ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2007) 4 ΑΑΔ 1
8 Ιανουαρίου, 2007
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΚΟΙΝΟΠΡΑΞIΑ CYPRUS AIRPORTS GROUP,
Αιτητές,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚHΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤIΑΣ, ΜEΣΩ
(Α) ΥΠΟΥΡΓΕIΟΥ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ EΡΓΩΝ,
(Β) ΚΕΝΤΡΙΚΟY ΣΥΜΒΟΥΛIΟΥ ΠΡΟΣΦΟΡΩΝ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 92/2004)
Διοικητική Πράξη ― Εκτελεστή σε αντιδιαστολή προς πράξη στερούμενη εκτελεστότητας ― Η περίπτωση της απώλειας της εκτελεστότητας ενδιάμεσης αποφάσεως, που εσωματώθηκε στην επιγενόμενη τελική.
Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο ― Κατάργηση δίκης ― Κατά πόσο καταργείται η διαδικασία της προσφυγής κατά πράξεως η οποία κρίθηκε εκτελεστή αρχικά αλλά στη συνέχεια απώλεσε την εκτελεστότητά της, λόγω ενσωμάτωσής της στην τελική απόφαση της σύνθετης διοικητικής ενέργειας στην οποία περιλαμβανόταν.
Προσφορές ― Αποκλεισμός προσφοροδότη από την περαιτέρω συμμετοχή στην διαδικασία κατακύρωσης ― Ο αποκλεισμός είναι εκτελεστή πράξη πριν την λήψη απόφασης για κατακύρωση, αλλά χάνει την εκτελεστότητά του στη συνέχεια, λόγω ενσωμάτωσής του στην τελική απόφαση της σύνθετης διοικητικής ενέργειας.
Οι αιτητές προσέφυγαν με την προσφυγή τους κατά του αποκλεισμού τους από περαιτέρω συμμετοχή τους στην επίδικη ιδιότυπη διαδικασία προσφορών. Εκκρεμούσης όμως της προσφυγής, εκδόθηκε η τελική πράξη κατακύρωσης της προσφοράς στους ενδιαφερόμενους, απόφαση την οποία οι αιτητές δεν προσέβαλαν με νέα προσφυγή.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
Αναποδράστως η έκδοση της απόφασης ημερομηνίας 13.6.05 καθορίζει την κατάληξη. Ο αποκλεισμός των αιτητών απολήγει πράξη ενδιάμεση της σύνθετης ενέργειας που συντελέστηκε με την απόφαση της 13.6.05. Αυτή δεν επάγεται, βεβαίως, ανυπαρξία δυνατότητας προσφυγής της νομιμότητας του αποκλεισμού και είναι πάγια η νομολογία πως ενώ πράγματι οι αποκλειόμενοι είναι τη νομιμότητα του αποκλεισμού τους που νομιμοποιούνται να συζητήσουν, το προσφερόμενο γι' αυτή τη συζήτηση πλαίσιο είναι, πλέον, προσφυγή στρεφόμενη κατά της τελικής απόφασης. Οι αιτητές, ενώ δέχονται κατά τα άλλα αυτούς τους συσχετισμούς και το αποτέλεσμά τους, θεωρούν πως τα πράγματα διαφοροποιούνται εφόσον κάποιος επιλέγει να ασκήσει προσφυγή κατά του αποκλεισμού, χωρίς να αναμένει την τελική απόφαση. Η άσκηση τέτοιας προσφυγής είναι, βεβαίως, δικαίωμα αλλά δεν είναι ορθό ότι, ενόψει τέτοιας επιλογής, διαφοροποιούνται και οι βασικές αρχές αναφορικά με το ποια είναι, εν τέλει, η εκτελεστή πράξη ώστε το Ανώτατο Δικαστήριο να έχει δικαιοδοσία δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος. Μια απόφαση είναι ή δεν είναι εκτελεστή ως εκ της φύσης της και αυτή η φύση δεν αλλοιώνεται ανάλογα με το ποιοι είναι οι χειρισμοί ως προς αυτή.
Η προσβαλλόμενη απόφαση απώλεσε την εκτελεστότητά της, αφού απορροφήθηκε από την τελική απόφαση στην οποία ενσωματώθηκε και η προσφυγή απολήγει απαράδεκτη.
Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Μανουτράκο Λτδ ν. Δημοκρατίας κ.ά. (1989) 3 Α.Α.Δ. 2671,
Tamassos Tobacco Suppliers and Co. v. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 60,
Pavlos F. Varellas Trading Co Ltd v. Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 615.
Προσφυγή.
Κ. Μιχαηλίδης, για τους Aιτητές.
Ε. Νικολαΐδου, Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας για τους Kαθ' ων η αίτηση.
Ν. Παπαευσταθίου και Γ. Τριανταφυλλίδης, για τους Eνδιαφερόμενους 2.
Cur. adv. vult.
KΩNΣTANTINIΔHΣ, Δ.: Προηγήθηκαν πέντε ενδιάμεσες αποφάσεις μου, ως ακολούθως:
1. Με την απόφασή μου ημερομηνίας 28.5.04 έκρινα πως παραδεχτώς η προσφυγή ασκήθηκε από τους αιτητές, ως κοινοπραξία.
2. Με την απόφασή μου ημερομηνίας 8.9.04 ενέκρινα την αίτηση των αιτητών για επιθεώρηση και λήψη αντιγράφων των εκθέσεων των ξένων εμπειρογνωμόνων και της Ειδικής Επιτροπής του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων.
3. Με την απόφασή μου ημερομηνίας 15.12.04 απέρριψα την πρωθύστερη προδικαστική ένσταση πως η απόφαση που προσβάλλεται με την προσφυγή δεν είναι εκτελεστή.
4. Με την απόφαση ημερομηνίας 11.1.05 ενέκρινα την αίτηση των καθ' ων η αίτηση και των ενδιαφερομένων για αναστολή της απόφασης για επιθεώρηση εγγράφων, εκκρεμούσας της έφεσης που ασκήθηκε.
5. Με την απόφασή μου ημερομηνίας 3.3.05 απέρριψα την αίτηση των αιτητών για αναστολή εκτέλεσης της απόφασης, ημερομηνίας 21.11.03, που προσβάλλεται με την προσφυγή.
Κατατέθηκαν γραπτές αγορεύσεις επί της ουσίας στις οποίες με λεπτομέρεια διατυπώνονται οι αντίθετες θέσεις των μερών σε σχέση με τους λόγους ακυρότητας που προτείνονται. Τη βασική δομή της επιχειρηματολογίας των αιτητών και την αντίδραση σ' αυτή των καθ' ων η αίτηση και των ενδιαφερομένων τις κατέγραψα στην ενδιάμεση απόφασή μου ημερομηνίας 3.3.05. Προέχει όμως η θεμελιακή θέση των καθ' ων η αίτηση και των ενδιαφερομένων πως δεν είναι δυνατό, πλέον, να τίθεται θέμα απόφασης επ' αυτής. Ήδη, ενόσω εκκρεμούσε η καταχώρηση γραπτών αγορεύσεων, οι ενδιαφερόμενοι υποστήριξαν πως η προσβαλλόμενη απόφαση απώλεσε την εκτελεστότητά της και πως η προσφυγή, γι' αυτό το λόγο, απολήγει απαράδεκτη. Υπέβαλαν μάλιστα και αίτηση για προδικαστική εκδίκαση αυτού του θέματος στην οποία ενέστησαν οι αιτητές και την οποία εν τέλει απέσυραν αφού ήδη αυτό το θέμα είχε αναπτυχθεί στην τελική τους αγόρευση που, στο μεταξύ, είχε καταχωρηθεί.
Προσλαμβάνει κρίσιμη σημασία η ενδιάμεση απόφασή μου ημερομηνίας 15.12.04 και, κατ' αρχάς, μεταφέρω από αυτή τα πιο κάτω, ως προς το υπόβαθρο:
«Κατά τη sui generis, όπως όλοι αναγνωρίζουν, διαδικασία κατακύρωσης της προσφοράς για την Ανάπτυξη και Διαχείριση των Αερολιμένων Λάρνακας και Πάφου με τη μέθοδο αυτοχρηματοδότησης (ΒΟΤ), σύμφωνα με τους όρους της, μετά από αξιολόγηση, το Κεντρικό Συμβούλιο Προσφορών θα έπρεπε να επιλέξει τον πρώτο και το δεύτερο προτιμητέο προσφοροδότη. Για να ακολουθήσουν διαπραγματεύσεις μεταξύ του πρώτου και της κυβέρνησης προς επίτευξη σύμβασης (with a view to achieving contract close) και, σε περίπτωση κατά την οποία αυτοί δεν θα κατέληγαν, υπό προϋποθέσεις που τέθηκαν, διαπραγματεύσεις, με την ίδια στόχευση, με το δεύτερο. Με τη ρητή πρόνοια πως δεν θα γίνονταν διαπραγματεύσεις με οποιονδήποτε άλλο προσφοροδότη. Το Κεντρικό Συμβούλιο Προσφορών, στις 21.11.03, κατέληξε σε απόφαση ως ακολούθως:
"Το Κεντρικό Συμβούλιο Προσφορών αφού έλαβε υπόψη την έκθεση αξιολόγησης των Συμβούλων, την έκθεση αξιολόγησης της Eπιτροπής Αξιολόγησης του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων και τη διεξοδική συζήτηση που διεξήχθηκε κατά την εξέταση του θέματος τόσο στις τρεις προηγούμενες συνεδρίες όσο και στη σημερινή, αποφάσισε ομόφωνα ότι οι προσφορές που υποβλήθηκαν από τους Alterra Consortium, Cyprus Airports Group και Hermes Airports ικανοποιούν τόσο το Τεχνικό Μέρος όσο και το Χρηματοοικονομικό Μέρος του διαγωνισμού με την πιο κάτω σειρά κατάταξης:-
Σειρά Προσφοροδότης Συνολική Προσφερόμενο
Κατάταξης Βαθμολογία Ποσοστό πάνω
στα Ετήσια
Ακαθάριστα
Έσοδα
1ος Alterra Consortium 88,0% 48,96%
2oς Ηermes Airports 62,6% 33,0%
3oς Cyprus Airports 41,6% 20,215%
Group
Eνόψει των πιο πάνω και σύμφωνα με τον όρο 3.2.4 της Πρόσκλησης Υποβολής Προσφοράς (ΙΤΤ) το Κεντρικό Συμβούλιο Προσφορών ανακήρυξε ομόφωνα τον 1ο σε σειρά κατάταξης προσφοροδότη, Alterra Consortium, ως προτιμητέο προσφοροδότη με τον οποίο το Κράτος θα προχωρήσει σε διαπραγματεύσεις.
Το Κεντρικό Συμβούλιο Προσφορών εξουσιοδότησε ομόφωνα την Ενδιαφερόμενη Υπηρεσία, Υπουργείο Συγκοινωνιών και Έργων, να προχωρήσει σε διαπραγματεύσεις με τον προτιμητέο προσφοροδότη, Alterra Consortium, με βάση τα έγγραφα του διαγωνισμού και τις εκθέσεις αξιολόγησης των Συμβούλων και της Επιτροπής Αξιολόγησης, και να επαναφέρει το θέμα, με το αποτέλεσμα της διαπραγμάτευσης, στο Κεντρικό Συμβούλιο Προσφορών για λήψη απόφασης.
Σύμφωνα με τον όρο 3.2.6 της Πρόσκλησης Υποβολής Προσφοράς και με δεδομένο ότι η βαθμολογία του 2ου σε σειρά κατάταξης προσφοροδότη, Hermes Airports, είναι χαμηλότερη του 90% της βαθμολογίας του 1ου σε σειρά κατάταξης προσφοροδότη, το Κεντρικό Συμβούλιο Προσφορών αποφάσισε ομόφωνα ότι, σε περίπτωση που οι διαπραγματεύσεις με τον προτιμητέο προσφοροδότη, Alterra Consortium, δεν καταλήξουν σε επιθυμητό αποτέλεσμα, όπως αυτό διαπιστωθεί με οριστική απόφαση του Κεντρικού Συμβουλίου Προσφορών, εξουσιοδοτείται η Ενδιαφερόμενη Υπηρεσία να προχωρήσει σε διαπραγματεύσεις με το 2ο σε σειρά κατάταξης προσφοροδότη, Hermes Airports, για λόγους δημοσίου συμφέροντος όπως πιο κάτω:-
• Τη μεγαλύτερη διαπραγματευτική δυνατότητα του Κράτους με δεδομένo ότι ο προτιμητέος προσφοροδότης θα αισθάνεται την πίεση ότι, σε περίπτωση μη κατάληξης των διαπραγματεύσεων, το Κράτος θα προχωρήσει σε διαπραγματεύσεις με το 2ο σε σειρά κατάταξης προσφοροδότη.
• Το ψηλό κόστος της όλης διαδικασίας του διαγωνισμού τόσο για το Κράτος όσο και για τους προσφοροδότες σε περίπτωση που δεν υπάρξει θετική κατάληξη με τον προτιμητέο προσφοροδότη και, στην απουσία υπαλλακτικής προσφοράς, το αποτέλεσμα θα ήταν η ακύρωση του διαγωνισμού και επαναπροκήρυξη του.
• Την επιτακτική ανάγκη για την αναβάθμιση των προσφερόμενων υπηρεσιών στα υφιστάμενα αεροδρόμια Λάρνακας και Πάφου γεγονός που θα βοηθήσει τα μέγιστα την οικονομία του τόπου και θα προβάλει την Κύπρο στο ευρωπαϊκό και παγκόσμιο περιβάλλον.
Το Κεντρικό Συμβούλιο Προσφορών επίσης αποφάσισε ομόφωνα ότι, σύμφωνα με τον όρο 3.2.6 της Πρόσκλησης Υποβολής Προσφοράς, ο 3ος σε σειρά κατάταξης προσφοροδότης, Cyprus Airports Group, τίθεται εκτός διαγωνισμού."
Η απόφαση γνωστοποιήθηκε προς τους αιτητές οι οποίοι και κλήθηκαν να παραλάβουν την εγγυητική τους επιστολή από το Γενικό Λογιστήριο. Όπως τους λέχθηκε, με την επιστολή ημερομηνίας 2.12.03, "η προσφορά σας τίθεται εκτός διαγωνισμού".
Με την προσφυγή επιδιώκεται ακύρωση αυτής της απόφασης, δηλαδή, όπως αναφέρεται στη θεραπεία, της απόφασης
"να επιλέξουν και ή διορίσουν το Alterra Consortium ως τον προτιμητέον προσφοροδότην (preferred bidder) και το Hermes Airports Consortium ως τον δεύτερον τη τάξει προτιμητέον προσφοροδότην προς τον σκοπόν όπως τα αρμόδια όργανα της Κυπριακής Δημοκρατίας διαπραγματευθούν με αυτά διά την σύναψιν συμβάσεως δια τον σχεδιασμόν, την ανέγερσιν, λειτουργίαν και διαχείρισιν των αερολιμένων Λάρνακος και Πάφου αποκλείοντας από την διαπραγμάτευσιν τους Αιτητάς".
Είναι η θέση των ενδιαφερομένων και των καθ' ων η αίτηση πως απαραδέχτως προσβάλλεται πράξη ενδιάμεση, μη εκτελεστή, ενώ προσβλητή θα μπορούσε να ήταν μόνο η απόφαση για κατακύρωση της προσφοράς που δεν είχε ληφθεί ως την καταχώρηση της προσφυγής αλλά και δεν έχει ληφθεί μέχρι σήμερα. Κατά τους αιτητές, η προσβαλλόμενη απόφαση συνιστά την κατακύρωση της προσφοράς. Περαιτέρω, ενόψει ερωτήματος που έθεσα, πως και να μην είναι η προσβαλλόμενη η τελική απόφαση του Κεντρικού Συμβουλίου για κατακύρωση, αυτή είναι, ούτως ή άλλως, εκτελεστή αφού παρήγαγε το έννομο αποτέλεσμα του αποκλεισμού τους από το διαγωνισμό.»
Εξέτασα συνεπώς, ως πρώτο, το ζήτημα της φύσης της προσβαλλόμενης απόφασης. Αποδεχόμενος την επιχειρηματολογία των καθ' ων η αίτηση και των ενδιαφερομένων κατέληξα, με σκεπτικό που δεν χρειάζεται να επαναλάβω, πως η προσβαλλόμενη απόφαση δεν ήταν η τελική επί του θέματος και δεν συνιστούσε «κατακύρωση που θα επέφερε αφ' εαυτής και οριστικά έννομο αποτέλεσμα για την κυβέρνηση αλλά και για τους επιλεγέντες ως προτεινόμενους προσφοροδότες». Επομένως, προχώρησα στην εξέταση του κατά πόσο ήταν άλλως παραδεκτή η προσφυγή, στη βάση της θέσης που διαζευκτικά προώθησαν οι αιτητές ότι η προσβαλλόμενη απόφαση ήταν εκτελεστή αφού, ανεξάρτητα από τα υπόλοιπα, επέφερε το έννομο αποτέλεσμα του αποκλεισμού τους.
Οι καθ' ων η αίτηση και οι ενδιαφερόμενοι δέχτηκαν, βέβαια, πως οι αιτητές πράγματι είχαν αποκλειστεί από την περαιτέρω διαδικασία. Προώθησαν όμως την άποψη πως, παρόλον τούτο, δεν παρεχόταν δικαιοδοσία για την αυτοτελή αναθεώρηση της προσβαλλόμενης απόφασης με αναφορά μόνο στον αποκλεισμό των αιτητών. Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι, παρέπεμψαν στον όγκο νομολογίας επί του θέματος, του Ανωτάτου Δικαστηρίου και του Συμβουλίου της Επικρατείας της Ελλάδας, με παράλληλη αναφορά σε σειρά άλλων συγγραμμάτων, όπως τα παραθέτω στην ενδιάμεσή μου απόφαση. Έκρινα, για τους λόγους που προσπάθησα να εξηγήσω, τους οποίους και πάλιν δεν χρειάζεται να επαναλάβω, πως αφού η προσβαλλόμενη απόφαση επέφερε τον αποκλεισμό των αιτητών, είχε έννομο αποτέλεσμα και ήταν εκτελεστή. Αυτά, όμως, υπό το δεδομένο ότι δεν είχε ακόμα εκδοθεί η τελική απόφαση του Κεντρικού Συμβουλίου Προσφορών. Αναφέρθηκα συναφώς στο θέμα, ως εξής:
«Ορθά δέχονται οι ενδιαφερόμενοι και οι καθ' ων η αίτηση πως και μη τελική απόφαση μπορεί να προσβληθεί αυτοτελώς εφόσον, ως παράγουσα έννομα αποτελέσματα, είναι εκτελεστή. Νοουμένου ότι, εφόσον εκδοθεί η τελική απόφαση, θα χάσει την αυτοτέλειά της, ως συγχωνευομένη σ' αυτή. Οπότε, αντικείμενο αναθεώρησης θα απολήγει να είναι πλέον μόνο η τελική απόφαση, προσβαλλομένης της οποίας θεωρείται ότι συμπροσβάλλονται και οι προηγούμενες.»
Είναι, τώρα, η εισήγηση των καθ' ων η αίτηση και των ενδιαφερομένων πως, στη βάση της ενδιάμεσης απόφασής μου, αφού στις 13.6.05 εκδόθηκε απόφαση για κατακύρωση και ανάθεση του έργου στους ενδιαφερόμενους, η οποία τέθηκε ενώπιόν μου, η προσβαλλόμενη απόφαση απώλεσε την εκτελεστότητά της αφού, ως μέρος σύνθετης διοικητικής ενέργειας, έχει απορροφηθεί στην τελική απόφαση. Οπότε, η νομιμότητα του αποκλεισμού θα μπορούσε πλέον να εξεταστεί στο πλαίσιο προσφυγής κατά της τελικής απόφασης που όμως δεν ασκήθηκε. Όπως περαιτέρω εισηγούνται, ανεξάρτητα και από οτιδήποτε άλλο, ενδεχόμενη ακύρωση του αποκλεισμού τους θα άφηνε αλώβητη την τελική διοικητική πράξη της κατακύρωσης στους ενδιαφερόμενους. Οι σχετικές εισηγήσεις συνοδεύτηκαν και πάλιν με παραπομπή στη νομολογία και σε συγγράμματα, κατά βάση τα ίδια με όσα αναφέρθηκαν στο πλαίσιο της προηγηθείσας διαδικασίας, με ιδιαίτερη αναφορά στην Μανουτράκο Λτδ ν. Δημοκρατίας κ.ά. (1989) 3 Α.Α.Δ. 2671 στην οποία αναφέρεται με αποδοχή η Ολομέλεια στην Tamassos Tobacco Suppliers and Co v. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 60. Σημειώνω, όμως, το γεγονός πως, πλέον, φαίνεται να βλέπουν με διαφορετικό φακό ορισμένες πτυχές όπως αυτές συζητήθηκαν στην προηγηθείσα διαδικασία.
Δεν δέχονται κατ' αρχάς οι αιτητές ότι η απόφαση της 13.6.05 αποτελεί την τελική πράξη μιας σύνθετης ενέργειας. Αυτό, στη βάση των επιχειρημάτων που είχαν αναπτύξει κατά τη συζήτηση της προδικαστικής ένστασης πως εξ αρχής η προσβαλλόμενη απόφαση δεν ήταν εκτελεστή, σε σχέση με την οποία εξέδωσα την ενδιάμεσή μου απόφαση ημερομηνίας 15.12.04. Δεν θεώρησα ορθή αυτή την άποψη των αιτητών και δεν θα επαναλάβω, βέβαια, τα ίδια. Η προσβληθείσα απόφαση του αποκλεισμού των αιτητών δεν ήταν η τελική και εκείνο που τώρα απομένει είναι η εξέταση του κατά πόσο, ενόψει της απόφασης ημερομηνίας 13.6.05, παραμένει το αντικείμενο, όπως το προσδιόρισα στην ενδιάμεσή μου απόφαση. Μεταφέρω συναφώς και τις καταληκτικές παραγράφους της απόφασης ημερομηνίας 13.6.05:
«Μετά από εκτενή μελέτη του θέματος και ιδιαίτερα της έκθεσης της Ομάδας Διαπραγμάτευσης το Συμβούλιο Προσφορών αφού έλαβε υπόψη του την επιστολή του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων με ημερ. 8.6.05, την παρουσίαση, τις θέσεις και τις πρόσθετες πληροφορίες που έδωσε κατά τη συνεδρίαση το Μέλος της Ομάδας Διαπραγμάτευσης, τις τοποθετήσεις της Νομικής Υπηρεσίας και μετά από διεξοδική συζήτηση που διεξήχθηκε έκρινε ότι με τα αποτελέσματα της διαπραγμάτευσης ικανοποιούνται οι όροι του διαγωνισμού και αποφάσισε όπως
(α) εγκρίνει τα αποτελέσματα της διαπραγμάτευσης μεταξύ της Ομάδας Διαπραγμάτευσης και της Κοινοπραξίας Hermes Airports, συμπεριλαμβανομένου του Συμβολαίου Παραχώρησης και των Παραρτημάτων του, και
(β) αναθέσει το Συμβόλαιο Παραχώρησης περιλαμβανομένων και των Παραρτημάτων του για την ανάπτυξη των αερολιμένων Λάρνακας και Πάφου στην Κοινοπραξία Hermes Airports.»
