ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1997) 4 ΑΑΔ 221

29 Ιανουαρίου, 1997

[ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ,

Αιτητής,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ' ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 768/96)

Διοικητικό Δίκαιο —Διοικητική πράξη —Εκτελεστή σε αντίθεση προς μη εκτελεστή πράξη — Περιστάσεις της εκτελεστότητας εμμονής της Ε.Δ. Υ. σε παλαιότερη απόφαση της ως προς την ημερομηνία γέννησης υπαλλήλου λόγω της νομοθετικής μεταβολής που μεσολάβησε.

Δημόσιοι Υπάλληλοι —Ημερομηνία γέννησης —Απόδειξη —Καν. 35 της Κ.Δ.Π. 98/91 — Περιεχόμενο ρύθμισης — Ο κανονισμός μετέβαλε τη ρύθμιση του θέματος που υφίστατο μέχρι τότε — Συνέπειες.

Ο αιτητής προσέβαλε την απόφαση την Ε.Δ.Υ, να μην επανεξετάσει το ζήτημα της ημερομηνίας γεννήσεως του.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:

Πρόκειται περί εκτελεστής απόφασης διότι απολήγει στον επανακαθορισμό του ζητήματος της ημερομηνίας γεννήσεως του αιτητή στη βάση της μεταβληθείσας και νυν ισχύουσας νομικής κατάστασης. Σημειώνεται επίσης το Άρθρο 54 του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990 (Ν. 1/1990) το οποίο αναφέρεται στην απόδειξη της ηλικίας δημοσίων υπαλλήλων - όπως εξ άλλου και προηγουμένως το Άρθρο 52 του καταργηθέντος Ν. 33/67 - παρέχει το πλαίσιο για καθορισμό του ζητήματος από την Ε.Δ.Υ, σε οποιοδήποτε στάδιο Παράγοντας έτσι έννομα αποτελέσματα. Εν προκειμένω τη νέα νομική κατάσταση η Ε.Δ.Υ, την παραγνώρισε. Δεν υπάρχει καμιά ένδειξη ότι έλαβε υπόψη της τον νέο κανονισμό (Καν. 35 της Κ.Δ.Π. 98/91).

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.

Προσφυγή.

Προσφυγή με την οποία προσβάλλεται η κατάληξη της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας ότι η ημερομηνία γέννησης του αιτητή για όλους τους επίσημους σκοπούς θεωρείται η 19/3/1937.

Κρ. Χρίστου για Τ. Παπαδόπουλο, για τον Αιτητή.

Γ. Γιωργαλλής, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Στις 27 Ιουνίου 1962 ο αιτητής υπέβαλε αίτηση για πρόσληψη στη Δημόσια Υπηρεσία. Ενδιαφερόταν για τη θέση εισπράκτορα φόρων. Τα τότε σχέδια υπηρεσίας προέβλεπαν ότι οι υποψήφιοι θα έπρεπε να ήταν ηλικίας μεταξύ 25 και 35 ετών. Στο έντυπο αίτησης δηλώθηκε ως ημερομηνία γέννησης η 19 Ιανουαρίου 1937. Η αίτηση έγινε δεκτή. Και ο αιτητής διορίστηκε στη θέση την 15 Οκτωβρίου 1962.

