ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΑΡ. 245/97
ΕΝΩΠΙΟΝ: Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗ, Δ.
Αναφορικά με το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος
Μεταξύ:
Δαυίδ Γεωργίου από το Στρόβολο
Aιτητή
και
Κυπριακή Δημοκρατία μέσω
Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας
Διευθυντή Τμήματος Τελωνείων
Διευθυντή Διοίκησης και Προσωπικού
Γενικού Λογιστή
Καθ΄ων η αίτηση
-----------------
23 Δεκεμβρίου 1998.
O αιτητής παρουσιάζεται αυτοπροσώπως.
Για τους καθ΄ων η αίτηση: Ξ. Ευσταθίου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας.
------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Το θέμα στην παρούσα προσφυγή είναι όμοιο με εκείνο στην υπόθεση Ιουλία Καζέπη κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας Προσφυγή 692/97 στην οποία επίσης εκδίδεται απόφαση σήμερα. Aφορά στις υποχρεώσεις που πηγάζουν από τον περί Προϋπολογισμού (Τροποποιητικό) Νόμο του 1996 (Ν.8(ΙΙ)/96). Παραθέτω και σ΄αυτή την περίπτωση τα άρθρα 2 και 3 του Νόμου.
2. Ο τίτλος και οι κλίμακες των θέσεων που φαίνονται στη δευτερη στήλη, των οποίων ο βασικός μισθός περιλαμβάνεται στο εδάφιο του ΄Αρθρου 100 που φαίνεται έναντι των Κεφαλαίων στην πρώτη στήλη και ο αριθμός των οποίων φαίνεται στην τρίτη στήλη, αντικαθίστανται από τον τίτλο και τις κλίμακες που φαίνονται στην τέταρτη στήλη του Πίνακα.
3. Η φράση "Συνδυασμένες Θέσεις" για τις θέσεις που περιγράφονται στο άρθρο 2 του παρόντος Νόμου αντικαθίσταται από τη φράση "Συνδυασμένες Κλίμακες".
Ο αιτητής κατείχε τη θέση Τελωνειακού Λειτουργού 3ης Τάξης (Κλίμακα Α4) που ήταν συνδυασμένη με τη ομώνυμη της 2ης Τάξης (Κλίμακα Α7) και, κατά το Νόμο, (Κεφ. 18.03 - Τελωνεία), ο τίτλος και η κλίμακα της αντικαταστάθηκαν από 16.2.96 με εκείνα του Τελωνειακού Λειτουργού (Κλίμακες Α2-Α4 και Α7).
Η ΕΔΥ τον πληροφόρησε για το γεγονός με επιστολή ημερομηνίας 29.3.96, αλλά, όπως και στην προαναφερθείσα υπόθεση, δεν υπήρξε άλλη εξέλιξη. Για τον αιτητή η πρακτική σημασία που θα αντανακλούσε στη μισθοδοσία του, θα επερχόταν από την 1.12.96. Η μισθοδοσία του υπολογίστηκε και τότε στη βάση της κλίμακας Α4, την εισέπραξε υπό διαμαρτυρία και καταχώρισε την παρούσα προσφυγή. Διατυπώνονται δυο θεραπείες αλλά το νόημά τους είναι πως καταλογίζει στη διοίκηση παράλειψη της οφειλόμενης ενέργειας της εφαρμογής του Νόμου, στην περίπτωσή του.
Αποτελεί και στην παρούσα υπόθεση την επίδικη διαφορά το κατά πόσο ήταν όρος για την εφαρμογή του νόμου η έγκριση νέων σχεδίων υπηρεσίας. Πάνω στη βάση της αντίληψης πως αυτό ήταν απαραίτητο, οι καθ΄ων η αίτηση υποστήριξαν πως οι πρακτικές δυσκολίες και περιπλοκές που ανέκυψαν, δικαιολογούσαν την ως τώρα μή εφαρμογή του Νόμου.
Δεν χρειάζεται να παραθέσω άλλες λεπτομέρειες. Σημειώνω μόνο πως ο Ν. 57(ΙΙ)/96 που ακολούθησε, δεν επηρέασε τη ρύθμιση του Ν. 8(ΙΙ)96 ως προς τους τελωνειακούς λειτουργούς. Επίσης σημειώνω πως ο αιτητής θεωρεί τις εγκυκλίους που εκδόθηκαν μετά τη θέσπιση του Ν. 8(ΙΙ)/96 ως παρέχουσες επιπρόσθετο έρεισμα στις διεκδικήσεις του. Ισχυρίζεται ακόμα πως έτυχε δυσμενούς μεταχείρισης αφού σε σχέση με άλλες θέσεις ακολουθήθηκε
η πορεία που και ο ίδιος επιδιώκει.΄Οσα ανέφερα στην Προσφυγή 692/97 ισχύουν και για την παρούσα και δεν χρειάζεται να ασχοληθώ με άλλο θέμα. Αντί επανάληψης συνοψίζω την κεντρική σκέψη. Ο Ν.8(ΙΙ)/96 δεν δημιούργησε νέες θέσεις. Αντικατέστησε τον τίτλο και τις κλίμακες των ήδη υφισταμένων θέσεων. Ο Νόμος επέφερε κατ΄ευθείαν και χωρίς τον όρο της εγκρισης νέων σχεδίων υπηρεσίας την αντικατάσταση και τη διαφοροποίηση ως προς τους όρους μισθοδοσίας. Με την έναρξη της ισχύος του, προέκυψε καθήκον απόδοσης των
δικαιωμάτων που θεσμοθετήθηκαν και η στάση της διοίκησης συνιστά παράλειψη οφειλόμενης ενέργειας.Η προσφυγή επιτυγχάνει. Η παράλειψη δεν θα έπρεπε να είχε επισυμβεί και ό,τι παρελείφθη έδει να είχε εκτελεστεί. Ο αιτητής χειρίστηκε αυτοπροσώπως την προσφυγή του και δικαιούται από τη Δημοκρατία τα προσωπικά του έξοδα.
Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ
/ΜΣι.