Eίναι το περαιτέρω επιχείρημα των αιτητών πως, ούτως ή άλλως, η έκδοση της απόφασης ημερομηνίας 13.6.05, δεν είναι αποφασιστικής σημασίας. Υποστηρίζοντας πως δεν νοείται εκτελεστή διοικητική πράξη υπό προθεσμία, προώθησαν την ακόλουθη άποψη:
«Όλα τα Ελληνικά Συγγράμματα και οι αποφάσεις του Σ.Ε., αλλά και των Κυπριακών Δικαστηρίων που ακολούθησαν τις Ελληνικές, τονίζουν ότι μετά την έκδοσιν της τελικής πράξεως, σε περίπτωσιν συνθέτου διοικητικής ενεργείας, δεν μπορεί ένας να προσβάλη μίαν προηγηθείσαν ενδιάμεσον εκτελεστήν πράξιν. Κανένας συγγραφέας και ουδεμία απόφασις του Σ.Ε. είπεν ότι μία ενδιάμεσος εκτελεστή πράξις, έστω και μέρος μιάς συνθέτου διοικητικής ενεργείας, η οποία προσεβλήθη νομίμως, παύει να είναι εκτελεστή εάν και όταν εκδοθή η τελική πράξις.»
Και θεωρούν πως το απόσπασμα από την προηγηθείσα ενδιάμεση απόφασή μου που παρέθεσα, το οποίο επικαλούνται οι καθ' ων η αίτηση και οι ενδιαφερόμενοι, δεν λέγει οτιδήποτε το διαφορετικό αφού αναφέρεται στο μέλλον και «δεν αναφέρετο ούτε και μπορούσε να αναφέρεται στο παρελθόν». Σ' αυτό το πλαίσιο, κατά την άποψή τους, τα λεχθέντα στην Tamassos Tobacco (ανωτέρω) που επαναβεβαιώνουν «την κοινώς αποδεκτήν άποψιν ότι δηλαδή σε περίπτωσιν συνθέτου διοικητικής ενεργείας η τελική απόφασις απορροφά τις προηγούμενες», τελούν υπό «την προϋπόθεσιν ότι προηγούμενη εκτελεστή πράξις δεν προσεβλήθη δικαστικώς». Όπως το θέτουν, εφόσον ασκήθηκε προσφυγή κατά ενδιάμεσης εκτελεστής πράξης, δεν μπορεί να αρχίζει αγώνας δρόμου για την εκδίκασή της, μήπως χάσει την εκτελεστότητά της εκ των υστέρων. Ακολουθεί στην αγόρευσή τους παράθεση αποσπασμάτων από σειρά άλλων συγγραμμάτων αναφορικά με τις δυνατότητες στην περίπτωση σύνθετης διοικητικής ενέργειας, για να υποστηριχθεί πως από αυτά προκύπτει ότι, στη βάση των πιο πάνω, η προσβληθείσα πράξη του αποκλεισμού τους δεν έχει χάσει την εκτελεστότητά της. Aρνούνται τη συναφή εισήγηση πως καταργήθηκε η δίκη ή πως σε τίποτε δεν θα τους ωφελούσε η ακύρωση του αποκλεισμού τους αφού θα παρέμενε άθικτη η τελική απόφαση, παραπέμποντας και επ' αυτού σε αποσπάσματα από τη βιβλιογραφία και εξηγώντας την αντίληψή τους πως δεν θα νομιμοποιούνταν στην προσβολή της απόφασης της 13.6.05 αφού, εξ αιτίας του αποκλεισμού τους, δεν ήταν πλέον μέρος στη διαπραγμάτευση που ακολούθησε και δεν θα είχαν έννομο συμφέρον εφόσον «δεν θα μπορούσαν να προσβάλουν την πράξη παρά μόνο για τους λόγους του αποκλεισμού των».
Εξετάζω το θέμα κάτω από το δεδομένο πως ο αποκλεισμός των αιτητών δεν συνιστούσε την τελική απόφαση, όπως είχα κρίνει με την ενδιάμεση απόφασή μου. Όπως σημείωσα και προηγουμένως, δεν θα επανέλθω σ' αυτό το θέμα. Δεν απέρριψα όμως την προσφυγή ως απαράδεκτη και προχώρησα με την αναγνώριση της εκτελεστότητας της προσβαλλόμενης απόφασης αφού αυτή ευθέως επέφερε τον αποκλεισμό των αιτητών. Αυτό, σαφώς υπό το πρίσμα των θεμελιωμένων αρχών πως τέτοια απόφαση, όσο και αν δεν είναι η τελική, μπορεί να προσβάλλεται αυτοτελώς. Νοουμένου, όμως, πως δεν έχει στο μεταξύ εκδοθεί η τελική που θα την απορροφούσε με αποτέλεσμα την απώλεια της εκτελεστότητάς της. Τη διαδικασία που ακολούθησε τη διατρέχει αυτή η τοποθέτηση του πράγματος και μου φαίνεται πως αναποδράστως η έκδοση της απόφασης ημερομηνίας 13.6.05 καθορίζει την κατάληξη. Ο αποκλεισμός των αιτητών απολήγει πράξη ενδιάμεση της σύνθετης ενέργειας που συντελέστηκε με την απόφαση της 13.6.05. Αυτή δεν επάγεται, βεβαίως, ανυπαρξία δυνατότητας προσφυγής της νομιμότητας του αποκλεισμού και είναι πάγια η νομολογία μας πως ενώ πράγματι οι αποκλειόμενοι είναι τη νομιμότητα του αποκλεισμού τους που νομιμοποιούνται να συζητήσουν, το προσφερόμενο γι' αυτή τη συζήτηση πλαίσιο είναι, πλέον, προσφυγή στρεφόμενη κατά της τελικής απόφασης. Οι αιτητές, ενώ δέχονται κατά τα άλλα αυτούς τους συσχετισμούς και το αποτέλεσμά τους, θεωρούν πως τα πράγματα διαφοροποιούνται εφόσον κάποιος επιλέγει να ασκήσει προσφυγή κατά του αποκλεισμού χωρίς να αναμένει την τελική απόφαση. Η άσκηση τέτοιας προσφυγής είναι, βεβαίως, δικαίωμα αλλά δεν είναι ορθό ότι, ενόψει τέτοιας επιλογής, διαφοροποιούνται και οι βασικές αρχές αναφορικά με το ποια είναι, εν τέλει, η εκτελεστή πράξη ώστε το Ανώτατο Δικαστήριο να έχει δικαιοδοσία δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος. Μια απόφαση είναι ή δεν είναι εκτελεστή ως εκ της φύσης της και αυτή η φύση δεν αλλοιώνεται ανάλογα με το ποιοι είναι οι χειρισμοί ως προς αυτή. Δεν μπορώ, συναφώς, να συμφωνήσω πως τα αναφερόμενα στα συγγράμματα και στη νομολογία, όπως τα παραθέτουν οι αιτητές στην αγόρευσή τους, τελούν υπό τον όρο που προτείνουν. Παραθέτω τα ουσιώδη από τα αποσπάσματα αυτά.
Από τον Επ. Σπηλιωτόπουλο - Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου, Ένατη Έκδοση, παρ. 157, σ. 162:
«Σύνθετη διοικητική ενέργεια υπάρχει, όταν οι σχετικές διατάξεις ορίζουν ότι για την επέλευση του τελικού έννομου αποτελέσματος απαιτούνται περισσότερες διαδοχικές διοικητικές πράξεις, η έκδοση κάθε μιας από τις οποίες είναι προϋπόθεση για την έκδοση της επόμενης, η δε τελευταία πράξη ενσωματώνει όλες τις προηγούμενες, οι οποίες έτσι αποβάλλουν την αυτοτέλειά τους».
Από Το Ένδικον Μέσον της Αιτήσεως Ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας - Τσάτσου, Β' έκδοσις, σελ. 96:
«Προ της περατώσεως της συνθέτου διοικητικής ενεργείας εκάστη εκ των βαθμιαίως συναρμολογουμένων πράξεων διατηρεί τον εκτελεστόν αυτής χαρακτήρα και είναι προσβλητή κεχωρισμένως. Αφ' ης όμως η σύνθετος διοικητική ενέργεια περατωθή, αποβαίνει απαράδεκτος η προσβολή δι' αιτήσεως ακυρώσεως της αρχικής ή των ενδιαμέσων πράξεων, αίτινες αποβάλλουσι πλέον τον εκτελεστόν αυτών χαρακτήρα.».
Από τον Η. Κυριακόπουλο - Ελληνικόν Διοικητικόν Δίκαιον, Γ. Ειδικόν Μέρος, 4η Έκδοση, σ. 98:
«Επί συνθέτου διοικητικής ενεργείας προκύπτει το ζήτημα: ποία ή ποίαι εκ των πλειόνων πράξεων, αίτινες αποτελούσι την σύνθετον διοικητικήν ενέργειαν, είναι προσβληταί δι' αιτήσεως ακυρώσεως; Εφ' όσον αι πράξεις αύται, και διακεκριμένως λαμβανόμεναι, κέκτηνται το γνώρισμα της εκτελεστότητος, είναι δυνατή η απόσπασις και η προσβολή κεχωρισμένως και αυτοτελώς εκάστης τούτων, αλλά μόνον μέχρι της εκδόσεως της τελευταίας πράξεως, δι' ής περατούται η διοικητική ενέργεια. Μετά την περάτωσιν όμως ταύτης, μόνον η περατώσασα αυτήν πράξις υπόκειται εις προσβολήν επί ακυρώσει, ουχί δε και αυτοτελής, μεμονωμένη και ενδιάμεσός τις πράξις· τούτο δε ισχύει και εν ή έτι περιπτώσει οι λόγοι ακυρώσεως αφορώσιν ουχί αμέσως εις την πράξιν ταύτην άλλ' εις ενδιάμεσον πράξιν, επειδή, μετά την επέλευσιν του τελικού αποτελέσματος, αι προηγηθείσαι πράξεις, συγχωνευόμεναι μετά της τελικής, αποβάλλουσι την ιδία των αυτοτέλειαν. Δια της προσβολής όμως της τελευταίας πράξεως, θεωρούνται και αι προηγηθείσαι αυτής συμπροσβαλλόμεναι, ελεγχομένης και της νομιμότητος τούτων. Ενδεχομένη δε ακύρωσις τοιούτων προηγηθεισών πράξεων επάγεται και την ακύρωσιν των επακολουθησασών, ων υπήρξαν βάσις, ουχί όμως και εκείνων, αίτινες προηγήθησαν, νομίμως γενόμεναι.»
Από τα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας, 1929-1959, σ. 244:
«Μετά την έκδοσιν της διοικητικής πράξεως της αποτελούσης το τέρμα της όλης συνθέτου διοικητικής ενεργείας, αύτη αποτελεί έκτοτε ενιαίαν πράξιν, πλήρως συντελεσθείσαν, και συνεπώς εφεξής προσβλητή είναι μόνον η τελευταία πράξις, ουχί δε αυτοτελώς μεμονωμένη και ενδιάμεσος πράξις, ήτις απώλεσε την ιδίαν αυτής αυτοτέλειαν συγχωνευθείσα εις την τελικήν. Προσβαλλομένης όμως της τελικής πράξεως παραδεκτώς προβάλλονται και οι λόγοι αναγόμενοι εις τας μερικωτέρας και συγχωνευθείσας πράξεις, η διαπίστωσις δε της ακυρότητος τινός εξ αυτών επιφέρει την ακυρότητα των ακολουθησασών μερικωτέρων πράξεων, διά την έκδοσιν των οποίων η κριθείσα ως παράνομος αποτελεί νόμιμον προϋπόθεσιν.»
Από την απόφαση στην υπόθεση Pavlos F. Varellas Trading Co Ltd v. Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 615 στη σελ. 637:
«Ακόμα και στην περίπτωση καθαρά ενδιάμεσων πράξεων που επιφέρουν δικό τους έννομο αποτέλεσμα, η εξήγηση της μη αναγνώρισης δυνατότητας αυτοτελούς προσβολής τους βρίσκεται στο γεγονός της ενσωμάτωσης-απορρόφησής τους στην τελική εκτελεστή πράξη. Οπότε, κατά τον έλεγχο της νομιμότητας της τελευταίας, της σύνθετης δηλαδή, ελέγχεται, ως προπαρασκευαστική της, και η ενδιάμεση.»
Αντίθετα, στα Πορίσματα Νομολογίας (ανωτέρω) που επικαλέστηκαν οι αιτητές στις σελ. 275 και 276 βρίσκουμε και ρητή αναφορά σε όσα κρίνω πως προκύπτουν από τα προηγούμενα. Εξηγείται εκεί, ως συνήθης περίπτωση, η κατάργηση της δίκης «επί ενσωματώσεως αυτής (εννοείται της προσβαλλόμενης απόφασης) εις ετέραν μη συμπροσβαλλόμενην» και, περαιτέρω, πως «κατάργησις δίκης επέρχεται επίσης όταν η προσβαλλομένη πράξις ενεσωματώθη εις νεωτέραν πράξιν εκθδοθείσαν μετά νέαν έρευναν..ή εκλείπει η εκτελεστότης της προσβαλλομένης πράξεως.».
Καταλήγω ότι η προσβαλλόμενη απόφαση απώλεσε την εκτελεστότητά της αφού απορροφήθηκε από την τελική απόφαση στην οποία ενσωματώθηκε και πως η προσφυγή απολήγει απαράδεκτη. Η εξέλιξη που καθόρισε την κατάληξη της προσφυγής επήλθε στο προχωρημένο στάδιο της δίκης που προσδιόρισα και δεν θα εκδώσω διαταγή για έξοδα.
Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.