρεσία ή πλάνη ούτε προκύπτει ότι η ερμηνεία που έχει δοθεί δεν είναι εύλογα επιτρεπτή.
Προβάλλεται ως λόγος ακύρωσης ότι το Συμβούλιο του Κ.Υ.Π.Ε. παρέλειψε να ερευνήσει δεόντως την κατοχή των προσόντων της πενταετούς πείρας και της πολύ καλής γνώσης της αγγλικής γλώσσας που απαιτούνται από το σχέδιο υπηρεσίας. Το κατά πόσο κατείχαν η αιτήτρια και τα ενδιαφερόμενα μέρη τα πιο πάνω προσόντα εξετάστηκε από το Συμβούλιο του Κ.Υ.Π.Ε. στη βάση κριτηρίων που ίσχυσαν ομοιόμορφα τόσο στην περίπτωση της αιτήτριας όσο και για τα ενδιαφερόμενα μέρη. Δεν προκύπτει ότι υπήρξε διαφορετικό μέτρο κρίσης ούτε προκύπτει ότι οι διαπιστώσεις περί της κατοχής των πιο πάνω προσόντων από τα ενδιαφερόμενα μέρη είναι αυθαίρετες, παράλογες ή ότι οφείλονται σε λανθασμένη εκτίμηση των στοιχείων που το Συμβούλιο είχε ενώπιόν του. Τόσο η αιτήτρια όσο και τα ενδιαφερόμενα μέρη ξεπέρασαν την ελάχιστη βαθμολογία στα αγγλικά και κατά την προφορική εξέταση διαπιστώθηκε η κατοχή της γλώσσας και στον προφορικό λόγο.
Ο ισχυρισμός της αιτήτριας ότι δεν λήφθηκαν υπόψη το πρόσθετο προσόν που κατέχει δεν ευσταθεί. Προκύπτει από τα πρακτικά ότι το Συμβούλιο αφού ασχολήθηκε με το θέμα, έκρινε ότι το δίπλωμα της αιτήτριας του London School of Journalism ήταν σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης και του έδωσε «ανάλογη βαρύτητα». Κρίθηκε επίσης ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη δεν κατείχαν μη απαιτούμενα πρόσθετα προσόντα. Το Συμβούλιο, συγκρίνοντας την αιτήτρια με τους άλλους υποψήφιους, προφανώς είχε υπόψη του το πρόσθετο μη απαιτούμενο προσόν της αιτήτριας γεγονός το οποίο καταγράφεται στα πρακτικά. Έχω τη γνώμη πως το Συμβούλιο του Κ.Υ.Π.Ε. εξάντλησε με αυτό τον τρόπο τις απορρέουσες νομικές υποχρεώσεις του. Βλ. Γιαγκουλλή ν. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 481 και Χόπλαρος ν. Μαυρή κ.ά. (2005) 3 Α.Α.Δ. 513.
Ο ισχυρισμός της αιτήτριας ότι το Συμβούλιο του Κ.Υ.Π.Ε. υποβάθμισε τη γραπτή εξέταση και έδωσε υπέρμετρη βαρύτητα στην προφορική εξέταση δεν είναι πειστικός αφού η υπεροχή της αιτήτριας στη γραπτή εξέταση έναντι των ενδιαφερομένων μερών δεν ήταν ιδιαίτερα εντυπωσιακή. Επρόκειτο πράγματι για ελαφρά υπεροχή όχι όμως ουσιώδη που θα μπορούσε να αποβεί καθοριστική ώστε να θεωρείται ως έκδηλη υπεροχή. Βλ. The Public Service Commission v. Marina Potoudes and Others (1987) 3 C.L.R. 1591. Η καλύτερη απόδοση των ενδιαφερομένων μέρων στη συνέντευξη είναι στοιχείο κρίσης το οποίο προσθέτει στην αξία και δικαίως το Συμβούλιο απέδωσε τη δέουσα σημασία. Στη Μικελλίδου ν. Δημοκρατίας (2001) 3(Α) Α.Α.Δ. 105 (σελ. 115) αναφέρθηκαν τα εξής:
«Από την άλλη, η μειωμένη απόδοση της εφεσείουσας κατά τη συνέντευξη, που, για τους λόγους που εξήγησε η εφεσίβλητη, απέληξε στο γενικό χαρακτηρισμό «καλά», κατ΄ αντίθεση με το ενδιαφερόμενο μέρος, που πέτυχε γενικό χαρακτηρισμό «πάρα πολύ καλά», δεν μπορούσε παρά να ληφθεί σοβαρά υπόψη από την εφεσίβλητη ως συμπληρωματικό στοιχείο κρίσης της αξίας του κάθε υποψηφίου (Άρθρο 35 Β(10)(ιιι) του Νόμου) και, μάλιστα, με αυξημένη βαρύτητα, δεδομένου ότι η υπό πλήρωση θέση ήταν πρώτου διορισμού και προαγωγής, ήταν θέση ψηλά στην ιεραρχία, το δε Σχέδιο Υπηρεσίας απαιτούσε οργανωτικές και διοικητικές ικανότητες, παράλληλα με ενημερότητα πάνω στα προβλήματα της μέσης εκπαίδευσης και στις εξελίξεις των θεμάτων του μαθήματος της σωματικής αγωγής, στοιχεία σε σχέση με τα οποία η σαφής υπεροχή του ενδιαφερόμενου μέρους (που διεκδικούσε πρώτο διορισμό*), όπως αυτή διαπιστώθηκε από την εφεσίβλητη, αποκτούσε ακόμη μεγαλύτερη σημασία.»
Βλ. επίσης Πούρος κ.ά. ν. Χατζηστεφάνου κ.ά. (2001) 3(Α) Α.Α.Δ. 374.
Η υπεροχή των ενδιαφερομένων μερών έναντι της αιτήτριας ουσιαστικά εντοπίζεται στην πείρα που είναι σχετική με τα καθήκοντα της θέσης και της αξίας η οποία διαπιστώθηκε μέσω της προφορικής εξέτασης. Τα ενδιαφερόμενα μέρη απόκτησαν πείρα από τη θέση αρχισυντάκτη η οποία είναι σχετική με την επίδικη ενώ η αιτήτρια δεν είχε ανάλογη πείρα εφόσον μέρος της πείρας της αποκτήθηκε μέσω μερικής απασχόλησης στη δημοσιογραφία η οποία ωστόσο δεν είχε άμεση σχέση με τα καθήκοντα της επίδικης θέσης σε αντίθεση με την πείρα των ενδιαφερομένων μερών η οποία αποκτήθηκε και από τη θέση «Αρχισυντάκτη». Η εν λόγω πείρα σαφώς ενισχύει το στοιχείο της αξίας των ενδιαφερομένων μερών και δικαίως προσμέτρησε υπέρ τους.
Καταλήγοντας αποφαίνομαι ότι η αιτήτρια απέτυχε να αποδείξει οποιοδήποτε λόγο ακυρότητας της προσβαλλόμενης απόφασης.
Για τους λόγους που έχουν εξηγηθεί η προσφυγή απορρίπτεται με €1.200 έξοδα σε βάρος της αιτήτριας. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.