ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2003) 4 ΑΑΔ 256

20 Μαρτίου, 2003

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΚΩΣΤΑΣ ΚΩΣΤΑΡΑΣ,

Aιτητής,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1.  ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ,

2.  ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ

     ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΕΡΓΩΝ,

3.  ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΥΠΕΡΩΡΙΩΝ,

Καθ΄ων η αίτηση.

(Yπόθεση Aρ. 289/2001)

 

Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Υπερωρίες ― Χρόνος που απαιτείται για το ταξίδι στο εξωτερικό ― Αυθαίρετη η διάκριση, πως θεωρείται «απασχόληση», μόνο αν γίνεται εντός των κανονικών ωρών εργασίας ― Περαιτέρω απασχόληση υπαλλήλου πέραν των 38 ωρών εβδομαδιαίως του παρέχει το δικαίωμα σε υπερωριακή αμοιβή.

Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Υπερωρίες ― Προϋπόθεση έγκρισης δικαιώματος από το Υπουργείο Οικονομικών βάσει του Κανονισμού 47(4) των Κανονισμών (ΚΔΠ 175/95) ― Δεν αφορά σε υπηρεσιακά ταξίδια στο εξωτερικό.

Ο αιτητής προσέφυγε κατά της απόρριψης του αιτήματός του για έγκριση, ως υπερωριών, των ωρών του ταξιδιού του αιτητή στο εξωτερικό προς εκτέλεση καθηκόντων που του ανατέθηκαν.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:

1.  Οι καθ' ων η αίτηση με την αγόρευσή τους προτείνουν πως, ούτως ή άλλως, αποτελεί πρώτο εμπόδιο στη διεκδίκηση του αιτητή το γεγονός ότι ο αιτητής δεν ζήτησε έγκριση του επίδικου χρόνου, ως υπερωρίας, από το Υπουργείο Οικονομικών, πριν από την πραγματοποίηση των ταξιδιών.  Επικαλούνται συναφώς την παράγραφο (4) του Κανονισμού 47 της Κ.Δ.Π. 175/95.  Δεν υιοθετείται αυτή η προσέγγιση, που δεν ήταν άλλωστε, και η εξήγηση της απόρριψης του αιτήματος από τη διοίκηση.  Είναι ορθή η αντίθετη άποψη του αιτητή πως η παράγραφος (4) του Κανονισμού 47 αφορά στην εντελώς διαφορετική περίπτωση της μετάβασης από τον τόπο κατοικίας του λειτουργού στον τόπο όπου αυτός είναι τοποθετημένος, στην έδρα του δηλαδή.

     Η περίπτωση πραγματοποίησης ταξιδιού στο εξωτερικό, εννοείται με επί τούτου εντολή, δεν είναι ζήτημα που ρυθμίζει η παράγραφος (4).  Ο λειτουργός θα εργαστεί βεβαίως στον όποιο τόπο στο εξωτερικό, αλλά δεν αναγάγεται αυτός ο τόπος στον "τόπο εργασίας" του, με την έννοια του Κανονισμού.

2.  Αντίθετα προς την εισήγηση στη γραπτή αγόρευση των καθ΄ ων η αίτηση πως ο όρος "απασχόληση", κατά τη γραμματική του ερμηνεία, δεν μπορεί να περιλαμβάνει το ταξίδι προς τον τόπο της εργασίας, η διοίκηση εν προκειμένω τον ταξινόμησε ως υπερωρία αναλόγως. Αν συμπίπτει να εντάσσεται στις "κανονικές ώρες εργασίας", οτιδήποτε και αν σημαίνει αυτός ο όρος, είναι απασχόληση που γεννά δικαίωμα σε υπερωρίες.  Αν όχι, τότε δεν γεννάται τέτοιο δικαίωμα.  Συμπτωματικά δηλαδή.

Αυτή η προσέγγιση είναι, όπως ορθά εισηγείται ο αιτητής, αντιφατική και απολήγει σε αυθαιρεσία. Η ώρα αυτοτελώς και η διάρκεια του ταξιδιού σε συνδυασμό με το χρόνο εργασίας στο εξωτερικό ή και στην Κύπρο κατά ορισμένη εβδομάδα, ως προς τον υπάλληλο αλλά και τη διοίκηση είναι στοιχεία τυχαία, που ποικίλλουν κατά περίπτωση και δεν διακρίνεται λογικό έρεισμα στη διαφοροποίηση που έγινε.  Εφόσον η διοίκηση αναγνωρίζει ουσιαστικά πως ο χρόνος του ταξιδιού μπορεί να ταξινομηθεί ως "απασχόληση", αντιφατικά και αυθαίρετα αρνείται την απόδοση του ωφελήματος που προβλέπουν οι Κανονισμοί, ανάλογα με την ώρα του ταξιδιού ή το πόσες ώρες συμποσούνται.

     Ο αιτητής οφείλει 38 ώρες εργασίας εβδομαδιαίως.  Πέραν αυτών, ο χρόνος του είναι δικός του.  Αν απασχοληθεί περαιτέρω, δικαιούται σε ωφελήματα για υπερωρίες.  Η προσέγγιση της διοίκησης σημαίνει πως θα πρέπει, αφού θα έχει συμπληρώσει αυτές τις 38 ώρες, να υφίσταται ο ίδιος τις όποιες ώρες που απαιτούνται για το ταξίδι στο εξωτερικό ως απαραίτητες για την εκτέλεση του καθήκοντός του, ανάλογα με το κατά πόσο συντρέχει η ανωτέρω σύμπτωση.  Ενώ, κατά τη βασική ρύθμιση, αυτός ο χρόνος είναι δικός του ελεύθερος χρόνος.  Είναι λανθασμένη αυτή η προσέγγιση.  Ο χρόνος απασχόλησης στην ειδική περίπτωση δεν μπορεί παρά να περιλαμβάνει, ως ενταγμένο σ' αυτή, και το συζητούμενο χρόνο.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.

Προσφυγή.

Μ. Σπανού, για τον Αιτητή.

Α. Μαππουρίδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για τους Καθ' ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Με την εγκατάλειψη εισηγήσεων σε σχέση με τη διαδικασία λήψης της προσβαλλόμενης απόφασης εγείρεται, ως το θέμα της προσφυγής, το νόμιμο της άρνησης των καθ΄ ων η αίτηση να εγκρίνουν, ως υπερωρίες του αιτητή, το χρόνο του ταξιδιού του στο εξωτερικό προς εκτέλεση καθηκόντων που του ανατέθηκαν.

Ο αιτητής είναι επιθεωρητής πλοίων στο Τμήμα Εμπορικής Ναυτιλίας.  Τόπος εργασίας του είναι τα γραφεία του Τμήματος στη Λεμεσό.  Κατά το έτος 2000 πραγματοποίησε, με οδηγίες των προϊσταμένων του, αριθμό ταξιδιών στο εξωτερικό προς επιθεώρηση πλοίων και άλλα συναφή. Οι ώρες της πράγματι εργασίας του δεν αμφισβητούνται. Ούτε οι υπερωρίες που του αναγνωρίστηκαν με αναφορά σ΄αυτές.  Το κρίσιμο ζήτημα απολήγει τελικά να αφορά στο κατά πόσο ο χρόνος του ταξιδιού, ορθά ερμηνευομένων των όποιων κανόνων διέπουν το θέμα, θα πρέπει να ταξινομείται ως χρόνος εργασίας.  Αυτό εφόσον, για να χρησιμοποιήσουμε τη διατύπωση του Κανονισμού 47 των περί Δημόσιας Υπηρεσίας (Απολαβές, Επιδόματα και άλλα Οικονομικά Ωφελήματα των Δημοσίων Υπαλλήλων) Κανονισμών του 1995 (ΚΔΠ 175/95), εννοείται ως υπερωρία η απασχόληση υπαλλήλων "πέραν από τις συνήθεις ώρες εργασίας τους".

Όμως, οι καθ' ων η αίτηση με την αγόρευσή τους προτείνουν πως, ούτως ή άλλως, αποτελεί πρώτο εμπόδιο στη διεκδίκηση το γεγονός ότι ο αιτητής δεν ζήτησε έγκριση αυτού του χρόνου, ως υπερωρίας, από το Υπουργείο Οικονομικών, πριν από την πραγματοποίηση των ταξιδιών. Επικαλούνται συναφώς την παράγραφο (4) του Κανονισμού 47. Δεν μπορώ να συμμεριστώ αυτή την προσέγγιση, που δεν ήταν άλλωστε, όπως θα δούμε και η εξήγηση της απόρριψης του αιτήματος από τη διοίκηση.  Είναι ορθή η αντίθετη άποψη του αιτητή πως η παράγραφος (4) του Κανονισμού 47 αφορά στην εντελώς διαφορετική περίπτωση της μετάβασης από τον τόπο κατοικίας του λειτουργού στον τόπο όπου αυτός είναι τοποθετημένος, στην έδρα του δηλαδή.  Στην προκείμενη περίπτωση από τη Λευκωσία όπου διαμένει ο αιτητής, στην έδρα του στη Λεμεσό.  Είναι σ΄αυτά τα σταθερά και διαρκή που σαφώς παραπέμπει η παράγραφος (4) εξ ου και η εξάρτηση της εξαίρεσης από εκ των προτέρων έγκριση.  Η περίπτωση πραγματοποίησης ταξιδιού στο εξωτερικό, εννοείται με επί τούτου εντολή, δεν είναι ζήτημα που ρυθμίζει η παράγραφος (4). Ο λειτουργός θα εργαστεί βεβαίως στον όποιο τόπο στο εξωτερικό αλλά δεν αναγάγεται αυτός ο τόπος στον "τόπο εργασίας" του, με την έννοια του Κανονισμού.

Η διοίκηση, όπως ήδη σημείωσα, απέρριψε τη διεκδίκηση για άλλο λόγο.  Όπως εξηγείται σε σχετικό χειρόγραφο σημείωμα,

"Οι περιπλέον ώρες από αυτές που εγκρίθηκαν αποτελούν τον χρόνο ταξιδίου και δεν υποβλήθηκαν στο ΥΣΕ λόγω της υφιστάμενης Κυβερνητικής πολιτικής να μην θεωρείται ο χρόνος ταξιδίου ως εργάσιμος χρόνος (εφ΄όσον πραγματοποιείται εκτός των κανονικών ωρών εργασίας)."

Επομένως, αντίθετα προς την εισήγηση στη γραπτή αγόρευση των καθ' ων η αίτηση πως ο όρος "απασχόληση", κατά τη γραμματική του ερμηνεία, δεν μπορεί να περιλαμβάνει το ταξίδι προς τον τόπο της εργασίας, η διοίκηση τον ταξινομεί ως υπερωρία αναλόγως.  Αν συμπίπτει να εντάσσεται στις "κανονικές ώρες εργασίας", οτιδήποτε και αν σημαίνει αυτός ο όρος, είναι απασχόληση που γεννά δικαίωμα σε υπερωρίες.  Αν όχι, τότε δεν γεννάται τέτοιο δικαίωμα.  Συμπτωματικά δηλαδή.

Αυτή η προσέγγιση είναι, όπως ορθά εισηγείται ο αιτητής, αντιφατική και απολήγει σε αυθαιρεσία.  Η ώρα αυτοτελώς και η διάρκεια του ταξιδιού σε συνδυασμό με το χρόνο εργασίας στο εξωτερικό ή και στην Κύπρο κατά ορισμένη εβδομάδα, ως προς τον υπάλληλο αλλά και τη διοίκηση είναι στοιχεία τυχαία, που ποικίλλουν κατά περίπτωση και δεν μπορώ να διακρίνω λογικό έρεισμα στη διαφοροποίηση που έγινε.  Θεωρώ πως εφόσον η διοίκηση αναγνωρίζει ουσιαστικά πως ο χρόνος του ταξιδιού μπορεί να ταξινομηθεί ως "απασχόληση", αντιφατικά και αυθαίρετα αρνείται την απόδοση του ωφελήματος που προβλέπουν οι Κανονισμοί, ανάλογα με την ώρα του ταξιδιού ή το πόσες ώρες συμποσούνται, κατά τα ανωτέρω.

Ο αιτητής οφείλει 38 ώρες εργασίας εβδομαδιαίως.  Πέραν αυτών, ο χρόνος του είναι δικός του.  Αν απασχοληθεί περαιτέρω, δικαιούται σε ωφελήματα για υπερωρίες.  Η προσέγγιση της διοίκησης σημαίνει πως θα πρέπει, αφού θα έχει συμπληρώσει αυτές τις 38 ώρες, να υφίσταται ο ίδιος τις όποιες ώρες που απαιτούνται για το ταξίδι στο εξωτερικό ως απαραίτητες για την εκτέλεση του καθήκοντός του, ανάλογα με το κατά πόσο συντρέχει η σύμπτωση στην οποία έχω αναφερθεί.  Ενώ, κατά τη βασική ρύθμιση, αυτός ο χρόνος είναι δικός του ελεύθερος χρόνος. Θεωρώ λανθασμένη αυτή την προσέγγιση.  Ο χρόνος απασχόλησης στην ειδική  περίπτωση δεν μπορεί παρά να περιλαμβάνει, ως ενταγμένο σ΄αυτή, και το συζητούμενο χρόνο.

Ο αιτητής επικαλείται και τις ρυθμίσεις του περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Τέλη και Φορολογικές Διατάξεις) Νόμου του 1992 (Ν. 38(Ι)/92) για τη χρέωση σε τέτοιες περιπτώσεις των πλοιοκτητών και για το χρόνο ταξιδιού των επιθεωρητών.  Επίσης τις παράλληλες ρυθμίσεις των Κανονισμών και την πρακτική που ακολουθείται σε σχέση με τα οδοιπορικά.  Δεν θεωρώ, όμως, ότι χρειάζεται να επεκταθώ σ΄αυτά.  Εκείνο που πρέπει να σχολιάσω τελικά είναι η αναφορά στην αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης σε κυβερνητική πολιτική. Εννοείται, βεβαίως, πως δεν είναι δυνατό με την καθιέρωση πολιτικής να αλλοιώνονται οι παράμετροι όπως αυτοί προκύπτουν από το Νόμο και τους Κανονισμούς.  Αλλά δεν έχω δει στο φάκελο και οτιδήποτε που να καταδεικνύει "κυβερνητική πολιτική" τέτοιου περιεχομένου. Ό,τι υπάρχει, στο οποίο αναφέρθηκαν και οι καθ΄ων η αίτηση στην ένστασή τους, είναι η Εγκύκλιος 1084 ημερομηνίας 10.7.95 του Υπουργείου Οικονομικών η οποία απλώς υποδεικνύει ότι θα ισχύουν πλέον οι Κανονισμοί στη θέση των ως τότε σχετικών Γενικών Διατάξεων και Εγκυκλίων.

Η προσφυγή επιτυγχάνει, με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο