ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 765/2007)
30 Σεπτεμβρίου, 2008
[ΝΙΚΟΛΑЇΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
KALINIKA MARINA,
Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ,
Καθ΄ων η αίτηση.
_______________
Λ. Λυσάνδρου για Λυσάνδρου - Θωμά και Συνεργάτες, για την Αιτήτρια.
Δ. Νικολάτου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ων η αίτηση.
________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, Δ.: Η αιτήτρια, η οποία κατάγεται από τη Ρωσική Δημοκρατία, αξιώνει ακύρωση της απόφασης των καθ΄ων η αίτηση με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά της για παροχή πολιτικού ασύλου.
Μετά την υποβολή σχετικής αίτησης, διεξήχθη στις 31.10.2005 συνέντευξη της αιτήτριας από αρμόδιο λειτουργό και τελικά ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου αποφάσισε την απόρριψη του αιτήματος στις 13.11.2005. Την ίδια τύχη είχε και η διοικητική προσφυγή ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής, η οποία απορρίφθηκε στις 8.5.2007.
Η αιτήτρια υποστηρίζει ότι ο λόγος για τον οποίο εγκατέλειψε τη Ρωσία ήταν ότι ο πατριός της υπέστη δίωξη από τη ρωσική μαφία η οποία ανάγκασε όλη την οικογένεια να εγκαταλείψει τη χώρα. Ταυτόχρονα παραδέχεται ότι δεν αντιμετωπίζει οποιοδήποτε πρόβλημα με τις αρχές της Ρωσίας, ούτε και υπέστη ποτέ δίωξη από τη μαφία, αλλά ισχυρίζεται ότι ήταν ψυχολογικά διαταραγμένη και επηρεασμένη με αυτά, που, κατ΄ ισχυρισμό, συνέβηκαν στην οικογένειά της. Ουδέποτε είχε άμεση επαφή με άτομα του υποκόσμου.
Οι ισχυρισμοί της αιτήτριας κρίθηκαν ότι περιείχαν συγκεκριμένες αντιφάσεις οι οποίες επισημαίνονται από την Υπηρεσία Ασύλου. Η κατάληξη είναι ότι στο πρόσωπό της δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του δικαιολογημένου φόβου δίωξης που είναι απαραίτητες για να της δοθεί πολιτικό άσυλο, σύμφωνα με το άρθρο 3 και το άρθρο 19(2) του περί Προσφύγων Νόμου 2000-2004.
Επισημαίνεται ακόμα από την Υπηρεσία Ασύλου ότι ακόμα κι΄ αν οι ισχυρισμοί της δεν ήταν αναξιόπιστοι, είναι σαφής η απουσία φόβου καταδίωξης στη χώρα της. Οι τρεις λόγοι που κατ΄ ισχυρισμό την ανάγκασαν να εγκαταλείψει την πατρίδα της, δεν αποκαλύπτουν οποιαδήποτε δίωξη.
Η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι η προσβαλλόμενη πράξη δεν είναι επαρκώς ούτε δεόντως αιτιολογημένη. Ο ισχυρισμός αυτός δεν ευσταθεί. Πέραν των όσων έχουν επισημανθεί πιο πάνω, σύμφωνα με το άρθρο 16 του Νόμου 6(Ι)/2000 το βάρος απόδειξης της αίτησης φέρει ο αιτητής ο οποίος οφείλει να υποστηρίξει την αίτησή του με όλα τα στοιχεία που έχει στην κατοχή του. Όλοι οι ισχυρισμοί της αιτήτριας εξετάστηκαν για να καταλήξουν οι καθ΄ων η αίτηση στο συμπέρασμα ότι δεν είχε καταφέρει να αποδείξει βάσιμο λόγο δίωξης. Η προσβαλλόμενη απόφαση είναι επαρκώς αιτιολογημένη και ο σχετικός ισχυρισμός θα πρέπει να απορριφθεί.
Εξ ίσου αβάσιμο είναι και το παράπονό της ότι οι καθ΄ων η αίτηση όφειλαν να την καλέσουν σε δεύτερη προσωπική συνέντευξη. Κατ΄ αρχάς θα πρέπει να λεχθεί ότι η αιτήτρια κλήθηκε σε προφορική συνέντευξη στις 31.10.2005 όπου είχε την ευκαιρία να εκθέσει όλους τους ισχυρισμούς της και να αποκαλύψει όλα τα στοιχεία που είχε στην κατοχή της. Όπως έχει επανειλημμένα λεχθεί, οι καθ΄ων η αίτηση δεν έχουν σύμφωνα με το άρθρο 28Ζ(3) του Ν.6(Ι)/2000, οποιαδήποτε υποχρέωση να καλέσουν την αιτήτρια σε συνέντευξη. Το δικαίωμα αυτό της Αναθεωρητικής Αρχής είναι καθαρά δυνητικό. Παρά ταύτα, η αιτήτρια κλήθηκε σε συνέντευξη και συνεπώς το παράπονο ότι δεν κλήθηκε για δεύτερη φορά είναι τουλάχιστον υπερβολικό.
Η αιτήτρια υποστηρίζει ότι δεν της δόθηκε η αναγκαία καθοδήγηση ως προς τις ακολουθητέες διαδικασίες, ούτε και πληροφορήθηκε τα δικαιώματά της. Και αυτός ο ισχυρισμός είναι πλήρως αβάσιμος και ανεδαφικός. Τίποτε μέσα στο διοικητικό φάκελο δεν δείχνει ότι η αιτήτρια δεν έτυχε καθοδήγησης. Το αντίθετο μάλιστα. Η διαδικασία που ακολουθήθηκε ήταν καθ΄ όλα νόμιμη και συνεπώς ο ισχυρισμός αυτός θα πρέπει να απορριφθεί.
Η αιτήτρια παραπονείται τέλος ότι οι καθ΄ ων η αίτηση δεν διερεύνησαν καθόλου τους λόγους που αναφέρει στη διοικητική της προσφυγή, αλλά περιορίστηκαν απλά στην απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, την οποία και επανέλαβαν στη δική τους απόφαση. Οι καθ΄ων η αίτηση προέβηκαν στην έρευνα της ενώπιόν τους υπόθεσης όπως οι ίδιοι θεώρησαν πρέπον και μέσα στα πλαίσια της ορθής διαδικασίας. Η έρευνα είναι επαρκής εφ΄ όσον εκτείνεται στη διερεύνηση κάθε γεγονότος που σχετίζεται με το θέμα που εξετάζεται (Motorways Ltd v. Υπουργού Οικονομικών κ.α. (1999) 3 Α.Α.Δ. 447).
΄Εχει επανειλημμένα λεχθεί ότι η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων δεν έχει την υποχρέωση να προβεί σε δική της έρευνα. Η εξέταση της ορθότητας της προσβαλλόμενης ενώπιόν της απόφασης, μπορεί να γίνει, όπως έγινε στην παρούσα υπόθεση, και από το υλικό του φακέλου. ΄Εργο της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων είναι η εξέταση της ορθότητας της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου.
Κατά τις διευκρινίσεις η ευπαίδευτος συνήγορος των καθ΄ ων η αίτηση ανέφερε ότι από το διοικητικό φάκελο εμφαίνεται ότι το ορθό όνομα της αιτήτριας είναι «Kalinina» και όχι «Kalinika» που αναγράφεται στον τίτλο της προσφυγής. Η επισήμανση έγινε πολύ αργά στη διαδικασία. Η ταυτότητα της αιτήτριας δεν αμφισβητείται. Στις διευκρινίσεις ο δικηγόρος της αιτήτριας δεν παρουσιάστηκε και συνεπώς δεν έχουμε τις απόψεις του. Αν πρόκειται για τυπογραφικό λάθος μπορεί να γίνει, στο μέλλον, αίτηση για τροποποίηση του τίτλου.
Η προσφυγή απορρίπτεται, με €500 έξοδα, εναντίον της αιτήτριας.
Φρ. Νικολαΐδης, Δ.
/ΜΔ