ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2008) 4 ΑΑΔ 33

23 Ιανουαρίου, 2008

[ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146(1) ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ

Ν. 112(1)/04

 

ΑΡΧΗ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,

Αιτήτρια,

v.

ΕΠΙΤΡΟΠΟΥ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ

ΚΑΙ ΤΑΧΥΔΡΟΜΕΙΩΝ,

Καθ' ου η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 752/2006)

 

Επίτροπος Ρύθμισης Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομείων ― Άρθρο 20(ιζ) του περί Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομικών Υπηρεσιών Νόμου (Ν.112(Ι)/04) ― Πεπλανημένη εφαρμογή της διάταξης από τον Επίτροπο στην κριθείσα περίπτωση ― Υιοθέτηση της δεσμευτικής νομολογίας της Πλήρους Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος ― Λόγοι ακυρώσεως ― Πλάνη περί το νόμο ― Περιστάσεις στοιχειοθέτησής της στην κριθείσα περίπτωση.

Οι αιτητές αμφισβήτησαν με την προσφυγή τους, τη νομιμότητα της απόφασης του καθ' ου η αίτηση Επιτρόπου, με την οποία επιλύθηκε διαφορά τους με τα ενδιαφερόμενα μέρη.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:

Ο καθ' ου η αίτηση εν προκειμένω, πεπλανημένα προχώρησε, ουσιαστικά κατά τρόπο ανεπίτρεπτο και κατά παράβαση της σχετικής νομοθεσίας και συγκεκριμένα του Άρθρου 20(ιζ) του Ν.112(1)/2004, στον καθορισμό των επίδικων τελών, όπου αποκλειστική εξουσία έχει μόνο η αιτήτρια. Η Πλήρης Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου με απόφασή της στην υπόθεση Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου ν. Επιτρόπου Ρύθμισης Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων κ.ά. (2005) 3 Α.Α.Δ. 20, προχώρησε στην ερμηνεία της σχετικής διάταξης.

Τα αποφασισθέντα στην εν λόγω υπόθεση εφαρμόζονται και στην παρούσα περίπτωση ούτως ώστε η προσβαλλόμενη απόφαση να είναι άκυρη γι' αυτό το λόγο.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.

Αναφερόμενη Υπόθεση:

Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου ν. Επιτρόπου Ρύθμισης Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων κ.ά. (2005) 3 Α.Α.Δ. 20.

Προσφυγή.

Κ. Χατζηιωάννου, για την Aιτήτρια.

Χρ. Μ. Τριανταφυλλίδης με Ν. Κλεάνθους (κα), για τον Kαθ' ου η αίτηση.

Α. Δημητρίου με Δ. Παπαστεφάνου (κα), για το Eνδιαφερόμενο μέρος Thunderworx Ltd.

Καμιά εμφάνιση, για το Eνδιαφερόμενο μέρος CallSat Telecom Ltd.

Καμιά εμφάνιση, για το Eνδιαφερόμενο μέρος Telepassport Telecommunications (Cyprus) Ltd.

Cur. adv. vult.

ΦΩΤΙΟΥ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή η αιτήτρια ζητά την πιο κάτω θεραπεία που παραθέτω αυτούσια:

«Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση του καθ' ου η αίτηση που επιδόθηκε στην αιτήτρια την 17.2.2006 με τίτλο Απόφαση υπ' αρ. 16/2006 Διαδικασία Επίλυσης Διαφοράς δυνάμει του Άρθρου του Περί Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομικών Υπηρεσιών Νόμου (Ν.112(Ι)/04) μεταξύ 1. CallSat Telecoms Ltd, Telepassport Telecommunications (Cyprus) Ltd, Thunderworx Ltd και 2. ΑΤΗΚ, είναι άκυρη, παράνομη και χωρίς οποιοδήποτε αποτέλεσμα.»

ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Η αιτήτρια είναι οργανισμός δημοσίου δικαίου που δημιουργήθηκε με τον περί Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου Νόμο, Κεφ. 302, όπως τροποποιήθηκε μεταγενέστερα. Το ενδιαφερόμενο μέρος Thunderworx Ltd (στο εξής Ε.Μ.) είναι κάτοχος άδειας παροχής τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών σύμφωνα με το σχετικό Νόμο (Ν. 112(1)/04). Με επιστολή του ημερομηνίας 15.12.2005 προς την αιτήτρια, ζήτησε όπως αναθεωρηθούν όλα τα τέλη παρακράτησης της αιτήτριας για κλήσεις που τερματίζονται σε αριθμούς υπηρεσιών που παρέχει το Ε.Μ. και εκκινούν τόσο από το σταθερό όσο και από το κινητό δίκτυο της αιτήτριας, ώστε να συνάδουν με την Απόφαση Επιτρόπου 6/2005. Στη συνέχεια, με επιστολή του ημερομηνίας 21.12.2005 προς τον καθ' ου η αίτηση, το ε.μ. ανέφερε ότι η αιτήτρια εξακολουθεί να υποστηρίζει ότι για υπηρεσίες οι οποίες προσφέρονται από το Ε.Μ. έχει το δικαίωμα να καθορίζει τις λιανικές τιμές τους, αγνοώντας την Απόφαση του Επιτρόπου Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομείων (στο εξής «ο Επίτροπος») 6/2005. Περαιτέρω, το Ε.Μ. ανέφερε ότι δεν υπήρχαν περιθώρια διαπραγμάτευσης και ζητεί την άμεση παρέμβαση του Επιτρόπου για επίλυση της διαφοράς.

Ο καθ' ου η αίτηση, στις 17.11.2005 απέστειλε επιστολή στην αιτήτρια επισυνάπτοντας το παράπονο της εταιρείας Telepassport ημερομηνίας 9.11.2005, με την οποία της υπενθύμιζε τα σχετικά με το θέμα αποτελέσματα του κοστολογικού ελέγχου της αιτήτριας, τα οποία ορίζουν:

(α) Τέλος παρακράτησης από δίκτυο σταθερής τηλεφωνίας:                       Ε0,0058 / λεπτό και

(β) Τέλος παρακράτησης από δίκτυο κινητής τηλεφωνίας:

      - (Με σύμβαση) Ε0,0229 / λεπτό

      - (Προπληρωμένο) Ε0,0216 / λεπτό

Στην εν λόγω επιστολή ο καθ' ου η αίτηση αναφερόμενος στο περιεχόμενο της Απόφασης 6/2005 ζήτησε από την αιτήτρια όπως διασαφηνίσει και κοινοποιήσει τις θέσεις της.

Σε απαντητική επιστολή της ημερομηνίας 30.11.2005, η αιτήτρια ανέφερε ότι στα πλαίσια διαμόρφωσης του λιανικού τέλους που θα ίσχυε για τους πελάτες της αιτήτριας για κλήσεις προς αριθμούς 118ΧΧ άλλων παροχέων, αυτή καθόρισε το μερίδιο της λαμβάνοντας υπόψη το αντίστοιχο ιστορικό κόστος καθώς και το κόστος των ζεύξεων διασύνδεσης. Οι παροχείς αφού είχαν καθορίσει το μερίδιο που ήθελαν να τους αποδίδεται, πληροφόρησαν την αιτήτρια για το λιανικό τέλος που προέκυπτε και που επιθυμούσαν να χρεώνει η αιτήτρια τους πελάτες της. Περαιτέρω, η εν λόγω επιστολή ανέφερε ότι η σχετική Απόφαση του Επιτρόπου 6/2005 αφορούσε μόνο κλήσεις προς αριθμούς διαδικτύου και δεν επεκτεινόταν σε άλλα είδη κλήσεων, ενώ το πεδίο εφαρμογής των αποτελεσμάτων του κοστολογικού ελέγχου σε ότι αφορά στον καθορισμό λιανικών τελών θεωρείτο από την αιτήτρια καθαρά καθοδηγητικό.

Στις 9.1.2006, ο καθ' ου η αίτηση με επιστολή του, στην οποία επικαλείτο και επισύναπτε όλη την προαναφερθείσα αλληλογραφία, διαπίστωσε ότι οι διαπραγματεύσεις μεταξύ των μερών είχαν οδηγηθεί σε αδιέξοδο και αποφάσισε να προχωρήσει σε διαδικασία επίλυσης διαφοράς, σύμφωνα με το Άρθρο 34 του περί Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομικών Υπηρεσιών Νόμου του 2004 (Ν. 112(1)/2004), αναφορικά με το ανώτατο όριο τέλους έναρξης κλήσεων που εκκινούν από δίκτυο της αιτήτριας και τερματίζονται σε δίκτυα εναλλακτικών παροχέων, ενώ παράλληλα όρισε ως ημερομηνία συνάντησης των μερών την 17.1.2006.

Κατά τη διάρκεια ενημέρωσης του γραφείου του καθ' ου η αίτηση στα πλαίσια της επίλυσης της διαφοράς η οποία διεξήχθη στις 17.1.2006 και ώρα 9 π.μ. στο γραφείο του, ήταν παρόντες ως εκπρόσωποι του ε.μ. Thunderwork Ltd. οι κ. Φίλιππος Βατυλιώτης και Θεοδόσης Θεοδοσίου, ως εκπρόσωποι της CallSat ο κ. Πέτρος Σουππουρής, ως εκπρόσωπος της Τelepassport ο κ. Θεόδωρος Θεοδώρου και ως εκπρόσωποι της αιτήτριας οι κ.κ. Μάριος Καρλεττίδης, Ανδρέας Θεοδώρου, Πάρης Μενελάου και Ιωάννα Κόκκινου. Τον καθ' ου η αίτηση εκπροσώπησαν ο Δρ. Νεόφυτος Παπαδόπουλος, Διευθυντής του γραφείου του, και οι Λειτουργοί Κική Βαρσανίδου και Νικολέττα Αντωνίου.

Κατά τη διαδικασία, όλοι οι εκπρόσωποι των εναλλακτικών παροχέων επιβεβαίωσαν την ύπαρξη του προβλήματος, οι προσπάθειες επίλυσης του οποίου είχαν καταλήξει σε αδιέξοδο. Ο εκπρόσωπος της Telepassport τόνισε ότι ήταν αδιανόητο η αιτήτρια να παρακρατεί π.χ. τέλος από κινητό προς υπηρεσία 118ΧΧ μεγαλύτερο από το δικό της αντίστοιχο λιανικό τέλος. Ο εκπρόσωπος της CallSat ζήτησε την άμεση επέμβαση του καθ' ου η αίτηση διότι ο χρόνος που παρερχόταν απόβαινε εις βάρος των εναλλακτικών παροχέων. Ο εκπρόσωπος του ε.μ. ζήτησε όπως η απόφαση του Επιτρόπου 6/2005 επεκταθεί σε όλες τις κλήσεις. Κοινό δε αίτημα των εναλλακτικών παροχέων ήταν η αναδρομικότητα της Απόφασης που θα εξέδιδε ο καθ' ου η αίτηση αναφορικά με την παρούσα επίλυση διαφοράς. Οι εκπρόσωποι της αιτήτριας ανέφεραν ότι η αιτήτρια είχε ήδη προσβάλει την Απόφαση Επιτρόπου 6/2005 στο Ανώτατο Δικαστήριο και τόνισαν ότι διατηρούν το δικαίωμα καθορισμού των τελών για κλήσεις που ξεκινούν από δίκτυο της Αιτήτριας, ενώ οι εναλλακτικοί παροχείς εδικαιούντο μόνο να ζητούν το τέλος τερματισμού των κλήσεων.

Υπό το φως των ανωτέρω, ο καθ' ου η αίτηση διαπίστωσε ότι η αιτήτρια, ως έχουσα σημαντική ισχύ στη σχετική αγορά, όφειλε να παρέχει πρόσβαση στα δίκτυα και τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, καθώς και σε συναφείς ευκολίες σε κοστοστρεφείς τιμές, - (Με σύμβαση) £0,0229/ λεπτό.

ΝΟΜΙΚΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ

Κατ' αρχήν ο συνήγορος της αιτήτριας ισχυρίζεται ότι με τον καθορισμό της λιανικής τιμής στο κόστος (ήτοι το τέλος τερματισμού που επιθυμεί ο παροχέας συν το κόστος εκκίνησης της αιτήτριας κατ' ανώτατο όριο), ο καθ' ου η αίτηση καθόρισε τη λιανική τιμή καθ' υπέρβαση των εξουσιών που παρέχονται από το Άρθρο 20(ιζ) του Ν. 112(1)/04. Δηλαδή έμμεσα επέβαλε λιανική τιμή, ενεργώντας κάτω από πλάνη περί το νόμο και τα πράγματα, όπως σχετικά αποφάνθηκε η Πλήρης Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπ. αρ.145/04, προσφυγή της αιτήτριας εναντίον του καθ' ου η αίτηση. Επίσης προβάλλει τον ισχυρισμό ότι  δεν υπήρχε διαφορά που να μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο επίλυσης με βάση το Μέρος 7 ή το Άρθρο 34 του Ν.112(1)/04 ή το Άρθρο 20(ιγ) του ιδίου Νόμου και συνεπώς υπάρχει υπέρβαση ή κατάχρηση εξουσίας. Ακόμη ισχυρίζεται ότι ο καθ' ου η αίτηση υπερέβη τις εξουσίες του και καθόρισε τη λιανική τιμή της ΑΤΗΚ που είναι εξουσία της αιτήτριας να καθορίζει και όχι δική του.

Περαιτέρω προβάλλει τον ισχυρισμό ότι η επίδικη απόφαση είναι αυθαίρετη και αναιτιολόγητη αφού στηρίζεται στην άποψη ότι οι συνδρομητές της αιτήτριας είναι δυνατόν να είναι πελάτες εναλλακτικών παροχών.

Ακόμη ισχυρίζεται ότι η επίδικη απόφαση παρέχει στους ανταγωνιστές της αιτήτριας πλεονέκτημα αφού επιβάλλει το μερίδιο της αιτήτριας σε διασυνδεόμενη κλήση ανεξάρτητα από του ποιου συνδρομητής είναι ο καλών παρέχοντας στους ανταγωνιστές την ευκαιρία να καρπούνται το κέρδος σε όλες τις περιπτώσεις αντί μόνο στις περιπτώσεις που εκκινά κλήση από το δίκτυο τους (συνδρομητή τους). Ταυτόχρονα αποκαλύπτει το κόστος της αιτήτριας στους ανταγωνιστές ενώ το κόστος αυτό συνιστά απόρρητη πληροφορία.

Τέλος ισχυρίζεται ότι παράνομα ο καθ' ου η αίτηση καθόρισε το μερίδιο της αιτήτριας στη λιανική τιμή της κλήσης που εκκινά από το δίκτυό της και παράνομα και καθ' υπέρβαση εξουσιών κατέστησε το μερίδιο αυτό αντικείμενο διαπραγμάτευσης ή διαφοράς ή επίλυσης διαφοράς.

ΕΞΕΤΑΣΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΙΣΧΥΡΙΣΜΩΝ

Αρχίζω την εξέταση της υπόθεσης από τον πρώτο λόγο, δηλαδή ότι με τον καθορισμό της λιανικής τιμής στο κόστος (ήτοι το τέλος τερματισμού που επιθυμεί ο παροχέας συν το κόστος εκκίνησης της αιτήτριας κατ' ανώτατο όριο), ο καθ' ου η αίτηση ουσιαστικά καθόρισε τη λιανική τιμή, καθ' υπέρβαση των εξουσιών που παρέχονται από το Άρθρο 20(ιζ) του Ν. 112(1)/04 και ενεργώντας κάτω από πλάνη περί το νόμο και τα πράγματα, όπως σχετικά αποφάνθηκε η Πλήρης Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην προαναφερθέντα προσφυγή της αιτήτριας εναντίον του καθ' ου η αίτηση με αρ. 145/04.

Εξέτασα τους αντίστοιχους επί του σημείου αυτού ισχυρισμούς και έχω καταλήξει να δεχθώ τις θέσεις της αιτήτριας. Ο πιο πάνω λόγος ακυρώσεως ευσταθεί αφού ο καθ' ου η αίτηση πεπλανημένα προχώρησε ουσιαστικά, κατά τρόπο ανεπίτρεπτο και κατά παράβαση της σχετικής νομοθεσίας και συγκεκριμένα του Άρθρου 20(ιζ) του Ν.112(1)/2004, στον καθορισμό των επίδικων τελών όπου αποκλειστική εξουσία έχει μόνο η αιτήτρια. Η Πλήρης Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου με απόφαση της στην υπόθεση Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου ν. Επιτρόπου Ρύθμισης Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων κ.ά. (2005 ) 3 Α.Α.Δ. 20, προχώρησε στην ερμηνεία της σχετικής διάταξής, που εν τω μεταξύ έχει τροποποιηθεί, επισημαίνοντας τα εξής:

«Η εισήγηση του δικηγόρου της αιτήτριας είναι πως η υπό συζήτηση πρόνοια δίδει το δικαίωμα στον Επίτροπο να καθορίζει και ρυθμίζει πλαίσιο χρεώσεων, δηλαδή υιοθέτηση κανόνων που λειτουργούν στην αγορά, και το μέγιστο όριο της εξουσίας του εξαντλείται με τον καθορισμό κατώτατου και ανώτατου ορίου τιμής. Δεν έχει όμως εξουσία να ορίζει τιμές και τέλη για συγκεκριμένες υπηρεσίες που παρέχονται, όπως έκανε με το επίμαχο Διάταγμα. Η θέση του δικηγόρου του Επιτρόπου είναι πως, αν διαβαστεί το επίμαχο άρθρο στο σύνολο του, έχοντας υπόψη και τις γενικές εξουσίες του Επιτρόπου, που του παρέχονται από το Νόμο καθώς και το Άρθρο 19 του Κεφ. 302, το οποίο παραθέτουμε πιο πάνω, θα διαπιστωθεί πως ο Επίτροπος έχει τέτοια εξουσία.

Συμφωνούμε με την ερμηνεία που δίδει ο δικηγόρος της αιτήτριας στο επίμαχο άρθρο. Οι διατάξεις του είναι ρητές και δεν επιδέχονται άλλης ερμηνείας, παρά αυτής που μεταδίδει η σημασία των λέξεων που χρησιμοποιούνται από το Νομοθέτη. Ο Επίτροπος έχει δικαίωμα να καθορίζει και ρυθμίζει πλαίσιο χρεώσεων. Με αυτή τη φράση και εμείς αντιλαμβανόμαστε να σημαίνει πως ο Επίτροπος καθορίζει και ρυθμίζει, με αναφορά στα ισχύοντα στην αγορά, το πλαίσιο των χρεώσεων, και σ' αυτή την εξουσία περιλαμβάνεται και το μέγιστο της αρμοδιότητας του, που είναι ο καθορισμός κατώτατου και ανώτατου ορίου τιμής. Δεν έχει δικαίωμα ως εκ τούτου να ορίζει τις τιμές λιανικής πώλησης.

Αποτέλεσμα της πιο πάνω σκέψης είναι πως η προσφυγή της αιτήτριας επιτυγχάνει. Η προσφυγή όμως εναντίον της Κυπριακής Δημοκρατίας, που εσφαλμένα συνενώθηκε στην προσφυγή, ως καθ' ου η αίτηση 2, και η οποία δεν είχε καμιά εμπλοκή στα ζητήματα που αφορούσε η προσφυγή, απορρίπτεται.

Διακηρύσσεται πως ο Επίτροπος δεν έχει δικαίωμα να ορίζει τιμές λιανικής πώλησης υπηρεσιών που παρέχονται από την αιτήτρια.»

Είμαι της άποψης ότι τα πιο πάνω εφαρμόζονται και στη δική μας περίπτωση ούτως ώστε η προσβαλλόμενη απόφαση να είναι άκυρη γι' αυτό το λόγο. Επομένως δεν το θεωρώ αναγκαίο να εξετάσω τους υπόλοιπους λόγους ακύρωσης.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με €1.000 έξοδα υπέρ της αιτήτριας και εναντίον του καθ' ου η αίτηση. Μεταξύ αιτήτριας και ενδιαφερόμενου μέρους καμιά διαταγή για έξοδα.

Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται με βάση το Άρθρο 146.4(β) του Συντάγματος.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο