ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Υπόθεση Αρ. 1031/2000)

29 Σεπτεμβρίου, 2003

[ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤO ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΜΙΧΑΛΑΚΗΣ ΚΥΡΙΑΚΟΥ ΜΙΧΑΗΛ,

Αιτητής,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ

      1. ΤΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΗΣΕΩΣ
      2. ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΗΣΕΩΣ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ
      3. ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

Καθ΄ων η Αίτηση.

- - - - - -

Α. Ταλιαδώρος, για τον Αιτητή.

Χρ. Ιωσηφίδης, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους

Καθ΄ων η Αίτηση.

Ι. Νικολάου, για τα Ενδιαφερόμενα Μέρη.

- - - - - -

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ.: Στις 30.11.1998 η κα Πολυνίκη Π. Βότση και Πηνελόπη Π. Βότση (ενδιαφερόμενα μέρη), συνιδιοκτήτριες του ακινήτου με αρ. 11031, Φ./Σχ.38/52V, τεμάχια 284, 285, Παλαιχώρι Ορεινής (το ακίνητο), υπέβαλαν αίτηση στην αρμόδια Πολεοδομική Αρχή για χορήγηση συναίνεσης και πολεοδομικής άδειας για οικοδομικές εργασίες και μετατροπές σε διατηρητέα οικοδομή που βρίσκεται στο ακίνητο. Η ανάπτυξη στην οποία αφορούσε η αίτηση περιελάμβανε εργασίες αποκατάστασης περιλαμβανομένης της προσθήκης ενός υπνοδωματίου, χώρου υγιεινής και μπαλκονιού σε τρίτο επίπεδο. Η προσθήκη αποσκοπούσε στη διατήρηση του σώσπιτου και δίχωρου στο πρώτο επίπεδο στην παραδοσιακή της μορφή ώστε να είναι εφικτή η μουσειακή της χρήση στο μέλλον ως συνέχεια υφιστάμενου γειτονικού μουσείου. Επειδή η προσθήκη αυτή εφάπτεται συνορεύουσας οικοδομής ιδιοκτησίας του αιτητή, ο τελευταίος, με προφορικά και γραπτά διαβήματά του προς τον Έπαρχο Λευκωσίας, αφού κατήγγειλε την εκ μέρους των ενδιαφερομένων μερών έναρξη εργασίας συντήρησης, επισήμανε το ενδεχόμενο δυσμενούς επηρεασμού των ανέσεων της κατοικίας του. Ως εκ τούτου το θέμα τέθηκε ενώπιον της αρμόδιας Αρχής (Συμβούλιο Βελτιώσεως Παλαιχωρίου) η οποία και διέταξε την αναστολή των εργασιών.

Στις 11.12.1998 η αίτηση των ενδιαφερόμενων μερών για χορήγηση συναίνεσης και πολεοδομικής άδειας στο ακίνητο διαβιβάστηκε στο Διευθυντή Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως για χειρισμό, σύμφωνα με το περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας (Εκχώρηση Εξουσιών) Διάταγμα του 1998 (ΚΔΠ 280/98) και την ισχύουσα διαδικασία.

Στις 15.1.1999 ζητήθηκαν οι απόψεις του Επάρχου Λευκωσίας και του Επαρχιακού Κτηματολογικού Λειτουργού Λευκωσίας. Ο Έπαρχος Λευκωσίας διατύπωσε την άποψη πως με το κλείσιμο της μικρής αρσέρας (παράθυρο διαστάσεων 0.30μέτρα επί 0.60μέτρα) στην οικοδομή του αιτητή δεν επηρεάζονταν δυσμενώς οι ανέσεις του, γιατί το ίδιο δωμάτιο διαθέτει άλλα ανοίγματα (πόρτα με ημιδιαφανές γυαλί και παράθυρο) τα οποία διασφαλίζουν επαρκώς τον κατάλληλο αερισμό και φωτισμό του. Επιπρόσθετα, ο Έπαρχος σημείωσε ότι μέρος της μικρής αρσέρας παραμένει μόνιμα κλειστό λόγω των αγωγών αποχετεύσεων που κατέρχονται από τον τρίτο όροφο της οικοδομής του αιτητή. Ο Επαρχιακός Κτηματολογικός Λειτουργός Λευκωσίας ανέφερε ότι στα αρχεία του Κτηματολογίου δεν υπήρχε οποιαδήποτε επιβεβαίωση για την ύπαρξη της μικρής αρσέρας ούτε οποιαδήποτε καταχώρηση δουλείας αέρος/φωτός. Πιστοποιητικό, όμως, που εκδόθηκε από τον Πρόεδρο και τα Μέλη της Χωρητικής Αρχής Παλαιχωρίου ανέφερε ότι η μικρή αρσέρα υπήρχε από της ανεγέρσεως της οικοδομής πριν εβδομήντα και πλέον χρόνια.

Απόψεις ζητήθηκαν και από τον Επαρχιακό Λειτουργό Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως Λευκωσίας ο οποίος, με επιστολή του προς το Διευθυντή Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως ημερομηνίας 4.3.1999, εισηγήθηκε τη χορήγηση της συναίνεσης στις προτεινόμενες προσθήκες/μετατροπές στο ακίνητο "νοουμένου ότι δεν θα επηρεαστεί καθ΄οιονδήποτε τρόπο το δικαίωμα παραθύρου για φωτισμό/αερισμό της οικοδομής που εφάπτεται του κοινού βόρειου συνόρου", ήτοι της οικοδομής του αιτητή.

Την 1.6.1999 ο Διευθυντής Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως παραχώρησε τη ζητηθείσα συναίνεση. Μετά τη χορήγηση της συναίνεσης, και αφού μελέτησε τα εγκριθέντα σχέδια, στις 5.7.1999, ο Επαρχιακός Λειτουργός Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως Λευκωσίας αποφάσισε να στείλει επιστολή στα ενδιαφερόμενα μέρη με την οποία να τα καλεί "να προσκομίσουν τη συγκατάθεση του ιδιοκτήτη της κατοικίας του οποίου με την προσθήκη του ορόφου θα κλείνουν το υφιστάμενο μικρό παράθυρο (φεγγίτη) ή να υποβάλουν νέα τροποποιημένα σχέδια τα οποία να μην κλείσουν το υφιστάμενο άνοιγμα". Η επιστολή ημερομηνίας 12.7.1999 στάληκε στα ενδιαφερόμενα μέρη στις 13.7.1999 με την προειδοποίηση ότι αν δεν προέβαιναν στην προτεινόμενη διευθέτηση εντός ενός μηνός, η αίτηση θα απορριπτόταν. Όμως, τα ενδιαφερόμενα μέρη δεν ανταποκρίθηκαν.

Στις 8.8.1999 ο αιτητής ζήτησε την παρέμβαση του Υπουργού Εσωτερικών, ενώ στις 16.8.1999, μετά από αγωγή που καταχώρησε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, εξασφάλισε διάταγμα με το οποίο απαγορευόταν στα ενδιαφερόμενα μέρη η συνέχιση οποιωνδήποτε οικοδομικών εργασιών, χωρίς την εξασφάλιση των αναγκαίων αδειών.

Στις 25.8.1999, ενόψει της απαίτησης για εξασφάλιση της συγκατάθεσης του αιτητή για κλείσιμο του παραθύρου ή για την υποβολή νέων τροποποιημένων σχεδίων ώστε να μην επηρεαστεί το παράθυρο, τα ενδιαφερόμενα μέρη απέστειλαν επιστολή στο Διευθυντή Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως με την οποία αμφισβητούσαν τη νομιμότητα του τρίτου ορόφου της συνορεύουσας οικοδομής του αιτητή όπως και τη νομιμότητα φεγγίτη στο δεύτερο όροφο. Στην επιστολή επισύναψαν και παράπονο που υπέβαλαν στην Επίτροπο Διοίκησης σε σχέση με την ενέργεια της Πολεοδομικής Αρχής σε συνδυασμό με καταγγελία για παράνομες προσθήκες και μετατροπές στη συνορεύουσα οικοδομή του αιτητή σε βάρος της δικής τους οικοδομής.

Η έρευνα της Επιτρόπου Διοίκησης, σε σχέση με το υποβληθέν παράπονο, ολοκληρώθηκε στις 17.12.1999 με την εισήγηση της επανεξέτασης της θέσης που διατυπώθηκε στην επιστολή του Επαρχιακού Λειτουργού Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως Λευκωσίας ημερομηνίας 12.7.1999.

Την 31.12.1999 η Πολεοδομική Αρχή, αφού έλαβε υπόψη τις σχετικές πρόνοιες της ισχύουσας Δήλωσης Πολιτικής, όπως και τις απόψεις του Κοινοτικού Συμβουλίου Παλαιχωρίου της 29.8.1999 ότι "Με το κλείσιμο του φεγγίτη οι ανέσεις του ιδιοκτήτη της οικοδομής δεν θα επηρεαστούν δυσμενώς γιατί το ίδιο δωμάτιο διαθέτει και άλλα ανοίγματα που προβάλλονται σε δημόσιο δρόμο, ήτοι πόρτα με γυαλί και ένα παράθυρο τα οποία φωτίζουν επαρκώς το δωμάτιο.", καθώς και τα ανάλογα συμπεράσματα-εισηγήσεις της Επιτρόπου Διοίκησης της 17.12.1999, αποφάσισε να χορηγήσει τη ζητηθείσα πολεοδομική άδεια, ακολούθως δε, στις 19.5.2000, ο Έπαρχος Λευκωσίας εξέδωσε την ζητηθείσα άδεια οικοδομής.

Με την προσφυγή επιδιώκεται η ακύρωση της συναίνεσης που χορηγήθηκε σύμφωνα με τον περί Διατηρητέων Οικοδομών Νόμο του 1992 και το περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας (Εκχώρηση Εξουσιών) Διάταγμα του 1996, της πολεοδομικής άδειας που χορηγήθηκε την 31.12.1999, σύμφωνα με τον περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμο του 1972 και της άδειας οικοδομής που χορηγήθηκε στις 19.5.2000 σύμφωνα με τον περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμο, Κεφ. 96, και τους περί Οδών και Οικοδομών Κανονισμούς.

Οι προδικαστικές ενστάσεις.

Ο δικηγόρος των καθ΄ων η αίτηση, όπως και ο δικηγόρος των ενδιαφερόμενων μερών, ήγειραν δύο προδικαστικές ενστάσεις. Με την πρώτη πρόβαλαν τη θέση ότι η προσφυγή είναι εκπρόθεσμη. Με τη δεύτερη ότι η προσφυγή στρέφεται εναντίον τριών ανεξάρτητων εκτελεστών διοικητικών πράξεων, πράξεων δηλαδή που δεν είναι συναφείς μεταξύ τους, και, επομένως, όσον αφορά τη δεύτερη και τρίτη πράξη, αυτή θα πρέπει να απορριφθεί χωρίς περαιτέρω εξέταση.

Ούτε η μία ένσταση ευσταθεί ούτε η άλλη.

Αναφορικά με το εκπρόθεσμο της προσφυγής έχει γίνει η εισήγηση ότι ο ισχυρισμός του αιτητή ότι έλαβε, για πρώτη φορά, γνώση των επίδικων διοικητικών πράξεων στις 3.7.2000 δεν είναι αληθής, αφού, από τα ενώπιον του Δικαστηρίου γεγονότα, προκύπτει ότι αυτός είχε προηγούμενη γνώση και, εν πάση περιπτώσει, θα μπορούσε να έχει τέτοια γνώση αν κατέβαλλε εύλογη επιμέλεια.

Η εισήγηση δεν ευσταθεί. Κανένα από τα ενώπιόν μου γεγονότα δεν υποδηλώνει ότι ο αιτητής είχε προηγούμενη γνώση των επίδικων διοικητικών πράξεων. Ούτε ότι δεν κατέβαλε εύλογη επιμέλεια για να πληροφορηθεί σχετικά, αν και το σημείο αυτό δεν έχει σημασία, εφόσον η έναρξη της προθεσμίας των 75 ημερών προϋποθέτει, απαραίτητα, γνώση της πράξης. Αν, δηλαδή, δεν αποδειχθεί γνώση, έστω και αν τούτο οφείλεται σε αμέλεια του αιτητή, η προθεσμία των 75 ημερών δεν αρχίζει να μετρά. Το βάρος της απόδειξης, κατά θετικό τρόπο, ότι ο αιτητής έλαβε γνώση των επίδικων διοικητικών πράξεων πριν τις 3.7.2000 δεν έχει αποσεισθεί ούτε από τους καθ΄ων η αίτηση ούτε από το ενδιαφερόμενο μέρος. (Βλ., μεταξύ άλλων, Plousiou v. Central Bank (1982) 3 CLR 230).

Αναφορικά με το συναφές ή μη των επίδικων διοικητικών πράξεων είναι πρόδηλο ότι αυτές είναι συναφείς εφόσον η μια αποτελεί προϋπόθεση της άλλης. Σχετικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση της Ολομέλειας στην Α. Βασιλείου ν. Δημοκρατίας κ.ά., ΑΕ3035 και 3042, 16.7.2002:

"Έχουμε εξετάσει το θέμα και έχουμε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι οι δύο πράξεις είναι συναφείς. Ανεξάρτητα από το ότι οι δύο άδειες εκδίδονται από διαφορετικά διοικητικά όργανα σε διαφορετικά χρονικά διαστήματα και ανεξάρτητα από το ότι η Δημοτική αρχή δεν είναι υποχρεωμένη να εκδώσει άδεια οικοδομής επειδή έχει ήδη εκδοθεί πολεοδομική άδεια, υπάρχουν μεταξύ των δύο πράξεων τα συνθετικά εκείνα στοιχεία τα οποία τις καθιστούν ως συναφείς. Σύμφωνα με την Ελληνική νομολογία συναφείς μπορούν να θεωρηθούν όλες οι προσβαλλόμενες πράξεις όταν για παράδειγμα η μία πράξη αποτελεί προϋπόθεση της άλλης. (Σ.τ.Ε. 1821/53).

Η έκδοση της άδειας οικοδομής προϋποθέτει την ύπαρξη πολεοδομικής άδειας. Η διακριτική ευχέρεια που έχει η Δημοτική Αρχή να εκδώσει άδεια οικοδομής παρά την αρνητική στάση της Πολεοδομικής Αρχής, δεν εξουδετερώνει τη συνάφεια που έχουν οι δύο πράξεις μεταξύ τους, αφού προτού η Δημοτική Αρχή εξετάσει αν θα εκδώσει άδεια οικοδομής, θα πρέπει να έχει τις θέσεις της Πολεοδομικής Αρχής."

Η ουσία της προσφυγής.

Προβάλλεται ως λόγος ακυρώσεως ότι, εφόσον ο Υπουργός Εσωτερικών με το Διάταγμα Διατήρησης της 28.7.1995 (ΚΔΠ217/95), συγκεκριμένα με την παράγραφο (ε), κήρυξε ως διατηρητέα "ενιαία οικοδομή" την οικοδομή που βρισκόταν όχι μόνο στα τεμάχια 284 και 285 των ενδιαφερόμενων μερών αλλά και στα τεμάχια 286 και 288, οι αιτήσεις για παροχή συναίνεσης, πολεοδομικής άδειας και άδειας οικοδομής θάπρεπε να υποβληθούν όχι μόνο από τα ενδιαφερόμενα μέρη αλλά και από την ιδιοκτήτρια των τεμαχίων 286 και 288, τα δε αρχιτεκτονικά σχέδια να αφορούν όχι μόνο τα τεμάχια 284 και 285 αλλά ολόκληρη τη διατηρητέα ενιαία οικοδομή. Σύμφωνα με το δικηγόρο του αιτητή, εφόσον τούτο δεν έγινε, οι καθ΄ων η αίτηση δεν είχαν δικαίωμα να εξετάσουν και, μάλιστα, να εγκρίνουν τις αιτήσεις των ενδιαφερόμενων μερών για συναίνεση, πολεοδομική άδεια και άδεια οικοδομής για μετατροπές που αφορούσαν μέρος μόνο της ενιαίας οικοδομής, ήτοι το μέρος εκείνο που βρισκόταν στα δικά τους τεμάχια και δη στο τεμάχιο 284 αφού το τεμάχιο 285 χρησιμοποιείτο ως αυλή.

Ο προβαλλόμενος λόγος ακυρώσεως δεν ευσταθεί. Δεδομένου ότι υπήρχαν ανεξάρτητοι τίτλοι ιδιοκτησίας για κάθε τεμάχιο, οι εγγεγραμμένοι ιδιοκτήτες είχαν το δικαίωμα να υποβάλλουν αίτηση για συναίνεση, πολεοδομική άδεια και άδεια οικοδομής για το κάθε ένα ξεχωριστά, εφόσον δεν υπήρχε οποιαδήποτε νομοθετική πρόνοια η οποία να απαγορεύει κάτι τέτοιο ή να επιβάλλει το αντίθετο.

Προβάλλεται, επίσης, ως λόγος ακυρώσεως ότι η απόφαση της Πολεοδομικής Αρχής να χορηγήσει τη ζητηθείσα άδεια είναι προϊόν μη δέουσας έρευνας και, συνεπακόλουθα, πλάνης περί τα πράγματα εφόσον δεν εξετάστηκαν διάφορες υπαλλακτικές λύσεις που προτάθηκαν ώστε και ο τρίτος όροφος των ενδιαφερόμενων μερών να ανεγερθεί και το παράθυρο του αιτητή να μην κλείσει. Ιδιαίτερη αναφορά έγινε από το δικηγόρο του αιτητή στην επιστολή της 12.10.1999 του Επαρχιακού Λειτουργού Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως Λευκωσίας προς τον Επίτροπο Διοίκησης με την οποία προτείνονται διάφορες υπαλλακτικές αρχιτεκτονικές λύσεις για επίλυση του προβλήματος.

Ούτε αυτός ο λόγος ευσταθεί. Είναι πρόδηλο, από τα ενώπιόν μου στοιχεία, ότι οι υπό αναφορά υπαλλακτικές λύσεις ήσαν ενώπιον της Πολεοδομικής Αρχής και, επομένως, λήφθηκαν υπόψη, όπως λήφθηκαν υπόψη και οι απόψεις του Επάρχου Λευκωσίας και του Κοινοτικού Συμβουλίου Παλαιχωρίου σύμφωνα με τις οποίες "Με το κλείσιμο του φεγγίτη οι ανέσεις του ιδιοκτήτη της οικοδομής δεν θα επηρεαστούν δυσμενώς γιατί το ίδιο δωμάτιο διαθέτει και άλλα ανοίγματα που προβάλλονται σε δημόσιο δρόμο, ήτοι πόρτα με γυαλί και ένα παράθυρο τα οποία φωτίζουν επαρκώς το δωμάτιο." Ήταν, κατά την άποψή μου, εύλογα επιτρεπτό για την Πολεοδομική Αρχή, αντί να επιμείνει σε υπαλλακτικές αρχιτεκτονικές λύσεις που θα συνεπάγονταν την τροποποίηση των αρχιτεκτονικών σχεδίων των ενδιαφερόμενων μερών, με όλα τα συνεπακόλουθα, να τους χορηγήσει τη ζητηθείσα πολεοδομική άδεια εφόσον, με τα υφιστάμενα σχέδια, οι ανέσεις του αιτητή δεν θα επηρεάζονταν δυσμενώς, για τους λόγους που εξέθεσε το Κοινοτικό Συμβούλιο Παλαιχωρίου.

Άλλος λόγος ακυρώσεως που προβάλλεται είναι ότι η άδεια οικοδομής εκδόθηκε από την αρμόδια Αρχή (Έπαρχος Λευκωσίας) χωρίς να διεξαχθεί οποιαδήποτε έρευνα αναφορικά με τις επιπτώσεις της άδειας οικοδομής στην οικία του αιτητή. Με άλλα λόγια, σύμφωνα με το δικηγόρο του αιτητή, "η άδεια οικοδομής εκδόθηκε χωρίς το αρμόδιο όργανο να εξετάσει κατά πόσο η αίτηση για άδεια οικοδομής ήταν σύμφωνη ή όχι με τις διατάξεις του Περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμου, Κεφ. 96 και των δυνάμει αυτού εκδοθέντων Περί Οδών και Οικοδομών Κανονισμών."

Ούτε αυτός ο λόγος ευσταθεί. Στην αγόρευσή του δικηγόρου του αιτητή δεν αναφέρεται οποιαδήποτε ασυμβατότητα ή σύγκρουση της προτιθέμενης ανάπτυξης με οποιαδήποτε πρόνοια του περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμου και των σχετικών Κανονισμών ώστε η αρμόδια Αρχή (Έπαρχος Λευκωσίας) να μην είχε εξουσία να χορηγήσει τη ζητηθείσα άδεια οικοδομής μετά που τα ενδιαφερόμενα μέρη είχαν εξασφαλίσει πολεοδομική άδεια ως αποτέλεσμα της διαδικασίας που προηγήθηκε και στα πλαίσια της οποίας εξετάστηκαν οι επιπτώσεις στην οικία του αιτητή.

Ο τελευταίος λόγος ακυρώσεως που προβάλλεται είναι ότι με τις προσβαλλόμενες πράξεις παραβιάστηκε το δικαίωμα του αιτητή για εύλογη χρήση και απόλαυση της περιουσίας του και ή για απόλαυση εύλογου ποσοστού φωτός, όπως το δικαίωμα αυτό διασφαλίζεται από το Άρθρο 23 του Συντάγματος.

Και αυτός ο λόγος είναι αβάσιμος. Με τις προσβαλλόμενες πράξεις οι καθ΄ων η αίτηση δεν στέρησαν ή περιόρισαν το δικαίωμα του αιτητή για εύλογη χρήση και απόλαυση της περιουσίας του και/ή απόλαυση εύλογου ποσοστού φωτός εφόσον, όπως σημείωσε το Κοινοτικό Συμβούλιο Παλαιχωρίου, θέση που υιοθέτησαν τόσο η Πολεοδομική Αρχή όσο και ο Έπαρχος Λευκωσίας, "Tο ίδιο δωμάτιο διαθέτει και άλλα ανοίγματα που προβάλλονται σε δημόσιο δρόμο, ήτοι πόρτα με γυαλί και ένα παράθυρο τα οποία φωτίζουν επαρκώς το δωμάτιο."

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα εις βάρος του αιτητή.

Οι προσβαλλόμενες πράξεις επικυρώνονται βάσει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.

 

Ρ. Γαβριηλίδης,

Δ.

 

 

/ΧΤΘ

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο