ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1997) 4 ΑΑΔ 1058
6 Μαΐου, 1997
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΠΕΡΙΚΛΕΟΥΣ,
Αιτητής,
ν.
ΑΡΧΗΣ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 320/96)
Οργανισμοί Δημοσίου Δικαίου — Υπάλληλοι — Υπηρεσιακές εκθέσεις — Σύνταξη — Άρθρο 3 του περί Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου (Αξιολόγηση, Ελευθερία Έκφρασης Γνώμης και Πολιτικά Δικαιώματα Υπαλλήλων) Νόμου του 1990 (Ν. 155/90) — Ερμηνεία του όρου "καθορισμένος" — Η προκύπτουσα γενική υποχρέωση ρύθμισης της μορφής και του τρόπου και χρόνου σύνταξης των υπηρεσιακών εκθέσεων διά κανονισμών.
Οργανισμοί Δημοσίου Δικαίου — Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου — Υπάλληλοι — Υπηρεσιακές εκθέσεις — Τα φύλλα ποιότητας του Καν. 10(9) της Κ.Δ.Π. 220/82 δεν είναι οι υπηρεσιακές εκθέσεις που προνοούνται στο Ν. 155/90— Η προαγωγή με βάση και τα φύλλα αυτά ποιότητας είναι άκυρη.
Ο αιτητής προσέβαλε την προαγωγή των ενδιαφερομένων μερών στη θέση Διευθυντή.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:
Το θέμα στην υπόθεση Ελπιδοφόρος Αλβάνης ήταν διαφορετικό και τίποτε που λέχθηκε σ' αυτή είχε να κάμει με την μέθοδο της σύνταξης των υπηρεσιακών εκθέσεων. Ήταν οι επιπτώσεις της ανυπαρξίας τους που συζητήθηκαν και το απόσπασμα που αναφέρθηκε δεν αποτελεί εξαίρεση.
Η ουσία του. ζητήματος που εξετάζεται δεν είναι "χρονολογικής" φύσης. Αν, δηλαδή, θα έπρεπε κατ' ανάγκην να θεσπιστεί νέος κανονισμός μετά την έναρξη της ισχύος του Νόμου ή αν η κάλυψη των απαιτήσεων του Νόμου από Κανονισμό ήδη υφιστάμενο καθιστούσε περιττή τη θέσπιση νέου. Η ουσία του ζητήματος που εγείρεται εντοπίζεται στο κατά πόσο πράγματι ο Κανονισμός 23(4), ως περιεχόμενο, συμβιβάζεται προς το Νόμο.
Το Άρθρο 3 του Νόμου 155/90, σε συνδυασμό προς τις ερμηνευτικές διατάξεις του, είναι σαφές. Απαιτεί να συντάσσονται υπηρεσιακές εκθέσεις για όλους τους υπαλλήλους των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου που καλύπτει και καθορίζει βασικές αρχές που θα τις διέπουν, αλλά δεν περιορίζεται σ' αυτά, όπως ήταν η εισήγηση των καθ' ων η αίτηση. Αποδοχή αυτής της εισήγησης θα άφηνε πίσω το κρισιμότερο, για τους σκοπούς της παρούσας υπόθεσης, μέρος του Νόμου. Το οποίο ορίζει πως οι υπηρεσιακές εκθέσεις συντάσσονται κατά τον καθορισμένο, δηλαδή με Κανονισμούς πόυ εκδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις των οικείων Νόμων, τρόπο και χρόνο. Απαιτεί δηλαδή ο τρόπος και ο χρόνος σύνταξης των υπηρεσιακών εκθέσεων, να καθορίζονται με Κανονισμούς.
Το Άρθρο 43 του περί Υπηρεσίας Τηλεπικοινωνιών Κύπρου Νόμου, Κεφ. 302, όπως τροποποιήθηκε, ενόψει και των διατάξεων του Άρθρου 2 του περί των Οργανισμών Δημοσίου Δικαίου (Ρύθμισις Θεμάτων Προσωπικού) Νόμου του 1970 (Ν. 61/70) παρέχει στην Αρχή εξουσία έκδοσης Κανονισμών προς ρύθμιση, μεταξύ άλλων, της προαγωγής μελών του. προσωπικού της. Και εκδόθηκε δυνάμει του η Κ.Δ.Π. 220/82, ο Κανονισμός 10(9) της οποίας καθιστά τα φύλλα ποιότητας στοιχείο των κρίσεων για προαγωγή. Σύμφωνα δε με τον Κανονισμό 23(4), "περί των φύλλων ποιότητος, των φύλλων προαγωγής και περί των αρμοδίων προς σύνταξιν αυτών υπηρεσιακών οργάνων αποφασίζει το Διοικητικόν Συμβούλιον".
Όταν ο Ν. 155/90 αναφέρεται σε καθορισμό του τρόπου σύνταξης των Υπηρεσιακών Εκθέσεων με Κανονισμό, δεν παραπέμπει στο φορέα της εξουσίας σύνταξής τους ώστε να μπορεί να θεωρηθεί ότι η ανάθεση της στο Διοικητικό Συμβούλιο αποτελεί τέτοιο "τρόπο". Αναφέρεται στο περιεχόμενο των Υπηρεσιακών Εκθέσεων και είναι αυτό που πρέπει να καθορίζεται από Κανονισμό για για να υπάρχουν τα εχέγγυα που αυτή η αναβάθμιση συνεπάγεται. Όπως ακριβώς έχει γίνει με την έκδοση των περί Δημόσιας Υπηρεσίας (Αξιολόγηση Υπαλλήλων) Κανονισμών του 1990, Κ.Δ.Π. 386/90 και 110/93, ενόψει των διατάξεων του Άρθρου 50 του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990 (Ν. 1/90). Οι οποίοι αναπαράχθηκαν με το Άρθρο 3 του Νόμου 155/90 προς εξομοίωση, ως προς αυτή την πτυχή, "των διαδικασιών που διέπουν τις προαγωγές στους ημικρατικούς οργανισμούς και τη δημόσια υπηρεσία" (βλ. Ελπιδοφόρος Αλβάνης ν. ΑΤΗΚ, ανωτέρω). Διαφορετικά θα εξαρτάτο, όπως και πριν, από την απόλυτη κρίση του ίδιου του Διοικητικού Συμβουλίου η υιοθέτηση υπηρεσιακών εκθέσεων του ενός ή άλλου περιεχομένου ή τύπου, όπως ακριβώς έγινε και εν προκειμένω. Το Διοικητικό Συμβούλιο, αφού υιοθέτησε την άποψη του Γενικού Διευθυντή της Αρχής πως δεν χρειαζόταν να θεσπιστεί ειδικός Κανονισμός, διαφοροποίησε κατ' επανάληψη τις υπηρεσιακές εκθέσεις μετά το 1990.
Ο Κανονισμός 23(4) δεν περιέχει ο ίδιος τον τρόπο σύνταξης, με την πιο πάνω έννοια, των υπηρεσιακών εκθέσεων και δεν είναι Κανονισμός που ανταποκρίνεται στη ρητή απαίτηση του Νόμου. Είναι φορέα εξουσίας που καθορίζει και ως προς αυτό είναι ασυμβίβαστος προς το Ν. 155/90. Αφού ο συζητούμενος τρόπος, όπως και ο χρόνος, δεν αφήνεται πλέον στην απόλυτη διακριτική εξουσία του Διοικητικού Συμβουλίου. Ο Νόμος 155/90 ως μεταγενέστερο ειδικό νομοθέτημα διέπει πλέον την περίπτωση, ανεξάρτητα, καθώς ορίζεται και στο Άρθρο 3, από άλλο προγενέστερο Νόμο, όπως η γενική εξουσιοδοτική διάταξη του Άρθρου.43 του Κεφ. 302 σε συνδυασμό με το Ν. 61/70, ή Κανονισμό, όπως ο Κανονισμός 23(4).
Η απόφαση Χατζηπαύλου ν. ΑΗΚ (ανωτέρω) που επικαλέστηκαν οι καθ' ων η αίτηση αφορούσε σε σχέδια υπηρεσίας που συντάχθηκαν από το Διοικητικό Συμβούλιο της ΑΗΚ πράγματι κατ' εξουσιοδότηση Κανονισμού, αλλά το θέμα εκεί ήταν εντελώς διαφορετικό. Αφορούσε στην ανάγκη δημοσίευσης τους, και, εν πάση περιπτώσει, δεν άπτεται η απόφαση της Ολομέλειας της περίπτωσης Νόμου, όπως ο Ν. 155/90, που αποκλείει τέτοια ανάθεση ως προς ορισμένο ζήτημα.
Η προσφυγή επιτυγχάνει χωρίς έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Alvanis v. C.Y.T.A. (1985) 3 C.L.R. 2695,
Petrides and Others v. Republic (1964) C.L.R. 413,
Hinis v. Police (1963) 1 C.L.R. 14,
Papaxenopoulos v. Republic (1978) 3 C.L.R. 8,
Χατζηπαύλουν. ΑΗΚ (1991) 3 Α.Α.Δ. 11,
Τυλληρίδης και Άλλος ν. Α.Τ.Η.Κ. (1996) 4 Α.Α.Δ. 3262,
Αλβάνης ν. ΑΤΗΚ (1994) 4 Α.Α.Δ. 717.
Προσφυγή.
Προσφυγή εναντίον της απόφασης της Α.ΤΗ.Κ. με την οποία προήχθηκαν τα ενδιαφερόμενα μέρη στην θέση Διευθυντή αντί ο αιτητής.
Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.
Κ. Χατζηϊωάννου, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου, ημερομηνίας 19.2.96, τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα Στ. Ιωακείμ, Κ. Σολέας και Α. Μα-τσουκάρης προάχθηκαν στη θέση Διευθυντή. Ο αιτητής, προσοντούχος υποψήφιος και ο ίδιος, προσβάλλει το κύρος της απόφασης.
Αναπτύχθηκε αριθμός λόγων ακυρότητας αλλά προέχει η εξέταση του ισχυρισμού πως οι υπηρεσιακές εκθέσεις για ορισμένα έτη συντάχθηκαν κατά παράβαση του Νόμου και δεν έπρεπε να συνυπολογιστούν ως στοιχεία κρίσης. Αφού σε τέτοια περίπτωση θα έχει σφραγιστεί η τύχη της προσφυγής και η συζήτηση των άλλων θεμάτων θα γινόταν, ουσιαστικά, πάνω σε υποθετική βάση. Δεν αμφισβητείται συναφώς, ορθά νομίζω, πως ως εκ της επίδρασης των επίμαχων υπηρεσιακών εκθέσεων στην τελική επιλογή, η προσβαλλόμενη απόφαση θα ήταν άκυρη αν αυτές είχαν συνταχθεί κατά παράβαση του Νόμου. (Βλ. Alvanis ν. CΥ.Τ.A. (1985) 3 C.L.R. 2695).
Η αντιγνωμία αφορά στις επιπτώσεις από τη θέσπιση του περί Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου (Αξιολόγηση, Ελευθερία Έκφρασης Γνώμης και Πολιτικά Δικαιώματα Υπαλλήλων) Νόμου του 1990 (Ν. 155/90). Ενδιαφέρουν το άρθρο 3 και η έννοια του όρου "καθορισμένος" στις ερμηνευτικές διατάξεις του. Είναι σύντομα και τα παραθέτω αυτούσια.
"(1) Ανεξάρτητα από οποιαδήποτε διάταξη στους οικείους νόμους ή σε Κανονισμούς που έγιναν με βάση αυτούς και αφού τηρηθούν οι διατάξεις του άρθρου αυτού, για όλους τους υπαλλλήλους συντάσσονται Υπηρεσιακές Εκθέσεις κατά τον καθορισμένο τρόπο και χρόνο.
(2) Οι Υπηρεσιακές Εκθέσεις συντάσσονται, όπου τούτο είναι δυνατόν, από τριμελή ομάδα αξιολόγησης και κοινοποιούνται μετά τη σύνταξη τους στους υπαλλήλους που αφορούν.
(3) Δε μετέχει στην αξιολόγηση ενός υπαλλήλου πρόσωπο που του είναι σύζυγος ή συγγενής εξ αίματος ή εξ αγχιστείας μέχρι και του τέταρτου βαθμού:
Νοείται ότι αν λόγω του κωλύματος της συγγένειας δεν καθίσταται δυνατή η σύνταξη Υπηρεσιακής Εκθεσης για ένα υπάλληλο οι διατάξεις του εδαφίου αυτού δεν εφαρμόζονται. Σε μια τέτοια περίπτωση σημειώνεται η ύπαρξη της συγγένειας στην Υπηρεσιακή Έκθεση.
(4) Δε συντάσσεται δυσμενής Υπηρεσιακή Εκθεση για ένα υπάλληλο, πριν δοθεί σ' αυτόν η ευκαιρία να ακουστεί και να υποβάλει τις παραστάσεις του.
(5) Μετά από κάθε προαγωγή, ο δικηγόρος κάθε προσώπου που έχει έννομο συμφέρον να προσβάλει την προαγωγή δικαιούται να επιθεωρήσει τους φακέλους των Υπηρεσιακών Εκθέσεων ή οποιωνδήποτε άλλων εκθέσεων αξιολόγησης του ιδίου και του προσώπου ή των προσώπων που έχουν προαχθεί."
"'καθορισμένος' σημαίνει καθορισμένο με κανονισμούς που εκδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις των οικείων νόμων και 'καθορίζεται' ερμηνεύεται ανάλογα".
Δεν έχει θεσπιστεί τέτοιος Κανονισμός μετά την έναρξη της ισχύος του Ν. 155/90 αλλά ο τρόπος σύνταξης των Υπηρεσιακών Εκθέσεων καθορίστηκε με απλή απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου των Καθ' ων η αίτηση. Κατά παράβαση του Νόμου, εισηγείται ο αιτητής, αφού το αναπόφευκτο συμπέρασμα είναι πως δεν έχουν συνταχθεί κατά τον καθορισμένο τρόπο και χρόνο, με την έννοια του Νόμου.
Δεν αρνούνται, βέβαια, οι καθ' ων η αίτηση την ανάγκη ύπαρξης Κανονισμών ως προς το θέμα. Η εισήγησή τους είναι πως, στην πραγματικότητα, οι εκθέσεις ακριβώς ετοιμάστηκαν δυνάμει Κανονισμών. Του Κανονισμού 23 (4) συγκεκριμένα, των περί Προσωπικού της Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου Γενικών Κανονισμών του 1982, (Κ.Δ.Π. 220/82). Το γεγονός ότι αυτοί οι Κανονισμοί βρίσκονταν ήδη σε ισχύ κατά το χρόνο θέσπισης του Νόμου, δεν έχει σημασία. Η λέξη "καθορισμένος" στις ερμηνευτικές διατάξεις του Νόμου έχει την έννοια του παρελθόντος, παρόντος και μέλλοντος η δε φράση "που εκδίδονται", ενόψει και του άρθρου 26(1) του περί Ερμηνείας Νόμου, Κεφ. 1, έχει την έννοια "που εκάστοτε εκδίδονται" και δεν περιορίζεται μόνο στην έννοια "θα εκδοθούν". Εφόσον υπήρχε Κανονισμός που ανταποκρινόταν στις απαιτήσεις του Νόμου, δεν υπήρχε λόγος θέσπισης νέου. Ο Κανονισμός 23 (4) δεν κατέστη "tabula rasa" λόγω της θέσπισης του Νόμου αλλά εξακολουθεί να ισχύει ενόψει των αρχών ως προς τη σιωπηρή κατάργηση νόμου που συνοψίζονται στον Maxwell on Interpretation of Statutes 11η έκδοση σελ.. 162 και στις υποθέσεις Petrides and Others v. Republic (1964) C.L.R. 413, Hinis v. Police (1963) 1 C.L.R. 14, Papaxenopoulos v. Republic (1978) 3 C.L.R. 8 και περαιτέρω ενόψει των άρθρων 11 και 12(1) του Κεφ. 1. Σύμφωνα με τον Κανονισμό 23(4), γιοι τις υπηρεσιακές εκθέσεις, που τότε περιγράφονταν ως φύλλα ποιότητας, και για τα αρμόδια προς σύνταξή τους υπηρεσιακά όργανα αποφασίζει το Διοικητικό Συμβούλιο και, συνεπώς, ήταν σύννομη η ετοιμασία τους με τον τρόπο που έγινε. Το πνεύμα και ο σκοπός του Νόμου "δεν ήταν να επιβάλει αναγκαιότητα θέσπισης για οποιοδήποτε ζήτημα αλλά να επιβάλει τη σύνταξη Υπηρεσιακής Έκθεσης για κάθε υπάλληλο και ορισμένες αρχές περί των υπηρεσιακών εκθέσεων όπως προνοούνται στο άρθρο 3(2), (3), (4) και (5) που πρέπει να διαβάζονται μαζί με τις υφιστάμενες πρόνοιες και όχι σε αντικατάσταση τούτων". Είναι με αυτό το φακό που πρέπει να προσεγγιστεί η φράση στο Νόμο "ανεξάρτητα από οποιαδήποτε διάταξη στους οικείους νόμους ή κανονισμούς που έγιναν με βάση αυτούς". Όπως προτείνουν, αυτή η φράση "αφορά οποιαδήποτε πρόνοια στους νόμους ή κανονισμούς που δυνατόν να προνοούσαν ότι δεν συντάσσονται υπηρεσιακές εκθέσεις για αριθμό ή κλάδο υπαλλήλων ή ο τύπος των εκθέσεων δεν είναι σύμφωνος με το Ν. 155/90. Επικαλέστηκαν την απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Χατζηπαύλου ν. ΑΗΚ (1991) 1 Α.Α.Δ. 11, εισηγούμενοι πως αναγνώρισε τη δυνατότητα να εξουσιοδοτεί Κανονισμός το Διοικητικό Συμβούλιο να καθορίζει θέματα που θα μπορούσαν να καθοριστούν με Κανονισμούς. Και, τελικά, την πρωτόδικη απόφαση στην υπόθεση Γεώργιος Τυλληρίδης και Άλλος ν. ΑΤΗΚ (1996) 4 Α.Α.Δ. 3262, στην οποία εξετάστηκε ακριβώς όμοιο θέμα. Κρίθηκε στην τελευταία αυτή υπόθεση πως η λέξη "καθορισμένος" δεν εμπεριέχει μόνο μελλοντικό καθορισμό αλλά περιλαμβάνει και παρελθόντα χρόνο και πως η άσκηση από το Διοικητικό Συμβούλιο της εξουσίας που του παρέχει ο Κανονισμός 23(4) προς ετοιμασία νέου τύπου αξιολόγησης, έγινε κατά ουσιαστική συμμόρφωση προς τις πρόνοιες του Νόμου. Πράγμα, προστίθεται, που διαφαίνεται και από την υπόθεση Ελπιδοφόρος Αλβάνης ν. ΑΤΗΚ (1994) 4 Α.Α.Δ. 717. Αυτή η υπόθεση αφορούσε σε προαγωγές που διενεργήθηκαν χωρίς την ύπαρξη υπηρεσιακών εκθέσεων επειδή, λόγω φόρτου εργασίας, δεν είχε καταστεί δυνατή η ετοιμασία τους μετά τη θέσπιση του Ν. 155/90. Οι προαγωγές κρίθηκαν άκυρες γιατί η διενέργειά τους χωρίς υπηρεσιακές εκθέσεις για αριθμό ετών ήταν παράνομη και η υπόθεση Τυλληρίδης (ανωτέρω) που ακολούθησε, αφορούσε στις προαγωγές που έγιναν κατά την επανεξέταση του θέματος. Και θεωρήθηκε στην υπόθεση Τυλληρίδης πως με βάση το περιεχόμενο της ακυρωτικής απόφασης, από την οποία τονίστηκε η φράση "ήταν χρέος του ίδιου του Διοικητικού Συμβουλίου να μεριμνήσει έτσι ώστε να έχει στη διάθεσή του αξιολογήσεις σύμφωνα με το Νόμο", η Αρχή "όχι μόνο έπρεπε να ενεργήσει για τη σύνταξη των εκθέσεων αξιολόγησης των υποψηφίων αλλά και να τις λάβει υπόψη κατά την επανεξέταση, σε συμμόρφωση προς την ακυρωτική απόφαση του Δικαστηρίου".
Με κάθε σεβασμό έχω αχθεί σε διαφορετική κατάληξη. Εν πρώτοις το θέμα στην υπόθεση Ελπιδοφόρος Αλβάνης (ανωτέρω), ήταν διαφορετικό' και τίποτε που λέχθηκε σ' αυτή είχε να κάμει με την μέθοδο της σύνταξης των υπηρεσιακών εκθέσεων. Ήταν οι επιπτώσεις της ανυπαρξίας τους που συζητήθηκαν και το απόσπασμα που αναφέρθηκε δεν αποτελεί εξαίρεση.
Μετά, έχω τη γνώμη πως η ουσία του ζητήματος που εξετάζουμε δεν είναι "χρονολογικής" φύσης. Αν, δηλαδή, θα έπρεπε κατ' ανάγκην να θεσπιστεί νέος κανονισμός μετά την έναρξη της ισχύος του Νόμου ή αν η κάλυψη των απαιτήσεων του Νόμου από Κανονισμό ήδη υφιστάμενο καθιστούσε περιττή τη θέσπιση νέου. Η ουσία του ζητήματος που εγείρεται εντοπίζεται στο κατά πόσο πράγματι ο Κανονισμός 23(4), ως περιεχόμενο, συμβιβάζεται προς το Νόμο. Αν αυτό δεν συμβαίνει, η συζήτηση του "χρονολογικού" ερωτήματος, αποβαίνει ακαδημαϊκή. Όπως θα είναι ακαδημαϊκή και η αντίκρυση του θέματος κάτω από το φακό του άρθρου 11 του Κεφ. 1 αφού και εκεί η διατήρηση της ισχύος Κανονισμών που θεσπίστηκαν δυνάμει καταργηθέντος Νόμου, τελεί υπό την αίρεση του συμβιβάσιμου τους προς τις διατάξεις του νέου Νόμου.
Το άρθρο 3 του Νόμου 155/90, σε συνδυασμό προς τις ερμηνευτικές διατάξεις του, είναι σαφές. Απαιτεί να συντάσσονται υπηρεσιακές εκθέσεις για όλους τους υπαλλήλους των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου που καλύπτει και καθορίζει βασικές αρχές που θα τις διέπουν, αλλά δεν περιορίζεται σ' αυτά, όπως ήταν η εισήγηση των καθ' ων η αίτηση. Αποδοχή αυτής της εισήγησης θα άφηνε πίσω το κρισιμότερο, για τους σκοπούς της παρούσας υπόθεσης, μέρος του Νόμου. Το οποίο ορίζει πως οι υπηρεσιακές εκθέσεις συντάσσονται κατά τον καθορισμένο, δηλαδή με Κανονισμούς που εκδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις των οικείων Νόμων, τρόπο και χρόνο. Απαιτεί δηλαδή ο τρόπος και ο χρόνος σύνταξης των υπηρεσιακών εκθέσεων, να καθορίζονται με Κανονισμούς.
Το άρθρο 43 του περί Υπηρεσίας Τηλεπικοινωνιών Κύπρου Νόμου, Κεφ. 302, όπως τροποποιήθηκε, ενόψει και των διατάξεων του άρθρου 2 του περί των Οργανισμών Δημοσίου Δικαίου (Ρύθμισις Θεμάτων Προσωπικού) Νόμου του 1970 (Ν. 61/70) παρέχει στην Αρχή εξουσία έκδοσης Κανονισμών προς ρύθμιση, μεταξύ άλλων, της προαγωγής μελών του προσωπικού της. Και εκδόθηκε δυνάμει του η Κ.Δ.Π. 220/82, ο Κανονισμός 10(9) της οποίας καθιστά τα φύλλα ποιότητας στοιχείο των κρίσεων για προαγωγή. Σύμφωνα δε με τον Κανονισμό 23(4), "περί των φύλλων ποιότητος, των φύλλων προαγωγής και περί των αρμοδίων προς σύνταξιν αυτών υπηρεσιακών οργάνων αποφασίζει το Διοικητικόν Συμβούλιον".
Όταν ο Ν. 155/90 αναφέρεται σε καθορισμό του τρόπου σύνταξης των Υπηρεσιακών Εκθέσεων με Κανονισμό, δεν παραπέμπει στο φορέα της εξουσίας σύνταξής τους ώστε να μπορεί να θεωρηθεί ότι η ανάθεση της στο Διοικητικό Συμβούλιο αποτελεί τέτοιο "τρόπο". Αναφέρεται στο περιεχόμενο των Υπηρεσιακών Εκθέσεων και είναι αυτό που πρέπει να καθορίζεται από Κανονισμό για για να υπάρχουν τα εχέγγυα που αυτή η αναβάθμιση συνεπάγεται. Όπως ακριβώς έχει γίνει με την έκδοση των περί Δημόσιας Υπηρεσίας (Αξιολόγηση Υπαλλήλων) Κανονισμών του 1990, Κ.Δ.Π. 386/90 και 110/93, ενόψει των διατάξεων του άρθρου 50 του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990 (Ν. 1/90). Οι οποίοι αναπαράχθηκαν με το άρθρο 3 του Νόμου 155/90 προς εξομοίωση, ως προς αυτή την πτυχή, "των διαδικασιών που διέπουν τις προαγωγές στους ημικρατικούς οργανισμούς και τη δημόσια υπηρεσία" (βλ. Ελπιδοφόρος Αλβάνης ν. ΑΤΗΚ, ανωτέρω). Διαφορετικά θα εξαρτάτο, όπως και πριν, από την απόλυτη κρίση του ίδιου του Διοικητικού Συμβουλίου η υιοθέτηση υπηρεσιακών εκθέσεων του ενός ή άλλου περιεχομένου ή τύπου, όπως ακριβώς έγινε και εν προκειμένω. Το Διοικητικό Συμβούλιο, αφού υιοθέτησε την άποψη του Γενικού Διευθυντή της Αρχής πως δεν χρειαζόταν να θεσπιστεί ειδικός Κανονισμός, διαφοροποίησε κατ' επανάληψη τις υπηρεσιακές εκθέσεις μετά το 1990.
Ο Κανονισμός 23(4) δεν περιέχει ο ίδιος τον τρόπο σύνταξης, με την πιο πάνω έννοια, των υπηρεσιακών εκθέσεων και δεν είναι Κανονισμός που ανταποκρίνεται στη ρητή απαίτηση του Νόμου. Είναι φορέα εξουσίας που καθορίζει και ως προς αυτό είναι ασυμβίβαστος προς το Ν. 155/90. Αφού ο συζητούμενος τρόπος, όπως και ο χρόνος, δεν αφήνεται πλέον στην απόλυτη διακριτική εξουσία του Διοικητικού Συμβουλίου. Ο Νόμος 155/90 ως μεταγενέστερο ειδικό νομοθέτημα διέπει πλέον την περίπτωση, ανεξάρτητα, καθώς ορίζεται και στο άρθρο 3, από άλλο προγενέστερο Νόμο, όπως η γενική εξουσιοδοτική διάταξη του άρθρου 43 του Κεφ. 302 σε συνδυασμό με το Ν. 61/70, ή Κανονισμό, όπως ο Κανονισμός 23(4). [βλ. συναφώς Ioannis Georghiou Hinis v. Police ανωτέρω, Maxwell on Interpretation of Statutes 122 έκδοση, σε. 193 κ.επ., Francis Bennion Statutory Interpretation, 2η έκδοση, σελ. 204, κ.επ., Cross Statutory Interpretation Interpretation σελ 3 και 690
Η απόφαση Χατζηπαύλου ν. ΑΗΚ (ανωτέρω) που επικαλέστηκαν οι καθ' ων η αίτηση αφορούσε σε σχέδια υπηρεσίας που συντάχθηκαν από το Διοικητικό Συμβούλιο της ΑΗΚ πράγματι κατ' εξουσιοδότηση Κανονισμού, αλλά το θέμα εκεί ήταν εντελώς διαφορετικό. Αφορούσε στην ανάγκη δημοσίευσής τους, και, εν πάση περιπτώσει, δεν άπτεται η απόφαση της Ολομέλειας της περίπτωσης Νόμου, όπως ο Ν, 155/90, που αποκλείει τέτοια ανάθεση ως προς ορισμένο ζήτημα.
Καταλήγω πως οι υπηρεσιακές εκθέσεις συντάχθηκαν κατά παράβαση του Νόμου και πως, κατά τα προεκτεθέντα, η προσβαλλόμενη απόφαση είναι άκυρη.
Η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται στο σύνολό της δυνάμει του άρθρου 146.4 του Συντάγματος. Δεν εκδίδεται διαταγή για έξοδα.
Η προσφυγή επιτυγχάνει χωρίς έξοδα.