ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                                                                                    (Υπόθεση Αρ. 679/2005)

 

8  Νοεμβρίου, 2005

 

[ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

SAEID GHATEOLLBAHR,

                                    Αιτητής,

ν.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ,

                                    Καθ΄ ων η αίτηση.

- - - - - -

 

Α. Ιωάννου, για τον Αιτητή.

Ε. Παπαγεωργίου, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

 

- - - - - -

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.:  Ο αιτητής ο οποίος είναι Ιρανικής καταγωγής, εισήλθε νόμιμα στο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας στις 23.12.98. Στις 22.12.03 υπέβαλε αίτηση ασύλου στην Αρχή Προσφύγων. Στις 25.5.04 κλήθηκε σε συνέντευξη από αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου για τη διακρίβωση των στοιχείων του και έλεγχο της γνησιότητας του αιτήματος του για άσυλο.  Ζητήθηκε από τον αιτητή να προσκομίσει όλα τα σχετικά με το αίτημα του έγγραφα.Θεωρώ χρήσιμο να παραθέσω αυτούσιο απόσπασμα από τη συνέντευξη που  αναφέρεται στην προσωπική κατάσταση του αιτητή και στους λόγους που τον οδήγησαν να υποβάλει αίτηση:

 

«in iran no, I was not a member, but in Cyprus I joint UFIN organisation, and I wqas with them for sometimes, but because I didn´t like their manner, I stopped, they promised me many things but they didn´t do anything for me.

 

Q. When did you became a member of UFIN?

A.  01/01/2003.

 

Q. Until when?

A. I was with them for almost 2 years, I stopped 5 months ago.

 

Q. Why did you register as a member?

A. that incident in the bus in Iran was the basic reason for being interested in this organization, the letters was nice and good and I became fascinated about it.

 

..................................................................................................................................................................................................................... .........................................................................................

 

Q. I am asking you why you became member of Ufin?

A. by mistake I joint here UFIN because I though is Iranian front line.

 

..................................................................................................................................................................................................................... .........................................................................................

 

Q. Do you think that if you return back your life is really in danger?

A. yes especially with my participation and what I did in Cyprus.

 

Q. Who knows?

A. the ufin in Cyprus without asking permission from us they publish the photos in their side in internet, and the authorities in Iran will check this.

 

Q. Are your photographs in the webside?

A. yes.»

 

 

 

 

Ο λειτουργός που διεξήγαγε τη συνέντευξη, ετοίμασε εισήγηση ημερ. 22.6.04 προς τον Προϊστάμενο της Υπηρεσίας Ασύλου και εξήγησε  λεπτομερώς ότι οι πληροφορίες που έδωσε ο αιτητής ήταν γενικές και αόριστες. Εκρινε επίσης τους περισσότερους ισχυρισμούς του ως «καταφανώς αναληθείς και απίθανους».

 

Ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας αποδέχτηκε την εισήγηση και απέρριψε την αίτηση για άσυλο, κοινοποιώντας την απόφαση του στον αιτητή με επιστολή ημερ. 31.8.04. Η αιτιολογία που δόθηκε από την Υπηρεσία Ασύλου ήταν η εξής:

 

 

«Η Αρχή Προσφύγων επεσήμανε ότι υπήρχαν σημαντικές διαφορές στην αναφορά των γεγονότων που κάνατε και οι οποίες δημιουργούν αμφιβολίες για την αξιοπιστία του αιτήματος σας, όσον αφορά τους ισχυρισμούς σας για τους πραγματικούς λόγους που σας ώθησαν να εγκαταλείψετε την χώρα σας, τους ισχυρισμούς σας για την εμπλοκή σας σε οργανισμό, και τις επιθέσεις που ισχυρίζεστε ότι αντιμετωπίσατε.

 

Εχει σημειωθεί ότι από την άφιξη σας στην Κύπρο έχετε αναμειχθεί σε δραστηριότητες του οργανισμού UFIN. Λαμβάνοντας υπόψη τις λεπτομέρειες που παρείχατε στην συνέντευξη σας όπου αναφέρατε ότι δεν είχατε κανένα ενδιαφέρον και δεν ήσαστε σε θέση να εξηγήσετε τους σκοπούς και τους στόχους του οργανισμού η Αρχή Προσφύγων θεωρεί ότι η ανάμειξη σας είναι αντιφατική με τις προηγούμενες αντιλήψεις και συμπεριφορά σας και ότι έχετε αναμειχθεί με απώτερο σκοπό να δημιουργήσετε ή να ενισχύσετε ουσιαστικά το αίτημα σας για άσυλο στην Κύπρο.

 

Η Αρχή Προσφύγων έλαβε υπόψη τις σφραγίδες που υπάρχουν στο διαβατήριο σας και οι οποίες υποδεικνύουν ότι ήσαστε σε θέση να φύγετε από τη χώρα σας χωρίς προφανή δυσκολία. Περαιτέρω θεωρεί ότι θα είσαστε σε θέση να αναφέρετε τα προβλήματα σας στην αστυνομία και επομένως δεν είστε άτομο που έχετε ανάγκη διεθνούς προστασίας.

 

Επομένως, η Αρχή θεωρεί τους προβαλλόμενους από σας ισχυρισμούς ως αναξιόπιστους και κρίνει ότι δεν είστε άτομο που έχει ανάγκη διεθνούς προστασίας.»

 

 

 

 

Στις  12.10.04 ο αιτητής,  μέσω δικηγόρου, άσκησε διοικητική προσφυγή στην Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, η οποία στις 17.2.05 εξέδωσε την προσβαλλόμενη απορριπτική απόφαση. Η απόφαση αυτή βασίστηκε στην έκθεση που ετοίμασε λειτουργός προς τους καθ' ων η αίτηση, στην οποία μεταξύ άλλων γίνεται αναφορά σε δυο έγγραφα, που είχε προσκομίσει ο αιτητής, και θεωρήθηκαν ότι περιέχουν  πρόσθετα στοιχεία προς απόδειξη της αναξιοπιστίας του. Συγκεκριμένα αναφέρονται τα ακόλουθα:

 

«Μετά από μετάφραση των δύο εγγράφων (ερυθρό 70) που ο προσφεύγων προσκόμισε στην Υπηρεσία Ασύλου διαπιστώθηκε ότι:

1)     Το πρώτο έγγραφο το οποίο εκδόθηκε στις 26-01-1998 είναι επιστολή, με την οποία οι δικαστικές αρχές πληροφορούν τις αρχές ελέγχου ότι ο προσφεύγων καταδικάστηκε σε ένα χρόνο φυλάκιση λόγω πώλησης αλκοόλ. Επιπρόσθετα στο έγγραφο αυτό αναφέρεται ότι λόγω του ότι δεν μπορεί να εντοπισθεί, να σταματήσουν την έξοδο του από την χώρα μέχρι νεωτέρας προειδοποίησης.

2)     Το δεύτερο έγγραφο το οποίο εκδόθηκε στις 03-01-1999 είναι επιστολή, με την οποία οι δικαστικές αρχές καλούν τον πατέρα του προσφεύγοντα να παραστεί σε δίκη στις 13-01-1999 λόγω της απουσίας του γιού του στο δικστήριο.

 

Μετά από προσεκτική μελέτη των πιο πάνω εγγράφων και των ισχυρισμών του προσφεύγοντα στην αίτηση και στην συνέντευξη του διαπιστώνεται ότι:

1)     το πρώτο έγγραφο, το οποίο εκδόθηκε στις 26-01-1998 δεν μπορεί να τεκμηριώσει τους ισχυρισμούς του προσφεύγοντα στην συνέντευξή του αφού ο προσφεύγων ισχυρίστηκε ότι το εν λόγω περιστατικό (σύλληψη και  κατηγορία για πώληση αλκοόλ), έλαβε χώρα 17 μέρες πριν την άφιξη του στην Κύπρο δηλ. στις 7 Δεκεμβρίου 1998 (ερυθρό 43).

2)     Το δεύτερο έγγραφο δεν μπορεί να τεκμηριώσει οποιοδήποτε ισχυρισμό του προσφεύγοντα. Ο προσφεύγων στην συνέντευξη του δήλωσε ότι το έγγραφο αυτό στάληκε στον πατέρα του ενώ αυτός είχε ήδη αποβιώσει (ερυθρό 39). Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του προσφεύγοντα ο πατέρας του απεβίωσε πριν 2 χρόνια δηλ. το 2002. Το έγγραφο αυτό εκδόθηκε στις 03-01-1999. Από τα πιο πάνω διαπιστώνεται ότι το έγγραφο αυτό στάληκε στον πατέρα του το 1999, δηλ. πριν πεθάνει και όχι μετά τον θάνατο του όπως ο προσφεύγων ισχυρίζεται.»

 

 

και η εισήγηση καταλήγει:

 

«Με όσα εξέθεσα ανωτέρω, εύκολα καταδεικνύεται ότι τα πραγματικά περιστατικά της υπό κρίση προσφυγής δεν στοιχειοθετούν και δεν στηρίζουν τις υπό του Περί Προσφύγων Νόμου 2000-2004 και της Σύμβασης της Γενεύης του 1951, αναγκαίες προϋποθέσεις για παροχή του καθεστώτος του Πρόσφυγα που προβλέπεται από το άρθρο 3 του Νόμου. Ο προσφεύγων δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο λόγο δίωξης για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων.

 

Επίσης δεν απέδειξε ότι μπορεί να τύχει του καθεστώτος της συμπληρωματικής προστασίας ως προβλέπεται στο άρθρο 19 του προαναφερθέντος Νόμου. Ο προσφεύγων δεν κατάφερε να αποδείξει βάσιμο φόβο ότι θα υποστεί σοβαρή και αδικαιολόγητη βλάβη. Ούτε καν πληρεί τις προϋποθέσεις να του παραχωρηθεί το καθεστώς προσωρινής διαμονής για ανθρωπιστικούς λόγους.»

 

 

 

Ορίζεται στο άρθρο 3(1) του περί Προσφύγων Νόμου του 2000 Ν. 56(1)/00 (στο εξής ο Νόμος) ότι:

 

«3.-(1) Ως πρόσφυγας αναγνωρίζεται το πρόσωπο που, λόγω βάσιμου φόβου καταδίωξης του για λόγους φυλετικούς, θρησκευτικούς, ιθαγένειας ή ιδιότητας μέλους συγκεκριμένου κοινωνικού συνόλου ή πολιτικών αντιλήψεων, είναι εκτός της χώρας της ιθαγένειας του και δεν είναι σε θέση, ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο, να χρησιμοποιήσει την προστασία της χώρας αυτής, ή πρόσωπο, που δεν έχει ιθαγένεια, το οποίο, ενώ είναι εκτός της χώρας της προηγούμενης συνήθους διαμονής του ως αποτέλεσμα αυτών των καταστάσεων, δεν είναι σε θέση ή, λόγω του φόβου αυτού, δεν είναι πρόθυμο να επιστρέψει σ΄ αυτή.»

 

 

Στο άρθρο 14(2) επίσης οριοθετείται ο σκοπός της συνέντευξης του αιτητή ασύλου κατά την οποία η Αρχή, αξιολογεί τα στοιχεία που έχει παρουσιάσει ο αιτητής σε συνδυασμό με την πιο πάνω έννοια του «Πρόσφυγα» και όπου είναι αναγκαίο, δίνει το ευεργέτημα της αμφιβολίας σε αυτόν. Σχετικά με τα κριτήρια που εφαρμόζονται για την εξακρίβωση της ιδιότητας του πρόσφυγα, η Αρχή, βάσει του άρθρου 32(3)(α) του Νόμου, αντλεί καθοδήγηση από το εγχειρίδιο για Διαδικασίες και Κριτήρια για τον προσδιορισμό της ιδιότητας του πρόσφυγα το οποίο εκδόθηκε από τον Υπατο Αρμοστή των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες.  (Handbook of procedures and Criteria for Determining Refugee Status).

 

Η παρ. 204 του εν λόγω Εγχειριδίου προνοεί: 

 

«Το ευεργέτημα της αμφιβολίας πρέπει να δίνεται μόνο όταν έχουν προσκομισθεί όλα τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία και όταν ο εξεταστής είναι γενικά ικανοποιημένος από την αξιοπιστία του αιτούντος. Οι ισχυρισμοί του αιτούντος πρέπει να παρουσιάζουν συνοχή και αληθοφάνεια και να μην έρχονται σε αντίφαση με γεγονότα που είναι γενικά γνωστά σε όλους.»

 

Στον αιτητή δεν παραχωρήθηκε αυτό το ευεργέτημα λόγω των πιο κάτω αντιφάσεων που επισήμανε ο Λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου ότι κλόνιζαν την αξιοπιστία του:

 

·        «Ο προσφεύγων εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του νόμιμα, με διαβατήριο, το οποίο έκδωσε νόμιμα χωρίς κανένα πρόβλημα και χωρίς να αντιμετωπίσει πρόβλημα με τις αρχές της χώρας κατά την έξοδο του από το αεροδρόμιο, γεγονός το οποίο φανερώνει ότι δεν διέτρεχε οποιοδήποτε κίνδυνο δίωξης από τις Ιρανικές Αρχές (ερυθρό 47, 43, ΙΧ).

·        Κατά την γραπτή του αίτηση ο προσφεύγων με γενικούς ισχυρισμούς δηλώνει ότι ο λόγος που εγκατέλειψε την χώρα καταγωγής του ήταν γιατί αντιμετώπιζε πρόβλημα με τις αρχές της χώρας, χωρίς να είναι σε θέση να δώσει περισσότερες λεπτομέρειες γι΄ αυτό (ερυθρό 23).

·        Ερωτηθείς ο προσφεύγων στην συνέντευξη του πότε έγινε μέλος του οργανισμού UFIN, απάντησε την 01-01-2003 για δύο χρόνια. Στην συνέχεια ερωτηθείς πότε σταμάτησε, η απάντηση του ήταν πριν από περίπου πέντε μήνες, το οποίο σημαίνει τον Ιανουάριο του 2004. Από αυτό συμπεραίνεται ότι η συμμετοχή του στον οργανισμό ήταν για ένα χρόνο και όχι για δύο όπως ο ίδιος ισχυρίστηκε (ερυθρό 22, 2Χ).

·        Ερωτηθείς ο προσφεύγων κατά την διάρκεια της συνέντευξης για το λόγο που έγινε μέλος στον οργανισμό UFIN, αρχικά απάντησε ότι τον μπέρδεψε με άλλο οργανισμό (ερυθρό 44, 3Χ) ενώ αργότερα δηλώνει ότι ήταν από περιέργεια γιατί ήθελε να μάθει περισσότερα για τον οργανισμό αυτό (ερυθρό 41, 3Χ).

·        Ο προσφεύγων βρίσκεται στην Κύπρο από το 1998 και αιτήθηκε πολιτικό άσυλο 4 χρόνια μετά, με τη δικαιολογία ότι φοβόταν ότι θα απελαθεί. Από τη δήλωση αυτή συμπεραίνεται ότι αν όντως ο προσφεύγων αντιμετώπιζε φόβο δίωξης στην χώρα του, θα είχε αιτηθεί πολιτικό άσυλο με την είσοδό του στην Κύπρο και όχι 4 χρόνια μετά (ερυθρό 40, 5Χ).

·        Ο προσφεύγων ισχυρίστηκε ότι φωτογραφίες του από την συμμετοχή του σε διαδήλωση του οργανισμού δημοσιεύτηκαν στην ιστοσελίδα του οργανισμού UFIN και ότι φοβάται να επιστρέψει στην χώρα του για το λόγο αυτό. Μετά από έρευνα που είχε διεξαχθεί από το λειτουργό ασύλου διαπιστώθηκε ότι δεν υπάρχουν οποιαδήποτε στοιχεία στην ιστοσελίδα του UFIN στην Κύπρο, που να τεκμηριώνουν τους ισχυρισμούς του προσφεύγοντα (www.ufincy.com και 6Χ, ερυθρό 39).»

 

 

Ο αιτητής παραπονείται ότι υπήρξε παρανόηση αναφορικά με τη συμμετοχή του στην οργάνωση UFIN. Η συμμετοχή του αποδεικνύεται από τα ερ. 26-30 στον διοικητικό φάκελο και ούτε αμφισβητήθηκε από τον ερευνώντα λειτουργό. Ωστόσο ορθά από το περιεχόμενο της συνέντευξης του διαπιστώθηκαν κάποιες αντιφάσεις αναφορικά με την διάρκεια παραμονής του στην οργάνωση καθώς και στους λόγους για τους οποίους συμμετείχε εξαρχής. Το σημαντικό ήταν ότι απέτυχε να συνδέσει την ενεργό συμμετοχή του σε αυτή την οργάνωση με το βάσιμο φόβο καταδίωξης του στο Ιράν αφού υποστήριξε αναληθώς ότι οι αρχές στη χώρα του γνώριζαν για την δράση του ως μέλος της οργάνωσης αυτής από σχετικές  φωτογραφίες που δημοσιεύτηκαν στην ιστοσελίδα της UFIN στο διαδίκτυο. Η έρευνα που διεξήγαγε η Αρχή δεν απέδειξε κάτι τέτοιο.

 

Εξάλλου ακόμη και αν οι δυο λόγοι για τους οποίους, όπως ισχυρίστηκε, συμμετείχε στην οργάνωση αυτή είναι αυθεντικοί, δημιουργούνται εύλογα ερωτηματικά που κλονίζουν περαιτέρω την αξιοπιστία του. Συγκεκριμένα ισχυρίστηκε ότι έγινε μέλος της οργάνωσης την 1.1.03  γιατί τη μπέρδεψε με  το κόμμα National Front of Iran το φυλλάδιο του οποίου τυχαία διάβασε σε λεωφορείο στο Ιράν το 1998 και του προκάλεσε ενδιαφέρον. Εύλογα κανείς θα υπέθετε ότι ήταν λογικό κατά την άφιξη του στην Κύπρο να θελήσει να δραστηριοποιηθεί μέσω αυτής της οργάνωσης και όχι 4 χρόνια μετά.

 

Ο αιτητής με την παρούσα προσφυγή προβάλλει επίσης ότι ο ρόλος του εξεταστή δεν ήταν βοηθητικός προς την αναζήτηση όλων των σχετικών στοιχείων και ότι παραβίασε πολλά από τα άρθρα του Εγχειριδίου. Οι ερωτήσεις που υποβλήθηκαν σε καμία περίπτωση δεν κρίνονται καθοδηγητικές. Θεωρώ ότι με βάση τις απαντήσεις που δόθηκαν από τον αιτητή ο εξεταστής προέβαινε σε όλες τις αναγκαίες διευκρινιστικές ερωτήσεις προς εξακρίβωση της αλήθειας. Η συχνή αναφορά και επισήμανση άρθρων του Εγχειριδίου από τους εκάστοτε λειτουργούς στις εκθέσεις τους, αποδεικνύει ότι οι καθ' ων σε όλη την διαδικασία αντλούσαν καθοδήγηση από το Εγχειρίδιο τόσο αναφορικά με τα εφαρμοστέα κριτήρια για τον καθορισμό του καθεστώτος του πρόσφυγα όσο και ως προς την διενέργεια της συνέντευξης.

 

Επίσης ο αιτητής παραπονείται ότι δεν είχε την ευχέρεια να εξηγήσει τις περιστάσεις κάτω από τις οποίες απέκτησε διαβατήριο καθώς και τους ιδεολογικούς λόγους για τους οποίους απεχώρησε από την UFIN και εντάχθηκε στο κομουνιστικό κόμμα «tudeh party». Οι ισχυρισμοί δεν ευσταθούν αφού ο αιτητής ρωτήθηκε σχετικά με τα πιο πάνω και του δόθηκε η ευκαιρία να εξηγήσει όπως αποδεικνύουν τα πιο κάτω αποσπάσματα:

 

«Q. Do you have a passport?

A. yes.

 

 

Q.       Is this your first passport?

A.    Yes.

 

Q.   Have you issued your passport following the legal procedure?

A.    yes.

 

Q.   Did you face any problems at all?

A.    No. My mum went to the Iranian passport department and she issued the passport for me, she works in a hospital, as a tailor.

 

Q.   Did you face any problems on your exit from Iran?

A.    no.

 

Q.   Why did your mum went to issue your passport?

A.    because I had a problem and I was afraid to do it by my own, because I was traveling in Iran by bus, and the authorities stopped us, they checked everyone in the bus, and they found a leaflet which was from Iranian Front Line, which invited the students and people to come to the street and announce their objection to the Iranian Authorities.

 

..................................................................................................................................................................................................................... .........................................................................................

 

Q.       why did you stopped from being a member?

A.    they ask me 20 pounds per month, they always used to tell me not to apply for asylum,

 

Q.   Wait for what?

A.    I don´t know.»

 

 

 

Ο αιτητής επίσης προβάλλει διάφορους ισχυρισμούς για απόκρυψη στοιχείων από τον εξεταστή και παρερμηνεία των απαντήσεων του. Το Ανώτατο Δικαστήριο δεν μπορεί στα πλαίσια του ακυρωτικού ελέγχου που είναι έλεγχος ορίων να ελέγξει αν τα όσα καταγράφηκαν ως απαντήσεις του αιτητή από τον εξεταστή ανταποκρίνονται στα λεγόμενα ή αν αυτές αλλοιώθηκαν. Δεν υπεισέρχεται επίσης στην εκτίμηση του λειτουργού για επιμέρους πληροφορίες που έδωσε ο αιτητής και άπτονται εξειδικευμένων γνώσεων.  (Βλ. Victor Abe ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 144/04, ημερ. 26.2.04 ).

 

Καταλυτικά στην απόρριψη του αιτήματος του αιτητή συνέβαλε το γεγονός της παρόδου 4 και πλέον χρόνων από την είσοδο του στη Δημοκρατία  μέχρι την υποβολή της αίτησης για πολιτικό άσυλο καθώς και το ότι ήταν κάτοχος νομίμων εγγράφων και διαβατηρίου. Ο αιτητής επικαλείται φόβο δίωξης για την καθυστέρηση στην υποβολή αιτήματος για πολιτικό άσυλο, χωρίς όμως να κρίνεται εύλογη μια τέτοια δικαιολογία.

 

Επίσης ο αιτητής πρόβαλε το επιχείρημα ότι οι όποιες αντιφάσεις του σχετικά με τις ημερομηνίες οφείλονται στο ότι το ιρανικό ημερολόγιο διαφέρει πολύ από το δικό μας. Ωστόσο δεν ανέφερε κάτι τέτοιο στη συνέντευξη του ούτε απέσεισε το βάρος απόδειξης του ισχυρισμού του εδώ ώστε το δικαστήριο να προβεί σε οποιαδήποτε ευρήματα.

 

Εμφαση δόθηκε από τον αιτητή στην άδικη, κατά τους ισχυρισμούς του, αξιολόγηση του εγγράφου που κοινοποιούσε στις ελεγκτικές αρχές του Ιράν, την καταδίκη του για χρήση αλκοολ σε μονοετή φυλάκιση ερήμην του, καθώς και της επιστολής των δικαστικών αρχών με την οποία καλείτο ο πατέρας του να παρουσιαστεί αντ' αυτού στη δίκη.  Αν και φαίνεται να δόθηκε πράγματι υπέρμετρη σημασία στις ημερομηνίες των εγγράφων εις βάρος της ουσίας του περιεχομένου τους από τον λειτουργό της Αρχής, ωστόσο δεν παραγνωρίστηκαν.

 

Από τα συγκεκριμένα έγγραφα προκύπτει ότι ο αιτητής διώχθηκε και καταδικάστηκε για χρήση αλκοόλ που απαγορεύεται αυστηρά από τον ισλαμικό νόμο. Αυτό το στοιχείο δεν είναι αρκετό από μόνο του για να χαρακτηρισθεί ο αιτητής ως πρόσφυγας και κατ΄ επέκταση δικαιούχος πολιτικής προστασίας στη χώρα μας. Το ίδιο ισχύει αν ο αιτητής είναι φυγόδικος από τη χώρα του για υπόθεση κοινού ποινικού δικαίου.

 

Γενικά η αίτηση του αιτητή  για πολιτικό άσυλο εξετάστηκε με τη δέουσα προσοχή και καλόπιστα. Αυτό που έχει σημασία σε τέτοιες υποθέσεις είναι αν ο εξεταστής που διενέργησε τη συνέντευξη αλλά και οι αρμόδιοι λειτουργοί των τμημάτων που εκτίμησαν τα κριτήρια άσκησαν την διακριτική τους ευχέρεια  με αντικειμενικότητα και καλή πίστη εντός των  ορίων του Νόμου και του Εγχειριδίου του Υπατου Αρμοστή για τους πρόσφυγες. Θεωρώ ότι ισχύουν αναλογικά και σε τέτοιες υποθέσεις τα όσα αναφέρθηκαν για την εφαρμογή του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου. (Βλ. Amanda Magna  v. Republic (1985) 3(D) CLR 2583, Moyo & Another v. Republic  (1988)  3(B) CLR  1203).

 

Για τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή απορρίπτεται. Η επίδικη απόφαση επικυρώνεται.

 

 

                                                                               Α. ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.

 

 

 

 

 

 

ΣΦ.

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο