ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ.160/2004)
10 Σεπτεμβρίου, 2004
[ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΕΛΕΝΗ ΑΝΤΩΝΙΟΥ,
Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ΄ης η Αίτηση.
- - - - - -
Α.Σ. Αγγελίδης, για την Αιτήτρια.
Αντ. Βασιλειάδης, Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, για την Καθ΄ης η Αίτηση.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ.: Με επιστολή του ημερομηνίας 18.2.2004, ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Υγείας, ως αρμόδια Αρχή, πληροφόρησε την καθ΄ης η αίτηση Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ) ότι εναντίον της αιτήτριας Ελένης Αντωνίου, Ιατρικής Λειτουργού 1ης Τάξης (Ιατροδικαστικής) διατάχθηκε αστυνομική έρευνα με σκοπό την ποινική της δίωξη αναφορικά με κατ΄ ισχυρισμό αντιφατική κατάθεση, κατά παράβαση του άρθρου 113 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154, που έδωσε ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας στην Ποινική Υπόθεση 18977/2002, στην οποία κατηγορούμενοι ήσαν τέσσερις Ιατρικοί Λειτουργοί. Ο Γενικός Διευθυντής πληροφόρησε επίσης την ΕΔΥ ότι το υπό διερεύνηση αδίκημα σχετιζόταν με τα καθήκοντα της αιτήτριας αφού αυτή εκαλείτο καθημερινά ενώπιον των Δικαστηρίων για να δώσει μαρτυρία στα πλαίσια των καθηκόντων της. Θεωρούσε δε ότι η παραμονή της στα καθήκοντα της κατά τη διάρκεια της έρευνας δυνατό να δυσφημούσε το κύρος της Δημόσιας Υπηρεσίας γενικά ή τη θέση της ειδικά και ή να κλονίσει την εμπιστοσύνη του κοινού προς τη Δημόσια Υπηρεσία. Περαιτέρω, ο Γενικός Διευθυντής πληροφόρησε την ΕΔΥ ότι υπάρχει σοβαρό ενδεχόμενο επηρεασμού μαρτύρων, αλλαγής στοιχείων και, γενικά, επηρεασμού της ομαλής διεξαγωγής της έρευνας και ότι, σε περίπτωση διαθεσιμότητας της αιτήτριας, το Υπουργείο Υγείας μπορούσε να προβεί στις κατάλληλες διευθετήσεις ώστε να μη δημιουργηθεί οποιοδήποτε πρόβλημα στην Υπηρεσία. Στη συνέχεια, με συμπληρωματική επιστολή του, ημερομηνίας 19.2.2004, ο Γενικός Διευθυντής πληροφόρησε την ΕΔΥ ότι ο αριθμός των μαρτύρων που θα εξετάζονταν για τους σκοπούς της αστυνομικής έρευνας ήταν τουλάχιστον δέκα, η δε έρευνα δεν αναμενόταν να διαρκέσει πέραν των δύο μηνών. Καταλήγοντας, ο Γενικός Διευθυντής εισηγήθηκε όπως η αιτήτρια τεθεί σε διαθεσιμότητα για περίοδο δύο μηνών.
Ακολούθως, η ΕΔΥ αποφάσισε να θέσει την αιτήτρια σε διαθεσιμότητα για περίοδο δύο μηνών. Στο σχετικό πρακτικό (Παράρτημα 3 στην Ένσταση) αναφέρονται τα εξής:
"Η Επιτροπή, αφού έλαβε υπόψη τα πιο πάνω, ιδιαίτερα τη φύση και σοβαρότητα του υπό διερεύνηση ποινικού αδικήματος, τη θέση που κατέχει η υπάλληλος και το γεγονός ότι το αδίκημα σχετίζεται άμεσα με τα καθήκοντα της θέσης της, τη δυνατότητα και/ή πιθανότητα επηρεασμού μαρτύρων και/ή αλλοίωσης μαρτυρικού υλικού, καθώς και τον κίνδυνο να τρωθεί το κύρος της Δημόσιας και/ή των Ιατρικών Υπηρεσιών και Υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας από την παραμονή της υπαλλήλου στα καθήκοντά της πριν από την ολοκλήρωση της έρευνας και/ή πριν από τη διαλεύκανση της υπόθεσης, έκρινε ότι το δημόσιο συμφέρον απαιτεί να τεθεί η ΑΝΤΩΝΙΟΥ Ελένη, Ιατρικός Λειτουργός 1ης Τάξης (Ιατροδικαστικής), Ιατρικές Υπηρεσίες και Υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας, σε διαθεσιμότητα και αποφάσισε, σύμφωνα με το άρθρο 85(1) των περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμων του 1990 έως (Αρ.3) του 2003, να τη θέσει σε διαθεσιμότητα από σήμερα, 19.2.04, και για περίοδο δύο μηνών και μέχρι την ολοκλήρωση της έρευνας.
Η Επιτροπή αποφάσισε, περαιτέρω, όπως επιτραπεί στην Αντωνίου να λαμβάνει το ½ των απολαβών της θέσης της κατά τη διάρκεια της διαθεσιμότητας της.".
Η πιο πάνω απόφαση της ΕΔΥ είναι το αντικείμενο της προσφυγής.
Προβάλλεται, μεταξύ άλλων, ως λόγος ακυρώσεως ότι η επίδικη απόφαση πάσχει για το λόγο ότι "παραβιάστηκαν οι κανόνες της φυσικής δικαιοσύνης και το άρθρο 43 του Ν.158(Ι)/1999 αφού καταδικάστηκε η αιτήτρια χωρίς να της δοθεί το δικαίωμα να ακουστεί και να υπερασπίσει τον εαυτό της.".
Ο προβαλλόμενος λόγος ακυρώσεως ευσταθεί. Η ΕΔΥ είχε υποχρέωση, προτού αποφασίσει να θέσει την αιτήτρια σε διαθεσιμότητα, να της παράσχει την ευκαιρία να ακουστεί και υποβάλει τις παραστάσεις της. Και τούτο βάσει του άρθρου 43(Ι) του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Νόμου του 1999 (Ν.158(Ι)/1999), το οποίο έχει ως εξής:
"43.-(1) Το δικαίωμα ακρόασης παρέχεται, εκτός από τις περιπτώσεις τις οποίες ο νόμος προβλέπει ρητά, σε κάθε πρόσωπο που θα επηρεαστεί από την έκδοση πράξης ή από τη λήψη διοικητικού μέτρου που είναι πειθαρχικής φύσης ή που έχει το χαρακτήρα της κύρωσης ή που είναι άλλως πως δυσμενούς φύσης."
Η απόφαση της ΕΔΥ να θέσει την αιτήτρια σε διαθεσιμότητα συνιστούσε λήψη διοικητικού μέτρου "δυσμενούς φύσης". (Βλ. σχετικά και Προσφ. Αρ. 667/2003, Σπ. Κέττηρος ν. ΡΙΚ, 16.6.2004).
Ενόψει της κατάληξής μου ότι η επίδικη απόφαση είναι ακυρωτέα λόγω παράβασης του δικαιώματος ακρόασης της αιτήτριας, δε θεωρώ σκόπιμο να υπεισέλθω και εξετάσω τους υπόλοιπους λόγους ακυρώσεως που προβάλλονται.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα υπέρ της αιτήτριας.
Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται βάσει του Άρθρου 146.4(β) του Συντάγματος.
Ρ. Γαβριηλίδης,
Δ.
/ΧΤΘ