ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
< I>(Υπόθεση Αρ. 1158/2002)
30 Ιουλίου, 2004
[ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
SIGMA RADIO T.V. LTD,
Αιτητές,
ν.
ΑΡΧΗΣ ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΟΡΑΣΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ΄ ης η αίτηση.
- - - - - -
Α.Σ. Αγγελίδης,
για τους Αιτητές.Μ. Καλλιγέρου (κα), για την Καθ΄ ης η αίτηση.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ
.: Με την παρούσα προσφυγή οι αιτητές ζητούν δήλωση του δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση της καθ΄ ης η αίτηση με την οποία έκρινε ότι υπήρξε παράβαση εκ μέρους του τηλεοπτικού σταθμού των αιτητών των Κανονισμών 21(5), 21(6), 22(1), 26(β), 26(γ), 26(ζ), 26(ια), 32(2) και 32(3)(α) της ΚΔΠ 10/2000 και τους επέβαλαν ως πρόστιμο το ποσό των £5000, είναι άκυρη, παράνομη, στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.Είναι ο ισχυρισμός των αιτητών, όπως αυτός διατυπώνεται στην Αίτηση, ότι η προσβαλλόμενη απόφαση παραβιάζει τα άρθρα 12, 19, 24, 25, 26, 28 και 35 του Συντάγματος και ότι λήφθηκε ως αποτέλεσμα υπέρβασης και/ή κατάχρησης εξουσίας, και/ή παράβασης των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης και/ή κατά δέσμια θεώρηση και/ή εσφαλμένη εφαρμογή ή ερμηνεία του Νόμου και/ή των Κανονισμών και χωρίς τη δέουσα έρευνα ή αιτιολογία. Παραβιάζει επίσης την αρχή της διάκρισης των εξουσιών καθώς και την αρχή ότι «ουδείς δικάζεται δυο φορές για το ίδιο αδίκημα».
Η καθ΄ ης η αίτηση στην ένστασή της παραθέτει αριθμό νομικών σημείων προς υποστήριξη της επίδικης απόφασης η ουσία των οποίων είναι ότι αυτή λήφθηκε νόμιμα, ορθά και σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Συντάγματος, του Νόμου 7(1)/98 και των Κανονισμών (ΚΔΠ 10/2000).
Από μελέτη των γεγονότων που υποστηρίζουν την Αίτηση και ΄Ενσταση αντίστοιχα φαίνεται ότι τα γεγονότα που οδήγησαν στην προσβαλλόμενη απόφαση αποτελούν κοινό έδαφος. Αυτά έχουν ως εξής:
Οι αιτητές είναι δημόσια εταιρεία ιδιωτικού δικαίου και ασχολείται με την ενημέρωση της κοινής γνώμης τόσο μέσω ραδιοφωνικού όσο και μέσω τηλεοπτικού σταθμού.
Η ίδρυση, εγκατάσταση και λειτουργία των ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών σταθμών διέπεται από τον περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Νόμο του 1998 (Νόμος 7(1)/98) καθώς επίσης και από τους περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Κανονισμούς του 2000 (ΚΔΠ 10/2000).
Για σκοπούς εφαρμογής των προνοιών του εν λόγω Νόμου και Κανονισμών έχει ιδρυθεί, με βάση το άρθρο 3 του Νόμου, η Αρχή Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (καθ΄ ης η αίτηση) στην οποία και έχουν δοθεί διάφορες αρμοδιότητες μεταξύ των οποίων και η επιβολή κυρώσεων, αφού ακούσει τα ενδιαφερόμενα μέρη, για παράβαση των διατάξεων του προαναφερθέντος Νόμου και/ή Κανονισμών. Εξέταση για τυχόν παραβάσεις, δύναται να γίνει είτε κατόπιν σχετικού παραπόνου, είτε και αυτεπάγγελτα. (Καν. 41(2) των Κανονισμών του 2000.)
Μέσα στα πλαίσια των εξουσιών και καθηκόντων της η καθ΄ ης η αίτηση αναφορικά με την παρούσα υπόθεση, εξέτασε, μετά από σχετικά παράπονα τα οποία πήρε τηλεφωνικώς από δυο πρόσωπα, την πιθανή παραβίαση των περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Κανονισμών του 2000 από τους αιτητές κατά την μετάδοση ενός από τα επεισόδια της τηλεοπτικής σειράς «Ροζαλίντα» που μεταδόθηκε από το σταθμό τους στις 26.3.02 μεταξύ των ωρών 17.30-18.30 επί τω ότι περιείχοντο σκηνές ακατάλληλες για ανηλίκους.
Η καθ΄ ης η αίτηση ανέθεσε σε λειτουργό αυτής τη διερεύνηση της υπόθεσης (αρ. 30/2002(3)) ο οποίος σε σχετικό πόρισμά του ημερ. 3.4.2002 (παράρτημα ΙΙ στην ένσταση) διαπίστωσε πιθανές παραβάσεις των Κανονισμών 21(5), 21(6), 22(1), 26(β), 26(γ), 26(ζ), 26(ια), 32(2) και 32(3)(α) των προαναφερθέντων Κανονισμών του 2000.
Στη συνεδρία της αρ. 18/2002 και ημερομηνία 10.4.2002 (παράρτημα ΙΙΙ στην ένσταση), η Αρχή εξέτασε το πόρισμα του Λειτουργού, που υπέβαλε σύμφωνα με τον κανονισμό 42(5) των περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Κανονισμών του 2000 (ΚΔΠ 10/2000) και αποφάσισε όπως η υπόθεση προωθηθεί σύμφωνα με τον κανονισμό 42(6) των προαναφερθέντων Κανονισμών, με ενημέρωση του καθ΄ ου η καταγγελία και πρόσκλησή του να δηλώσει κατά πόσο επιθυμεί να είναι παρών κατά την εξέτασή της. Ετσι με επιστολή της ημερομηνίας 11.4.2002 (παράρτημα IV στην ένσταση) έθεσε ενώπιον του σταθμού τις διερευνώμενες παραβάσεις των κανονισμών 21(5), 21(6), 22(1), 26(β), 26(γ), 26(ια), 32(2) και 32(3)(α) των περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Κανονισμών του 2000 (ΚΔΠ 10/2000), για οποιεσδήποτε εξηγήσεις και/ή παραστάσεις και κάλεσε τον σταθμό όπως δηλώσει κατά πόσο επιθυμεί να παρευρεθεί κατά την εξέταση της υπόθεσης. Στην ίδια επιστολή αναφέρεται επίσης ότι σε περίπτωση που δε ληφθεί οποιαδήποτε απάντηση μέσα στην καθορισμένη προθεσμία, η Αρχή Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου θα είναι υποχρεωμένη να προχωρήσει στη λήψη απόφασης χωρίς την απάντηση του σταθμού.
Οι αιτητές απάντησαν με επιστολή του δικηγόρου τους κ. Χρίστου Πατσαλίδη ημερομηνίας 14.5.02 (παράρτημα V στην ένσταση) όπου αναφέρουν κατά λέξη τα ακόλουθα:
«Εκ μέρους των πελατών μας SIGMA RADIO TV LTD αναφερόμαστε στην επιστολή σας με τον ανωτέρω αριθμό φακέλου ημερ. 11/4/2002, σε σχέση με διερευνώμενη πιθανής παράβασης των Κανονισμών 21(5), 21(6), 22(1), 26(β), 26(γ), 26(ζ), 26(ια), 32(2) και 32(3)(α) της ΚΔΠ 10/2000 και σας πληροφορούμε ότι οι πελάτες μας αρνούνται ότι έχουν υποπέσει σε οποιαδήποτε παράβαση.
Παρακαλούμε όπως κατά την εξέταση μας καλέσετε για να παρευρεθούμε. Επιφυλάσσουμε δε το δικαίωμα των πελατών μας να δώσουν εξηγήσεις ή να προβούν σε παραστάσεις κατά την ημερομηνία εκείνη.»
Η Αρχή Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου με επιστολή της ημερομηνίας 31.10.2002 (παράρτημα VI στην ένσταση) ενημέρωσε το σταθμό για την ημερομηνία και ώρα εξέτασης της υπόθεσης και τον κάλεσε να παρευρεθεί.
Ο δικηγόρος του σταθμού με επιστολή του ημερομηνίας 5.11.2002 (παράρτημα VIΙ στην ένσταση) ζήτησε αναβολή της εξέτασης της υπόθεσης. Η Αρχή με επιστολή της ημερομηνίας 8.11.2002 (παράρτημα VIΙΙ στην ένσταση) ενημέρωσε το σταθμό για τη νέα ημερομηνία και ώρα εξέτασης.
Ο Λειτουργός διερεύνησης υπέβαλε στην Αρχή και δεύτερο σημείωμα ημερομηνίας 31.10.2002 για την υπό αναφορά υπόθεση (παράρτημα IΧ στην ένσταση).
Κατά την ενώπιον της Αρχής ακροαματική διαδικασία που έγινε στις 13.11.2002 (παράρτημα ΧΙ στην ένσταση) παρέστη εκ μέρους του τηλεοπτικού σταθμού «ΣΙΓΜΑ» ο κ. Χρίστος Πατσαλίδης, Δικηγόρος. Μετά από παρακολούθηση της υπό εξέταση εκπομπής, ο κ. Πατσαλίδης, παραδέχθηκε (παράγραφος 7 του παραρτήματος ΧΙ) ότι υπάρχουν παραβάσεις και ζήτησε την επιείκεια της Αρχής. Ο κ. Πατσαλίδης ανέφερε επίσης ότι γίνεται από μέρους του προσπάθεια για βελτίωση της εικόνας του σταθμού και ότι προσβλέπει σύντομα σε πλήρη συμμόρφωση του σταθμού.
Η Αρχή Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου αφού μελέτησε όλα τα ενώπιόν της στοιχεία και περιστατικά συμπεριλαμβανομένων και των γραπτών και προφορικών εξηγήσεων του σταθμού, καθώς επίσης και της βιντεοκασέτας με την εν λόγω εκπομπή, έκρινε ότι υπάρχουν παραβάσεις των κανονισμών 21(5), 21(6), 22(1), 26(β), 26(γ), 26(ζ), 26(ια), 32(2) και 32(3)(α) των περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Κανονισμών του 2000 (ΚΔΠ 10/2000) και αποφάσισε όπως επιβάλει στο σταθμό το διοικητικό πρόστιμο των Λ.Κ. 5.000- (παράρτημα ΧΙ στην ένσταση) και κοινοποίησε την απόφασή της στους αιτητές με επιστολή της ημερομηνίας 27.11.2002 (παράρτημα ΧΙΙ στην ένσταση
) και κάλεσε αυτούς όπως εμβάσουν το διοικητικό πρόστιμο που τους έχει επιβληθεί μέσα σε τριάντα (30) μέρες από την κοινοποίηση σ΄ αυτούς της εν λόγω επιστολής, πράγμα που οι αιτητές παρέλειψαν να πράξουν παρόλο που τούτο σύμφωνα με τον καν. 47 είναι πληρωτέο ανεξάρτητα υποβολής ένστασης ή προσφυγής.Τα γεγονότα τα οποία, σύμφωνα, πρώτα με τον ερευνώντα Λειτουργό και στη συνέχεια με την καθ΄ ης η Αίτηση στοιχειοθετούν τις παραβάσεις των προαναφερθέντων Κανονισμών έχουν ως εξής:
«Στις
26.3.2002 μεταξύ των ωρών 17:35 και 18:25 κατά τη διάρκεια της ψυχαγωγικής εκπομπής «Ροζαλίντα» που μεταδόθηκε εντός οικογενειακής ζώνης, μεταδόθηκαν σκηνές ακατάλληλες για παιδιά, ενώ ο σταθμός μετέδωσε τη λεκτική και οπτική ένδειξη (Κ) που σημαίνει ότι η εκπομπή είναι κατάλληλη για όλη την οικογένεια. Συγκεκριμένα, μεταδόθηκε σκηνή δολοφονίας, όπου άντρας πνίγει γυναίκα, η οποία βρίσκεται τραυματισμένη σε κρεβάτι νοσοκομείου, με μαξιλάρι. Ο φωτισμός κατά τη διάρκεια της σκηνής είναι χαμηλός και το μουσικό υπόβαθρο είναι τέτοιο, που προκαλεί αγωνία. Στη συνέχεια, μεταδόθηκε σκηνή αυτοκτονίας, όπου γυναίκα, η οποία εμφανίζεται απελπισμένη, ανεβαίνει σε καρέκλα, περνά γύρω από το λαιμό της σκοινί σε σχήμα θηλιάς και κλωτσά την καρέκλα στην οποία βρίσκεται ανεβασμένη. Στη συνέχεια, ακούγονται ήχοι πνιγμού της.»Τα πιο πάνω γεγονότα κρίθηκαν ότι στοιχειοθετούσαν παράβαση των προαναφερθέντων κανονισμών ως εξής:
(α) Του Καν.
21(5) των περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Κανονισμών του 2000 (Κ.Δ.Π. 10/2000), ο οποίος αναφέρει ότι «οι σταθμοί έχουν την ευθύνη να διασφαλίζουν ότι οι τηλεθεατές ή ακροατές είναι πάντοτε ενήμεροι σχετικά με το περιεχόμενο του προγράμματος που παρακολουθούν».(β) Του Καν.
21(6) ο οποίος αναφέρει ότι «οι σταθμοί εξασφαλίζουν όπως τα προγράμματα τα οποία μεταδίδονται εντός της οικογενειακής ζώνης είναι κατάλληλα για όλο το κοινό συμπεριλαμβανομένων και των παιδιών κάτω των 15 ετών».(γ) Του Καν.
22(1) ο οποίος αναφέρει ότι «....... δίδονται προειδοποιήσεις σχετικά με τη φύση της εκπομπής, είτε αυτή βρίσκεται χρονικά εντός της οικογενειακής ζώνης είτε εκτός».(δ) Του Καν. 26(β) ο οποίος αναφέρει ότι « ..... στις ψυχαγωγικές εκπομπές απαγορεύεται η προβολή ασυνήθιστων εργαλείων ή μεθόδων προκλήσεως πόνου ή κακώσεως, ιδίως όταν είναι εύκολη η απομίμηση
».(ε) Του Καν. 26(γ) ο οποίος αναφέρει ότι απαγορεύονται «οι (ψυχαγωγικές) εκπομπές που αποσκοπούν ή έχουν ως αποτέλεσμα την ενθάρρυνση, πρόκληση ή προτροπή αντικοινωνικής συμπεριφοράς που περιέχει την εκτέλεση βίαιων εγκλημάτων
».(στ) Του Καν. 26(ζ) ο οποίος αναφέρει ότι στις ψυχαγωγικές εκπομπές απαγορεύεται «...... η προβολή σκηνών που περιέχουν λεπτομερώς τη διαδικασία αυτοκτονίας ή απόπειρας αυτοκτονίας
».(ζ) Του Καν. 26(ια) ο οποίος αναφέρει ότι «απαγορεύεται η μετάδοση επικίνδυνης συμπεριφοράς, η οποία δυνατό να γίνει αντικείμενο μίμησης από το κοινό και οπωσδήποτε απαγορεύεται εντός οικογενειακής ζώνης».
(η) Του Καν.
32(2) ο οποίος αναφέρει ότι «μη ειδησεογραφικές εκπομπές που προβάλλουν εξευτελιστική ή βάναυση μεταχείριση ανθρώπων ή ζώων ή άλλη απαράδεκτη ή καταδικαστέα συμπεριφορά ή μηχανισμούς βίας δε μεταδίδονται εντός οικογενειακής ζώνης, και(θ) Του Καν. 32(3)(α) ο οποίος αναφέρει ότι «....... απαγορεύεται η μετάδοση προγραμμάτων εντός οικογενειακής ζώνης που ενδέχεται να βλάψουν σοβαρά τη σωματική, πνευματική ή ηθική ανάπτυξη των ανηλίκων και ιδιαίτερα προγραμμάτων που περιέχουν ερωτικές σκηνές ή σκηνές βίας».
Στην απόφασή της η καθ΄ ης η αίτηση Αρχή (βλ. παράρτημα ΧΙ στην ένσταση) αφού αναφέρεται με λεπτομέρεια στα γεγονότα όπως τέθηκαν ενώπιόν της από το Λειτουργό που εξέτασε τα σχετικά παράπονα, κατέληξε ως εξής:
«Εχουμε μελετήσει με μεγάλη προσοχή όλα τα ενώπιον μας στοιχεία και περιστατικά συμπεριλαμβανομένων των γραπτών και προφορικών εξηγήσεων του σταθμού καθώς και της βιντεοκασέτας με την εκπομπή και κρίνουμε ότι:
Στις
26.3.2002 μεταξύ των ωρών 17:35 και 18:25 κατά τη διάρκεια της ψυχαγωγικής εκπομπής «Ροζαλίντα» με ένδειξη (Κ) που μεταδόθηκε εντός οικογενειακής ζώνης, προβλήθηκαν σκηνές ακατάλληλες για άτομα κάτω των 15 ετών που ενδέχεται να βλάψουν σοβαρά την πνευματική ή ηθική ανάπτυξη των ανηλίκων.Εν όψει των ανωτέρω, η Αρχή κρίνει και αποφασίζει όπως επιβάλει στο σταθμό το Διοικητικό Πρόστιμο των Λ.Κ. 5.000.- για τις παραβάσεις των κανονισμών 21(5), 21(6), 22(1), 26(β), 26(γ), 26(ζ), 26(ια), 3
2(2) και 32(3)(α) των περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Κανονισμών του 2000 (Κ.Δ.Π. 10/2000).Στην επιμέτρηση του λήφθηκε υπόψη η παραδοχή του σταθμού, η υπόσχεση του δικηγόρου του σταθμού για βελτίωση της εικόνας του σταθμού, καθώς και η πληθώρα παραβάσεων παρόμοιας φύσης από τον εν λόγω σταθμό στο παρελθόν.
Η προστασία των ανηλίκων αποτελεί πρωταρχική μέριμνα όλων σήμερα. Τόσο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή όσο και το Συμβούλιο της Ευρώπης προωθούν ψηφίσματα, οδηγίες και αποφάσεις με στόχο να προστατεύσουν τα παιδιά.
Στην κυπριακή νομοθεσία, ο νομοθέτης θέλοντας να προστατεύσει τα παιδιά από προγράμματα μη κατάλληλα προς παρακολούθηση, ήτοι προγράμματα που περιέχουν σκηνές βίας, ερωτικές σκηνές, λεκτικό υλικό ή θεματολόγιο ακατάλληλο για ανηλίκους, θέτει περιορισμούς ως προς το περιεχόμενο των προγραμμάτων που μπορούν να μεταδίδονται εντός της οικογενειακής ζώνης.
Η έννοια της οικογενειακής ζώνης στηρίζεται στην αντίληψη ότι η είσοδος της τηλεόρασης στο κάθε σπίτι, επιβάλλει σεβασμό και συμμόρφωση προς τους τρόπους και κανόνες συμπεριφοράς μιας οικογένειας, από τις 5:30 το πρωί μέχρι τις 9:00 ή 10:00 το βράδυ, που ορίζεται σαν οικογενειακή ζώνη. στη διάρκεια αυτής της περιόδου, το περιεχόμενο κάθε εκπομπής επιβάλλεται να είναι κατάλληλο για όλη την οικογένεια
. Η Αρχή Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου δίδει ιδιαίτερη έμφαση τα πιο πάνω θέματα και στην τήρηση προνοιών της νομοθεσίας.»
Εξέτασα τα όσα έθεσαν ενώπιόν μου οι ευπαίδευτοι συνήγοροι στις γραπτές τους αγορεύσεις και κατά το στάδιο των διευκρινίσεων. Πέραν των αυθεντιών που επικαλέστηκαν οι συνήγοροι έλαβα επίσης υπόψη και αριθμό άλλων αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου όπου εξετάστηκαν οι εξουσίες της Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (καθ΄ ης η αίτηση) για επιβολή διοικητικού προστίμου. (Βλ. μεταξύ άλλων
RADIO ELIOS NETWORK LTD v. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, υπόθεση αρ. 1596/00, ημερ. 28.2.02, Κωνσταντινίδης, Δ., SIGMA RADIO TV LTD κα ν. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, υποθέσεις αρ. 320/99 κα, ημερ. 24.2.04, Ολομέλειας, ANTENNA LTD ν. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, υπόθεση αρ. 362/2003, ημερ. 27.2.04, Κωνσταντινίδης, Δ. και ANTENNA ΛΙΜΙΤΕΔ ν. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, υπόθεση αρ. 1105/02, ημερ. 21.5.04, Νικολάου, Δ.). Θα κάμω ιδιαίτερη αναφορά σ΄ αυτές, εκεί που τούτο είναι αναγκαίο.Αρχίζω την εξέταση της υπόθεσης με την ίδια σειρά που ακολούθησε και ο συνήγορος των αιτητών στην αγόρευσή του.
Παραβίαση άρθρων 12, 19 και 26 του Συντάγματος.
Η πρώτη του εισήγηση ήταν ότι δεν μπορεί η προβλεπόμενη από το άρθρο 19.5 του Συντάγματος εξουσία του κράτους να παραχωρηθεί δια νόμου σε Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου (Ν.Πρ.Δ.Δ.) ή να παραχωρηθεί σ΄ αυτό η δυνατότητα να επιβάλλει το ίδιο χρηματική ποινή αντί να υποβάλλεται το κατ΄ ισχυρισμό αδίκημα στο Δικαστήριο.
Οπως ορθά έθιξε και η ευπαίδευτη συνήγορος της καθ΄ ης η αίτηση το θέμα αυτό εξετάστηκε στην προσφυγή αρ. 1096/2001 SIGMA RADIO TV LTD ν. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, ημερ. 7.1.2003 όπου ο Δικαστής Καλλής σε μια εμπεριστατωμένη απόφαση απέρριψε τον ισχυρισμό αυτό. Παραπέμπω ιδιαίτερα στις σελίδες 9-13 της απόφασης . Συμφωνώ με τα όσα εκεί αναφέρονται τα οποία όμως αποφεύγω να παραθέσω ξανά στην παρούσα, για σκοπούς συντόμευσης της απόφασής μου.
Στην ίδια κατάληξη, ότι δηλαδή είναι επιτρεπτό όπως οι αρμοδιότητες που περιλαμβάνονται στο άρθρο 19.3 και 19.5 του Συντάγματος μπορούν να ασκηθούν και από πρόσωπο άλλο από την ίδια τη Δημοκρατία και συγκεκριμένα την Αρχή Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, κατάληξε και η πλειοψηφία (11 από 13 Δικαστές) του Ανωτάτου Δικαστηρίου στις προαναφερθείσες υποθέσεις 320/99 κα,
SIGMA RADIO TV LTD κα ν. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, ημερ. 24.2.04.Με βάση τα πιο πάνω καταλήγω ότι ο ισχυρισμός του ευπαιδεύτου συνηγόρου των αιτητών ότι δεν μπορούσε να ανατεθούν οι εν λόγω αρμοδιότητες στην καθ΄ ης η αίτηση θα πρέπει να απορριφθεί.
Ο έτερος ισχυρισμός του κ. Αγγελίδη που εμπίπτει σ΄ αυτό το πλαίσιο ήταν ότι η σχετική νομοθετική πρόνοια που δίνει εξουσία στην Αρχή για επιβολή χρηματικής ποινής προστίμου (αντικείμενο διαφοράς στην παρούσα διαδικασία) είναι αντισυνταγματική αφού μεταξύ άλλων η καθ΄ ης η αίτηση λειτούργησε από μόνη της ως μάρτυρας, ερευνητής, δικαστής και εισπράκτορας της χρηματικής ποινής. Συνδέει τον ισχυρισμό αυτό με τις πρόνοιες των άρθρων 12 και 19 του Συντάγματος που αναφέρονται στη λέξη «ποινή» το πρώτο (12.1 και 12.3) και «ποινάς» το δεύτερο (19.3).
Η συνήγορος της καθ΄ ης η αίτηση επικαλέστηκε και γι΄ αυτό το σημείο την προαναφερθείσα απόφαση του αδελφού Δικαστή Καλλή SIGMA RADIO TV LTD ν. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, υπόθεση αρ. 1096/01, ημερ. 7.1.03 όπου απορρίφθηκε παρόμοιος ισχυρισμός. Οπως ήδη ανάφερα συμφωνώ με την εν λόγω απόφαση χωρίς την ανάγκη να επαναλάβω στην παρούσα τα όσα έχουν λεχθεί αφού αυτά καλύπτουν δέκα σελίδες (17-26). Απαντάται εκεί και ο ισχυρισμός ότι ο τρόπος που λειτουργεί η Αρχή (καθ΄ ης η αίτηση) για να
καταλήξει στην επιβολή διοικητικού προστίμου είναι κατά παράβαση των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης ο οποίος ισχυρισμός επίσης δεν γίνεται δεκτός.Στην ίδια κατάληξη ότι δηλαδή η προβλεπόμενη διαδικασία που ακολουθεί η Αρχή δεν βρίσκεται σε διάσταση με τους κανόνες φυσικής δικαιοσύνης καθώς επίσης και η διαδικασία επιβολής διοικητικού προστίμου δεν παραβιάζει το άρθρο 12 του Συντάγματος επειδή επιβάλλεται από πρόσωπο άλλο από το Δικαστήριο, καταλήγει και η απόφαση της πλειοψηφίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στις προαναφερθείσες υποθέσεις 320/99 κα, ημερ. 24.2.04, σελ. 24-28. Ετσι απορρίπτεται και αυτός ο ισχυρισμός των αιτητών. Η υπόθεση Δημοκρατία ν. Demand Shipping Co Ltd (1994) 3 ΑΑΔ 460 αφορούσε επίσης επιβολή χρηματικής ποινής με βάση το άρθρο 8 του περί της Διεθνούς Συμβάσεως περί Ασφάλειας της Ανθρώπινης Ζωής στη Θάλασσα Νόμου του 1974 (όπως συμπληρώθηκε και βελτιώθηκε με σχετικό Πρωτόκολλο). Ηταν η θέση των αιτητών ότι η πρόνοια αυτή παραβίαζε την αρχή της διάκρισης εξουσιών και τις διατάξεις των άρθρων
30.1 και 30.2 του Συντάγματος. Το Δικαστήριο κατά πλειοψηφία (τρεις από πέντε Δικαστές) κατάληξε ότι το άρθρο 30.2 του Συντάγματος αναφέρεται σε ποινική κατηγορία μόνο και δεν αποκλείει την επιβολή χρηματικής διοικητικής ποινής σε περιπτώσεις όπως αυτή που εξετάζετο.Τα πιο πάνω οδηγούν στην απόρριψη και της θέσης των αιτητών ότι παραβιάστηκε η αρχής της διάκρισης εξουσιών.
Ηταν περαιτέρω η θέση των αιτητών ότι η επίδικη πρόνοια παραβιάζει το άρθρο 26 του Συντάγματος που αναφέρεται στο «δικαίωμα του συμβάλλεσθαι ελευθέρως». Εχει απαντηθεί και αυτός ο ισχυρισμός από τον αδελφό Δικαστή Καλλή στην προαναφερθείσα υπόθεση 1096/2001, σελ. 13-14 με την οποία συμφωνώ. Ετσι ο ισχυρισμός περί αντισυνταγματικότητας επίσης απορρίπτεται.
Ελλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας
.Η πρώτη εισήγηση είναι ότι στην παρούσα υπόθεση υπήρξαν δυο σημειώματα-πορίσματα του ερευνώντος λειτουργού της καθ΄ ης η αίτηση κ. Χρυσοστόμου, δηλαδή το παράρτημα ΙΙ στην ένσταση ημερομηνίας 3.4.02 και το ΙΧ ημερομηνίας 3.10.02, ενώ ο σχετικός κανονισμός δεν μιλά για δεύτερο πόρισμα. Επομένως, η βάση στην οποία στηρίχθηκε η απόφαση της Αρχής δεν είναι νόμιμη.
Ο καν. 42(5) διαλαμβάνει ως εξής:
«Μετά το πέρας της έρευνας ο λειτουργός εκθέτει το πόρισμά του στην Αρχή πλήρως αιτιολογημένο, συνυποβάλλοντας όλα τα σχετικά στοιχεία.»
Είναι γεγονός ότι ο εν λόγω κανονισμός δεν μιλά για συμπληρωματική έκθεση. Ομως ούτε και ρητά απαγορεύει αυτή. Εδώ πέραν της αρχικής έκθεσης του εν λόγω λειτουργού ημερομηνίας 3.4.02 και πριν ορισθεί η υπόθεση για εξέταση από την Αρχή (αρχικά στις 6.11.02 αλλά αναβλήθηκε με αίτημα του τότε δικηγόρου των αιτητών) ακολούθησε δεύτερη έκθεση (ΣΗΜΕΙΩΜΑ) η οποία έχω προσέξει ότι δεν προσθέτει ο,τιδήποτε το νέο πέραν των όσων περιέχονται στην πρώτη έκθεση (ΣΗΜΕΙΩΜΑ μαζί με ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ) όσον αφορά τα γεγονότα που ο λειτουργός και στη συνέχεια η Αρχή κατάληξαν ότι αποτελούσαν παράβαση των σχετικών κανονισμών. Αυτό που προστίθεται είναι ότι η Αρχή εξέτασε και κατά το 2001 παραβάσεις των κανονισμών 21(6) και 32(3)(α) από τον ίδιο τηλεοπτικό σταθμό και στις κυρώσεις που είχαν επιβληθεί. Οι δυο αυτοί κανονισμοί συμπεριλαμβάνονται στους εννιά κανονισμούς που η Αρχή κατέληξε ότι έχουν παραβιασθεί στην παρούσα υπόθεση. Στο δεύτερο ΣΗΜΕΙΩΜΑ γίνεται και αναφορά ότι για τους καν. 26
(β), 26(γ), 26(ζ) και 26(ια) η Αρχή δεν εξέτασε προηγούμενες παραβάσεις από τον εν λόγω σταθμό. Εχει δηλαδή το δεύτερο ΣΗΜΕΙΩΜΑ τη μορφή καταλόγου Προηγουμένων Καταδικών.Το ερώτημα είναι κατά πόσο και αν ακόμα θεωρηθεί παρατυπία η υποβολή αυτού του δεύτερου σημειώματος, αυτή είναι ουσιώδης με την έννοια του άρθρου 13 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (158(1)/99) με την έννοια του εδαφίου 2 του εν λόγω άρθρου.
Εδώ η Αρχή κατά την επιβολή της ποινής έλαβε μεταξύ άλλων υπόψη και την «πληθώρα παραβάσεων παρόμοιας φύσης από τον εν λόγω σταθμό στο παρελθόν». Βασίστηκε δηλαδή και στο δεύτερο σημείωμα.
Παρόλο που ούτε στο νόμο (7(1)/98) ούτε και στους σχετικούς κανονισμούς (ΚΔΠ 10/2000) φαίνεται ρητή αναφορά στα κριτήρια που λαμβάνει η Αρχή κατά την επιβολή των χρηματικών ποινών που διαλαμβάνονται στο άρθρο 3(2)(ζ) του νόμου 7(1)/98, εντούτοις δεν θεωρώ την ενέργεια της Αρχής να βασιστεί στις προηγούμενες παραβάσεις ως ανεπίτρεπτη, αφού γεγονότα που αφορούν το θέμα επιβολής ποινής είτε υπέρ ενός κατηγορουμένου όπως είναι η παραδοχή του αδικήματος (εδώ της παράβασης) είτε εναντίον του όπως οι προηγούμενες καταδίκες, είναι θέματα που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά την επιβολή ποινής με βάση τις γενικές αρχές και πρακτική που διέπει το
θέμα αυτό. Αλλωστε αφού τις προηγούμενες κυρώσεις κατά το 2001 τις είχε επιβάλει η Αρχή, αυτές ήσαν ήδη γνωστές. Απλώς με το εν λόγω δεύτερο σημείωμα αυτές τέθηκαν με περισσότερη λεπτομέρεια. Καταλήγω λοιπόν ότι η όλη διαδικασία δεν επηρεάζεται από την ύπαρξη του δευτέρου σημειώματος.Ηταν περαιτέρω ο ισχυρισμός των αιτητών ότι τα όσα κατέγραψε η καθ΄ ης η αίτηση στην απόφασή της είναι ουσιαστικά χωρίς αιτιολογία.
Η αιτιολόγηση των διοικητικών πράξεων και/ή αποφάσεων έχει καθιερωθεί από τα συγγράμματα και νομολογία ως κανόνας απαράβατος. Η έλλειψη αιτιολογίας ή της δέουσας αιτιολογίας, είναι αρκετή από μόνη της για να οδηγήσει στην ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης και/ή απόφασης. (Βλ. μεταξύ άλλων Ζίττης κα ν. Δημοκρατίας (2000) 3 ΑΑΔ 198, σελ. 204, 205 και Συμβούλιο Αμπελουργικών Προϊόντων ν. Μίλτου Κολιανδρή (2000) 3 ΑΑΔ 306, σελ. 309-310.
Πέραν της νομολογίας, έχουμε και τον προαναφερθέντα περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμο του 1999 (Νόμο 158(1)/99) άρθρο 28. Ιδιαίτερα για τη δική μας περίπτωση υπάρχει ειδική πρόνοια πρώτα στον καν. 42(5) που αναφέρεται σε «πλήρως αιτιολογημένο» πόρισμα του ερευνώντος λειτουργού και στη συνέχεια τον καν. 42(7) όπου διαλαμβάνεται ότι «Κάθε απόφαση της Αρχής πρέπει να είναι αιτιολογημένη ........».
Το άρθρο 28 του προαναφερθέντος νόμου 158(1)/99 διαλαμβάνει ως εξής:
«28.
-(1) Η αιτιολογία μιας διοικητικής πράξης πρέπει να είναι σαφής, ώστε να μην αφήνει αμφιβολίες ως προς το ποιος ήταν ο πραγματικός λόγος που οδήγησε το διοικητικό όργανο στη λήψη της απόφασης.(2) Δεν αποτελεί επαρκή αιτιολογία η αναφορά στην απόφαση γενικών χαρακτηρισμών που μπορούν να εφαρμοστούν και να ισχύουν για κάθε περίπτωση ούτε η απλή αναφορά των γενικών όρων του νόμου που μπορούν να τύχουν εφαρμογής σε οποιαδήποτε περίπτωση.
(3) Αναιτιολόγητη είναι μια πράξη που επικαλείται γενικά και αόριστα το δημόσιο συμφέρον. Το δημόσιο συμφέρον του οποίου γίνεται επίκληση πρέπει να εξειδικεύεται με αναφορά σε συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του αρμόδιου διοικητικού οργάνου.»
Στρεφόμενοι στη δική μας περίπτωση προσέχουμε ότι τα ίδια γεγονότα επαναλαμβάνονται από τον ερευνώντα λειτουργό με αναφορά στον καθένα από τους κανονισμούς (βλ. παραρτήματα ΙΙ και ΙΙΙ στην ένσταση) για τους οποίους καταλήγει ότι υπάρχει πιθανή παράβαση τους.
Στο παράρτημα ΙΙ ο ερευνών Λειτουργός αναφέρεται απλώς στα παράπονα των δυο προσώπων (Νίκης Μοδέστου και Κατερίνας Σιαμτάνη) και ότι μετά από διερεύνηση και παρακολούθηση της εκπομπής του σταθμού «Ροζαλίντα» ....... έχει διαπιστώσει ότι υπάρχουν πιθανές παραβάσεις των κανονισμών 21(5), 21(6), 22(1), 26(β), 26(γ), 26(ζ), 26(ια), 32(2) και 32(3)(α). Δεν εξηγεί όμως γιατί υπάρχει παράβαση.
Στην απόφασή της η καθ΄ ης η αίτηση (βλ. παράρτημα ΧΙ στην ένσταση) απλώς επαναλαμβάνει κατά λέξη (βλ. σελ. 2-6) τα γεγονότα όπως τα είχε υποβάλει ο ερευνών λειτουργός. Καταλήγει ότι «στις 26.3.02 μεταξύ των ωρών 17.35 και 18.25 κατά τη διάρκεια της ψυχαγωγικής εκπομπής «Ροζαλίντα» με ένδειξη (Κ) που μεταδόθηκε εντός οικογενειακής ζώνης, προβλήθηκαν σκηνές ακατάλληλες για άτομα κάτω των 15 ετών που ενδέχεται να βλάψουν σοβαρά την πνευματική ή ηθική ανάπτυξη των ανηλίκων». Προχωρεί δε στην επιβολή του διοικητικού προστίμου των £5.000 για τις παραβιάσεις όλων των εννέα (9) προαναφερθέντων κανονισμών. Δεν εξηγεί η Αρχή πώς και γιατί στοιχειοθετείται η παράβαση του καθενός από τους εν λόγω κανονισμούς. Το εύρημα ότι «προβλήθηκαν σκηνές ακατάλληλες για άτομα κάτω των 15 ετών που ενδέχεται να βλάψουν σοβαρά την πνευματική ή ηθική ανάπτυξη ανηλίκων», συνδέεται μόνο με πιθανή παράβαση των καν. 21(6) και 32(3)(α), δηλαδή για την προβολή ακατάλληλου προγράμματος όσον αφορά παιδιά κάτω των 15 ετών που αναφέρεται ο κανονισμός 21(6) και για μετάδοση προγράμματος εντός οικογενειακής ζώνης που ενδέχεται να βλάψει σοβαρά τη σωματική, πνευματική ή ηθική ανάπτυξη των ανηλίκων, που αναφέρεται ο καν. 32(3)(α). Βέβαια έπρεπε και εδώ να υπάρχει εξήγηση γιατί στοιχειοθετείται το αδίκημα του κανονισμού 32(3)(α) αφού τούτο μπορεί να γίνει με διάφορους τρόπους και ιδιαίτερα με προγράμματα που περιέχουν ερωτικές σκηνές ή σκηνές βίας. Δεν αναφέρει η Αρχή πού εντάσσει τα γεγονότα της υπόθεσης. Στην προαναφερθείσα υπόθεση ΑΝΤΕΝΝΑ ΛΙΜΙΤΕΔ ν. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, υπόθ. αρ. 1105/2002, ημερ. 21.5.04 αναφορικά με το θέμα αυτό της αιτιολογίας ο Δικαστής Νικολάου ανάφερε τα εξής:
«Οι αιτητές έχουν δικαίωμα να γνωρίζουν, με διατύπωση αιτιολογίας, το πώς η αρμόδια Αρχή αντικρύζει το ζήτημα. Παρατηρώ δε εν παρόδω ότι η Αρχή οφείλει επίσης να διευκρινίζει το κατά πόσο ο αριθμός των διατάξεων στις οποίες διαπιστώθηκε παράβαση επέδρασε σωρευτικά στον καθορισμό του προστίμου, αφού όταν η παράβαση θεμελιώνεται στα ίδια γεγονότα δεν είναι επιτρεπτός ο πολλαπλασιασμός με αναφορά στις διατάξεις. Επί της επιβολής επομένως του προστίμου των Λ.Κ. 6.000
η απόφαση της Αρχής δεν μπορεί να υποστηριχθεί.»
Στην όλη εξέταση της υπόθεσης δεν αγνόησα τη θέση της καθ΄ ης η αίτηση ότι και ο δικηγόρος που εκπροσώπησε ενώπιόν της του αιτητές παραδέχθηκε ότι υπάρχουν παραβάσεις. Μάλιστα το γεγονός αυτό με προβλημάτισε σε μεγάλο βαθμό. Ομως τελικά κατάληξα ότι δεν διασώζει την κατάσταση αφού δεν διευκρινίζεται ποιες παραβάσεις (από σύνολο εννέα) έχει παραδεχθεί. Στην προαναφερθείσα υπόθεση RADIO ELIOS NETWORK LTD ν. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, προσφ. αρ. 1596/00, ημερ. 28.2.02 η καθ΄ ης η αίτηση Αρχή είχε επίσης μεταξύ άλλων βασιστεί και σε «δήλωση-παραδοχή της εκπροσώπου του ΡΑΔΙΟ ΗΛΙΟΣ». Ομως και εκεί δεν ήταν σαφές ποια ακριβώς ήταν αυτή δήλωση-παραδοχή. Ετσι το γεγονός αυτό θεωρήθηκε ως μέρος των αδυναμιών που επεσήμανε το Δικαστήριο (Κωνσταντινίδης, Δ.) σε σχέση με την αιτιολόγηση της απόφασης και κατάληξε στην ακύρωση αυτής.
Στην προαναφερθείσα υπόθεση ΑΝΤΕΝΝΑ ΛΙΜΙΤΕΔ ν. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, υπόθ. αρ. 1105/02, 21.5.04 ο Δικαστής Νικολάου περιορίστηκε στο να ακυρώσει μόνο την επιβληθείσα ποινή και όχι «τις καταλογισθείσες παραβάσεις». Στη δική μας όμως περίπτωση ενόψει του ότι η απουσία αιτιολογίας είναι τέτοια που άφηνε ασαφές το γιατί στην επιβολή ποινής λήφθηκαν υπόψη οι παραβάσεις και των εννιά κανονισμών, καταλήγω ότι η απόφασή μου θα πρέπει να είναι η ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης στην ολότητά της. Αλλωστε η ουσία του παραπόνου των αιτητών είναι η επιβολή του προστίμου και όχι η καταλογισθείσες παραβάσεις. Αν δηλαδή η απόφαση της Αρχής περιορίζετο στο να τους καταλογίσει παραβάσεις αλλά χωρίς να τους επιβάλει οποιαδήποτε ποινή, αμφιβάλλω αν οι αιτητές θα καταχωρούσαν αυτή την υπόθεση.
Με βάση τα πιο πάνω καταλήγω ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν περιέχει την αναγκαία αιτιολογία και υπόκειται σε ακύρωση. Το θέμα καθίσταται σοβαρό διότι η επιβληθείσα ποινή προστίμου φαίνεται να αφορά τις παραβάσεις και των εννιά προαναφερθέντων κανονισμών αν λάβουμε υπόψη ότι επιβλήθηκε το μέγιστο της προβλεπόμενης ποινής δηλαδή ΛΚ5.000 που μπορούσε να επιβληθεί στους αιτητές ως παγκύπριος τηλεοπτικός σταθμός που ήσαν.
Σαν αποτέλεσμα η παρούσα προσφυγή επιτυγχάνει. Η προσβαλλόμενη πράξη ακυρώνεται.
Αναφορικά με τα έξοδα, αφού έλαβα υπόψη ότι αρκετοί από τους λόγους που στήριζαν την αίτηση είχαν ήδη αποφασιστεί από τη νομολογία και έχουν απορριφθεί, καταλήγω να εγκρίνω μέρος μόνο των εξόδων.
Η καθ΄ ης η αίτηση να καταβάλει το 1/3 των εξόδων των αιτητών όπως αυτά θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή.
FONT>Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ.
ΣΦ.