Εν συνεχεία, περί το τέλος του 1973 ο αιτητής παρουσίασε φωτοαντίγραφο πιστοποιητικού γέννησης, ημερομηνίας 13 Απριλίου 1959, στο οποίο εμφαινόταν ως ημερομηνία γέννησης του η 22 Ιανουαρίου 1939. Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (στα επόμενα η Ε.Δ.Υ.) του ζήτησε να παρουσιάσει το πρωτότυπο και να παράσχει εξηγήσεις σχετικά με τη διάσταση που προέκυπτε ιδιαίτερα εφόσον το εν λόγω πιστοποιητικό προϋπήρχε της δήλωσης στην αίτηση για πρόσληψη. Το πώς τοποθετήθηκε τότε ο αιτητής εκτίθεται σε πρακτικό της Ε.Δ.Υ, ημερομηνίας 27 Αυγούστου 1974. Σύμφωνα με αυτό, ο αιτητής προφορικά εξήγησε ότι κατά τον χρόνο που αποτάθηκε για τη θέση, μη όντας ηλικίας τουλάχιστον 25 ετών - όπως προέβλεπε το σχέδιο υπηρεσίας - προέβη σε ένορκη δήλωση ότι η ληξιαρχική καταχώρηση του ονόματος Κώστας Γεωργίου Κωνσταντινίδη που έφερε ημερομηνία γέννησης την 19 Ιανουαρίου 1937, αναφερόταν στον ίδιο, μόνο που εκ παραδρομής είχε αναγραφεί το όνομα του ως Κώστας αντί ως Μιχάλης. Ενώ στην πραγματικότητα, καθώς ήδη γνώριζε, αναφερόταν σε μεγαλύτερο αδερφό του ο οποίος είχε αποβιώσει. Φαίνεται λοιπόν να εξασφάλισε με αυτό τον τρόπο πιστοποιητικό γέννησης το οποίο τον εμφάνιζε ως γεννηθέντα την 19 Ιανουαρίου 1937. Έπειτα όμως, για λόγους που δεν αποσαφηνίστηκαν εξασφάλισε και άλλο πιστοποιητικό γέννησης με ημερομηνία γέννησης την 19 Ιανουαρίου 1939.

Επρόκειτο, αν αυτά ήταν ορθά, για ομολογία περί διενέργειας απάτης, με τη διάπραξη μάλιστα ποινικού αδικήματος κατά παράβαση του άρθρου 117 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154. Η Ε.Δ.Υ, κατέληξε σε απόφαση ότι η σύγκρουση που προέκυψε αναφορικά με την πραγματική ημερομηνία γέννησης καθιστούσε αδύνατο τον εξ αντικειμένου καθορισμό της οπότε, σύμφωνα με τη Γενική Διάταξη 11/1.47 θα έπρεπε να θεωρηθεί ως ημερομηνία γέννησης η δηλωθείσα κατά την πρόσληψη. Η εν λόγω διάταξη διαλάμβανε ότι:

"47. The date of birth of an officer whose exact date of birth is not known will, for all official purposes including calculation of the date of retirement, be the date of birth stated by him on entering the Government Service."

Η Ε.Δ.Υ, γνωστοποίησε αυτή την απόφαση στον αιτητή με επιστολή ημερομηνίας 30 Αυγούστου 1974 και το θέμα φαίνεται να έκλεισε χωρίς τη λήψη οποιωνδήποτε μέτρων εναντίον του.

Αφού πέρασε καιρός, ο κανονισμός άλλαξε. Με τον Κανονισμό 35 της Κ.Δ.Π. 98/91 προβλέπεται πλέον ότι:

"35.- (1) Η ημερομηνία γεννήσεως υπαλλήλου αποδεικνύεται με προσκόμιση επίσημου πιστοποιητικού γεννήσεως που εκδόθηκε από την αρμόδια για την έκδοση τέτοιων πιστοποιητικών αρχή.

(2) Σε περίπτωση που η προσκόμιση επίσημου πιστοποιητικού γεννήσεως σύμφωνα με την παράγραφο (1) δεν είναι δυνατή, η ηλικία αποδεικνύεται με προσκόμιση άλλων στοιχείων τα οποία η Επιτροπή θα ορίσει σε κάθε περίπτωση.

(3) Ημερομηνία γεννήσεως υπαλλήλου που βρισκόταν στη δημόσια υπηρεσία κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος των παρόντων Κανονισμών και του οποίου η ημερομηνία γεννήσεως δεν μπορεί να αποδειχθεί με επίσημο πιστοποιητικό γεννήσεως λογίζεται για όλους τους επίσημους σκοπούς, συμπεριλαμβανομένου και του υπολογισμού της ημερομηνίας αφυπηρέτησής του, η ημερομηνία γεννήσεως που δηλώθηκε απ' αυτόν κατά το χρόνο της πρώτης πρόσληψης του στη δημόσια υπηρεσία.

(4) Αν μόνο το έτος ή ο μήνας και το έτος γεννήσεως μπορούν να αποδειχθούν σύμφωνα με τον Κανονισμό αυτό, ο υπάλληλος θεωρείται ότι γεννήθηκε την τελευταία ημέρα του εν λόγω έτους ή μήνα, ανάλογα με την περίπτωση.

(5) Σε περίπτωση που διαπιστώνεται ότι υπάρχουν αντιφατικές ημερομηνίες γεννήσεως για έναν υπάλληλο, διεξάγεται έρευνα από τον Έπαρχο της επαρχίας στην οποία γεννήθηκε ο υπάλληλος για εξακρίβωση της πραγματικής ημερομηνίας γεννήσεως του. Αν αυτό δεν επιτευχθεί με την έρευνα, το θέμα παραπέμπεται στην Υπηρεσία Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού για υποβολή του στο Υπουργικό Συμβούλιο για λήψη τελικής απόφασης."

Ο αιτητής ο οποίος ανήλθε στη θέση ανώτερου λειτουργού για τις εισπράξεις φόρων Α', ζήτησε από την Ε.Δ.Υ, να επανεξετάσει το θέμα στη βάση του νέου κανονισμού και να καθορίσει ως ημερομηνία γέννησης του την 22 Ιανουαρίου 1939. Προς την Ε.Δ.Υ, για επανεξέταση του θέματος απευθύνθη και ο διευθυντής του Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων ενόψει του νέου κανονισμού ώστε "να καταστεί δυνατή η έγκαιρη υποβολή από την Αρμόδια Αρχή πρότασης για αφυπηρέτηση του κ. Κωνσταντινίδη σε περίπτωση που η ημερομηνία γέννησης του θεωρηθεί η 19.1.1937." Ας σημειωθεί ότι στις 24 Ιουνίου 1996 εκδόθηκε και άλλο πιστοποιητικό γέννησης το οποίο όπως εκείνο της 13 Απριλίου 1959 εμφανίζει ως ημερομηνία γέννησης του αιτητή την 22 Ιανουαρίου 1939.

Η Ε.Δ.Υ, επιλήφθηκε του θέματος στις 29 Αυγούστου 1996. Και κατέληξε ως εξής:

"....το θέμα μελετήθηκε από την Επιτροπή, υπό διαφορετική σύνθεση, στις 27.8.74 (θέμα 1 των πρακτικών) και η σχετική απόφαση της Επιτροπής κοινοποιήθηκε στον υπάλληλο με επιστολή του Προέδρου της ημερομηνίας 30.8.74. Σύμφωνα με την πιο πάνω απόφαση η ημερομηνία γέννησης του Κωνσταντινίδη Μιχάλη για όλους τους επίσημους σκοπούς θεωρείται η 19.1.37."

Ο αιτητής προσβάλλει αυτή την κατάληξη ως νέα εκτελεστή απόφαση επί του θέματος εφόσον η αλλαγή του νομικού καθεστώτος σήμαινε και αναγκαιότητα για επανακαθορισμό της ημερομηνίας γέννησης. Με αυτό ως δεδομένο, ο συνήγορος του αιτητή εισηγήθηκε ότι εν προκειμένω η απλή επαναβεβαίωση της προηγούμενης απόφασης συνιστούσε πλάνη περί τον νόμο διότι τοποθετούσε το ζήτημα επί του προηγούμενου νομικού καθεστώτος. Με επακόλουθο την μη εξέταση του ζητήματος υπό το φως νέας έρευνας. Και εν τέλει την αποτυχία της αιτιολογίας.

Ο συνήγορος των καθ' ων αμφισβήτησε κατ' αρχήν ότι η Ε.Δ.Υ, με την κατάληξη της στις 29 Αυγούστου 1996 έλαβε οποιαδήποτε νέα απόφαση. Σύμφωνα με τον συνήγορο, επρόκειτο απλώς περί υπόδειξης ότι ίσχυε η απόφαση που είχε ληφθεί στις 27 Αυγούστου 1974. Την οποία ο αιτητής δεν προσέβαλε εμπρόθεσμα. Αλλά ακόμα και να επρόκειτο περί νέας απόφασης, αυτή δεν ήταν παρά μόνο βεβαιωτική επί ακριβώς των ίδιων στοιχείων και ως εκ τούτου μη εκτελεστή. Έπειτα εισηγήθηκε ότι εν πάση περιπτώσει χώρος για εκτελεστή διοικητική απόφαση ή πράξη θα μπορούσε να υπάρξει μόνο μετά την αφυπηρέτηση του αιτητή γιατί τότε μόνο θα προκαλούντο έννομες συνέπειες. Τέλος ο συνήγορος εισηγήθηκε ότι ο αιτητής στερείται "έννομου συμφέροντος να προσβάλει πράξη ή απόφαση που αποδέκτηκε πριν 36 χρόνια". Εξειδίκευσε ότι ο αι-τητής δεν νομιμοποιείτο να διεκδικήσει οτιδήποτε κατ' αντίθεση στην κατάσταση που ο ίδιος είχε δημιουργήσει με την αρχική του δήλωση για την ημερομηνία γέννησης του.

Η νομική ταξινόμηση στην οποία προέβη ο συνήγορος του αιτητή είναι κατά την κρίση μου ορθή. Είναι προφανές ότι ο νέος κανονισμός μετέβαλε το νομικό καθεστώς με αποτέλεσμα να αναβιώνει το πρόβλημα και να απαιτείται επανακαθορισμός της ημερομηνίας γέννησης του αιτητή. Οπότε γεννάται νέα εκτελεστή απόφαση. Όπως αναφέρει ο Στασινόπουλος στο "Δίκαιο Διοικητικών Πράξεων" (Έκδ. 1951) στη σελ. 126:

"        εκτελεστή θεωρείται η πράξις, η οποία, μολονότι περιέχει απλήν επιβεβαίωσιν της προηγουμένως εκδοθείσης, εν τούτοις εξεδόθη μετά νέαν έρευναν της υποθέσεως. Πότε υπάρχει νέα έρευνα, είναι ζήτημα πραγματικόν. Θεωρείται όμως γενικώς νέα έρευνα η λήψις υπ' όψιν νέων ουσιωδών νομικών ή πραγματικών στοιχείων, κρίνεται δε αυστηρώς το χρησιμοποιηθέν νέον υλικόν, διότι δεν πρέπει ο απωλέσας την προθεσμίαν διά την προσβολήν μιας εκτελεστής πράξεως, να δύναται να καταστρατηγή την προθεσμίαν ταύτην διά της δημιουργίας νέας πράξεως, η οποία εξεδόθη κατ' επίφασιν μεν κατόπιν νέας ερεύνης, κατ' ουσίαν όμως επί τη βάσει των αυτών στοιχείων."

Πρόκειται λοιπόν περί εκτελεστής απόφασης διότι απολήγει στον επανακαθορισμό του ζητήματος στη βάση της μεταβληθείσας και νυν ισχύουσας νομικής κατάστασης. Ας σημειωθεί επίσης το άρθρο 54 του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990 (Ν. 1/1990) το οποίο αναφέρεται στην απόδειξη της ηλικίας δημοσίων υπαλλήλων - όπως εξ άλλου και προηγουμένως το άρθρο 52 του καταργηθέντος Ν. 33/67 - παρέχει το πλαίσιο για καθορισμό του ζητήματος από την Ε.Δ.Υ, σε οποιοδήποτε στάδιο. Παράγοντας έτσι έννομα αποτελέσματα. Εν προκειμένω τη νέα νομική κατάσταση η Ε.Δ.Υ, την παραγνώρισε. Δεν υπάρχει καμιά ένδειξη ότι έλαβε υπόψη της τον νέο κανονισμό. Με αυτή την κατάληξη καθίσταται αχρείαστο να επεκταθώ σε οτιδήποτε άλλο.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται στην ολότητα της βάσει του Άρθρου 146.4(β) του Συντάγματος. Τα έξοδα θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο